Πέρα από κάποιες σπάνιες εκφράσεις του φιλικές για την Ελλάδα, ο Ν.Κ. παρουσιάζεται σε πάρα πολλά σημεία των έργων του και ιδιαίτερα στις επιστολές του σαν ένας από τους χειρότερους ανθέλληνες της Ιστορίας. Όταν, δηλ., βρέθηκε στη Μόσχα, έγραψε στις 28.10.1927, μια επιστολή στο φίλο του Πρεβελάκη, στην οποία μεταξύ άλλων αναφέρει και τα εξής: «Πόσο μακριά βρίσκεσαι εδώ απ’ την επιπόλαιη, φτενή, μικρόμυαλη, μικρόψυχη Ελλάδα. Τι ντροπή ν’ ανήκης σε μια ράτσα ξεπεσμένη, ξεπλυμένη, φελάχα! Πρέπει όλα αυτά να τα νικήσουμε, να ξεφύγουμε, να πολεμήσουμε μέσα μας ό,τι μας σμίγει με το ρωμέικο αίμα» (Γράμμα 41, Πρεβελάκη, 400 Γράμματα, σελ. 56).
Κατά παρόμοιο δε τρόπο έγραψε και στις 9.4.1929 και πάλι από τη Μόσχα τα εξής: «Προτιμώ τη Γερμανία απ’ τη Γαλλία. Το Παρίσι μυρίζει πολλή Ελλάδα και η Ελλάδα -οι Έλληνες- μου είναι μισητή» (Γράμμα 79, Πρεβελάκη, 400 Γράμματα, σελ. 121).
Τόσο μεγάλη, δηλ., ήταν η αποστροφή που ένοιωθε για την Ελλάδα, ώστε να εύχεται να του κοπεί «κάθε πιθανότητα εργασίας στην Ελλάδα», γιατί «δεν τη θέλει» (Γράμμα 83, Πρεβελάκη, 400 Γράμματα, σελ. 133). Κατά παρόμοιο, άλλωστε, τρόπο γράφει και στην επιστολή της 23.3.1932 ότι «πρέπει να κάνωμε τα πάντα να μη γυρίσουμε στην Ελλάδα. Η επιστροφή μας εκεί θάναι σίγουρα ένα μεγάλο βήμα προς τα πίσω» (Γράμμα 150, Πρεβελάκη, 400 Γράμματα, σελ. 311-312).
Για την Ελλάδα ακριβέστερα ο Ν.Κ. δεν ένοιωθε μονάχα αποστροφή και δυσφορία (Γράμμα 117, Πρεβελάκη, 400 Γράμματα, σελ. 216), αλλά και οργή και αηδία. «Τώρα που τη συλλογούμαι (την Ελλάδα)», γράφει στο γράμμα 204, που έγραψε στην Αίγινα στις 8.8.1934, «με κυριεύει η οργή και η αηδία για τους Ρωμιούς. Ποτέ δεν τους μίσησα και δεν τους σιχάθηκα τόσο» (Πρεβελάκη, όπ.π., σελ. 429). Δικαιολογώντας μάλιστα την οργή αυτή και την αηδία, που ένιωθε για την Ελλάδα, γράφει χαρακτηριστικά σε μια άλλη επιστολή του, ότι «τίποτε απ’ ό,τι τους ενδιαφέρει δεν μ’ ενδιαφέρει. Κανένα απ’ τα προβλήματά τους τα πνευματικά δεν με απασχολεί» (Γράμμα 372, Πρεβελάκη, όπ.π., σελ. 642). Επεξηγώντας δε ακόμη περισσότερο το γιατί σιχαινόταν και μισούσε την Ελλάδα, από την οποία πάσχισε με κάθε τρόπο να λυτρωθεί (Γράμμα 400, Πρεβελάκη, όπ.π., σελ. 62), αναφέρει σε κάποια στιγμή στο «Ζορμπά», ότι «γλύτωσα από την πατρίδα, γλύτωσα από τους παπάδες» (Ζορμπάς, σελ. 268). Η Ελλάδα, δηλ., ήταν συνδεδεμένη αδιάρρηκτα με την Ορθοδοξία και τους ιερείς της, που δίδασκαν το Ευαγγέλιο, το οποίο ο Ν.Κ. είχε, ως Μασόνος, απαρνηθεί για πάντα. Στην Ελλάδα, με άλλα λόγια, δεν έπιασε η προσπάθειά του για την ίδρυση της νέας θρησκείας του πανσεξουαλισμού και των διαστροφών, που ο ίδιος πάσχισε να στεριώσει. Για τον λόγο αυτό έμεινε συνήθως αδιάφορος για την Ελλάδα και τα προβλήματά της κατά τρόπο, θα έλεγε κανένας, εγκληματικό και εξοργιστικό.
«Αν μάθω (πως) πήραν την Πόλη οι Έλληνες», γράφει για τούτο στο Ζορμπά, «είναι το ίδιο για μένα, αν πάρουν την Αθήνα οι Τούρκοι» (Ζορμπάς, σελ. 179).
Σαν κοσμογυρισμένος που ήταν, δηλ., ήθελε να παρουσιάζεται ως κοσμοπολίτης, βάζοντας στην ίδια θέση τους Έλληνες με τους Τούρκους και τους Βούλγαρους (Βλ. Ζορμπάς, σ. 268), δηλ. με εκείνους, από τους οποίους έμαθε το μίσος. Στην πραγματικότητα όμως προτιμούσε, ως Μασόνος που ήταν, πάντοτε τους Εβραίους.
«Ας είναι καλά η μοίρα μου», γράφει χαρακτηριστικά στο Γκρέκο, ‘…ας είναι καλά με ρίχνει πάντα μέσα σε οβραίικες ψυχές· θαρρώ πως πολύ καλύτερα από τις χριστιανικές, αυτές μου ταιριάζουν» (Αναφορά στο Γκρέκο, σελ. 443).
Ενώ όμως του ταίριαζαν οι «οβραίικες» ψυχές και για τούτο αγαπούσε τους «Οβραίους», μεταξύ των οποίων βρήκε αρχικά κάποια ανταπόκριση στη διάδοση των ιδεών του, για τους Έλληνες δε βρίσκει κανένα καλό λόγο να πει, παρά μονάχα ότι «είναι χοντροί, αναίσθητοι, πρόστυχοι» (Έλλης Αλεξίου, Για να γίνει μεγάλος, σελ. 381) και ότι η βρωμερή γενιά τους «θα ψοφήσει» (Έλλης Αλεξίου, όπ.π., σελ. 136). Εκδηλώνοντας μάλιστα πιο καθαρά τη φρίκη που του προξενούσαν «οι άτιμοι ομόφυλοι» (Έλλης Αλεξίου, σελ. 136), γράφει χαρακτηριστικά ότι δε θέλει τίποτε άλλο, παρά να χαθεί ήσυχα, «πολεμώντας, παλεύοντας τους άθλιους Ρωμιούς» (Έλλης Αλεξίου, σελ. 136), τους οποίους σιχάθηκε και δεν τους θέλει (Καποδ. 34) με κανένα τρόπο.
Παρά τις πιο πάνω ύβρεις του όμως για την Ελλάδα και παρά την προσπάθειά του να «χτυπήσει» τον Ελευθέριο Βενιζέλο (Ι. Κασσομενάκη, όπ.π., σελ. 230), πολλοί Έλληνες τίμησαν και τιμούν το Ν.Κ. εξαιτίας της μασονικής και μόνο ιδιότητάς του. Κατά τη διάρκεια της ζωής του, δηλ. ακόμη είχε διαδοθεί η φήμη ότι είχε αρνηθεί «Τα πάτρια» (Αναφορά στο Γκρέκο, σελ. 516), ότι ήταν φιλογερμανός και μετέφερε τις ειδήσεις στο Γερμανό φίλο του Βέλτερ (Έλλης Αλεξίου, όπ.π., σελ. 228), ενώ «δεν είχε το θάρρος να συγκρουσθεί με την εξουσία» (όπ.π., σελ. 271) ποτέ, λέγοντας την αλήθεια. Παρόλα αυτά όμως, τιμάται σήμερα από τους εκπροσώπους της πατρίδας, σαν να αποτελεί μία νέα θεότητα, γιατί είχε, κατά τον π. Ιωάννη Βράνο, τη «μασονική υποστήριξη, το χρήμα τους, τα πρόσωπα κλειδιά τους και πολιτικές υποστηρίξεις» (όπ.π., σελ.11).
Αν ζυγοσταθμίσει, δηλ., κανένας ιδιαίτερα τον εγκληματικό ρόλο της Γερμανίας στα χρόνια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και τις προδοτικές αναφορές του φιλογερμανού Ν.Κ. σε Γερμανούς, σαν τον Βέλτερ, τότε θα έπρεπε να διαγράψει για πάντα το όνομά του από τον κατάλογο των Ελλήνων και να τον κατατάξει στον κατάλογο όχι μονάχα των μεγαλυτέρων αιρετικών και αθέων, αλλά ταυτόχρονα και μισελλήνων και προδοτών, που άφησαν, σαν τον Ιούδα, αποτρόπαιο όνομα μέσα στην Ιστορία.
Αν δώσει επίσης ιδιαίτερη βαρύτητα στην εκτίμηση που έτρεφε προς όλους τους μεγάλους δικτάτορες και εγκληματίες πολέμου (Χίτλερ, Μουσολίνι, Φράνκο κλπ), τότε θα αντιληφθεί ότι δεν έπρεπε να πάρει το βραβείο ειρήνης αυτός, που «δούλευε με τα αυλικά του φασισμού» (Λ. Ζωγράφου, όπ.π., σελ. 312), αλλά το βραβείο του υμνητή των μεγαλυτέρων σφαγέων της ανθρωπότητας και της αδιαφορίας για την πατρίδα. Ο ίδιος άλλωστε ο Κ., που χαρακτηρίσθηκε από πολλούς ως νέος Μωάμεθ, διαβεβαίωσε ότι «όποιος δεν έκλεψε, δεν πρόδωσε ποτέ του και δεν νογάει βαρύ φονιά του νου, να σηκωθή να φύγη» (Οδύσσεια, 342).
ΠΗΓΗ:
Αχιλλέως Β. Πιτσίλκα, Δρ, Θεολογίας, Μασωνικαί επιδράσεις στο έργο του Ν.Καζαντζάκη, μέρος Γ΄, κεφ. γ΄,γ( Δημοσιεύτηκε σε 11 συνέχειες στον Ορθόδοξο Τύπο
Από τις 9 Οκτωβρίου 1998 μέχρι τις 18 Δεκεμβρίου 1998)
Από τις 9 Οκτωβρίου 1998 μέχρι τις 18 Δεκεμβρίου 1998)
http://aktines.blogspot.gr/2014/02/blog-post_3360.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου