Έλληνας γεννημένος το 602 στην Ταρσό της Κιλικίας, ο άγιος Θεόδωρος σπούδασε στην Αθήνα, όπου χάρις στην πολυμάθεια και στην σοφία του απέκτησε την φήμη του φιλοσόφου. Εκεί ασπάσθηκε και τον μοναχικό βίο. Σε ηλικία εξήντα ετών μετέβη στην Ρώμη και έξι χρόνια αργότερα, το 668, ενώ παρεπιδημούσε στην μονή «Ad Aquas Salvias», όπου ίσως ολοκλήρωνε τήν μοναχική του διάπλασι, ο πάπας Βιταλιανός τον εχειροτόνησε αρχιεπίσκοπο του χηρεύοντος θρόνου της Καντερβουρίας. Του ενεχείρισε την δικαιοδοσία της Βρετανικής Εκκλησίας, καθ’ ον χρόνον αυτή διερχόταν κρίσι από τις διαμάχες μεταξύ των υποστηρικτών της τοπικής κελτικής παραδόσεως και των ρωμαϊζόντων, που επεδίωκαν να επιβάλουν τα έθιμα της Ρώμης σχετικά με τον εορτασμό του Πάσχα (1).
Με βοηθό τον αββά Αδριανό τον Αφρικανό, ο Θεόδωρος ανεχώρησε τον ίδιο χρόνο για την Βρετανία. Ύστερα από ταξίδι ενός έτους, κατά το οποίο πληροφορήθηκε από τον επίσκοπο Παρισίων Αγιλβέρτο (Agilbert), πρώην επίσκοπο Ουέσσεξ (Wessex), τις συνθήκες της Βρετανικής Εκκλησίας, έφθασε στην Καντερβουρία. Αμέσως ανέλαβε τα καθήκοντα του και άρχισε τις ποιμαντικές περιοδείες στην επαρχία του. Εν συνεχεία, για να διευκολύνη το ποιμαντικό έργο, διήρεσε την χώρα σε ενορίες και επισκοπές, στις όποιες τοποθέτησε άξιους ποιμένας και ιερείς. Το 672 συνεκάλεσε την σύνοδο του Χάρτφορτ (Hertford), κατά την οποία επεβλήθη ο εορτασμός του Πάσχα σύμφωνα με την παράδοσι της Ρώμης, έθεσε τέλος στις διαφορές περί δικαιοδοσίας μεταξύ των επισκόπων και επανέφερε την τάξι και την εκκλησιαστική πειθαρχία στα μοναστήρια, στον κλήρο και στον λαό. Αργότερα, το 679, συνεκάλεσε την σύνοδο του Χάτφιλντ (Hatfield), όπου επεβλήθησαν οι δογματικές αποφάσεις της συνόδου του Λατερανού (649), που κατεδίκαζαν τον μονοθελητισμό (βλ. 21 Ιαν.).
ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΣΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΜΑΣ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΟ
Σελίδες
▼
Κυριακή 19 Σεπτεμβρίου 2010
Άγιος Νικόλαος ο Παντοπώλης
ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΤΟΥ ΠΑΝΤΟΠΩΛΟΥ
Εξαπάτησις
Ο Νικόλαος, ο ένδοξος νεομάρτυρας του Χριστού, γεννήθηκε στο Καρπενήσι της Ευρυτανίας από γονείς ευσεβείς και φιλόθεους. Οι γονείς του τον ανάθρεψαν πολύ καλά και χριστιανικά και τον έστειλαν στο σχολείο, όπου και έμαθε τα ιερά γράμματα. Όταν έγινε δέκα πέντε ετών τον πήρε ο πατέρας του στην Κωνσταντινούπολη, όπου ήταν παντοπώλης και τον είχε στο εργαστήρι του σ’ ένα μέρος που λεγόταν Ταχτά Καλέ.
Απέναντι απ’ το εργαστήρι του είχε το κουρείο του ένας Αγαρηνός φίλος του πατέρα του και που ήξερε καλά τα τουρκικά γράμματα. Σ’ αυτόν λοιπόν έστειλε τον Νικόλαο ο πατέρας του για να μάθει και τουρκικά γράμματα. Αυτό φυσικά ήταν πολύ επικίνδυνο και μπορούσε να έχει άσχημες συνέπειες για τον νέο και να τον χωρίσει σιγά - σιγά απ' την πίστη του Χριστού.
Στον Νικόλαο όμως έγινε εντελώς το αντίθετο. Καθώς, λοιπόν, διδασκόταν τα τουρκικά γράμματα και όπως ήταν πολύ έξυπνος, τα μάθαινε τόσο γρήγορα κι εύκολα, ώστε τον θαύμαζε ο δάσκαλός του και τον φθονούσε για τη γρήγορη πρόοδό του. Έτσι, έβαλε στο μυαλό του και πήρε την απόφαση αν βρει τρόπο να τουρκέψει τον νέο, να τον κάνει δηλαδή Μωαμεθανό. Μηχανεύτηκε, λοιπόν, το εξής κακούργημα.
Προφητείες του Άγιου Σεραφείμ της Βίριτσα
«…θα έλθει καιρός που όχι οι διωγμοί αλλά τα χρήματα και τα αγαθά αυτού του κόσμου θα απομακρύνουν τους ανθρώπους από τον Θεό. Και θα χαθούν ψυχές πολύ περισσότερες από ότι τον καιρό των διωγμών. Από την μία θα χρυσώνουν τους τρούλους και θα βάζουν επάνω τους τούς σταυρούς και από την άλλη παντού θα βασιλεύει κακία και ψεύδος. Η αληθινή Εκκλησία πάντα θα διώκεται. Αυτοί που θέλουν να σωθούν, θα σώζονται με τις ασθένειες και τις θλίψεις. Ο τρόπος που θα γίνονται οι διωγμοί θα είναι πολύ πονηρός και θα είναι πολύ δύσκολο κανείς να προβλέψει τους διωγμούς. Φοβερός θα είναι αυτός ο καιρός, λυπάμαι αυτούς που θα ζούνε τότε»
«…θα έλθει εποχή που η διαφθορά και η ακολασία μεταξύ των νέων θα φτάσει σε έσχατο σημείο. Παρθένοι νέοι σχεδόν δεν θα υπάρχουν.
Θα βλέπουν την ατιμωρησία τους και θα νομίζουν ότι όλα τους είναι επιτρεπτά για να ικανοποιούν τις επιθυμίες τους…
«…θα έλθει εποχή που η διαφθορά και η ακολασία μεταξύ των νέων θα φτάσει σε έσχατο σημείο. Παρθένοι νέοι σχεδόν δεν θα υπάρχουν.
Θα βλέπουν την ατιμωρησία τους και θα νομίζουν ότι όλα τους είναι επιτρεπτά για να ικανοποιούν τις επιθυμίες τους…
Ό Ταξιάρχης του Μανταμάδου (Συγκλονιστικά θαύματα).
ΓΥΡΩ στο 10ο με 11ο αιώνα, όταν το Βυζαντινό κράτος μεσουρανούσε, οι Σαρακηνοί πειρατές βρίσκονταν κι αυτοί στις δόξες τους. Λυμαίνονταν τα νησιά του Αιγαίου, λήστευαν, έκαιγαν κι αιχμαλώτιζαν ανθρώπους, πού τους προόριζαν για τα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής.
Ή Λέσβος, πλούσια κι ελκυστική, είχε γίνει διαλεχτή λεία των κουρσάρων. Στην τοποθεσία Λεσβάδος, κοντά στο Μανταμάδο, υπήρχε μια αρχαία πολιτεία, ο Στένακας, και όχι πολύ μακριά της ένα μοναστήρι των Ταξιαρχών, πού ή ίδρυση του χάνεται στα βάθη των αιώνων.
Το ιστορικό του το μαθαίνουμε από τη ζωντανή τοπική παράδοση, πού έφτασε ως τις μέρες μας.
Ήταν οχυρωμένο σαν κάστρο με τείχη και πύργο, κι από νωρίς είχε προκαλέσει το ενδιαφέρον των πειρατών, πού το ‘χαν βάλει πείσμα να το πατήσουν.
Έτσι κάποια άνοιξη, ο αρχιπειρατής Σιρχάν, ένας άγριος και μελαψός γίγαντας, ζωσμένος το μπαλτά και τη σπάθα, κάλεσε το τσούρμο του και τους είπε:
- Αυτή τη φορά, το δίχως άλλο, θα μπούμε στο μοναστήρι. Εγώ θέλω μόνο το χρυσό ποτήρι, πού λειτουργάνε οι καλόγεροι, για να πίνω το κρασί μου. Όλα τ’ αλλά δικά σας.
Ό ίδιος δεν θα ‘παιρνε μέρος στην επιχείρηση. Δεν καταδεχόταν τέτοιες μικροδουλειές.
Έβαλαν πλώρη για τη Λέσβο. Πλησίασαν το μοναστήρι μεσάνυχτα και κρύφτηκαν στα δέντρα.
Στο μεταξύ οι καλόγεροι, ανέμελοι από την ησυχία του χειμώνα, δεν φύλαγαν το μοναστήρι όπως έπρεπε. Κάποια στιγμή χτύπησε το σήμαντρο, πού καλούσε τους μοναχούς στην ορθρινή ακολουθία. Τα βήματα τους ακούστηκαν ρυθμικά στον ξύλινο εξώστη, καθώς κατέβαιναν στην εκκλησία. Σε λίγο όλα ησύχασαν.