Κατά την βιβλιοπατερική παράδοση ο διάβολος δεν είναι προσωποποίηση των παθών, αλλά πρόσωπο που δημιουργήθηκε από τον Θεό ως άγγελος και όταν έχασε την κοινωνία μαζί του έγινε σκοτεινό πνεύμα, διάβολος. Ο διάβολος, ως πρόσωπο, έχει αυτεξούσιο, δηλ. ελευθερία, την οποία δεν παραβιάζει ούτε καταργεί ο Θεός.
Το μυστήριο της ανομίας ενεργείται στην ιστορία, ο διάβολος εξακολουθεί να γεννά το κακό και να κάνει το καταστροφικό του έργο από την στιγμή που εμφανίσθηκε η Εκκλησία. Η βιβλική και πατερική παράδοση, έξω από κάθε θεωρητική και ηθική θεώρηση του καλού και τουκακού, μιλά για τον πονηρό αντίπαλο του Θεού και τον εχθρό του ανθρώπου. Είναι ο διάβολος, στον οποίο υπάρχει μόνον η άρνηση και ο οποίος καταστρέφει και νεκρώνει τα πάντα, γιατί είναι πνεύμα νεκρότητας κατ' αποβολήν της όντως ζωής.
Συνεπώς, ο διάβολος είναι μια συγκεκριμένη οντότητα, μια συγκεκριμένη ύπαρξη. Εισέρχεται με την ύβρη, την οίηση και την πλάνη στην ιστορία, ως θεοκτόνος και ανθρωποκτόνος, σαν η απάτη και το ψέμα του μηδενός, σαν το παράσιτο που παρωδεί και περιπαίζει την δημιουργία και τον άνθρωπο. Η αμαρτία, τα πάθη, ο θάνατος, είναι το κακό που εκείνος γεννά με την διαστροφή και το μίσος του και πάνω στο οποίο ασκεί την εξουσία και κυριαρχία του. Το κακό δεν είναι άθροισμα ανθρωπίνων πράξεων, αλλά μία ενεργός πρόκληση που έχει την ρίζα της στην δαιμονική αρχή, σε μιάν αρχή δηλαδή έξω από τον άνθρωπο και την φύση του και που η ανθρώπινη ελευθερία μπορεί να δέχεται ή να αρνείται.