Σελίδες

Σάββατο 5 Φεβρουαρίου 2011

Ἡ Θεία καί ἡ ἀνθρώπινη δικαιοσύνη

Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου. Λόγοι Γ΄ . Κεφάλαιο 3ον. 1) «Ή θεία και ή ανθρώπινη δικαιοσύνη» 2) «Ή δικαιοκρισία του Θεού»

Λόγοι Γ΄
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
"ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ"
 

ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Ή δικαιολογία διώχνει τήν Χάρη του Θεού

«Ή θεία και ή ανθρώπινη δικαιοσύνη»
- Γέροντα, τί είναι Θεία δικαιοσύνη;
- Θεία δικαιοσύνη είναι νά κάνης αυτό πού αναπαύει τον άλλον. Αν έχης λ.χ. νά μοιρασθής κάτι με κάποιον άλλον, νά του δώσης όχι το μισό από αυτό πού έχεις, αλλά όσο θέλει εκείνος. Νά του πης: «Πόσα θέλεις; δυόμισι; τρία; πάρ' τα».
Νά δίνης τά καλά και νά κρατάς τά σάπια. Νά δίνης τά περισσότερα και νά κρατάς τά λιγωτερα. Νά, πες πώς μας φέρνει τώρα μιά αδελφή δέκα δαμάσκηνα. Αν εγώ από λαιμαργία φάω τά οκτώ καί σου αφήσω τά δύο, θά σε αδικήσω.
Αν πώ: «αφού είμαστε δύο, θά φάω τά πέντε καί θά σου αφήσω τά άλλα πέντε», τότε έχω τήν ανθρώπινη δικαιοσύνη. Αν όμως δω ότι σου αρέσουν τά δαμάσκηνα και φάω μόνον ένα καί σου πώ: «κάνε αγάπη νά φας εσύ τά υπόλοιπα, γιατί εμένα δεν μου πολυαρέσουν, άλλα μέ πειράζουν καί στά έντερα», τότε έχω τήν θεία δικαιοσύνη.
- Δηλαδή ανθρώπινη δικαιοσύνη ποια είναι;
- Ανθρώπινη δικαιοσύνη είναι, αν πρέπη λ.χ. νά μοιρασθής κάτι μέ κάποιον άλλον, νά δίνης το μισό καί νά κρατάς το άλλο μισό.
- Γέροντα, τί θέση έχει ή ανθρώπινη δικαιοσύνη στην πνευματική ζωή;
- Ή ανθρώπινη δικαιοσύνη δεν είναι γιά τους πνευματικούς ανθρώπους· είναι φρένο γιά τους κοσμικούς ανθρώπους. Ό πνευματικός άνθρωπος είναι ανόητος, άν αποβλέπη σ' αυτήν, γιατί μπροστά στην θεία δικαιοσύνη ή ανθρώπινη είναι μηδέν.

Αλλά και ό κοσμικός άνθρωπος, άν πετύχη κάτι σ' αυτήν την ζωή εφαρμόζοντας τήν ανθρώπινη δικαιοσύνη, δεν θά έχη τήν πραγματική χαρά και ανάπαυση.

Ας υποθέσουμε ότι δύο αδέλφια έχουν ένα κτήμα δέκα στρέμματα. Ανθρώπινη δικαιοσύνη είναι νά πάρη ό καθένας από πέντε στρέμματα. Θεία δικαιοσύνη είναι νά πάρη ό καθένας αυτό πού έχει ανάγκη.
Αν δηλαδή ό ένας αδελφός έχη επτά παιδιά και ό άλλος δύο ή ή δουλειά του ενός είναι κατώτερη από τήν δουλειά του άλλου, πρέπει νά πάρη περισσότερο εκείνος πού έχει μεγαλύτερη ανάγκη. Σ' αυτήν τήν περίπτωση είναι αδικία νά πάρη ό δεύτερος όσα καί ό πρώτος.
Ό κοσμικός άνθρωπος όμως δεν λαμβάνει ύπ' όψιν του ότι ό αδελφός του δυσκολεύεται νά τά βγάλη πέρα. Δεν καταλαβαίνει ότι ή μοιρασιά πού πάει νά κάνη είναι άδικη, γιατί δεν σκέφτεται πνευματικά.
Τού λές: «πρέπει νά βοηθήσης τήν οικογένεια σου νά δεχθή νά δώσης περισσότερα στον αδελφό σου πού έχει ανάγκη» καί σου λέει: «Γιατί; δεν τον αδικώ»!
Εάν ήταν πνευματικός άνθρωπος, ακόμα καί άν ή γυναίκα του καί τά παιδιά του αντιδρούσαν, έπρεπε νά τους πείση νά δεχθούν ό,τι του δώση ό αδελφός του.
Αν ό αδελφός του έλεγε: «εσύ θά πάρης ένα στρέμμα», νά έπαιρνε τό ένα, χωρίς νά πή τίποτε, γιά νά νιώθη άνετα ό αδελφός του πού πήρε τά υπόλοιπα. Πάντως τό Ευαγγέλιο κάνει τήν καλύτερη μοιρασιά.
Μού κάνει εντύπωση ή αρχοντιά του Αβραάμ. Όταν μάλωναν οι τσομπάνηδες του Λώτ καί του Αβραάμ γιά τά βοσκοτόπια, πήγε ό Αβραάμ στον Λώτ καί του είπε: «Δέν κάνει να μαλώνουμε· είμαστε συγγενείς. Πού σέ αναπαύει εσένα νά πας; Θέλεις να πάς από 'δώ η θέλεις να πάς από 'κει;».
Ό Λώτ κινήθηκε καί λίγο ανθρώπινα και διάλεξε τά Σόδομα καί τα Γόμορρα, γιατί είχαν πρασινάδα καί βοσκοτόπια[1], καί τί έπαθε μετά!
Ό Αβραάμ κινήθηκε μέ την θεία δικαιοσύνη, θέλησε νά ανάπαυση τον Λώτ, καί χάρηκε κιόλας πού ό Λώτ πήγε στον καλύτερο τόπο.

«Ή δικαιοκρισία του Θεού»


- Γέροντα, τί είναι ή δικαιοκρισία του Θεού;
- Ή δικαιοκρισία τού Θεού είναι ή μακροθυμία, ή οποία έχει μέσα καί τήν ταπείνωση καί τήν αγάπη. Ό Θεός είναι πολύ δίκαιος, αλλά καί πολυεύσπλαχνος, καί ή ευσπλαχνία Του νικάει τήν δικαιοσύνη Του. Θά σού πω ένα παράδειγμα, γιά νά καταλάβης.
Αν κάποιος άνθρωπος δέν είχε τήν ευκαιρία νά άκούση ποτέ γιά τόν Θεό, αυτός δέν θά κριθή σύμφωνα μέ τήν κατάσταση στην οποία βρίσκεται, άλλα σύμφωνα μέ τήν κατάσταση στην οποία θά βρισκόταν, αν είχε γνωρίσει τόν Θεό.
Γιατί αλλιώς δέν θά ήταν δίκαιος ό Θεός. Ή θεία δικαιοσύνη έχει δικούς της μαθηματικούς όρους· το ένα κι ένα άλλοτε κάνουν δύο καί άλλοτε δύο εκατομμύρια.
- Γέροντα, πώς εφαρμόζεται ή θεία δικαιοσύνη σέ κάποιον πού σφάλλει;
- Ή ανθρώπινη δικαιοσύνη λέει: Έσφαλες; Πρέπει νά τιμωρηθής. Ή θεία δικαιοσύνη λέει: Αναγνωρίζεις το λάθος σου καί μετανοείς; Συγχωρείσαι. Βλέπεις, ακόμη καί από τόν ανθρώπινο νόμο δικάζεται μέ επιείκεια κάποιος πού κάνει ένα έγκλημα, όταν μετανοή ειλικρινά καί πάη μόνος του καί τό ομολογή, ενώ δέν υπάρχει καμμία υποψία γιά το πρόσωπο του.
Καί αν από τους ανθρώπους δικάζεται με επιείκεια, πόσο μάλλον από τον δικαιοκρίτη καί πολυεύσπλαχνο Θεό!
Είμαστε στα χέρια του Θεού. Ό Θεός μάς παρακολουθεί μέ ακρίβεια καί γνωρίζει την καρδιά του καθενός. Δεν θά μάς αδικήση. Αφού υπάρχει θεία δικαιοσύνη καί θεία ανταπόδοση, καί ο Θεός μάς αγαπάει - τό κυριώτερο απ' όλα , ό,τι καλό κάνει κανείς δέν χάνεται. Γι' αυτό είναι χαμένος, τελείως λειψός, όποιος ζητάει νά δικαιωθή από τους ανθρώπους.
Έχω παρατηρήσει ότι, όταν ό άνθρωπος αδικηθή καί εφαρμόση την θεία δικαιοσύνη, ό Θεός τον δικαιώνει ακόμη καί σ' αυτήν τήν ζωή. Θυμάμαι, στον στρατό, μετά τόν πόλεμο, είχε έρθει ό στρατηγός νά δώση παράσημα. Εγώ εκείνη τήν ήμερα έλειπα.
Όταν φώναξε τό όνομα μου, βγήκε ένας πού ήταν από τήν Θεσσαλία καί πήρε εκείνος τό παράσημο. Οι άλλοι στρατιώτες δέν μίλησαν, γιατί τότε είχε φυλάκιση, αν έλεγες ψέματα. Όταν έφυγε ό στρατηγός, εκείνος κρύφτηκε, γιατί οι άλλοι θά τόν σκότωναν στό ξύλο.
Όταν επέστρεψα, φοβόταν καί άπό μένα. Ήρθε από εδώ-από εκεί, οπότε μου είπε: «Νά μέ συγχώρεσης, έκανα αυτό κι αυτό». «Καλά έκανες καί τό πήρες, του είπα· τί νά τό έκανα εγώ;». Τό φορούσε ύστερα στίς παρελάσεις.
Μετά από σαράντα χρόνια έρχεται εδώ στό Μοναστήρι ό στρατάρχης της Πρώτης Στρατιάς από τήν Θεσσαλία καί μου φέρνει ένα παράσημο του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Όταν τό είδα, μου ήρθε νά γελάσω. Μετά από σαράντα χρόνια!
Μου έκανε εντύπωση: από τήν Θεσσαλία ήταν εκείνος ό στρατιώτης, από τήν Θεσσαλία ήρθε καί ό στρατάρχης! Βλέπετε πώς γίνεται! Ενώ, όταν ζητάμε νά δικαιωθούμε, χάνουμε τελικά καί αυτά εδώ, άλλα καί εκείνα πού μάς ετοιμάζει ό Χριστός γιά τήν άλλη ζωή, αν αδικηθούμε. Γιά χαμένα πράγματα δηλαδή χάνουμε τά σπουδαιότερα, τά αιώνια. Γιατί αυτά εδώ έτσι κι αλλιώς χαμένα είναι, τί νά τά κάνουμε;


1. Βλ. Γεν. 13, 1-13.

Απόσπασμα από τις σελίδες 99-102 του βιβλίου:
            ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
                              ΛΟΓΟΙ Γ΄      
                ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ
                  ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
       «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»

                ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ   
http://anavaseis.blogspot.com/2011/02/3-1-2.html?utm_source=BP_recent

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου