Η Μητέρα του Κυρίου μας είναι ένα σύνολον, άθροισμα αρετών, το οποίον δεν συναντάται σε καμία ψυχή, ούτε είναι δυνατόν να έλθει άνθρωπος επί της γης με τις αρετές της.
Έχει την σιωπή. Από την ηλικία των τριών ετών μέχρι την ηλικία των δεκαπέντε ετών όπου παρέμεινε στον ναό, στα άγια των αγίων, έζησε την ζωή της σιωπής. Διότι στα άγια των αγίων ουδείς εισήρχετο, ει μη ο αρχιερεύς, μια φορά τον χρόνο ανυπόδητος για να ραντίσει με αίμα μοσχαριού τον χώρο και ό,τι υπήρχε σε αυτόν: Κιβωτός της Διαθήκης, στάμνα με το μάνα, τράπεζα με τα χρυσά Χερουβείμ να την κατακαλύπτουν, το ραβδί του Ααρών.
Έχει την υπακοή. Όταν ο αρχάγγελος Γαβριήλ την επεσκέφθη στην Ναζαρέτ και της είπε ότι θα συλλάβει και θα γεννήσει υιό, δεν αντέδρασε, αλλά έσκυψε το κεφάλι της ταπεινά και είπε: «Ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου».
Έχει την ακτημοσύνη, την άκρα πτωχεία. Όταν οι ιερείς αποφάσισαν ότι άλλον χρόνο δεν πρέπει να παραμείνει στα άγια των αγίων, δεν υπήρχε ουδέν περιουσιακό στοιχείο γι’ αυτήν. Έτσι την παρέλαβε ο δίκαιος και ενάρετος Ιωσήφ για να την προστατεύσει.
Ο Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής, βίωνε ένα μεγάλο πειρασμό, που είχε ως αποτέλεσμα να εξαντληθεί η υπομονή του.
Συγκεκριμένα στο εκκλησάκι του Τιμίου Προδρόμου στην Σκήτη της Μικρής Αγίας Άννας, εμφανίστηκε στον γέροντα Ιωσήφ η Παναγία κρατώντας τον Χριστό στην αγκαλιά της. Μεταξύ άλλων η Παναγία του είχε πει χαρακτηριστικά:
“Δεν σου είπα να έχεις την ελπίδα σου σε εμένα; Γιατί αποθαρρύνεσαι;”
Σήμερα, το μεγαλύτερο ποσοστό των ανθρώπων βιώνουν καθημερινά δυσκολίες, θλίψεις, πειρασμούς, ενώ και η υπομονή τους έχει εξαντληθεί.
Το θαυμαστό γεγονός του Αγίου Ιωσήφ του Ησυχαστή με την Παναγία είναι πιο επίκαιρο από ποτέ, αφού τα λόγια της πρέπει να μας παραδειγματίσουν και να σκεφτούμε που πρέπει να έχουμε στραμμένη την ελπίδα μας.
Διηγείται ο Άγιος:
«Στο παρελθόν με την εικόνα Της αυτή η Δέσποινά μας πολύ με είχε παρηγορήσει, όταν είχα πειρασμούς. Αυτά τώρα θυμάμαι και Την παρακαλώ.
Κάποτε, όταν ήμουν στην Μικρή Αγία Άννα, πριν να έρθετε εσείς, πλήθυναν οι πειρασμοί και οι θλίψεις και η μόνη μου παρηγοριά ήταν η Παναγία μας.
Ποτέ ουδεμία απόφαση για το Εθνικό θέμα της Κύπρου δεν πρέπει να λάβουν οι υπεύθυνοι για την τύχη του Ελληνισμού πριν επισκεφθούν τα «φυλακισμένα μνήματα» στη Λευκωσία. Εκεί οφείλουν να προσκυνήσουν τους τάφους των ηρώων, να μάθουν την ιστορία τους και τη θυσία τους και κυρίως να πληροφορηθούν για ποιο ιδανικό αυτοί οι νέοι Έλληνες έδωσαν τη ζωή τους. Αν συνειδητά «συζητήσουν» με τον Ευαγόρα Παλληκαρίδη, με τους Καραολή και Δημητρίου, με τον Γρηγόρη Αυξεντίου και με τον Κυριάκο Μάτση και τους άλλους Μάρτυρες της Ελευθερίας δεν είναι δυνατό ποτέ να δεχθούν ταπεινωτική λύση γι΄ αυτούς τους ήρωες, για εμάς, για εκείνους που θα έρθουν μετά από εμάς.
Την 1η Απριλίου του 1955 ξεκίνησε ο απελευθερωτικός Αγώνας της Εθνικής Οργάνωσης Κυπρίων Αγωνιστών, με ηγέτη τον Γεώργιο Γρίβα - Διγενή και 286 νέα παλληκάρια εναντίον των πανίσχυρων και απάνθρωπων Βρετανών. Προφανώς ο Αγώνας ήταν άνισος. Η αποικιοκρατική Βρετανική Αυτοκρατορία το 1878 αγόρασε (!!!) την Κύπρο από τους Τούρκους μαζί με τους κατοίκους της, τους οποίους κατέστησε ανελεύθερους υπηκόους της και έκτοτε χειριζόταν το νησί ως ιδιοκτησία της. Υπό την ευθύνη της και σήμερα διατηρεί στη Μεγαλόνησο «περιοχές κυρίαρχων βάσεων, στο Ακρωτήρι και στη Δεκέλεια».
Οι μαχητές της ΕΟΚΑ συνέχισαν την ιστορία των Ελλήνων. Στην προκήρυξη της έναρξης του ένοπλου αγώνα για την αποτίναξη του αγγλικού ζυγού, της απελευθέρωσης της Μεγαλονήσου και της Ένωσής της με την Ελλάδα γράφεται μεταξύ άλλων:
Ησ. 28,15Διότι σεις είπατε· “εκάμαμεν συμφωνίαν με τον άδην,
υπεγράψαμεν συμβόλαιον με τον θάνατον και έτσι, εάν εκσπάση βιαία καταιγίς
συμφοράς δεν θα επέλθη εναντίον μας. Εθέσαμεν την ελπίδα μας επάνω στο ψεύδος
και με το ψεύδος αυτό θα σκεπασθώμεν, δια να αποφύγωμεν τον κίνδυνον”!