Σελίδες

Κυριακή 3 Ιουνίου 2012

3 Ιουνίου Συναξαριστής. Κυριακὴ τῆς Πεντηκοστῆς, Λουκιλλιανού, Παύλης & των συν αυτώ νηπίων, Αθανασίου Θαυματουργού, Ιερίας Οσίας, Πάππου Οσίου, Ιωσήφ Ιερομ., Δωροθέου Μητροπ., Γρηγορίου Επισκ., Kevin, Καικίλιος, Ἀχιλλᾶς, Ἱλάριος, Γλοτίλδη ἐκ Γαλλίας, Λιφάρδος ὁ ἐν Ὀρλεάνῃ, Οὐρβίκιος, Κρονανός, Γενέσιος, Ἰσαὰκ ὁ Ὁσιομάρτυρας ἐξ Ἰσπανίας, Ἀνακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Δημητρίου τοῦ Θαυματουργοῦ τοῦ πρίγκιπος, Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου «τῶν Ἀδελφῶν τοῦ Κιέβου»,Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Γλυκοφιλούσης ἐν Γιαροσλάβλ

Κυριακὴ τῆς Πεντηκοστῆς

Ὅταν συμπληρωνόταν ἡ πεντηκοστὴ ἡμέρα μετὰ τὴν ἀνάσταση, τῆς ὁποίας ἔφθασε τώρα ἡ μνήμη, ἐνῶ ὅλοι οἱ μαθητὲς ἦσαν συγκεντρωμένοι μαζὶ καὶ εὑρίσκονταν ὁμόψυχοι στὸ ὑπερῶο (οἶκος) ἐκείνου τοῦ ἱεροῦ, ἀλλὰ καὶ στὸ προσωπικό του ὑπερῶο, στὸ νοῦ του, συναγμένος ὁ καθένας τους (διότι ἦσαν σὲ ἡσυχία καὶ ἀφιερωμένοι στὴ δέηση καὶ στοὺς ὕμνους πρὸς τὸ Θεό), ξαφνικά, λέγει ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς, «ἀκούσθηκε ἦχος ἀπὸ τὸν οὐρανό, σὰν ἀπὸ ὁρμὴ βιαίου ἀνέμου καὶ γέμισε τὸν οἶκο ὅπου κάθονταν» (Πράξ. β’, 1 – 11). Εἶναι βίαιος γιατί νικᾶ τὰ πάντα καὶ ξεπερνᾶ τὰ τείχη τοῦ πονηροῦ, γκρεμίζει κάθε ὀχύρωμα τοῦ ἐχθροῦ, ταπεινώνει τοὺς ὑπερήφανους, ἀνυψώνει τοὺς ταπεινοὺς στὴ καρδιὰ καὶ διασπᾶ τοὺς συνδέσμους τῶν ἁμαρτημάτων.
Γέμισε δὲ ὁ οἶκος ἐκεῖνος στὸν ὁποῖο κάθονταν, καθιστώντας τον, κολυμβήθρα πνευματικὴ καὶ ἐκπληρώνοντας τὴν ἐπαγγελία τοῦ Σωτῆρα, ποὺ τοὺς ἔλεγε, πρὶν ἀναληφθεῖ: «Ὁ μὲν Ἰωάννης βάπτισε μὲ νερό, ἐσεῖς δὲ, θὰ βαπτιστεῖτε μὲ Ἅγιο Πνεῦμα, ὄχι ἔπειτα ἀπὸ πολλὲς μέρες».
Ἀλλὰ καὶ τὸ ὄνομα ποὺ ἔδωσε σ’ αὐτοὺς τὸ ἔδειξε νὰ ἀληθεύει. Διότι διὰ τοῦ ἤχου αὐτοῦ ἀπὸ τοὺς οὐρανοὺς οἱ Ἀπόστολοι ἔγιναν πραγματικὰ υἱοὶ βροντῆς.

«Καὶ φάνηκαν σ' αὐτοὺς γλῶσσες διαμεριζόμενες ὡσὰν πυρὸς καὶ στὸν καθένα τους κάθισε ἀπὸ μία καὶ γέμισαν ὅλοι ἅγιο Πνεῦμα καὶ μιλοῦσαν ἄλλες γλῶσσες, ὅπως τοὺς ἔδιδε τὸ Πνεῦμα νὰ μιλοῦν». Ἀλλὰ γιὰ ποιὸ λόγο φάνηκε τὸ Πνεῦμα σὲ σχῆμα γλωσσῶν;
Ἀφ’ ἑνὸς γιὰ νὰ ἐπιδείξει τὴ συμφυΐα του, τὴ σχέση του μὲ τὸ Λόγο τοῦ Θεοῦ, γιατί τίποτε δὲν εἶναι συγγενέστερο ἀπὸ τὴ γλώσσα πρὸς τὸ λόγο. Συγχρόνως δὲ καὶ γιὰ τὴ χάρη τῆς διδασκαλίας, γιατί ὁ κατὰ Χριστὸν διδάσκαλος χρειάζεται χαριτωμένη γλώσσα.

Γιατί δὲ, φανερώθηκε τὸ ἅγιο Πνεῦμα μὲ πύρινες γλῶσσες;

Ὄχι μόνο γιὰ τὸ ὁμοούσιο τοῦ Πνεύματος πρὸς τὸ Πατέρα καὶ τὸν Υἱὸ (γιατί πῦρ εἶναι ὁ Θεός μας), ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴ διπλὴ ἐνέργεια τοῦ κηρύγματος τῶν Ἀποστόλων. Γιατί μπορεῖ συγχρόνως νὰ εὐεργετεῖ καὶ νὰ τιμωρεῖ. Ὅπως τὸ πῦρ ἔχει διπλὴ ἰδιότητα καὶ νὰ φωτίζει καὶ νὰ φλογίζει, ἔτσι καὶ ὁ λόγος τῆς διδασκαλίας, αὐτοὺς ποὺ ὑπακούουν φωτίζει καὶ αὐτοὺς ποὺ ἀπειθοῦν παραδίδει τελικὰ σὲ πῦρ καὶ κόλαση. Εἶπε δὲ γλῶσσες, ὄχι πυρός, ἀλλὰ σὰν πυρός, γιὰ νὰ μὴ νομίσει κανεὶς ὅτι τὸ πῦρ ἐκεῖνο εἶναι αἰσθητὸ καὶ ὑλικό, ἀλλὰ νὰ ἀντιληφθοῦμε τὴν ἐπιφάνεια τοῦ Πνεύματος σὰν μὲ παράδειγμα.

Γιὰ ποιὸ λόγο δὲ οἱ γλῶσσες φάνηκαν νὰ διαμερίζονται σ’ αὐτούς;

Γιατί μόνο στὸ Χριστὸ ποὺ ἦλθε καὶ αὐτὸς ἀπὸ πάνω δὲν δίδεται μὲ μέτρο τὸ Πνεῦμα ἀπὸ τὸ Πατέρα. Ἐκεῖνος καὶ κατὰ σάρκα ἀκόμη εἶχε ὁλόκληρη τὴ θεία δύναμη καὶ τὴν ἐνέργεια, ἐνῶ σὲ κανέναν ἄλλο δὲν ἔγινε χωρητὴ ὅλη ἡ χάρη τοῦ Πνεύματος, ἀλλὰ ἀτομικὰ ὁ καθένας ἀποκτᾶ ἄλλος τὸ ἕνα καὶ ἄλλος τὸ ἄλλο ἀπὸ τὰ χαρίσματα, γιὰ νὰ μὴ νομίσει κανεὶς ὅτι ἡ ἀπὸ τὸ Πνεῦμα διδόμενη στοὺς ἁγίους χάρη εἶναι φύση.

Τὸ δὲ «κάθισε» δὲν ὑποδηλώνει μόνο τὸ δεσποτικὸ ἀξίωμα, ἀλλὰ καὶ τὸ ἑνιαῖο τοῦ θείου Πνεύματος. Κάθισε πάνω στὸν καθένα τους καὶ πληρώθηκαν ὅλοι ἅγιο Πνεῦμα, γιατί καὶ ὅταν μερίζεται κατὰ τὶς διάφορες δυνάμεις καὶ ἐνέργειές του, διὰ τῆς καθεμιᾶς ἐνέργειας παρευρίσκεται καὶ ἐνεργεῖ ὁλόκληρο τὸ ἅγιο Πνεῦμα, ἀμερίστως μεριζόμενο καὶ ὁλοκληρωτικὰ μετεχόμενο, κατὰ τὴν εἰκόνα τῆς ἡλιακῆς ἀκτίνας.

Λαλοῦσαν δὲ ἄλλες γλῶσσες, δηλαδὴ διαλέκτους, διότι ἔγιναν ὄργανα τοῦ θείου Πνεύματος, ἐνεργοῦντα καὶ κινούμενα κατὰ τὴ θέληση καὶ δύναμη ἐκείνου.

Αὐτὰ προαναγγέλθηκαν καὶ μέσω τῶν προφητῶν του, ὅπως διὰ τοῦ Ἰεζεκιήλ: «θὰ σᾶς δώσω καρδιὰ νέα καὶ Πνεῦμα νέο θὰ βάλω μέσα σας, τὸ Πνεῦμα μου» (Ἰεζ. λστ’, 26). Δία τοῦ Ἰωήλ: «καὶ κατὰ τὶς ἔσχατες ἡμέρες θὰ ἐκχύσω ἀπὸ τὸ Πνεῦμα μου ἐπάνω σὲ κάθε σάρκα» (Ἰωὴλ β, 28). Δία τοῦ Μωϋσῆ: «ποιὸς θὰ καταστήσει προφῆτες ὅλο τὸ λαὸ τοῦ Κυρίου, ὅταν δώσει ὁ Κύριος σ’ αὐτοὺς τὸ Πνεῦμά του;».

Ὁ ἴδιος δὲ ὁ Κύριος ἔλεγε: «ὅποιος πιστεύει σὲ μένα, θὰ ρεύσουν ποτάμια ζωντανοῦ ὕδατος ἀπὸ τὴν κοιλιά του» τὸ ὁποῖο ἐρμηνεύοντας ὁ εὐαγγελιστής: «τοῦτο τὸ ἔλεγε περὶ τοῦ Πνεύματος ποὺ ἐπρόκειτο νὰ λαμβάνουν οἱ πιστεύοντες σὲ Αὐτόν» (Ἰω. ιζ’, 39). Ἔλεγε ἐπίσης στοὺς μαθητές του: «ἐὰν μὲ ἀγαπᾶτε, θὰ τηρήσετε τὶς ἐντολές μου, καὶ ἐγὼ θὰ ζητήσω ἀπὸ τὸν Πατέρα νὰ σᾶς στείλει ἄλλο Παράκλητο, γιὰ νὰ μείνει μαζί σας αἰωνίως, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας» καὶ «ὁ δὲ Παράκλητος, τὸ ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ θὰ στείλει ὁ Πατέρας στὸ ὄνομά μου, ἐκεῖνος θὰ σᾶς διδάξει τὰ πάντα» καὶ «θὰ σᾶς ὁδηγήσει σὲ ὅλη τὴν ἀλήθεια» (Ἰω. ιδ’, 15 – ιδ’, 26 – ιε’, 26 – ιζ’, 39).

Τώρα λοιπὸν ἐκπληρώθηκε ἡ ἐπαγγελία καὶ κατῆλθε τὸ ἅγιο Πνεῦμα, σταλμένο καὶ δοσμένο ἀπὸ τὸ Πατέρα καὶ τὸν Υἱὸ καὶ ἀφοῦ περιέλαμψε τοὺς ἁγίους μαθητὲς καὶ τοὺς ἄναψε θείως ὡς πραγματικὲς λαμπάδες καὶ τοὺς ἀνέδειξε σὲ φωστῆρες ὑπερκοσμίους καὶ παγκοσμίους. Ὅπως δέ, ἂν κανεὶς ἀνάψει ἀπὸ τὴ φωσφόρο λαμπάδα ἄλλη καὶ ἀπὸ ἐκείνη ἄλλη καὶ οὕτω καθεξῆς, κρατώντας το μὲ τὴ διαδοχή, ἔχει πάντοτε τὸ φῶς μόνιμα, ἔτσι διὰ τῆς χειροτονίας τῶν Ἀποστόλων ἐπὶ τοὺς διαδόχους τῶν διαδίδεται ἡ χάρη τοῦ θείου Πνεύματος διὰ ὅλων τῶν γενεῶν καὶ φωτίζει ὅλους τους ὑπακούοντας στοὺς ποιμένες καὶ διδασκάλους.
Τὸ ἅγιο Πνεῦμα ποὺ δὲν ἀποστέλλεται μόνο, ἀλλὰ καὶ ἀποστέλλει τὸν ἀπὸ τὸν Πατέρα Υἱὸ πάνω στὴ γῆ καὶ μᾶς δίδαξε τὰ θαυμαστὰ καὶ μεγάλα. Διότι τὸ ἅγιο Πνεῦμα ἦταν πάντοτε καὶ συνυπῆρχε μὲ τὸν Υἱὸ στὸν Πατέρα, συνδημιουργῶντας στὸν καιρό τους τὰ δημιουργηθέντα καὶ συνανακαινίζοντας τὰ φθαρέντα καὶ συγκρατώντας τὰ διαμένοντα, πανταχοῦ παρὸν καὶ τὰ πάντα πληροῦν καὶ διέπων καὶ ἐφορῶν. Ὄχι μόνο παντοῦ, ἀλλὰ καὶ πάνω ἀπὸ τὸ πᾶν, οὔτε σὲ ὅλο τὸν αἰώνα καὶ τὸ χρόνο μόνο, ἀλλὰ καὶ πρὶν ἀπὸ κάθε αἰὼνα καὶ χρόνο.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Εὐλογητὸς εἶ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ πανσόφους, τοὺς ἁλιεῖς ἀναδείξας, καταπέμψας αὐτοῖς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, καὶ δι’ αὐτῶν, τὴν οἰκουμένην σαγηνεύσας, Φιλάνθρωπε δόξα σοι.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Ὅτε καταβὰς τὰς γλώσσας συνέχεε, διεμέριζεν ἔθνη ὁ Ὕψιστος· ὅτε τοῦ πυρὸς τὰς γλώσσας διένειμεν, εἰς ἑνότητα πάντας ἐκάλεσε· καὶ συμφώνως δοξάζομεν τὸ Πανάγιον Πνεῦμα.

Μεγαλυνάριον.
Ἐν πυρίναις γλώσσαις τοῖς Μαθηταῖς, ἐν τῷ ὑπερῴῳ, ὡς ὑπέσχου ἐκ τοῦ Πατρός, ἔπεμψας Σωτήρ μου, τὸ συμφυές σου Πνεῦμα, καὶ τούτους τῆς σῆς δόξης, ῥήτορας ἔδειξας.



Ο Άγιος Λουκιλλιανός, Παύλη και τα νήπια Κλαύδιος, Υπάτιος, Παύλος και Διονύσιος

Ο Κύριος μας διαβεβαίωσε ότι "τα αδύνατα παρά ανθρώποις δυνατά παρά τω Θεώ εστίν". Δηλαδή, εκείνα που είναι αδύνατο να γίνουν με την ασθενική δύναμη και λογική του ανθρώπου, αυτά είναι κατορθωτά και δυνατά από το Θεό.
Πράγματι, ποιος θα περίμενε από έναν άνθρωπο που πέρασε σχεδόν όλη του τη ζωή μέσα στην ειδωλολατρία, της οποίας, μάλιστα, ήταν και Ιερέας, να γίνει χριστιανός;
Κι όμως. Αυτό συνέβη με το γέροντα ιερέα ειδωλολάτρη Λουκιλλιανό, που έζησε στα χρόνια του βασιλιά Αυρηλιανού το 270 μ.Χ.. Όταν άκουσε για πρώτη φορά χριστιανικό κήρυγμα στην πατρίδα του Νικομήδεια, η θεία χάρη δημιούργησε μέσα του πραγματικό σεισμό.
Γκρεμίστηκαν σαν χάρτινοι πύργοι οι ειδωλολατρικές του πεποιθήσεις, που τόσο βαθειά ήταν ριζωμένες στην ψυχή του. Τα γεροντικά του μάτια άνοιξαν και με νεανική ζωηρότητα διακήρυξε την πίστη του στο Χριστό.
Προσπάθησε, μάλιστα , να φέρει με το κήρυγμα του και άλλες ψυχές σ' Αυτόν. Το γεγονός αυτό καταγγέλθηκε στον κόμη Λιβάνια. Με θάρρος ο Λουκιλλιανός ομολόγησε μπροστά του το Χριστό. Τότε ο κόμης, πιεζόμενος και από τους ειδωλολάτρες ιερείς, που θεώρησαν το Λουκιλλιανό λιποτάκτη της θρησκείας τους, διέταξε και τον βασάνισαν.

Έπειτα τον έριξαν στη φωτιά για να καεί, αλλά δυνατή βροχή έσβησε τη φωτιά. Τότε τον έστειλαν στο Βυζάντιο, όπου ο Λουκιλλιανός αξιώθηκε να μαρτυρήσει με σταυρικό θάνατο. Στη φυλακή μέσα ο Άγιος Λουκιλλιανός βρήκε τέσσερα παιδιά, που για τον ίδιο λόγο ήταν φυλακισμένα και κατόπιν αποκεφαλίστηκαν.
Μετά τον θάνατο και του Αγίου, η παρθένος Παύλη, πήρε τα Ιερά του λείψανα και τα ενταφίασε. Τότε όμως, συνελήφθη και αυτή, βασανίζεται σκληρά και στο τέλος αποκεφαλίζεται. (Η μνήμη τους - σε ορισμένους Συναξαριστές - περιττώς επαναλαμβάνεται και την 19η Ιανουαρίου).


Απολυτίκιον. Ήχος α'. Χορός Αγγελικός.
Ως άστρον φαεινόν, εκ νυκτός της απάτης, ω Λουκιλλιανέ, ευσεβώς αναλάμψας, νομίμως ηγώνισαι, και τον δόλιον έκτεινας, όθεν πρέσβευε, συν τη Θεόφρονι Παύλη, και τοις τέσσαρσι, Παισί Χριστώ Αθλοφόρε, υπέρ των ψυχών ημών.



Ὁ Ἅγιος Καικίλιος διδάσκαλος τοῦ Ἁγίου Κυπριανοῦ

Ὁ Ἅγιος Καικίλιος ἔζησε κατὰ τὸν 3ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἦταν πρεσβύτερος στὴν Καρθαγένη τῆς Ἀφρικῆς. Ὑπῆρξε χειραγωγὸς στὸ Χριστιανισμὸ τοῦ Ἁγίου Κυπριανοῦ, Ἐπισκόπου Καρχηδόνος († 2 Ὀκτωβρίου).
Ὁ Βαρώνιος καὶ ἄλλοι ἰστορικοὶ τὸν θεωροῦν φίλο τοῦ φιλοσόφου Ὀκταβίου καὶ τοῦ νομικοῦ Μάρκου Μινουτίου Φήλικος. Μεταστραφεὶς στὸ Χριστιανισμό, ὁ Ἅγιος Καικίλιος ἀγωνίσθηκε γιὰ τὴν πατρώα εὐσέβεια καὶ τὴ διδασκαλία τῶν θείων Γραφῶν.



Ο Όσιος Αθανάσιος

Ο Όσιος Αθανάσιος από νεαρή ηλικία αφιερώθηκε ολόψυχα στην υπηρεσία της Εκκλησίας, κηρύττοντας και διαδίδοντας το λόγο του Θεού. Αργότερα ποθώντας την άσκηση, πήγε σε κάποιο μοναστήρι στον ποταμό Σάγορι, στο οποίο ηγούμενος ήταν κάποιος πρώην συγκλητικός. Αλλά δυστυχώς, οι μοναχοί εκεί ζούσαν σχεδόν κοσμική ζωή.
Για το λόγο αυτό ο ηγούμενος παρακάλεσε τον Αθανάσιο να εργασθεί για τη διόρθωση και επαναφορά στην κοινωνική μοναχική τάξη των ατίθασων μοναχών. Ο Αθανάσιος εργάσθηκε με ζήλο και αυταπάρνηση και γρήγορα η προσπάθειά του είχε θαυμαστά αποτελέσματα.
Ο γεμάτος θέρμη και «άλατι ηρτυμένος» λόγος του, το παράδειγμά του, το ήθος του, η αγία ζωή του και οι αδελφικές του παραινέσεις, αλλά και η ολονύκτια προσευχή και ικεσία στο Πανάγαθο και πανοικτήρμονα Θεό, έφεραν γρήγορα το ποθούμενο αποτέλεσμα.
Εν συνεχεία, ο Όσιος μετέβη στο μοναστήρι του Τραϊανού, όπου και χειροτονήθηκε πρεσβύτερος. Εκεί συνέγραψε και διακοσμούσε διάφορα θρησκευτικά συγγράμματα, τα οποία πουλούσε και τα χρήματα πού κέρδιζε τα διέθετε στους πτωχούς και πάσχοντας. Εκοιμήθη ειρηνικά σε βαθύτατο γήρας.




Η Οσία Ιέρια (ή Ιερεία)

Απεβίωσε ειρηνικά.



Ο Όσιος Πάππος

Απεβίωσε ειρηνικά.




Ο Άγιος Ιωσήφ Ιερομάρτυς Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης

Καταγόταν από την οικογένεια Αντωνοπούλου της Δημητσάνας και εκπαιδεύτηκε στη Σχολή Δημητσάνας. Το 1797 εξελέγη Μητροπολίτης Δράμας. Το 1810 εξελέγη Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης.
Συνεργάτης στενός του Γρηγορίου Ε' . Συνελήφθη το 1821 και την 3η Ιουνίου απηγχονίσθη. Οι Τούρκοι δήμευσαν την περιουσία του, που είχε κληροδοτήσει σαν οικονομική ενίσχυση στη Σχολή Δημητσάνας.


Ο Άγιος Δωρόθεος Μητροπολίτης Αδριανουπόλεως, ο Πρώιος

Εθνομάρτυρας και από τους σπουδαιότερους λόγιους ιεράρχες του 19ου αιώνα. Μητροπολίτης Φιλαδέλφειας (1805-1813) και Αδριανουπολεως (1813-1821). Γεννήθηκε στη Χίο, όπου και έμαθε τα εγκύκλιο γράμματα. Κατόπιν φοίτησε στην Πατμιάδα Σχολή, όπου χρημάτισε μαθητής του Δανιήλ Κεραμέα.
Συνδέθηκε φιλικά με τον Βενιαμίν Λεσβίο, όπως δείχνει η αλληλογραφία τους. Η φιλία τους έμεινε αδιατάρακτη, γιατί είχαν κοινά ενδιαφέροντα, ως φίλοι της παιδείας και του γένους. Το 1786 χειροτονήθηκε διάκονος και αναχώρησε για ευρύτερες σπουδές στην Ιταλία και Γαλλία. Τον Σεπτέμβριο του 1793 διορίστηκε διδάσκαλος στη Σχολή της Χίου, όπου δίδαξε τη φιλοσοφία και τις επιστήμες, με διευθυντή τον Αθανάσιο Πάριο.
Το 1796 όμως εγκατέλειψε τη θέση αυτή, για να αναλάβει τη διδασκαλία των παιδιών του Κωνσταντίνου Χαντζερή, δραγομάνου του τουρκικού στόλου, και εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη (1797).
Όταν ο Χαντζερής διορίστηκε ηγεμόνας στη Βλαχία, ο Δωρόθεος τον ακολούθησε, παίρνοντας για βοηθό του εκεί τον μαθητή του Νεόφυτο Βάμβα. Μετά τον αποκεφαλισμό του Χαντζερή από τους Τούρκους, ο Δωρόθεος αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη (1799).
Το πατριαρχείο τον ονόμασε ιεροκήρυκα της Μεγάλης Εκκλησίας, προχειρίζοντάς τον σε Αρχιμανδρίτη. Όταν ο Δημήτριος Μουρούζης ίδρυσε τη Σχολή του Γένους στο Κουρουτσεσμέ (Ξηροκρήνη), το 1804, η διεύθυνσή της ανατέθηκε στον Δωρόθεο.
Παρέμεινε στη διεύθυνση της σχολής μέχρι το 1807, ενώ στο μεταξύ είχε εκλεγεί μητροπολίτης Φιλαδέλφειας. Δίδαξε τη φυσική, τα μαθηματικά, τη γεωμετρία, τη φιλοσοφία και τη λογική. Από έγγραφα τους και τα χειρόγραφα βοηθήματα, με τα όποια εφοδίαζε τους μαθητές του, φαίνεται η άρτια συγκρότηση και η διοικητική ικανότητά του κατά τη σχολαρχία του.
Δεν περιοριζόταν μόνο στα διοικητικά και διδακτικά καθήκοντά του, αλλά επιδόθηκε και σε άλλα, ωφελιμότερα για το γένος έργα. Τέτοιο είναι η σύνταξη του μεγάλου λεξικού της ελληνικής γλώσσας, με τον τίτλο Κιβωτός, που το ενίσχυαν ηθικά και οικονομικά οι Ζωσιμάδες. Συνεργάτες του Δωροθέου στο έργο αυτό ήταν ο Ν. Βάμβας και ο Νικ. Λογάδης.
Ο πρώτος τόμος του λεξικού εκδόθηκε το 1819. Ως σχολάρχης ο Δωρόθεος αλληλογραφούσε με επιφανείς Έλληνες, ζητώντας τη συμπαράσταση τους στη λειτουργία της σχολής. Το 1807 άφησε ως διάδοχό του στη σχολή τον Πανταλέονα Φραγκιάδη (μετέπειτα Πλάτωνα, μητροπολίτη Χίου) και εγκαταστάθηκε στη Φιλαδέλφεια, την έδρα της μητρόπολης του.
Το 1813 μετατέθηκε στη μητρόπολη Αδριανουπόλεως. Προσπάθησε να ιδρύσει στην πόλη Ιερατική σχολή, χωρίς όμως επιτυχία. Οργάνωσε πάντως σχολείο και βιβλιοθήκη με τη συνεργασία του Αδριανουπολίτη Γ. Σακελλαρίου, ο όποιος ήταν από τους πλουσιότερους εμπόρους της Αυστρίας. Σχολάρχης, διορίστηκε ο Στέφανος Καραθεοδωρής, δίδασκε όμως και ο Δωρόθεος θεολογία, φιλοσοφία και επιστήμες.
Το 1820 κλήθηκε ως συνοδικός στην Κωνσταντινούπολη, αλλά ένα έτος μετά (Απρίλιος 1821) συνελήφθη από τους Τούρκους, μαζί με τον οικουμενικό πατριάρχη Γρηγόριο Ε', και άλλους αρχιερείς και επιφανείς λαϊκούς και απαγχονίστηκε στο Μέγα Ρεύμα.
Ο Δωρόθεος ανήκει στους μεγάλους διδασκάλους του γένους κατά τη φθίνουσα τουρκοκρατία και συνέβαλε στον ελληνοκεντρικό διαφωτισμό του, στη μύηση δηλαδή στις επιστήμες, αλλά μέσα στα πλαίσια της παράδοσης του.
Σπουδαία βοήθεια προσέφερε με τα συγγράμματά του, παρόλο που δεν επιχείρησε δημοσίευση επιστημονικών μελετών, αλλά περιορίστηκε στη σύναξη βοηθημάτων για τους μαθητές του. Τα πολλά όμως αντίγραφά τους, που σώζονται σε διάφορες βιβλιοθήκες, βεβαιώνουν το γεγονός ότι αναγνωρίστηκε πολύ πλατιά η αξία του ως διδασκάλου.
Τα σωζόμενα χειρόγραφα περιλαμβάνουν αριθμητική, γεωμετρία, άλγεβρα και τη Λογική του Γενουηνσίου. Κατά πληροφορία του C. Iken (Leucothea, Ι. Λειψία 1825, σ. 240/241) ο Δωρόθεος συνέγραψε Εκκλησιαστική Ιστορία, που όμως δεν εκδόθηκε ποτέ. Επιμελήθηκε την α' έκδοση του πηδαλίου του Αγ. Νικόδημου του Αγιορείτου (1800).



Ο Άγιος Γρηγόριος Επίσκοπος Δέρκων (+ 1821)

Γεννήθηκε στο χωριό Ζουμπάντα της Αχαΐας και σπούδασε στη Δημητσάνα, στο Ναύπλιο και στη Μεγάλη του Γένους Σχολή στην Κωνσταντινούπολη. Η μόρφωση και το ήθος του Γρηγορίου είλκυσαν την εκτίμηση του Οικουμενικού πατριάρχη Σωφρονίου Β' (1774-1780), ο όποιος τον Φεβρουάριο του 1777 τον χειροτόνησε μητροπολίτη Λακεδαιμόνιας σε διαδοχή του άλλου εθνομάρτυρα μητροπολίτη Ανανία Λαμπάρδη (1750-1767).
Το 1790 κατόρθωσε να διαφύγει τη σύλληψη από τον πασά της Τριπόλεως και να μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη. Μη δυνάμενος να επανέλθει στη Λακεδαίμονα, το Οικουμενικό Πατριαρχείο τον μετέθεσε στη μητρόπολη Βιδύνης (1791-1801). Εκεί συνδέθηκε φιλικά με τον Πασβάνογλου, ο όποιος το 1797 αποστάτησε κατά του σουλτάνου.
Επί της πατριαρχίας Καλλινίκου Ε' (α' 1801-1806,6' 1808-1809) ο Γρηγόριος μετατέθηκε στη μητρόπολη Δέρκων. Υπήρξε από τους πρώτους Φιλικούς και προσέφερε πολλές και μεγάλες υπηρεσίες στην Εκκλησία και στο Έθνος. Μετά την εισβολή του Αλέξανδρου Υψηλάντη στη Μολδοβλαχία (9 Μαρτίου 1821), ο Γρηγόριος φυλακίστηκε μαζί με τους μητροπολίτες Θεσσαλονίκης Ιωσήφ, Τιρνάβου Ιωαννίκιο και Αδριανουπόλεως Δωρόθεο.
Μετά την έκρηξη της Επανάστασης στην Πελοπόννησο (23-25 Μαρτίου 1821) και τα πολεμικά γεγονότα που ακολούθησαν, διατάχθηκε η θανάτωση των φυλακισμένων Ιεραρχών οι μητροπολίτες Θεσσαλονίκης Ιωσήφ, Τιρνάβου Ιωαννίκιος και Αδριανουπόλεως Δωρόθεος απαγχονίστηκαν στο Αρναούτκιο, ενώ για τον Γρηγόριο η αγχόνη είχε στηθεί στην αυλή του σπιτιού του στα Θεραπεία της Κωνσταντινούπολης.
Ο Γρηγόριος προσευχήθηκε, ευλόγησε τη θηλειά της αγχόνης του και την πέρασε στον τράχηλο του, έκαμε το σημείο του Σταυρού και έτσι τελείωσε την επίγεια ζωή του ο μάρτυρας αυτός του Χριστού και του Γένους, ο Μέγας Δέρκων Γρηγόριος, την 3η Ιουνίου 1821.



Ο Άγιος Kevin (Ιρλανδός)

Λεπτομέρειες για τη ζωή αυτού του αγίου της ορθοδοξίας, μπορεί να βρει ο αναγνώστης στο βιβλίο "Οι Άγιοι των Βρετανικών Νήσων", του Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, επισκόπου Τελμησσού, Αθήναι 1985.



Ὁ Ἅγιος Ἀχιλλᾶς

Ὁ Ἅγιος Ἀχιλλᾶς (311 – 312 μ.Χ.) ἦταν Ἐπίσκοπος Ἀλεξανδρείας καὶ ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.



Ὁ Ἅγιος Ἱλάριος

Ὁ Ἅγιος Ἱλάριος ἔζησε κατὰ τὸν 4ο αἰώνα μ.Χ. καὶ διετέλεσε Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Καρκασσὸν τῆς Τουλούζης στὴ Γαλλία. Ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.



Ἡ Ἁγία Γλοτίλδη ἐκ Γαλλίας

Ἡ Ἁγία Γλοτίλδη ἐγεννήθηκε στὴν πόλη Λυὼν τῆς Γαλλίας τὸ 474 μ.Χ. Ἐφρόντισε γιὰ τὴ βάπτιση τοῦ βασιλέως συζύγου της καὶ τῶν τέκνων της καὶ ἀγωνίσθηκε γιὰ τὴ διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου. Ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 545 μ.Χ.



Ὁ Ὅσιος Λιφάρδος ὁ ἐν Ὀρλεάνῃ

Ὁ Ὅσιος Λιφάρδος ἔζησε τὸν 6ο αἰώνα μ.Χ. καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ὀρλεάνη. Ἐσπούδασε τὴ νομικὴ ἐπιστήμη καὶ ὁ ζῆλος του γιὰ τὰ πνευματικὰ τὸν ὁδήγησε στὴ μελέτη τοῦ θείου λόγου καὶ τὴ συμμετοχή του στὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας. Σὲ ἡλικία σαράντα ἐτῶν ἀκολούθησε τὸ μοναχικὸ βίο καὶ ἐχειροτονήθηκε διάκονος.
Μαζὶ μὲ τὸν Ὄσιο Οὐρβίκιο ἔζησαν μιὰ ζωὴ ἀσκητικὴ πολὺ αὐστηρὴ καὶ σκληρή. Λόγῳ τῆς μεγάλης του ἀρετῆς ἐχειροτονήθηκε πρεσβύτερος καὶ ἔγινε ἡγούμενος τῆς μονῆς τοῦ Μένουνγκ ποὺ εἶχαν ἱδρύσει μαζὶ μὲ τὸ συμμοναστή του. Ὁ Ὅσιος Λιφάρδος, ἀφοῦ ἔζησε θεοφιλῶς ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 550 μ.Χ.



Ὁ Ὅσιος Οὐρβίκιος

Ὁ Ὅσιος Οὐρβίκιος ἔζησε τὸν 6ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἀσκήτεψε μαζὶ μὲ τὸν Ὅσιο Λιφάρδο, τὸν ὁποῖο διαδέχθηκε στὴν ἡγουμενία τῆς μονῆς τοῦ Μένουνγκ. Ὁ Ὅσιος Οὐρβίκιος, ἀφοῦ ἀσκήτεψε θεοφιλῶς, ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.



Ὁ Ὅσιος Κρονανός

Ὁ Ὅσιος Κρονανὸς ἔζησε τὸν 7ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἀνῆκε στὴ συνοδεία τοῦ Ἁγίου Κέβιν. Ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 617 μ.Χ.



Ὁ Ἅγιος Γενέσιος

Ὁ Ἅγιος Γενέσιος ἔζησε τὸν 7ο αἰώνα μ.Χ. καὶ διετέλεσε Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Κλερμόντ. Διακρίθηκε γιὰ τὴν αὐστηρότητα τοῦ βίου του, τὴ φιλανθρωπία καὶ τὴν ἀγάπη πρὸς τοὺς πτωχοὺς καὶ τοὺς πάσχοντες.
Ὁ Ὅσιος Γενέσιος, ἀφοῦ ἐποίμανε θεοφιλῶς τὸ ποίμνιό του, ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 662 μ.Χ.



Ὁ Ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Ὁσιομάρτυρας ἐξ Ἰσπανίας

Ὁ Ἅγιος Ὁσιομάρτυς Ἰσαὰκ ἔζησε τὸν 9ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἐγεννήθηκε στὴν πόλη Κόρδοβα τῆς Ἰσπανίας, τὸ 825 μ.Χ. Ἦταν συμβολαιογράφος καὶ ἀργότερα ἔγινε μοναχὸς σὲ μοναστήρι κοντὰ στὴ γενέτειρά του. Ἐμαρτύρησε γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ, τὸ 852 μ.Χ., ἀπὸ τοὺς Μωαμεθανούς.



Ἀνακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Δημητρίου τοῦ Θαυματουργοῦ τοῦ πρίγκιπος 

Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Δημητρίου τοῦ Θαυματουργοῦ τοῦ πρίγκιπος Οὔγκλιχ καὶ Ρωσίας, τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία στὶς 15 Μαΐου, ὅπου καὶ ὁ βίος του.
Ἡ ἀνακομιδὴ καὶ μεταφορὰ τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου Δημητρίου ἀπὸ τὴν πόλη Οὔγκλιχ στὴ Μόσχα, ἐπραγματοποιήθηκε τὸ 1606.
Τὰ ἱερὰ λείψανα ἐτοποθετήθηκαν στὸ ναὸ τῶν Ἀρχαγγέλων τοῦ Κρεμλίνου. Μετὰ τὰ πολλὰ θαύματα ποὺ ἔγιναν ἀπὸ τὰ ἅγια λείψανα, καθιερώθηκαν οἱ ἡμέρες μνήμης τοῦ πρίγκιπος Δημητρίου: τῆς γεννήσεως († 19 Ὀκτωβρίου), τοῦ βίαιου θανάτου († 15 Μαΐου) καὶ τῆς μετακομιδῆς τῶν ἱερῶν λειψάνων αὐτοῦ στὴ Μόσχα († 3 Ἰουνίου).





Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου «τῶν Ἀδελφῶν τοῦ Κιέβου»

Ἡ εἰκόνα αὐτὴ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου βρίσκεται στὸ Κίεβο – Μπράτσκ τῆς Ρωσίας. Ἑορτάζεται κυρίως στὶς 10 Μαΐου, ἀλλὰ ἐπαναλαμβάνεται, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν σημερινὴ ἡμέρα, και τὴν Ε’ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν.












Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Γλυκοφιλούσης ἐν Γιαροσλάβλ

Ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας τοῦ Γιαροσλάβλ ὀφείλει τὸ ὄνομά της στὴν πόλη τοῦ Γιαροσλάβλ. Μεταφέρθηκε ἐκεῖ τὸν 13ο αἰώνα μ.Χ. ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Βασίλειο καὶ Κωνσταντίνο, πρίγκιπες τοῦ Γιαροσλάβλ († 3 Ἰουλίου).










Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου