Ζ’
ΠΕΡΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ
Η ψυχή μου Σε εγνώρισε, Κύριε, και διηγούμαι τα ελέη Σου εις τον λαόν Σου.
Μη θλίβεσθε, λαοί, διότι δύσκολος είναι η ζωή. Αγωνίζεσθε μόνον κατά της αμαρτίας και ζητείτε παρά του Κυρίου βοήθειαν, και Αυτός θα δώση εις υμάς το ωφέλιμον, διότι είναι ελεήμων και αγαπά ημάς.
Ώ, λαοί! Μετά δακρύων γράφω αυτάς τας γραμμάς. Η ψυχή μου επιθυμεί όπως γνωρίσητε τον Κύριον και ίδητε το έλεος και την δόξαν Αυτού. Είμαι εβδομήντα δύο ετών, και επλησίασα τον θάνατον, και γράφω περί του ελέους του Κυρίου, όπερ έδωκεν εις εμέ ο Κύριος να γνωρίσω δια Πνεύματος Αγίου. Ώ, εάν ήτο δυνατόν, θα ανεβίβαζον υμάς εις όρος υψηλόν, ίνα δυνηθήτε να ίδητε εκ του ύψους της κορυφής το πράον και ελεήμον πρόσωπον του Κυρίου, και θα ηγαλλιώντο αι καρδίαι υμών.
Αλήθειαν λέγω εις υμάς. Δεν γνωρίζω ουδέν καλόν εις εμέ και έχω πολλάς αμαρτίας, αλλ’ η χάρις του Αγίου Πνεύματος εξήλειψε τας αμαρτίας μου, και γνωρίζω ότι, εις όσους παλαίουν κατά της αμαρτίας, ο Κύριος χαρίζεται ουχί μόνον την άφεσιν, αλλά και την χάριν του Αγίου Πνεύματος, ήτις χαροποιεί και πληροί την ψυχήν μετά βαθείας και γλυκείας ειρήνης.
Ώ, Κύριε, Συ αγαπάς το πλάσμα Σου· και τις δύναται να κατανοήση την αγάπην Σου ή να γευθή της γλυκύτητος αυτής, εάν δεν διδάξης Συ ο Ίδιος αυτόν δια του Αγίου Σου Πνεύματος;
Δέομαι ουν Σου, Κύριε, εξαπόστειλον επί τον κόσμον Σου την χάριν του Αγίου Πνεύματος, ίνα οι πάντες γνωρίσουν την αγάπην Σου. Θέρμανον τας τεθλιμμένας καρδίας των ανθρώπων, όπως εν χαρά δοξάζουν το έλεος Σου.
Παράκλητε αγαθέ, μετά δακρύων Σε ικετεύω, παρηγόρησον τας τεθλιμμένας ψυχάς του κόσμου Σου. Δος εις πάντας τους λαούς να ακούσουν της γλυκείας Σου φωνής: «Αφέωνται υμίν αι αμαρτίαι». Ναι, Κύριε, εις την εξουσίαν Σου είναι να ποιής θαύματα, και δεν υπάρχει μεγαλύτερον θαύμα της αγάπης προς τον αμαρτωλόν εν τη πτώσει αυτού. Τον άγιον είναι εύκολον να αγαπάς, είναι άξιος.