Η εἰκόνα τοῦ Νυμφίου τῆς Ἐκκλησίας μας, δηλαδή τοῦ Κυρίου μας μέ τό στεφάνι, εἶναι ἡ πιό προσφιλής καί συμπαθής εἰκόνα γιά κάθε χριστιανό καί μάλιστα τόν πονεμένο.
Ὁ πονεμένος ἄνθρωπος ἀναπαύεται
κοντά στόν πονεμένο. Ὁ πληγωμένος εὑρίσκει παρηγοριά σ’ ἐκεῖνον
πού ἔχει τίς περισσότερες πληγές, γιατί εἶναι σέ θέση νά τόν
καταλάβει. Ὁ ἀδικημένος στηρίζεται στήν ἀπελπισία του, ὅταν ἀτενίζει
μέ τά σωματικά του μάτια καί ἄλλον διασυρμένο καί καταδικασμένο καί
μάλιστα ἀδίκως.
Ἀκριβῶς
τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τόν κάθε ἐμπερίστατο ἄνθρωπο. Τό
λυπημένο, τό ταπεινωμένο, τό ματωμένο πρόσωπο τοῦ Κυρίου μας προσελκύει
κάθε ἄνθρωπο πού ἔχει προβλήματα ἤ ἀντιμετωπίζει δοκιμασίες.
Εἶναι ἀδικημένος
καί κατατρεγμένος ἀπό τήν κακότητα τῶν ἀνθρώπων; Ἠρεμεῖ, ὅταν
βλέπει μέ τά μάτια τοῦ σώματός του τήν εἰκόνα τοῦ Κυρίου μας ἤ τόν ἀγκαλιάζει
μέ τή θερμή του πίστη,ὅταν σκέπτεται ὅτι αὐτός μέν ὡς ἄνθρωπος
μπορεῖ νά εἶχε φταίξει, πρίν καταδικαστεῖ, ἐνῶ ὁ Κύριός μας
καταδικάσθηκε χωρίς νά πράξει κάποιο, ἔστω μικρό, σφάλμα. Τήν ἀθωότητά
του τήν παραδέχεται ἀκόμη καί ὁ Πιλάτος καί μάλιστα τρεῖς
φορές ὁμολογεῖ ἐνώπιον τοῦ ὄχλου: «Οὗτος οὐδέν ἄτοπον ἔπραξεν».