Σελίδες

Πέμπτη 19 Απριλίου 2012

Ὁ ὅρος "Ρωμηοσύνη" κατά τόν ἀείμνηστο π. Ἰωάννη Ρωμανίδη



Ὁ ὅρος «Ρωμηοσύνη» ἐπεξηγεῖται καί ἀναπτύσσεται, μέ ἀδιάψευστα ἱστορικά στοιχεῖα, ἀπό τόν ἀείμνηστο καθηγητή τοῦ πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης π. Ἰωάννη Ρωμανίδη, στό ὁμώνυμό του βιβλίο. Παραθέτουμε ἕνα χαρακτηριστικό ἀπόσπασμα:


«Πρῶτον πρέπει νά ἔχωμεν ὑπ' ὄψιν ὅτι ἱστορικῶς οὐδέποτε διακρίνεται ἡ λεγομένη Βυζαντινή Αὐτοκρατορία ἀπό τήν Ρωμαϊκήν Αὐτοκρατορίαν. Οἱ πρόγονοί μας ἐγνώριζον μόνον ὅτι ἤσαν πολίται τοῦ κράτους μέ τό ὄνομα Ρωμανία καί ὅτι τό κράτος αὐτό εἰς τά χρόνια του μεγαλύτερου ἡγέτου τῆς Ρωμαιοσύνης, τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, ἐξετείνετο εἰς ὁλόκληρον τόν μεσόγειον χῶρον, πού σήμερον καλύπτει τήν Ἀγγλίαν, Πορτογαλίαν, Ἱσπανίαν, Γαλλίαν, Ἐλβετίαν, Ἰταλίαν, Αὐστρίαν, τά Βαλκάνια, ὅλην τήν βόρειον Ἀφρικήν, τόν Λίβανον, τήν Συρίαν, τήν Τουρκίαν, καί, τάς ρωσικᾶς παραλίας τοῦ Εὔξεινου Πόντου.
Ὁ πατριάρχης Ἀλεξανδρείας Μέγας Ἀθανάσιος, ὁ κατ' ἐξοχήν πατήρ τῆς ὑπό τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου συγκληθείσης Α' Οἰκουμενικῆς Συνόδου (325), γράφει περί τῆς Ρώμης ὡς μητροπόλεως τῆς Ρωμανίας εἰς μίαν ἐπίθεσίν του κατά τῶν αἱρετικῶν Ἀρειανῶν, οἱ ὁποῖοι ἐραδιούργησαν τήν ἐκθρόνισην τοῦ πάπα τῆς Ρώμης Λιβερίου (352 - 366). «Οὐδέ Λιβερίου τοῦ ἐπισκόπου Ρώμης κατά τήν ἀρχήν ἐφείσαντο, ἀλλά καί μέχρι τῶν ἐκεῖ τήν μανίαν ἐξέτειναν καί οὔχ ὅτι ἀποστολικός ἐστι θρόνος ἠδέσθησαν, οὔδ' ὅτι μητρόπολις ἤ Ρώμη τῆς Ρωμανίας ἔστιν ηὐλαβήθησαν». Ἡ ἐπιστημονική διάσπασις τῆς ἑνιαίας ταύτης ἱστορικῆς Ρωμανίας εἰς ρωμαϊκήν καί βυζαντινήν αὐτοκρατορίαν εἶναι κατασκεύασμα τῶν Φράγκων κατακτητῶν τῆς δυτικῆς ἐν Γαλλία, Ἰταλία, Ἐλβετία καί Αὐστρία Ρωμαιοσύνης. Οἱ Φράγκοι πρῶτοι ἀπεκάλεσαν τούς Ρωμαίους τῆς Ἀνατολῆς μόνον Γραικούς, ἀκολουθοῦντες παλαιότερον παράδειγμα τῶν Γότθων. Εἰς τόν ἐν Κωνσταντινουπόλει βασιλέα τῶν  Ρωμαίων ἀπέδωσαν οἱ Φράγκοι τόν τίτλον «βασιλεύς τῶν Γραικῶν» καί συγχρόνως ὠνόμασαν τόν Τευτονοφράγκον ἡγεμόνα τῆς Γερμανίας «βασιλέα τῶν Ρωμαίων», διά νά ἀποσπάσουν τήν ἀφοσίωσιν τῶν ἐν τήν Δύσει κατακτηθέντων καί ὑποδούλων Ρωμαίων ἀπό τήν Κωνσταντινούπολιν Νέαν Ρώμην καί στρέψουν τά ἐθνικά αἰσθήματα τῶν ὑποδούλων τούτων δυτικῶν Ρωμαίων πρός τόν ἐν Γερμανία ψευδῶς καλούμενον «βασιλέα τῶν Ρωμαίων». Συγχρόνως κατεδίκασαν ὡς αἱρετικούς τους ὀνομασθέντας ἀποκλειστικῶς πλέον «Γραικούς» ἀνατολικούς Ρωμαίους καί οὕτως ἔθεσαν τά θεμέλια του μεσαιωνικοῦ μίσους τῆς ἐν τῇ Δύσει ἀφομοιωθείσης ὑπό τῆς Φραγκιᾶς Ρωμαιοσύνης πρός τήν ἀνατολικήν Ρωμαιοσύνην, τό ὁποῖον ἐκορυφώθη μέ τήν ὑπό τῶν Φράγκων ἅλωσιν τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί τήν ἐπέκτασιν τῆς Φραγκοκρατίας εἰς τήν Ἀνατολήν. Ἡ Φραγκοκρατία διά τήν Ρωμαιοσύνην δέν ἤρχισε μέ τήν ἐμφάνισιν τῶν Φράγκων εἰς τήν Ἀνατολήν. Φραγκοκρατία ἀρχίζει μέ τήν ὑπό τῶν Φράγκων κατάκτησιν τῶν ἀναφερθεισῶν δυτικῶν ἐπαρχιῶν τῆς Ρωμανίας.

Οὕτως ἐπεσπεύσθη ἡ ἀφομοίωσις τῆς ἐν τῇ Δύσει Ρωμαιοσύνης, ἡ ὁποία μέ τήν πάροδον τοῦ χρόνου ἔμαθεν ὅτι εἰς τήν Ἀνατολήν, περί τήν Κωνσταντινούπολιν Νέαν Ρώμην, ὑπάρχουν ὄχι Ρωμαῖοι ἀλλά «αἱρετικοί Γραικοί» μέ «Γραικόν βασιλέα». Ἀπό τά μέσα τοῦ θ' αἰῶνος καθιερώθη μεταξύ τῶν Φράγκων θεολόγων ἡ παράδοσις νά γράφουν ἔργα τιτλοφορούμενα «Κατά τῶν πλανῶν τῶν Γραικῶν».

Ἐν ἀντιθέσει πρός τούς Φράγκους κατακτητᾶς τῆς δυτικῆς Ρωμαιοσύνης οἱ Ἄραβες καί Τοῦρκοι κατακτηταί τῆς ἀνατολικῆς Ρωμαιοσύνης ἀπεκάλουν πάντοτε μέ σεβασμόν τούς πολίτας τῆς Ρωμανίας Ρούμ, δηλαδή Ρωμαίους ἤ Ρωμηούς. Δία τόν λόγον αὐτόν οἱ 
πατριάρχαι Κωνσταντινουπόλεως, Ἀλεξανδρείας, Ἀντιοχείας καί Ἱεροσολύμων ὀνομάζονται μέχρι σήμερον τουρκιστί καί ἀραβιστί Ρούμ Πατρίκ, δηλαδή πατριάρχαι τῶν Ρωμαίων. Οἱ δέ Ὀρθόδοξοι ὁμογενεῖς εἰς τήν Κωνσταντινούπολιν λέγονται ἑλληνιστί Ρωμαῖοι ἤ Ρωμηοί καί τουρκιστί Ρούμ. Εἰς τά ἀλλά πρεσβυγενή πατριαρχεῖα ὀνομάζονται ἀραβιστί Ρούμ. Εἰς τό Κοράνιον τοῦ Μωάμεθ ὑπάρχει ὁλόκληρον κεφάλαιον (30), ὅπου ὁ ἱδρυτής τοῦ Ἰσλάμ γράφει περί τῆς προσωρινῆς πτώσεως τῶν Ρωμαίων εἰς τους Πέρσας εἰς Μέσην Ἀνατολήν καί προφητεύει τόν τελικόν θρίαμβον αὐτῶν, ὅπως καί πράγματι ἔγινεν ὑπό τόν Ἠράκλειτον μετ' ὀλίγα ἔτη. Εἶναι σαφές ἀπό τό ἐν λόγω κεφάλαιον ὅτι ὁ Μωάμεθ εἶχε τήν ἐποχήν αὐτήν τήν ἐντύπωσιν ὅτι ἐκήρυττε τήν ἰδίαν πίστιν μέ τούς Ρωμαίους της Κωνσταντινουπόλεως Νέας Ρώμης.
Ἐπίσης πρέπει νά σημειωθεῖ ὅτι εἰς τάς συροφώνους πηγᾶς ὡς καί εἰς τάς αἰθιοπικᾶς τοῦ Μεσαίωνος, οἱ σήμερον κακῶς λεγόμενοι Βυζαντινοί ἐλέγοντο πάντοτε Ρωμαῖοι. Μάλιστα οἱ μετά τό 1821 ὑπό τῶν Νεοελλήνων ὀνομασθέντες «'Ἕλληνες» Πατέρες λέγονται πάντοτε Ρωμαῖοι Πατέρες, ἀκριβῶς ὅπως συνέβαινεν εἰς ἠμᾶς πρό τοῦ 1821.
Εἰς τήν Μέσην Ἀνατολήν οἱ σήμερον ἐν Ἑλλάδι λεγόμενοι Ρωμαιοκαθολικοί λέγονται Λατίνοι καί Φράγκοι ὡς συνέβαινεν ἀκριβῶς ἐν Ἑλλάδι καί Μικρά Ἀσία κατά τήν τουρκοκρατίαν, ὡς καί κατά τά χρόνια της ἐλευθέρας Ρωμανίας. Ἱστορικῶς κατά τόν μεσαίωνα Ρωμαῖοι καί Καθολικοί εἶναι μόνον οἱ ὑπαγόμενοι εἰς τά ρωμαϊκά πατριαρχεῖα Ὀρθόδοξοι μέ κέντρον τήν Κωνσταντινούπολιν. Οἱ Εὐρωπαῖοι κατακτηταί τῆς δυτικῆς Ρωμαιοσύνης δέν εἶναι Ρωμαῖοι. Εἶναι Φράγκοι, Λογγοβάρδοι, Βουργουνδοί, Σάξωνες, Νορμανδοί καί Γότθοι, οἵτινες ἀφωμοίωσαν σύν τῷ χρόνω τούς κατακτηθέντας Ρωμαίους μεταβάλλοντες αὐτούς εἰς τούς δουλοπάροικους τοῦ εὐρωπαϊκοῦ Φεουδαλισμοῦ. Λέγονται οἱ Εὐρωπαῖοι τοῦ μεσαίωνος Λατίνοι διότι υἱοθέτησαν ὡς ἐπίσημον γλώσσαν τῶν τήν λατινικήν. Ρωμαῖοι εἶναι μόνον οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί οἱ ἡνωμένοι μέ τήν Κωνσταντινούπολιν Νέαν Ρώμην, μέ ἐπίσημον γλώσσαν τήν ἑλληνικήν. Κατά τήν τουρκοκρατίαν οἱ Φράγκοι λέγονται ὑπό τῶν ἡμετέρων ὄχι Καθολικοί ἀλλά Κατόλικοι.
Ἡ διάκρισις αὐτή μεταξύ Λατίνων καί Ρωμαίων φαίνεται σαφῶς ἀπό τό ἑξῆς ἐρώτημα, τό ὁποῖον ὑπεβλήθη εἰς τόν ἐπίσκοπον Ἰωάννην τοῦ Κίτρους τῆς Μακεδονίας κατά τά τέλη τοῦ Ιβ' αἰῶνος. «Θάπτονται ὀρθόδοξοι Ρωμαῖοι ἐν λατινικαῖς ἐκκλησίαις ψαλλόμενοι παρά τέ Ρωμαίων καί Λατίνων ἐν ταύτω καί Λατίνοι δέ ἀποθνήσκοντες, ὠσαύτως ψάλλονται ὁμού παρά Ρωμαίων καί Λατίνων ἀδιακρίτως. Ἐπιτίμιον ἔστιν, ἤ οὗ;».

Κατά τόν ἴδιον αἰώνα, τόν Ιβ', ὁ πατριάρχης Ἀντιοχείας Θεόδωρος Βαλσαμῶν περί μικτού γάμου μεταξύ Ρωμαίων καί Λατίνων γράφει τά ἑξῆς: «καί σημείωσαι, ὅτι κατά τόν παρόντα κανόνα, ὡς ἔοικεν, ἀναγκάζει τό μέρος τῆς ἐκκλησίας τούς Λατίνους ἐξόμνυσθαι, θέλοντας γυναίκας λαβεῖν ἐκ τῆς Ρουμανίας».

Πρέπει νά τονισθῆ ὅτι ἱστορικῶς καί ὡς φαίνεται σαφῶς ἀπό τήν ρωμαϊκήν νομοθεσίαν οὐδέποτε ἐταυτίζοντο οἱ Ρωμαῖοι μέ τούς ἀρχαίους Λατίνους ἤ Ἰταλούς, καί ὅταν ἀκόμη ἡ Πρεσβυτέρα Ρώμη ἦτο ἡ πρωτεύουσα τῆς αὐτοκρατορίας.
Ἡ τουρκική ἀπόδοσις τοῦ μεσαιωνικοῦ κρατικοῦ ὀνόματος Ρωμανία, τό πραγματικόν ὄνομα τοῦ ἐπιβλαβώς διά τά ἐθνικά συμφέροντα σήμερον λεγομένου βυζαντινοῦ κράτους, εἶναι τό ὄνομα Ρούμελη. Τά ἱστορικά δικαιώματα τῆς Ρωμαιοσύνης φαίνονται σαφῶς ἀπό τήν χρῆσιν τοῦ ὀνόματος τούτου ὑπό τῶν Τούρκων. Πρό τῆς ἁλώσεως οἱ Τοῦρκοι ὠνόμαζον Ρούμελην ὄλας τάς ἐλευθέρας ἐκτάσεις τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καί Εὐρώπης, αἵ ὁποῖαι διοικοῦντο ὑπό τοῦ ἐν Κωνσταντινουπόλει Νέα Ρώμη βασιλέως τῶν Ρωμαίων. Ἀλλά καί μέχρι τῶν ἀρχῶν τοῦ αἰῶνος τούτου οἱ Τοῦρκοι ὠνόμαζον Ρούμελην ὁλόκληρον τήν Θράκην, ὁλόκληρον τήν Μακεδονίαν καί ὁλόκληρον τήν Ἤπειρον καί γενικῶς ὀλας τάς ἐκτάσεις ἀπό τοῦ Βελιγραδίου μέχρι τῆς Πελοποννήσου. Δηλαδή Ρούμελη ἦτο τό ἐρωπαϊκόν μέρος τῆς ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας. Καθ' ὅλον τό διάστημα τοῦτο οἱ Τοῦρκοι διετήρησαν καί τό ὄνομα Κωνσταντινούπολις. Παραδόξως, ἐνῶ οἱ Τοῦρκοι διετήρησαν τό γεωγραφικόν ὄνομα τῆς αὐτοκρατορίας μας, δηλαδή Ρούμελη, οἱ Νεοέλληνες τό κατήργησαν καί τό ἀντικατέστησαν μέ τό ὄνομα Ἑλλάς, δηλαδή μέ τό ὄνομα μίας μικρᾶς ἐπαρχίας τῆς μεγάλης Ρούμελης ἤ Ρωμανίας» (Ἰωάννου Σ. Ρωμανίδου, «Ρωμηοσύνη», ἐκδόσεις «Πουρνάρα», Θεσσαλονίκη, 1975, σέλ. 18-23)


http://www.orthodoxia-ellhnismos.gr/2012/04/blog-post_4779.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου