Παπαχαράλαμπος Διονυσιάτης
Ἀλλά γιά νά καταλάβουμε μέ πόσην τέχνη μετασχηματίζεται, κατά τήν Γραφήν, ὁ διάβολος σέ ἄγγελον φωτός, ἀναφέρω καί τό ἀκόλουθο:
Ὅταν ἐγκαταβιώσαμε στό Μπουραζέρι, ἕνας γείτονας ἀσκητής μᾶς ἐπισκέφθηκε. Ἀφοῦ ἀναπαύθηκε πολύ, καθώς ἔλεγε, μέ τό πρόγραμμα τοῦ κελλιοῦ μας, ἐξομολογήθηκε στόν Γέροντα. Στή συνέχεια μπῆκε στό ἴδιο πρόγραμμα τῆς ἀγρυπνίας στό κελλάκι του. Κατά δέ τήν ὥρα τῆς Θ. Λειτουργίας, δηλαδή μεσάνυχτα, ἐρχόταν καί αὐτός μέ τό φαναράκι του καί συμμετεῖχε στήν θεία λατρεία καθημερινῶς.
Δέν πέρασαν ὅμως πολλές ἡμέρες καί ὁ ἀσκητής αὐτός διαφώνησε μέ τόν Γέροντα. Τά χαλάσανε κι ἔφυγε. Βγαίνοντας ἀπό τό κελλάκι τοῦ Γέροντα, ἔτυχε νά εἶμαι ἀπ᾿ ἔξω. Τό μόνο πού ἔπιασε τό αὐτί μου, ἄκουσα νά μονολογῆ ὁ ἀσκητής: «Ἀκοῦς ἐκεῖ νά μή πιστεύει! Τόν Χριστό νά λέη διάβολον!».
Ἀπόρησα γι᾿ αὐτά πού ἄκουσα ἀλλά δέν μποροῦσα νά ὑπεισέλθω σέ θέματα ἐξομολογήσεως. Ἀφοῦ ξέκοψε τελείως ἀπό ἐμᾶς, τόν συναντῶ μιά μέρα μέ τό γαϊδουράκι του στόν δρόμο τῶν Καρυῶν. Ἀφοῦ ἀλληλοχαιρετηθήκαμε ἐγκαρδίως, στή συνέχεια τόν ρώτησα, γιατί ἄργησε νά ξανάλθη στό Μπουραζέρι. Τότε βρῆκε τήν εὐκαιρία νά μοῦ ἐξηγήση: