Σελίδες

Σάββατο 6 Αυγούστου 2011

Προφητεία τού Γέροντα Σίμωνα Αρβανίτη για την Ελλάδα


Επέρχεται η κάθαρσις…
Θα την ανυψώσει την Ελλάδα ο Θεός, θα την δοξάσει !!!

Προφητεία του Γέροντα Σίμωνα Αρβανίτη, Μονής Αγίου Παντελεήμονα Νέας Πεντέλης, παρμένη από το βιβλίο του Μοναχού Ζωσιμά: “Ιερομόναχος Σίμων Αρβανίτης 1901-1988, η ζωή και το έργο του”.
(απομαγνητοφωνημένο κείμενο)
Σήμερα όμως, έχουμε ανάγκη να θέλουμε νά κάνουμε κάτι τοιούτο, γιά νά ίδωμεν ότι, ότι μπορούμε σήμερα στήν ζωήν αυτήν, νά φέρομε ωραία αποτελέσματα, διότι όπως βλέπουμε σήμερα τόν κόσμο γενικώς, ότι δεν εδύνατο ο Θεός πλέον να ανεχθεί εκείνη την λυπηράν κατάσταση σ’όλη τήν οικουμένη μηδαμώς εξαιρουμένης και της Ελλάδος, πού τήν αγαπά περισσότερο και το οποίο στα χαρτιά μας λέει και σε λίγο πραγματοποιούνται, ότι ή Ελλάς, ή Ελλάς θά δείτε σέ λίγο πόσο θά γίνει μεγάλη, μεγάλη, μεγάλη.

O Άγιος Νικηφόρος ο λεπρός και τυφλός

undefined
Ο πατήρ Νικηφόρος (κατά κόσμο Νικόλαος) γεννήθηκε σ’ ένα ορεινό χωριό των Χανίων, στο Σηρικάρι. Οι γονείς του ήταν απλοί και ευλαβείς χωρικοί, οι οποίοι ενώ ακόμη ήταν μικρό παιδί πέθαναν και τον άφησαν ορφανό. Έτσι, σε ηλικία 13 ετών έφυγε από το σπίτι του, πήγε στα Χανιά κι άρχισε να εργάζεται εκεί σ’ ένα κουρείο. Τότε εμφάνισε και τα πρώτα σημεία της νόσου του Χάνσεν δηλ. την λέπρα. Εκείνη την εποχή, τους λεπρούς τους απομόνωναν στο νησί Σπιναλόγκα, διότι η λέπρα ως μεταδοτική αρρώστια αντιμετωπίζονταν με φόβο και αποτροπιασμό. Ο Νικόλαος όταν έγινε 16 ετών και όταν τα σημάδια της νόσου άρχισαν να γίνονται πιο εμφανή, για να αποφυγή τον εγκλεισμό του στην Σπιναλόγκα έφυγε με κάποιο καράβι για την Αίγυπτο. Εκεί έμενε εργαζόμενος στην Αλεξάνδρεια, πάλι σ’ ένα κουρείο, όμως τα σημάδια της νόσου γίνονταν όλο και πιο εμφανή, ιδίως στα χέρια και στο πρόσωπο.

6 Αυγούστου Συναξαριστής


Η ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΙΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ, Αββακούμ Νεομάρτυρα.



Ἡ Μεταμόρφωση τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ


Κατὰ τὴν διήγηση τῶν Εὐαγγελιστῶν, ὁ Κύριος μας Ἰησοῦς Χριστὸς πῆρε ἀπὸ τοὺς μαθητὲς τὸν Πέτρο, τὸν Ἰωάννη καὶ τὸν Ἰάκωβο καὶ ἀνέβηκε στὸ ὄρος Θαβὼρ γιὰ νὰ προσευχηθεῖ.
Οἱ τρεῖς μαθητές Του, ὅπως ἦταν κουρασμένοι ἀπὸ τὴ δύσκολη ἀνάβαση στὸ Θαβὼρ καὶ ἐνῷ κάθισαν νὰ ξεκουραστοῦν, ἔπεσαν σὲ βαθὺ ὕπνο.
Ὅταν, ὅμως, ξύπνησαν, ἀντίκρισαν ἀπροσδόκητο καὶ ἐξαίσιο θέαμα. Τὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου ἄστραφτε σὰν τὸν ἥλιο, καὶ τὰ φορέματά Του ἦταν λευκὰ σὰν τὸ φῶς. Τὸν περιστοίχιζαν δὲ καὶ συνομιλοῦσαν μαζί Του δύο ἄνδρες, ὁ Μωϋσῆς καὶ ὁ Ἠλίας.
Ἀφοῦ οἱ μαθητὲς συνῆλθαν κάπως ἀπὸ τὴν ἔκπληξη, ὁ πάντα ἐνθουσιώδης, Πέτρος, θέλοντας νὰ διατηρηθεῖ αὐτὴ ἡ ἁγία μέθη ποὺ προκαλοῦσε ἡ ἀκτινοβολία τοῦ Κυρίου, ἱκετευτικὰ εἶπε νὰ στήσουν τρεῖς σκηνές.