Σελίδες

Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου 2011

Ἡ Ὀρθοδοξία μας. Κεφάλαιο 2ο. Οἱ ἅγιοι ἄγγελοι. Π. Ἀντώνιος Ἀλεβιζόπουλος.

Ἡ Ὀρθοδοξία μας
π.Ἀντώνιος Ἀλεβιζόπουλος
Δρ. Θεολογίας, Δρ. φιλοσοφίας
η) Οἱ ἅγιοι ἄγγελοι (σελ.103-110)

Στά ἔργα τοῦ Θεοῦ ἀνήκουν καί τά πνευματικά ὄντα· οἱ ἅγιοι ἄγγελοι. Ἐδημιουργήθησαν πρίν ἀπό τήν ὕπαρξη τοῦ ὑλικοῦ κόσμου· «ὅταν ἐδημιουργήθησαν τά ἄστρα, οἱ ἄγγελοι μου μέ δοξολόγησαν μέ μεγάλη φωνή», ἀναφέρεται στήν ἁγία Γραφή (Ἰώβ λη΄ 7, πρβλ. Ψαλμ. ρμη΄ 2-5).
Οἱ ἅγγελοι εἶναι πνευματικές προσωπικότητες, δέν ἔχουν σῶμα! Περιορίζονται χρονικά, γιατί ἔχουν ἀρχή. Περιορίζονται ἀκόμη καί τοπικά, ἀλλά λόγῳ τῆς ταχύτητας τῆς φύσεώς των, ἐνεργοῦν παντοῦ· ἀντίθετα ὁ Θεός δέν προσδιορίζεται τοπικά· «εὑρίσκεται παντοῦ καί εἶναι πέρα ἀπ’ ὅλα» καί συνεπῶς «ἐνεργεῖ συγχρόνως μέ διαφορετικούς τρόπους μέ μία καί μόνη ἐνέργεια» (Δαμασκηνός).
Οἱ ἄγγελοι, ἀπό τήν πρώτη στιγμή πού ἐπλάσθησαν, «εἶχαν φυτευμένη τήν ἁγιότητα, τρόπον τινά μέσα στό φύραμα τῆς οὐσίας των. Διά τοῦτο δύσκολα μεταπίπτουν στήν κακία, διότι εὐθύς ἐξ ἀρχῆς, σάν μέ κάποια βαφή, ἠσφαλίσθησαν μέ τήν ἁγιότητα καί ἔχουν σταθεροποιθεῖ στήν ἀρετή μέ τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» (Μ. Βασίλειος).
Αὐτό δέν σημαίνει πώς ἡ ἀγγελική φύση εἶναι ἄτρεπτος. Ἡ σταθεροποίησή τους στήν ἀρετή ὁλοκληρώθηκε μέ τή σταυρική θυσία τοῦ Χριστοῦ καί μένουν πιστοί στήν πρωταρχική τους ἀποστολή, πού εἶναι ἡ δοξολογία τοῦ Θεοῦ. Αὐτό μαρτυρεῖται στήν ἁγία Γραφή:

«Εἶδον τόν Κύριον καθήμενον
ἐπί θρόνου ὑψηλοῦ καί ἐπηρμένου,
καί πλήρης ὁ οἶκος τῆς δόξης Αὐτοῦ.
Καί Σεραφείμ εἰστήκεισαν κύκλῳ Αὐτοῦ,
ἕξ πτέρυγες τῷ ἑνί καί ἕξ πτέρυγες τῷ ἑνί..
Καί κέκραγεν ἕτερος πρός τόν ἕτερον καί ἔλεγον·
ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος Κύριος Σαβαώθ,
πλήρης πᾶσα ἡ γῆ τῆς δόξης Αὐτοῦ» (Ἠσ. στ΄ 1-3).

Παρόμοια ἐμπειρία εἶχε καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης στήν Ἀποκάλυψη:
«Τά τέσσερα αὐτά ζωντανά ὄντα, μέ ἕξι πτέρυγες τό καθένα, ἔχουν μάτια ὁλόγυρα, μέσα καί ἔξω, καί δέν παύουν νά ψάλουν ἡμέρα καί νύκτα: Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος, Κύριος ὁ Θεός ὁ Παντοκράτωρ, ὁ ἦν καί ὁ ὤν καί ὁ ἐρχόμενος» (Ἀποκ. δ΄8, ζ΄11-12).
Ἡ Ἐκκλησία μας, σέ ἁρμονία, μέ αὐτές τίς ἁγιογραφικές μαρτυρίες ψάλλει:

Ἡ ἀσώματος φύσις τά Χερουβείμ,
ἀσιγήτοις Σε ὕμνοις δοξολογεῖ.
Ἐξαπτέρυγα ζῶα, τά Σεραφείμ,
ταῖς ἀπαύστος φωναῖς Σε ὑπερυψοῖ.
Τῶν ἀγγέλων τε πᾶσα ἡ στρατιά
τρισαγίοις Σε ἄσμασιν εὐφημεῖ».

Οἱ ἄγγελοι λοιπόν ἀποτελοῦν ἰδιαίτερη δημιουργία τοῦ Θεοῦ. Δέν ταυτίζονται μέ τούς ἀνθρώπους σέ «ἐξελιγμένη κατάσταση», ὅπως κηρύττουν μερικές ὁμάδες ἀπό τό χῶρο τοῦ ἀποκρυφισμοῦ καί νεο-γνωστικισμοῦ. Οὔτε πάλι βρίσκονται ἐξω ἀπό τήν ἑνότητα καί τήν ἁρμονία τῆς ὅλης δημιουργίας. Εἶναι ἀδελφοί μας καί βρίσκονται στήν ἴδια κοινωνία τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Αὐτή ἡ κοινωνία δέν εἶναι κοινωνία Οὐσίας, ἄλλα δωρεά, Χάρη, δηλαδή κοινωνία τῆς ἄκτιστης ἐνέργειας καί δόξας τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ.
Καί οἱ ἄγγελοι ἀνήκουν στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή στήν Ἐκκλησία, στήν ὁποία ἀνήκουμε καί ἐμεῖς. Εἶναι ἑνωμένοι μαζί μας στήν παγκόσμια Ἐκκλησία, πού ἐκτείνεται στούς οὐρανούς καί στή γῆ. Αὑτό γίνεται φανερό ἰδιαίτερα ἀπό τούς ὕμνους τῆς Ἐκκλησίας μας:
«Διά τοῦ Σταυροῦ Σου Χριστέ,
μία ποίμνη γέγονεν, ἀγγέλων καί ἀνθρώπων
καί μία Ἐκκλησία·
οὐρανός καί γῆς ἀγάλλεται,
Κύριε δόξα Σοι»!

(Ὕμνος τῶν αἴνων τῆς Τετάρτης τοῦ πρώτου Ἤχου).

Οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἑρμηνεύοντας τήν ἁγία Γραφή ἀναφέρουν πώς οἱ ἄγγελοι εἶναι «ὀφθαλμοί Κυρίου» καί «ὦτα Αὐτοῦ» (Ψαλμ. λδ΄ 16), γιατί σ’ αὐτούς ἐμπιστεύθηκε τό ἔργο «νά μᾶς ἐπιβλέπουν καί νά παραλαμβάνουν τίς προσευχές μας» (Μ.Βασίλειος).
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέγει χαρακτηριστικά πώς οἱ ἄγγελοι εἶναι λειτουργικά πνεύματα, πού ἀποστέλλονται σέ ὑπηρεσία γιά χάρη ἐκείνων πού μέλλουν νά κληρονομήσουν σωτηρία (Ἑβρ. α΄14 ).
Ἡ μετοχή τῶν ἁγίων ἀγγέλων στό ἕνα Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή στήν Ἐκκλησία καί ἡ ἰδιαίτερη διακονία τους νά ὑπηρετοῦν τό μυστήριο τῆς σωτηρίας μας, ἀποδεικνύει πώς βρίσκονται σέ στενή σχέση μαζί μας. Χαίρονται ὅταν κάποιος ἐπιστρέψει στόν Χριστό καί ζήσει τή ζωή τῆς εὐσέβειας (Λουκ. ιέ 10). Ἕνας ὕμνος τῆς Ἐκκλησίας μας χαρακτηρίζει τούς ἁγίους ἀγγέλους «φύλακες τῆς σωητρίας μας»:

«Ἐν κόσμῳ πρός τούς μέλλοντας
πιστεύειν σοι ἐκπέμπονται,
ὥσπερ φύλακες τῆς σωτηρίας
τῶν εὐσεβῶν οἱ ἄγγελοι,
περιέποντες Σωτήρ τούς δούλους σου».
(ὕμνος τῆς Δευτέρας τοῦ τρίτου ἤχου)


Οἱ ἅγιοι μεσιτεύουν γιά μᾶς καί μεταφέρουν τίς προσευχές καί τίς προσφέρουν εὑάρεστη θυσία στόν Θεό (Ζαχ. α΄ 12-13. Τωβίτ ιβ΄12-15. Ἀποκ. η΄ 3-5). Ἡ ἁγία Γραφή μᾶς πληροφορεῖ πώς ὁ κάθε πιστός ἔχει τό δικό του ἄγγελο, τόν ὁποῖο μπορεῖ νά παρακαλέσει στήν προσευχή του:

«Ἅγιε ἄγγελε,
ὁ ἐφεστός τῆς ἀθλίας μου ψυχῆς
καί τῆς ταλαιπώρου μου ζωῆς,
μή ἐγκαταλείπης με τόν ἁμαρτωλόν,
μηδέ ἀποστῆς ἀπ’ ἐμοῦ διά τήν ἀκρασίαν μου...»
(πρβλ.Γέν. μη΄ 16. Ἔξοδ. κγ΄ 20. Ἰώβ ε΄4. Ψαλμ. λγ΄8. Δαν. ι΄13.20. Ματθ. ιη΄10. Πράξ.ιβ΄15).

Ὁλοκληρώνοντες τίς σκέψεις μας σ’ αὐτό τό κεφάλαιο παρατηροῦμε πώς τόσο ὁ ἄνθρωπος, ὅσο καί ὁλόκληρος ὁ πνευματικός καί ὑλικός κόσμος εἶναι ἔργα τῶν χειρῶν τοῦ Θεοῦ· δημιουργήματά Του.
Ἀνάμεσα στό Θεό καί στά ἔργα Του δέν ὑπάρχει ὀντολογική σχέση· δέν εἶναι ἔργα τῆς Οὐσίας, ἀλλά τῆς θέλησης τοῦ Θεοῦ. Δέν ἀποτελοῦν ἀποτέλεσμα ἀνάγκης ἤ καρπό ἐπενέργειας τυφλῶν νόμων, ἀλλά συνειδητή πράξη ἀγάπης τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ.
Ὁ ἄνθρωπος καί ὁλόκληρη ἡ δημιουργία, τά ἔργα τοῦ Θεοῦ, δέν εἶναι αἰώνια. Βρίσκονται αἰώνια στή «γνώμη»τοῦ Θεοῦ καί ἐδημιουργήθησαν μέσα στό χρόνο, σύμφωνα μέ τή Θεία Του βούληση. Οὔτε ὁ ἄνθρωπος, οὔτε οἱ ἄγγελοι, οὔτε καί ἡ ὕλη προϋπῆρχαν μέ ὁποιαδήποτε μορφή ἔξω ἀπό τή «γνώμη»τοῦ Θεοῦ. Τά πάντα ἐδημιουργήθηκαν «ἐκ τοῦ μηδενός», δέν προῆλθαν ἀπό τήν Οὐσία τοῦ Θεοῦ!
Ἀκόμη ὑπάρχει διάκριση ἀνάμεσα στούς ἀγγέλους καί στούς ἀνθρώπους, ἀνάμεσα στόν ἄνθρωπο καί στά ἄλλα ζωντανά ὄντα πάνω στή γῆ. Δέν ὑπάρχει καμμία ἐξελικτική σκάλα, πού νά ἑνώνει τά διάφορα ὄντα στά πλαίσια δῆθεν ἀτέλειωτου κύκλου γεννήσεων καί θανάτων (μετενσάρκωση ἤ μετεμψύχωση). Τά πάντα ἔχουν τήν πρωταρχική τους αἰτία στόν Πατέρα, ἐδημιουργήθησαν διά τοῦ Υἱοῦ καί βρῆκαν τήν τελείωσή τους διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος· εἶναι δημιουργήματα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ.
Ἀφοῦ τά πάντα δέν προῆλθαν ἀπό τήν Οὐσία τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἀπό τήν ἐλεύθερη βούλησή Του ὡς καρπός ἀγάπης, δέν ἐπιστρέφουν τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ, οὔτε διαλύονται σέ κάποια πρωταρχική οὐσία, ἀλλά προορίζονται νά ἐλευθερωθοῦν ἀπό τή δουλεία τῆς φθορᾶς καί νά εἰσέλθουν στήν ἐλευθερία τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ· νά γίνουν «καινή κτίση», μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, πού ἀναγεννᾶ καί ζωοποιεῖ τά πάντα.
Ἡ Ἐκκλησία μας δέν ἀρνεῖται τήν ἀξία τῆς κτίσης οὔτε τήν ἀπολυτοποιεῖ. Καί αὐτή ἡ ὑλική κτίση βρίσκει τό βαθύτερο νόημά της στή δόξα τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ, τῆς ὁποίας θά γίνει μέτοχος ὁλόκληρη ἡ κτίση. Ἔτσι καί τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου ἀξιολογεῖται θετικά, κατ’ οὐδένα τρόπο δέν ἀποτελεῖ «κατάρα»ἤ «φυλακή τῆς ψυχῆς».
Ἀπό ὅλα τά δημιουργήματα μόνο ὁ ἄνθρωπος ἐπλάσθη «κατ’ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ», μέ προορισμό τήν ὁμοίωση τοῦ Θεοῦ. Δέν προϋπηρχε σάν πνεῦμα, ἀλλά ἐδημιουργήθη ἀπό τήν ἀρχή ὡς ἑνότητα ψυχῆς καί σώματος. Γιά νά γνωρίσουμε τί «κατά φύση» εἶναι ὁ ἄνθρωπος, πρέπει νά γνωρίσουμε τό ἀρχέτυπό του, δηλαδή τον Θεό, ὅπως ἀκριβῶς ἐμβαθύνουμε στή γνώση μιᾶς εἰκόνας γνωρίζοντας τό πρωτότυπο.
Ἡ ἔννοια τοῦ «κατ’ εἰκόνα» δέ σημαίνει ὁμοιότητα τῆς φύσης ἀνάμεσα στόν Θεό καί στόν ἄνθρωπο, ἀλλά ὁμοιότητα ἐξουσίας. Ὁ ἄνθρωπος τοποθετήθηκε «ἐξουσιαστής» τῆς λοιπῆς δημιουργίας καί ὑψώθηκε στό ἐπίπεδο τοῦ συνεργάτου Θεοῦ γιά τή συνέχιση τῆς δημιουργίας.
Ὅμως αὐτή ἡ ἐξουσία δέν ἔπρεπε νά ἀσκεῖται μέ τρόπο αὐθαίρετο καί ἀντίθετο πρός τή φύση τῶν ἄλλων δημιουργημάτων καί τή θέση εὐθύνης τοῦ ἀνθρώπου μέσα στόν κόσμο τοῦ Θεοῦ. Ὁ Δημιουργός ἔδωσε στή ζωή τοῦ ἀνθρώπου νόημα, ἀλλά καί τά λοιπά δημιουργήματα ἦλθαν σέ ὕπαρξη μέ ὁρισμένο σκοπό, ὥστε ὁλόκληρη ἡ κτίση νά συνιστᾶ μοναδική ἑνότητα καί ἁρμονία, πού στή Παλαιά Διαθήκη ἐκφράζεται μέ τά λόγια: «καί εἶδεν ὁ Θεός τά πάντα, ὅσα ἐποίησε, καί ἰδού καλά λίαν» (Γέν. α΄ 31).
Ἡ κυριαρχία λοιπόν τοῦ ἀνθρώπου πάνω στή λοιπή δημιουργία ἔπρεπε νά βρίσκεται σέ ἁρμονία μέ τό θέλημα καί μέ τό σκοπό τοῦ Θεοῦ. Δηλαδή ἔπρεπε ὁ ἄνθρωπος νά εἶναι προστάτης καί φύλακας τῆς ὅλης δημιουργίας καί ὄχι καταστροφέας της.
Ἡ ἐκπλήρωη τῆς ἀποστολῆς τοῦ ἀνθρώπου ἀπαιτοῦσε βαθειά γνώση τῆς δημιουργίας. Καί ὁ ἄνθρωπος μποροῦσε νά φέρει τό ἔργο αὐτό σέ εὐλογημένο τέλος, γιατί ὡς τό «κατ’ εἰκόνα» τοῦ Πανσόφου καί Παντοδύναμου Θεοῦ μποροῦσε νά ἀναπτύξει σέ θαυμαστό βαθμό τή γνώση καί τήν ἐπιστήμη καί νά πραγματώσει τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ «καί κατακυριεύσατε αὐτῆς καί ἄρχετε...» (Γέν. α΄28).
Ἡ κυριαρχία τοῦ ἀνθρώπου πάνω στή δημιουργία τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι ἀπεριόριστη, ἀλλά περιορίζεται ἀπό τό σκοπό πού ὁ ἄνθρωπος ἐκλήθηκε ἀπό τόν Θεό νά ὑπηρετήσει· «ἐργάζεσθαι αὐτόν (τόν παράδεισο) καί φυλάσσειν» (Γέν. β΄ 15). Ὁ ἄνθρωπος δέν καλεῖται νά κάνει ἐγωϊστική χρήση τοῦ κόσμου, ἀλλά νά ὑπηρετήσει τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ.
Ἡ ὑποταγή ὅμως τοῦ ἀνθρώπου στό θέλημα καί στό σχέδιο τοῦ Θεοῦ δέν ἦταν ἀναγκαστική.
Ὁ ἄνθρωπος εἶχε τή δυνατότητα νά τήν ἀπορρίψει. Ἐδημιουργήθη ἀναμάρτητος «κατά τή φύση», μέ τήν ἔννοια ὅτι ὁ Θεός δέν ἔβαλε στή βούληση τοῦ ἀνθρώπου τήν ἀποστασία ἀπό τό θέλημά Του. Ἀντίθετα ἐπροίκισε τόν ἄνθρωπο μέ τή χάρη Του, ὥστε νά αὐξηθεῖ στήν ἀρετή.
Ἀλλά αὐτό πού γίνεται μέ τή βία δέν εἶναι ἀρετή· εἶναι ἀνάγκη. Γι’ αὐτό καί ὁ Θεός ἔπλασε τόν ἄνθρωπο ἐλεύθερο, ἱκανό νά ἔλθει σέ κοινωνία ἀγάπης μέ τήν ὅλη δημιουργία τοῦ Θεοῦ, μέ τό συνάνθρωπο, μέ τόν ἴδιο τό Δημιουργό Του. Ὁ ἴδιος ὁ Θεός ἔρχεται σέ κοινωνία ἀγάπης «ἐν ἐλευθερίᾳ» μέ τόν ἄνθρωπο, χωρίς νά καταστρέφει τόν ἄνθρωπο.
Καί αὐτή ἡ κοινωνία φθάνει στά ὅριά της μέ τή σάρκωση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ. Στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ὁ Θεός ἦλθε σέ κοινωνία μέ τόν ἄνθρωπο «ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως, ἀχωρίστως, ἀδιαιρέτως»!
Ἔτσι ὁ Θεός σώζει τόν ἄνθρωπο χωρίς νά τόν συντρίβει. Ἀκόμη καί ἡ σκέψη «νά βάλει τόν ἄνθρωπο στόν παράδεισο» δέν εἶναι ἱκανή νά κινήσει τόν Θεό νά παραβιάσει τή βούληση τοῦ ἀνθρώπου, «γιά τό καλό τοῦ ἀνθρώπου»! Πράγματι, «θαυμαστός ὁ Θεός ἐν τοῖς ἔργοις Αὑτοῦ»!
Ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο «Ἡ Ὀρθοδοξία μας».
Ἔτος 1994
σελίδες 103-110

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου