Τὰ βουνὰ καὶ μοναστήρια
τῆς Συρίας καὶ Μεσοποταμίας
Φώτης Κόντογλου
Τὸ μέγα βουνὸ ὁ Ἀμανὸς
στέκεται σὰν κάστρο ἀνάμεσα στὴ Συρία
καί στὴν Κιλικία, κι' εἶναι παρακλάδι
τοῦ Ταύρου, ἄγριο καὶ μεγαλοπρεπέστατο,
πυκνοφυτεμένο μὲ λογῆς λογῆς δέντρα
καὶ μὲ κέδρα.
Ἔχει κλεισοῦρες φοβερὲς
κι' ἀπέραστες, καὶ θρέφει πολλὰ ἀγρίμια
καὶ θεριά. Σὲ μία κορυφὴ τοῦ ἤτανε
κτισμένος ναὸς γιὰ τοῦτο τὰ συναξάρια
λένε γιὰ δαῦτο «πολλῆς πάλαι γέμον
πολυθέου μανίας». Τούρκικα τὸ λένε Ἁλμὰ
Ντάγ. Μέσα στὶς σπηλιὲς του ἁγιάσανε
πολλοὶ ἀναχωρητές, Συμεώνης ὁ Παλαιός,
Θεοδόσιος ὁ ἐν τῷ Σκοπέλω, ἀπάνου στὸ
ἀκρωτήρι ποὺ βγαίνει στὴ θάλασσα, κι'
ἄλλοι πολλοί.
Ἄλλο μεγάλο βουνὸ τῆς
Συρίας εἶναι ὁ Λίβανος, στ' ἀραβικὰ
λεγόμενο Τζέμπελ ἒλ Λιμπνάν, δασωμένο
ἀπὸ βαλανιδιές, ὀξυὲς κι' ἀπὸ τὰ
περιβόητα τὰ κέδρα. Βουνὸ θεοαγάπητο
καὶ ὑμνολογημένο.
Ὁ Σολομώντας ἔκανε
ἀπὸ τὰ κέδρα του τὴ σκεπή τοῦ ναοῦ
του, ἀπὸ κεῖ κόβανε ξύλα κ' οἱ Φοίνικες
καὶ σκαρώνανε τὰ καράβια τους. Πολλοὶ
Πατέρες ἁγιάσανε ἀπάνω του, κι' ἀνάμεσά
τους ξεχωρίζει ὁ Ἀβραάμης. Στὸν
Ἀντιλίβανο, πού ΄ναι ἀντίκρυ στὸ Λίβανο
καὶ βγαίνει στὴ θάλασσα, μόνασε ὁ ἅγιος
Μάρωνας.
Τὸ Κάσιον ὅρος βρίσκεται
κοντὰ στὴν Ἀντιόχεια, καὶ κεῖ λατρεύανε
οἱ εἰδωλολάτρες τὸ Δία. Αὐτὸ εἶναι
ποὺ τὸ γράφουνε τὰ συναξάρια Θαυμαστὸν
Ὄρος, ἀπ' ὅπου πῆρε τὴν ὀνομασία ὁ
ὅσιος Συμεὼν ὁ Θαυμαστορείτης.
Σὲ τοῦτο τὸ βουνὸ
συμπεραίνω πὼς βρισκότανε κ' ἡ λεγόμενη
Κορυφή, κ' ἐκεῖ ἀπάνω θ΄ ἀσκήτεψε ὁ
ὅσιος Εὐσέβιος ὁ Παλαιὸς ὁ ἐν τῇ
Κορυφῇ, γιατί ὁ Θεοδώρητος, ὁ δεσπότης
τῆς Κύρου, γράφει στὸ συναξάρι του
«κατ' αὐτὴν τὴν ἀκρωνύχιαν τέμενος
ἦν δαιμόνων, ὑπὸ τῶν γετόνων λίαν
τιμώμενον».
Ὁ προσκυνητὴς Ἰωάννης
Φωκᾶς τοῦτα γράφει στὸ ὁδοιπορικό
του κατὰ τὰ 1185 μ.Χ., ἐξιστορώντας αὐτὸ
τὸ βουνό. «Τὸ δὲ Θαυμαστὸν Ὄρος μεταξύ
τῆς Θεουπόλεως Ἀντιόχου καὶ τῆς
θαλάσσης λοφούμενον, ἐξαίσιον τί χρῆμα
καὶ ὀφθαλμῶν ἀγλαΐα τοῖς ἐντυγχάνουσι
βλέπεται· μεθοριάζον γὰρ τὴν τε πόλιν
καὶ τὴν Ρωσῶ, ἐξ ἑκατέρων αὐτοῦ τῶν
μερῶν τὸ ὄρος ἔχει τὸν Σκόπελον καὶ
τὸν λεγόμενον Καύκασον.
Ὁ δὲ ποταμὸς Ὀρόντης
εἰλιγμῶν ἀπείρων περιδινήσει περὶ
τοὺς πρόποδας ρέει τοῦ ὄρους καὶ τῇ
θαλάσσῃ τὸ ρεῖθμον ἐκπτύει. Τούτου
τοῦ ὄρους τῇ κορυφῇ ὁ μέγας ἀφησυχάσας
ἀνὴρ ἐκεῖνος, καὶ ἀναβάσεις θέμενος
ἐν καρδίᾳ, μετάρσιος ἐν σώματι γίνεται
καὶ φιλονικεῖ μετὰ σώματος γενέσθαι
αἰθέριος καὶ μέσον εἶναι Θεοῦ καὶ
ἀνθρώπων.
Καὶ ὅπως εἴργασται
τουτί τὸ παράδοξον τῷ θεοφιλεῖ ἐκείνῳ
ἀνδρί, ἐγὼ δηλώσω. Χερσὶ λαξευτὸν εἰς
βάθος κοιλάνας τὴν Θαυμαστοῦ κορυφὴν
ὄρους, μονόλιθον ἤ μονοφυῆ μονὴν
ἀπηργάσατο, ᾗς μέσον αὐτοφυῆ λαξεύσας
κίονα, ἐν αὐτῶ τὰς βάσεις ἔθετο, ἐπὶ
πέτρας, κατὰ τὸ λόγιον, τοὺς πόδας
ἐρείσας, περὶ δὲ ἀνίσχοντα ἥλιον ναὸν
ἤγειρε περικαλλῆ τῷ Θεῶ προσέφερον».
Σὲ ἄλλο μέρος γράφει
πάλι γιὰ τὰ μέρη γύρω στὴν Ἀντιόχεια,
«ἐντεῦθεν τὸ περιβόητόν της Δάφνης
προάστειον παντοίων φυτῶν περιστεφανοῦνται
ἀναδρομῇ, καὶ τὸ θαυμαστὸν ἔστιν
ὄρος, οὐ πολιστὴς ὁ θαυμαστὸς Συμεών.
Τούτοις ὁμορεῖ τὸ Μαῦρον Ὅρος καὶ ὁ
Σκόπελος, ἐν οἶς τὸ πάλαι μὲν πολλοὶ
θεοφιλεῖς ἄνθρωποι τὸν Θεὸν ἐκζητήσαντες
εὗρον, καὶ νῦν τῶν σωζομένων εἰσί,
καὶ τὰς λόχμας τῶν αὐτῶν οἰκοῦσιν
ὀρέων, ἐκείνου τῆς καλλονῆς ἐφιέμενοι».
Σ' αὐτὸ τὸ Μελὰν Ὅρος
βρισκότανε ἡ μονὴ τοῦ Ἁγίου Ρωμανοῦ.
Τὰ δὲ ὄρη τῆς Ρωσοῦ ἢ τῆς Ρώσσου, ποὺ
βρίσκουνται γραμμένα στὰ συναξάρια,
θᾶναι αὐτὸς ὁ Σκόπελος ποὺ βρίσκεται
σιμὰ στὰ θεμέλια της ἀρχαίας πολιτείας
τῆς Ρώσου στὴν Κιλικία.
Ταλίμας πάλι λέγεται
ἕνα βουνὸ τῆς Συρίας ποὺ ἀγωνίσθηκε
ἀπάνω του ὁ ὅσιος Θαλάσσιος κι' ἄλλοι
ἀσκητάδες. Κοντὰ σ' αὐτὸ βρίσκεται
καὶ τὸ βουνὸ Ταργελᾶς, στὸ ὁποῖο
εἶχε τ' ἀσκητήριό του ὁ ἅγιος Λιμναῖος,
καθὼς καὶ κάποιο ἄλλο, Ραμὰ λεγόμενο,
ποὺ ἀσκήτεψε ὁ ὅσιος Ἰωάννης ὁ μαθητὴς
τοῦ Λιμναίου.
Τὸ Γαυγάλιον εἶναι
βουνὸ τῆς Μεσοποταμίας, στὸ ὁποῖο
ἀπάνω ἁγιάσανε πολλοὶ ὅσιοι, ὁ ἅγιος
Δανιήλ, ὁ ἅγιος Συμεὼν κι' ἄλλοι
μακάριοι ἄνθρωποι.
Στὴ Συρία βρίσκεται
καὶ τὸ ὅρος Παρατόμον, ὅπου ἀσκήτεψε
ὁ ὅσιος Ἀβραάμης. Ἴσως λέγανε μ' αὐτὸ
τὸ ὄνομα καμμιὰ ἀπόγκρεμνη κορυφὴ
τοῦ Λιβάνου.
Ὅρος Πτερύγιον λεγότανε
κάποιο βουνὸ τῆς Φοινίκης, ὅπως
διαλαβαίνει ἡ Λαυσαϊκη Ἱστορία. Ἐκεῖ
ἀσκούσανε πολλοὶ ἀναχωρητές.
Κοντὰ στὴ Νίσιβη τῆς
Μεσοποταμίας βρισκότανε τὸ ὄρος τῶν
Σιγόρων, κατοικητήριο ἁγιῶν ἀσκητῶν.
Ὅσο γιὰ τὰ ἀγρίμια
καὶ γιὰ τὰ θηρία ποὺ θρέφανε αὐτὰ τὰ
βουνά, ὑπάρχουνε ἀκόμα καὶ σήμερα,
ἐξὸν ἀπὸ τὰ λεοντάρια. Ἀλλὰ καὶ τὰ
λεοντάρια βρισκόντανε ὥς τὰ κατοπινὰ
τὰ χρόνια, ὅπως φαίνεται ἀπὸ γραψίματα
πολλά, κι' ἀπὸ τὸ Ὁδοιπορικὸ ἑνὸς
προσκηνητῆ ἀπὸ τὴ Σαξωνία, ποὺ τὸν
λέγενε Βιλλιβάρδο καὶ ποὺ ἦρθε στὴν
Ἀνατολὴ κατὰ τὰ 754 μ.Χ. Γράφοντας γιὰ
τῆς Συρίας τὰ μέρη, σημειώνει καὶ
τοῦτα, μιλώντας γὰ κάποιους ταξιδιῶτες:
«Ὓστερ' ἀπὸ τοῦτο τὸ μέρος, περάσανε
ἕναν μεγάλο κάμπο γεμάτον ἐληόδεντρα,
καὶ μαζί τους εἴτανε κ' ἕνας Ἀράπης
μὲ δύο καμῆλες καὶ μ' ἕνα μουλάρι, ποὺ
πήγαινε ἀγώγι κάποια γυναίκα μέσα στὸ
δάσος.
Ἐκεῖ ποὺ περπατούσανε,
συναπαντήσανε ἕνα λεοντάρι, κι' ὥρμησε
νὰ τοὺς φάγει, μ' ἀνοιχτὸ στόμα καὶ
μὲ μουγκρίσματα. Τότες ὁ Ἀράπης τοὺς
εἶπε: ¨μὴ φοβόσαστε, ἂς πᾶμε καταπάνω
του.
Τραβήξανε λοιπὸν τὸ
δρόμο τους καὶ πήγανε κοντὰ στὸ
λεοντάρι, καὶ ἐκεῖνο, μὲ τὴ βοήθεια
τοῦ παντοδύναμου Θεοῦ, γύρισε ἀπ' ἄλλον
δρόμο κ' ἔφυγε. Ἀφοῦ περπατήξανε ἀπὸ
τοῦτο τὸ μέρος, φτάξανε στὴν πολιτεία
ποὺ τὴ λένε Ταλαμαΐδα κοντὰ στὴν
ἀκροθαλασσιά».
Ταλαμαΐδα λέγανε, ὡς
φαίνεται τὴ Πτολεμαΐδα, ἀλλιῶς λεγόμενη
Ἄκρα ἢ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Ἄκρας. Σήμερα
τὴ λένε Ἄκκα, καὶ τὴν ἔχω ἱστορίσει
σ΄ ἕνα ταξίδι ποὺ ἔκανα σὲ κεῖνα τὰ
μέρη.
Τὰ πρῶτα μοναστήρια
τὰ χτίσανε στὴ Μεσοποταμία τρακόσια
χρόνια μετὰ Χριστὸ καὶ τὰ λέγανε
Μάντρες. Οἱ καλόγεροι φορούσανε μαῦρα
ράσα ἀπὸ γιδότριχα ἢ προβιές, κ' εἴχανε
μακρυὰ μαλλιά, εἴτανε ξυπόλυτοι, καὶ
τρώγανε μία φορὰ τὴν ἡμέρα, ἄλλοι ψωμὶ
κι' ἁλάτι, ἄλλοι λάχανα καὶ ὄσπρια
βρασμένα.
Τὰ πιὸ σπουδαῖα
μοναστήρια βρισκόντανε γύρω στὴν
Ἀντιόχεια, χτισμένα στὰ λογγάρια καὶ
στὰ δασωμένα βουνά. Στὴν ἀρχὴ εἴτανε
κελλιὰ σκόρπια, μονάχα πὼς τὰ κυβερνοῦσε
ἕνας προεστώς, πάτηρ ἢ ἡγούμενος, καὶ
κάνανε ὅλοι μαζὶ τὴν προσευχή τους,
ἀπὸ τὰ γλυκοχαράματα ἴσαμε τὴν ὥρα
πόβγαινε ὁ ἥλιος. Ὕστερα δευτερώνανε,
καὶ πήγαινε ὁ καθένας στὴ δουλειά του,
ἄλλος φυτουργοῦσε, ἄλλος ἔπλεκε
ζεμπίλια καὶ κοφίνια, ἄλλος λάτρευε
τοὺς ἄρρωστους, κι ἄλλος ἄλλα.
Μεγάλη φήμη εἶχε τὸ
μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Εὐπρεπίου κοντὰ
στὴν Ἀντιόχεια, ὅπου καλογέρεψε ὁ
Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Ἄλλα μοναστήρια,
χτισμένα κοντὰ στὴν Ἀντιόχεια, ἤτανε
ἡ μονὴ τῶν Γιγάντων, τοῦ Ἁγίου Ρωμανοῦ,
καὶ τοῦ Ἁγίου Μηνᾶ.
Κάμποσα μοναστήρα
βρισκόντανε στὸν Ἀμανό. Ἐκεῖ πέρα
ἔχτισε δύο τρία κι' ὁ Συμεὼν ὁ Στυλίτης.
Τὸ μεγάλο βρίσκεται ἀκόμα ἐρειπωμένο
καί τὸ λένε Καλαὰτ Σεμᾶν.
Σιμὰ στὴν Ἀντιόχεια
ἤτανε χτισμένο τὸ μοναστήρι τοῦ ὁσίου
Συμεών τοῦ Θαυμαστορείτη.
Πολλὰ ἀσκηταριὰ εἶχαν
καὶ σχολειά, ὅπως τὸ ἀσκητήρι τοῦ
Διοδώρου καὶ τοῦ Καρτερίου.
Κοντὰ στὴν Ἀντιόχεια
εἴτανε ἕνα μεγάλο χωριὸ Γίνδαρος καὶ
κεῖ σιμὰ ἤτανε χτισμένη ἀπὸ τὸν ἅγιον
Ἀστέριο Λάυρα μεγάλη.
Κοντὰ στὴν Ἔδεσσα
βρισκότανε τὸ μοναστήρι τοῦ Μαρματθαίου,
στὸ ὁποῖο καλογέρεψε ὁ ὅσιος Ἰσαάκ.
Στὴ δυτικὴ Συρία,
ἀπάνου στὸ βουνὸ Κορυφή, βρισκότανε
τὸ Μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Εὐσεβίου. Σ΄ἕνα
ἄλλο μέρος ἐκεῖ κοντά, Γελέδα, λεγόμενο,
εἶχε χτισμένο Μοναστήρι ὁ ὅσιος
Ἀμμιανός.
Κοντὰ στὴ Ρωσό, πολιτεία
ἐπίσημη ἀνάμεσα στὴ Συρία καὶ στὴν
Κιλικία, βρισκότανε κάμποσα μοναστήρια.
Μέσα σ΄αὐτά, ξεχώριζε τὸ μοναστήρι τοῦ
Ἁγίου Θεοδοσίου, ἀπάνου στὸ βουνὸ τὸ
λεγόμενο Σκόπελος.
Κοντὰ στὸ χωριὸ
Νικέρτα, ἤτανε τὸ μοναστήρι τοῦ ὁσίου
Ἀγαπητοῦ. Κοντὰ στὸ χωριὸ Ἰουγάτο,
στὴ Βορεινὴ Συρία, εἶχε χτισμένο
μοναστήρι ὁ ὅσιος Παῦλος.
Κοντὰ στὸ χωριὸ Ζεῦγμα
τοῦ Εὐφράτη ὑπῆρχε τὸ φημισμένο
κοινόβιο τοῦ ὁσίου Πουπλίου. Σιμὰ στὸ
ποτάμι τοῦ Τίγρη ἤτανε χτισμένο τὸ
μοναστήρι τοῦ Ντιλαΐτη.
Στὴ Φοινίκη ὑπήρχανε
πολλὰ μοναστήρια.
Γιὰ τὴν Τύρο καὶ γιά
τὴν Πτολεμαΐδα γράφει ὁ ἅγιος μάρτυρας
Ἀντωνίνος στὰ 570 μ. Χ. «Ἡ πολιτεία Τύρος
ἔχει ἄνδρες ἀντρειωμένους. Ἡ ζωὴ σ'
αὐτὸ τὸ μέρος εἶναι ἐλεεινὴ κ' ὑπάρχει
τέτοια παραλυσία, ποὺ δὲ μπορῶ νὰ τὴν
περιγρλαψω, καταγώγια γεμάτα ἁμαρτωλὲς
γυναῖκες, μεταξωτὰ κι' ἄλλα τέτοια.
Ἀπὸ κεῖ πήγαμε στὴ Πτολεμαΐδα, ποὺ
εἶναι πολιτεία ἠθική, καὶ βρήκαμε καλὰ
μοναστήρια».
Σὲ κάποιο μέρος λεγόμενο
Τελέδα ὑπῆρχε μοναστήρι χτισμένο ἀπὸ
τοὺς ἀββάδες Εὐσέβωνα κ' Ἀβίβιο, ποὺ
εἴτανε μαθητάδες τοῦ ἁγίου Εὐσεβίου.
Σήμερα τὰ ἐρείπια τὰ λένε Τὲλ Ἀντά.
Ἄλλα ξακουστὰ μοναστήρια
εἴτανε τοῦτα:
Τὸ μοναστήρι τοῦ ὁσίου
Μάρωνα, ἀπάνου στὴ δεξιὰ ὄχθη τοῦ
Ὀρόντη ποταμοῦ.
Τὸ μοναστήρι τοῦ ἁγίου
Ἀνίνα τοῦ θαυματουργοῦ, μέσα στὴν
ἔρημο, κοντὰ στὴ Νεοκαισάρεια τοῦ
Εὐφράτη, λεγόμενο ἀπὸ τοὺς ντόπιους
Μπὲτ μὰρ Ἀνίνα.
Ἡ μονὴ τοῦ Σαουήλ.
Ἡ μονὴ τοῦ ἁγίου
Ραββουλᾶ κοντὰ στὸ Λίβανο.
Πέντε μοναστήρια ἤτανε
στὴν Ἀμίδα, κι' ἀπ' αὐτὰ σημειώνουμε
τὸ μοναστήρι τῶν Ἐδεσηνῶν, καὶ τὸ
μοναστήρι τοῦ Σαμουήλ, κ' ἕνα ἄλλο
λεγόμενο Γκύλν, κι' ἄλλα πολλά.
Πολλὰ μοναστήρια εἴτανε
στὴν Κιλικία. Στὰ Ἀνάζαρβα ὑπῆρχε ἡ
Λαύρα τῶν Αἰγυπτίων.
Κοντὰ στὴ Σελεύκεια
ἀνθούσανε πολλὰ μοναστήρια, ἀπὸ τὰ
ὁποῖα γνωρίζουμε τὸ μοναστήρι τῆς
Θεοτόκου τῆς Ἐλεούσας, τὸ μοναστήρι
τῆς Ἁγίας Θέκλας, στὸ ὁποῖο καλογέρεψε
ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνός, καθὼς
καὶ τὸ μοναστήρι τοῦ ὁσίου Θεοδοσίου
τοῦ ἐν τῷ Σκοπέλῳ.
Φώτης Κόντογλου
Ἀπὸ τὸ βιβλίο «Ὁ
Μυστικὸς Κῆπος »
Ἐκδόσεις Ἀστήρ, 1944
Μεταφέρθηκε στὸ
δυαδίκτυο ἀπὸ NOCTOC
Διορθώσεις καί μεταφορά
στό Πολυτονικό: ΚΥΡΙΟΣ ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ
LORD JESUS CHRIST 3
noctoc-noctoc.blogspot.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου