Χαράλαμπος Ἄνδραλης, ΔικηγόροςΕΙΣΗΓΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΗΜΕΡΙΔΑ 30-06-24 ΤΗΣ ΕΣΤΙΑΣ ΠΑΤΕΡΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ: Ἐκκλησία καί Πολιτεία στήν ἐποχή τῆς Μεγάλης ἘπανεκκίνησηςἹστορικὴ ἐμφάνιση τοῦ νομικοῦ ὅρου «ἐπικρατοῦσα θρησκεία»Στὴν Α΄ Ἐθνοσυνέλευση τῆς Ἐπιδαύρου, τὸν Ἰανουάριο τοῦ 1822, οἱ ἀντιπρόσωποι τοῦ ἐπαναστατημένου ἑλληνικοῦ Ἔθνους ψήφισαν τὸ πρῶτο ὑποτυπῶδες σύνταγμα γιὰ νὰ ὀργανώσουν πάνω σὲ αὐτὸ τὸ κράτος τῶν ἀπελευθερωμένων περιοχῶν.Τὸ σύνταγμα τῆς Ἐπιδαύρου, ὁρίζει στὸ πρῶτο ἄρθρο του: «Ἐπικρατοῦσα θρησκεία εἰς τὴν Ἑλληνικὴν Ἐπικράτειαν, εἶναι ἡ τῆς Ἀνατολικῆς Ὀρθοδόξου τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας. Ἀνέχεται ὅμως ἡ Διοίκησις τῆς Ἑλλάδος πᾶσαν ἄλλην Θρησκείαν, καὶ αἱ τελεταὶ καὶ ἱεροπραγίαι ἑκάστης αὐτῶν ἐκτελοῦνται ἀκωλύτως.»Δὲν ἀναγνωρίστηκε ἁπλῶς ἡ ἱστορικὴ σύνδεση Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας καὶ Ἑλληνικοῦ Κράτους, ἀλλὰ ἡ διάταξη παρῆγε ἔννομα... ἀποτελέσματα. Ἡ ὀρθόδοξη πίστη ἦταν ἀναπόσπαστο στοιχεῖο τῆς ἐθνικῆς συνείδησης τῶν ἐπαναστατῶν, ὁ δὲ ἑλληνισμὸς διατηρήθηκε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία στὰ χρόνια τῆς ὀθωμανικῆς δυναστείας. Δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ἀπουσιάζουν εἰδικὴ μέριμνα καὶ προνόμια γιὰ τὴν Ἐκκλησία στὸ ἑλληνικὸ Σύνταγμα.Μαζὶ μὲ τὴν ἐπικρατοῦσα θρησκεία, κατοχυρώθηκε καὶ ἡ ἀνεξιθρησκία, ἀπόλυτα ἐναρμονισμένη θεολογικὰ καὶ νομικὰ μὲ τὴν ὀρθόδοξη ἐπικρατοῦσα θρησκεία. Διότι ἡ ἀνεξιθρησκία εἶναι γέννημα θρέμμα τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου.Τὸ Εὐαγγέλιο δὲν ἐπιβάλλει σὲ κανέναν νὰ πιστεύει στὸν Χριστό, γιὰ αὐτό, μὲ ἐπικρατοῦσα θρησκεία τὴν Ὀρθοδοξία, καθένας εἶναι ἐλεύθερος νὰ πιστεύει σὲ ὅποια θρησκεία θέλει. Νὰ σημειώσουμε ὅτι ἡ ἀνεξιθρησκία ἀκόμα καὶ σήμερα, δὲν εἶναι αὐτονόητη γιὰ τὸ μεγαλύτερο μέρος τοῦ παγκόσμιου πληθυσμοῦ. Βλέπουμε ἐπὶ παραδείγματι στὴν ἄθεη Κίνα ἢ τὴ βόρεια Κορέα νὰ παρεμποδίζεται ἕως νὰ ἀπαγορεύεται ὁ χριστιανισμός. Ὁμοίως καὶ στὰ πολυπληθῆ μουσουλμανικὰ κράτη. Στὴν Ἑλλάδα, μὲ ρυθμιστὴ τοῦ νομικοῦ πολιτισμοῦ τὴν ὀρθόδοξη πίστη, φαντάζει ἀδιανόητο, νὰ μὴν μπορεῖ κάποιος νὰ θρησκεύεται ὅπως ἐπιθυμεῖ. Ἡ φιλελεύθερη ἐπικρατοῦσα θρησκεία ἐπιτρέπει στοὺς ζηλωτὲς τῆς ἀθεΐας νὰ ζητοῦν τὴν ἀποκαθήλωσή της, τὴν ἴδια στιγμὴ ποὺ οἱ ἄθεοι ὁμόδοξοί τους δὲν ἐπιτρέπουν τὴν ἀντίθετη θρησκευτικὴ ἄποψη.Τὸ ἑλληνικὸ κράτος, πλέον τῶν 200 ἐτῶν, πορεύθηκε μὲ ὅλα τὰ μετέπειτα συντάγματα καὶ τὶς ἀναθεωρήσεις τους, νὰ ἀναγνωρίζουν τὴν ὀρθοδοξία ὡς ἐπικρατοῦσα θρησκεία καὶ παράλληλα νὰ κατοχυρώνουν ἀνεξιθρησκία.ΠΡΟΜΕΤΩΠΙΔΑ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣἝνα ἀκόμη συνταγματικὸ στοιχεῖο ποὺ ἐνισχύει τὴ σύνδεση ὀρθόδοξης πίστης μὲ τὸ ἑλληνικὸ κράτος εἶναι ἡ προμετωπίδα τοῦ Συντάγματος μὲ τὴν ἐπίκληση τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἀπὸ τὰ πρῶτα ἐπαναστατικὰ συντάγματα μέχρι καὶ τὸ ἰσχῦον σύνταγμα. Δὲν πρόκειται ἁπλὰ γιὰ μία ἱστορικὴ ἢ συναισθηματικὴ ἀναφορά. Εἶναι συνειδητὴ πολιτικὴ ἐπιλογὴ τῶν χριστιανῶν ἱδρυτῶν τοῦ νέου Κράτους καὶ ἡ διατήρησή της ἐκδηλώνει σταθερὰ τὴν πεποίθηση τοῦ συντακτικοῦ νομοθέτη ὅτι Ὀρθόδοξη Πίστη καὶ Ἑλληνικὸ ἔθνος εἶναι δύο μεγέθη ἄρρηκτα συνδεδεμένα.Γιὰ αὐτὸ καὶ ὅσοι μιλοῦν γιὰ κατάργηση τῶν συνταγματικῶν διατάξεων ποὺ ἀναφέρονται στὴν ὀρθόδοξη πίστη, στοχεύουν ὄχι τόσο στὸ νομικὸ διαχωρισμὸ Ἐκκλησίας – Κράτους, ὅσο στὸν ψυχικὸ διαχωρισμὸ τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν Ἑλλήνων. Οἱ ἑνώσεις ποὺ στοχεύουν δῆθεν στὴν ἐκκοσμίκευση, μὲ τὴ δραστηριότητά τους κατηγοροῦν καὶ πολεμοῦν ἀκατάπαυστα τὴν Ἐκκλησία, χωρὶς νὰ ἐπικεντρώνονται στὴν ὑποτιθέμενη νομικὴ ἐπιδίωξή τους, ἀλλὰ σὰν ἱεραπόστολοι τῆς ἀθεΐας νὰ κλονίσουν τὴν πίστη ἔστω καὶ ἑνὸς χριστιανοῦ.ΑΡΘΡΟ 3Μὲ τὸ ἰσχῦον συνταγματικὸ καθεστώς, τὸ θεμέλιο τῆς νομικῆς ὀργανώσεως τῶν σχέσεων Κράτους καὶ Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος εἶναι τὸ ἄρθρο 3, ποὺ ἀποτελεῖ τὴ φυσικὴ συνέχεια τοῦ ἄρθρου 1 τοῦ Συντάγματος τῆς Ἐπιδαύρου. Τὸ ἄρθρο 3 παρ. 1 ἔχει σήμερα τὴν ἑξῆς διατύπωση: Eπικρατούσα θρησκεία στὴν Eλλάδα εἶναι ἡ θρησκεία τῆς Aνατολικὴς Oρθόδοξης Eκκλησίας τοῦ Xριστού. H Oρθόδοξη Eκκλησία τῆς Eλλάδας, ποὺ γνωρίζει κεφαλή της τὸν Kύριο ἡμῶν Iησοὺ Xριστό, ὑπάρχει ἀναπόσπαστα ἑνωμένη δογματικὰ μὲ τὴ Mεγάλη Eκκλησία τῆς Kωνσταντινούπολης καὶ μὲ κάθε ἄλλη ὁμόδοξη Eκκλησία τοῦ Xριστοὺ τηρεῖ ἀπαρασάλευτα, ὅπως ἐκεῖνες, τοὺς ἱεροὺς ἀποστολικοὺς καὶ συνοδικοὺς κανόνες καὶ τὶς ἱερὲς παραδόσεις.Ἡ ἑρμηνευτικὴ ἐπεξεργασία τοῦ ἄρθρου 3 ἀπὸ τὰ δικαστήρια, συνδυαστικὰ μὲ τὸ ἄρθρο 13 περὶ θρησκευτικῆς ἐλευθερίας, ἔχει ξεκαθαρίσει μὲ σαφήνεια τὰ διακριτὰ ὅρια κάθε θεσμοῦ.Τὸ ἄρθρο 3 δὲν ἀποτελεῖ μία ἁπλὴ καὶ ἄνευ ἐννόμων συνεπειῶν ἀναγνώριση, ὅτι δηλαδὴ στὴν παροῦσα συγκυρία ἡ ἐπικρατοῦσα πληθυσμιακὰ θρησκεία στὴν Ἑλλάδα εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Εἶναι θεσμικοῦ καὶ κανονιστικοῦ περιεχομένου διάταξη, ἡ ὁποία παράγει ἔννομα ἀποτελέσματα. Ἡ Νομολογία του ΣτΕ ἑρμηνεύει τὸ ἄρθρο 3 ὡς ἔχον κανονιστικὴ ἰσχύ, καθὼς προτάσσει της συμμετοχὴ τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας σὲ διάφορες πτυχὲς τοῦ κοινωνικοῦ βίου (ΟλΣτΕ 100/2017), χωρὶς νὰ θίγει τὴ θρησκευτικὴ ἐλευθερία τῶν ἀλλοπίστων.Παρὰ ταῦτα, μιὰ ἰδεοληπτικὴ καὶ ἀπόλυτα κομματικοποιημένη ὁμάδα συνταγματολόγων, ἐπιμένει στὸν χαρακτηρισμὸ τοῦ ἄρθρου 3 ὡς ἁπλῶς διαπιστωτικὴς σημασίας, μὲ τὴν ἐλπίδα ἡ ἄποψή τους νὰ υἱοθετηθεῖ κάποτε ἀπὸ τὴ νομολογία τῶν Δικαστηρίων καὶ ἔτσι νὰ ἀπολέσει ὁ ὅρος «ἐπικρατοῦσα θρησκεία» κάθε κανονιστικὴ ἰσχὺ καὶ νὰ ἑρμηνευτεῖ ὡς διάταξη διαπιστωτική, δηλαδὴ ἄνευ οὐσίας καὶ ἐννόμων ἀποτελεσμάτων.Ἡ κανονιστικὴ σημασία τοῦ ὅρου «ἐπικρατοῦσα θρησκεία» προκύπτει ἀπὸ τὸ νομικὸ status τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως αὐτὸ διαμορφώθηκε ἀπὸ τὴν κοινὴ νομοθεσία, ἡ ὁποία ἐπιφυλάσσει στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὡς πρὸς ὁρισμένα θέματα εἰδικὴ μεταχείριση, ποὺ δὲν ἐπεκτείνεται αὐτοδικαίως στὰ ἄλλα δόγματα ἢ θρησκεύματα, χωρὶς αὐτὸ νὰ εἶναι ἀντίθετο πρὸς τὴ συνταγματικὴ ἀρχὴ τῆς ἰσότητας.Λαϊκη ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΚΡΑΤΟΥΣΑ ΘΡΗΣΚΕΙΑἩ Ἑλλάδα ἀποτελεῖ μία ἰδιαίτερη περίπτωση Κράτους ὡς πρὸς τὴ σχέση λαϊκῆς κυριαρχίας καὶ θρησκευτικότητας. Δὲν εἶναι κράτος «λαϊκὸ» (ἐκκοσμικευμένο μὲ τὴν ἤπια ἢ τὴν ἀκραία μορφή), οὔτε βέβαια «θεοκρατικό». Ἀνήκει σὲ μία τρίτη κατηγορία κρατῶν ποὺ εἶναι λαϊκά, μὲ τὴν ἔννοια ὅτι ἀποδέχεται τὴν ἀρχὴ τῆς λαϊκῆς κυριαρχίας, ἀλλὰ ὄχι θρησκευτικὰ οὐδέτερο ἢ ἀθεϊστικό. Εἶναι κράτος ὀρθόδοξο χριστιανικό. Αὐτὸ ἐκφράζεται μὲ ἐπισημότητα ἀφ' ἑνὸς στὴν προμετωπίδα καὶ ἀφ' ἑτέρου στὴ διακήρυξη τοῦ ἄρθρου 3.Ἡ μίξη αὐτὴ λαϊκοῦ καὶ θρησκευτικοῦ στοιχείου, ποὺ χαρακτηρίζει τὶς σχέσεις Κράτους καὶ Ἐκκλησίας στὴν Ἑλλάδα, δὲν εἶναι κάτι παράδοξο. Ἡ ἰδέα τοῦ «λαϊκοῦ» κράτους μὲ τὴν ἔννοια τῆς λαϊκῆς κυριαρχίας συνδέθηκε ἄλλοτε μὲ ἰδέες ἀντιθρησκευτικὲς ποὺ ὁδήγησαν στὴν ἀπώθηση καὶ περιθωριοποίηση τῆς θρησκείας, καὶ ἄλλοτε μὲ ἰδέες θρησκευτικές, οἱ ὁποῖες ὁδήγησαν στὴν ἀναγνώριση τῆς θρησκείας ὡς στοιχεῖο ταυτότητας ἑνὸς ἔθνους.Τὸ πρῶτο συνέβη στὴν Γαλλία, τὸ δεύτερο στὴν Ἑλλάδα. Στὴν Γαλλία, τὸ «λαϊκὸ» κράτος προσέλαβε ἀντιθρησκευτικὸ χαρακτῆρα ὑπὸ τὴν ἐπίδραση τῶν ἀντικληρικαλιστικῶν ἰδεῶν τοῦ Διαφωτισμοῦ καὶ τῆς Γαλλικῆς Ἐπαναστάσεως ὡς ἀντίδραση στὴν αὐταρχικότητα τοῦ Ρωμαιοκαθολικισμοῦ . Στὴν Ἑλλάδα, ἡ ἰδέα τῆς λαϊκῆς κυριαρχίας προσέλαβε ἀντίθετα θρησκευτικὸ χαρακτῆρα ὑπὸ τὴν ἐπίδραση τοῦ ἀπελευθερωτικοῦ ἐθνικοῦ ἀγῶνα πιστῶν χριστιανῶν ἐναντίον τοῦ ἀλλόθρησκου Ὀθωμανοῦ δυνάστη, ἡ ὁποία ὁδήγησε τοὺς ἐπαναστατημένους Ἕλληνες νὰ αὐτοπροσδιοριστοῦν μέσῳ τῆς θρησκείας τους. Αὐτὸ ἀποτυπώνεται ἔκτοτε σταθερὰ σὲ ὅλα τὰ Συντάγματα στὴν προμετωπίδα καὶ στὴν ἀναγνώριση τῆς ἐπικρατούσας θρησκείας, ποὺ συνιστοῦν βασικὰ στοιχεῖα τοῦ πολιτειακοῦ μας δικαίου.Ἑπομένως, τὸ αἴτημα χωρισμοῦ Ἐκκλησίας καὶ Πολιτείας εἶναι ξενόφερτο καὶ προέρχεται ἀπὸ ἐπιρροὲς τοῦ Διαφωτισμοῦ καὶ τῆς εὐρωπαϊκῆς ἀθεΐας, χωρὶς νὰ ἀνταποκρίνεται σὲ ἐσωτερικὴ πολιτικὴ ἀνάγκη.Ἔννομες συνέπειες τοῦ ἄρθρου 3 στὴν κοινωνικὴ καὶ πολιτικὴ ζωὴ τῆς Ἑλλάδος;Κυριακάτικη Ἀργία καὶ Θρησκευτικὲς ἙορτέςἩ Ἀργία τῆς Κυριακῆς, ὀφείλεται ἀποκλειστικὰ στὸν ὁρισμὸ τῆς συγκεκριμένης ἡμέρας ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ὡς ἡμέρας ἐκκλησιασμοῦ, ἀργίας ἀπὸ τὴν ἐργασία καὶ ἀγαθοεργιῶν. Στὸ Ἰσραὴλ ἡ ἀντίστοιχη μέρα ἀργίας εἶναι τὸ Σάββατο, διότι ἐκεῖ ἡ ἐπικρατοῦσα θρησκεία εἶναι ὁ ἰουδαϊσμός. Σὲ μουσουλμανικὰ κράτη, ἡμέρα ἀργίας εἶναι ἡ Παρασκευή, διότι ἐκεῖ ἐπικρατοῦσα θρησκεία εἶναι τὸ Ἰσλάμ.Ἤδη ὁ θρησκευτικὸς ἀποχρωματισμὸς τῆς Ἑλλάδας σχεδὸν ἔχει καταργήσει τὴν Κυριακὴ ἀργία στὸν ἰδιωτικὸ τομέα.Ἐπιπλέον οἱ ἀργίες τῶν μεγάλων χριστιανικῶν ἑορτῶν (Χριστούγεννα, Πάσχα, Κοίμηση τῆς Θεοτόκου, Ἁγίου Πνεύματος, Πολιούχου Ἁγίου τῆς περιοχῆς κ.λπ.) εἶναι ἀργίες καὶ γιὰ τὸ κράτος. Διότι, οἱ ἀργίες αὐτὲς ἔχουν θρησκευτικὰ κριτήρια καὶ ἔχουν θεσπιστεῖ γιὰ νὰ ἐξυπηρετοῦν τοὺς πιστούς της ἐπικρατούσας θρησκείας (ΣτΕ 100/2017), πρὸς διευκόλυνση τῆς ἄσκησης τῶν θρησκευτικῶν τους καθηκόντων.Ἁγιασμὸς στὴ Βουλὴ τῶν Ἑλλήνων, στοὺς ΟΤΑ, στὰ Σχολεῖα, στὰ ΔικαστήριαὉ ἁγιασμὸς στὴ Βουλὴ εἶναι ἀπὸ τὶς πλέον πανηγυρικὲς ἐκδηλώσεις ἀναγνώρισης τῆς Ὀρθοδοξίας ὡς Ἐπικρατούσας Θρησκείας. Ἂν ἤμασταν οὐδετερόθρησκο κράτος, δὲν θὰ μποροῦσε νὰ τελεῖται ἡ ἀκολουθία τοῦ ἁγιασμοῦ στὴν αἴθουσα συνεδρίασης τῆς νομοθετικῆς ἐξουσίας, διότι θὰ ἐτίθετο ἡ Ὀρθοδοξία σὲ εὐνοϊκότερη θέση ἀπὸ ἄλλες θρησκεῖες. Πάνω στὸ ἄρθρο 3 βασίζονται ὅλες οἱ λατρευτικὲς τελετὲς τῆς Ἐκκλησίας στὰ πλαίσια λειτουργίας τῶν κρατικῶν φορέων, ὅπως ὁ ἐκκλησιασμὸς καὶ ὁ ἁγιασμὸς τῶν σχολείων, τῶν Δικαστηρίων, τῶν ΟΤΑ.Εἰκόνες σὲ Δημόσιες ὙπηρεσίεςΠολὺ σημαντικὴ ἔννομη συνέπεια τοῦ ἄρθρου 3, εἶναι ἡ παρουσία χριστιανικῶν εἰκόνων στὰ Σχολεῖα, στὰ Δικαστήρια, στὰ Νοσοκομεῖα, στὶς Δημόσιες ὙπηρεσίεςἩ παρουσία τῶν Εἰκόνων στὸ δημόσιο τομέα, ἀποτελεῖ ἐθνικὴ εὐγνωμοσύνη στὸ Χριστὸ καὶ στοὺς εὐλαβεῖς προγόνους μας. Ἔχει ὅμως, καὶ ἄλλες εὐεργετικὲς ἐπιδράσεις. Οἱ δημόσιοι λειτουργοὶ ποὺ ἔχουν φόβο Θεοῦ, ἀντικρίζοντας τὶς εἰκόνες, ἐκτελοῦν ὑπεύθυνα τὴν ὑπηρεσία τούς, σκεπτόμενοι ὅτι ὅλοι, δικαστὲς καὶ κρινόμενοι, ἄρχοντες καὶ ἀρχόμενοι θὰ δώσουν λόγο στὸν μοναδικὸ Δίκαιο Κριτὴ γιὰ τὸν τρόπο ποὺ ἄσκησαν τὰ καθήκοντά τους, ἂν ἀδίκησαν ἢ εὐεργέτησαν τοὺς ἀδυνάτους. Ἀλλὰ καὶ στὶς δυσκολίες ποὺ τυχὸν ἀντιμετωπίζει ὁ δημόσιος λειτουργός, ἀντικρίζοντας τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ παίρνει δύναμη νὰ τὶς ἀντιμετωπίσει, διότι τίποτα δὲν εἶναι ἀδύνατο γιὰ τὸ Χριστό.Ἐδῶ καὶ δεκαετίες ζοῦμε μία νέου εἴδους εἰκονομαχία, ὅπου συγκεκριμένες ὁμάδες ἐπιζητοῦν πάσῃ θυσίᾳ την ἀποκαθήλωση τῶν ἱερῶν εἰκόνων.Ἡ συνήθεια τῆς ἀνάρτησης ἱερῶν εἰκόνων ἢ συμβόλων σὲ δημόσιες ὑπηρεσίες, δὲν ἀποτελεῖ ἔθος μόνο τῆς Ἑλλάδας, ἀλλὰ καὶ ἄλλων Εὐρωπαϊκῶν Κρατῶν, ὅπως ἡ Γερμανία, ἡ Ἰταλία κ.α.. Ἔχει δὲ κριθεῖ ἀπὸ τὸ Τμῆμα Εὐρείας σύνθεσης τοῦ ΕΔΔΑ, μὲ τὴν Ἀπόφαση Lautsi κατὰ Ἰταλίας, ὡς ἐναρμονισμένη μὲ τὴν ΕΣΔΑ καθὼς δὲν προσβάλλει τὴ θρησκευτικὴ ἐλευθερία τῶν ἀλλοθρήσκων. Ὅμως, ἡ νόμιμη ἀνάρτηση τῶν ἱερῶν συμβόλων, προϋποθέτει τὴ θετικὴ διάθεση τοῦ ἑκάστοτε Κράτους. Ἡ Ἑλλάδα ποὺ ἀναγνωρίζει ἐπικρατοῦσα θρησκεία, μπορεῖ νὰ ἀναρτᾶ εἰκόνες σὲ δημόσιες ὑπηρεσίεςΣημειωτέον ὅτι κατὰ τὴν ἀκροαματικὴ διαδικασία στὴν Ὁλομέλεια τοῦ ΣτΕ στὴν ὑπόθεση γιὰ τὸ μάθημα τῶν θρησκευτικῶν, ζητήθηκε ὡς προδικαστικὸ αἴτημα ἀπὸ τὴν ἕνωση ἀθέων ἡ ἀποκαθήλωση τῆς Εἰκόνας τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὴν αἴθουσα τῆς Ὁλομέλειας, αἴτημα τὸ ὁποῖο ἀπερρίφθη μὲ σκεπτικὸ βασισμένο στὸ ἄρθρο 3 τοῦ Συντάγματος.Μάθημα τῶν ΘρησκευτικῶνΜία ἀπὸ τὶς σημαντικότερες πτυχὲς τοῦ ἄρθρου 3 στὸ δημόσιο βίο τῆς Ἑλλάδος, σὲ συνδυασμὸ μὲ τὸ ἄρθρο 16 παρ. 2, εἶναι ὁ ὀρθόδοξος χαρακτῆρας τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν. Σύμφωνα μὲ τὴν πάγια νομολογία του ΣτΕ, τὸ μάθημα τῶν θρησκευτικῶν ὀφείλει νὰ ἀναπτύσσει τὴν ὀρθόδοξη χριστιανικὴ συνείδηση τῶν μαθητῶν, καὶ γιὰ αὐτὸ ὀφείλει νὰ εἶναι Ὀρθόδοξο ὁμολογιακό. Οἱ ἀποφάσεις 660/2018, 926/2018, 1749/2019 καὶ 1750/2019 τῆς Ὁλομελείας του ΣτΕ, κάνουν εἰδικὴ μνεία στὸ ἄρθρο 3 σὲ συνδυασμὸ μὲ τὸ ἄρθρο 16 παρ. 2 τοῦ Συντάγματος, ἑρμηνεύοντας τὴν ἀνάπτυξη τῆς θρησκευτικῆς συνείδησης τοῦ ἄρθρου 16, ὡς ἀνάπτυξη τῆς χριστιανικῆς ὀρθόδοξης συνείδησης.Τὸ πολύπαθο μάθημα τῶν θρησκευτικῶν, θὰ ὑποστεῖ τὸ ἔσχατο πλῆγμα ἂν τροποποιηθεῖ τὸ ἄρθρο 3 ἢ τὸ ἄρθρο 16 παρ. 2 , τὰ ὁποῖα εἶναι οἱ δύο πυλῶνες ποὺ κρατοῦν τὸν ὀρθόδοξο ὁμολογιακὸ χαρακτῆρα του.Ἱεροὶ Ναοὶ σὲ Δημόσια ΝοσοκομεῖαΣτὰ Δημόσια Νοσοκομεῖα τῆς χώρας, λειτουργοῦν Ἱεροὶ Ναοὶ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, μὲ ἐφημερίους ποὺ τελοῦν τὶς Ἱερὲς Ἀκολουθίες, ἐξομολογοῦν, παρηγοροῦν καὶ μεταλαμβάνουν τοὺς ἀσθενεῖς. Ἡ λειτουργία αὐτῶν τῶν ναῶν, βασίζεται στὸ γεγονὸς ὅτι ἡ συντριπτικὴ πλειοψηφία τῶν ἀσθενῶν ἀνήκουν στὸ ὀρθόδοξο δόγμα. Οὐδεὶς σήμερα μπορεῖ νὰ ἀμφισβητήσει τὴ νομιμότητα τῆς λειτουργίας τῶν νοσοκομειακῶν ναῶν της ἐπικρατούσας θρησκείας. Ὅμως, σὲ ἐνδεχόμενη συνταγματικὴ ἀναθεώρηση τοῦ ἄρθρου 3 θὰ δοθεῖ ἡ δυνατότητα στὸ νομοθέτη νὰ ρυθμίσει κανονιστικὰ τὴν κατάργηση τῆς λειτουργίας τους.Τυχὸν κατάργησή τους, θὰ ἔχει δυσμενεῖς συνέπειες σὲ πρακτικὸ ἐπίπεδο γιὰ τοὺς ἀσθενεῖς, οἱ ὁποῖοι στὶς δύσκολες στιγμές τους, καταφεύγουν στὴν πίστη γιὰ νὰ ξεπεράσουν τοὺς φόβους καὶ νὰ ἁπαλύνουν τὸν πόνο τους. Ἡ παρουσία τοῦ ναοῦ στὸ πεδίο τῆς μάχης μὲ τὸν πόνο καὶ τὸ θάνατο, τοὺς θυμίζει ὅτι δὲν τελειώνουν ὅλα ἐδῶ. Οἱ νοσοκομειακοὶ ἰατροὶ μποροῦν νὰ ἐπιβεβαιώσουν τὴν εὐεργετικὴ ἐπίδραση τῶν Μυστηρίων στοὺς ἀσθενεῖς, ἀκόμα καὶ ἐκεῖνοι ποὺ δὲν πιστεύουν, δὲν μποροῦν νὰ ἀρνηθοῦν τὴ θετικὴ ἐπίδραση τῆς πίστης τοῦ ἀσθενοῦς σὲ ψυχολογικὸ ἐπίπεδο καὶ κατ’ ἐπέκταση καὶ στὸ σωματικό.Μεγάλες μορφὲς τῆς Ὀρθοδοξίας, ὅπως ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος τῆς Χίου, ὁ Ἅγιος Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης, ὁ Ἅγιος Εὐμένιος Σαριδάκης, ὑπηρέτησαν σὲ νοσοκομειακοὺς ναοὺς προσφέροντας ἀνεκτίμητες ὑπηρεσίες στὸν πάσχοντα ἄνθρωπο. Ὅλοι αὐτοὶ δὲν θὰ ἐπιτρεπόταν νὰ βρίσκονται στὰ νοσοκομεῖα ἂν ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν εἶχε τὸ προνόμιο τῆς ἐπικρατούσας θρησκείας καὶ θὰ τοὺς στεροῦνταν οἱ χιλιάδες ἀσθενεῖς ποὺ εὐεργετήθηκαν ἀπὸ τὴν ἀγάπη τους.Ἔνοπλες Δυνάμεις καὶ Σώματα ἈσφαλείαςΤὸ Θρησκευτικὸ Σῶμα στὸ Στρατό, στὴν Ἀστυνομία καὶ τὰ λοιπὰ Σώματα Ἀσφαλείας, ἀποτελεῖται ἀποκλειστικὰ ἀπὸ κληρικοὺς τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Χωρὶς ἐπικρατοῦσα θρησκεία δὲν μπορεῖ νὰ συντηροῦνται θρησκευτικὲς ὑπηρεσίες μίας συγκεκριμένης θρησκείας, ἔστω καὶ ἂν σὲ αὐτὴ ἀνήκει ἡ συντριπτικὴ πλειοψηφία τῶν ὑπηρετούντων. Παράλληλα, δὲν μπορεῖ νὰ ἀναγνωρίζονται προστάτες Ἅγιοι στὶς Ἔνοπλες Δυνάμεις καὶ στὰ Σώματα Ἀσφαλείας. Μπορεῖ σὲ κάποιους νὰ φαίνεται ἡ παρουσία θρησκευτικοῦ σώματος ὡς κάτι ὄχι ἀπόλυτα ἀπαραίτητο. Ὅμως δὲν εἶναι ἔτσι τὰ πραγματα.Τὸ θρησκευτικὸ σῶμα στὸ μακεδονικὸ ἀγῶνα, στοὺς βαλκανικοὺς πολέμους καὶ στὸν ἑλληνοϊταλικὸ πόλεμο τοῦ 1940 διαδραμάτισε σπουδαῖο ρόλο στὴν ἀγωνιστικότητα τῶν Ἑλλήνων στρατιωτῶν. Οἱ στρατιῶτες στὴν Πίνδο ἔβλεπαν τὸν πόλεμο ὡς ἱερό, διότι θεώρησαν τὸν τορπιλισμὸ τῆς Ἕλλης στὸ λιμάνι τῆς Τήνου ἀνήμερα τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, ὡς προσβολὴ πρὸς τὴν Παναγία. Καὶ μπόρεσαν καὶ ἔκαναν ἕνα στρατιωτικὸ θαῦμα ποὺ προκάλεσε τὸ θαυμασμὸ ὅλου τοῦ κόσμου χάρη στὴν πίστη τους, ἀλλὰ καὶ σὲ φανερὲς ἐπεμβάσεις τῆς Παναγίας.Ἀλλὰ καὶ σήμερα, τυχοῦσα ἀτάργηση τῆς ἐπίσημης ἐκκλησιαστικῆς παρουσίας στὶς Ἔνοπλες Δυνάμεις καὶ στὰ Σώματα Ἀσφαλείας, θὰ εἶχε δυσμενεῖς συνέπειες στὸ πατριωτικὸ αἴσθημα καὶ στὸ ἠθικὸ τῶν ὑπηρετούντων, καθὼς ἀνέκαθεν ἡ Ὀρθόδοξη Πίστη ἀποτελοῦσε τὸν ὕψιστο παράγοντα ἀνόρθωσης τοῦ ἠθικοῦ τῶν Ἑλλήνων στρατιωτῶν καὶ σημεῖο ὁμοψυχίας τους. Ἡ δὲ πίστη στὴ μεταθανάτια ἀπόδοση τῶν καλῶν καὶ κακῶν πράξεων ἀπὸ τὸν Δίκαιο Κριτή, ὁδηγεῖ σὲ σπουδαῖα ἀνδραγαθήματα κατὰ τοῦ ἀδίκου καὶ πρὸς ὑπεράσπιση τῶν ἀδυνάτων, ἐνῷ ἰσχυροποιεῖ τὸν πιστὸ ἀπέναντι σὲ ἀπειλὲς καὶ φοβίεςΤὸ καινοτόμο ΣύνταγμαΣτὶς 5 Ἰουνίου 2016 μὲ τὴν ἐφημερίδα «Καθημερινὴ» προσφέρθηκε δωρεὰν ἕνα ἔνθετο βιβλίο μὲ τίτλο «Ἕνα καινοτόμο Σύνταγμα γιὰ τὴν Ἑλλάδα» χορηγίας τοῦ Global Citizen Foundation, ὅπως ἀναφέρει στὴν πρώτη σελίδα του. Στὴν εἰσαγωγὴ τοῦ βιβλίου, σημειώνεται ὅτι μὲ πρωτοβουλία του Στέφανου Μάνου συγκροτήθηκε μία ὁμάδα ἐργασίας, ἀποτελούμενη ἀπὸ τοὺς Νῖκο Ἀλιβιζάτο (συνταγματολόγο), Παναγῆ Βουρλούμη (τραπεζικό), Γιῶργο Γεραπετρίτη (συνταγματολόγο), Γιάννη Κτιστάκι (συνταγματολόγο), Στέφανο Μάνο (πολιτικὸ) καὶ Φίλιππο Σπυρόπουλο (συνταγματολόγο), μὲ σκοπὸ νὰ συντάξει σχέδιο νέου συντάγματος.Στὸ «Καινοτόμο Σύνταγμα» ἀφαιρεῖται τὸ προοίμιο «Εἰς τὸ Ὄνομα τῆς Ἁγίας καὶ Ὁμοουσίου καὶ Ἀδιαιρέτου Τριάδος». Ἀφαιρεῖται ἡ διάταξη περὶ ἐπικρατούσας θρησκείας μὲ ὅ,τι αὐτὸ συνεπάγεται γιὰ τὴν κατάργηση τῶν θρησκευτικῶν ἀργιῶν, τῶν εἰκόνων σὲ δημόσια κτίρια, τοῦ ὀρθόδοξου προσανατολισμοῦ τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν, τοῦ ἐκκλησιασμοῦ καὶ τοῦ ἁγιασμοῦ στὰ σχολεῖα καὶ στὶς δημόσιες ὑπηρεσίες, τῶν Ὀρθοδόξων Ναῶν σὲ Νοσοκομεῖα καὶ Στρατόπεδα καὶ γενικότερα κάθε κρατικὴ ἔκφραση τῆς Ὀρθόδοξης Πίστης στὸ οὐδετερόθρησκο πλέον κράτος. Ἀφαιρεῖται, ἐπίσης, ἡ κρατικὴ ὑποχρέωση ἀνάπτυξης τῆς ἐθνικῆς καὶ θρησκευτικῆς συνείδησης τῶν μαθητῶν.Ἂν συνυπολογίσουμε καὶ τὸ ὅτι ἐκ τῶν συγγραφέων τοῦ καινοτόμου συντάγματος, ὁ κ. Γεραπετρίτης εἶναι πρωτοκλασσάτο μέλος τῆς κυβέρνησης, ἐνῷ παράλληλα ὁ Φίλιππος Σπυρόπουλος ἔχει ὁριστεῖ ἀπὸ τὴν κυβέρνηση ἐπί κεφαλῆς τῆς ἐπιστημονικῆς ὁμάδας γιὰ τὴ συνταγματικὴ ἀναθεώρηση, ἐκτιμῶ ὅτι τὸ ἄρθρο 3 θὰ μπεῖ στὸ στόχαστρο τῆς ἑπόμενης ἀναθεωρητικῆς βουλῆς, ἐκτὸς ἂν ὑπάρξουν δυναμικὲς ἀντιδράσεις ἀπὸ τὸ λαὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία.ΣυμπερασματικάΤὸ ἄρθρο 3 τοῦ Συντάγματος ἀποτελεῖ τὴν ἱερὴ παρακαταθήκη τῶν προγόνων μας καὶ ἀποτελεῖ τὸ νομικὸ ἀνάχωμα στὴν ἀποχριστιανοποίηση τῆς χώρας μας. Ὅτι ἔχει κρατηθεῖ ζωντανὸ ἀπὸ τὴν πίστη στὴ δημόσια σφαῖρα, κρατήθηκε γιατί ὑπάρχει ἀκόμα τὸ ἄρθρο 3, δυνάμει τοῦ ὁποίου κατοχυρώνεται ὅλη ἡ κοινωνικὴ παρουσία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στὸ δημόσιο τομέα, ὡς ἕνα μικρό, ἀλλὰ πρακτικὸ καὶ δίκαιο προνόμιο, σὲ σχέση μὲ τὰ μειονοτικὰ θρησκεύματα.Τυχοῦσα κατάργηση ἢ τροποποίηση τοῦ ἄρθρου 3, θὰ παρέχει στὸ Νομοθέτη τὴ δυνατότητα νὰ νομοθετήσει τὸν ἀποκλεισμὸ τῆς παρουσίας τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ κάθε πτυχὴ τοῦ κρατικοῦ βίου καὶ στὸ Δικαστῆ νὰ ἀποφασίσει γιὰ αὐτὸν τὸν ἀποκλεισμό, ἂν δὲν τὸ πράξει ὁ νομοθέτης. Ἀκόμα καὶ ἂν οἱ ἑκάστοτε κυβερνήσεις δὲν θὰ ἔχουν σκοπὸ νὰ καταργήσουν τὰ προνόμια τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, οἱ χιλιάδες θρησκευτικὲς ὁμάδες ποὺ δροῦν στὴ χώρα μας, ἂν δὲν ὑπάρχει τὸ ἄρθρο 3, θὰ μποροῦν νὰ διεκδικήσουν τόσο σὲ κοινωνικό-πολιτικό, ὅσο καὶ σὲ δικαστικὸ ἐπίπεδο, εἴτε τὸν ἀποκλεισμὸ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἀπὸ τὸν κοινωνικὸ βίο, εἴτε τὴ δική τους παρουσία ἐπὶ ἴσοις ὅροις μὲ τὴν ἱστορικὰ ἐπικρατοῦσα θρησκεία.Δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη ἀγνωμοσύνη ἀπὸ τὴν περιθωριοποίηση τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ τὸ κράτος ποὺ ἡ ἴδια γέννησε, ἡ ὁποία περιθωριοποίηση ὅσο κλιμακώνεται, ἐπιφέρει τὴ δίκαιη ἀνταπόδοση στὸ ἀγνῶμον ἔθνος. Ἤδη μὲ τὶς ἐπιθέσεις ποὺ γίνονται εἰς βάρος τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴ θεσμοθέτηση ἀντιευαγγελικῶν νόμων, ὑφιστάμεθα τὶς ἀνάλογες συνέπειες. Διότι αὐτὸς ποὺ δὲν τιμᾶ τοὺς γονεῖς του, δὲν μπορεῖ νὰ κάνει προκοπή, ἀλλὰ εἶναι ἄξιος καταφρόνησης. Ἔτσι καὶ τὸ ἑλληνικὸς κράτος ποὺ περιφρονεῖ τὴ μητέρα τοῦ γένους Ἐκκλησία, παραπαίει ζητῶντας τὸ ἔλεος ἀπὸ τὶς κακὲς μητριὲς τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης.Ἡ νεοευρωπαϊκὴ ἠθικὴ καὶ ὁ νομικὸς πολιτισμὸς ποὺ χτίζει, ὁδηγοῦν τοὺς λαοὺς τῆς Εὐρώπης στὴν αὐτοκαταστροφή. Ἂν οἱ ὑλιστὲς ἢ αἱρετικοὶ Εὐρωπαῖοι ἔχουν τὸ ἐλαφρυντικὸ ὅτι γεννήθηκαν στὴν ἄγνοια καὶ δὲν γνώρισαν τὴν ἀλήθεια, τί θὰ ἀπολογηθοῦμε ἐμεῖς ποὺ γεννηθήκαμε σὲ μία χώρα ὀρθόδοξη μὲ πλῆθος ἁγίων καὶ πετάξαμε τὸ θησαυρό της, ἐξ αἰτίας τοῦ κόμπλεξ κατωτερότητας ποὺ μᾶς διακατέχει ἀπέναντι στοὺς δυτικοὺς λαούς;Ἂς σταματήσουν ἐπί τέλους οἱ συνταγματολόγοι καὶ οἱ πολιτικοὶ ἀκόλουθοί τους νὰ κοιτάζουν ἀφ’ ὑψηλοῦ τὴν Ἐκκλησία σὰν νὰ εἶναι κάτι ξεπερασμένο. Ξεπερασμένη καὶ ἀπολύτως ἀποτυχημένη εἶναι ἡ κρατικὴ ἀθεΐα ἡ ὁποία συγκρούστηκε μὲ τὴν Ὀρθοδοξία τὸν προηγούμενο αἰῶνα σὲ ὅλα τὰ ὀρθόδοξα κράτη πλὴν τῆς Ἑλλάδος, εἰσπράττοντας μία μεγαλοπρεπῆ ἧττα, ποὺ θὰ πρέπει νὰ συγκρατεῖ τὴν ἀλαζονεία κάθε ἐπίδοξου διώκτη τῆς Ἐκκλησίας.http://www.orthodoxia-ellhnismos.gr/2024/07/blog-post_91.html#more
ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΣΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΜΑΣ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΟ
Σελίδες
▼
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου