Σελίδες

Κυριακή 1 Αυγούστου 2010

Η ΛΥΠΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΩΝ ΟΙΚΕΙΩΝ ΜΑΣ.

Γράφεια ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος στούς Θεσσαλονικεῖς (Α΄ Θεσσ. 4, 13) : «Οὐ θέλομεν δὲ ὑμᾶς ἀγνοεῖν, ἀδελφοί, περὶ τῶν κεκοιμημένων, ἵνα μὴ λυπῆσθε καθὼς καὶ οἱ λοιποὶ οἱ μὴ ἔχοντες ἐλπίδα».


«Δέν θέλουμε ἀδελφοί μου νά ἀγνοεῖτε τά σχετικά, (ὄχι μέ τούς νεκρούς, ἀλλά) μέ τούς κεκοιμημένους (ἀφοῦ γιά τόν Χριστιανό ὁ θάνατος εἶναι ὕπνος καί ὄχι ἀφανισμός), γιά νά μήν λυπᾶσθε ὅπως καί οἱ μή Χριστιανοί πού δέν ἔχουν ἐλπίδα αἰώνιας ζωῆς κοντά στόν Χριστό». Τούς παρηγορεῖ ἔτσι τήν λύπη, τήν ἀθυμία κάνοντας τους λόγο, εἰδικά μάλιστα τώρα, πού βρίσκονται σέ τόσο μεγάλη θλίψη, γιά τήν Ἀνάσταση. Τούς ὁμιλεῖ ἥμερα, ὄχι ἐπιτιμητικά. Ἀντίθετα, εἶχε ὁμιλήσει ἐπιτιμητικά γιά τό ἴδιο θέμα στούς Κορινθίους(Α΄ Κορ. κεφ.15). Τούς ὁμιλεῖ ἔτσι, σεβόμενος τήν ἐξαιρετική ἀρετή, πού φανέρωσαν μέχρι τώρα. «Δέν πρέπει τούς λέγει νά λυπᾶσθε ὅπως οἱ ὑπόλοιποι, οἱ ὁποῖοι δέν ἔχουν ἐλπίδα.



-Οἱ εἰδωλολάτρες πῶς λυποῦνταν;


-Κατακόπτονταν γιά τούς πεθαμένους.Ἄρα», σημειώνει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, «τό νά κατακόπτεται, τό νά ὀδύρεται κανείς γιαυτούς πού κοιμήθηκαν, εἶναι σημεῖο καί διακριτικό τῶν ἀνθρώπων, πού δέν ἔχουν ἐλπίδα·

Στάρετς Σάββας Ο Παρηγορητής. «Ἀγώνας γιά τή σωτηρία τοῦ πλησίον» Μέρος Δ΄ (Τελευταίο)

Στάρετς Σάββας  Ο Παρηγορητής»  - Διδαχές τοῦ στάρες Σάββα
Μετάφραση ἀπό τήν ρωσική γλῶσσα  π.Ιωάννου Φωτοπούλου  
Ἀποσπάσματα ἀπό τό ἡμερολόγιό του (σελ. 94 -102 )
 
Ἀγώνας γιά τήν σωτηρία τοῦ πλησίον


Γιά ὅλη τήν προσφορά του στό λαό ἔγινε στόχος τόσο τῶν «ἡμετέρων» ὅσο καί τῶν «ἔξω». Ἀλλά οἱ ἐπιθέσεις τοῦ διαβόλου δέν τόν ἔβλαπταν. Ἀκόμη πιό πολύ ἐνδυνάμωναν τόν νοῦ του στήν ἄσκηση τῆς ἀδιάλειπτης προσευχῆς.
Ἀκολουθώντας τή διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κλίμακος, «μαστίγωνε τούς πολεμίους μέ τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ, γιατί δέν ὑπάρχει ἰσχυρότερο ὅπλο ἀπό αὐτό στόν οὐρανό καί στή γῆ». Κατά τήν προσευχή του ζητοῦσε ἀπό τό Θεό:
   -Δώρησέ μου, Κύριε, νά εἶμαι ἄγνωστος καί ὑβριζόμενος σέ τοῦτον τόν αἰῶνα.
Ἦταν πάντοτε ἕτοιμος νά ὑπομείνει μέ χαρά κάθε συκοφαντία, κακολογία καί θλίψη. Ἔλεγε ὁ π. Σάββας:
   -Ὅσο κι ἄν εἶναι μαύρη ἡ ζωή τοῦ μοναχοῦ (ἐνν. ἀπό τούς πειρασμούς), πιό μαύρη ἀπό τά ράσα δέν μπορεῖ νά εἶναι!
Ἡ εὑαγγελική ἀγάπη βοηθοῦσε νά τηρεῖται τό φῶς τῆς διακρίσεως καί γι’ αὐτό χαιρόταν σέ ὁποιοδήποτε θλιβερή περίσταση.
Κάποτε τυχαῖα τόν ἔκλειοσαν μιά ὁλόκληρη νύχτα στό σπήλαιο ἀλλά χάρηκε μένοντας ἐκεῖ προσευχόμενος.  Τοῦ ἄρεσε νά ἐπαναλαμβάνει:
  -Ὅσο περισσότερες θλίψεις, τόσο περισσότερη σωτηρία.  Μᾶς κάνουν κάποιοι κακό, ἀλλά ἐμεῖς θά ψάξουμε νά βροῦμε σ’ αὐτούς τό καλό καί νά τούς εὐεργετήσουμε.  Κι ἔτσι μέ τό καλό γρήγορα θά νικήσουμε τό κακό.

Οι λεγόμενοι «αόρατοι ερημίτες» του Άθωνα

Οπωσδήποτε πολλοί εκ των αναγνωστών του παρόντος πονήματος θα έχουν ακούσει ή διαβάσει έστω και μια διήγηση για τους αόρατους Ερημίτες του Άθωνα. Άλλοι τους ονόμασαν «αόρατους ασκητές», άλλοι «γυμνούς ασκητές», άλλοι «μυστικούς γέροντες», άλλοι πάλι «αφανείς αναχωρητές». Πρόκειται για ομάδα ασκητών, οι οποίοι είναι εφτά, κατʼ άλλους δώδεκα και κατʼ άλλους δέκα, οι οποίοι διατρίβουν στις ερημικότερες περιοχές της αθωνικής ερήμου και είναι αόρατοι από τα μάτια των ανθρώπων. Εμφανίζονται μόνο σʼ όποιον αυτοί θέλουν ως επί το πλείστον απλό και απονήρευτο μοναχό ή και σε ευσεβή και ευλαβή προσκυνητή που έχει καθαρό και χριστιανικό βίο. Εδώ πρέπει να μεταφέρω κάποια υποσημείωση ενός σύγχρονου συγγραφέα μοναχού (Από το βιβλίο του μοναχού Ιωσήφ Διονυσιάτου «Ο Γέρων Αρσένιος ο Σπηλαιώτης», 2002) περί των μυστηριωδών αυτών ασκητών που την βρήκα την πιο κατάλληλη σε περιεκτικότητα και περιγραφή και την πιο σύντομη για το θέμα αυτό : «Γυμνοί ασκητές : Κατά την μακραίωνη ιστορία του Αγίου Όρους υπάρχει η εξής παράδοσις. Μια ομάδα ασκητών τον αριθμόν επτά ( κατʼ άλλους
δώδεκα), ζουν με άκρα άσκηση, με μοναδικό έργο την αδιάλειπτη προσευχή υπέρ όλου του κόσμου. Έχουν λάβει ειδική χάρη από τον Κύριο να ζουν άοικοι και γυμνοί και να είναι αόρατοι από τους
οφθαλμούς των ανθρώπων».

1 Αυγούστου Συναξαριστής Των Αγίων 7 Μακαβαίων, των Αγίων 9 Μαρτύρων, Πάπα του Νέου, Ελεαζάρου, Κηρύκου, Θεοδώρου, Πολύευκτου, Μήνη και Μηναίου, Ελέσας Οσιομάρτυρος, Τιμοθέου Θαυματουργού, Ethelwald.

Οἱ Ἅγιοι Ἑπτὰ Μακαβαίοι

«Αὐτοκράτωρ ἐστὶ τῶν παθῶν ὁ εὐσεβὴς λογισμός». Ὁ εὐσεβὴς λογισμὸς εἶναι κυρίαρχος καὶ ἐξουσιαστὴς ἐπὶ τῶν παθῶν. Αὐτὸ μὲ περίσσια ἀνδρεία ἀπέδειξαν οἱ ἑπτὰ ἀδελφοὶ Μακκαβαίοι μὲ τὴ στάση τους ἀπέναντι στὸν βασιλιὰ τῆς Συρίας Ἀντίοχο, ὅταν αὐτὸς τοὺς ἔταξε δόξες, τιμὲς καὶ ἐπίγειες ἀπολαύσεις, ἂν αὐτοὶ καταπατοῦσαν τὸν Μωσαϊκὸ νόμο καὶ ἔτρωγαν ἀπὸ τὰ ἀπαγορευμένα φαγητὰ ποὺ τοὺς πρόσφερε.
Προηγήθηκε ὁ ἐνενηκονταετὴς διδάσκαλός τους, Ἐλεάζαρος, ποὺ ἐφάρμοσε στὸ ἔπακρο τὸ νόμο ποὺ τοὺς δίδασκε, μὲ ἀποτέλεσμα ὁ Ἀντίοχος νὰ τὸν ρίξει στὴ φωτιά. Ἐμπνεόμενα ἀπὸ τὴ θυσία τοῦ γέροντα διδασκάλου τους, τὰ ἑπτὰ ἀδέλφια κράτησαν τὴν ἴδια γενναία στάση ἀπέναντι στὸ βασιλιά, ὅταν τοὺς κάλεσε μπροστά του.
Στὴν ἀρχὴ ὁ Ἀντίοχος προσπάθησε νὰ τοὺς κολακεύσει μὲ διάφορα ἐγκώμια γιὰ τὴ νιότη τους. Τοὺς εἶπε ὅτι ἂν ἔτρωγαν ἀπὸ τὰ εἰδωλόθυτα ποὺ τοὺς πρόσφερε, θὰ ἀπολάμβαναν μεγάλες τιμές, καὶ φυσικὰ θὰ τοὺς ἔσῳζε ἀπὸ τὸ θάνατο. Τότε οἱ ἑπτὰ ἀδελφοὶ ἀπάντησαν στὸν Ἀντίοχο: «χαλεπώτερον γὰρ αὐτοῦ τοῦ θανάτου νομίζομεν εἶναι σου τὸν ἐπὶ τῇ παρανόμῳ σωτηρία ἡμῶν ἔλεον». Δηλαδή, εἶναι περισσότερο ἐπιβλαβὴς καὶ ἀπ’ αὐτὸν τὸ θάνατο, νομίζουμε, ἡ συμπάθειά σου γιὰ τὴν παράνομη σωτηρία μας. Ἐξοργισμένος τότε ὁ Ἀντίοχος, μὲ τροχούς, φωτιὰ καὶ ἀκόντια, ἕναν – ἕναν τοὺς σκότωσε ὅλους.
Ὅταν εἶδε αὐτὸ ἡ μητέρα τους Σολομονή, ρίχτηκε μόνη της στὴ φωτιὰ καὶ ἔτσι ὅλοι μαζὶ πῆραν τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου. Ἀπολυτίκιο. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τῶν Μακκαβαίων τὸν ἑπτάριθμον δῆμον, σὺν τῇ μητρὶ Σολομονῇ τῇ ἁγίᾳ, καὶ Ἐλεάζαρ ἅμα εὐφημήσωμεν· οὗτοι γὰρ ἠρίστευσαν, δι’ ἀγώνων νομίμων, ὡς φρουροὶ καὶ φύλακες, τῶν τοῦ Νόμου δογμάτων· καὶ νῦν ὡς καλλιμάρτυρες Χριστοῦ, ὑπὲρ τοῦ κόσμου, ἀπαύστως πρεσβεύουσι.