ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΟΥ ΦΘΟΝΟΥ
1) Ἀπό τό φθόνο γεννιοῦνται ἄλλα πέντε ἁμαρτήματα.
- Πρῶτο καί χειρότερο εἶναι τό μῖσος, πού μπορεῖ νά ὁδηγήσει τόν φθονερό ἄνθρωπο μέχρι καί τό φόνο. Λέγει ὁ Μ. Βασίλειος: «Ὁ Κάϊν, ὁ πρῶτος μαθητής τοῦ διαβόλου, διδάχθηκε ἀπό αὐτόν καί τόν φθόνο καί τόν φόνο. Αὐτές εἶναι οἱ ἀδελφές τῆς ἀνομίας τίς ὁποῖες συνέζευξε καί ὁ Παῦλος λέγοντας: Μεστούς φθόνου, φόνου. Τί ἦταν λοιπόν αὐτό πού ἔκανε ὁ Κάϊν; Εἶδε τήν τιμή ἀπό τόν Θεό πρός τόν Ἄβελ καί κάηκε ἀπό ζήλεια. Φόνευσε αὐτόν πού τιμήθηκε (τόν Ἄβελ) γιά νά πληγώσει αὐτόν πού τόν τίμησε (δηλ. τόν Θεό). Ἐπειδή ἦταν ἀδύνατος γιά θεομαχία, ξέπεσε σέ ἀδελφοκτονία. Ἄς ἀποφύγουμε ἀδελφοί, ἀρρώστεια πού εἶναι διδάσκαλος τῆς θεομαχίας, μητέρα τοῦ φόνου(τῆς ἀνδροφονίας), τήν πιό παράλογη συμφορά»[1].
-Τρίτο ἡ κατάκριση, γιατί ὁ φθονερός κοιτάζει πάντα νά κατηγορήσει, νά διαβάλει καί νά μειώσει ἐκεῖνον πού φθονεῖ καί τίς πράξεις του,
-Τέταρτο εἶναι ἡ χαιρεκακία, δηλαδή ἡ χαρά γιά τίς συμφορές τοῦ ἄλλου, καί
- Πέμπτο ἡ κατάθλιψη, πού κυριεύει τόν φθονερό καί τόν κατατρώει, ὅπως ἡ σκουριά τό σίδερο.
2) Ὅποιος φθονεῖ, ἀντί νά βλάπτει εὐεργετεῖ τόν φθονούμενο.
Λέγει ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «Ὁ Κάϊν σέ τί ἀδίκησε τόν Ἄβελ; Δέν τόν παρέπεμψε ταχύτερα χωρίς νά θέλει στήν Βασιλεία, ἐνῶ τόν ἑαυτό του τόν περιέβαλε μέ μύρια κακά; Σέ τί ἔβλαψε ὁ Ἡσαῦ τόν Ἰακώβ; Ὁ μέν Ἰακώβ δέν γινόταν πλούσιος καί ἀπολάμβανε μύρια ἀγαθά; αὐτός δέ (ὁ Ἡσαῦ) δέν ξέπεσε ἀπό τό πατρικό σπίτι καί δέν περιπλανᾶτο στά ξένα μετά ἀπό ἐκείνη τήν ἐπιβουλή; Οἱ δέ ἀδελφοί τί κακό (τελικά ) ἔκαναν στόν Ἰωσήφ μέ τό νά χύσουν σχεδόν τό αἷμα του; Δέν ὑπέφεραν τελικά πεῖνα καί δέν κινδύνευσαν τόν ἔσχατο κίνδυνο, ἐνῶ ἐκεῖνος ἔγινε βασιλεύς ὅλης τῆς Αἰγύπτου; Ὅσο φθονεῖς, τόσο γίνεσαι πρόξενος μεγαλύτερων ἀγαθῶν στόν φθονούμενο. Διότι ὁ Θεός εἶναι Αὐτός πού ἐφορᾶ τά πάντα· καί ὅταν ἰδῆ ὅτι ἀδικεῖται αὐτός πού δέν ἀδικεῖ κανέναν, περισσότερο τόν ἐπαίρει καί τόν κάνει λαμπρό, καί κατ' αὐτόν τόν τρόπο ἐσένα σέ κολάζει»[2].
3) Ὅσο φθονούμαστε ἀπό τούς ἀνθρώπους τόσο εὐλογούμεθα ἀπό τόν Θεό.
Λέγει ὁ ἱερός Χρυσόστομος : «Βλέποντας (ὁ βασιλιάς τῶν Γεράρων) τόν πλοῦτο τοῦ Ἰσαάκ νά αὐξάνεται καθημερινά, φοβᾶται καί ἐξαναγκάζει τόν δίκαιο νά μεταναστεύσει ἀπό ἐκεῖ. Ἀξίζει νά ἀκούσουμε καί αὐτά τά λόγια τῆς θείας Γραφῆς, γιά νά δοῦμε δι’ αὐτῶν τήν εὔνοια (φροντίδα) τοῦ Θεοῦ, τήν ὁποία ἐπιδεικνύει πρός τούς δούλους Του. Ἔσπειρε , λέγει ὁ Ἰσαάκ στή γῆ ἐκείνη καί πῆρε ἑκατονταπλάσιο κριθάρι ἐκείνη τή χρονιά. Εἶδες τήν φιλοτιμία τοῦ Δεσπότου; Εἶδες τήν ἐπίταση τῆς εὐεργεσίας; Ἀλλά ἄς ἰδοῦμε πόση ἔγινε καί ἡ ζήλια τοῦ βασιλιά πόση ἐγένετο γιά τόν πλοῦτο τοῦ δικαίου. Φύγε, λέγει, ἀπό ἐμᾶς, διότι ἔγινες δυνατώτερος ἀπό ἐμᾶς. Καί ἀληθινά ἦταν δυνατώτερος, ἀφοῦ εἶχε σέ ὅλα τήν ἄνωθεν συμμαχία καί ἐφρουρεῖτο ἀπό τήν δεξιά τοῦ Θεοῦ. Ποῦ λοιπόν διώχνεις τόν δίκαιο; Δέν γνωρίζεις ὅτι ὅπου καί ἄν αὐτός πάει, πάντοτε θά εἶναι μέ τόν Κύριό Του; Ἀκόμη καί ἄν τόν ἀναγκάσεις νά ἀπέλθει στήν ἔρημο, ἔχει τόσο εὐμήχανο Δεσπότη, ὥστε καί ἐκεῖ ὅταν βρεθεῖ θά τόν ἀναδείξει ἀκόμη πιό ξακουστό. Ὁ Θεός διά μέσου τῶν ἀντιθέτων, πολλές φορές οἰκονομεῖ τά ἀντίθετα»[3]
4) Ἀπώλεια τῆς σωτηρίας ἐκείνων πού φθονοῦν.
Λέγει ὁ Μ. Βασίλειος: «Ἄς φυλαχθοῦμε λοιπόν ἀδελφοί ἀπό τό πάθος τοῦ φθόνου γιά νά μήν γίνουμε κοινωνοί τῶν ἔργων τοῦ ἀντικειμένου καί βρεθοῦμε νά καταδικαζόμαστε μαζί του γιά τό ἴδιο κρίμα. Διότε ἐάν αὐτός πού ὑπερηφανεύεται πέφτει στό κρίμα τοῦ διαβόλου, πῶς ὁ φθονερός (πού νοσεῖ τήν νόσο τοῦ διαβόλου) θά ξεφύγει τήν ἑτοιμασμένη γιά τόν διάβολο τιμωρία;»[4].
5) Βλάβη τοῦ φθονοῦντος
Λέγει ὁ Μ. Βασίλειος:«Γιατί λυπᾶσαι ἄνθρωπε, ἐνῶ δέν ἔχεις πάθει κανένα κακό; Γιατί πολεμεῖς αὐτόν πού ἔχει κάποια ἀγαθά, ἐνῶ τίποτε ἀπό τά δικά σου δέν σοῦ ἐλάττωσε; Ἐάν δέ μάλιστα ἀγανακτεῖς ἐνῶ εὐεργετῆσαι, τότε δέν εἶναι πού φθονεῖς τήν ὠφέλεια τοῦ ἴδιου τοῦ ἑαυτοῦ σου; Τέτοιος ἦταν ὁ Σαούλ, ὁ ὁποῖος πῆρε ὡς ἀφορμή τοῦ πολέμου ἐναντίον τοῦ Δαυΐδ τίς ὑπερβολές τῶν εὐεργεσιῶν. Πρῶτον μέν, ἀφοῦ ἀπαλλάχθηκε ἀπό τήν μανία(κατάθλιψη) μέ τήν παναρμόνια ἐκείνη καί θεία μουσική (τοῦ Δαυΐδ), προσπαθοῦσε μέ δόρυ νά διαπεράσει τόν εὐεργέτη. Ἔπειτα, ἐνῶ μαζί μέ τόν στρατό περισώθηκε ἀπό τούς ἐχθρούς καί ἀφοῦ γλύτωσε τήν ντροπή πού κινδύνευε νά ὑποστεῖ ἐξ αἰτίας τοῦ Γολιάθ , ὅμως ἔπεσε στόν φθόνο διότι κατά τά ἐπινίκια οἱ χορεύουσες εἶπαν ὅτι ἐπάταξε ὁ Δαυΐδ ἐν μυριάσιν καί Σαούλ ἐν χιλιάσιν αὐτοῦ, ἀναθέτοντας τό δεκαπλάσιο τῆς αἰτίας τῶν συμβάντων στόν Δαυΐδ, Γιά μία τέτοια φωνή, καί τήν μαρτυρία τῆς ἀλήθειας πού ὑπῆρξε δι΄ αὐτῆς, πρῶτον προσπάθησε νά γίνει αὐτόχειρας καί ἔπειτα ἐπιχείρησε νά τόν φονεύσει (τόν Δαυΐδ) μέ ἐνέδρα. Ἔπειτα ἀφοῦ τόν ἀνάγκασε νά γίνει φυγάδας πάλι δέν σταμάτησε νά τόν ἐχθρεύεται. Τελικά ἀφοῦ ἐκστράτευσε ἐναντίον του μέ τρεῖς χιλιάδες στρατιῶτες, ἐρευνοῦσε τίς ἐρημιές. Ἐάν δέ τόν ρωτοῦσαν γιατί κάνει αὐτόν τόν πόλεμο θά ἔπρεπε νά πεῖ ὅτι εἶναι οἱ καλωσύνες αὐτοῦ τοῦ ἄνδρα. Μάλιστα κατά τόν καιρό τῆς καταδιώξεως ἐνῶ θά μποροῦσε νά σφαγεῖ ἀπό τόν Δαυΐδ πάλι περισώθηκε ἀπό τόν δίκαιο, ὁ ὁποῖος τόν φύλαξε καί δέν ἐπέτρεψε νά τόν ἀγγίξουν (τόν Σαούλ οἱ φίλοι τοῦ Δαυΐδ οἱ ὁποῖοι ἤθελαν νά τόν φονεύσουν). Οὔτε ὅμως ἀπό αὐτήν τήν εὐεργεσία κάμφθηκε( ὁ Σαούλ). Ἀλλά καί πάλι στρατολογοῦσε καί πάλι καταδίωκε. Ὅταν γιά δεύτερη φορά πιάστηκε ἀπό τόν ἴδιο (τόν Δαυΐδ) στό σπήλαιο (καί δέν φονεύτηκε), αὐτό τό γεγονός τοῦ μέν Δαυΐδ ἀπέδειξε πιό λαμπρή τήν ἀρετή, τοῦ Σαούλ δέ τήν πονηρία τήν ἔκανε ἀκόμη πιό φανερή..
Ἕνα πρᾶγμα βέβαια θά μποροῦσε κανείς νά ἐπαινέσει σ' αὐτό τό κακό τοῦ φθόνου τό ὅτι ὅσο σφοδρότερα κινηθεῖ (αὐτό τό πάθος) τόσο φοβερώτερο γίνεται γιά αὐτόν πού τό ἔχει. Ὅπως ἀκριβῶς συμβαίνει μέ ὅσα ἀπό τά βέλη τά ὁποῖα προχωροῦν μέ πολλή μεγάλη ταχύτητα, ὅταν προσπέσουν σέ κάτι ἰσχυρό καί ἀντίτυπο, ἐπανέρχονται σ’ αὐτόν πού τά ἔρριψε· ἔτσι καί τά κινήματα τοῦ φθόνου, ἐνῶ σέ τίποτα δέν λυποῦν τόν φθονούμενο, γίνονται πληγές αὐτοῦ τοῦ ἴδιου τοῦ βάσκανου (φθονεροῦ). Διότι ποιός ἀπό αὐτούς πού λυποῦνται (γιά τά καλά τοῦ πλησίον) ἐλάττωσε ποτέ αὐτά τά καλά τοῦ πλησίον; Ἐν τούτοις κατέστρεψε τόν ἑαυτό του λειώνοντας μέ τίς λύπες.Αὐτοί πού ἔχουν τήν ἀρρώστεια τοῦ φθόνου θεωροῦνται καί ἀπό τά δηλητηριώδη ἑρπετά ὀλεθριώτεροι»[5].
6) Βλάβη τοῦ φθονουμένου-Μάτιασμα
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀνεξομολόγητος μπορεῖ πράγματι νά βασκαθεῖ. (νά πέσει θύμα τοῦ φθόνου τοῦ φθονεροῦ ἀνθρώπου). Πολλοί βασκαίνουν. Πάρα πολλοί βασκαίνονται. Οἱ ἐξομολογούμενοι καί κοινωνοῦντες δέν βασκαίνονται. Ἡ βασκανία εἶναι δαιμονική ἐνέργεια-ἐπιρροή. Οἱ λαϊκοί δέν ἐπιτρέπεται νά ξεματιάζουν ἤ νά διαβάζουν τήν εὐχή τῆς βασκανίας.
Πῶς δρᾶ ὁ πονηρός μέσῳ τοῦ ἀνθρώπου πού βασκαίνει; Νά τί λέγει ὁ Μ. Βασίλειος: «Οἱ φθονεροί διά μέσου μόνο τῶν ὀφθαλμῶν τους, ὅπως μερικοί πιστεύουν, προξενοῦν τήν βλάβη. Ἔτσι λοιπάν συμβαίνει τά γεμάτα εὐεξία σώματα καί στήν ἀκμή τῆς ἡλικίας τους καί ἀφοῦ ἔχουν ἀνθίσει μέ τό παραπάνω καί ἔχουν φθάσει στήν ἄκρα ὡραιότητα, νά τήκονται ὅταν καταβασκαθοῦν ἀπό αὐτούς καί ὅλος ὁ ὄγκος τους νά ἀφανίζεται ξαφνικά καί γρήγορα, σάν κάποιο ὀλέθριο ρεῦμα νά ρέει ἀπό τούς φθονερούς ὀφθαλμούς τό ὁποῖο καταστρέφει καί διαφθείρει.
Ἐγώ δέ αὐτόν τόν λόγο τόν ἀποπέμπω, ὡς λόγια τοῦ λαοῦ, τά ὁποῖα παρεισῆλθαν στόν γυναικωνίτη ἀπό γραΐδια. Ἐκεῖνο δέ λέγω ὅτι οἱ μισόκαλοι δαίμονες, ὅταν βροῦν οἰκεῖες (παρόμοιες) μέ τίς δικές τους προαιρέσεις, μέ κάθε τρόπο χρησιμοποιοῦν αὐτές σύμφωνα μέ τό δικό τους θέλημα. Ἔτσι καί τούς ὀφθαλμούς τῶν φθονερῶν τούς χρησιμοποιοῦν εἰς ὑπηρεσίαν τοῦ δικοῦ τους θελήματος. Ἐσύ ὅμως πού φθονεῖς δέν φρίττεις μέ τό νά κάνεις τόν ἑαυτό σου ὑπηρέτη τοῦ ὀλέθριου δαίμονα; Πῶς ἐγκολπώνεσαι αὐτό τό κακό (τοῦ φθόνου), διά τοῦ ὁποίου θά γίνεις ἐχθρός μέν ἐκείνων πού δέν σέ ἀδίκησαν καθόλου, ἐχθρός δέ καί τοῦ ἀγαθοῦ καί χωρίς φθόνο Θεοῦ;»[6].
Πολλές φορές ἀκοῦμε τήν φράση: «Φτοῦ νά μήν βασκαθεῖς!» ἐνῶ ἀκολουθεῖ καί τό ἀνάλογο ... φτύσιμο. Δέν ἐπιτρέπεται νά τό λέμε. Διότι εἶναι τό φτύσιμο μία περιφρόνηση στήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι ὁ κάθε ἄνθρωπος. Ἐξ’ ἄλλου εἶναι μία τέχνη τοῦ πονηροῦ γιά νά μήν ἐνοχλεῖται καί ἐκδιώκεται ὁ δαίμων διά τῆς ἐξομολογήσεως, πού εἶναι ἡ μόνη σωστή ἀντιμετώπιση τῆς βασκανίας. Μετάνοια-ἐξομολόγηση, διόρθωση τῆς ζωῆς καί βίος σύμφωνος μέ τό Εὐαγγέλιο καί τήν Ἱερά Ὀρθόδοξη Παράδοση εἶναι ἡ σωστή ἀντιμετώπιση τοῦ φθόνου καί τῶν φθονούντων ἡμᾶς.
ΔΙΑΦΟΡΙΚΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ – Η ΚΑΛΗ ΖΗΛΕΙΑ
Πολλές φορές συμβαίνει νά νιώθουμε λύπη ὄχι γιά τό ὅτι ὁ πλησίον ἔχει ἀγαθά, ἀλλά γιά τό ὅτι δέν ἔχουμε κι’ ἐμεῖς ὅσα ἔχει κι’ ἐκεῖνος. Μᾶς πικραίνει δηλαδή ἡ εὐτυχία τοῦ πλησίον, καθώς τή συγκρίνουμε μέ τή δική μας δυστυχία, χωρίς ὅμως νά θέλουμε τό κακό του. Αὐτό λέγεται ζήλεια. Δέν εἶναι καθαυτό φθόνος, πλήν ὅμως κι’ αὐτή εἶναι μιά λιγότερο σοβαρή ἐκδήλωση τοῦ ἴδιου πάθους καί μιά πιό ἐλαφριά ἁμαρτία.
Ἡ ζήλεια γιά πνευματικά πράγματα δέν εἶναι ἁμαρτία. Ὅταν δηλαδή βλέπουμε τό συνάνθρωπό μας νά εἶναι ἐλεήμων, πρᾷος, ταπεινός, φιλεύσπλαχνος καί, γενικά, ἐνάρετος, εἶναι καλό νά ζηλέψουμε τίς ἀρετές του καί νά τόν μιμηθοῦμε. «Νά ἐπιθυμείτε μέ ζῆλο τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Α΄Κορ. 14:1). Καί ἀλλοῦ γράφει: «Σᾶς ζηλεύω μέ θεϊκή ζήλεια»(Β΄Κορ. 11:2). Μιά τέτοια ζήλεια εἶναι καί ἐπαινετή καί ὠφέλιμη.
Ὅταν, ὅμως, λυπᾶσαι καί πικραίνεσαι μέ τά ἐπίγεια καί πρόσκαιρα ἀγαθά πού κατέχουν καί ἀπολαμβάνουν ἄλλοι ἄνθρωποι, τούς ὁποίους φθονεῖς γι΄αὐτόν τόν λόγο, τότε ἁμαρτάνεις.
[1] Μ. Βασιλείου, Περί φθόνου, Work #027 31.372.23 to Work #027 31.385.36
[2] Ἁγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Περί φθόνου, Work #338 63.677.10t to Work #338 63.682.6
[3] Ἁγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Περί φθόνου, Work #338 63.677.10t to Work #338 63.682.6
[4] Μ. Βασιλείου, Περί φθόνου, Work #027 31.372.23 to Work #027 31.385.36
[5] Μ. Βασιλείου, Περί φθόνου, Work #027 31.372.23 to Work #027 31.385.36
[6] Μ. Βασιλείου, Περί φθόνου, Work #027 31.372.23 to Work #027 31.385.36
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου