Πρωτ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ
ΘΕΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΚΑΘΟΛΙΚΟΤΗΤΑ
Ή ΠΑΝΘΡΗΣΚΕΙΑΚΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΤΗΤΑ
Κριτικὲς τοποθετήσεις στό βιβλίο
«Παγκοσμιότητα καί Ορθοδοξία»
Ἀρχιεπ. Αλβανίας κ. Αναστασίου
ΕΠIΛΕΓΟΜΕΝΑ-ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Ἀνάγκη ἐπιτακτική της νηπτικῆς ἐργασίας.
Φρονοῦμε
ὅτι οὐδεὶς καὶ δὶ’ οὐδένα λόγο δικαιοῦται νὰ κηρύττει «ἄλλο Εὐαγγέλιο»
ἀπὸ αὐτὸ ποὺ ἐκήρυξαν οἱ θεοκήρυκες Ἀπόστολοι. Συγκεκριμένα:
α) Δὲν
δικαιοῦται κανεὶς νὰ ἐξισώνει τὸ μοναδικὸ ἐν τὴ Ὀρθοδόξω Ἐκκλησία
τελεσιουργούμενο μυστήριο τῆς Σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὶς αἱρετικὲς
«ἐκκλησίες» τῆς Δύσεως, τὶς παρασυναγωγὲς τῆς πλάνης. Πολὺ περισσότερο
δὲν μπορεῖ νὰ θέτει σὲ ἴση μοίρα τὴν Ἐκκλησία μὲ τὶς «θρησκεῖες» ἢ
«θρησκεύματα» ἢ «θρησκευτικὰ μορφώματα», μὲ τὰ ἀνθρώπινα δηλ. καὶ
δαιμονικὰ κατασκευάσματα ἀπόπειρας προσεγγίσεως τοῦ Θεοῦ.
β) Ὁμοίως
οὐδεὶς δικαιοῦται νὰ ἐξισώνει καὶ νὰ παραλληλίζει τὴν ἐμπειρία τῶν
Ἁγίων ἐν τὴ Ἐκκλησία μὲ τὶς ἐμπειρίες τῶν πιστῶν ἄλλων θρησκειῶν,
ἐμπειρίες πλάνης ἢ καὶ ἀποδεδειγμένως δαιμονικὲς καὶ νὰ τὶς ὀνομάζει
«πνευματικὲς» ἢ «προφητικές», δημιουργώντας σύγχυση στὰ κριτήρια τῶν
ὀρθοδόξων πιστῶν.
γ) Οὐδεὶς
δικαιοῦται νὰ θεολογεῖ περὶ Ἐκκλησίας, Ἁγίας Τριάδος, Ἁγίου Πνεύματος
κ.λ.π. ἀπομακρυνόμενος ἀπὸ τὴ θεοσοφὴ διδασκαλία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ
Πατέρων αὐτοσχεδιάζοντας ἢ ἐπικαλούμενος αἱρετικοὺς συγγραφεῖς ἢ
ἐπενδύοντας στὸ συναίσθημα τῶν ἀναγνωστῶν του.
δ) Οὐδεὶς
δικαιοῦται νὰ ἀποπειραθεῖ νὰ θέσει τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ στὴν
ὑπηρεσία οὐδενός. Πολὺ περισσότερο νὰ προσπαθήσει νὰ τὴ θέσει στὴν
ὑπηρεσία τῶν «δυνάμεων ἐνοποιήσεως τῆς ἀνθρωπότητος», τῆς ἀντιχριστῆς
παγκοσμιοποιήσεως, ἡ ὁποία σήμερα συνθλίβει τὰ πρόσωπα καὶ τὰ ἔθνη.
Καμμιὰ
ἐνοποίηση, καμμιὰ κοινωνία ἀγάπης καμμιὰ παγκόσμια κοινότητα, καμμιὰ
οἰκουμενικότητα δὲν εἶναι ἐφικτὴ ἔξω ἀπὸ τὰ ὅρια τῆς Μίας, Ἁγίας,
Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, στὴν ὁποία καλοῦνται ὅλοι, γιὰ νὰ
γίνουν μέλη της, μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ σύμφωνα μὲ τὴν ἐπιθυμία
καὶ τὴν προσευχὴ τοῦ Κυρίου μᾶς «ἴνα πάντες ἐν ὦσι».
Ἐδῶ
θὰ πρέπει νὰ προσθέσουμε ὅτι τὶς συνεννοήσεις μεταξὺ τῶν ἐθνῶν ὥστε νὰ
ἐξασφαλίζεται μία εἰρηνικὴ συμβίωση μὲ τοὺς ἄλλους, τὴν ἀναλαμβάνουν ὡς
δικό τους διακόνημα οἱ κοσμικὲς ἀρχὲς καὶ ἐξουσίες. Ἡ τυχὸν συμπαράσταση
κληρικῶν σ’ αὐτὲς τὶς ἐξουσίες σὲ δύσκολες στιγμὲς κρίσεων ποτὲ δὲν
πρέπει νὰ καταλήγει σὲ διαθρησκειακὲς συναντήσεις ποὺ διαπιστωμένα
καταλήγουν σὲ κοινὲς θεωρητικὲς-θρησκευτικὲς τοποθετήσεις π.χ. περὶ τοῦ
ἰδίου Θεοῦ ὅλων τῶν θρησκειῶν, περὶ δυνατότητος καθάρσεως τῆς καρδίας
ἀπὸ κάθε θρησκεία κ.λ.π. Μποροῦν οἱ ὀρθόδοξοι ποιμένες ἐξ ἀγάπης νὰ
βοηθήσουν «πρεσβευτικὰ» σὲ δύσκολες στιγμὲς γιὰ νὰ ἐπιτευχθεῖ εἰρήνη,
διακριτικά, δίνοντας καὶ τὴ χριστιανική τους μαρτυρία.
Ἐπειδὴ
σήμερα πολλοὶ καὶ ὁμιλοῦν καὶ γράφουν περὶ μίας «Νέας Ἐποχῆς», περὶ
νέων συνθηκῶν καὶ προκλήσεων στὶς ὁποῖες θὰ πρέπει νὰ ἀνταποκριθεῖ ἡ
Ὀρθοδοξία, καὶ μ’ αὐτὴ τὴ «χρηστολογία», δηλ. τὰ ὡραία λόγια ἐξαπατοῦν
τὶς καρδιὲς τῶν ἀκάκων πιστῶν (Ρωμ. 16,18) διδάσκοντάς τους «ἐντάλματα
ἀνθρώπων», φρονοῦμε ὅτι ὡς Χριστιανοὶ ὀρθόδοξοι δὲν πρέπει νὰ λησμονοῦμε
τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ. Δὲν πρέπει νὰ καταλάβει τὴν καρδιὰ μᾶς ἄλλη
ἀγάπη ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ἄλλη ἐλπίδα ἀπὸ τὴν ἐλπίδα τοῦ Χριστοῦ
καὶ ἄλλη πίστη ἀπὸ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ.
Γιὰ νὰ
ἐπιτευχθοῦν αὐτὰ χρειάζεται διαρκὴς πνευματικὴ ἐργασία. Εἶναι ἡ «λεπτὴ
ἐργασία» ποὺ πρέπει νὰ κάνουμε στὸν ἑαυτό μας, κατὰ τὸν Γέροντα Παΐσιο. Ὁ
Κύριός μας μᾶς προτρέπει: «ἐργάζεσθε ...τὴν βρῶσιν τὴν μένουσαν εἰς
ζωὴν αἰώνιον» (Ἰωάν. 6,27). Σκοπὸς αὐτῆς τῆς ἐργασίας εἶναι νὰ
καταρτισθοῦμε, νὰ οἰκοδομηθοῦμε στὴν Ἐκκλησία, νὰ φθάσουμε στὴν ἑνότητα
τῆς πίστεως, «εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ
Χριστοῦ» (Ἐφεσ. 4, 13). Κατὰ τὴν ἐργασία αὐτὴ πλουτιζόμεθα στὴ γνώση καὶ
τὴν πίστη τοῦ Θεοῦ. Αὐτὴ ἡ ἐργασία δὲν εἶναι αὐτόνομη καὶ αὐτοσχέδια.
Βασίζεται στὴ δογματική, κανονική, ἀσκητικὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας καὶ
στὴ λατρεία της. Αὐτὴ ἡ διδασκαλία εἶναι παραδεδομένη σὲ μᾶς τοὺς
πιστοὺς ἀπὸ τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους, Προφῆτες, Εὐαγγελιστές, ποιμένες καὶ
διδασκάλους ποὺ ἔδωσε, ποὺ χάρισε ὁ Χριστὸς στὴν Ἐκκλησία Του. Γράφει ὁ
Ἀπόστολος: «καὶ αὐτὸς (ὁ Χριστὸς) ἔδωκε τοὺς μὲν ἀποστόλους, τοὺς δὲ
προφήτας, τοὺς δὲ εὐαγγελιστᾶς, τοὺς δὲ ποιμένας καὶ διδασκάλους πρὸς
καταρτισμὸν τῶν ἁγίων εἰς ἔργον διακονίας, εἰς οἰκοδομὴν τοῦ σώματος τοῦ
Χριστοῦ» (Ἐφεσ. 4,11-12).
Καὶ ὅταν
ἐργάζεται πνευματικὰ κάθε χριστιανὸς μὲ βάση αὐτὴ τὴ διδασκαλία τῶν
Ἅγιων προκόπτοντας στὴν πίστη καὶ γνώση τοῦ Θεοῦ, εὔκολα ἀντιλαμβάνεται
διδασκαλίες, λόγους καὶ ἰδέες ποὺ δὲν ταυτίζονται μὲ τὴν ἁγιωτάτη
ὀρθόδοξη Παράδοση. Δὲν «κλυδωνίζεται» καὶ δὲν «περιφέρεται» «παντὶ ἀνέμω
τῆς διδασκαλίας» (δὲν πηγαίνει «ὅπου φυσάει ὁ ἄνεμος») δὲν γίνεται θύμα
τῆς «κυβείας»123 τῶν πονηρῶν ἀνθρώπων (Ἐφεσ. 4,14). Ἀλλὰ
ἀληθεύοντας ἐν ἀγάπη, μὲ τὴν ἀρωγὴ τοῦ πνευματικοῦ του πατρός, αὐξάνει
τὸν ἀγώνα του καὶ προσφέρει στὸν Χριστὸ τὰ πάντα, ἐνούμενος περισσότερο
μὲ Αὐτόν, τὴν κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας (Ἐφεσ. 4,15).
Λαμβανομένης
ὑπ’ ὄψιν αὐτῆς τῆς διδασκαλίας, καμμιὰ αὐθεντία δὲν μπορεῖ νὰ ἐπιβληθεῖ
στὴν συνείδηση τῶν ὀρθοδόξων εἴτε ἱερατικὴ εἴτε ἀρχιερατικὴ εἴτε
συνοδική, ἂν δὲν συμφωνεῖ κατὰ πάντα μὲ τὴν ὀρθόδοξη παράδοση, δηλ. τῶν
Ἁγίων Ἀποστόλων, Πατέρων καὶ Διδασκάλων. Καὶ καμμιὰ «ὑπακοὴ» δὲν
ὀφείλεται σὲ ἀντιευαγγελικές, ἀντικανονικές, ἀντιπατερικὲς καὶ γενικῶς
ἀντορθόδοξες διδασκαλίες. Ἡ αὐθεντία στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν ἔχει
σχέση μὲ τὴν αὐθεντία τοῦ γκουροὺ-Θεοῦ, ὁ ὁποῖος θεωρεῖται ἀπὸ τοὺς
ὀπαδοὺς τοῦ πηγὴ ἀλήθειας ὅ,τι κι ἂν κάνει, ὅ,τι κι ἂν πεῖ.
Ἡ
αὐθεντία στὴν Ὀρθοδοξία ἔχει ἄμεση σχέση μὲ τὸν Αὐθέντη Χριστό, ὁ
ὁποῖος μὲ τὸ αἷμα Τοῦ ἀπέκτησε τὴν Ἐκκλησία Του καὶ παρέδωσε στοὺς
ποιμένες καὶ διδασκάλους τὴ διδαχή Του πρὸς σωτηρία μας. Οὐδεὶς δύναται
νὰ διεκδικεῖ ἀλάθητο, λόγω τίτλου ἢ θέσεως. Οὐδεὶς εἶναι ποιμὴν «ἀφ’
ἑαυτοῦ». Σὲ ὅσους λοιπὸν ποιμένες φέρουν τὴν αὐθεντικὴ διδαχὴ τοῦ
Χριστοῦ, σ’ αὐτοὺς ὀφείλουν οἱ ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ ὑπακοή, γιατί αὐτοὶ
οἱ ποιμένες εἶναι οἱ ὑπὸ τοῦ Χριστοῦ τεταγμένοι πρὸς καταρτισμὸν τῶν
ἁγίων, δήλ. τῶν πιστῶν. Αὐτοὶ ὁδηγοῦν τοὺς χριστιανοὺς στὴν ἐν Χριστῷ
τελειότητα καὶ τοὺς προφυλάσσουν ἀπὸ τὴν ἐπιβουλὴ τῆς πλάνης.
Στοὺς
ἄλλους, τοὺς ψευδοποιμένες, ποὺ δὲν φέρουν αὐτὴ τὴν ὀρθόδοξη διδαχή, ποὺ
ὅταν δοῦν τὸν λύκο ἐρχόμενο ἀφήνουν τὰ πρόβατα καὶ φεύγουν (Ἰωάν. 10,
12), ποὺ οἱ ἴδιοι μετατρέπονται σὲ ἄγριους λύκους καὶ κατατρώγουν τὸ
ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ (Πράξ. 20,29) ποὺ στρεβλώνουν τὴν Ἁγία Γ ραφὴ ὄντες
ἀμαθεῖς καὶ ἀστήρικτοι (Β Πέτρου 3, 16), ποὺ ἐνῶ ἔχουν τεθεῖ ὡς
ἐπίσκοποι- σκοποὶ ὑπὸ τοῦ Θεοῦ γιὰ νὰ φυλάσσουν τοὺς πιστοὺς καὶ νὰ τοὺς
προειδοποιοῦν γιὰ κάθε κίνδυνο, ἀδιαφοροῦν (Ἰεζ. 33, 7-8) ποὺ μολύνουν,
διαφθείρουν καὶ ρημάζουν τὸν ἀγαπημένο ἀμπελώνα τοῦ Χριστοῦ μὲ τὶς
πλανεμένες διδασκαλίες τοὺς (Ἱερεμ. 12, 10), σ’ αὐτοὺς ὄχι μόνο ὑπακοὴ
δὲν ὀφείλουμε, ἀλλὰ οὔτε τὴν πόρτα μας δὲν πρέπει νὰ τοὺς ἀνοίγουμε οὔτε
καὶ νὰ τοὺς χαιρετοῦμε (Β’ Ἰωάν. 10- 11).
123
«Κυβευταὶ λέγονται ἐκεῖνοι ὁπού παίζουν τὰ ἀζάρια. Τοιοῦτοι δὲ εἶναι
καὶ οἱ ψευδοδιδάσκαλοι, διότι μεταθέτουν εἰς τὴν πλάνην τοὺς καθὼς
θέλουν τοὺς ἁπλοὺς καὶ ἀκάκους ἀδελφοὺς ὡσὰν τὰ ἀζάρια» (Ἁγίου Νικοδήμου
Ἁγιορείτου, Ἑρμηνεία εἰς τὰς ΙΔ Ἐπιστολᾶς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, τόμος
δεύτερος, Ἐκδόσεις «Ὀρθόδοξος Κυψέλη», σ. 436).
Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον www.egolpion.com
23 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου