Σελίδες

Πέμπτη 30 Ιουνίου 2016

«Ἀγάπη» . Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης

Ἀκοῦστε τήν ὁμιλία ἐδῶ:Ἀγάπη

«Κύριε καί Δέσποτα τῆς ζωῆς μου, πνεῦμα ἀργίας, περιεργίας, φιλαρχίας, καί ἀργολογίας μή μοι δῷς», λέμε τώρα τή μεγάλη Τεσσαρακοστή πολλές φορές. Εἶναι μιά προσευχή τοῦ ἁγίου Ἐφραίμ τοῦ Σύρου, ἡ ὁποία ἔχει πάρα πολλά, ὑψηλά καί ὡραῖα νοήματα.
Λέμε «Κύριε καί Δέσποτα», Ἐσύ πού εἶσαι ὁ Δεσπότης, ὁ Κύριος, ὁ Κυρίαρχος, ὁ Κυβερνήτης τῆς ζωῆς μου, σέ παρακαλῶ νά πάρεις ἀπό ἐμένα τό κακό πνεῦμα,τό πνεῦμα τῆς ἀργίας, τῆς τεμπελιᾶς, τῆς ἔλλειψης ἐργασίας, τῆς ἔλλειψης τῆς πράξης, τῆς ἔλλειψης τῶν ἔργων γιά τόν Θεό. Κυρίως ἡ ἀργία εἶναι αὐτή: Τό νά μήν κάνει δηλαδή ὁ ἄνθρωπος τίς πράξεις πού πρέπει γιά νά σωθεῖ. Βεβαίως καί νά ἐργάζεται γιά νά ἔχει ὁ ἴδιος νά ζεῖ καί νά μήν ἐπιβαρύνει τούς ἄλλους, ἀλλά καί γιά νά κάνει ἐλεημοσύνη.
«Πνεῦμα περιεργίας» ἐπίσης. Νά φύγει καί αὐτό ἀπό ἐμᾶς, γιατί ἀπ’ τήν περιέργεια προέρχονται πάρα πολλές ἁμαρτίες καί ἡ κατάκριση καί οἱ σκανδαλισμοί καί φτάνει ὁ ἄνθρωπος καί σέ βαριά ἁμαρτήματα σαρκικά.
«Φιλαρχίας». Νά φύγει καί τό πνεῦμα τῆς φιλαρχίας, ἡ ἀγάπη πού ἔχουμε δηλαδή στήν ἐξουσία, στή δύναμη, στό νά εἴμαστε ἐμεῖς οἱ κυρίαρχοι στό σπίτι, στήν οἰκογένεια κ.λ.π. Νά ἐπιβαλλόμαστε στούς ἄλλους, νά ἐπιβάλλουμε τή γνώμη μας στούς ἄλλους. Νά φύγει κι αὐτό τό πνεῦμα.
«Πνεῦμα ἀργίας, περιεργίας, φιλαρχίας, καί ἀργολογίας». Τό πνεῦμα τῆς ἀργολογίας, νά λέμε ἀργούς λόγους, δηλαδή λόγια τά ὁποῖα δέν εἶναι γιά τήν σωτηρία μας, δέν εἶναι λόγια πνευματικά, εἶναι ἀνέκδοτα, εἶναι λόγια ὑπονοούμενα πολλές φορές, πονηρά, σαρκικά, αἰσχρά, πράγματα πού δέν θέλει ὁ Θεός, βλάσφημα, ψέματα, ὅλα αὐτά εἶναι ἀργολογία καί εἶναι καί ἁμαρτήματα τῆς γλώσσας.

«Πνεῦμα λοιπόν ἀργίας, περιεργίας, φιλαρχίας, καί ἀργολογίας μή μοι δῷς», μή μοῦ δώσεις τέτοιο πνεῦμα, μήν ἐπιτρέψεις νά ἔχω τέτοιο πνεῦμα μέσα μου. Αὐτό βέβαια τό πνεῦμα εἶναι καί δικό μας, εἶναι καί τοῦ πονηροῦ. Ἐγκολπωνόμαστε πολλές φορές δηλαδή τόν πονηρό καί τόν κάνουμε δικό μας καί ἀναρωτιόμαστε γιατί ὑποφέρουμε. Ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος, ἅμα κάνεις ὑπακοή στό μαῦρο ἀφεντικό καί ἡ ζωή σου θά γίνει μαύρη μετά. Ὁ μαῦρος εἶναι τό ‘ταγκαλάκι’ καί μετά καί ἡ ζωή μας γίνεται μαύρη. Ἄν ὅμως διώξουμε τό πνεῦμα αὐτό τό κακό, τό πονηρό, μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, τότε καί ἡ ζωή μας γίνεται φωτεινή μέ τόν Θεό, πού εἶναι ἡ πηγή τῆς ἀληθινῆς χαρᾶς.
Λέει λοιπόν ἡ εὐχή αὐτή τοῦ ἅγίου Ἐφραίμ, πρῶτον, πάρε Θεέ μου αὐτά τά κακά, γιατί ἀπ’ αὐτά τά κακά τήν ἀργία, τήν ἀμέλεια, τή ραθυμία, τήν τεμπελιά, τήν περιέργεια, τήν ἀργολογία βγαίνουνε ὅλες οἱ ὑπόλοιπες ἁμαρτίες. Ἄν ψάξουμε λίγο θά δοῦμε, ὅτι κάθε ἁμαρτία ξεκινάει ἀπό τήν ἀμέλεια. Ἀμελοῦμε τήν προσευχή μας, ἀμελοῦμε τόν ἐκκλησιασμό μας, ἀμελοῦμε τήν ἐξομολόγηση, ἀμελοῦμε τή μετάνοια, ἀμελοῦμε τόν κανόνα μας, ἀμελοῦμε τήν πνευματική μελέτη καί μετά ἀρχίζουν ὅλες οἱ ἁμαρτίες.
Γιατί ὅπως ἔλεγε ὁ ἅγιος Πορφύριος -τοῦ ὁποίου θά δοῦμε σήμερα ἕνα ὡραῖο κείμενό του- ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου εἶναι σάν ἕνα δωμάτιο κι αὐτό τό δωμάτιο πρέπει πάντα μέ κάτι νά γεμίζει. Ἄν λοιπόν, λέει, τό γεμίσουμε μέ τό καλό πνεῦμα, μέ τήν ἀγάπη, μέ τήν ταπείνωση, μέ τήν ὑπομονή, μέ τήν πραότητα, δέν χωράει νά μπεῖ τό κακό, τό πονηρό πνεῦμα, ὁ διάβολος. Ἄν ὅμως ἀδειάσουμε ἀπό τό καλό, ἔρχεται ἀμέσως τό κακό.
- Ἡ ἀμέλεια τί κάνει;
Μᾶς ἀδειάζει ἀπό τό καλό καί γεμίζει ὁ ἄνθρωπος μέ τό κακό. Γι’ αὐτό χρειάζεται νά ἀγωνιζόμαστε, νά προσπαθοῦμε συνεχῶς νά γεμίζουμε τόν ἑαυτό μας, τό δωμάτιο τῆς ψυχῆς μας μέ τό καλό, μέ καλές σκέψεις καί καλές ἐπιθυμίες. Ὁπότε εἶναι ἀπαραίτητο νά προσευχόμαστε, νά μελετᾶμε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, νά μελετᾶμε τούς βίους τῶν ἁγίων, ὥστε τό δωμάτιο τῆς ψυχῆς μας νά εἶναι γεμάτο πάντα μέ τό καλό, νά μή χωράει τό κακό. Ὅταν ἀμελοῦμε, τότε μπαίνει τό κακό.
Νά φύγει λοιπόν παρακαλᾶμε, μέ τήν εὐχή τοῦ ἁγίου Ἐφραίμ, τό κακό. Νά φύγει τό κακό πνεῦμα, ἀλλά δέν εἶναι ἀρκετό μόνο αὐτό. Θυμᾶστε ὅταν μιλήσαμε γιά τή μετάνοια, εἴπαμε ὅτι μετάνοια εἶναι δύο πράγματα. Πρῶτο, νά φύγουμε ἀπ΄ τό κακό, ἀλλά δεύτερο νά κάνουμε καί τό καλό. «Ἔκκλινον ἀπό κακοῦ καί ποίησον ἀγαθόν» (Ψαλμ. 33,15), ὅπως λέει ὁ Δαβίδ, ξέκλινε, φύγε ἀπό τό κακό καί κάνε τό καλό.
- Ποιό εἶναι τώρα τό καλό;
Λέει στή συνέχεια ἡ εὐχή τοῦ ἅγίου Ἐφραίμ «Πνεῦμα δέ σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, ὑπομονῆς καί ἀγάπης». Βλέπετε, νά τώρα στή θέση ἐκείνων τῶν κακῶν πού εἶπε: τήν ἀμέλεια, τήν ἀργία, τήν περιέργεια, τή φιλαρχία, τήν ἀργολογία, λέει τώρα νά βάλεις τά καλά.
Τήν σωφροσύνη. Τί θά πεῖ σωφροσύνη; Νά ἔχεις καθαρότητα στήν ψυχή σου, στήν καρδιά σου. Εἶσαι ἄγαμος; Νά εἶσαι ἁγνός, νά εἶσαι παρθένος, νά εἶσαι καθαρός στή σκέψη καί στό σῶμα. Εἶσαι ἔγγαμος; Νά ἔχεις πάλι ἁγνότητα, καθαρότητα, σωφροσύνη, νά μήν προδίδεις τόν σύζυγο, τή σύζυγο, νά εἶναι «ἀμίαντος ἡ κοίτη» (Ἑβρ. 13,4), ὅπως λέμε στό μυστήριο τοῦ Γάμου. Νά μή μολυνθεῖ ἡ κοίτη. Νά μήν μοιχεύει ὁ ἄνθρωπος. Ὄχι μόνο σωματικά, ἀλλά οὔτε καί πνευματικά, οὔτε μέ σκέψεις, οὔτε καί μέ βλέμματα.
Πνεῦμα σωφροσύνης, πνεῦμα, μετά, ταπεινοφροσύνης. Πολύ μεγάλη ἀρετή ἡ ταπεινοφροσύνη. Πνεῦμα ὑπομονῆς καί πνεῦμα ἀγάπης, πού εἶναι τό κορυφαῖο. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ κορυφαία ἀρετή. Ἀλλά καί ἡ ἀγάπη μαζί μέ τήν ταπείνωση, ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος, εἶναι ἡ συχνότητα στήν ὁποία ἐργάζεται ὁ Θεός. Ἄν θέλουμε νά πιάσουμε ἐπικοινωνία, ἐπαφή μέ τόν Θεό, θά πρέπει νά ἔχουμε κι ἐμεῖς αὐτή τή συχνότητα μέσα μας.
Σήμερα λοιπόν σκέφτηκα νά ποῦμε γιά τήν ἀγάπη, μέ βάση βέβαια αὐτά πού λέει ὁ ἅγιος Πορφύριος, γιατί ὑπάρχει καί στήν εὐχή τοῦ ἅγίου Ἐφραίμ καί συνδέεται μ’ αὐτό πού λέει στό τέλος. Δηλαδή, «Σέ παρακαλῶ Κύριε δῶσ’ μου πνεῦμα σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, ὑπομονῆς καί ἀγάπης, δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τά ἐμά πταίσματα, καί μή κατακρίνειν τόν ἀδελφόν μου». Εἶναι ἀπόδειξη μεγίστης ἀγάπης τό νά μήν κατακρίνουμε. Νά μήν μειώνουμε δηλαδή τόν ἄλλον μέσα μας, νά μήν τόν κρίνουμε μέ αὐστηρότητα καί νά μήν τόν καταδικάζουμε.
Ποτέ δέν ἔχουμε ἐμεῖς δικαίωμα νά καταδικάσουμε κανέναν ἄνθρωπο. Ἄλλο τήν πράξη, πού πάντα, ἄν εἶναι καλή τήν ἐπαινοῦμε ἤ ἄν εἶναι κακή τήν καταδικάζουμε, ἀλλά ποτέ δέν καταδικάζουμε καί δέν κατακρίνουμε τό πρόσωπο. Γι’ αὐτό καί ὁ ἅγιος λοιπόν, μετά ἀπό τό πνεῦμα τῆς ἀγάπης πού ζητᾶμε, λέει προσέξτε μήν κατακρίνετε γιατί ἡ κατάκριση διώχνει τήν ἀγάπη. Ἕνας πού κατακρίνει, φυσικά δέν ἀγαπάει. Εἶναι τό ἀντίθετο τῆς ἀγάπης.
Λέει λοιπόν ὁ ἅγιος Πορφύριος, γι’ αὐτό τό θέμα: «Ἡ ἀγάπη πρός τόν ἀδελφό καλλιεργεῖ τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό». Τώρα πού εἶναι μεγάλη Σαρακοστή, εἶναι μιά καλή εὐκαιρία νά βάλουμε αὐτό τό καλό θεμέλιο στή ζωή μας, πού λέγεται ἀγάπη καί νά ξέρετε ὅτι ἡ ἀγάπη πάει μαζί μέ τήν ταπείνωση. Οὐσιαστικά εἶναι σχεδόν ἡ ἴδια ἀρετή. Ἄν κανείς ἔχει ταπείνωση θά βάζει καί τόν ἀδελφό του μπροστά ἀπ’ αὐτόν, πάνω ἀπ’ αὐτόν. Νά ἡ ἀγάπη! Νά ἡ τιμή! Καί φυσικά ποτέ δέν θά τόν κατακρίνει.
Ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ πρώτη ἐντολή. Ὁ Κύριος, ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη ἀκόμα, μᾶς διέταξε νά ἀγαπᾶμε. Ποιόν; Πρῶτα τόν ἴδιο τόν Θεό. Νά σᾶς πῶ καί ἕνα περιστατικό: κάποιος Δεσπότης εἶχε πάει σ’ ἕνα σχολεῖο καί ρωτοῦσε τά παιδάκια –Ποιά εἶναι ἡ πιό μεγάλη, ἡ πιό σπουδαία ἐντολή πού μᾶς ἔδωσε ὁ Χριστός μας; Καί τί λέγανε τά παιδάκια; –Ἡ πιό μεγάλη καί σπουδαία ἐντολή εἶναι νά ἀγαπᾶμε ὁ ἕνας τόν ἄλλον. Τούς λέει, λάθος κάνετε, ἡ πιό μεγάλη καί σπουδαία ἐντολή δέν εἶναι ν’ ἀγαπᾶμε ὁ ἕνας τόν ἄλλον, εἶναι ν’ ἀγαπᾶμε τόν Θεό. Ἄν ἀγαπᾶμε τόν Θεό, μετά θά ἀγαπᾶμε σωστά καί ὁ ἕνας τόν ἄλλον.
Σήμερα οἱ ἄνθρωποι ἐπειδή δέν ἀγαπᾶνε τόν Θεό, δέν ἀγαπᾶνε καί ὁ ἕνας τόν ἄλλον ἀληθινά καί σωστά. Γι’ αὐτό βλέπετε δυό ἄνθρωποι πού κάνουν γάμο, μετά ἀπό λίγο χωρίζουνε καί μπορεῖ νά λένε ὅτι ἐμεῖς ἀγαπιόμαστε τρελά. Ποῦ πάει αὐτή ἡ ἀγάπη μετά ἀπό λίγο καιρό, μετά ἀπό λίγες μέρες ἐνδεχομένως ἤ λίγους μῆνες; Μπορεῖ νά γίνει καί ἕνα ἀπύθμενο μίσος. Ἄραγε ἦταν σωστή αὐτή ἡ ἀγάπη πού εἶχαν; Δέν ἦταν σωστή, γιατί ἡ ἀγάπη ἡ σωστή, ὅπως λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος «οὐδέποτε ἐκπίπτει» (Α΄Κορ. 13,8). Ποτέ δέν ξεπέφτει, ποτέ δέν σταματάει, ποτέ δέν παύει. Ἄρα δέν ἦταν σωστή ἀγάπη. Ἦταν μιά ἀγάπη ἀνθρώπινη, ἐμπαθής, ἀτελής. Γιατί συμβαίνει τώρα αὐτό; Γιατί δέν ἀγαπᾶμε σωστά τόν Θεό. Ἄν ἀγαπήσει κανείς σωστά τόν Θεό, μετά ἀγαπάει σωστά καί τόν πλησίον.
- Γιά νά τό ποῦμε καί ἀπό τήν ἀρχή, ποιά εἶναι ἡ σωστή ἀγάπη, ἡ τέλεια ἀγάπη πού θέλει ὁ Θεός νά ἔχουμε μεταξύ μας;
Εἶναι αὐτή ἡ ἀγάπη, πού τή λέμε, ἀνιδιοτελή. Τί θά πεῖ ἀνιδιοτελής; Ἀγάπη ἡ ὁποία δέν ἐπιδιώκει τό ἴδιον τέλος, τό ἴδιον ὄφελος. Εἶναι μιά ἀγάπη πού δέν ἐπιδιώκει ἀνταπόδοση. Ἀκόμα καί ὁ γάμος τί εἶναι ἐν πολλοῖς, νά μήν ποῦμε σχεδόν πάντα; Εἶναι κάτι σάν ἐμπορική πράξη. Τί θά πάρεις ἀπό τή νύφη, τί προίκα θά πάρεις, τί περιουσία θά δώσεις καί πολλές φορές τά μαλώματα καί τά χωρίσματα γίνονται γι’ αὐτό τό πράγμα. Ἐνῶ, ἄν ὑπῆρχε ἀνιδιοτελής ἀγάπη, τί θά ἔλεγε ὁ καθένας; Δέν μέ ἐνδιαφέρει τί θά μοῦ δώσεις. Ἐγώ σέ ἀγαπῶ καί δέν θέλω τίποτα. Τό ἴδιο θά ἔλεγε καί τό ἄλλο μέλος καί ἔτσι στεριώνει ἡ οἰκογένεια καί δέν καταλύεται ποτέ.
Ἀλλά αὐτό, εἴπαμε, ξεκινάει ἀπό τήν ἀγάπη στόν Θεό. Ἅμα, αὐτοί οἱ δυό πού πρόκειται νά κάνουν οἰκογένεια, δέν ἔχουν ἀγαπήσει τόν Θεό σωστά, οὔτε καί μεταξύ τους θά ἀγαπηθοῦν ποτέ σωστά καί κινδυνεύει ἀνά πᾶσα στιγμή ἡ οἰκογένεια νά διαλυθεῖ. Βλέπουμε στίς μέρες μας πῶς ὅλοι ἤ σχεδόν ὅλοι ἤ πάρα πολλοί, τέλος πάντων, φτάνουν στό διαζύγιο.
Λέει λοιπόν ὁ ἅγιος Πορφύριος: «Ἕνα εἶναι τό ζητούμενο στή ζωή μας, ἡ ἀγάπη, ἡ λατρεία στόν Χριστό καί ἡ ἀγάπη στούς συνανθρώπους μας». Γιατί οὐσιαστικά αὐτή ἡ ἐντολή τῆς ἀγάπης εἶναι μία. Φαίνεται πώς εἶναι δύο, μία ἐντολή πρός τόν Θεό, νά ἀγαπᾶμε τόν Θεό καί μία πρός τόν πλησίον, ἀλλά οὐσιαστικά εἶναι ὅπως ὁ Σταυρός, πού ἔχει δύο κέρατα. Ἔχει τό κάθετο πού δείχνει πρός τά πάνω πρός τόν Θεό καί τό ὁριζόντιο πρός τόν πλησίον.
Ἔτσι καί ἡ ἀγάπη οὐσιαστικά εἶναι ἕνας Σταυρός καί ὁ ἄνθρωπος πού ἀγαπάει σωστά εἶναι ἕνας σταυρωμένος ἄνθρωπος. Ἀγαπάει καθέτως τόν Θεό καί ὁριζοντίως ὅλους τούς ἀνθρώπους καί ἡ ζωή του εἶναι σταυρική, γι’ αὐτό εἶναι καί ἀναστάσιμη. Ἀπό τόν Σταυρό πᾶμε στήν Ἀνάσταση. Ἄν δέν ἔχουμε Σταυρό, δέν μποροῦμε νά πᾶμε στήν Ἀνάσταση.
Οἱ ἄνθρωποι σήμερα θέλουν νά πᾶνε κατευθείαν στήν Ἀνάσταση, ἀλλά δέν γίνεται, ἄν δέν σταυρωθοῦμε. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἕνας σταυρός. Ἡ ἀγάπη εἶναι θυσία, ἡ ἀληθινή ἀγάπη. Γιατί, ὅταν δέν ζητᾶς τό συμφέρον σου, μπορεῖ καί ὁ ἄλλος νά σέ ἐκμεταλλευτεῖ, νά σέ ἀδικήσει, ἀλλά αὐτό γιά τό ὁποῖο ἀδικήθηκες, θά τό πάρεις πολλαπλάσιο ἀπό τόν Θεό,.
Τό σπουδαιότερο λοιπόν πράγμα πού ἔχει νά κάνει ὁ ἄνθρωπος εἶναι αὐτό: νά ἀγαπήσει πρῶτα τόν Θεό καί μετά τούς συνανθρώπους του.
«Νά εἴμαστε ὅλοι ἕνα μέ κεφαλή τόν Χριστό». Αὐτό πραγματοποεῖται μόνο μέσα στήν Ἐκκλησία. Δέν μποροῦμε νά γίνουμε ἕνα μόνοι μας ἤ νά συμφωνήσουμε, ἄς ποῦμε στήν οἰκογένεια, κατά κάποιο τρόπο μεταξύ μας. Ποιά εἶναι ἡ ἐπιτυχία στήν οἰκογένεια; Πότε εἶναι ἐπιτυχημένη μιά οἰκογένεια; Ὅταν ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναίκα γίνουν ἕνα. Ἁπλῶς ἕνα σῶμα; Ὄχι. Νά γίνουν μιά ψυχή; Οὔτε αὐτό. Ἀλλά νά γίνουν ἕνα πνεῦμα. Δηλαδή ὅ,τι θέλει ὁ ἕνας, νά θέλει καί ὁ ἄλλος. Νά ταυτιστοῦνε τά θελήματά τους. Ἀλλά αὐτό δέν μπορεῖ νά συμβεῖ ἄν δέν ζοῦνε μέσα στήν Ἐκκλησία σωστά, ἐκεῖ δηλαδή ὅπου ὑπάρχει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Ὅταν λοιπόν ζοῦνε σωστά στήν Ἐκκλησία καί ὁ ἕνας καί ὁ ἄλλος θά θέλουνε αὐτό πού θέλει ὁ Χριστός, ὁπότε ἔχουν τό ἴδιο θέλημα. Οὔτε τσακωμοί ὑπάρχουν τότε, οὔτε διαφωνίες, οὔτε πικρίες, οὔτε στεναχώριες, οὔτε χωρισμοί. Αὐτό λοιπόν τό καταφέρνουμε μέ τόν Χριστό. Μπαίνουμε στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία καί ἔχει κεφαλή τόν Χριστό. Γι’ αὐτό λέει ὁ ἅγιος, αὐτό εἶναι τό σπουδαῖο νά γίνουμε ἕνα, ὄχι μόνο μέσα στήν οἰκογένεια, ἀλλά καί μέσα στήν ἐνορία καί μέσα στό χωριό καί μέσα στήν πόλη καί μέσα σ’ ὅλη τήν Ἑλλάδα καί μέσα σ’ ὅλη τήν Ὀρθοδοξία. Καί αὐτό γίνεται ὅταν ζήσουμε σωστά μέσα στήν Ἐκκλησία, τότε γινόμαστε ἕνα σῶμα.
Ἔχετε ἀκούσει τήν ἔκφραση πού λέμε ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί ἐμεῖς εἴμαστε μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ. Πότε ὅμως εἴμαστε μέλη; Ὅταν πραγματικά ἀγαπᾶμε τόν Χριστό καί ἀγαπιόμαστε καί μεταξύ μας ἐξαιτίας τοῦ Χριστοῦ καί διά τοῦ Χριστοῦ. Μέ τή χάρη τοῦ Χριστοῦ καί ὄχι ἰδιοτελῶς, ἀπό συμφέρον νά ἀγαπᾶμε ὁ ἕνας τόν ἄλλον. Χωρίς νά ζητᾶμε ἀνταπόδοση, χωρίς νά ζητᾶμε κάτι ἀπό τόν ἄλλον, νά τόν ἀγαπᾶμε. Αὐτή εἶναι ἡ τέλεια ἀγάπη.
«Ἔτσι μόνο θ' ἀποκτήσομε τήν χάρη, τόν οὐρανό, τήν αἰώνια ζωή», λέει ὁ ἅγιος Πορφύριος. Ἡ ἀγάπη πρός τόν ἀδελφό καλλιεργεῖ τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό». Κοιτᾶξτε τώρα κάτι πολύ σημαντικό. Πῶς θά ἀγαπήσουμε τόν Θεό πού δέν τόν βλέπουμε; Εἶναι δύσκολο. Γιά τόν λόγο αὐτό λέει καί ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ: θά ἀγαπήσεις τόν ἀδελφό σου, θά κάνεις προσπάθεια νά ἀγαπήσεις τόν διπλανό σου καί θά φτάσεις καί στήν τέλεια ἀγάπη πρός τόν Θεό, μέ τήν προϋπόθεση ὅτι θά ἔχεις στόν νοῦ σου καί τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ.
Ξεκινᾶμε ἀπό τήν ἀγάπη στόν Θεό, πού σημαίνει ὅτι προσπαθοῦμε νά τηρήσουμε τίς ἐντολές. Τί εἶπε ὁ Χριστός μας; Ἐκεῖνος εἶναι πού μέ ἀγαπάει, πού ἔχει τίς ἐντολές μου καί τίς τηρεῖ (Ἰω. 14,21). Καί ποιά εἶναι ἡ ἐντολή μου; Πρῶτα-πρῶτα νά ἀγαπήσω τόν ἀδελφό μου. Ἀγαπᾶμε λοιπόν τόν ἀδελφό μας, ἐπειδή ὅμως μᾶς τό λέει ὁ Χριστός καί σιγά-σιγά φτάνουμε καί στήν τέλεια ἀγάπη πρός τόν Θεό.
«Εἴμαστε εὐτυχισμένοι, ὅταν ἀγαπήσομε ὅλους τούς ἀνθρώπους μυστικά». Γιατί βλέπετε πολλές φορές θέλουμε νά δείχνουμε τήν ἀγάπη μας ἐξωτερικά. Κι αὐτό καλό εἶναι, ἀλλά ἀκόμα καλύτερο εἶναι νά τό κάνουμε μυστικά. Νά τούς ἀγαπᾶμε ὅλους, χωρίς νά τό δείχνουμε ἰδιαίτερα. Θά μοῦ πεῖτε πῶς μπορεῖ νά γίνει αὐτό; Ἕνας τρόπος νά τούς ἀγαπήσουμε ὅλους, εἶναι νά προσευχόμαστε γιά ὅλους. Αὐτός εἶναι ὁ πιό ἀποτελεσματικός τρόπος.
Πολλές φορές μέσα στήν οἰκογένεια ὑπάρχει μιά ὄχι καλή ἀτμόσφαιρα. Γιατί; Γιατί μέσα μας, μυστικά, δέν ἔχουμε καλούς λογισμούς ὁ ἕνας γιά τόν ἄλλο. Ὁ ἄνδρας γιά τήν γυναίκα, ἡ γυναίκα γιά τόν ἄνδρα. Μπορεῖ νά μή μιλᾶνε ἐξωτερικά, νά μή λένε τίποτα, ἀλλά νά ἔχουν κακούς λογισμούς. Γιά παράδειγμα, λέει ἡ γυναίκα ‘κοίταξέ τον δέν ἐνδιαφέρεται γιά μένα, φεύγει ὅλη τήν ἡμέρα, πάω νά συζητήσω δέν δέχεται, δέν μέ ἀκούει, δέν συζητᾶμε καθόλου, δέν μέ καταλαβαίνει’. Μπορεῖ νά μή λέει τίποτα ἐξωτερικά, ἀλλά ἐπειδή ἔχει τέτοιους κακούς λογισμούς μέσα της, αὐτό ἐπηρεάζει καί τόν σύζυγο. Τό καταλαβαίνει ἡ ψυχή του. Ἡ κάθε ψυχή καταλαβαίνει πῶς εἶναι διατεθιμένη ἡ ἄλλη ἀπέναντί της. Ὁπότε σκέφτεται καί ἐκεῖνος ‘Τί νά κάνω μ’ αὐτήν τήν γυναίκα πού ἔμπλεξα, ἄς πάω στό καφενεῖο’ καί τήν ἀφήνει. Τί γίνεται μετά; Μεγαλώνει τό χάσμα καί δέν γίνεται τίποτα.
Ἄν λοιπόν ἡ γυναίκα θέλει νά κερδίσει τόν ἄνδρα -μπορεῖ νά γίνεται καί τό ἀνάποδο, δέν ἔχω κάτι μέ τίς γυναῖκες, ἁπλῶς λέω κάτι πού συμβαίνει μερικές φορές- θά πρέπει πρῶτα νά κάνει μέσα της διόρθωση. Ὄχι ἁπλῶς ἐξωτερικά νά δείξει ἀγάπη, ἀλλά καί μέσα της νά ἔχει καλούς λογισμούς. Νά πεῖ ‘τόν καημένο κοίταξε κουράζεται ὅλη μέρα γιά μᾶς, νά τοῦ δείξω λίγη ἀγάπη, νά κάνω προσευχή, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ βοήθησε τόν σύζυγό μου’.
Ὅταν, λέει ὁ ἅγιος Πορφύριος, κάνεις προσευχή, τόν ἄλλον τόν χαϊδεύεις πνευματικά καί τόν ζεσταίνεις καί ἔρχεται κοντά σου γιατί ἀναπαύεται. Κι ὁ ἴδιος καλά-καλά δέν ξέρει γιατί ἔρχεται. Θέλεις λοιπόν νά κερδίσεις τόν σύζυγό σου; Ἔτσι θά τόν κερδίσεις. Κάνε προσευχή καί θά ἔρχεται κοντά σου ἀπό τή ζέστη τήν πνευματική καί τήν ἀνάπαυση καί δέν θά ξέρει κι αὐτός τί ἀκριβῶς συμβαίνει. Ὄχι ὅπως κάποιες τρισάθλιες οἱ καημένες πού πᾶνε στούς μάγους γιά νά ἑλκύσουν τήν ἀγάπη τοῦ ἄνδρα τους. Ἀντί νά πᾶνε δηλαδή στόν Θεό νά κάνουν προσευχή, πᾶνε στόν διάβολο καί τί κάνει ὁ διάβολος; Τούς χωρίζει. Τούς ὁδηγεῖ στό διαζύγιο, γιατί ὁ διάβολος ποτέ δέν θέλει οἱ ἄνθρωποι νά εἶναι ἑνωμένοι καί οἱ οἰκογένειες νά εἶναι ἀγαπημένες.
Κατά τόν ἴδιο τρόπο, ὅπως εἴπαμε στήν οἰκογένεια, πρέπει νά γίνει καί στήν ἐργασία καί στήν ἐνορία καί ὁπουδήποτε εἶναι ὁ καθένας. Γιατί καί στήν ἐργασία δέν ἔχουμε προβλήματα; Πῶς θά φτιάξουν οἱ ἐργασιακές σχέσεις; Πάλι μέ τή μυστική προσευχή. Μέ τόν νά ἀγαπήσουμε μυστικά τούς ἄλλους, ἀκόμα κι ἄν δέν μᾶς ἀγαπᾶνε. Ὁ ἄλλος θά ἑλκυστεῖ καί θά ἔρχεται κοντά μας, ὅπως εἴπαμε, καί δέν θά ξέρει γιατί ἔρχεται. Θά νιώθει ὡραῖα. Ἐνῶ ὅταν ἔχουμε κακούς λογισμούς, ξέρετε τί γίνεται; Τόν ἀπωθοῦμε τόν ἄλλον, τόν διώχνουμε. Καί λέει ἡ γυναίκα –Γιατί ἔφυγε ὁ ἄνδρας ἀπό τό σπίτι; Δέν μ’ ἀγαπάει. Ἐσύ τόν ἀγαπᾶς μέ τούς κακούς λογισμούς πού ἔχεις μέσα σου γι’ αὐτόν; Τόν διώχνεις μέ τούς λογισμούς κακούς πού κάνεις.
Ἄν ἐμεῖς ἀγαπήσουμε τούς ἄλλους, θά νιώθουμε πώς ὅλοι μᾶς ἀγαποῦν, θά νιώθουμε καί τήν ἀγάπη τῶν ἄλλων. Λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος γιά τόν ἑαυτό του: «Ὁ μαθητής ὅν ἠγάπα ὁ ᾿Ιησοῦς» (Ἰω. 21,7). Δέν λέει «ἐγώ» ἀπό ταπείνωση. Ἀλλά εἶναι αὐτός. Θά πεῖς: ‘Μόνο αὐτόν ἀγαποῦσε ὁ Ἰησοῦς, τόν Ἰωάννη; Δέν τούς ἀγαποῦσε ὅλους τούς Ἀποστόλους’; Ὅλους τούς ἀγαποῦσε καί τόν Ἰούδα τόν ἀγαποῦσε. Ἀλλά ὁ Ἰωάννης αἰσθανόταν πιό πολύ τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, γιατί ὁ ἴδιος τόν ἀγαποῦσε περισσότερο ἀπ’ τούς ἄλλους.
Ὅταν λοιπόν κι ἐμεῖς ἀγαπᾶμε τούς ἄλλους, αἰσθανόμαστε καί τήν ἀγάπη τῶν ἄλλων. Κανείς δέν μπορεῖ νά φτάσει στόν Θεό, ἄν δέν περάσει ἀπ’ τούς ἀνθρώπους. Γιατί «ὁ μή ἀγαπῶν τόν ἀδελφόν ὅν ἐώρακε, τόν Θεόν ὅν οὐχ ἑώρακε πῶς δύναται ἀγαπᾶν;» (Α΄ Ἰω. 4,20), λέει ὁ μαθητής τῆς ἀγάπης, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος. Μέ ἁπλά λόγια, αὐτός πού δέν ἀγαπάει τόν ἀδελφό του πού τόν βλέπει, τόν γείτονά του, τόν σύζυγό του, τήν σύζυγό του, τό παιδί του, τήν πεθερά του, τόν πεθερό του, πού τόν βλέπει κάθε μέρα, τόν Θεό πού δέν βλέπει, πῶς γίνεται νά Τόν ἀγαπήσει;
Ὁ κάθε ἄνθρωπος εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἔτσι δέν εἶναι; Πολλοί μέ ρωτᾶνε τώρα γιά τούς λαθρομετανάστες. ‘Τί νά κάνουμε, πάτερ, νά τούς βοηθήσουμε; Αὐτοί εἶναι ἀλλόθρησκοι, εἶναι μουσουλμάνοι, εἶναι μέ κακές διαθέσεις..’. Μπορεῖ κάποιοι... Σίγουρα ὄχι ὅλοι. Ἀλλά τί μᾶς εἶπε ὁ Θεός; Ὅτι ὁ κάθε ἄνθρωπος εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Εἶναι δηλαδή σάν νά βλέπεις τόν Χριστό. Τί λέει στό Εὐαγγέλιο τῆς Κρίσεως; «Ξένος ἤμην καί συνηγάγετέ με» (Ματθ. 15,35), στούς δίκαιους ἔ; Στούς ἄδικους τί λέει; Ἦμουν ξένος καί δέν μέ ἐπισκεφθήκατε, δέν μέ πήρατε στό σπίτι σας. Βλέπετε; Ἑπομένως καί σ’ αὐτούς πρέπει νά δείξουμε ἀγάπη. Δέν λέω νά μήν προσέχουμε τό σπίτι μας. Θά τό προσέχουμε καί τούς συγγενεῖς μας καί τά πάντα. Δέν θά κοιμόμαστε μέ τά τσαρούχια, πού ἔλεγε καί ὁ ἅγιος Παΐσιος γιατί ὑπάρχουν καί κάποιοι ἐνδεχομένως πού δέν ἔχουν καλές διαθέσεις, ἀλλά ὑπάρχουν καί ἄλλοι πού εἶναι θύματα. Δέ μποροῦμε νά τούς ἀφήσουμε νά πεθάνουν. Θά προσέχουμε, ἀλλά συγχρόνως θά δείξουμε τήν χριστιανική ἀγάπη, ἡ ὁποία ἀγκαλιάζει τούς πάντες, ὄχι μόνο τούς χριστιανούς.
Βέβαια ἀπ’ τήν ἄλλη δέν πρέπει νά ξεχνᾶμε ὅτι πρέπει πάνω ἀπ’ ὅλα νά προσέχουμε τούς ὀρθόδοξους. Θά προσέχουμε καί τούς ἄλλους, θά τούς ἀγαπᾶμε, ἀλλά πρῶτα λέει ὁ Ἀπόστολος (Γαλ. 6,10) θά φροντίσεις τούς δικούς σου ἀνθρώπους. Ἔτσι λοιπόν, ἄν δέν ἀγαπήσουμε τούς ἀδελφούς μας, δέ μποροῦμε ν΄ ἀγαπήσουμε τόν Θεό.
«Ν’ ἀγαπᾶμε, νά θυσιαζόμαστε γιά ὅλους ἀνιδιοτελῶς, χωρίς νά ζητᾶμε ἀνταπόδοση». Αὐτή εἶναι ἡ τέλεια ἀγάπη, ἡ ἀνιδιοτελής. Νά μή ζητᾶμε ἀνταπόδοση. Ὅταν ζητᾶς ἀνταπόδοση, δέν ἔχεις ἀγάπη. Ἀσκεῖς ἕνα ἐμπόριο. Ρωτάει, ἄς ποῦμε, ὁ ἕνας τόν ἄλλον στήν οἰκογένεια, τά μέλη, οἱ σύζυγοι: ‘Μ’ ἀγαπᾶς;’. Δέν πρέπει νά ζητᾶς ἀπ’ τόν ἄλλον. Ἐσύ νά ρωτήσεις τόν ἑαυτό σου ‘Τήν ἀγαπῶ;’, ‘Τόν ἀγαπῶ;’, αὐτή εἶναι ἡ σωστή ἐρώτηση. Ὅταν ρωτᾶς τόν ἄλλον, φανερώνεις ὅτι ζητᾶς κάτι ἀπό αὐτόν. Ἐνῶ ἡ σωστή, ἡ ἀνιδιοτελής ἀγάπη δέν ζητάει τίποτα ἀπ’ τόν ἄλλον. Μόνο δίνει. Γι’ αὐτό τί λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος; «Ἡ ἀγάπη οὐ ζητεῖ τά ἑαυτῆς» (Α΄Κορ. 13,5). Δέν ζητᾶ τό δικό του συμφέρον αὐτός πού ἀγαπάει ἀληθινά, ζητάει μόνο τό συμφέρον τοῦ ἄλλου. Λέει πάλι ὡραῖα ὁ Ἀπόστολος «μηδείς τό ἑαυτοῦ ζητείτω, ἀλλά τό τοῦ ἑτέρου ἕκαστος» (Α΄Κορ. 10,24). Νά γιατί δέν πετυχαίνει ἡ οἰκογένεια, καταλάβατε; Γιατί ὁ καθένας ζητάει τό συμφέρον του καί ὄχι τό συμφέρον τοῦ ἄλλου.
Μπορεῖ νά ἀγαπᾶνε ὁ ἕνας τόν ἄλλον -νά λέει ὅτι τόν ἀγαπάει- ἀλλά θέλει καί τήν ἀνταπόκριση. Δέν εἶναι σωστή ἀγάπη αὐτή. Ἡ σωστή ἀγάπη δέν ζητάει ἀνταπόκριση. Θά πεῖτε: ‘Πολύ ὑψηλά πράγματα μᾶς λές πάτερ, πολύ δύσκολα. Ἐμεῖς παντρευτήκαμε γιά νά ἔχουμε ἕνα στήριγμα, γιά νά ἔχουμε κάποιον νά ἀκουμπήσουμε’. Σᾶς λέω τό τέλειο, γιά νά ξέρετε ποῦ πρέπει νά φτάσουμε. Νά τά ξεπεράσουμε αὐτά σιγά-σιγά, γιατί δέν πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά ζητάει ἀνθρώπινα στηρίγματα.
Τί λέει ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ; «Ἐπικατάρατος πᾶς ὁ ἐλπίζων ἐπ᾿ ἄνθρωπον» (Ἱερ. 17,5). Φοβερός λόγος ἔ; Ἀπό τόν προφήτη Ἱερεμία στήν Παλαιά Διαθήκη ἀκόμα, πρό Χριστοῦ. Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ τό γράφει, καταραμένος αὐτός πού ἐλπίζει σέ ἄνθρωπο, σέ ὁποιονδήποτε ἄνθρωπο. Δέν λέει νά ἐλπίζεις στόν σύζυγό σου, στή σύζυγό σου. Σέ κανέναν νά μήν ἐλπίζεις ἀπό ἀνθρώπους, γιατί γίνεσαι καταραμένος. Τί θά πεῖ καταραμένος; Χωρισμένος ἀπό τόν Θεό. Μετά δέν ἔχεις τόν Θεό βοηθό. Χάνεις τή χάρη τοῦ Θεοῦ. Ποιός εἶναι εὐλογημένος; Αὐτός πού ἐλπίζει στόν Θεό.
Οὔτε ἀκόμα νά ἐλπίζεις καί στά μπράτσα σου. «Ἐπικατάρατος πᾶς ὁ ἐλπίζων ἐπ᾿ ἄνθρωπον ἤ στηρίζει βραχίονα αὐτοῦ» (Ἱερ. 17,5) ἤ στηρίζεται στούς βραχίονές του, στά μπράτσα του. Κι αὐτός καταραμένος εἶναι. Βλέπετε σήμερα πόσο λάθος διδάσκουμε τά παιδιά νά ἔχουν αὐτοπεποίθηση, νά πιστεύουν στά μπράτσα τους, στή δύναμή τους, στά πτυχία τους, στίς γνώσεις τους; Τελείως λάθος. Τά κάνουμε καταραμένα τά παιδιά, δηλαδή χωρισμένα ἀπό τόν Θεό. Μετά φυσικά ποῦ νά πατήσουν τά παιδιά στήν Ἐκκλησία! Πῶς νά γίνουν καλά παιδιά; Βλέπετε τί βασικά λάθη κάνουμε;
Θά πρέπει λοιπόν νά μάθουμε αὐτή τήν ἀνιδιοτέλεια γιά νά πετύχουμε στή σχέση μας μέ τόν ἄλλον, τόν ὁποιοδήποτε ἄλλον, τόν γείτονα, τόν σύζυγο, τό παιδί. Καί τό παιδί ἀκόμα. Δέν πρέπει νά ἔχεις στό πίσω μέρος τοῦ μυαλοῦ σου ‘Ἐντάξει, κάτι θά δῶ καί ’γώ ἀπό τό παιδί μου στό μέλλον’. Μπορεῖ νά μή δεῖς τίποτα. Νά μή ζητᾶς νά δεῖς κάτι ἀπό τό παιδί σου, ἀνταπόδοση δηλαδή. Τίποτα. Νά ζητᾶς μόνο τόν Θεό. Τί λέει ὁ Χριστός; «Ζητᾶτε μόνο τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί τή δικαιοσύνη καί ὅλα τά ἄλλα θά σᾶς τά δώσω Ἐγώ» (Ματθ. 6,33). Μήν τά ζητᾶτε ἀπό ἀνθρώπους.
Τό τονίζω αὐτό γιατί ἐκεῖ εἶναι πού κάνουμε λάθος καί γινόμαστε δυστυχισμένοι. Γιατί ἔχουμε μέσα μας θελήματα. Θέλουμε τόν ἄλλον νά μᾶς ἀγαπήσει ἤ τέλος πάντων νά ἀνταποκριθεῖ στήν ἀγάπη μας ἤ ἐπιτέλους νά μᾶς ἀφήσει ἥσυχους. Ὄχι νά μήν θέλεις τίποτα, νά θέλεις μόνο αὐτό πού θέλει ὁ Θεός. Νά ζητᾶς τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τήν δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ, τήν ἀρετή, τό καλό, τόν Θεό, τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τίποτα ἄλλο. Ὁπότε δέν θά ἔχεις αἰτία νά στενοχωριέσαι μέ τίποτα. Ἐσύ νά δίνεις ἀγάπη σέ ὅλους. Δέν θά ζητᾶς ἀνταπόδοση καί δέν θά στενοχωριέσαι, ἄν ὁ ἄλλος δέν θά σοῦ δίνει.
Θά πεῖ κανείς: Γιατί νά κοπιάζω τότε καί νά δίνω ἀγάπη; Γιά τόν Θεό! Γιατί θά τήν πάρεις τήν ἀνταπόδοση χιλιοπλάσια ἀπό τόν Θεό. Δοκιμᾶστε το καί θά δεῖτε. Δεῖξτε ἀγάπη χωρίς νά ζητᾶτε ἀνταπόδοση καί νά χαίρεστε νά μή σᾶς λένε οὔτε εὐχαριστῶ. Δέν πειράζει. Θά τό πάρετε ἀπό τόν Θεό πολλαπλάσιο. Ἐνῶ ἅμα ζητᾶς τήν ἀνταπόδοση, τή χάνεις ἀπό τόν Θεό. Θά ἀκούσεις «ἀπέλαβες τά ἀγαθά σου ἐν τῇ ζωῇ σου» (Λουκ. 16,25). Ἀπόλαυσες, ὅπως εἶπε θυμᾶστε σέ ἐκεῖνον τόν πλούσιο, πού δέν ἐλεοῦσε τόν Λάζαρο καί ἔλεγε –Καλά γιά μένα μιά σταγόνα νεράκι δέν ἔχει; Τοῦ λέει –Τά πῆρες ὅλα στή γῆ. Τί ζητᾶς τώρα ἀπό μένα; Γι’ αὐτό, ἄς μή ζητᾶμε ἀνταπόδοση στήν ἀγάπη μας. Τή χάνουμε μετά ἀπό τόν Θεό. Χάνουμε τόν μισθό μας ἀπό τόν Θεό. Δέ μᾶς συμφέρει.
«Ν' ἀγαπᾶμε, νά θυσιαζόμαστε γιά ὅλους» χωρίς διακρίσεις. Κι αὐτό εἶναι πολύ σημαντικό, νά μήν κάνουμε διακρίσεις στήν ἀγάπη μας. Εἴπαμε προηγουμένως γιά τούς λαθρομετανάστες κλπ, νά μήν κάνουμε διακρίσεις. Ἀγάπη σέ ὅλους. Μά καί στούς ἐχθρούς καί σ’ αὐτούς πού μᾶς ἐκμεταλλεύονται; Καί σ’ αὐτούς. Ἀγάπη «χωρίς νά ζητᾶμε ἀνταπόδοση». Προσέξτε τί λέει τώρα, εἶναι πολύ σημαντικό. «Τότε ἰσορροπεῖ ὁ ἄνθρωπος». Ἰσορροπεῖ ψυχικά, ψυχολογικά, πνευματικά, ὑπαρξιακά. Γιατί ὁ ἄνθρωπος εἶναι φτιαγμένος, ὄχι ἁπλῶς ν’ ἀγαπάει, νά γίνει ἀγάπη. Ὄχι ἁπλῶς νά ἔχει ἀγάπη, νά γίνει ἀγάπη. Νά εἶναι ὅλος ἀγάπη. Ὅπως εἶναι ὁ Χριστός μας. «Ὁ Θεός ἀγάπη ἐστίν» (Α΄ Ἰω. 4,8). Καί ἐμεῖς εἴμαστε φτιαγμένοι, ἔχουμε μέσα μας -ἄς τό ποῦμε ἔτσι- τήν προοπτική καί τήν ἐντολή νά μοιάσουμε στόν Θεό. Ἀφοῦ λοιπόν ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη καί ἐμεῖς πρέπει νά εἴμαστε ἀγάπη, νά γίνουμε ἀγάπη, ἄν θέλουμε νά σωθοῦμε, νά μοιάσουμε στόν Θεό. Τότε ἰσορροποῦμε.
Ἄν δέν ἔχουμε ἀγάπη, ξέρετε τί παθαίνουμε; Ἀρρωσταίνουμε. Ὄχι μόνο πνευματικά καί ψυχικά, ἁμαρτάνουμε, ἀλλά καί σωματικά ἀρρωσταίνουμε. Παρατηρῆστε το στόν ἑαυτό σας. Ἀρρωσταίνουμε ὅταν μᾶς πιάσει μιά κακία, μᾶς πιάσει ἕνας θυμός, μᾶς πιάσει μιά μεγάλη στενοχώρια.
Γνωρίζετε ὅτι ἡ στενοχώρια εἶναι ἁμαρτία; Ἁμαρτία εἶναι ἡ στενοχώρια. Ἄλλο θλίψις καί ἄλλο στενοχώρια. Λέει ὁ ἀπόστολος «θλιβόμενοι ἀλλ᾿ οὐ στενοχωρούμενοι» (Β΄Κορ. 4,8). Ποιά εἶναι ἡ διαφορά; Θλίψις εἶναι κάτι πού ἔρχεται ἀπ’ ἔξω. Νά τώρα ἔχουμε κάποια οἰκονομική δυσκολία, ἐνδεχομένως κάποιοι ἔχουν. Ἰσως χρωστᾶμε, παθαίνουμε ἕνα ἀτύχημα. Εἶναι μιά θλίψις. Ἄλλο αὐτό καί ἄλλο ἡ στενοχώρια. Ὅταν θά τοποθετηθοῦμε σωστά, δέν θά στενοχωρεθοῦμε. Θά ποῦμε γιατί μᾶς ἦρθε αὐτό; Σίγουρα εἶναι γιά τό καλό μας.
Ὁ Θεός δέν δίνει ποτέ κακό. Ποτέ δέν δίνει κακά πράγματα ὁ Θεός. Γι’ αὐτό εἶναι ἀπαράδεκτο αὐτό πού λένε μερικοί –Γιατί Θεέ μου σέ μένα, τί κακό σοῦ ἔκανα; Γιατί μοῦ ἔδωσες αὐτό τό κακό; Δέν ὑπάρχει κακό. Ὁ Θεός δέν δίνει ποτέ κακό. Τό μόνο κακό ξέρετε ποιό εἶναι; Αὐτό πού κάνουμε ἐμεῖς, ὅταν ἁμαρτάνουμε. Αὐτό εἶναι τό κακό. Τά ἄλλα πού ἔρχονται ἀπ’ ἔξω εἶναι καλά. Ὁπότε δέν στενοχωριόμαστε, ὅταν τοποθετηθοῦμε ἔτσι. Γι’ αὐτό λέει ὁ ἀπόστολος «θλιβόμενοι ἀλλ᾿ οὐ στενοχωρούμενοι». Ὅταν ὅμως στενοχωριέσαι, σημαίνει ὅτι δέν ἔχεις τοποθετηθεῖ σωστά ἀπέναντι στόν Θεό, ὅτι τά βάζεις μέ τόν Θεό. Κατακρίνεις.
Παρατηρῆστε μετά ὅταν τό πάθουμε αὐτό, κρυολογοῦμε. Θά τό δεῖτε στήν πράξη. Γιατί; Ἑρμηνεύεται αὐτό καί ἰατρικά. Ὅταν κανείς μέσα του στενοχωριέται, στρεσάρεται, δέν δουλεύει σωστά τό ἐνδοκρινικό σύστημα. Οἱ ὁρμόνες πού βγάζουμε μέσα μας ἀπό τούς ἐνδοκρινεῖς ἀδένες δέν λειτουργοῦν σωστά, δέν ἰσορροποῦν. Δέν λειτουργεῖ σωστά τό ἐνδοκρινικό σύστημα, δημιουργοῦνται ἀνωμαλίες στόν ὀργανισμό, πέφτουν τά ἀντισώματα, ἡ ἄμυνα τοῦ ὀργανισμοῦ καί τά μικρόβια μᾶς ἐπιτίθενται καί ἀρρωσταίνουμε. Γιατί ὁ ἄνθρωπος εἶναι ψυχοσωματικός, ψυχοσωματική ἑνότητα. Ἅμα ἡ ψυχή ἀρρωστήσει, ἀρρωσταίνει καί τό σῶμα. Ἡ στενοχώρια εἶναι μιά ἀρρώστια τῆς ψυχῆς. Κι ἅμα κανείς ἐπιμένει νά στενοχωριέται, φτάνει καί στήν κατάθλιψη, σέ πολύ βαριές καταστάσεις καί φτάνει καί μέχρι τήν ἀνισορροπία καί μέχρι τήν τρέλα ἀκόμα. Δέν λέμε αὐτός εἶναι ἀνισόρροπος;
Ξέρετε τί λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος; Λέει ὅτι ὁ ἄνθρωπος πού εἶναι ὑπερήφανος, ἀπό τήν πολλή ὑπερηφάνεια φτάνει στήν ἔκσταση τῶν φρενῶν, στήν τρέλα δηλαδή. Αὐτοί οἱ ἄνθρωποι, ὄχι ὅλοι βέβαια, παίζει ρόλο καί ἡ κληρονομικότητα, ἀλλά πολλοί ἄνθρωποι ἀπό τήν μεγάλη τους ὑπερηφάνεια καί τόν μεγάλο ἐγωισμό φτάνουν στήν τρέλα. Ἐνῶ ἡ ψυχική καί σωματική ὑγεία τοῦ ἀνθρώπου ποιά εἶναι; Ἡ ταπείνωση καί ἡ ἀγάπη. Νά πού τό λέει ἐδῶ ὁ ἅγιος, ὅταν ἀγαπᾶμε, τότε ἰσορροποῦμε. Ἕνας ἄνθρωπος πού δέν ἀγαπάει πρῶτα τόν Θεό καί μετά τούς ἄλλους ἀνιδιοτελῶς, γίνεται ἀνισόρροπος, προβληματικός καί γιά τόν ἑαυτό του καί γιά τούς ἄλλους.
«Μιά ἀγάπη πού ζητάει ἀνταπόδοση εἶναι ἰδιοτελής». Δέν εἶναι σωστή ἀγάπη. «Δέν εἶναι γνήσια, καθαρή, ἀκραιφνής. Νά τούς ἀγαπᾶτε καί νά τούς συμπονᾶτε ὅλους. ‘’Καί εἴτε πάσχει ἕν μέλος, συμπάσχει πάντα τά μέλη’’ (Α΄Κορ. 12,26)». Εἴπαμε εἴμαστε ὅλοι μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, κομμάτια δηλαδή καί ὅταν στό σῶμα σου πονάει ἕνα μέλος, πονάει τό χέρι, συμπάσχει ὅλο τό σῶμα. Ὑποφέρει ὅλος ὁ ἄνθρωπος. Ἔτσι καί μέσα στήν Ἐκκλησία καί μέσα στήν ἐνορία, καί μέσα στήν οἰκογένεια, ὅταν ζοῦμε τήν σωστή ἀγάπη, τήν ἀνιδιοτελή, ὅταν ἕνας πάσχει, συμπάσχουν καί οἱ ἄλλοι, δέν χαίρονται, λυποῦνται καί οἱ ἄλλοι καί προσπαθοῦν νά τόν βοηθήσουν.
‘’Ὑμεῖς δέ ἐστε μέλη Χριστοῦ καί μέλη ἐκ μέρους’’. Ἐσεῖς λέει, ὁ καθένας ἀπό μᾶς, εἴμαστε κομμάτια τοῦ Χριστοῦ. Γιατί εἴπαμε ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ὁ καθένας μας εἶναι ἕνα μέλος τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί ὁ καθένας μας εἶναι κομμάτι τοῦ ἄλλου. Νά τί ὡραῖο πράγμα εἶναι ἡ Ἐκκλησία ὅταν ζοῦμε τό μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν ζοῦμε τήν ἀνιδιοτελή ἀγάπη.
- Ποῦ ὑπάρχει μοναξιά;
Στήν Ἐκκλησία δέν ὑπάρχει μοναξιά. Στήν Ἐκκλησία ζοῦμε ὅλοι μαζί. Ζοῦμε αὐτό τό μυστήριο, καθένας νιώθει κομμάτι τοῦ Χριστοῦ καί κομμάτι τοῦ ἄλλου. Ὁ ἕνας εἶναι κομμάτι τοῦ ἄλλου καί ὁ ἕνας ζεῖ γιά τόν ἄλλον, γιά χάρη τοῦ ἄλλου. Πότε ὅμως; Ὅταν ζοῦμε αὐτή τήν ἀγάπη τήν ἀνιδιοτελή. Ὄχι ὅταν ζοῦμε τήν ἰδιοτελή, δηλαδή κοιτᾶμε νά πάρουμε ἀπ’ τόν ἄλλον. Ὄχι. Ὅταν κοιτᾶμε μόνο νά δώσουμε, χωρίς νά πάρουμε τίποτα.
Ὁ Θεός ἔτσι μᾶς ἀγαπάει. Μᾶς εὐεργετεῖ ὅλους χωρίς νά ζητάει ἀνταπόδοση. «Βρέχει ἐπί δικαίους καί ἀδίκους» (Ματθ. 5,45). Δέν λέει «ὁ κυρ-Κώστας δέν μ’ ἀγαπάει, μέ βλαστημάει, δέν θά βρέξω στό χωράφι του». Ὄχι, βρέχει καί στοῦ κυρ-Κώστα τό χωράφι παρόλο πού ἐκεῖνος ἀνταποδίδει στόν Θεό βλασφημίες, ἀντί εὐχαριστία καί οὔτε πατάει ποτέ στήν Ἐκκλησία νά πεῖ ἕνα εὐχαριστῶ. Οὔτε ποτέ πῆγε νά ἐξομολογηθεῖ καί νά κοινωνήσει. Κι ἐκεῖνον τόν ἐλεεῖ ὁ Θεός. Βλέπετε, δέν κοιτάει τί Τοῦ ἀνταποδίδουμε. Ἀλλοίμονο ἄν κοιτοῦσε αὐτό ὁ Θεός. Αὐτή εἶναι ἡ ἀνιδιοτελής ἀγάπη. Ἔτσι καί ἐμεῖς νά ἀγαπᾶμε ὅλους, χωρίς νά ζητᾶμε ἀνταπόδοση γιατί τότε μοιάζουμε στόν Θεό.
«Αὐτό εἶναι Ἐκκλησία. Ἐγώ, ἐσύ, αὐτός, ὁ ἄλλος νά αἰσθανόμαστε ὅτι εἴμαστε μέλη Χριστοῦ, ὅτι εἴμαστε ἕνα. Ἡ φιλαυτία εἶναι ἐγωισμός». Αὐτό πού λένε κατεξοχήν σήμερα –Πρόσεχε τόν ἑαυτό σου, τό λένε καί λαϊκά –Κοίτα τήν πάρτη σου. Τί μέ νοιάζει ὁ ἄλλος; Αὐτό εἶναι φιλαυτία καί ἡ φιλαυτία εἶναι ἐγωισμός. Καί αὐτό τί σέ κάνει; Σέ χωρίζει ἀπό τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τήν Ἐκκλησία, σέ χωρίζει καί ἀπό τόν Χριστό. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶναι δυστυχισμένος γιατί πλέον δέν κάνει αὐτά γιά τά ὁποῖα πλάστηκε. Δέν ἐργάζεται δηλαδή στήν κατεύθυνση τοῦ καθ’ ὁμοίωσην. Δέν μοιάζει στόν Θεό. Ὁ φίλαυτος καί ὁ ἐγωιστής κάνει ἀκριβῶς τό ἀντίθετο ἀπό αὐτό πού λέει ὁ Θεός: νά γίνουμε ἀγάπη. Ὁ φίλαυτος νοιάζεται μόνο γιά τόν ἑαυτό του.
«Νά μή ζητᾶμε, ‘ἐγώ νά σταθῶ, ἐγώ νώ πάω στόν Παράδεισο’, ἀλλά νά νιώθομε γιά ὅλους αὐτή τήν ἀγάπη. Καταλάβατε; Αὐτό εἶναι ταπείνωση». Κι ἀκόμα-ἀκόμα νά λέμε καλύτερα νά πάει ὁ ἄλλος στόν Παράδεισο, παρά ἐγώ. Αὐτό λέγανε οἱ ἅγιοι. Αὐτό εἶναι πολύ μεγάλη ἀγάπη. Ἔλεγε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, πού ἦταν μιά χαρά στό Ἅγιο Ὄρος, στήν ἡσυχία του, δεκαπέντε χρόνια καί.. καί λέει ἄκουσα τήν κραυγή τῶν ἀδελφῶν μου πού χάνονται στόν κόσμο καί εἶπα ‘Θά βγῶ νά τούς βοηθήσω. Ἄς χαθῶ ἐγώ, νά σωθοῦν οἱ ἀδελφοί μου’. Δέν χάθηκε βέβαια κι αὐτός, γιατί ὅταν νοιάζεσαι γιά τή σωτηρία τοῦ ἄλλου, σώζεσαι κι ἐσύ. Γιατί, ὅπως εἴπαμε, ὅλοι εἴμαστε κομμάτια ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου. Ὅταν λοιπόν φροντίζεις τόν ἄλλον, τόν ἑαυτό σου φροντίζεις, γιατί ὁ ἕνας εἶναι κομμάτι τοῦ ἄλλου. Ἐνῶ, ὅταν πεῖς θά κοιτάξω μόνο τόν ἑαυτό μου, οὔτε τόν ἑαυτό σου φροντίζεις σωστά. Χάνεις καί τόν ἑαυτό σου. Αὐτός εἶναι ὁ ἐγωιστής. Ὄχι μόνο δέν προσφέρει τίποτα στόν ἄλλον, ἀλλά καί τόν ἑαυτό του τόν καταστρέφει.
Ὅταν λοιπόν ζητᾶμε νά μπεῖ κι ὁ ἄλλος στόν Παράδεισο καί πιό πολύ νά νοιαζόμαστε γιά τόν ἄλλον, γιά νά μήν πῶ ἀποκλειστικά νά νοιαζόμαστε γιά τόν ἄλλον, τότε μπαίνουμε κι ἐμεῖς στόν Παράδεισο. Αὐτό λέει ὁ ἅγιος εἶναι καί ταπείνωση. Αὐτή εἶναι ἡ ἀληθινή ταπείνωση νά νιώθουμε γιά ὅλους αὐτή τήν ἀγάπη. Νά τούς κάνουμε τούς ἄλλους πρώτους, νά τούς βάζουμε μπροστά τούς ἄλλους. Ἀκόμα καί στό θέμα τῆς σωτηρίας. Νά σωθοῦν ὅλοι οἱ ἄλλοι καί τελευταῖος καί ἐγώ.
«Ἔτσι, ἄν ζοῦμε ἑνωμένοι, θά εἴμαστε μακάριοι, θά ζοῦμε στόν Παράδεισο. Ὁ κάθε διπλανός μας, ὁ κάθε πλησίον μας εἶναι ‘’σάρξ ἐκ τῆς σαρκός μας’’ (Ἐφ. 5,30)», δέν εἶναι; Εἶναι. Εἶναι ἕνα σχῆμα λόγου, μιά ὡραία παρομοίωση; Ὄχι. Εἶναι ἀλήθεια, εἶναι πραγματικότητα. Γιατί ὅλοι δέν ἔχουμε τήν ἴδια σάρκα; Ὅλοι δέν εἴμαστε παιδιά τοῦ ἑνός Ἀδάμ καί τῆς Εὔας; Ὅλοι παιδιά τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας εἴμαστε. Ἄρα καί κατά σάρκα εἴμαστε ἀδέλφια. Ἔχουμε τήν ἴδια σάρκα ἀφοῦ ἔχουμε τόν ἴδιο γεννήτορα τόν Ἀδάμ καί τήν Εὔα. Ἀλλά μέσα στήν Ἐκκλησία εἴμαστε ἀκόμα περισσότερο ἀδέλφια, γιατί ἔχουμε καί τήν Σάρκα τοῦ Χριστοῦ πού κοινωνοῦμε.
Γι’ αὐτό λέει ὁ ἅγιος –καί τό παίρνει βέβαια αὐτό ἀπό τόν Ἀπόστολο Παῦλο στήν Ἁγία Γραφή- ὅτι ὁ καθένας εἶναι σάρκα τοῦ ἄλλου. Σάρκα μας εἶναι ὁ καθένας. «Μπορῶ νά ἀδιαφορήσω γι’ αὐτόν; Μπορῶ νά τόν πικράνω; Μπορῶ νά τόν μισήσω; Αὐτό εἶναι τό μεγαλύτερο μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας μας». Ὅταν νιώσουμε ἔτσι, δέν μποροῦμε νά μισήσουμε τόν ἄλλον.
«Νά γίνομε ὅλοι ἕνα ἐν Θεῷ. Ἂν αὐτό κάνομε, γινόμαστε δικοί Του». Λέμε πολλές φορές καί μέ ρωτᾶνε οἱ ἄνθρωποι πῶς θά γίνουμε τοῦ Θεοῦ;
- Πῶς θά ἀγαπήσουμε τόν Θεό;
Εἶναι πολύ ἁπλό. Νά ἀγαπήσεις τόν πλησίον σου. Νά νιώσεις ἕνα μέ τόν ἄλλον. Νά μήν τόν νιώσεις τόν ἄλλον ὡς ἀπειλή, ὡς ἐχθρό, ὡς ἐπίβουλο. Νά τόν νιώσεις σάρκα ἀπό τήν σάρκα σου κι ὅπως νοιάζεσαι γιά τόν ἑαυτό σου νά νοιάζεσαι γιά τόν ἄλλον καί ἀκόμα περισσότερο.
Γι’ αὐτό εἶπε ὁ Χριστός μας: «νά ἀγαπᾶτε ὁ ἕνας τόν ἄλλον, καθώς ἠγάπησα ὑμᾶς» (Ἰω. 15,12). Ὅπως Ἐγώ σᾶς ἀγάπησα, ἔτσι νά ἀγαπᾶτε ὁ ἕνας τόν ἄλλον.
- Πῶς μᾶς ἀγάπησε ὁ Χριστός;
Μᾶς ἀγάπησε ἄχρι θανάτου. Μέχρι θανάτου. Δηλαδή πέθανε γιά μᾶς. Ἔφτασε ἀπό τήν πολλή του ἀγάπη νά πεθάνει γιά μᾶς. Τέτοια ἀγάπη, λέει, νά ἔχετε καί μεταξύ σας. Νά φτάνετε δηλαδή στό σημεῖο ἀκόμα καί νά εἶστε ἔτοιμοι νά πεθάνετε γιά τόν ἄλλον. Αὐτή εἶναι ἡ σωστή ἀγάπη.
- Βλέπετε πόσο μακριά εἴμαστε ἀπό αὐτό πού ζητάει ὁ Χριστός;
«Τίποτα καλύτερο δέν ὑπάρχει ἀπ' αὐτή τήν ἑνότητα. Αὐτό εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Αὐτό εἶναι ἡ Ὀρθοδοξία. Αὐτό εἶναι ὁ Παράδεισος». Νά νιώσουμε ἕνα μέ ὅλους. «Ἂς διαβάσομε ἀπ' τόν Εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη τήν Ἀρχιερατική Προσευχή. Προσέξτε τούς στίχους: ‘’ἵνα ὦσιν ἕν, καθώς ἡμεῖς’’ (Ἰω. 17,11)». Παρακαλάει ὁ Χριστός τόν Θεό-Πατέρα γιά μᾶς καί τί λέει; «Πατέρα μου, τούς ἔδωσα ἐγώ τή Χάρη, πού μοῦ ἔδωσες Ἐσύ ἐμένα, ὡς ἀνθρώπου γιά νά εἶναι ἕνα, ὅπως καί ἐμεῖς εἴμαστε ἕνα». Ὁ Πατέρας μέ τόν Υἱό καί τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ἕνα καί ἔτσι θέλει νά εἴμαστε καί μεταξύ μας οἱ ἄνθρωποι.
«...ἵνα πάντες ἕν ὦσι, καθώς σύ, Πάτερ, ἐν ἐμοί κἀγώ ἐν σοί...», ὅπως Ἐσύ εἶσαι μέσα μου καί Ἐγώ εἶμαι μέσα σου, ἔτσι θέλω καί οἱ ἄνθρωποι ὁ ἕνας νά εἶναι μέσα στόν ἄλλον, νά ζεῖ γιά τόν ἄλλον δηλαδή.
«...ἵνα ὦσι τετελειωμένοι εἰς ἕν», γιά νά εἶναι ὅλοι τέλειοι καί νά εἶναι ὅλοι ἕνα. «... ἵνᾳ ὅπου εἰμί ἐγώ κἀκεῖνοι ὦσι μετ' ἐμοῦ», ἔτσι ὥστε ὅπου εἶμαι Ἐγώ καί ἐκεῖνοι νά εἶναι μαζί Μου.
- Βλέπετε ὁ Χριστός πόσο μᾶς ἀγαπάει;
Ὁ Χριστός εἶναι πάνω στόν θρόνο του, στόν Παράδεισο, στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί λέει «Πατέρα μου θέλω καί τά παιδιά σου, πού εἶναι καί δικά μου παιδιά, νά εἶναι μαζί μου». Νά εἶναι δηλαδή στόν θρόνο του.
- Θά μᾶς βάλει δηλαδή ὁ Χριστός νά καθίσουμε πάνω στόν θρόνο του;
Ναί, τό λέει στήν Ἀποκάλυψη. «Σ’ αὐτόν πού θά νικήσει, θά τοῦ δώσω νά καθίσει στόν θρόνο μου» (Ἀποκ. 3,21). Βλέπετε πόσο μᾶς ἀγαπάει ὁ Χριστός; Μᾶς κάνει θεούς δηλαδή. Θέλει νά μᾶς κάνει θεούς, νά βασιλεύουμε μαζί Του.
«Βλέπετε; Τό λέει καί τό ξαναλέει. Τονίζει τήν ἑνότητα. Νά εἴμαστε ὅλοι ἕνα, ἕνα μέ κεφαλή τόν Χριστό! Ὅπως ἕνα εἶναι ὁ Χριστός μέ τόν Πατέρα. Ἐδῶ κρύβεται τό μεγαλύτερο βάθος τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας μας». Ἐδῶ καταλαβαίνουμε τί σημαίνει Ἐκκλησία καί ποιός εἶναι ὁ ρόλος τῆς Ἐκκλησίας.
- Τί εἶναι ἡ Ἐκκλησία;
Εἶναι ἕνα μουσεῖο; Εἶναι κάτι τοῦ παρελθόντος; Ὄχι. Εἶναι ἕνα μέρος γιά νά βρεθοῦμε, νά ποῦμε πῶς περάσαμε τήν ἑβδομάδα ἤ νά πιοῦμε ἕναν καφέ μετά ἐνδεχομένως ἤ νά κάνουμε καί κάποιες προσευχές στόν Θεό; Οὔτε αὐτό εἶναι μόνο. Ἀλλά εἶναι κυρίως νά ἀποβάλλουμε τήν φιλαυτία μας, τόν ἐγωισμό μας, εἶναι ὁ χῶρος πού θά ἀγαπηθοῦμε ἀληθινά, ἀνιδιοτελῶς, χωρίς νά ζητᾶμε ἀνταπόδοση ὁ ἕνας ἀπό τόν ἄλλον. Εἶναι ἕνα νοσοκομεῖο πού θεραπευόμαστε.
«Καμία θρησκεία δέν λέγει κάτι τέτοιο», γιατί ὅλες οἱ ἄλλες θρησκεῖες δέν εἶναι ἀληθινές, εἶναι ψεύτικες. Μόνο ἡ Ὀρθοδοξία σώζει τόν ἄνθρωπο. «Κανείς δέν ζητάει αὐτή τή λεπτότητα πού ζητάει ὁ Χριστός, νά γίνομε ὅλοι ἕνα σύν Χριστῷ. Ἐκεῖ βρίσκεται τό πλήρωμα. Σ' αὐτή τήν ἑνότητα, σ' αὐτή τήν ἀγάπη, τήν ἐν Χριστῷ. Καμία διάσπαση ἐκεῖ δέν χωράει, κανείς φόβος. Οὔτε θάνατος, οὔτε διάβολος, οὔτε κόλαση». Θά πεῖς δέν ὑπάρχουν αὐτά; Ὑπάρχουν. Ἀλλά γιά τούς ἀνθρώπους πού ζοῦν αὐτό τό μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας, τό μυστήριο τῆς ἑνότητας, πού γίνονται ἕνα μεταξύ τους καί μέ τόν Χριστό, εἶναι σάν νά μήν ὑπάρχει ὁ διάβολος καί ἡ κόλαση. Δέν ὑπάρχει φόβος, δέν ὑπάρχει θάνατος γιά τούς ἀνθρώπους πού ζοῦνε ἔτσι ἕνα μέ τόν Χριστό καί μεταξύ τους.
«Μόνο ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, λατρεία Θεοῦ. Μπορεῖς νά φθάσεις νά λέεις τότε μέ τόν Ἀπόστολο Παῦλο: ‘’Ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός’’ (Γαλ. 2,20)».
- Θά μοῦ πεῖτε πῶς θά φτάσουμε σ’ αὐτό τό ὡραῖο πράγμα;
Εἶναι αὐτό πού λέει ὁ ἅγιος. «Μποροῦμε πολύ εὔκολα νά φτάσουμε σ’ αὐτό τό σημεῖο». Νά μή ζοῦμε ἐμεῖς δηλαδή, ἀλλά νά ζεῖ ὁ Χριστός μέσα μας. «Χρειάζεται ἀγαθή προαίρεση». Τί θά πεῖ ἀγαθή προαίρεση; Καλή διάθεση, καλή προαίρεση. «Κι ὁ Θεός εἶναι ἕτοιμος νά ἔλθει μέσα μας». Νά πᾶμε δηλαδή μέ μιά καλή διάθεση στόν Θεό. Βλέπετε πῶς πάει ἕνα παιδάκι; Δέν βάζει δεύτερο λογισμό, ἐμπιστεύεται. Ἔτσι ἁπλά σάν τά παιδάκια νά πᾶμε στόν Θεό. Νά ποῦμε ‘Θεέ μου εἶσαι πατέρας μας, πές μας τί θέλεις νά κάνουμε, νά τό κάνουμε’. Μέ τέτοια διάθεση νά πᾶμε στόν Θεό κι ὁ Θεός εἶναι ἕτοιμος νά ἔλθει μέσα μας.
«Κρούει τήν θύραν» (Ἀποκ. 3,20), χτυπάει τήν πόρτα τῆς καρδιᾶς μας καί «καινά ποιεῖ πάντα» (Ἀποκ. 21,5) καί τά κάνει ὅλα καινούρια, ὅπως λέγει στήν Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννου. «Μεταβάλλεται ἡ σκέψη μας, ἀπαλλάσσεται ἀπό τήν κακία, γίνεται πιό καλή, πιό ἁγία, πιό εὔστροφη». Ὅλος ὁ ἄνθρωπος ἀλλάζει, ὅταν μπεῖ μέσα στόν Χριστό καί ὁ Χριστός μέσα του.
«Ἄν, ὅμως, δέν ἀνοίξομε τοῦ κρούοντας τήν θύραν», ἐνῶ ὁ Χριστός μᾶς χτυπάει, μᾶς λέει τώρα λόγου χάρη εἶναι Μεγάλη Σαρακοστή, νά πᾶς νά ἐξομολογηθεῖς καί ἐμεῖς κάνουμε τόν κουφό ἤ λέμε ‘ἔχω καιρό, θά πάω’ καί περνάει ἡ Σαρακοστή, ἔρχεται καί τό Πάσχα καί λέμε ‘Πάλι δέν ἐξομολογήθηκα κι αὐτό τό Πάσχα, πέρασε κι αὐτή ἡ Σαρακοστή’. Ἀπό τό θά πάω, ἔχω καιρό, ὁ διάβολος μᾶς φτάνει μέχρι τήν τελευταία στιγμή τῆς ζωῆς μας καί εἴμαστε ἀνέτοιμοι νά πᾶμε στόν Θεό. Ὄχι ἔτσι. Χτυπάει ὁ Χριστός τήν πόρτα; Ἀμέσως νά ἀνοίξουμε. Τώρα θά πάω, ὄχι αὔριο. Τώρα καί νά ἐξομολογηθῶ καί νά βάλω τόν Χριστό μέσα μου.
«Ἄν δέν εἴμαστε ἄξιοί Του, τότε δέν μπαίνει στήν καρδιά μας».
- Πότε γινόμαστε ἄξιοί Του;
Λέει ὁ ἅγιος Πορφύριος ὅταν «ἀποθάνομε κατά τόν παλαιό ἄνθρωπο», πεθάνουμε ὡς πρός τήν ἁμαρτία, πεθάνουμε ὡς πρός τά πάθη, νεκρωθοῦμε ὡς πρός τόν παλαιό ἄνθρωπο. Ἐξομολογηθοῦμε, μετανοήσουμε καί πάψουμε τό κακό, τήν ἁμαρτία. Αὐτό θέλει ὁ Θεός. Ὄχι ἁπλῶς νά ποῦμε τίς ἁμαρτίες μας καί μετά ἀμέσως νά τίς ξανακάνουμε, ἀλλά νά πάρουμε ἀπόφαση νά μήν τίς ξανακάνουμε ποτέ. Καλύτερα νά πεθάνουμε, παρά νά τίς ξανακάνουμε. Κατέκρινα, δέν θά ξανακατακρίνω ποτέ. Κουτσομπόλεψα, ποτέ ξανά. Εἶπα ψέματα, δέν ξαναλέω. Αὐτό θά πεῖ μετάνοια. Αὐτό θά πεῖ νέκρωση τοῦ κακοῦ ἀνθρώπου, τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου πού ἔχουμε μέσα μας. Τότε γινόμαστε ἄξιοι, τότε ἔρχεται ὁ Χριστός μέσα μας, ἐνῶ, ἄν λέμε ‘ἐντάξει δέν πειράζει καί λίγο ἁμαρτία’, δέν εἴμαστε ἄξιοι τοῦ Χριστοῦ, δέν μπορεῖ νά ἔρθει ὁ Χριστός μέσα μας.
Ἀκόμα κι ἄν κοινωνήσουμε δέν θά ἔχουμε ὠφέλεια γιατί δέν ὑπάρχει τόπος μέσα μας νά μείνει ὁ Χριστός. Φεύγει ἐπειδή ὑπάρχει ἁμαρτία, ἔστω καί λίγη. Ὅταν πεθάνουμε ὡς πρός τόν παλαιό ἄνθρωπο, τότε δέν θά πεθάνουμε ποτέ. Θά πεῖτε βιολογικά ὅλοι πεθαίνουνε. Ἄλλο τό βιολογικά καί ἄλλο τό πνευματικά. Πνευματικά δέν θά πεθάνουμε ποτέ καί θά ζοῦμε τόν Πάραδεισο ἀπό τώρα.
«Τότε θά ζοῦμε ἐν Χριστῷ ἐνσωματωμένοι μέ ὅλο τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Ἔτσι θά ἔλθει ἡ θεία χάρις. Καί ἅμα θά ἔλθει ἡ χάρις, θά μᾶς τά δώσει ὅλα. Στό Ἅγιον Ὅρος εἶδα κάποτε κάτι πού μοῦ ἄρεσε πολύ. Μέσα σέ μία βάρκα στή θάλασσα μοναχοί κρατοῦσαν διάφορα ἱερά ἀντικείμενα». Ἅγια λείψανα, σταυρούς... «Καταγόταν ὁ καθένας ἀπό διαφορετικό τόπο, ἐν τούτοις ἔλεγαν, ‘αὐτό εἶναι δικό μας’ καί ὄχι ‘δικό μου’. Αὐτό τό πνεῦμα τῆς ἑνότητας ἔ; Τό δικό μου καί τό δικό σου χαλάει τήν ἑνότητα καί μέσα στήν οἰκογένεια, παντοῦ, αὐτή ἡ ἰδιοτέλεια, νά κοιτᾶμε τό συμφέρον μας.
Οἱ πρῶτοι χριστιανοί τά εἶχαν ὅλα κοινά. Ἄν πᾶτε σέ ἕνα μοναστήρι, πού κρατάει τή ζωή τῶν πρώτων χριστιανῶν, τά ἔχουν ὅλα κοινα. Δέν λένε τό ‘δικό μου’. Τό ‘δικό μας’. Τί ὡραῖο πράγμα εἶναι αὐτό! Ἔτσι καί ἡ οἰκογένεια πρέπει νά εἶναι ἕνα μικρό μοναστηράκι. Νά μή λέει ὁ ἄντρας τό δικό μου, ἡ γυναίκα το δικό μου. Τότε εἶναι ἀποτυχημένη ἡ οἰκογένεια, δέν ὑπάρχει ἑνότητα. Τό δικό μας. Αὐτό τό πνεῦμα ἄν περάσει καί στήν ἐνορία, ἀδελφονόμαστε ὅλοι. Νά τά θεωροῦμε ὅλα δικά μας καί τά τοῦ ἄλλου δικά μας καί τά δικά μας τοῦ ἄλλου. Νά ἔχουμε αὐτό τό πνεῦμα τό ἑνωτικό. Αὐτό εἶναι τό ὀρθόδοξο πνεῦμα, τό ἐκκλησιαστικό καί αὐτό μᾶς ὁδηγεῖ στήν ἑνότητα.
Ἄς σταματήσουμε ἐδῶ γιατί συμπληρώθηκε ὁ χρόνος. Τό θέμα τῆς ἀγάπης εἶναι τεράστιο καί πολύπλευρο. Σήμερα εἴπαμε πιό πολύ γιά τήν ἀνιδιοτέλεια, πού εἶναι τό βασικό χαρακτηριστικό τῆς σωστῆς ἀγάπης καί πήραμε ἀφορμή ἀπό τήν εὐχή τοῦ ἁγίου Ἑφραίμ, πού παρακαλᾶμε τόν Θεό τή μεγάλη Σαρακοστή νά μᾶς δώσει αὐτό τό πνεῦμα τῆς ἀγάπης. Λίγο μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ ξεδιαλύναμε τί θά πεῖ ἀγάπη, γιατί σήμερα ὑπάρχει μεγάλο μπέρδεμα καί σ’ αὐτό τό θέμα καί μπερδεύονται οἱ ἄνθρωποι καί λένε ὅτι κάνουν πολλά πράγματα ἀπό ἀγάπη. Ἀλλά πολλές φορές δέν εἶναι σωστή ἡ ἀγάπη, εἶναι ἄρρωστη ἀγάπη. Μιλήσαμε γιά τή σωστή ἀγάπη, γιά νά μποροῦμε νά διακρίνουμε τά πράγματα.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
- Ἐρ.: ...........................
- Ἀπ.: Νά σᾶς πῶ, τό ‘θλίβω’ καί τό ‘συν-θλίβω’ εἶναι κάτι πού ἔρχεται καί μᾶς πιέζει ἀπ’ ἔξω. Μᾶς συνθλίβει.... μιά κατάσταση ἐξωτερική, εἴπαμε, μιά οἰκονομική δυσπραγία, ἕνα ἀτύχημα, μιά ἀσθένεια, ἕνας θάνατος, ἕνα πρόβλημα οἰκογενειακό. Εἶναι κάτι πού ἔρχεται ἀπ’ ἔξω, δέν τό προκαλοῦμε ἐμεῖς.
Ὅταν ἁμαρτάνουμε πάλι ἔρχονται θλίψεις, ἀλλά ἐκεῖ φταῖμε κι ἐμεῖς. Νά προσπαθοῦμε νά μήν ἁμαρτάνουμε.
Νά σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα πού ἔρχονται θλίψεις λόγω τῶν ἁμαρτιῶν μας; Εἶναι ἔνας γαστρίμαργος, λαίμαργος, τρώει, τρώει, τρώει, γίνεται ἑκατόν πενήντα κιλά καί μετά παθαίνει ἔμφραγμα. Ποιός φταίει; Δέν φταίει ὁ ἴδιος; Γιατί ἡ γαστριμαργία καί ἡ λαιμαργία τί εἶναι; Ἁμαρτία εἶναι.
Ἀλλά ἔρχεται κάτι ἄλλο πού δέν φταῖς ἐσύ. Θά πεῖς ἄν ψάξουμε λίγο, θά δοῦμε ὅτι λίγο-πολύ φταῖμε σέ πολλά. Ἀλλα τέλος πάντων ἔρχεται κάτι ἀπ’ ἔξω πού φαινομενικά ἐμεῖς δέν φταῖμε. Λοιπόν ἐκεῖ δέν πρέπει νά στενοχωρηθοῦμε. Γιά τίς ἁμαρτίες μας πρέπει λίγο νά στενοχωρηθοῦμε, ἀλλά πάλι ὄχι ὑπερβολικά καί τό ἐκμεταλλευτεῖ ὁ διάβολος καί μᾶς ρίξει στήν ἀπελπισία. Ἀκόμα κι ὅταν ἁμαρτάνουμε καί αὐτό μᾶς φέρνει θλίψεις, ἄς μήν στενοχωριόμαστε γιατί καί τότε ὁ Θεός δέν παύει νά μᾶς ἀγαπάει, παρόλο πού ἁμαρτάνουμε. Κάναμε λάθος, κάθε μέρα κάνουμε πολλά λάθη καί πολλές ἁμαρτίες, ὡστόσο δέν πρέπει νά στενοχωριόμαστε καί νά πέφτουμε σέ ἀπόγνωση καί ἀπελπισία, ἀλλά νά μετανοοῦμε. Θά λυπούμαστε γιά τό σφάλμα καί τή ζημιά πού προκαλοῦμε στόν ἑαυτό μας καί στούς ἄλλους μέ τίς ἁμαρτίες μας.
Οἱ θλίψεις ἔρχονται εἴτε φταῖμε, εἴτε ἐξ’ ἰδίας ὑπαιτιότητος δηλαδή, εἴτε δέν φταῖμε. Τίς ἀντιμετωπίζουμε μέ πίστη στόν Θεό καί λέμε, ἄν εἶναι κάτι πού δέν φταῖμε, τό ἔδωσε ὁ Θεός σίγουρα γιά νά μᾶς βοηθήσει νά μετανοήσουμε, νά ἐξαλείψουμε κάποιες ἁμαρτίες.
Ἔρχεται κάποιος μᾶς ἀδικεῖ. Εἶναι μιά θλίψη. Μή στενοχωρηθεῖς. Ἔρχεται ἕνας καί σέ κλέβει καί λές –Γιατί νά μέ κλέψει τώρα; Ἐγώ τά εἶχα αὐτά τά χρήματα, εἶχα κάνει αὐτά τά ὄνειρα νά τά ἐπενδύσω κάπου... Λάθος κι αὐτό. Δέν πρέπει νά κάνουμε ὄνειρα, νά τά ἀφήνουμε ὅλα στόν Θεό. Γιά σκέψου πόσες ἁμαρτίες ἔχεις κι ἐσύ στόν Θεό; Πόσους ἀνθρώπους ἔχεις ἀδικήσει χωρίς νά τό καταλάβεις; Μήπως νά πεῖς ‘Θεέ μου, συγχώρεσέ μου αὐτά πού ἐγώ δέν ἔχω βρεῖ ἀκόμα τά λάθη καί ἐγώ συγχωράω αὐτόν τόν κλέφτη. Ἄς τά πάρει δέν πειράζει γιά τίς δικές μου ἁμαρτίες πού εἶναι πολύ περισσότερες’. Θά στενοχωρεθεῖς; Θά χαρεῖς κιόλας γιατί μέσω αὐτῆς τῆς πράξης πού συγχωρᾶς τόν κλέφτη, σοῦ συγχωροῦνται ἕνα σωρό χειρότερες ἁμαρτίες καί βαρύτερες πού ἔχεις κάνει ἐσύ, πού ἐνδεχομένως δέν τίς ἔχεις ἐντοπίσει κιόλας.
Βλέπετε ἡ σωστή ἀντιμετώπιση; Ἐνῶ ὁ κοσμικός ἄνθρωπος πού δέν τά βλέπει πνευματικά, θά πεῖ -συγνώμη- ἀλλά τό λένε: ‘Νά τά δώσει στούς γιατρούς’, πού εἶναι κατάρα. Φοβερή ἁμαρτία. Ἀντί νά χαρεῖ καί νά πεῖ τί καλά μέ ἀδίκησε, θά μοῦ σβήσει ὁ Θεός κάποιες ἁμαρτίες καί μένα. Νά τοῦ δώσει ὁ Θεός ὅλα τά καλά τοῦ κλέφτη.
Ξέρετε τί λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος; Καί ἀπό αὐτά πού σοῦ ἄφησε ὁ κλέφτης -ἄν σοῦ ἄφησε τίποτα- δῶσε ἐλεημοσύνη, γιά νά σκάσει ὁ διάβολος. Νά μή στενοχωρηθεῖς. Γιατί ὅλα καί τά χρυσάφια καί τά χρήματα τί εἶναι; Τίποτα δέν εἶναι. Αὔριο πεθαίνουμε πού πᾶνε καί τό χρυσάφι καί ὅλα αὐτά πού στενοχωριόμαστε καί τά κληρονομικά; Στά χέρια κάποιου ἄλλου. Κι αὐτός πάλι γιά λίγα χρόνια θά τά ἔχει κι ἄν θά τά ἔχει γιά χρόνια, μπορεῖ καί γιά μῆνες καί γιά μέρες καί μετά σέ κάποιον ἄλλον.
Γιατί νά στενοχωριόμαστε καί νά πάσχουμε γι’ αὐτά καί νά χωριζόμαστε γι’ αὐτά; Πόσοι συγγενεῖς δέν μιλᾶνε μεταξύ τους γιά τέτοια μάταια πράγματα, γιά κληρονομικά. Μέ ἀδίκησε, λέει καί δέν μπορῶ νά τόν συγχωρέσω. Ἐσύ δέν ἔχεις ἀδικήσει; Γιά ψάξου λίγο νά δεῖς, πόσους ἔχεις ἀδικήσει καί πόσους ἔχεις ἀδικήσει χωρίς νά τό καταλάβεις;
- Δέν τό λές τό Πάτερ ἡμῶν;
Τό λές. «Ἄφες ἡμῖν τά ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν». Στήν πράξη; Δέν ἀφήνουμε στούς ὀφειλέτες, ὁπότε μετά θά σοῦ πεῖ καί ὁ Θεός καί Ἐγώ δέν στά ἀφήνω. Στά ζητάω ὅλα. Δέν μᾶς συμφέρει καθόλου. Ξέρετε κάποτε ἕνας μοναχός πῆγε σ’ ἕνα Γέροντα καταστενοχωρημένος καί τοῦ λέει:
- Γέροντα ἔχω ἕνα τεράστιο πρόβλημα.
- Τί πρόβλημα ἔχεις ἀδελφέ μου;
- Νά κοίταξε, ἔχω ἕναν γείτονα πού μοῦ ἔκανε αὐτό κι αὐτό... μέ ἀδίκησε, μοῦ καταπάτησε τό χωράφι, τό κτηματάκι πού εἶχα ἐκεῖ καί στό τέλος μάλιστα προσπάθησε καί νά μέ σκοτώσει.
- Τί λές;
- Ναί καί τώρα εἶμαι στό δρόμο γιά τό δικαστήριο. Θά πάω νά τόν καταγγείλω.
- Ἐσύ ξέρεις, τοῦ λέει ὁ Γέροντας.
- Ὄχι Γέροντα, λέει, πρέπει νά πάω γιά νά βάλει μυαλό. Θά πάω νά τόν καταγγείλω.
- Καλά, λέει. Ἄς κάνουμε μιά προσευχή πρίν φύγεις.
- Νά κάνουμε Γέροντα, λέει. Τί νά κάνουμε;
- Νά ποῦμε τό Πάτερ ἡμῶν.
Ἄρχισε λοιπόν ὁ Γέροντας κι ἔλεγε Πάτερ ἡμῶν.... καί ὅταν ἔφτασε ἐκεῖ πού λέει «φες ἡμῖν τά ὀφειλήματα», λέει καί μή ἀφήσεις ἡμῖν τά ὀφελήματα ἡμῶν ὡς καί ἡμεῖς οὐκ ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν. Λέει τότε ὁ μοναχός:
- Γέροντα ὄχι, λάθος τό λές.
- Ὄχι λέει δέν τό λέω λάθος, σωστά τό λέω. Αὐτό δέν θά κάνεις τώρα; Αὐτό θά κάνεις. Δέν τοῦ ἀφήνεις τά ὀφειλήματα καί τί νά ποῦμε στόν Θεό νά ἀφήσει τά δικά μας, ἀφοῦ ἐμεῖς δέν τά ἀφήνουμε στόν ἄλλον;
- Ἄ, λέει, Γέροντα ἔχεις δίκαιο. Θά πάω καί θά τοῦ πῶ νά ἔχει ὅλα τά καλά καί δέν θά τόν καταγγείλω.
Καταλάβατε; Τό πῆρε τό μάθημα. Ἐμεῖς τό παίρνουμε τό μάθημα; Ἡ μεγάλη Σαρακοστή νά μᾶς δώσει ἀφορμή νά τό πάρουμε. Λοιπόν θλιβόμενοι ἀλλ’ οὐ στενοχωρούμενοι. Πότε γίνεται αὐτό; Πότε τό καταφέρνουμε; Ὅταν τά δοῦμε ὅλα ἔτσι πνευματικά, ὄχι κοσμικά καί ὑλιστικά. Πνευματικά νά τά βλέπουμε ὅλα τά γεγονότα καί νά τά ἑρμηνεύουμε.
Ἔρχεται μιά ἀρρώστια. Θά σκεφτεῖς γιά νά μοῦ τή δώσει ὁ Θεός τήν ἀρρώστια, ἔχω ἀνεξόφλητες ἁμαρτίες, ἔχω ἔλλειμα στήν ἄσκησή μου, ἔχω ἔλλειμα στήν μετάνοιά μου καί ὁ Θεός θέλει αὐτό τό ἔλλειμα νά μοῦ τό καλύψει.
- Πῶς λένε οἱ Ἅγιοι ὅτι καθαριζόμαστε ἀπό τίς ἁμαρτίες;
Μέ τήν κακοπάθεια καί τήν ταπείνωση. Ὅσο κακοπαθοῦμε, ὅσο νηστεύουμε, ὅσο ἀγρυπνοῦμε κ.λ.π. καί ὅσο ταπεινωνόμαστε, σβήνουμε ἁμαρτίες. Ἄν ὅμως δέν φτάνουν οἱ κόποι πού κάνουμε γιά τίς ἁμαρτίες μας, δέ φτάνει ἡ νηστεία μας, εἴμαστε χαλαροί, δέν φτάνει ἡ ἀγρυπνία μας, δέν φτάνουν οἱ ἄλλοι κόποι πού κάνουμε, ἔρχεται νά μᾶς βοηθήσει ὁ Θεός μέ μιά ἀρρώστια. Κάνουμε δηλαδή τόν κανόνα μας μέ τίς ἀρρώστιες.
Ὁπότε ὄχι μόνο μή στενοχωριέστε, νά χαίρεστε, γιατί ὁ Θεός κάνοντας ὑπομονή στήν ἀρρώστια, συμπληρώνει τήν ἄσκησή μας. Συμπληρώνει δηλαδή τήν κάθαρσή μας. Μᾶς καθαρίζει. Ἄν θέλεις νά μήν ἀρρωσταίνεις, νά μήν ἔχεις πολλές τέτοιες ἀκούσιες θλίψεις, ὅπως τίς λέμε, νά κάνεις ἑκούσιες. Νά κάνεις μετάνοιες, νά κάνεις νηστεία, νά ἀγαπήσεις τόν κόπο τόν σωματικό, νά ἐξυπηρετεῖς τούς ἄλλους, νά κάνεις ἔργα ἀγάπης, πού ἔχουν κόπο καί θυσία, ὁπότε μετά θά δεῖς ὅτι ὁ κανόνας πού ἔρχεται ἀπό τόν Θεό εἶναι πολύ μικρός.
Ὁ ἅγιος Ἀντώνιος ἐπειδή ἔκανε πολύ ἄσκηση, δέν ἀρρώστησε ποτέ στήν ζωή του. Θά πεῖτε τόσο πεζά εἶναι τά πράγματα; Τόσο μαθηματικά; Ναί!
Ὑπάρχει μιά ἰσορροπία λένε οἱ ἅγιοι. Ὅσο κανείς κάνει ἑκούσιους κόπους, μέ τή θέλησή του δηλαδή -γιά τόν Θεό ὅμως- δέν μᾶς ἔρχονται οἱ ἀκούσιες θλίψεις, ἐκεῖνες δηλαδή πού δέν τίς θέλουμε, πού δέν τίς περιμένουμε, ὅπως μία ἀρρώστια. Ὄχι νά τρέχεις στά γυμναστήρια. Ἀντί νά τρέχεις στά γυμναστήρια, νά κάνεις μετάνοιες, πού δέν πληρώνεις κιόλας. Στά γυμναστήρια πληρώνεις καί πάλι δέν γίνεται σωστή δουλειά. Ἐνῶ στίς μετάνοιες σέ πληρώνει ὁ Θεός μετά καί καθαρίζεις καί τήν ψυχή σου. Ὁ ἅγιος Πορφύριος ἔλεγε ὅτι εἶναι ἡ καλύτερη ἄσκηση οἱ μετάνοιες καί εἶναι μιά ἑκούσια θλίψη.
Ὅσο δέν κάνουμε ἑκούσιες θλίψεις, δέν θέλουμε νά νηστέψουμε, δέν θέλουμε νά ἀγρυπνήσουμε, δέν θέλουμε νά προσευχηθοῦμε, ὁ Θεός ἀπό ἀγάπη μᾶς στέλνει τίς ἀκούσιες. Ὁπότε ἄν τά δοῦμε ἔτσι τά πράγματα, δέν στενοχωριόμαστε, ἀγαπᾶμε τόν Θεό ἀκόμα καί ὅταν μᾶς δίνει αὐτά πού ὁ κόσμος τά λέει «κακά». Ἐμεῖς δέν τά λέμε κακά, τά λέμε καλά. Ὅλα εἶναι πολύ καλά, ὅ,τι δίνει ὁ καλός Θεός.
- Ἐρ.: ...........................
- Ἀπ.: Ἐκεῖ πρέπει νά πανηγυρίσουμε! Εἶναι ἡ πιό μεγάλη εὐλογία τό νά κάνεις τό καλό καί νά σοῦ ἀνταποδίδουν κακό. Τό εἴπαμε προηγουμένως. Γιατί; Διότι μετά παίρνεις τόν μισθό σου ἀπό τόν Θεό. Ἀφοῦ δέν τόν παίρνεις ἀπό τόν ἄνθρωπο, δέν παίρνεις ἀνταπόδοση, τόν παίρνεις ἀκέραιο ἀπό τόν Θεό. Τόν παίρνεις καί πολλαπλάσιο γιατί κάνεις ὑπομονή στή συκοφαντία τοῦ ἄλλου, στόν διωγμό τοῦ ἄλλου, στήν ἀδικία τοῦ ἄλλου καί σβήνεις καί ἄλλες ἁμαρτίες.
- Πῶς θά σβήσουμε τίς ἁμαρτίες μας;
Μποροῦμε νά κάνουμε κάτι γιά νά σβήσουμε τίς ἁμαρτίες μας; Τί νά κάνουμε; Τό μόνο πού μποροῦμε νά κάνουμε εἶναι νά συγχωρέσουμε αὐτούς πού μᾶς ἀδίκησαν. Αὐτό λέει ὁ Θεός. Ἅμα λέει συγχωρέσετε, σᾶς συγχωράω κι Ἐγώ. Δέν ζητάει τίποτα ἄλλο ὁ Θεός μας. Οὔτε νά μᾶς πεῖ θά δουλεύετε δεκαπέντε ὧρες τήν ἡμέρα, ἄς ποῦμε, γιά Μένα, γιά δέκα χρόνια, γιά νά σβήσετε τίς ἁμαρτίες σας. Δέν λέει τέτοια ὁ Θεός. Θά μποροῦσε. Καί πάλι θά τίς σβήναμε; Δέν ὑπῆρχε περίπτωση.
Τί πιό ἁπλό ὅμως νά πεῖς στόν ἄλλον ‘Νά ἔχεις ὅλα τά καλά τοῦ Θεοῦ’, ἀντί νά τόν καταριέσαι πού σέ ἀδικεῖ; Ἄφησέ τον καί ἀφήνει καί ὁ Θεός τά δικά σου. Τί πιό ἁπλό καί πιό ὡραῖο; Καί σύ δέν θά ταραχτεῖς καί μιά καλή πρωία πού θά ἔρθει ἡ ὥρα νά φύγεις γιά τού οὐρανό θά ἔχεις ἐλαφριά τή συνείδησή σου καί τήν καρδιά σου.
Ἡ πιό μεγάλη εὐλογία εἶναι ἡ ἀδικία. Ἡ πιό μεγάλη εὐλογία πού μᾶς δίνει ὁ Θεός, γιατί μέσω τῆς ὑπομονῆς καί τῆς συγχώρεσης, συγχωρούμαστε γιά τίς δικές μας ἁμαρτίες. Αὐτό δέν θέλουμε; Εἶναι κανένας πού δέν θέλει νά συγχωρεθεῖ γιά τίς ἁμαρτίες του; Ὅλοι αὐτό θέλουμε. Λοιπόν, ὁ Θεός σοῦ λέει εἶναι πολύ ἁπλά τά πράγματα: Ἐγὠ σοῦ τά σβήνω ὅλα, ἄν συγχωρέσεις τόν ἐχθρό σου. Ἅμα ἀγαπήσεις τόν ἐχθρό σου. Τί πιό ἁπλό ἀπό αὐτό; Ἀλλά πολύ δύσκολο θά μοῦ πεῖτε, γιατί σκεφτόμαστε κοσμικά καί ὄχι πνευματικά. Ἄν τό σκεφτεῖς πνευματικά, εἶναι πανεύκολο. Τό βλέπεις ὡς εὐλογία.
- Ἐρ.: Ὅταν φεύγουμε ἀπό δῶ, λέω αὐτά πού εἶπε ὁ παπα-Σάββας -ὄχι ἐπειδή τά εἶπε ὁ παπα-Σάββας- ἐπειδή εἶναι τοῦ Θεοῦ, θά τά κάνουμε πράξη. Φεύγουμε δηλαδή μ’ ἕναν πόθο, μέ ἕναν ζῆλο, ὁ ὁποῖος διαρκεῖ ἀνάλογα. Ἄλλες φορές διαρκεῖ μία μέρα, ἄλλες δύο μέρες, ἄλλες φορές μπορεῖ καί μία ὥρα......... Ἐκεῖ πού πρέπει νά κάνουμε τά τοῦ Θεοῦ, κάνουμε τοῦ πονηροῦ καί πιάνουμε κουβέντα μέ κοσμικούς ἀνθρώπους καί ξεφεύγουμε. Πῶς θά ἀποφύγουμε αὐτούς τούς ἀνθρώπους πού μᾶς κάνουν ζημιά πνευματική; Μήπως φταῖμε κι ἐμεῖς;....................
- Ἀπ.: Ὁ Κύριος τί λέει; «Ἄν σέ σκανδαλίζει τό μάτι σου βγάλ’ το, ἄν σέ σκανδαλίζει τό χέρι σου κόψ’ το» (Ματθ. 5,29). Μάτι καί χέρι βέβαια δέν ἐννοεῖ νά βγάλουμε τό μάτι μας ἤ νά κόψουμε τό χέρι μας. Εἶναι κάποιοι ἄνθρωποι πού εἶναι πολύ κοντινοί μας, οἱ ὁποῖοι ὅμως μᾶς ρίχνουν σέ πειρασμό.
- Τί θά πεῖ μᾶς σκανδαλίζουν;
Σκανδαλίζω θά πεῖ σπρώχνω τόν ἄλλον μακριά ἀπό τόν Θεό, στήν ἁμαρτία δηλαδή, στό κακό. Πῶς τόν σπρώχνω; Μέ ἕναν λόγο, μέ μιά συμπεριφορά, μέ ἕναν τρόπο ζωῆς πού θέλω νά τόν ἐπιβάλλω στόν ἄλλον. Σοῦ λέει: -Δέν θά ἔρθεις ἀπόψε μαζί μου στό μπαράκι; Τί φίλος εἶσαι; Μά ἐσύ ξέρεις ὅτι ἄν πᾶς ἐκεῖ θά σκανδαλιστεῖς. Θά ἔχεις ἕνα σωρό προκλήσεις γιά νά ἁμαρτήσεις, μέ τή σκέψη, μέ τά μάτια, ἴσως καί χειρότερα μέ τό σῶμα. Πρέπει νά τόν κόψεις αὐτόν. Δέν μπορεῖς νά εἶσαι φίλος μ’ αὐτόν. Σ’ αὐτούς ἀναφέρεται ὁ Χριστός, ὅταν λέει σέ σκανδαλίζει τό μάτι σου βγάλ’ το. Θά πεῖς τώρα –Εἶναι μερικοί πάρα πολύ δικοί μας, τί θά γίνει; Εἶσαι στό σπίτι, ἄς ποῦμε, πᾶς στό δωμάτιο βουίζει ἡ τηλεόραση, λές ἐγώ προσπαθῶ νά συγκεντρωθῶ λίγο... Θά φωτίσει ὁ Θεός, θά ρωτήσεις καί τόν πνευματικό, θά βρεῖς κάποιους τρόπους νά ἡσυχάσεις. Λίγο νά ἀπομονωθεῖς, λίγο νά προσευχηθεῖς καί λίγο νά διαβάζεις.
Πολύ βοηθάει ἡ πνευματική μελέτη. Νά αὐτό τό βιβλίο εἶναι τοῦ ἁγίου Πορφυρίου ‘Βίος καί λόγοι’, νά τό διαβάζετε. Ὅσο μπορεῖτε περισσότερο νά διαβάζετε, γιατί σήμερα οἱ ἄνθρωποι δέν προσευχόμαστε πολύ –κακῶς!- ἀλλά ἐπειδή ἔχουμε συνηθίσει καί ἀπό τό σχολεῖο, μᾶς ἔρχεται πιό εὔκολο νά διαβάζουμε. Διαβᾶστε πνευματικά, μή χάνετε τόν καιρό σας μέ τήν τηλεόραση καί τό διαδίκτυο καί ὅλα αὐτά. Πολύτιμος χρόνος, ὁ ὁποῖος δέν ξαναγυρνάει ποτέ πίσω. Γεμίστε τήν ψυχή σας μέ πνευματική μελέτη καί μετά αὐτό θά σᾶς βοηθήσει καί νά προσευχηθεῖτε, ἀλλά προπάντων θά σᾶς βοηθήσει νά ἀποκτήσετε τό σωστό νόημα ζωῆς, γιατί ζοῦμε καί πῶς πρέπει νά βλέπουμε τά πράγματα, νά τά διακρίνουμε σωστά.
Ἀναφερθήκαμε λίγο στή στενοχώρια. Ἁπλά πράγματα κι ὅμως ὁ πολύς κόσμος δέν τά ξέρει κἄν ἤ δέν τά ἔχει σκεφτεῖ ἤ δέν τά ἔχει διαβάσει καθόλου. Εἶναι ἀπαραίτητη κάποια πνευματική προσπάθεια καί τότε ἰσορροπεῖ ὁ ἄνθρωπος. Ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος: Ἂν πήγαινε κανείς στό ψυχιατρεῖο καί διάβαζε στούς ἀσθενεῖς, στούς ψυχοπαθεῖς, Ἀββᾶ Ἰσαάκ Σύρο, θά ἄδειαζε τό ψυχιατρεῖο γιατί οἱ ἄνθρωποι θά ἔβρισκαν τό νόημα τῆς ζωῆς τους. Ἐννοεῖται καί νά τά ἐφάρμοζαν κιόλας, ὄχι μόνο νά τά ἄκουγαν. Θά ἔβρισκαν τό σωστό νόημα τῆς ζωῆς, θά θεραπευόντουσαν ψυχικά οἱ ἄνθρωποι.
Γιατί οἱ ψυχικές ἀρρώστιες δέν εἶναι μόνο θέμα ἐγκεφάλου, εἶναι καί θέμα πνευματικό, ψυχικῆς δηλαδή τοποθέτησης ἀπέναντι στόν Θεό. Ἔλεγε κάποιος -καί πολύ σωστά- ὅτι οἱ ψυχικές νόσοι γιά νά θεραπευτοῦν χρειάζονται 67% προσευχή καί 33% φάρμακο. Τό μεγαλύτερο ποσοστό τό ἔχει ἡ προσευχή, δηλαδή ἡ προσευχή συμβάλλει θεραπευτικά κατά 67%, ἐνῶ τά φάρμακα βοηθοῦν κατά 33% μόνο. Σήμερα δίνουμε μόνο φάρμακα. Ἄν δίναμε καί νόημα ζωῆς σ’ αὐτούς τούς ἀνθρώπους μέσα ἀπό τήν πνευματική μελέτη καί τήν πνευματική ζωή, θά θεραπευόντουσαν πλήρως.
Κι ἐμεῖς οἱ σύγχρονοι ἄνθρωποι κινδυνεύουμε νά ἀρρωστήσουμε ψυχικά. Θά δεῖτε σέ λίγα χρόνια, ὅσοι δέν κάνουν πνευματική ζωή, θά ἀρρωσταίνουν ψυχικά. Δέν εἶμαι προφήτης, οὔτε ἔχω προορατικό, ἀλλά οἱ ἐπιστήμονες τό λένε ὅτι οἱ ψυχικές νόσοι ὅλο καί αὐξάνονται. Γιατί; Γιατί οἱ ἄνθρωποι δέν βρίσκουν νόημα ζωῆς καί δέν διακρίνουν σωστά τά πράγματα καί στενοχωριοῦνται, ἐνῶ πρέπει νά χαίρονται.
Ὅπως εἴπαμε προηγουμένως τό παράδειγμα: σέ συκοφαντοῦν, πανηγυρίζεις, ἐνῶ ὁ ἄλλος τρελαίνεται μέ μιά συκοφαντία, μέ ἕναν διωγμό, μέ μιά ἐχθρότητα. Σοῦ λέει τί τοῦ ἔκανα καί εἶναι ἐχθρός μου; Μπορεῖ νά μήν ἔκανες τίποτα σ’ αὐτόν, ἀλλά ἔχεις κάνει ἄλλα πού εἶναι τρισχειρότερα καί ἄν τόν συγχωρήσεις καί τόν ἀγαπήσεις καί προσευχηθεῖς μέ εἰλικρίνεια γι’ αὐτόν, θά γλιτώσεις ἀπ’ ὅλα τά ἄλλα καί δέν θά ρεζιλευτεῖς δημόσια κατά τή Δευτέρα Παρουσία. Γιά ὅσα δέν συγχωρεθοῦμε καί δέν μετανοήσουμε, ὅλα αὐτά θά δημοσιοποιηθοῦνε στή Δευτέρα Παρουσία. Θά παίξει τό βίντεο τοῦ Θεοῦ μέ ὅλες μας τίς ἁμαρτίες. Καί ὅσο τώρα νομίζεις ὅτι κρύβεσαι, τότε δέν θά μπορεῖς νά κρυφτεῖς καί θά γίνεις παγκόσμιο θέαμα μέ ὅλα αὐτά τά αἴσχη πού ἔχεις κάνει καί δέν τά ἔσβησες μέ τή συγχώρεση τοῦ ἄλλου.
Μπορεῖ καί νά τά ἐξομολογήθηκες. Ἄν δέν ἔχεις συγχωρήσει τόν ἄλλον, δέν σοῦ συγχωροῦνται. Στά ζητάει πάλι ὁ Θεός καί θά στά δείξει ὅλα. Ὁ Θεός νά φυλάει. Καί μεῖς ὅμως νά φυλάξουμε τόν ἑαυτό μας καί νά κάνουμε τό στοιχειῶδες, νά συγχωρέσουμε, νά ἀγαπήσουμε τόν ὁποιοδήποτε ἄλλον.
Ἑπομένως, προσοχή πολύ στό περιβάλλον πού ζοῦμε, νά ἀνανεώνουμε αὐτά τά ὡραῖα πού μᾶς λένε οἱ ἅγιοι καθημερινά. Κάθε μέρα εἶναι σάν μιά ζωή ὁλόκληρη. Ὁ ὕπνος τῆς νύχτας εἶναι ἕνας μικρός θάνατος καί ἡ κάθε καινούρια μέρα εἶναι σάν μιά καινούρια ζωή. Κάθε μέρα λοιπόν, ὅπως τρῶμε τό ψωμί μας καί τό φαγητό μας, θά πρέπει νά τρῶμε καί πνευματικά. Ἔλεγε ὁ ἅγιος Παΐσιος, θά ἔρθει ἐποχή πού θά σέ ρωτάει τό κράτος ‘Ἔκανες τήν προσευχή σου σήμερα;’. Γιατί θά καταλάβουν κάποια στιγμή οἱ ἄνθρωποι ὅτι εἶναι ἀναγκαῖο πράγμα ἡ προσευχή γιά νά ζήσουμε καί ὡς πρόσωπα καί ὡς κοινωνία.
Πῶς πάει ἡ κοινωνία ἔ; Ὅλο καί ἀποδιοργανωνόμαστε, ὅλο καί γινόμαστε πιό βάρβαροι καί ἡ μουσική πιό βάρβαρη καί ἡ ζωή πιό βάρβαρη καί οἱ σχέσεις οἱ ἀνθρώπινες πιό βάρβαρες καί ἡ ἀγριότητα ὅλο καί μεγαλύτερη. Ποῦ θά πάει αὐτό τό πράγμα; Θά φτάσει σέ ἕνα πλῆρες ἀδιέξοδο ἡ ἀνθρωπότητα καί θά καταλάβουμε ὅτι χρειάζεται αὐτή ἡ καθημερινή τροφοδοσία. Γι’ αὐτό εἶπε ὁ Χριστός μας: «οὐκ ἐπ᾿ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος» (Λουκ. 4,4). Δέν ζεῖ ὁ ἄνθρωπος μόνο μέ ψωμί.
Ξυπνᾶς, ἀνοίγεις τά μάτια σου, τί κάνεις; Τό πρῶτο πού πρέπει νά κάνεις εἶναι τόν σταυρό σου. Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ με, ἡ πρώτη σκέψη πρέπει νά εἶναι στόν Θεό. Ὁ ἄλλος μέ τό πού ἀνοίγει τά μάτια του, ἀμέσως ἄγχος. –Τί θά γίνει σήμερα; Πῶς θά ἀντιμετωπίσω αὐτό, τό ἄλλο; Ἔτσι δέν πρόκειται ποτέ νά λύσεις τά προβλήματά σου. Ἄν ἀρχίσεις μέ προσευχή, μέ ἄφημα στόν Θεό, θά δεῖς πῶς ὅλη ἡ μέρα σου θά κυλήσει ρολόι μετά, ὡραιότατα. Ἀφήνεσαι στόν Θεό, οὔτε θά στενοχωρεθεῖς, διαβάζεις τόν νόμο τοῦ Θεοῦ, κάνεις ἕνα φρεσκάρισμα καθημερινό. Αὐτά πού εἴπαμε, γιά τήν ἀγάπη καί τήν ἀνιδιοτέλεια πρέπει νά τά σκέφτεστε κάθε μέρα,. Γιατί ὁ διάβολος προσπαθεῖ κάθε μέρα νά εἰσχωρήσει καί νά μᾶς βάλει τό δικό του πνεῦμα, πού σοῦ λέει ‘τί δέν θά κοιτάξεις τόν ἑαυτό σου, τί θά κοιτᾶς τόν ἄλλον, χαζός εἶσαι’; Συνέχεια τέτοια μᾶς λέει. Μάλιστα ὄχι μόνο αὐτός καί οἱ ἄνθρωποι πού εἶναι ὑποταγμένοι σ’ αὐτόν. Μπορεῖ νά εἶναι καί μέσα στό σπίτι σου αὐτοί. Δέν πρέπει νά ἐπηρεάζεσαι. Γι’ αὐτό, νά ἔχουμε γερή καθημερινή πνευματική τροφοδοσία. Νά κάνουμε τόν δάσκαλο στόν ἑαυτό μας.
Ὁ ἅγιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, ἕνας πολύ ὡραῖος ἅγιος, ἦταν κάποια χρόνια ἔγκλειστος, δηλαδή ἔμενε μέσα σ’ ἕνα κελλί καί ἐκεῖ τοῦ πηγαίνανε τό φαγητό του, ἔκανε συνέχεια προσευχή, ἀλλά ξέρετε τί ἄλλο ἔκανε; Κάθε μέρα ἔκανε κήρυγμα στόν ἑαυτό του καί τόν ἀκούγανε ἀπ’ ἔξω τί ἔλεγε στόν ἑαυτό του. Πρέπει νά κάνεις αὐτό, ἐκεῖνο, τό ἄλλο... Δίδασκε τόν ἑαυτό του γιά νά τά ἐμπεδώνει, νά τά συνειδητοποιεῖ, νά τά φρεσκάρει μέσα του.
Καί αὐτά πού λέμε τώρα, ἴσως τά ἔχετε ἀκούσει κι ἄλλη φορά, ἀλλά πρέπει νά τά φρεσκάρουμε κάθε στιγμή, νά τά ἀνανεώνουμε γιατί τά ξεχνᾶμε. Ἕνας ἀπό τούς πιό μεγάλους ἐχθρούς εἶναι ἡ λήθη, λένε οἱ Πατέρες. Λήθη, θά πεῖ λησμονιά. Τά ξεχνᾶμε καί ἀπό τή λήθη μετά πᾶμε στήν ἄγνοια, πᾶμε στήν ἁμαρτία.
- Ἐρ.: ...........................
- Ἀπ.: Δέν ξέρω ἄν ἀκούσατε τήν ἐρώτηση, μιλάει γιά ἕνα εἰδικό θέμα -βέβαια δέν εἶναι τό θέμα μας αὐτό- πάνω στήν ἀγάπη, οἱ μεταμοσχεύσεις. Δηλαδή ἄν πάσχει ἕνα μέλος, ἄς ποῦμε, πρέπει τό ἄλλο μέλος νά δώσει τό ὄργανό του;
Ἐάν δέν πεθαίνει, μπορεῖ νά δώσει. Ἄς ποῦμε ἕνα νεφρό. Ὁ πατέρας στό παιδί πού εἴπατε, μπορεῖ νά δώσει γιατί δέν πεθαίνει, ἀλλά δέν ἐπιτρέπεται νά πεῖ θά δώσω τήν καρδιά, γιά παράδειγμα, γιατί θά πεθάνει ὁ ἴδιος μετά. Δέν εἶναι σωστό. Αὐτή εἶναι ἡ ἀπάντηση μέ λίγα λόγια.
- Ἐρ.: ...........................
- Ἀπ.: Εἶναι ἔνα δεῖγμα θυσιαστικῆς ἀγάπης.
- Ἐρ.: ...........................
- Ἀπ.: Ὁ Χριστός μας εἶπε νά γίνουμε ἕνα, ἀλλά εἶπε καί τήν προϋπόθεση. Πῶς θά γίνουμε ἕνα. Οἱ οἰκουμενιστές λένε νά γίνουμε ἕνα, ἀλλά δέν λένε τίς προϋποθέσεις. Τό πῶς. Τώρα μαζευτήκαμε ὅλοι ἐδῶ. Εἴμαστε ἕνα; Δέν εἴμαστε, ἄν δέν ἔχουμε τό ἕνα πνεῦμα, τό Ἅγιο Πνεῦμα, δηλαδή τοῦ Χριστοῦ. Κοιτᾶξτε τί λέει ὁ Χριστός: «τήν δόξαν ἥν δέδωκάς μοι δέδωκα αὐτοῖς» λέει στόν ἐν οὐρανοῖς Πατέρα Του. Δηλαδή τήν δόξαν, δηλαδή τήν χάρη τήν ἄκτιστη, τή δόξα πού μοῦ ἔδωσες τήν ἔδωσα σ’ αὐτούς, τούς Ἀποστόλους «ἵνα ὦσιν ἕν καθώς ἡμεῖς ἕν ἐσμεν». Αὐτή τή χάρη λοιπόν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πρέπει νά ἔχουμε μέσα μας ἐνεργό, γιά νά γίνουμε ἕνα.
Ἀλλά γιά νά μπορεῖς νά ἔχεις αὐτή τή χάρη, πρέπει νά ζεῖς μέσα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Θά μοῦ πεῖτε γιατί ἕνας Παπικός δέν μπορεῖ νά τήν ἔχει; Δέν μπορεῖ νά τήν ἔχει γιατί πρῶτον εἶναι ἀβάφτιστος. Δέν ὑπάρχει Βάπτισμα ἐκεῖ.
Δεύτερον τή βρίζει. Τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος οἱ Παπικοί, οἱ Ρωμαιοκαθολικοί τήν λένε κτίσμα. Δέν μπορεῖς λοιπόν νά ἔχεις τό Ἅγιο Πνεῦμα πού βρίζεις. Πῶς θά ἔρθει μέσα σου τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἀφοῦ τό βρίζεις; Ἀφοῦ δέν κάνεις αὐτά πού λέει. Γιατί ὁ Χριστός εἶπε: «ὁ πιστεύσας καί βαπτισθείς σωθήσεται» (Μαρ. 16,16). Εἶναι ἀναγκαῖο τό Βάπτισμα. Οἱ Παπικοί δέν κάνουν κάν Βάπτισμα. Κάνουν ράντισμα.
Ἀλλά δέν ἔχουν καί ἱερωσύνη. Ὁ Πάπας δέν ἔχει ἱερωσύνη, γιατί ἔχει χαθεῖ ἡ διαδοχή, ἡ ἀποστολική διαδοχή, ἐπειδή ἔχει φύγει ἀπό τήν ὀρθόδοξη πίστη, ἀπό τήν ὀρθή πίστη. Ἔβαλε τό φιλιόκβε. Ἔβαλε δηλαδή μέσα στό Σύμβολο τῆς Πίστεως ἕνα δόγμα πού εἶναι ψεύτικο, ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐκπορεύεται καί ἀπό τόν Υἱό. Λοιπόν, τά λέω πολύ συνοπτικά ἐπειδή δέν ἔχουμε πολύ χρόνο. Ἀλλά ἡ προϋπόθεση αὐτή πού σᾶς εἶπα, εἶναι ἀναγκαία γιά νά γίνουμε ἕνα. Συνεπῶς αὐτό πού λένε ὅλοι αὐτοί οἱ οἰκουμενιστές καί ἐμεῖς τό λέμε ἀλλά ὅταν ἔχουμε ἐνεργό τό Ἅγιο Πνεῦμα κι αὐτό δέν μπορεῖ νά γίνει, παρά μόνο ἄν γίνουμε ὅλοι Ὀρθόδοξοι.
Ἑπομένως, γινόμαστε ἕνα καί μέ τούς ἄλλους, ὅταν ὅμως οἱ ἄλλοι γίνουν Ὀρθόδοξοι, ἀλλιῶς δέν μποροῦμε νά γίνουμε ἕνα γιατί δέν ἔχουν τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, πού ἔχουμε ἐμεῖς -ὅταν ζοῦμε σωστά κι ἐμεῖς τό ἔχουμε ἐνεργό. Ἐκεῖνοι ὅμως ὡς ἀβάφτιστοι δέν τό ἔχουν καθόλου. Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι τό ἔχουμε ὅλοι, ὡς βαπτισμένοι, ἀλλά οἱ πιό πολλοί τό ἔχουμε, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Παΐσιος «μπαζωμένο» καί χρειάζεται ἡ μετάνοια.
Πότε θά γίνουμε ἕνα; Καί ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι δέν εἴμαστε ἕνα. Εἴμαστε; Δέν εἴμαστε γιατί ἔχουμε μπαζώσει τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ὅταν λοιπόν ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι ξεμπαζώσουμε καί ἐνεργοποιήσουμε τό Ἅγιο Πνεῦμα καί οἱ ἄλλοι βαπτιστοῦνε καί ἔχουν κι αὐτοί ἐνεργό τό Ἅγιο Πνεῦμα μέ τή σωστή ζωή καί τή σωστή πίστη, τότε θά γίνουμε ἕνα. Καί οἱ Προτεστάντες δηλαδή νά γίνουν Ὀρθόδοξοι καί οἱ Παπικοί καί οἱ Μουσουλμάνοι καί σ’ αὐτό μᾶς καλεῖ ὁ Χριστός καί αὐτό εἶναι τό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας: νά γίνουν ὅλοι ἕνα ἐν Χριστῶ, ἐν Ἁγίω Πνεύματι μέ ἐνεργό τή Θεία Χάρη καί αὐτό γίνεται μόνο στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
Ποιά εἶναι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ; Οἱ Προτεστάντες λένε ὑπάρχει μιά Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἀόρατη, ἄς ποῦμε εἶναι ὅλοι. Ποιά εἶναι ὅμως αὐτή ἡ Ἐκκλησία; Ὑπάρχει, εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Δέν εἶναι κάτι ἀόριστο καί δέν σημαίνει ὄτι αὐτός πού λέγεται χριστιανός, ὅτι εἶναι καί χριστιανός γιατί κι αὐτοί αὐτοαποκαλοῦνται χριστιανοί. Καί οἱ Ἰεχωβάδες λένε ὅτι εἶναι Ὀρθόδοξοι χριστιανοί καί μάρτυρες μάλιστα. Δέν εἶσαι ὅ,τι δηλώσεις. Εἶναι αὐτό πού ἀποδεικνύεται ἀπό τά σημεῖα πού δίνει ὁ Θεός. Ἐμεῖς ἔχουμε τά σημεῖα, τά θαύματα πού κάνει ὁ Θεός καί ἀποδεικνύουν τήν ἀλήθεια ὅτι ὁ Χριστός εἶναι μέ τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ὁ Χριστός εἶναι Ὀρθόδοξος. Δέν εἶναι ἐγωισμός αὐτό. Αὐτή εἶναι ἡ άλήθεια.
Θέλετε νά τό δεῖτε ὅτι ὁ Χριστός εἶναι Ὀρθόδοξος; Πᾶτε στά Ἱεροσόλυμα νά δεῖτε σέ ποιούς δίνει τό Ἅγιο Φῶς. Μόνο στούς Ὀρθόδοξους. Κάποτε προσπάθησαν οἱ Παπικοί νά τό πάρουν. Δέν βγῆκε! Καί μετά πῆγαν μέ κλάματα καί παρακαλοῦσαν τόν Ὀρθόδοξο νά μπεῖ μέσα στόν Πανάγιο Τάφο γιά νά βγάλει τό Ἅγιο Φῶς.
Ἄλλη φορά πῆγαν οἱ Κόπτες, οἰ Μονοφυσίτες, αὐτοί πού εἶναι τώρα στήν Αἴγυπτο κ.λ.π. πού λένε κι αὐτοί ὅτι εἶναι χριστιανοί. Δέν βγῆκε! Βγῆκε ἀπό τήν κολόνα τήν σκισμένη πού ὑπάρχει μέχρι σήμερα, ἄν πᾶτε στόν ναό τῆς Ἀναστάσεως. Κι ἄν πᾶτε ἐκεῖ στή σχισμή θά δεῖτε ὅτι εὐωδιάζει, ὅπως εὐωδιάζει καί ὁ Πανάγιος Τάφος γιατί τό φῶς τοῦ Χριστοῦ εὐωδιάζει. Νά ποῦ εἶναι ἡ ἀλήθεια. Στήν Ὀρθοδοξία εἶναι.
Νά σᾶς πῶ κι ἄλλη ἀπόδειξη; Ἄν πᾶτε στήν Ἀφρική ἔχει πάρα πολλούς μάγους. Πάρα πολλούς. Ἡ μαγεία ὀργιάζει στήν Ἀφρική καί ἔχει καί πάρα πολλούς δαιμονισμένους πού ταλαιπωροῦνται. Δηλαδή ἄνθρωποι πού ταλαιπωροῦνται ἀπό τά δαιμόνια. Λοιπόν, ἐκεῖ ὑπάρχουν καί οἱ Παπικοί, κάνουν κι αὐτοί τάχατες ἱεραποστολή. Ἀεραποστολή! Πᾶνε τούς δαιμονισμένους στούς Παπικούς καί ξέρετε τί λένε οἱ παπικοί παπάδες, πού δέν εἶναι παπάδες γιατί δέν ἔχουν τήν χάρη; Τούς στέλνουν στόν ὀρθόδοξο παπά γιατί λένε ἐμεῖς δέν ἔχουμε αὐτή τήν ἱκανότητα. Αὐτοί λέει βγάζουν τά δαιμόνια! Γιατί; Γιατί ἁπλούστατα δέν ἔχουν τήν ἀλήθεια. Δέν ἔχουν τό φῶς τοῦ Χριστοῦ. Καί κάποιος παπάς κάποτε ἀπό αὐτούς πού πῆγε νά διαβάσουν ἐξορκισμούς, τόν κάνανε κόσκινο τά δαιμόνια καί ἀπό τότε ὁ Πάπας ἔβγαλε διαταγή νά μήν ξαναδιαβάσουν ἐξορκισμούς οἱ παπάδες του. Νά ποιά εἶναι ἡ δύναμη..
Νά σᾶς πῶ κι ἄλλη ἀπόδειξη; Πᾶρτε παπικό ἁγιασμό νά δεῖτε πῶς θά βρωμήσει ἀμέσως καί γιά νά μή βρωμάει τοῦ βάζουν ἀλάτι μέσα. Πᾶρτε ὀρθόδοξο Ἁγιασμό, ἀπό ὀρθόδοξο παπά, ὁποιοδήποτε παπά, νά δεῖτε πού δέν χαλάει ποτέ. Νά οἱ ἀποδείξεις! Νά τά σημεῖα! Ἐπιβεβαιώνει ὁ Θεός ποῦ εἶναι ἡ ἀλήθεια. Καταλάβατε; Καί πολλά ἄλλα...
Ἀλλά καί αὐτά νά μήν εἴχαμε, ἔχουμε τό βίωμα, αὐτό πού ζοῦμε μέσα μας. Ὅταν ζήσουμε αὐτά πού λέμε ἐδῶ τώρα, πού λένε οἱ Ἅγιοί μας, ἔρχεται μέσα μας μιά εἰρήνη, μιά χαρά, πού δέν ἔρχεται μέ τίποτα. Οὔτε μέ ὅλα τά ταξίδια καί μέ ὅλες τίς κοσμικές ἀπολαύσεις καί μέ ὅλες τίς «χαρές» τοῦ κόσμου. Δέν ἔρχεται αὐτή ἡ χαρά πού σοῦ δίνει τό Ἅγιο Πνεῦμα, οὔτε αὐτό τό φῶς, οὔτε αὐτή ἡ εἰρήνη. Δοκιμᾶστε το καί θά δεῖτε. Τί εἰρήνη ἔρχεται μέσα στήν ψυχή σου, ὅταν ταπεινωθεῖς, ὅταν κάνεις ἕναν ἁπλό ταπεινό λογισμό! Τεράστια εἰρήνη καί πολύ περισσότερο, ὅταν τό κάνεις συνεχῶς αὐτό στή ζωή σου. Πάει καί τό ἄγχος, πᾶνε καί οἱ ἀνασφάλειες, πᾶνε καί οἱ φοβίες, πᾶνε καί οἱ καταθλίψεις, πᾶνε τά πάντα. Ἀπό ἐκεῖ καταλαβαίνεις ὅτι ὁ Χριστός μας εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός.
Ἡ ἑνότητα λοιπόν προϋποθέτει τή χάρη, τήν ἐνεργό χάρη. Ἄρα ὅλα αὐτά πού λένε οἱ οἰκουμενιστές δέν ἰσχύουν, δέν μποροῦν νά γίνουν γιατί αὐτοί δέ ζητᾶνε ἀπό τούς Παπικούς καί ἀπό τούς Προτεστάντες νά βαφτιστοῦν, ἀλλά λένε νά γίνουμε ἕνα μέ αὐτούς ὅπως εἶναι τώρα. Εἶναι λάθος. Δέ μπορεῖ νά γίνει ποτέ αὐτό γιατί αὐτοί σᾶς εἶπα εἶναι ἀβάπτιστοι.
Ξέρετε πόσο διαφέρει ἕνας βαφτισμένος ἀπό ἕναν ἀβάφτιστο; Ὅσο διαφέρει ἕνας ἄνθρωπος ἀπό μιά καρέκλα καί λίγο λέμε. Γιατί; Γιατί ὁ βαφτισμένος ἔχει τόν Ἄκτιστο Θεό, ἔχει τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἔχει τόν Θεό. Ὁ ἀβάφτιστος δέν τό ἔχει. Πόσο διαφέρει ὁ Θεός ἀπό τόν ἄνθρωπο; Ἄπειρα. Μπορεῖ νά γίνει ἕνα ἕνας ἄνθρωπος μέ μιά καρέκλα; Δέν μπορεῖ. Πολύ περισσότερο ἕνας βαφτισμένος ἀπό ἕναν ἀβάφτιστο.
Γιά αὐτό τόν λόγο δέν ἐπιτρέπεται γάμος μεταξύ παπικοῦ καί ὀρθόδοξου. Δέν ἐπιτρέπεται. Θά μοῦ πεῖτε –Πῶς τό κάνουν; Τό κάνουν κατ’ οἰκονομία, διαβάζουν κάποιες εὐχές. Ἀλλά κανονικά, μέ τούς κανόνες τῆς Ἐκκλησίας πρέπει νά λυθεῖ αὐτός ὁ γάμος. Νά βαπτιστεῖ αὐτός πού εἶναι ἀβάπτιστος καί μετά μποροῦν νά γίνουν ἕνα, νά κάνουν γάμο. Τό κάνει ἡ Ἐκκλησία κατά ἄκρα οἰκονομία, μή τυχόν καί αὐτοκτονήσουν. Ἀλλά δέν εἶναι σωστό αὐτό, οὔτε ἐπιτρέπεται νά τό νομιμοποιήσουμε, σάν νά μή συμβαίνει τίποτα.

Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου