Σελίδες

Κυριακή 12 Φεβρουαρίου 2012

Ὁ ρόλος τῆς Ἐκκλησίας-Ὀρθοδοξίας-Α΄(mp3)

Π. Σάββας 2008-05-25_Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ-ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ_1



Ὁμιλία τοῦ π. Σάββα στίς 25-05-08 (Σύναξη Γονέων).
Γιά νά κατεβάσετε καί νά ἀποθηκεύσετε τήν ὁμιλία πατῆστε ἐδῶ (δεξί κλίκ, 'Ἀποθήκευση προορισμοῦ ὡς, ἄν ἔχετε Interntet Explorer ἤ Ἀποθήκευση δεσμοῦ ὡς, ἄν ἔχετε Mozilla. Στή συνέχεια δῶστε τό ὄνομα πού θέλετε καί πατῆστε ΟΚ γιά νά ἀποθηκευθεῖ ἡ ὁμιλία).

Κενοδοξία καί φθόνος


Του αββά Μάρκου

Από εκείνους που αδικούν φανερά είναι πιο μοχθηρός αυτός που κάνει το κακό κρυφά. Γι αυτό και τιμωρείται βαρύτερα.

Εκείνον που είναι δολοπλόκος και κάνει το κακό κρυφά, η Γραφή τον παρομοιάζει με φίδι, το οποίο ενεδρεύει στο δρόμο και δαγκώνει το άλογο στη φτέρνα.

Εκείνος που την ίδια στιγμή σε άλλα επαινεί και σε άλλα κατηγορεί τον συνάνθρωπο, κυριαρχείται από την κενοδοξία και τον φθόνο. Με τους επαίνους προσπαθεί να κρύψει τον φθόνο του, ενώ με τις κατηγορίες παρουσιάζει τον εαυτο του καλύτερο από αυτόν.

Ἡ σιωπὴ τοῦ Γέροντα.Γέρων Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης

Η σιωπή του Γέροντα 
Ὁ π. Πορφύριος, ἂν καὶ λυπόταν, δὲ θύμωνε ὅταν ἔβλεπε νὰ τὸν ἐπισκέπτονται ψυχὲς νωθρές, ὀκνηρές, ἐγωκεντρικές, ἀνέτοιμες. Ἦταν ἀπεριόριστα ἀνεκτικὸς καὶ συγκαταβατικὸς στὶς ἁμαρτίες μας. Καὶ αὐτὸ τὸ ἔκανε, ὄχι γιὰ νὰ τὶς δικαιολογήσει, ἀλλὰ γιὰ νὰ κεντρίσει τὸ φιλότιμό μας νὰ τὶς πολεμήσουμε.
Γιὰ νὰ μᾶς βοηθήσει στὸν πόλεμο αὐτό, προσέφευγε στὴ χρήση τῶν χαρισμάτων του, ποὺ γέμιζαν τὴν ψυχὴ τῶν ἐπισκεπτῶν μὲ ἔκπληξη καὶ δέος. Μερικὲς φορὲς ἱκανοποιοῦσε, μὲ τρόπο θαυματουργικό, αἰτήματα τῶν προσκυνητῶν, ἀλλὰ ποτὲ χωρὶς βαθύτερη πνευματικὴ ἀναφορά. Δὲν ἀπέβλεπε νὰ γίνει προσωρινὰ ἀρεστός, ἀλλὰ μονίμως χρήσιμος. Καὶ ὄντως, θὰ ἀδικοῦσε τοὺς προσκυνητές, ἂν περιοριζόταν στὸ νὰ τοὺς λύσει τὰ πρόσκαιρα προβλήματά τους, κρατώντας γι’ αὐτοὺς κλειστὴ τὴν πόρτα τοῦ παραδείσου, ὅπου δὲν ὑπάρχουν πλέον προβλήματα.

Μὲ τὸ παλιὸ ἢ μὲ τὸ νέο ἡμερολόγιο;

Νὰ ἀκολουθεῖς τὸ ἡμερολόγιο τοῦ τόπου

Ἕνας μοναχὸς ζήτησε ἀπὸ τὸν Παππούλη νὰ τοῦ πεῖ ποιὸ ἡμερολόγιο νὰ ἀκολουθήσει, τὸ παλαιὸ ἢ τὸ νέο, καὶ ὁ Γέροντας τοῦ εἶπε:
“Ἄκουσε νὰ δεῖς. Ἂν πρόκειται νὰ ζήσεις στὸν κόσμο, νὰ ἀκολουθεῖς τὸ ἡμερολόγιο ποὺ ἔχει ἡ Ἐκκλησία, γιὰ νὰ μὴ φέρνεις ἀναστάτωση στὸν κόσμο, ἐκτὸς καὶ ἐπιθυμεῖς νὰ ζήσεις στὸ Ἅγιον Ὄρος”.
Ὅταν τὸν ρωτοῦσε κανεὶς ποιὸ εἶναι τὸ σωστὸ ἡμερολόγιο, τὸ παλαιὸ ἢ τὸ νέο, συνήθιζε νὰ ἀπαντάει ὅτι αὐτὸ εἶναι ἐπιστημονικὸ θέμα, νὰ πᾶτε στοὺς ἐπιστήμονες νὰ σᾶς ποῦν. Κι ἔλεγε ὅτι ὁ ἴδιος ποτὲ δὲν θὰ ἔφευγε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ὁτιδήποτε κι ἂν συνέβαινε, καὶ συμβούλευε μερικοὺς κληρικούς, ποὺ εἴχανε διαφορὲς μὲ τὴν ἐπίσημη Ἐκκλησία, νὰ κάνουν τὸ πᾶν νὰ γεφυρώσουν τὴν διαφορὰ καὶ νὰ ἐπιστρέψουν στὴν Ἐκκλησία.

«Τὸν δρόμον τετέλεκα, τὴν πίστιν τετήρηκα, λοιπὸν ἀπόκειταί μοι ὁ τῆς δικαιοσύνης στέφανος, ὅν ἀποδώσει μοι ὁ Κύριος ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ, ὁ δίκαιος κριτὴς».

Γέροντας Δαμασκηνὸς Κατρακούλης
Ἰδού, ἔρχομαι ταχύ. Ἀμήν. ναὶ ἔρχου, Κύριε Ἰησοῦ. (Ἀποκ. κβ’ 12, 20)1

Ὁ θεῖος λόγος τοῦ Εὐαγγελίου, ὁ ὁποῖος ἐξέρχεται ἀπὸ τὸν ἄμβωνα τῆς Ἐκκλησίας, περιέχει ποικίλα σπέρματα ἀληθείας καὶ θεογνωσίας. Ἡ μελέτη τοῦ θείου λόγου νὰ εἶναι ἡ τρυφὴ καὶ ἡ τροφὴ τῆς ζωῆς μας.

Ἐγώ, παιδιά, κάθε βράδυ διαβάζω Εὐαγγέλιο γιὰ νὰ εἰσχωρήση μέσα μου ὁ Κύριος. Μὲ τὸ Εὐαγγέλιο γίνεται ἡ ἀλληλοπεριχώρησις τοῦ ἡμαγμένου Ἀμνοῦ καὶ τῆς ψυχῆς μας. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι κληθήκαμε ν’ ἁγιάσωμε. Νὰ γίνωμε εὐωδία Χριστοῦ. Σκοπὸς μας εἶναι νὰ ἀνταποκριθοῦμε στὴν κλῆσι τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ γίνωμε φῶς. Μὲ τὴν τήρησι τοῦ Εὐαγγελίου νὰ γίνωμε λόγος τοῦ Θεοῦ.

Μέσα στὴν Ἐκκλησία, λοιπόν, ἁρπάζει ὁ ἕνας τὸν θεῖο λόγο καὶ πηγαίνει εἰς τὰς ἐρήμους, γιὰ νὰ πραγματώση τὸ Εὐαγγέλιον. Ὁ ἄλλος τὸ ἁρπάζει καὶ πηγαίνει στὴν Ἀφρική, στὴν Ἀσία κ.λπ. νὰ φωτίση τοὺς ἀνθρώπους ὡς ἱεραπόστολος. Ὁ ἄλλος παίρνει τὸν θεῖο σπόρο καὶ τὸν καλλιεργεῖ μέσα στὴν κοινωνία ὡς ἐπίσκοπος, ὡς ἱερεύς, ὡς οἰκογενειάρχης καὶ κάνει ἔργο του τὴν σπορὰ τοῦ θείου λόγου. Ἐμεῖς πήραμε τὸ Εὐαγγέλιον ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα ὁ καθένας καὶ ἤλθαμε στὸ μοναστήρι, γιὰ νὰ δοξάσωμε τὸν Θεὸ μὲ τὴν τήρησι τῶν ἐντολῶν Του.

Ἐμπειρίες τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ


Ο άνθρωπος για να αγωνίζεται κατά του κακού εαυτού του, του εγωισμού αλλά και κατά των θελημάτων του κόσμου και του πονηρού, έχει ανάγκη να γεύεται την Χάρι του Θεού, να γλυκαίνεται από την γλυκύτητα του Αγίου Πνεύματος. Η εν Χριστώ εμπειρία είναι αυτή που στηρίζει τον Χριστιανό στον αγώνα του να αρέση στον Θεό.
Είναι όμως δυνατόν η αδυναμία μας και ο διάβολος να μας παρασύρουν έτσι ώστε νόθες κι όχι κατά Θεόν εμπειρίες να μας οδηγήσουν σε σφαλερούς δρόμους, σε θολά νερά αν δεν προσέξουμε.
Η συμμετοχή μας στην ζωή της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, της μόνης αληθινής πίστεως στον Θεάνθρωπο Χριστό, η από καρδίας παραδοχή και ενστερισμός της Αγίας Παραδόσεώς της και της καθημερινής της πρακτικής, είναι ασφάλεια για όσους ποθούμε να ιδούμε το πρόσωπο του Νυμφίου της, να έχουμε ελπίδα αιωνίου ζωής, να γευώμαστε και από τον νυν αιώνα την αληθινή εμπειρία του Θεού.

12 Φεβρουαρίου Συναξαριστής. ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ, Μελετίου Ἀρχιεπισκόπου, Μαρίας Ὁσίας, Εὐγενίου Ὁσίου, τῶν Ἁγίων Μαρτύρων Πρίμας, Ἀμπλία, Δατίβου, Πλωτίνου, Σατορνίνου, Φαβίου, Φήλικος καὶ τῶν σὺν αὐτῶ, Ἰουλιανοῦ καὶ Μοδεστοὺ Μαρτύρων, Σισινίου Ἐπισκόπου Θεοῦ, Ἀντωνίου Ἀρχιεπισκόπου, Ἐγκαίνια Ναοῦ Ὑπεραγίας Θεοτόκου εἰς Πούσγην, Προχόρου Ὁσίου, Ἰωάννου Σιναΐτου, Ἀλεξίου Θαυματουργοῦ, Βασιανοῦ τοῦ Οὔγκλιχ, Χρήστου τοῦ Κηπουροῦ, Μελετίου Ἐπισκόπου, Ἀλεξίου Ἐπισκόπου, Μητροφάνους Ἱερομάρτυρος, Σύναξη Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Ἰβηριτίσσης.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ 

Λουκ. ιε’ 11-32
Εἶπε δέ· ἄνθρωπός τις εἶχε δύο υἱούς. Καὶ εἶπεν ὁ νεώτερος αὐτῶν τῷ πατρί· πάτερ, δός μοι τὸ ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας. καὶ διεῖλεν αὐτοῖς τὸν βίον. Καὶ μετ᾿ οὐ πολλὰς ἡμέρας συναγαγὼν ἅπαντα ὁ νεώτερος υἱὸς ἀπεδήμησεν εἰς χώραν μακράν, καὶ ἐκεῖ διεσκόρπισε τὴν οὐσίαν αὐτοῦ ζῶν ἀσώτως.
Δαπανήσαντος δὲ αὐτοῦ πάντα ἐγένετο λιμὸς ἰσχυρὸς κατὰ τὴν χώραν ἐκείνην, καὶ αὐτὸς ἤρξατο ὑστερεῖσθαι. Καὶ πορευθεὶς ἐκολλήθη ἑνὶ τῶν πολιτῶν τῆς χώρας ἐκείνης, καὶ ἔπεμψεν αὐτὸν εἰς τοὺς ἀγροὺς αὐτοῦ βόσκειν χοίρους. Καὶ ἐπεθύμει γεμίσαι τὴν κοιλίαν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν κερατίων ὧν ἤσθιον οἱ χοῖροι, καὶ οὐδεὶς ἐδίδου αὐτῷ.
Εἰς ἑαυτὸν δὲ ἐλθὼν εἶπε· πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου περισσεύουσιν ἄρτων, ἐγὼ δὲ λιμῷ ἀπόλλυμαι!  ἀναστὰς πορεύσομαι πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ ἐρῶ αὐτῷ· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου. Οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου· ποίησόν με ὡς ἕνα τῶν μισθίων σου. Καὶ ἀναστὰς ἦλθε πρὸς τὸν πατέρα αὐτοῦ. ἔτι δὲ αὐτοῦ μακρὰν ἀπέχοντος εἶδεν αὐτὸν ὁ πατὴρ αὐτοῦ καὶ ἐσπλαγχνίσθη, καὶ δραμὼν ἐπέπεσεν ἐπὶ τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ κατεφίλησεν αὐτόν.
Εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ υἱός· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου, καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου.