ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ
Οι περιπέτειες του μαθητού της αγάπης
Ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος καταγόταν από την Βησθαϊδά της Γαλιλαίας, άσημη κώμη στα παράλια της λίμνης Γενησαρέτ. Ήταν υιός του Ζεβεδαίου και της Σαλώμης, θυγατέρας του Μνήστορος της Θεοτόκου Ιωσήφ [26-31 Δεκ.]. Γι’ αυτό και ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός θεωρείται κατά σάρκα θείος του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, ως ετεροθαλής αδελφός της μητέρας του Σαλώμης [3 Αυγ.]. Η ευσεβής αυτή γυναίκα ήταν μία από τις Μυροφόρες.
Ο Ιωάννης μαζί με τον μεγαλύτερο αδελφό του Ιάκωβο [30 Απρ.] βοηθούσαν τον πατέρα τους στο ψάρεμα, ήταν δε συνέταιροι με τους αδελφούς Πέτρο [29 Ιουν.] και Ανδρέα [30 Νοεμ.]. Γαλουχημένοι και οι τέσσερις με την προσδοκία της έλευσης του Μεσσία, στην αρχή, μαζί με άλλους ζηλωτές συμπατριώτες τους, μεταξύ των οποίων ο Φίλιππος [14 Νοεμ.] και ο Ναθαναήλ [22 Απρ.], έγιναν μαθητές του Ιωάννου του Προδρόμου και Βαπτιστού [7 Ιαν.], ο οποίος κήρυττε βάπτισμα μετανοίας στην έρημο της Ιουδαίας κοντά στον Ιορδάνη ποταμό.
Όταν ο Κύριος, μετά την βάπτιση και την τεσσαρακονθήμερη νηστεία, κατήλθε από το Σαραντάριο όρος στην έρημο, ο Πρόδρομος Τον έδειξε στους μαθητές του Ανδρέα και Ιωάννη, που βρέθηκαν να συζητούν μαζί του, λέγοντας: «Ἴδε ὁ ἄμνος τοῦ Θεοῦ!» (Ιωάν. 1, 29). Και οι δύο τότε ακολούθησαν δειλά τον Χριστό να δουν πού μένει και παρέμειναν κοντά Του την ημέρα εκείνη. Την επομένη, ο Ιωάννης, ο Ανδρέας, ο Πέτρος, ο Φίλιππος και ο Ναθαναήλ επέστρεψαν μαζί με τον Ιησού στην Γαλιλαία. Την άλλη ημέρα Τον ακολούθησαν στην Κανά, προσκεκλημένοι και αυτοί στον γάμο, και από εκεί στην Καπερναούμ, όπου έμειναν κοντά Του λίγες ημέρες. Κατόπιν επανήλθαν στην εργασία τους. Λίγο αργότερα, ενώ ο Ιωάννης και ο Ιάκωβος επιδιόρθωναν τα δίχτυα μέσα στο πλοιάριο μαζί με τον πατέρα τους, ο Κύριος, αμέσως μετά την κλήση του Πέτρου και του Ανδρέα, κάλεσε οριστικά και αυτούς να Τον ακολουθήσουν, για να γίνουν «ἁλιεῖς ἀνθρώπων» (Ματθ. 4, 19). Αυτοί δε ευθύς εγκατέλειψαν τα πάντα και ακολούθησαν τον θείο Διδάσκαλο. Από την ώρα εκείνη ο Ιωάννης δεν αποχωρίσθηκε τον Κύριο καθ’ όλο το διάστημα της επί γης ζωής Του. Τόσο δε αγάπησε την παρθενία, ώστε αυτός μόνος από τους άλλους συμμαθητές του αξιώθηκε να ονομάζεται «παρθένος».
Ο Ιωάννης με τον αδελφό του Ιάκωβο και τον Πέτρο αποτέλεσαν τον στενότερο κύκλο των μαθητών, τους οποίους έλαβε μαζί Του ο Κύριος στην ανάσταση της θυγατέρας του Ιάειρου, στην Μεταμόρφωση και στην αγωνιώδη του Προσευχή στα ενδότερα του κήπου της Γεθσημανή.
Αλλά και στον κύκλο αυτό ο Ιωάννης διακρίθηκε για την φλογερή του αγάπη και την ολοκληρωτική του αφοσίωση προς τον Διδάσκαλο. Και τόσο αγαπήθηκε από Εκείνον, ώστε έγινε ο «ηγαπημένος» μαθητής Του. Αυτός, κατά τον Μυστικό Δείπνο, ανέπεσε στο στήθος του Κυρίου και τον ρώτησε: «Κύριε, ποιος είναι αυτός που θα Σε παραδώσει;» (Ιωάν. 21, 20). Και όταν ο Κύριος συνελήφθη, αυτός μόνον από τους δώδεκα Τον ακολούθησε άτρομος και εισήλθε στην αυλή του αρχιερέως (Ιωάν. 18, 15). Και μόνον αυτός παρέμεινε με την Θεοτόκο κάτω από τον Σταυρό. Γι’ αυτό και ο Κύριος είπε στην Μητέρα Του δείχνοντας με το βλέμμα Του τον Ιωάννη: «Γυναίκα, να ο υιός σου!»· στον δε Ιωάννη: «Να, η μητέρα σου!». Και από την ώρα εκείνη ο παρθένος μαθητής παρέλαβε την Παρθένο Μαρία στον οίκο του (Ιωάν. 19, 26-27).
Όταν οι Μυροφόρες «την πρώτη ημέρα της εβδομάδος, από τα βαθιά χαράματα» (Λουκ. 24, 1) της Κυριακής, ανήγγειλαν στους Μαθητές την Ανάσταση του Κυρίου, ο Ιωάννης πρόλαβε τον Πέτρο τρέχοντας προς το μνημείο και πρώτος αυτός «αφού έσκυψε λίγο από έξω είδε» (Ιωάν. 20, 5) τους νεκρικούς επιδέσμους να είναι εκεί. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας είδε και αυτός στο υπερώο τον Αναστάντα Κύριο και έλαβε, όπως και οι άλλοι Μαθητές, την εντολή να κηρύξει το Ευαγγέλιο σε όλον τον κόσμο. Ήταν παρών στην Ανάληψη του Κυρίου και μαζί με τους υπόλοιπους Αποστόλους δέχθηκε και αυτός κατά την ημέρα της Πεντηκοστής την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος «ἐν εἴδει πυρίνων γλωσσῶν» (Πράξ. κεφ. 1-2).
Στην αποστολική Εκκλησία ο Ιωάννης κατείχε εξαιρετική θέση. Με τον αδελφόθεο Ιάκωβο και τον Πέτρο εθεωρούντο οι στύλοι της. Συνδεδεμένος με τον Πέτρο με ισχυρό δεσμό φιλίας, συνεργαζόταν μαζί του στο κήρυγμα του Ευαγγελίου. Κήρυτταν μαζί στις αυλές του ναού, μαζί επίσης ανήλθαν στο ιερό κατά την ώρα της προσευχής, όταν ο Πέτρος θεράπευσε τον χωλό και κήρυξε στο πλήθος. Οι δύο Απόστολοι συνελήφθηκαν και φυλακίσθηκαν από το συνέδριο, αλλά την επομένη απολύθηκαν, ύστερα από απαγορευτικές συστάσεις και απειλές. Αυτοί οι δύο εστάλησαν από τους Αποστόλους στην Σαμάρεια, για να μεταδώσουν στους εκεί βαπτισμένους από τον Φίλιππο χριστιανούς την Χάρη του Αγίου Πνεύματος.
Ο Ιωάννης παρέμεινε στα Ιεροσόλυμα κοντά στην Θεοτόκο, για να την διακονεί έως την κοίμησή της.[1]