ΕΣΤΙΑ ΠΑΤΕΡΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ
ΑΣΤΙΚΗ ΜΗ ΚΕΡΔΟΣΚΟΠΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ
Θέσπιδος 11 ΜΑΡΟΥΣΙ
ΤΗΛ. 210 8025211 estiapm@gmail.com
Σέ συνέχεια προηγούμενου κειμένου μας γιά τήν ἵδρυση του πρώτου Ζεν μοναστηριού στην Ελλάδα καί μία σύντομη πρώτη ἀνάλυση, ἀκολουθεῖ μιά πιό βαθειά συγκριτική προσέγγιση τῶν δύο αὐτῶν ἀντιθέτων καί ἀσυμβίβαστων ἐννοιῶν.
Πολύ ἑλκυστική ἡ σιωπή τοῦ ζέν βουδισμοῦ γιά τόν Εὐρωπαῖο πού κρύβει μέσα του μία μυστική ἀναζήτηση τοῦ θείου, δέν λέμε τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά καί πιό εἰδικά ὁ βουδισμός δυστυχῶς ἀσκεῖ γοητεία καί σέ χριστιανούς πού δέν «πατοῦν» καλά στά «πόδια» τῆς πίστης τους. Μιλάει καί αὐτός γιά φωτισμό, γιά βίωμα, γιά σοφία, γιά σιωπή, γιά ἀπάθεια, γιά λύτρωση. Ἄς δοῦμε ἐνδεικτικά τίς φαινομενικές ὁμοιότητες βουδιστικῆς καί ὀρθοδόξου ἀσκήσεως, ἀφοῦ ἐπισκεφτοῦμε ἀρχικῶς τήν ἴδια τή λέξη «ζέν».
Ἡ ἰαπωνική λέξη Ζέν προέρχεται ἀπό τήν ἰαπωνική προφορά τῆς κινεζικῆς λέξης Τσάν, ἡ ὁποία μέ τή σειρά της προέρχεται ἀπό τή σανσκριτική λέξη dhyana, πού σημαίνει "διαλογισμός" .
Διαλογισμός, θά πεῖ κάποιος ἀπερίσκεπτα, ὑπάρχει καί στόν Χριστιανισμό, ὑπό τή μορφή τῆς προσευχῆς. Αὐτό, ὅμως, δέν ἰσχύει, διότι ὁ ἄνθρωπος μέ τήν προσευχή ἐγκαταλείπει τήν αὐτονομία του καί ὑποτάσσεται στό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ὄχι τοῦ ἑαυτοῦ του. Ἔτσι ἡ προσευχή δέν ἀποτελεῖ διαδικασία αὐτοεμβύθισης τοῦ αὐτονομημένου ἀνθρώπου, ἀπό τήν ὁποία ἀναμένεται ἀφύπνιση κάποιων κρυφῶν δυνάμεών του. Ὅπως ἀναφέρει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, ἡ προσευχή δέν μπορεῖ νά «διδαχθεῖ» ἀπό ἀνθρώπους ὡς «γνώση». Δέν εἶναι κάποια «τεχνική» πού μπορεῖ κανείς νά τή μάθει καί νά τήν ἀσκεῖ. Γιά τόν διαλογιζόμενο, ὅμως, δέν ἔχει σημασία ἡ θρησκεία στήν ὁποία ἀνήκει ἤ ὁ Θεός στό ὄνομα τοῦ ὁποίου διαλογίζεται. Ξεκάθαρα δηλαδή δέν ὑπάρχει κάποιος θεός ἔξω καί ἐκτός ἀπό μένα. Ὁ χριστιανός προσεύχεται, δέν διαλογίζεται, ὅπως κάνει ὁ ὀπαδός τῆς ὁμάδας, πού ἐπικαλεῖται μία θεότητα, δηλαδή ἕνα δαιμόνιο, οὔτε προσεύχεται στόν ἑαυτό του ἤ τόν γκουρού του ἤ μπροστά σέ μία ἀπρόσωπη δύναμη ἤ ὑπερσυνειδητότητα. Ὁ χριστιανός προσεύχεται «ἐνώπιος ἐνωπίῳ» μπροστά σ᾽ ἕναν προσωπικό Θεό, σέ ἕναν ἐλεήμονα Σωτήρα, στόν σταυρωθέντα καί ἀναστημένο Ἰησοῦ Χριστό, πού κένωσε τόν ἑαυτό Του καί πῆρε δούλου μορφή, γιά νά προσλάβει τόν ἄνθρωπο καί νά τόν κάνει συγκληρονόμο Του, θεόν κατά χάριν. Ἡ παραμικρή αὐτοπεποίθηση τοῦ ἀνθρώπου στίς δικές του δυνάμεις ἐμποδίζει τήν ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ. Ἡ σχέση μέ τόν ἀληθινό Θεό εἶναι πράγματι σχέση πρόσωπο μέ πρόσωπο, ἀντικριστή σχέση. Στόν διαλογισμό ἐπίσης λείπει ἡ ταπείνωση τοῦ Τελώνη. Ὁ ὀπαδός τῆς ὁμάδας πού διαλογίζεται εἴτε μέ τή βοήθεια τοῦ μάντρα, ( ἐπαναλαμβανόμενοι ἦχοι διά τῶν ὁποίων προκαλοῦνται δονήσεις ὥστε νά φτάνουν δῆθεν στήν ἐπίγνωση τοῦ ἑαυτοῦ τους καί τοῦ ἄλλου ἤ στήν ἀλλαγή τῶν ἀρνητικῶν συνηθειῶν καί προτύπων σέ θετικά) εἴτε διαφορετικά, χρησιμοποιώντας τή νόηση καί ὄχι τήν καρδιά, ἀδρανοποιεῖ τίς αἰσθήσεις καί ἐπιτυγχάνει βαθμιαίως τήν ἀφαίρεση, τήν ἀδράνεια. Ἀργότερα μέ τόν καιρό, ἡ νοητική ἀδράνεια γίνεται κατάσταση, δεύτερη φύση του. Τό ἄτομο ὅταν διαλογίζεται μένει παγωμένο καί ἀδιάφορο σάν ἄγαλμα τοῦ Βούδα, ἡ καρδιά δέν συμμετέχει. Ἡ πορεία του, ἄν δέν ἀνακάμψει, εἶναι πορεία καθόδου πρός τόν Ἅδη, χωρίς ἐλπίδα γιά Ἀνάσταση. Καμμία ἑπομένως σχέση μέ προσευχή.