ΣΑΝ ΤΟ ΧΡΥΣΑΦΙ ΣΤΟ ΚΑΜΙΝΙ ΙΔ΄
Αναστάσιος Μαλαμᾶς,
Μέρος Ιδ΄
« Ἔ… δέν θἄμαστε καί ἀπέθαντοι!»
Γιά τή μνήμη θανάτου καί τό μαρτυρικό του τέλος
» Ἔ… δέν θἄμαστε καί ἀπέθαντοι. Ἀφοῦ ὑπάρχει θάνατος. Ἔ… Μπερεκέτ’ ( = ἀρκετά) τόσο πού ζήσαμε….
Μετά τά 70 χρόνια εἶσαι λαθραῖος σ’ αὐτή τή γῆ. Ἤμασταν τόσα ἀδέλφια, μονάχα ἐγώ ἔμεινα. Πάει τώρα, τίς παχιές ἀγελάδες τίς φάγαμε…
Γιά τίς ἀρρώστιες του ἔλεγε: «ἄν δέν ἔλθῃ ὁ ἄνθρωπος σ’ αὐτό τό σημεῖο, σ’ αὐτήν τήν παρακμή μέ τήν ἀρρώστεια, δέν μπορεῖ νά μπεῖ στό νόημα».
Μετά τίς ἀπανωτές εἰσαγωγές σέ νοσοκομεῖα, λίγο καιρό πρίν πεθάνει, ἔλεγε:
«Ἡ ἀρρώστεια καλό πρᾶγμα εἶναι. Σέ βοηθᾶ νά μήν ἀγανακτᾶς, νά εἴμαστε ὑπέρ εὐχαριστημένοι πού βρεθήκαμε σ’ αὐτό τό ἔργο, νά δοξάζουμε τόν Θεό, δόξα Σοι ὁ Θεός! δισεκατομμύρια φορές δόξα Σοι», κι ἔκλαιγε… λέγοντας «Ἅγιος ὁ Θεός! Ὁ ἀναμάρτητος Χριστός, τί θέλει ἀπό μᾶς; Χριστιανά τά τέλη. Ἦλθε στόν κόσμο νά σώσῃ ἁμαρτωλούς. Νά παρακαλᾶμε τόν φύλακα ἄγγελο, πού θά ἔλθει ἐκείνη τήν ὥρα, νά μᾶς προφύλαξῃ ἀπό τά πονηρά πνεύματα μήν μᾶς πάρουν… Ἄχ, Θεέ μου, σῶσε με! Ἄχ, Θεέ μου, σῶσε με! Ἐλεήμων, ἐλέησον μέ ὁ Θεός! Ἡ Παναγία, πού εἶναι σά μία μάνα, νά μᾶς δεχτῇ στήν αὐλή τῶν προβάτων…».
Κι ἐνῶ πονοῦσε τόσο πολύ ὁ ἴδιος, σάν νά τοῦ πριόνιζαν τό γαγγραινιασμένο πόδι, εἶχε καί τήν δύσπνοια ἀπ’ τήν καρδιακή ἀνεπάρκεια, παρακαλοῦσε γιά ἄλλους. Τίς τελευταῖες ἡμέρες τῆς ζωῆς του, ἔλεγε: «Ἄχ, Θεέ μου, σῶσε τήν ἀνθρωπότητα! Θεέ μου, σῶσε τήν ἀνθρωπότητα! Δέ θέλω τίποτ’ ἄλλο, δῶσε μου τήν δύναμη καί τό κουράγιο τ’ ὄνομά σου νά’χω στήν καρδιά μου…».
Πέθανε στό νοσοκομεῖο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ, ὅπου εἶχε γίνει καί νέα εἰσαγωγή ξημερώματα Δευτέρας 30 Αὐγούστου 2004, χωρίς νά χάσῃ καθόλου τίς αἰσθήσεις του. Ζήτησε ἀπ’ τή γυναίκα του, νά τῆς ἀσπαστῇ τά χέρια, πού τόν φρόντισαν τόσο καιρό, κι ἄφησε μέ εἰρήνη τό πνεῦμα του.
Μιά βδομάδα πρίν νά πεθάνῃ πονοῦσε πολύ ἀπ’ τίς πληγές στό πόδι μέ τήν γάγγραινα, εἶχε καί δύσπνοια ἀπό τήν καρδιά καί δέν σταματοῦσε νά κάνῃ προσευχές. Μέχρι τά τελευταῖα του διατηροῦσε τήν λογική του καί δέν εἶπε τίποτε παράξενο. Πρίν νά πεθάνῃ ζήτησε νά χαιρετήσῃ τήν γυναίκα του σά νά ἔφευγε σέ ταξίδι. Μετά ἀπό λίγο ἐκείνη τόν εἶδε νά ἔχῃ σταυρώσει τά χέρια καί νά λέῃ· «Παναγιά μου λύτρωσέ με» καί εἶδε ὅτι ἔλαμπε τό πρόσωπό του. Πῶς δέν μπορεῖς νά δεῖς τόν ἥλιο, ἔτσι, τόσο πολύ ἔλαμπε! Ἄνοιξε μιά φορά ἁπαλά τό στόμα του καί εἶδε ἡ γυναίκα του τότε νά βγαίνῃ ἕνα ἄσπρο πρᾶγμα σάν ἀτμός, σάν ἕνα βρεγμένο πουλάκι, πού ἀνέβαινε ψηλά κι ὅσο ἀνέβαινε τόσο ἄνοιγε τά φτερά του ὥσπου χάθηκε.
Ἦταν ξημερώματα Δευτέρας 30 Αὐγούστου. Ἐκείνη τήν ἡμέρα ἦταν νά μπῇ πάλι στό χειρουργεῖο γιά νά τοῦ κόψουν καί τό ἄλλο πόδι, διότι ἡ γάγγραινά του ἁπλωνόταν. Μετά ἀπό αὐτά ἡ γυναίκα του ἔλεγε: «Ἐμένα ὅ,τι καί νά μέ κάνουν, δέν θά σταματῶ νά λέω, μετά ἀπό αὐτά πού εἶδα, ὅτι ὑπάρχει ΑΛΛΗ ΖΩΗ, καί ἡ ζωή ἀρχίζει μετά ἀπό τόν τάφο». Τόσο πολύ ἐπέδρασε ἡ ἐνάρετη ζωή τοῦ δούλου τοῦ Θεοῦ Ἀναστασίου. Ὅ,τι δέν κατορθώνουν πολλά κηρύγματα ἐπέτυχε τό ἅγιο παράδειγμα τοῦ φωτισμένου καί στολισμένου μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ Ἀναστασίου.
Ἄς εἶχε ὁ κόσμος μας, πού παραπαίει στό σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας, καί ἄλλους ἁπλούς, ταπεινούς, καθαρούς φωτισμένους Ἀναστάσιους, «ἀγραμμάτους καί τυφλούς καί μωρούς κατά κόσμον» διά νά φωτιστοῦμε ἐμεῖς οἱ δῆθεν πολύξεροι, ἀνοιχτομάτηδες, νοσοῦντες ὅμως τήν νόσον τῆς ἀπιστίας καί φρονοῦντες τά τοῦ κόσμου ἁμαρτωλά καί μάταια.
Εἴθε, ἀγαπητοί ἀναγνῶστες, τό φωτεινό παράδειγμα τοῦ πιστοῦ δούλου τοῦ Θεοῦ, τοῦ ἀνθρώπου τῆς προσευχῆς, τῆς συγχωρητικότητας καί τῆς καλοσύνης, Ἀναστασίου, νά μᾶς ἐνίσχυσῃ, ὥστε καί ἐμεῖς νά ζήσουμε ἐδῶ στήν γῆ, μέ σωφροσύνη, δικαιοσύνη καί γνήσια εὐσέβεια πρός δόξαν Θεοῦ, παραδειγματισμό τῶν συνανθρώπων μας καί σωτηρία μας.
Λόγια θεοδίδακτα τοῦ Ἀναστασίου
« Ὁ Χριστός στάλθηκε ἀπό τόν Θεό γιά νά σώσῃ τόν ἄνθρωπο.
« Νά μήν ξεχνᾶμε τόν Χριστό πού εἶναι σταυρωμένος γιά μᾶς… Ὁ Θεός εἶναι δύναμη καλοσύνης.
« Ἡ προσευχή εἶναι ἀπαραίτητη γιατί καλλιεργεῖται ἡ ψυχῆ… Ἡ λατρεία τοῦ Θεοῦ εἶναι λαχτάρα. Θά παρακαλᾶμε μέ πόνο, βοήθησέ με, Κύριε, μόνο Ἐσύ εἶσαι ἡ σωτηρία, μήν φεύγεις ἀπ’ τήν καρδιά μου.
« Ὁ ἀναμάρτητος Χριστός εἶναι φῶς, ἐκ φωτός καί γιά νά μᾶς ἐμπιστευτῇ πρέπει νά δῇ τά παρακάλια μας, τά καλά μας ἔργα καί τίς προσευχές μας.
« Οἱ πιστοί εἶναι σάν τίς κολῶνες πού στηρίζουν μία πλάκα.
« Ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ εἶναι πανταχοῦ, ὅπως ὁ ἥλιος πού ὅλους τούς φωτίζει.
« Ἡ πίστη εἶναι ἐμπιστοσύνη στόν Θεό, εἶναι σά μαγνήτης.
« Ὅλοι πολεμᾶνε νά τόν βγάλουν ἄκυρο τόν Χριστό, ἀλλά δέν θά τά καταφέρουν… Ὁ Θεός εἶναι δύναμη ἀκίνητης καλοσύνης…
« Ἡ ἀγαθότης τοῦ Θεοῦ εἶναι πιό μεγάλη ἀπ’ τήν δικαιοσύνη Του… Νά ἐνδυθοῦμε τό Εὐαγγέλιο, πού εἶναι τό βῆμα τοῦ Χριστοῦ. Οἱ ἁμαρτίες, καί σάν τίς τρίχες τῆς κεφαλῆς νά εἶναι ἤ σάν τά φύλλα τῶν δένδρων, ὅλες λιώνουν ἅμα πιστέψῃς…
« Μόνο μέ «ἄνωθεν» φωτισμό ἀλλάζει ὁ ἄνθρωπος. Οἱ ἁμαρτωλοί ὅπου μετανοήσουν, ἐπιστρατεύονται σάν θαῦμα. Τό δεμένο πλοῖο καί στη φουρτοῦνα ἔχει ἐλπίδα νά σωθῇ.
« Νά μήν χάσουμε τό πιστεύω μας. Εἶναι τό σχοινί πού μᾶς ἑνώνει μέ τόν Θεό, πού μᾶς δένει μέ τόν Θεό.
« Στό Εὐαγγέλιό μας, πού εἶναι τό βῆμα τοῦ Χριστοῦ, ἀπαγορεύεται ἡ κακία… Τό Ἅγιο Πνεῦμα δέν κατεβαίνει στόν περήφανο νά τόν φωτίσῃ… Ἀνάλογα μέ τήν δύναμη τῆς προσευχῆς, ἔρχεται ταπείνωση.
« Χαρά στόν ἄνθρωπο πού θ’ ἀγωνίζεται νά εἶναι ἔμπροσθεν τοῦ Θεοῦ… Ὅταν εἶναι καθαρά τά «ἔγκαρδά σου», τόν θεωρεῖς ὅλον τόν κόσμο σάν τόν ἑαυτό σου καί λυπᾶσαι καί προσεύχεσαι.
« Δέν εἶναι μόνο νά παραδεχόμαστε Θεό, ἀλλά καί νά λατρεύουμε.
Ἀξιοθαύμαστο γεγονός
Γιά τήν ὑπομονή στίς ἀσθένειες καί τήν ὠφέλεια ἀπό αὐτές
Ὁ εὐλαβέστατος Γέροντας Σπαίς εἶχε χάσει τό φῶς τῶν ματιῶν του καί γιά 40 χρόνια δέν ἔβλεπε καθόλου... Ἄν καί τόν περιετύλιξε τό ἐξωτερικό σκοτάδι τῆς τύφλωσης, παρ' ὅλα αὐτά δέν ἐπέτρεψε ποτέ νά τόν ἐγκατάλειψῃ τό ἐσωτερικό φῶς· ἔτσι ἐνῶ ὑπέφερε καί βασανιζόταν ἀπό τήν τύφλωση, ἡ σκέπη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τόν ἐγέμιζε μέ παρηγοριά τήν καρδιά· καί μετά ἀπό 40 χρόνια ὁ Κύριος τοῦ ἔδωσε πάλι τό φῶς τῶν ματιῶν του, καί τοῦ ἐφανέρωσε τήν ἡμέρα τοῦ θανάτου του.
Μετά 15 ἡμέρες κάλεσε στό παρεκκλήσι τοῦ Μοναστηριοῦ τά πνευματικά του τέκνα, μετέλαβε ἀπό τά Ἄχραντα Μυστήρια καί ἔψαλλε μαζί τους τούς ὕμνους τῆς θείας Εὐχαριστίας· ἐνῶ δέ ἔψαλλαν ἀκόμη τά πνευματικά του τέκνα, αὐτός ἥσυχα καί ἀθόρυβα ψελλίζοντας τήν ἀδιάλειπτη εὐχή, παρέδωσε στόν Θεό τήν ψυχή του.
Ὅσοι ἦσαν τήν στιγμήν ἐκείνη στόν Ναό εἶδαν νά βγαίνῃ ἀπό τό στόμα τοῦ Ἁγίου Ἡγουμένου τους Σπαί μία περιστερά καί νά ἀνυψώνεται πρόν τόν οὐρανόν ἀπό τήν στέγη, ἡ ὁποία, κατά θαυμαστό τρόπο, ἄνοιξε γιά νά γίνῃ φανερή ἡ ἄνοδος. Μέ τήν περιστερά αὐτή ὁ παντοδύναμος Θεός ἐφανέρωσε σέ αὐτούς μέ πόση ἀκεραιότητα χαρακτῆρος καί ἁγνότητα καρδιᾶς ἔδουλευσε γιά τόσα χρόνια ὁ μακάριος αὐτός ἄνθρωπος, καίτοι τυφλός, τόν Θεόν.
(Ἀποσπασματικά καί σέ ἁπλούστευση ἀπό τόν Γ'τόμο τοῦ ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟΥ,
Ὑπόθεση 18η, σελ. 220-221, ἐκδ. Βίκτορος Ματθαίου, Ἀθ. 1964).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου