Σελίδες

Κυριακή 17 Απριλίου 2022

«Ὅταν ἀκηδιάσεις, νὰ θυμᾶσαι τὸν θάνατο καὶ τὶς φοβερὲς κολάσεις» Ἀββᾶ Μάρκου- Ἀρχιμανδρίτου Σάββα Ἁγιορείτου




Κήρυγμα 27/2/22

«Ἐὰν ἐνῷ προσεύχεσαι πέσεις σὲ ἀκηδία ἤ βρεθεῖς ἀπὸ κακία σὲ παντὸς εἴδους θλίψη, θυμήσου τὸν θάνατο καὶ τὶς φοβερὲς κολάσεις» μᾶς συμβουλεύει ὁ Ἅγιος Μάρκος ὁ Ἀσκητής στὸ σύγγραμμά του Περὶ τῶν οἰομένων ἐξ ἔργων δικαιοῦσθαι ποὺ ὑπάρχει στὸν Α’ τόμο τῆς Φιλοκαλίας, ἐὰν πέσεις σὲ ἀκηδία ἐνῷ προσεύχεσαι. «Ἀκηδία εἶναι» ὅπως λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, «ἡ ἀδιαφορία, ἡ ἀμέλεια, ἡ βαρεμάρα». Εἶναι ὅπως τὸ λέει ἀκριβῶς, «ὁ περιεκτικὸς θάνατος τῆς ψυχῆς». Δηλαδή, ὁ ἄνθρωπος δὲν ἔχει ὄρεξη πλέον νὰ ἀγωνιστεῖ πνευματικά. Καὶ αὐτὴ ἡ κατάσταση βέβαια ἔρχεται ἀπὸ πονηρὸ πνεῦμα. Ἀλλὰ βεβαίως, φταίει καὶ ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἀφήνεται. «Ἐὰν ἀκηδιάσῃς» λοιπὸν «προσευχόμενος» σοῦ ἔρθει αὐτὸ τὸ πονηρὸ πνεῦμα καὶ σοῦ βάλει αὐτὸν τὸν λογισμὸ νὰ σταματήσεις, νὰ τὰ παρατήσεις, νὰ μὴν ἀγωνίζεσαι πλέον καὶ προσεύχεσαι, «ἤ ἀπὸ κακίας πολυτρόπως θλιβόμενος» ἤ ἐπειδὴ ἔπεσες σὲ κάποια κακία, σὲ κάποια ἁμαρτία καὶ γι’ αὐτὸ θλίβεσαι, γιατὶ τὰ ἀποτελέσματα τῆς ἁμαρτίας εἶναι ἡ θλίψις καὶ ὁ πνευματικός θάνατος, τί νὰ κάνεις τότε; «Μνημόνευσον τῆς ἐξόδου καὶ τῶν χαλεπῶν κολάσεων»· θυμήσου τὸν θάνατό σου, τὴν ἔξοδό σου ἀπὸ αὐτὴ τὴ ζωὴ καὶ τὶς φοβερὲς κολάσεις. Εἶναι βέβαια καλλίτερο τὸ νὰ προσκολλᾶται κανεὶς στὸν Θεὸ μὲ προσευχὴ καὶ ἐλπίδα, παρὰ νὰ ἔχει μνῆμες ἔξω καὶ πέρα ἀπὸ τὸν Θεό, ἀκόμα καὶ ἄν τυχαίνει νὰ εἶναι ἐπωφελεῖς· «κρεῖσσον δὲ τὸ προσκολλᾶσθαι τῷ Θεῷ διὰ προσευχῆς, καὶ ἐλπίδος, ἤ μνήμας ἔχειν ἐξωτέρας, κἄν ἐπωφελεῖς τυγχάνωσιν». Βέβαια, εἶναι πολὺ ἀνώτερο νὰ προευχόμαστε, λέει ὁ Ἀββᾶς Μάρκος, ἀλλὰ ὅμως, ὅταν ὑπάρχει αὐτὴ ἡ κατάσταση τῆς ἀκηδίας, βοηθάει πολὺ τὸ νὰ θυμόμαστε τὸν θάνατό μας. Αὐτὴ ἡ μνήμη τοῦ θανάτου εἶναι κάτι τὸ ὁποῖο πάρα πολὺ βοηθάει τὸν πνευματικὸ ἀγωνιστή.

«Μερικοὶ νομίζουν σφαλερὰ» λέγει ὁ Ἅγιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος, «πὼς ἡ μνήμη τοῦ θανάτου δηλητηριάζει τὴ ζωή. Δὲν τὴν δηλητηριάζει. Ἀπεναντίας, μᾶς διδάσκει νὰ εἴμαστε προσεκτικοὶ καὶ νὰ ἀπέχουμε ἀπὸ ὅλα ὅσα πραγματικὰ δηλητηριάζουν τὴ ζωή, τὴν ἀληθινὴ ζωή. Καὶ αὐτὰ βέβαια εἶναι ἡ ἁμαρτία, ἡ κακία, τὰ πάθη. Αὐτὰ πρέπει νὰ ἀποφεύγουμε ὡς δηλητήρια, ὡς ὀλέθρια καὶ ὄχι τὸν θάνατο. Ἄν θυμόμασταν περισσότερο τὸν θάνατο, θὰ ὑπῆρχε λιγότερη σύγχυση στὴ ζωή μας» λέει ὁ Ὅσιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος. Θὰ ὑπῆρχε ὀλιγότερη σύγχυση στὴ ζωή μας, τόσο στὴν προσωπική ὅσο καὶ στὴν κοινωνική. «Γιατί, τί εἶναι ὁ θάνατος; Ὁ θάνατος οὐσιαστικὰ εἶναι μία εὐεργεσία» ὅπως λέει ὁ μακαριστὸς ἱεροκήρυκας Δ. Παναγόπουλος. «Εἶναι εὐλογία τοῦ Θεοῦ, γιατὶ ἄν δὲν τὸν ἐπέτρεπε ὁ Θεός, θὰ ἦταν ἡ ἁμαρτία καὶ τὸ κακὸ ἀθάνατο. Καρκίνοι, ἀρρώστιες, βάσανα, κακουχίες τῆς ζωῆς καὶ πολλὰ ἄλλα, θὰ ὑπῆρχαν αἰώνια στὸν ἄνθρωπο. Ἀλλὰ ἐμεῖς» λέγει ὡραῖα, «θάνατο ἀκοῦμε καὶ χτυπᾶμε ξύλο, λὲς καὶ ἀπομακρύνουμε ἔτσι τὸν θάνατο. Οὔτε κἄν θέλουμε νὰ ἀκοῦμε καὶ νὰ θυμόμαστε τὴ λέξη ‘θάνατος’. Ἡ μνήμη θανάτου ἀποτελεῖ τροχοπέδη στὸ νὰ ἁμαρτήσει ὁ ἄνθρωπος, διότι μετὰ τὸν θάνατο ὑπάρχει ἡ κρίση. Ὅταν κανεὶς λοιπὸν θυμᾶται τὸν θάνατο, θυμᾶται καὶ τὴν κρίση καὶ σταματάει νὰ ἁμαρτάνει. Γι’ αὐτὸ εἶναι πάρα πολὺ βοηθητικὸ στὸ νὰ ἀγωνιζόμαστε πνευματικά, τὸ νὰ θυμόμαστε τὸν θάνατο καὶ τὴν κρίση. Γι΄ αὐτὸ τὸ νὰ βάζουμε» λέει ὁ μακαριστὸς Παναγόπουλος, «μαῦρα ροῦχα, τὸ νὰ φορᾶμε μαῦρα περιβραχιόνια, νὰ κρεμᾶμε μαῦρες σημαῖες καὶ πολλὰ ἄλλα, ὅλα αὐτὰ εἶναι μιὰ μορφὴ διαμαρτυρίας ἀπέναντι στὸν Θεό· τὸ ὅ,τι ἐμεῖς δὲν συμφωνοῦμε μαζί Του. Ποῦ κήρυξε ἡ Ἐκκλησία νὰ φορᾶμε μαῦρα ὅταν πεθάνει κάποιος; Τὸ διδάσκει τὸ Εὐαγγέλιο ἤ ὁ Χριστός; Ποῦ ἀναγράφονται ὅλα αὐτὰ ποὺ κάνουμε ἐμεῖς; Ποιός τὰ ἐφεῦρε; Αὐτὰ ποὺ κάνουμε εἶναι ἐνδείξεις ἀπιστίας. Τότε γιατί κρατᾶμε τὴ λαμπάδα τῆς Ἀναστάσεως τὸ Πάσχα; Πλήρη ἄγνοια ἔχουμε καὶ αὐτὸ διότι δὲν πιστεύουμε σωστά. Γιὰ τὸν πραγματικὸ Χριστιανό, δὲν ὑπάρχει πένθος γιὰ τὸν νεκρό. Ὁ Χριστὸς ἀναστήθηκε γιὰ ἐμᾶς, καὶ ἐμεῖς φορᾶμε μαῦρα γιατὶ δὲν πιστεύουμε στὴν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν καὶ στὴ μετὰ θάνατον ζωή. Μάλιστα, στὸ σπίτι γυρίζουμε τὰ κάδρα ἀνάποδα, δὲν κερνᾶμε γλυκὰ στοὺς φιλοξενούμενους γιὰ νὰ μὴ γλυκαθεῖ ὁ χάρος, σπᾶμε τὰ πιάτα καὶ πολλὰ ἄλλα, γιατὶ πιστεύουμε ὅτι θὰ ἀναστείλουμε τὴ δράση τοῦ κακοῦ. Μά, ὁ θάνατος δὲν εἶναι κακό! Δεισιδαιμονίες» λέει ὁ μακαριστὸς Δ. Παναγόπουλος, «εἶναι αὐτὲς καὶ δὲν ἔχουν σχέση μὲ τὸν πραγματικὸ Χριστιανὸ ὁ ὁποῖος ἀντιμετωπίζει τὸν θάνατο μὲ ψυχραιμία. Θὰ στενοχωρηθεῖ, θὰ δακρύσει, ἀλλὰ δὲν θὰ πενθήσει». Ὁ θάνατος εἶναι ἕνας φωτογραφικὸς φακὸς καὶ ἀνάλογα μὲ τὴν κατάσταση στὴν ὁποία θὰ σὲ ἀπαθανατίσει, θὰ ἔχεις καὶ τὴν ἀνάλογη τύχη μεταθανάτια. Ἄν σὲ βρεῖ ὁ θάνατος ἐν μετανοίᾳ, θὰ σωθεῖς. Καὶ ἄν σὲ βρεῖ σὲ ἀμετανοησία, θὰ κολαστεῖς. Γι’ αὐτὸ καὶ πρέπει πάντα νὰ βρισκόμαστε ἐν μετανοίᾳ καὶ προετοιμασμένοι, γιατὶ δὲν ξέρουμε ποιά θὰ εἶναι ἡ τελευταία ἡμέρα τῆς ζωῆς μας. Καὶ μπορεῖ ἕνας ἄνθρωπος νὰ κάνει ἑκατὸ χρόνια Χριστιανικὴ ζωή, ἀλλὰ ἡ τελευταία ἡμέρα τῆς ζωῆς του νὰ εἶναι ἀντίχριστη καὶ νὰ χάσει ἔτσι τὴν αἰωνιότητα. Καὶ ὑπάρχει ἡ ἐκδοχὴ ἕνας ἄλλος ἄνθρωπος νὰ ζεῖ ἑκατὸ χρόνια ἀντίχριστα, ἀλλὰ τὴν τελευταία ἡμέρα τῆς ζωῆς του νὰ ζήσει Χριστιανικὰ καὶ νὰ μετανοήσει καὶ νὰ κερδίσει τὴν αἰωνιότητα. «Ὅπου θὰ σὲ βρῶ, ἐκεῖ καὶ θὰ σὲ κρίνω» λέει ὁ Χριστὸς στὴν Ἁγία Γραφή. Ἔχουμε καὶ τὸ παράδειγμα τοῦ ληστοῦ, τοῦ ἐκ δεξιῶν ληστοῦ ποὺ μετανόησε καὶ σώθηκε τὴν τελευταία ἡμέρα τῆς ζωῆς του.

Θὰ πρέπει νὰ ἀγωνιζόμαστε λοιπόν, νὰ θυμόμαστε τὸν θάνατο καὶ νὰ ξέρουμε, ὅπως λέει ὁ Ἅγιος Ἀμβρόσιος τῆς Ὄπτινα, «ὅτι τότε ὁ Θεὸς διακόπτει τὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου, πρῶτον, ὅταν τὸν βρίσκει ἕτοιμο γιὰ τὸν οὐρανὸ ἤ δεύτερον, ὅταν πιὰ δὲν διακρίνει καμμιὰ ἐλπίδα διορθώσεως καὶ ἄρα, σωτηρίας». Ἐπίσης, πρέπει νὰ ξέρουμε, ὅπως λέει καὶ ὁ σεβαστὸς π. Ἰωὴλ Γιαννακόπουλος, «ἄν ἐπιθυμεῖς νὰ πεθάνεις» λέγει, «γιὰ νὰ ἀπαλλαγεῖς ἀπὸ τὰ βάσανα, αὐτὸ βέβαια εἶναι ἁμαρτία διότι εἶναι σὰν νὰ γογγύζεις κατὰ τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἐπιτρέπει τὰ βάσανά σου. Ἄν ὅμως ἐπιθυμεῖς νὰ πεθάνεις γιὰ νὰ μὴν ἁμαρτάνεις καὶ λυπεῖς μὲ τὶς ἁμαρτίες σου τὸν Θεό, αὐτὸ δὲν εἶναι καθόλου ἁμαρτία. Ἄν πάλι ἐπιθυμεῖς νὰ πεθάνεις ἐπειδὴ δὲν ἀντέχεις τὸν χωρισμό σου ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ θέλεις νὰ μεταβεῖς τὸ συντομότερο κοντά Του, τότε ἡ ἐπιθυμία σου αὐτὴ εἶναι τρισευλογημένη».

«Ὅταν θυμᾶμαι τὸν θάνατο» λέει καὶ ὁ Ἅγιος Δανιὴλ ὁ Κατουνακιώτης, «πατῶ τὴν ἀλαζονεία μου. Κατανοῶ ὅτι δὲν εἶμαι τίποτε. Συναισθάνομαι ὅτι ὁ πλοῦτος, ἡ τιμὴ καὶ ἡ φθαρτὴ φαντασία εἶναι μάταια καὶ ἀνωφελῆ. Καὶ μόνη ἡ ταπεινὴ ἐπίγνωση τοῦ ἑαυτοῦ μου, ἡ ἀγάπη τοῦ πλησίον μου καὶ τὰ παραπλήσια μὲ αὐτὰ καλά, μποροῦν νὰ μὲ βοηθήσουν κατὰ τὴν ὥρα τοῦ θανάτου μου».

«Ἡ ὑπόθεση τοῦ θανάτου» ἔλεγε καὶ ὁ μακαριστὸς Γέροντας Ἐφραὶμ τῆς Ἀριζόνας, «νὰ μᾶς ἀπασχολεῖ συνεχῶς ὥστε ἐλέγχοντας τὸν ἑαυτό μας, νὰ διορθώνουμε τὰ τυχὸν ἁμαρτήματά μας. Βλέποντας ὁ Θεὸς αὐτὴ τὴν ἐργασία πάνω μας, θὰ εὐδοκήσει νὰ μᾶς πάρει ὅταν θὰ εἴμαστε ἕτοιμοι καὶ ἔτσι νὰ σωθοῦμε. Θὰ εἴχαμε ἀμέλεια καὶ ραθυμία στὰ πνευματικὰ ζητήματα καὶ θὰ ἐστρέφετο ὁ λογισμός μας στὰ τοῦ κόσμου, ἐὰν εἴχαμε στὴ μνήμη μας ὅτι ἀνὰ πάσα στιγμὴ μποροῦμε νὰ φύγουμε ἀπὸ αὐτὸν τὸν κόσμο; Ὄχι βέβαια! Ὅταν ἔχουμε μνήμη θανάτου, δὲν θὰ ἁμαρτάνουμε ἄλλο. Ὄχι μὲ τὴν ἔννοια ὅτι θὰ γίνουμε ἀναμάρτητοι, ἀλλὰ ὅτι θὰ εἶναι προσεκτικὴ ἡ ζωή μας καὶ δὲν θὰ σφάλλουμε ἐπικίνδυνα. Ἡ μνήμη θανάτου θὰ μᾶς κρατᾶ σὲ ἐπαγρύπνηση, σὲ μελέτη τῆς συνειδήσεώς μας, στὸ πένθος γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας, μὲ τελικό στόχο τὴν κάθαρση. Ἡ μνήμη θανάτου εἶναι τὸ ἀποτελεσματικὸ φάρμακο γιὰ νὰ μὴν ὑποστοῦμε τὴν κόλαση μεταθανάτια».

«Ξεχνῶντας τὸν φυσικὸ θάνατο» μᾶς διδάσκει καὶ ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος Μπραντσιανίνωφ, «παθαίνουμε ἕνα πνευματικὸ θάνατο. Ὁ νοῦς μας ἔχει τόσο πολὺ ἀμαυρωθεῖ» λέγει ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος, «ἀπὸ τὴν πτώση τοῦ Ἀδὰμ ὥστε ἄν δὲν βιάσουμε τὸν ἑαυτό μας νὰ θυμᾶται τὸν θάνατο, μπορεῖ ἐντελῶς νὰ τὸν ξεχάσει. Ὅταν ξεχάσουμε τὸν θάνατο, τότε ἀρχίζουμε νὰ ζοῦμε στὴ γῆ σὰν νὰ εἴμαστε ἀθάνατοι καὶ ξοδεύουμε ὅλη μας τὴν ἐνεργητικότητα στὸν κόσμο, χωρὶς καθόλου νὰ ἀπασχολεῖ τὸν ἑαυτό μας οὔτε ἡ φοβερὴ μετάβαση στὴν αἰωνιότητα, ἀλλὰ οὔτε καὶ ἡ τύχη μας στὴν αἰωνιότητα. Τότε, χωρὶς ντροπή, πεισματικά, καταπατοῦμε τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ. Τότε, διαπράττουμε τὶς χειρότερες ἁμαρτίες καὶ ἐγκαταλείπουμε ὄχι μόνο τὴν ἀδιάλειπτη προσευχή, ἀλλὰ καὶ τὶς τακτὲς προσευχές. Ἀρχίζουμε μάλιστα νὰ περιφρονοῦμε αὐτὴ τὴν ἀναγκαία καὶ ἀπαραίτητη ἐργασία (ἐννοεῖ ὁ Ἅγιος τὴν ἀδιάλειπτη προσευχὴ) καὶ τὴν ἀφήνουμε σὰν νὰ ἦταν μιὰ δραστηριότητα μικρῆς σημασίας ποὺ δὲν πολυχρειάζεται. Ξεχνῶντας τὸν φυσικὸ θάνατο, πεθαίνουμε ἕνα πνευματικὸ θάνατο».

Πάρα πολὺ λοιπὸν βοηθᾶ ἡ μνήμη τοῦ θανάτου. «Κάθε Χριστιανὸς» λέγει καὶ ὁ Ἅγιος Τύχων τοῦ Ζαντόνσκ, «πρέπει νὰ ἀναλογιστεῖ, τί; Πὼς ὁ χρόνος τῆς ζωῆς μας περνᾶ ἀδιάκοπα, περνᾶ ἀνεπιστρεπτὶ καὶ τὸ παρελθὸν εἶναι ἀδύνατον νὰ γυρίσει πίσω. Πὼς δὲν εἶναι στὸν ἔλεγχό μας τὸ παρελθὸν καὶ τὸ μέλλον, ἀλλὰ μόνον ὁ παρὼν χρόνος ποὺ ζοῦμε τώρα, πὼς τὸ τέλος τῆς ζωῆς μας εἶναι ἄγνωστο, πὼς πρέπει νὰ εἴμαστε προετοιμασμένοι γιὰ τὸν θάνατο κάθε μέρα, κάθε ὥρα καὶ κάθε λεπτό. Πὼς γι’ αὐτὸν τὸν λόγο πρέπει πάντοτε νὰ εἴμαστε σὲ κατάσταση μετανοίας, πὼς κάθε ὥρα πρέπει νὰ εἴμαστε σὲ μετάνοια καὶ πνευματικὴ κατάσταση τέτοια, ποὺ θὰ ἐπιθυμούσαμε νὰ εἴμαστε στὴν ὥρα τοῦ θανάτου μας».

«Μὴ νομίζεις ὅτι ὁ θάνατός σου εἶναι μακριὰ» μᾶς συμβουλεύει καὶ ὁ Ἅγιος Δημήτριος τοῦ Ροστώφ. «Μὴ σκέφτεσαι πὼς ἔχεις ἀκόμα πολλὰ χρόνια ζωῆς. Ὄχι! Εἶναι δίπλα σου ὁ θάνατος καὶ καραδοκεῖ. Τὸ δρεπάνι του ἀγγίζει κιόλας τὶς ρίζες τοῦ δένδρου τῆς ζωῆς σου. Τὸ δικαστήριο εἶναι ἕτοιμο γιὰ νὰ σὲ κρίνει. Ὁ τάφος σου εἶναι ἀνοιχτός. Ἡ γῆ σὲ περιμένει ἀνυπόμονα. Βλέπεις τοὺς ἀνθρώπους γύρω σου καθημερινὰ νὰ πεθαίνουν. Ξεχνᾶς ὅμως ὅτι κάποια στιγμὴ θὰ βρεθεῖς καὶ ἐσὺ στὴν ἴδια θέση. Πέθαναν οἱ βασιλεῖς, οἱ κυβερνῆτες, οἱ ἄρχοντες, πέθαναν καὶ οἱ προφῆτες, οἱ Ἀπόστολοι, οἱ δίκαιοι, οἱ ἱεράρχες, οἱ Ὅσιοι, ὅλοι οἱ Ἅγιοι· κοινὸς κλῆρος ὅλων ὁ θάνατος. Μὴν ξεχνιέσαι! Ἔρχεται καὶ ἡ δική σου σειρά! Γι’αὐτὸ κάθε ἡμέρα, κάθε ὥρα νὰ εἶσαι ἕτοιμος γιὰ αὐτὴ τὴ μεγάλη, τὴ φοβερὴ στιγμή! Φυλάκισε μέσα στὸ μυαλό σου τὴ μνήμη τοῦ θανάτου!»

Ὁ Κύριος, βλέπουμε νὰ δακρύζει στὸν θάνατο τοῦ φίλου του τοῦ Λαζάρου. Γιατί ὅμως; Μᾶς ἀπαντάει ὁ Ἅγιος Νικόλαος Ἐπίσκοπος Ἀχρίδος: «Ἐνῷ ὁ λαὸς» λέει, «ἔκλαιγε γιὰ τὸν νεκρὸ Λάζαρο, ὁ Χριστὸς ἔκλαιγε ὄχι λόγῳ τοῦ θανάτου τοῦ Λαζάρου, ἀφοῦ Αὐτὸς ἦρθε γιὰ νὰ τὸν ἀναστήσει, ἀλλὰ λόγῳ τῆς τυραννίας τοῦ θανάτου ποὺ καταπίεζε ὅλους τοὺς παρευρισκομένους. Καὶ δυστυχῶς καὶ σήμερα, παρόλο ποὺ πλέον ἔχει καταπατηθεῖ, ἔχει κατανικηθεῑ ὁ θάνατος ἀπὸ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ μας, καὶ πάλι κάποιοι θρηνοῦν καὶ ὀδύρονται σὰν νὰ μὴν ἔχει νικηθεῖ ὁ θάνατος, σὰν νὰ μὴν ὑπάρχει Αἰώνιος Ζωή. Ἔτσι, καὶ ὁ Κύριος δακρύζει γιατὶ βλέπει αὐτὴν τὴν τυραννία τοῦ θανάτου ποὺ ὑπῆρχε στοὺς ἀνθρώπους. Πῶς οἱ ἄνθρωποι πλασμένοι κατ’εἰκόνα καὶ ὁμοίωση τοῦ Ζῶντος Θεοῦ στοῦ ὁποίου τὴν Βασιλεία δὲν ὑπάρχουν νεκροί, πῶς ἔγινε νὰ χάσουν τὴν πίστη στὴ ζωὴ καὶ στὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ πάνω στὸν θάνατο; Πῶς καὶ ἔχουν γίνει τόσο κακόμοιροι σκλάβοι τοῦ θανάτου, θεωρῶντας τὸν θάνατο παντοδύναμο; Βλέποντας τοὺς ἀνθρώπους τόσο ὑποταγμένους στὴν τιμωρία τοῦ θανάτου, ἐδάκρυσεν ὁ Ἰησοῦς. Δὲν πρέπει» λέγει, «νὰ λυπόμαστε τόσο ἐκείνους ποὺ ἀρρωσταίνουν βαριὰ καὶ πεθαίνουν ὅσο ἐκείνους τοὺς σωματικὰ ὑγιεῖς ποὺ τοὺς ἁρπάζει ὁ θάνατος μέσα στὴν ἁμαρτία τους· γιατὶ αὐτὸ εἶναι τὸ φοβερό, νὰ πεθάνει ὁ ἄνθρωπος ἀμετανόητος ἁμαρτάνοντας».

«Συνήθιζα» λέγει καὶ ὁ μακαριστὸς Ἅγιος Ἰάκωβος Τσαλίκης, «νὰ πηγαίνω στὶς κηδεῖες καὶ τακτικὰ στὸ νεκροταφεῖο τοῦ χωριοῦ μου, χωρὶς βέβαια αὐτὸ νὰ σημαίνει ὅτι εἶχα κάποια μελαγχολία ἤ ἄλλη ψυχικὴ διαταραχή. Πήγαινα καὶ φιλοσοφοῦσα τὸ μάταιο καὶ προσωρινὸ τῆς ζωῆς καὶ ἡ μνήμη τοῦ θανάτου ἄρχισε νὰ βιώνεται μέσα στὴν ψυχή μου».

«Κάθε ὥρα» μᾶς συμβουλεύει καὶ ὁ Ἅγιος Παῒσιος Βελιτσκόφσκι, «περίμενε τὸν θάνατό σου καὶ τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ καὶ λέγε, ‘τώρα θὰ ἀγωνιστῶ γιὰ τὴν ψυχή μου, γιατὶ ὡς τὸ βράδυ μπορεῖ νὰ πεθάνω’. Καὶ ὅταν φτάσει τὸ βράδυ, σκέψου, ‘μήπως πεθάνω αὐτὴ ἀκριβῶς τὴ νύκτα; Μήπως μὲ ἐπισκεφθεῖ ξαφνικὰ ὁ θάνατος; Δὲν εἶναι πιθανὸν νὰ πέσει ἐπάνω μου κάποιο δένδρο ἤ νὰ γκρεμιστεῖ τὸ ἀσκητήριό μου καὶ νὰ μὲ πλακώσει ἤ νὰ πάθω μιὰ αἰφνίδια συγκοπὴ καὶ νὰ χαθῶ σὰν τὸ λουλούδι ποὺ μαραίνεται καὶ πέφτει; Ὅπως τὸ χορτάρι ξεραίνεται, ἔτσι θὰ πεθάνω, χωρὶς νὰ ἀφήσω πίσω οὔτε ἴχνος τῆς παρουσίας μου. Μόνο ὁ Θεὸς ξέρει ποῦ θὰ βρεθῶ τότε, γιατὶ Ἐκεῖνος εἶναι ποὺ θὰ κρίνει τὸν καθένα ἀνάλογα μὲ τὰ ἔργα του, καὶ θὰ ἀποφανθεῖ ἀλάθητα καὶ ἀμετάκλητα γιὰ τὸ ποῦ θὰ τὸν τοποθετήσει’. Ἔτσι νὰ σκέφτεσαι καθημερινὰ καὶ νὰ μὴν ἀνησυχεῖς γιὰ τίποτε ἄλλο παρὰ μόνο γιὰ τὶς ἁμαρτίες σου. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ἡ ψυχή σου θὰ φτάσει στὴν ταπείνωση καὶ τὴν συντριβή. Θὰ αἰσθάνεσαι σὰν ἕνας ἄθλιος ἁμαρτωλὸς καὶ θὰ χύνεις ἀκατάπαυστα ποταμοὺς δακρύων. Ἐὰν λοιπὸν πολεμεῖσαι ἀπὸ ἀκηδία καὶ ἀπὸ ὁποιαδήποτε ἄλλη κακία, θυμήσου τὸν θάνατο καὶ ἔτσι θὰ ἐπιστρέψεις εἰς τὴν πνευματική σου καλὴ κατάσταση, καὶ στὸν πνευματικό σου ἀγώνα καὶ θὰ ἔχεις ἀγαθὲς ἐλπίδες γιὰ νὰ σωθεῖς στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Τῷ δὲ Θεῷ ἡμῶν δόξα πάντοτε νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου