Ἀποστολικό
ἀνάγνωσμα. Ἡμέρας, Πέμ. ιθ΄ ἑβδ. ἐπιστ. (Φιλιπ. α΄ 20-27).
Φιλιπ. 1,20 κατὰ τὴν ἀποκαραδοκίαν καὶ ἐλπίδα μου ὅτι ἐν οὐδενὶ αἰσχυνθήσομαι, ἀλλ᾿ ἐν πάσῃ παῤῥησίᾳ, ὡς πάντοτε, καὶ νῦν μεγαλυνθήσεται Χριστὸς ἐν τῷ σώματί μου εἴτε διὰ ζωῆς εἴτε διὰ θανάτου.
Φιλιπ. 1,20 Η πρόοδός μου δε αυτή και η αιωνία σωτηρία μου είναι σύμφωνος προς την σφοδράν και φλογεράν προσδοκίαν, την προσμονήν και ελπίδα μου, ότι εις τίποτε δεν θα εντροπιασθώ, αλλά, όπως πάντοτε, έτσι και τώρα, με κάθε παρρησίαν και αφοβίαν θα δοξασθή ο Χριστός δια του φυλακισμένου και θλιβομένου αυτού σώματός μου είτε ζήσω είτε θανατωθώ.
Φιλιπ. 1,21 Ἐμοὶ γὰρ τὸ ζῆν Χριστὸς καὶ τὸ ἀποθανεῖν κέρδος.
Φιλιπ. 1,21 Αλλωστε δι' εμέ όλη μου η ζωή είναι ο Χριστός, αφού ζω εν Χριστώ και ο Χριστός ζη εν εμοί. Αλλά και το να αποθάνω είναι κέρδος, διότι θα εκδημήσω έτσι προς τον ουρανόν εις πλήρη και τελείαν κοινωνίαν και ένωσιν με τον Χριστόν.
Φιλιπ. 1,22 εἰ δὲ τὸ ζῆν ἐν σαρκί, τοῦτό μοι καρπὸς ἔργου, καὶ τί αἱρήσομαι οὐ γνωρίζω.
Φιλιπ. 1,22 Εάν όμως, το να ζω την σωματικήν αυτήν ζωήν και να συνεχίσω εργαζόμενος δια το Ευαγγέλιον, φέρη πνευματικόν καρπόν στους πιστούς και προάγη το έργον του Ευαγγελίου, τι να προτιμήσω δεν γνωρίζω.
Φιλιπ. 1,23 συνέχομαι δὲ ἐκ τῶν δύο, τὴν ἐπιθυμίαν ἔχων εἰς τὸ ἀναλῦσαι καὶ σὺν Χριστῷ εἶναι· πολλῷ γὰρ μᾶλλον κρεῖσσον·
Φιλιπ. 1,23 Κυριαρχούμαι δε και πιέζομαι από τα δύο, και από την επιθυμίαν της ζωής και από την επιθυμίαν του θανάτου. Υπερισχύει δε μέσα μου η επιθυμία να εκδημήσω από την ζωήν αυτήν και να είμαι μαζή με τον Χριστό, διότι αυτό άλλωστε είναι ασυγκρίτως καλύτερον δι' εμέ.
Φιλιπ. 1,24 τὸ δὲ ἐπιμένειν ἐν τῇ σαρκὶ ἀναγκαιότερον δι᾿ ὑμᾶς.
Φιλιπ. 1,24 Το να παραμείνω όμως με το σώμα μου εις την παρούσαν ζωήν είναι αναγκαιότερον δια σας, επειδή θα εξυπηρετή την πνευματικήν σας ωφέλειαν.
Φιλιπ. 1,25 καὶ τοῦτο πεποιθώς οἶδα ὅτι μενῶ καὶ συμπαραμενῶ πᾶσιν ὑμῖν εἰς τὴν ὑμῶν προκοπὴν καὶ χαρὰν τῆς πίστεως,
Φιλιπ. 1,25 Εχων δε πεποίθησιν στο τελευταίον τούτο, γνωρίζω ότι θα μείνω ακόμη εις την παρούσαν ζωήν και θα παραμείνω μαζή με όλους σας, δια την πνευματικήν σας πρόοδον και την χαράν, που σας δίδει η ζωντανή πίστις.
Φιλιπ. 1,26 ἵνα τὸ καύχημα ὑμῶν περισσεύῃ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ ἐν ἐμοὶ διὰ τῆς ἐμῆς παρουσίας πάλιν πρὸς ὑμᾶς.
Φιλιπ. 1,26 Και θα μείνω μαζή σας, δια να αυξάνη και πλεονάζη το ιερόν καύχημα σας εν τω Ιησού Χριστώ εξ αιτίας της ιδικής μου πάλιν παρουσίας και εργασίας εις σας.
Φιλιπ. 1,27 Μόνον ἀξίως τοῦ εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ πολιτεύεσθε, ἵνα εἴτε ἐλθὼν καὶ ἰδὼν ὑμᾶς εἴτε ἀπὼν ἀκούσω τὰ περὶ ὑμῶν, ὅτι στήκετε ἐν ἑνὶ πνεύματι, μιᾷ ψυχῇ συναθλοῦντες τῇ πίστει τοῦ εὐαγγελίου,
Φιλιπ. 1,27 Μονον σας παρακαλώ να πορεύεσθε και να φέρεσθε κατά τρόπον άξιον του Ευαγγελίου του Χριστού, ώστε είτε όταν έλθω και σας ίδω, είτε όταν δεν κατορθώσω να έλθω και είμαι απών, ακούσω όμως πληροφορίας δια σας, να βεβαιωθώ ότι στέκεσθε και μένετε σταθεροί στον πνευματικόν αγώνα, συναγωνιζόμενοι δια την πίστιν του Ευαγγελίου όλοι μαζή με ένα φρόνημα και με μία ψυχήν,
Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα. Ἡμέρας, Πέμ. ε΄ ἑβδ. Λουκᾶ (Λκ. θ΄ 49-56).
Λουκ. 9,49 Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰωάννης εἶπεν· ἐπιστάτα, εἴδομέν τινα ἐπὶ τῷ ὀνόματί σου ἐκβάλλοντα δαιμόνια, καὶ ἐκωλύσαμεν αὐτόν, ὅτι οὐκ ἀκολουθεῖ μεθ᾿ ἡμῶν.
Λουκ. 9,49 Ελαβε δε τότε τον λόγον ο Ιωάννης και είπε· “διδάσκαλε, είδαμε κάποιον να διώχνη δαιμόνια επικαλούμενος το όνομά σου και τον εμποδίσαμε, επειδή δεν σε ακολουθεί μαζή με ημάς”.
Λουκ. 9,50 καὶ εἶπε πρὸς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς· μὴ κωλύετε· οὐ γάρ ἐστι καθ᾿ ὑμῶν· ὃς γὰρ οὐκ ἔστι καθ᾿ ὑμῶν, ὑπὲρ ὑμῶν ἐστιν.
Λουκ. 9,50 Και είπε προς αυτόν ο Ιησούς· “μη τον εμποδίζετε· διότι δεν είναι εναντίον σας, κάθε ένας που δεν είναι εναντίον σας, είναι μαζή σας”.
Λουκ. 9,51 Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ συμπληροῦσθαι τὰς ἡμέρας τῆς ἀναλήψεως αὐτοῦ καὶ αὐτὸς ἐστήριξε τὸ πρόσωπον αὐτοῦ τοῦ πορεύεσθαι εἰς Ἱερουσαλήμ,
Λουκ. 9,51 Οταν δε επλησίαζε πλέον να συμπληρωθούν αι ημέραι, έπειτα από τας οποίας θα εγίνετο η ανάληψίς του στους ουρανούς, αυτός έστρεψε το πρόσωπόν του και προσήλωσε τα βλέμματά του με απόφασιν σταθεράν να πορευθή εις Ιεροσόλυμα, όπου θα υφίστατο το φρικτό πάθος.
Λουκ. 9,52 καὶ ἀπέστειλεν ἀγγέλους πρὸ προσώπου αὐτοῦ. καὶ πορευθέντες εἰσῆλθον εἰς κώμην Σαμαρειτῶν, ὥστε ἑτοιμάσαι αὐτῷ·
Λουκ. 9,52 Και έστειλε αγγελιοφόρους προ αυτού εις τα διάφορα χωρία και τας πόλεις· και αυτοί επορεύθησαν και επήγαν εις ένα χωριό των Σαμαρειτών, δια να ετοιμάσουν εις αυτόν και τους μαθητάς του τόπον να μείνουν.
Λουκ. 9,53 καὶ οὐκ ἐδέξαντο αὐτόν, ὅτι τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ἦν πορευόμενον εἰς Ἱερουσαλήμ.
Λουκ. 9,53 Αλλά οι κάτοικοι δεν τον εδέχθησαν, διότι αυτός επήγαινε εις την Ιερουσαλήμ, πόλιν εχθρικήν εις αυτούς.
Λουκ. 9,54 ἰδόντες δὲ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ Ἰάκωβος καὶ Ἰωάννης εἶπον· Κύριε, θέλεις εἴπωμεν πῦρ καταβῆναι ἀπὸ οὐρανοῦ καὶ ἀναλῶσαι αὐτούς, ὡς καὶ Ἠλίας ἐποίησε;
Λουκ. 9,54 Οταν δε οι μαθηταί του, Ιάκωβος και Ιωάννης, είδαν τους απεσταλμένους να γυρίζουν διωγμένοι και επληροφορήθησαν το γεγονός, είπαν με αγανάκτησιν· “Κυριε, θέλεις να πούμε να κατεβή φωτιά από τον ουρανόν και να τους εξολοθρεύση, όπως έκαμε άλλοτε ο Ηλίας;”
Λουκ. 9,55 στραφεὶς δὲ ἐπετίμησεν αὐτοῖς καὶ εἶπεν· οὐκ οἴδατε ποίου πνεύματός ἐστε ὑμεῖς·
Λουκ. 9,55 Ο Ιησούς όμως εστράφη προς αυτούς, τους επέπληξε και είπε· “δεν ξέρετε ακόμη ποίων διαθέσεων και ποίας πνευματικής καταστάσεως είσθε εσείς. Δεν είσθε άνθρωποι του πνεύματος της οργής και της τιμωρίας, που εκυριαρχούσε εις εποχήν της Παλαιάς Διαθήκης, αλλά του πνεύματος της αγάπης και της συγνώμης, που σώζει.
Λουκ. 9,56 ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθε ψυχὰς ἀνθρώπων ἀπολέσαι, ἀλλὰ σῶσαι. καὶ ἐπορεύθησαν εἰς ἑτέραν κώμην.
Λουκ. 9,56 Διότι ο υιός του ανθρώπου δεν ήλθε να καταδικάση ψυχάς εις απώλειαν, αλλά να τας σώση”. Και επήγαν τότε εις άλλο χωρίον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου