Σελίδες

Τετάρτη 13 Ιουλίου 2011

Ὁ Γάμος καί ἡ πτώση

Ὁ Γάμος δέν ὑπῆρχε πρό τῆς πτώσεως τῶν Πρωτοπλάστων στόν Παράδεισο

Οἱ ἔγγαμοι καλοῦνται καί πρέπει νά ἁγιασθοῦν καί νά ξεπεράσουν τήν σαρκικότητα, τήν φιληδονία, τήν φιλαργυρία καί τήν φιλοδοξία.
Εἶναι σαφής ἡ διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων ὅτι ὁ τρόπος συλλήψεως, κυοφορίας καί γεννήσεως τοῦ ἀνθρώπου, ἀποτελοῦν τούς δερμάτινους χιτῶνες πού φόρεσε ὁ Ἀδάμ μετά τήν πτώση.

Ὁ Γάμος δέν ὑπῆρχε πρίν τήν πτώση. Εἶναι κάτι πού εὐλόγησε ὁ Θεός μετά τήν πτώση. Δηλ. εἶναι μία παραχώρηση τοῦ Θεοῦ στήν ἀνθρώπινη ἀδυναμία, ἀρρώστια, ἐμπάθεια, ἡ ὁποία εἰσῆλθε στήν ἀνθρώπινη φύση μετά τήν πτώση[1].

Ο Μητροπολίτης Πειραιώς απαντά για την Μασονία

peiriaos-serafeimΤο Ν.Π.Ι.Δ. Τεκτονικόν Ίδρυμα και η εν Αθήναις λειτουργούσα ως ένωσις προσώπων «Μεγάλη Στοά της Ελλάδος» ως αυτοαποκαλείται, κατέθεσαν ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, (Τμήμα 4ο)  παρεμβάσεις - υπομνήματα δια του νομικού των παραστάτου που ταυτοχρόνως τυγχάνει και «Μεγάλος Διδάσκαλος της Στοάς» ως τον αποκαλούν κατά της ελαχιστότητος μου δια την απόρριψι της από 23/4/2010 αιτήσεως μου περί ακυρώσεως της παραλείψεως του Υπουργού Οικονομικών να προκαλέσει την έκδοσι Προεδρικού Διατάγματος κατ’ εφαρμογή του άρθρου 118 του Αστικού Κώδικος δια την διάλυσι του Τεκτονικού Ιδρύματος.

Το κήρυγμα της κοινοκτημοσύνης

…Ήταν τόση η προθυμία με την οποία έδιναν (όσοι είχαν περιουσίες), ώστε δεν υπήρχε ούτε ένας φτωχός (στην πρώτη χριστιανική κοινότητα των Ιεροσολύμων). Δεν έδιναν δηλ. μέρος μόνο από την περιουσία τους, κρατώντας την υπόλοιπη για τον εαυτό τους, ούτε όλα μεν, αλλά με το αίσθημα πως ήταν δικά τους και τα δώριζαν. Την ανωμαλία της άνισης κατανομής των αγαθών την είχαν εξαφανίσει από ανάμεσά τους και ζούσαν με μεγάλη αφθονία αγαθών. Και το θεωρούσαν τούτο ιδιαίτερα τιμητικό. Ούτε τολμούσαν δηλ. να δίνουν οι ίδιοι απ’ ευθείας στα χέρια των φτωχών,  ούτε αισθάνονταν περήφανοι που έδιναν, αλλά μπροστά στα πόδια (των Αποστόλων) έφερναν (τα χρήματα από την πώληση των περιουσιών τους) κι αυτούς άφηναν να τα διαχειριστούν και απόλυτους κυρίους τους καθιστούσαν, ώστε η κατανάλωση να γίνεται από αγαθά που ανήκαν πια σ’ ολόκληρη την κοινότητα και όχι από δικά τους.

Οἱ ἐλάχιστοι ἀδελφοί μας (Ἁγ. Νικολάου Ἀχρίδος)

Ο Κριτής κάλεσε τους δίκαιους στη βασιλεία Του κι αμέσως μετά εξήγησε γιατί τους τη χάριζε: «Γιατί πείνασα και μου δώσατε να φάω, δίψασα και μου δώσατε νερό, ήμουν ξένος και σεις με φιλοξενήσατε στο σπίτι σας, ήμουν γυμνός και με ντύσατε, αρρώστησα και με επισκεφτήκατε, ήμουν στη φυλακή και σεις ήρθατε να με δείτε».
Ακούγοντας αυτή τη θαυμάσια εξήγηση, οι δίκαιοι ζήτησαν δισταχτικά και ταπεινά από το βασιλιά να τους πει πότε τον είδαν πεινασμένο και διψασμένο, γυμνό και άρρωστο και πότε τα έκαναν όλα αυτά σ’ Εκείνον. Και στην ερώτηση αυτή ο βασιλιάς έδωσε πάλι τη θαυμάσια αυτή απάντηση: «Αφού όλα αυτά τα κάνατε στους ελάχιστους και ταπεινούς αδελφούς μου, είναι σα να τα κάνατε σ’ έμενα τον ίδιο».
Όλη αυτή η ερμηνεία έχει δύο όψεις, μια εξωτερική και μια εσωτερική. Η εξωτερική ερμηνεία είναι σαφής στον καθένα. Εκείνος που τρέφει τον πεινασμένο, ξεδιψάει το διψασμένο, ντύνει το γυμνό και στεγάζει τον άστεγο, είναι σα να τα κάνει όλα αυτά στον ίδιο τον Κύριο. Εκείνος που επισκέπτεται τους αρρώστους ή τους φυλακισμένους, είναι σα να τα κάνει αυτά στον Κύριο. Αναφέρεται και στην Παλαιά Διαθήκη σχετικά πως, «εκείνος που ελεεί τον φτωχό, είναι σαν να δανείζει το Θεό, που ανάλογα με το τί έδωσε, θα του το ανταποδώσει».

Οι φτωχοί της Εκκλησίας

Η διατροφή των φτωχών, η προστασία των αδικουμένων, η επιμέλεια των ξενιτεμένων, η βοήθεια των δοκιμαζομένων, η πρόνοια των ορφανών, η συμμαχία των χηρών, …αυτά είναι τα κειμήλια της Εκκλησίας, αυτοί είναι οι θησαυροί που της πρέπουν, και παρέχουν και σε μας την ευχαρίστηση και σε σας την ωφέλεια, ή μάλλον και σε σας την ευχαρίστηση και την ωφέλεια. (1)
Αλλά τι λένε συνέχεια; «Έχει λεφτά η Εκκλησία». Και τι σε νοιάζει εσένα; Γιατί, αν δώσει κάποιος άλλος, δε θα σωθείς εσύ, ούτε αν παράσχει στους φτωχούς η Εκκλησία, θα εξαλείψεις εσύ τα δικά σου αμαρτήματα. Αν λοιπόν γι’ αυτό δεν τους δίνεις, επειδή η Εκκλησία οφείλει να δώσει σε αυτούς που έχουν ανάγκη, τότε μήπως επειδή προσεύχονται οι ιερείς, δε θα προσευχηθείς εσύ;