Σελίδες

Παρασκευή 9 Δεκεμβρίου 2011

Προφάσεις γιά μή ἐκκλησιασμό

Προ­φά­σεις ἐν  ἁ­μαρ­τί­αις


Σάν ἕ­να μι­κρό ἔν­θε­το θά προ­σθέ­σου­με ἐ­δῶ καί τίς προ­φά­σεις, καί θά ἀ­παν­τή­σου­με σέ με­ρι­κούς πού προ­φα­σί­ζον­ται δι­ά­φο­ρες αἰ­τί­ες γιά νά  δι­και­ο­λο­γή­σουν τήν ἀ­που­σί­α τους ἀ­πό τήν ἐκ­κλη­σί­α.
Ἐ­πει­δή προ­βάλ­λο­νται δι­και­ο­λο­γί­ες σάν ἐ­μπό­δι­α τοῦ ἐκ­κ­λη­σι­α­σμοῦ, θά ἦ­ταν πα­ρά­λει­ψη νο­μί­ζω νά μήν  ἀ­να­σκευ­ά­ζα­με αὐ­τές τίς «προ­φά­σεις ἐν ἁ­μαρ­τί­ες».

α) Σάν πρώ­τη δι­και­ο­λο­γί­α προ­βάλ­λουν κά­ποι­οι:« Εἶ­μαι φτω­χός καί πρέ­πει νά δου­λέ­ψω νά ζή­σω τά παι­δι­ά μου καί γι­α­τοῦ­το δέν ἔ­χω χρό­νο νά ἐκ­κ­λη­σι­α­στῶ». Οἱ ἄν­θρω­ποι αὐ­τοί, φαί­νε­ται ὅ­τι ἀ­γνο­οῦν μι­ά με­γά­λη ἀ­λή­θει­α καί πά­σχουν ἀ­πό ὁ­λι­γο­πι­στί­α στή θεί­α Πρό­νοι­α.  Εἶ­σαι τό­σο σί­γου­ρος ἀ­δελ­φέ μου ὅ­τι μέ τί δι­κή σου δύ­να­μη καί προ­σπά­θει­α θά τά οἰ­κο­νο­μή­σεις ὅ­πως θέ­λεις;  Δέν γνω­ρί­ζεις πό­σο ἀ­δύ­να­το πλᾶ­σμα εἶ­σαι, ἀ­φοῦ καί μι­ά μι­κρή γρίπ­πη μπο­ρεῖ νά σέ  κα­θη­λώ­σει στό κρεβ­βά­τι γι­ά πολ­λές μέ­ρες; Γι­α­τί ἀ­πι­στεῖς καί ἀμ­φι­βάλ­λεις στό λό­γο τοῦ Κυ­ρί­ου πού λέ­γει, ὅ­τι Αὐ­τός με­ρι­μνᾶ γι­ά τά χόρ­τα τοῦ ἀ­γροῦ καί δέ θά με­ρι­μνή­σει γι­ά σέ­να καί τήν οἰ­κο­γέ­νει­ά σου, τίς ζω­ντα­νές εἰ­κό­νες Του; Δέν ἀ­ντι­λαμ­βά­νε­σαι ὅ­τι χω­ρίς τή βο­ή­θει­α τοῦ Θε­οῦ δέν κα­τορ­θώ­νεις τί­πο­τα; Ἄν ὁ Θε­ός δέ σέ προ­φυ­λά­ξει μά­ται­α κο­πι­ά­ζεις. Ἅν ὁ Θε­ός δέ στεί­λει τόν ἥ­λι­ο Του καί τή βρο­χή πῶς θά θά τρα­φεῖς, πῶς θά ἐ­πι­βι­ώ­σεις πά­νω στή γῆ; Ἀλ­λά καί ἡ συ­νε­χής ἐρ­γα­σί­α πολ­λούς ἔ­στει­λε πρό­ο­ρα στόν ἄλ­λο κό­σμο. Μέ  τό νά πέ­σεις μέ τά μοῦ­τρα στήν  δου­λει­ά τό μό­νο πού θά κα­τα­φέ­ρεις εἶ­ναι νά ἐ­ξα­ντλη­θεῖς καί τό πι­ό σί­γου­ρο νά ἀρ­ρω­στή­σεις καί ἐ­κεῖ­να πού  μά­ζε­ψες νά τά σκορ­πί­σεις χω­ρίς κα­νέ­να ὄ­φε­λος. Εἶ­μαι βέ­βαι­ος ὅ­τι τά γνω­ρί­ζεις αὐ­τά . Καί γι­ά τοῦ­το πρέ­πει νά πεί­σεις τόν ἑ­αυ­τό σου καί νά ἀ­ντα­πο­κρί­νε­σαι στήν ἐ­ντο­λή τοῦ Κυ­ρί­ου καί νά ἐκ­κ­λη­σι­ά­ζε­σαι γι­ά τό κα­λό τῆς ψυ­χῆς σου, ἀλ­λά καί τοῦ σώ­μα­τός σου. Γι­α­τί ὅ­ταν ξε­κου­ρα­στεῖς τήν Κυ­ρι­α­κή θά ξε­κι­νή­σεις τή Δευ­τέ­ρα ἀ­να­νε­ω­μέ­νος καί  θά ἀ­πο­δώ­σεις πε­ρισ­σό­τε­ρο στήν ἐρ­γα­σί­α σου. Καί νά­χεις πά­ντο­τε στό νοῦ σου, ὅ­τι χω­ρίς τό Θε­ό τί­πο­τα δέν κα­τορ­θώ­νεις καί νά θυ­μᾶ­σαι, ὅ­σοι ἀ­πο­μα­κρυ­νο­νται ἀ­πό τό Θε­ό καί τήν ἐκκλησία Του ἀ­πο­λοῦ­νται, χά­νο­νται Χά­νο­νται γι­α­τί φεῦ­γουν ἀ­πό τή ζω­ή χω­ρίς ἐ­φό­δι­α, χω­ρίς «εἰ­ση­τή­ρι­ο» καί  δέ μπο­ροῦν νά πε­ρά­σουν τήν  θύ­ρα τοῦ Πα­ρα­δεί­σου καί μέ­νουν στό αἰ­ώ­νι­ο σκό­τος μέ τό δι­ά­βο­λο πού τούς πα­ρέ­συ­ρε μα­κρυ­ά ἀ­πό τήν ἐκκλησία καί δέν πῆ­ραν «εἰ­ση­τή­ρι­ο.» Αὐ­τό τό «εἰ­ση­τή­ρι­ο» εἶ­ναι τό Σῶ­μα καί τό Αἷ­μα τοῦ Κυ­ρί­ου καί μό­νο μέ­σα ἀ­πό τήν ἐκκλησία μπο­ρεῖς νά τό πά­ρεις.
β) Δεύ­τε­ρη πρό­φα­ση ἤ δι­και­ο­λο­γί­α εἶ­ναι: « Ἀ­φοῦ δέν κα­τα­λαμ­βαί­νω τή γλώσ­σα τῆς ἐκκλησίας, γι­α­τί νά πά­ω;»  Σί­γου­ρα ἡ πρό­φα­ση αὐ­τή φα­νε­ρώ­νει ἀ­μέ­λει­α, ρα­θυ­μί­α καί ἀ­δι­α­φο­ρί­α, γι­α­τί ἄν ἐν­δι­α­φε­ρό­ταν ὁ  ἄν­θρω­πος σί­γου­ρα θά  μά­θαι­νε τή γλώσ­σα, ἀ­φοῦ εἶ­ναι ἡ γλώσ­σα του καί θά ἔ­κα­νε προ­σπά­θει­α. Δέν προ­σπα­θεῖ ὅ­μως γι­α­τί δέ θέ­λει καί  ἐ­πει­δή ἀ­γνο­εῖ τό σκο­πό γι­ά τόν ὁ­ποῖ­ο θά πρέ­πει νά πά­ει στήν ἐκκλησία˙ ἀ­γνο­εῖ ἀ­κό­μα καί  τά πνευ­μα­τι­κά ἀ­γα­θά πού  θά ἀ­πο­κο­μί­σει, ἀ­γνο­εῖ τό συμ­φέ­ρο του. Γι­α­τί πῶς ἀλ­λοι­ῶς θά τό ἐ­ξη­γή­σου­με; Ὅ­ταν πρό­κει­ται νά στα­δι­ο­δρο­μή­σει στήν  πρό­σκαι­ρη τού­τη ζω­ή, ξο­δεύ­ει χρό­νο καί χρῆ­μα καί μαν­θά­νει δύ­σκο­λες ξέ­νες γλώσ­σες μέ τό­ση ὄ­ρε­ξη χω­ρίς πα­ρά­πο­να καί δι­στα­γμούς, καί ἐ­δῶ πού ἀ­φο­ρᾶ τό αἰ­ώ­νι­ο μέλ­λον τῆς ἀ­θά­να­της ψυ­χῆς του δυ­σκο­λεύ­ε­ται νά  μά­θει τή γλώσ­σα του; Μή­πως αὐ­τό δέ φα­νε­ρώ­νει καί ἕ­να ἄν­θρω­πο πού  ἀρ­κεῖ­ται στήν ὑ­λι­στι­κή θε­ώ­ρη­ση τῶν πρα­γμά­των;
Φαί­νε­ται λοι­πόν ὅ­τι εἶ­ναι πρό­φα­ση καί ὄ­χι πρα­γμα­τι­κό ἐ­μπό­δι­ο ἡ ἄ­γνοι­α τῆς ἐκ­κ­λη­σι­α­στι­κῆς γλώσ­σας καί δέ θά ἔ­χουν κα­νέ­να δι­και­ο­λο­γι­τι­κό τήν  ἡ­μέ­ρα τῆς κρί­σε­ως καί θά ὑ­πο­στοῦν οἱ  ἄν­θρω­ποι αὐ­τοί τίς συ­νέ­πει­ες τῶν  προ­φά­σε­ών τους.
γ) Εἶ­ναι καί κά­ποι­οι ἄλ­λοι πού λέ­νε: «Τί νά πά­ω στην ἐκκλησία ἀ­φοῦ ἀ­κού­ω πά­ντα τά ἴ­δι­α;» Καί πά­λιν ἡ ἄ­γνοι­α τῶν πρα­γμά­των εἶ­ναι ἡ αἰ­τί­α καί τῆς δι­και­ο­λο­γί­ας αὐ­τῆς.  Ἄν δι­ά­βα­ζαν οἱ ἄν­θρω­ποι τό Εὐ­αγ­γέ­λι­ο μέ τή προ­θυ­μί­α πού δι­α­βά­ζουν τίς ἐ­φη­με­ρί­δες, σί­γου­ρα δέ θά  ἔ­λε­γαν τέ­τοι­α δι­και­ο­λο­γί­α, ἀλ­λά θά  ἐ­γνώ­ρι­ζαν ὅ­τι ὅ Κύ­ρι­ος μας  ἔ­δω­κε ἐ­ντο­λή νά  τε­λοῦ­με πά­ντο­τε τήν ἴ­δι­α πρά­ξη τῆς θυ­σί­ας του γι­ά νά  τρε­φώ­μα­στε πά­ντο­τε μέ τό Σῶ­μα καί τό Αἷ­μα Του. « Τοῦ­το ποι­εῖ­τε εἰς τήν ἐ­μήν ἀ­νά­μνη­ση»[11] Κά­νου­με πά­ντο­τε αὐ­τό πού δι­έ­τα­ξε ὁ Χρι­στός μας, γι­α­τί αὐ­τό χρει­α­ζό­μα­στε γι­ά νά ζεῖ πά­ντο­τε ἡ ψυ­χή μας.  Ἄλ­λω­στε γι­α­τί τρῶ­με κα­θη­με­ρι­νά τό ἴ­δι­ο ψω­μί καί δέ δι­α­μαρ­τυ­ρό­μα­στε; ἐ­πει­δή εἶ­ναι ἡ βά­ση τῆς ζω­ῆς μας .  Στή ζω­ή μας  σέ πολ­λές πε­ρι­πτω­σεις , κά­θε μέ­ρα ἐ­πε­να­λαμ­βά­νου­με τά ἴ­δι­α πρά­γμα­τα, χω­ρίς νά  ἐ­νο­χλού­μα­στε.  Ὑ­πάρ­χουν ἄν­θρω­ποι πού γι­ά χρό­νι­α κα­θη­με­ρι­νά κά­νουν τήν ἴ­δια ἐρ­γα­σί­α καί δέν  τήν ἀφήνουν. Τό ἴ­δι­ο γί­νε­ται καί μέ τή Θεί­α Λει­τουρ­γί­α στήν ἐκκλησία μας˙ τε­λοῦ­με πά­ντο­τε τήν ἴ­δι­α θυ­σί­α γι­α­τί αὐ­τή χρει­α­ζό­μα­στε μέ­χρι πού νά ἔλ­θει ὁ Κύ­ρι­ος.
Ἐ­κεῖ­νο πού χρει­ά­ζο­νται οἱ ἄν­θρω­ποι αὐ­τοί καί γι­ά νά μήν τούς ἐ­νο­χλεῖ ἡ ἐ­πα­νά­λη­ψη τῆς Θεί­ας Λει­τουρ­γί­ας, εἶ­ναι νά φρο­ντί­σουν νά με­λε­τή­σουν νά μά­θουν, νά κα­τα­το­πι­σθοῦν σ’ αὐ­τά πού ἀ­φο­ροῦν τήν ἐκκλησία καί τό σκο­πό της καί ὅ­ταν τό κά­νουν αὐ­τό σί­γου­ρα θά ἀλ­λά­ξουν γνώ­μη καί δι­ά­θε­ση. Γι­’ αὐ­τό φρον­τί­σα­με στήν ἀρ­χή τοῦ πα­ρό­ντος καί γρά­ψα­με λί­γα , πού ἄν τά λά­βουν σω­στά ὑ­πό­ψιν σί­γου­ρα θά ἀρ­χί­σουν νά κα­τα­λαμ­βαί­νουν μέ­χρι πού νά μά­θουν πε­ρισ­σό­τε­ρα καί συ­μπλ­ρώ­σουν τή γνώ­ση τους, καί τό­τε εἶ­μαι βέ­βαι­ος ὅ­τι τά πρά­γμα­τα θά ἀλ­λά­ξουν. Ἄς τό εὐ­χη­θοῦ­με.
δ) Ὑ­πάρ­χει καί μι­ά ἄλ­λη πρό­φα­ση πού ἔ­χει τήν αἰ­τί­α της  πά­λιν στην ἄ­γνοι­α γι­ά τήν ἐκκλησία.  Εἶ­ναι με­ρι­κοί πού λέ­νε: « Γι­α­τί νά πά­ω στην ἐκκλησία,  δέν προ­σεύ­χο­μαι στό σπί­τι μου; Σί­γου­ρα μπο­ρεῖς νά προ­σευ­χη­θεῖς καί στό σπί­τι σου, ἀλ­λά πρέ­πει νά γνω­ρί­ζεις ὅ­τι στήν  ἐκκλησία δέν πη­γαί­νεις μό­νο νά προ­σευ­χη­θεῖς, ἀλ­λά πη­γαί­νεις νά λει­τουρ­γη­θεῖς καί νά μεταλάβεις τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Κυρίου. Στήν ἐκκλησία πη­γαί­νεις νά ἑ­νω­θεῖς μέ τά ἄλ­λα μέ­λη γι­ά νά  ἀ­πο­τε­λέ­σε­τε τό Σῶ­μα του Χρι­στοῦ, νά προ­σφέ­ρε­τε  Αὐ­τόν τό Σω­τή­ρα Χρι­στό θυ­σί­α στόν οὐ­ρά­νι­ο Πα­τέ­ρα, νά συμ­με­τά­σχεις στή Θεί­α Κοι­νω­νί­α, νά ἑ­νω­θεῖς μέ τό Θε­ό καί νά ἀ­πο­λαύ­σεις τά ἀ­γα­θά τοῦ Πα­ρα­δεί­σου, Κά­νεις στό σπί­τι σου κά­τι τέ­τοι­ο; Ἀ­σφα­λῶς ὄ­χι. Ἀ­κό­μα καί ἡ προ­σευ­χή σου στό σπί­τι σου δέν  ἔ­χει τό ἀ­πο­τέ­λε­σμα πού ἔ­χει ἡ προ­σευ­χή στήν  ἐκκλησία, μέ τούς ἱ­ε­ρεῖς καί τό πλῆ­θος τῶν πι­στῶν. Γι­ά τόν ἕ­να λέ­γει ὁ Κύ­ρι­ος:« οὐ­αί τῷ ἑ­νί», ἐ­νῶ γι­ά τούς πολ­λούς λέ­γει:« ὅ­που ὑ­πάρ­χουν δύ­ο ἤ τρεῖς  μα­ζε­μέ­νοι στό ὄ­νο­μά μου, καί ἐ­γώ βρί­σκο­μαι ἀ­νά­με­σά τους». Βλέ­πεις τή δι­α­φο­ρά; Σκέ­ψου λοι­πόν, μήν  ξα­να­δι­και­ο­λο­γη­θεῖς, γι­α­τί ζη­μι­ώ­νεις­ τόν ἑ­αυ­τό σουû καί ἄν αὐ­τό συ­νε­χί­σει μέ­χρι τέ­λους τῆς ζω­ῆς σου, ἔ­χα­σες τήν εὐ­και­ρί­α γι­ά ζή­σεις στή ζω­ή τοῦ Πα­ρα­δεί­σου πού εἶ­ναι ἡ αἰ­ώ­νι­α χα­ρά καί εὐ­τυ­χί­α.
 http://oparadeisos.wordpress.com/2011/11/17/%CF%80%CE%B5%CF%81%CE%AF-%CE%B5%CE%BA%CE%BA%CE%BB%CE%B7%CF%83%CE%B9%CE%B1%CF%83%CE%BC%CE%BF%CF%8D-%CE%B8%CE%B5%CE%AF%CE%B1%CF%82-%CE%BC%CE%B5%CF%84%CE%B1%CE%BB%CE%AE%CF%88%CE%B5%CF%89%CF%82-%CE%BA/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου