Ἀναπόλησα μέ τήν φαντασία κι ἔφερα στήν μνήμη μου πῶς ξεκινήσαμε ἐμεῖς, πῶς ἦταν αὐτή ἡ μικρή ζύμη, ἡ πρώτη συνοδεία μας μέ τόν μακαριστό Γέροντά μας, πού σήμερα βρίσκεται στόν οὐρανό. Βρίσκεται μέσα στό πέλαγος τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καί τώρα ἀπολαμβάνει τόν μισθό τῶν κόπων τῆς ἀσκητικῆς ζωῆς του καί τήν παράκλησι καί παρηγορία τῶν δακρύων του. Διότι ἔχυσε ἄφθονα δάκρυα, ποταμούς δακρύων, ὄχι μόνο ἀπό μετάνοια γιά τίς ἁμαρτίες του, ἀλλά καί ἀπό πόνο γιά τόν συνάνθρωπο καί γιά τίς ἁμαρτίες πολλῶν ἀνθρώπων. Ἔχυσε ὅμως καί δάκρυα μεγάλης καί ἀπεράντου ἀγάπης πρός τόν Θεό Πατέρα μας. Ὤ νά γνωρίζατε πόσο Τόν ἀγαποῦσε!
Ἀλλά καί τήν Παναγία μας, τήν ὁποία ἀποκαλοῦσε συνεχῶς «Μάννα» καί «Μητέρα», τήν ἀγαποῦσε τρομακτικά! Γι’ αὐτό καί ἡ Παναγία μας τόν ἀξίωσε νά κοιμηθῆ τήν μεγάλη ἡμέρα τῆς Κοιμήσεώς Της!
Ὁ μακαριστός μου Γέροντας ἐγκατέλειψε τά πάντα ἀπό νεαρᾶς ἡλικίας, ἦρθε στό Ἅγιον Ὄρος, βάδισε κατ’ εὐθεῖαν πρός τήν ἔρημο ἀναζητῶντας πνευματικό ὁδηγό καί ἀγωνίσθηκε μέ ὅλη τήν δύναμι τῆς ψυχῆς του. Ζητοῦσε νά βρῆ ἀσκητῆ, πού νά τρέφεται μόνο μέ χόρτα καί νά ἀγρυπνῆ ὅλη τήν νύχτα μέ νῆψι. Εἶχε συλλάβει τό νόημα τῆς μοναχικῆς ζωῆς, πρῶτον ἀπό τήν φώτισι τοῦ Θεοῦ καί ἀπό τήν μελέτη καί δεύτερον ἀπό ὅσο μπόρεσε νά ἀσκηθῆ στόν κόσμο, δοκιμάζων τόν ἑαυτόν του, ἐάν θά μποροῦσε νά γίνη πραγματικός μοναχός. Στήν ἔρημο ἀναζητοῦσε τά σπήλαια καί τίς ὀπές τῆς γῆς καί ὅπου ἄκουγε ὅτι βρίσκονται ἄνθρωποι πνευματικοί, ἀσκηταί, ἐρημῖται, ἔτρεχε σάν τό νεαρό ἐλάφι, νά βρῆ τήν πηγή καί ἔτσι νά κορέση τήν πνευματική του δίψα.
Ἀσκήτεψε κατά πρῶτον στήν σπηλιά τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου, στήν σπηλιά τοῦ Ἁγίου Πέτρου τοῦ Ἀθωνίτου καί τοῦ Ὁσίου Νείλου τοῦ Μυροβλύτου. Στήν ἀναζήτησι πού ἔκανε, δέν μπόρεσε νά βρῆ τόν πνευματικό ὁδηγό, ὅπως τόν ποθοῦσε, ὥστε νά διδαχθῆ ἀπό αὐτόν τήν ἀκριβῆ μοναχική πολιτεία. Ἀγωνίσθηκε πολύ, νήστευε κι ἀγρυπνοῦσε. Προσπαθοῦσε ἀπό μόνος του νά μυηθῆ στήν λεγομένη Νοερά Προσευχή ἀπό τήν μελέτη καί ἀπό τίς σποραδικές συμβουλές, πού ἔπαιρνε ἀπό διαφόρους πνευματικούς πατέρες. Τήν ποθοῦσε τόσο πολύ, ὥστε δέν σταματοῦσε νά προσεύχεται γι’ αὐτό τό θέμα συνεχῶς στόν Θεό. Ἀγωνιζόταν πολύ. Καί στήν συνέχεια ὁ καλός Θεός τοῦ ἔφερε σάν σύντροφο καί ὁδηγό τόν γέροντα Ἀρσένιο, πού ἦταν κι ἐκεῖνος νέος τότε.