Δείτε εδώ:Ὁ κίνδυνος τῆς αἵρεσης
ια) Υπήρχε άλλος τρόπος σωτηρίας;
Γιατί ήταν απαραίτητο να προσφερθεί η σωτηρία με την ενανθρώπιση του Θεού; Μήπως ο Θεός θα έπρεπε να σώσει τον άνθρωπο με άλλο τρόπο, πιο «προσιτό» στην ανθρώπινη διάνοια; (Πρβλ. Α' Τιμ. γ' 16).
«Ποίος είναι ο πλούτος της αγαθότητος; Ποίον είναι το μυστήριον το οποίον με περιβάλλει; Έλαβα την θείαν εικόνα και δεν την εφύλαξα. Παίρνει την σάρκα μου και διά να διατηρήσει την εικόνα, αλλά και διά να κάμει αθάνατον την σάρκα. Έρχεται εις δευτέραν συνάφειαν πολύ πιο παράδοξον από την πρώτη, καθόσον, τότε μεν έδωσε το καλύτερον, τώρα δε παίρνει το χειρότερον. Αυτό είναι ακόμη πιο ταιριαστόν εις τον Θεόν, αυτό είναι, δι’ όσους διαθέτουν κρίσιν, ακόμη πιο υψηλόν» (Γρηγ. Θεολ.).
Η σωτήρια αυτή αλήθεια είναι θεμελιωμένη στην αγία Γραφή.
ια) Υπήρχε άλλος τρόπος σωτηρίας;
Γιατί ήταν απαραίτητο να προσφερθεί η σωτηρία με την ενανθρώπιση του Θεού; Μήπως ο Θεός θα έπρεπε να σώσει τον άνθρωπο με άλλο τρόπο, πιο «προσιτό» στην ανθρώπινη διάνοια; (Πρβλ. Α' Τιμ. γ' 16).
Ο
ίδιος ο Λόγος του Θεού, που έχει δική του υπόσταση, δημιούργησε τα
πάντα από το μηδέν· δεν υπάρχει τίποτε, κανένα δημιούργημα, που να μη
δημιουργήθηκε από Αυτόν. Αυτός είναι η πηγή ολοκλήρου της δημιουργίας
(Ψαλμ. λβ' 6. Ιω. α' 3. Εφεσ. γ' 9. Κολ. α' 16. Αποκ. γ' 14. δ' 11).
Αυτός λοιπόν ήταν ο πλέον αρμόδιος «να ξανακτίσει τα πάντα και να πάθει
υπέρ πάντων και να μεσιτεύσει προς τον Πατέρα υπέρ όλων» (Μ. Αθαν.).
«Διότι
εκείνον όπου έπλασε με τας ιδικάς του αόρατους χείρας κατ' εικόνα και
ομοίωσίν αυτού, ηθέλησε να τον αναστήσει όπου εξέπεσεν, όχι διά μέσου
άλλου τινός, αλλά δι' εαυτού του, διά να τιμήσει και να δοξάσει
περισσότερο το γένος των ανθρώπων, με το να έγινεν άνθρωπος όμοιος με
ημάς κατά πάντα, πλην της αμαρτίας.
Ω
της ανεκλαλήτου αυτού φιλανθρωπίας και αγαθότητος, διότι όχι μόνον δεν
μας εκόλασεν αιωνίως οπού παρέβημεν την εντολήν του, αλλά και ό,τι λογής
εγενήκαμεν ημείς με την παράβασιν, τοιούτος εκατεδέχθη να γένει και
αυτός ήγουν άνθρωπος φθαρτός και θνητός, αυτός που είναι άφθαρτος και
αθάνατος, και εφάνη εις τους ανθρώπους με σάρκα τεθεωμένην και όχι με
μοναχήν την Θεότητα» (Συμεών ο Νέος Θεολ.).«Ποίος είναι ο πλούτος της αγαθότητος; Ποίον είναι το μυστήριον το οποίον με περιβάλλει; Έλαβα την θείαν εικόνα και δεν την εφύλαξα. Παίρνει την σάρκα μου και διά να διατηρήσει την εικόνα, αλλά και διά να κάμει αθάνατον την σάρκα. Έρχεται εις δευτέραν συνάφειαν πολύ πιο παράδοξον από την πρώτη, καθόσον, τότε μεν έδωσε το καλύτερον, τώρα δε παίρνει το χειρότερον. Αυτό είναι ακόμη πιο ταιριαστόν εις τον Θεόν, αυτό είναι, δι’ όσους διαθέτουν κρίσιν, ακόμη πιο υψηλόν» (Γρηγ. Θεολ.).
Η σωτήρια αυτή αλήθεια είναι θεμελιωμένη στην αγία Γραφή.
Ο
προφήτης Ησαΐας αναφωνεί: «Ιδού εγώ και τα παιδία, α μοι έδωκεν ο
Θεός» (Ησ. η' 18). Ο απόστολος Παύλος αναφέρει τον προφητικόν αυτό λόγο
στο πρόσωπο του Χριστού και σχολιάζει:
«Επειδή
λοιπόν τα παιδία έχουν αίμα και σάρκα, διά τούτο και αυτός κατά
παρόμοιο τρόπο "μετέσχε των αυτών", έγινε μέτοχος των ιδίων, διά να
καταργήσει διά του θανάτου εκείνον που έχει τη δύναμη του θανάτου,
δηλαδή το διάβολο και να ελευθερώσει εκείνους που από το φόβο του
θανάτου ήσαν υποδουλωμένοι ολόκληρη τη ζωή τους. Διότι βέβαια δεν
έρχεται να βοηθήσει αγγέλους, αλλά έρχεται να βοηθήσει απογόνους του
Αβραάμ. Διά τούτο έπρεπε "κατά πάντα τοις αδελφοίς ομοιωθήναι", να γίνει
καθ' όλα όμοιος με τους αδελφούς Του» (Εβρ. β' 13-17).
Ο
άνθρωπος σημαίνει για τον Θεό κάτι το πολύ αγαπητό" δεν «μπορούσε» να
τον σώσει μέσω «αντιπροσώπων». Μήπως κι εμείς δεν σπεύδουμε οι ίδιοι
προσωπικά σε βοήθεια πολύ αγαπημένου προσώπου; Ή μήπως ο Νυμφίος δεν
σπεύδει προσωπικά να συναντήσει τη νύμφη και να την παραλάβει ο ίδιος
προσωπικά στο σπίτι του; Αυτό υπογραμμίζει ο άγιος Ιωάννης ο
Χρυσόστομος:
«Όπως εις τους γάμους δεν πηγαίνει η νύμφη προς το νυμφίον, αλλά αυτός σπεύδει προς αυτήν, έστω και εάν είναι υιός βασιλέως, έστω και αν πρόκειται να μνηστευθεί κάποια ασήμαντη και περιφρονημένη ή κάποια υπηρέτρια, το ίδιο συμβαίνει και εδώ. Δεν ανέβη εις τον ου¬ρανό η ανθρώπινη φύση, αλλά ήλθε εκείνος εις την ευτελή και περιφρονημένη αυτή νύμφη. Όταν όμως έγιναν οι γάμοι, δεν την άφησε να μείνει εδώ, αλλ' αφού την παρέλαβε, την ανεβίβασε εις την οικία του Πατρός».
Με αυτή την έννοια δεν υπήρχε άλλος τρόπος σωτη¬ρίας για τον άνθρωπο, να επανέλθει δηλαδή η φύση του ανθρώπου στην ίδια κατάσταση της κοινωνίας με τον Τριαδικό Θεό, όπως πριν από την πτώση.
«Όπως εις τους γάμους δεν πηγαίνει η νύμφη προς το νυμφίον, αλλά αυτός σπεύδει προς αυτήν, έστω και εάν είναι υιός βασιλέως, έστω και αν πρόκειται να μνηστευθεί κάποια ασήμαντη και περιφρονημένη ή κάποια υπηρέτρια, το ίδιο συμβαίνει και εδώ. Δεν ανέβη εις τον ου¬ρανό η ανθρώπινη φύση, αλλά ήλθε εκείνος εις την ευτελή και περιφρονημένη αυτή νύμφη. Όταν όμως έγιναν οι γάμοι, δεν την άφησε να μείνει εδώ, αλλ' αφού την παρέλαβε, την ανεβίβασε εις την οικία του Πατρός».
Με αυτή την έννοια δεν υπήρχε άλλος τρόπος σωτη¬ρίας για τον άνθρωπο, να επανέλθει δηλαδή η φύση του ανθρώπου στην ίδια κατάσταση της κοινωνίας με τον Τριαδικό Θεό, όπως πριν από την πτώση.
«Και
δεν είναι κανένας άλλος τρόπος, ούτε καμμία άλλη δύναμις, ή σοφία, ή
κόπος, ή μόχθος, εις το να έλθει πάλιν η ανθρώπινη φύσι προς το ευ είναι
και να γένη καθώς εξαρχής εδημιουργήθη, αλλά ευρίσκεται εις μόνο το
χέρι του Θεού, όπου του έδωκε το είναι, το να του χαρίσει και το ευ
είναι, και με άλλον τρόπο δεν είναι δυνατόν να γένει» (Συμεών ο Νέος
Θεολ.).
Όλα αυτά αποτελούν μόνο ελάχιστα και αδύνατα «σημεία» προσέγγισης, στο μεγάλο μυστήριο της σωτηρίας του ανθρώπου. Γιατί το μυστήριο αυτό δεν προσεγγίζεται διανοητικά από τον άνθρωπο. Γίνεται αποδεκτό μόνο μέσα στην Εκκλησία. Άλλωστε γιατί έπρεπε ο Θεός να μας δώσει «λογικές εξηγήσεις» για τον τρόπο που διάλεξε να μας επαναφέρει κοντά Του; Στις διαπρο¬σωπικές σχέσεις αγάπης οι «λογικές εξηγήσεις».δεν έ¬χουν θέση και κανένας δεν απαιτεί τέτοιες «εξηγήσεις». Αν αρχίσει κανείς να καταπιάνεται μ' αυτές, εγκαταλεί¬πει την αγάπη και ασχολείται με τη «λογική». Αυτό εκ¬φράζεται άριστα στον ύμνο της Εκκλησίας μας:
Όλα αυτά αποτελούν μόνο ελάχιστα και αδύνατα «σημεία» προσέγγισης, στο μεγάλο μυστήριο της σωτηρίας του ανθρώπου. Γιατί το μυστήριο αυτό δεν προσεγγίζεται διανοητικά από τον άνθρωπο. Γίνεται αποδεκτό μόνο μέσα στην Εκκλησία. Άλλωστε γιατί έπρεπε ο Θεός να μας δώσει «λογικές εξηγήσεις» για τον τρόπο που διάλεξε να μας επαναφέρει κοντά Του; Στις διαπρο¬σωπικές σχέσεις αγάπης οι «λογικές εξηγήσεις».δεν έ¬χουν θέση και κανένας δεν απαιτεί τέτοιες «εξηγήσεις». Αν αρχίσει κανείς να καταπιάνεται μ' αυτές, εγκαταλεί¬πει την αγάπη και ασχολείται με τη «λογική». Αυτό εκ¬φράζεται άριστα στον ύμνο της Εκκλησίας μας:
«Ο αχώρητος παντί πώς εχωρήθη εν γαστρί;
ο εν κόλποις του Πατρός,
πώς εν αγκάλαις της μητρός;
Πάντως όπως Εκείνος ξέρει,
όπως ηθέλησε κι ευδόκησε.
Γιατί ενώ ήταν άσαρκος, σαρκώθηκε θεληματικά,
κι ο Ων έγινε για μας αυτό που δεν ήταν.
Χωρίς να ξεφύγει απ’ τη θεία φύση Του,
"μετέσχε του ημετέρου φυράματος"•
διπλούς εγεννήθης, Χριστέ,
"τον άνω κόσμον θέλων αναπληρώσαι"»
(Όρθρος Χριστουγέννων, πρβλ. Α' Τιμ. γ' 16).
Όπως λοιπόν Εκείνος ηθέλησε κι ευδόκησε, όπως Εκείνος ξέρει να εκφράζει την άπειρη αγάπη Του προς τον πεσμένο άνθρωπο· την αγάπη, που δεν ταπεινώνει, αλλά υψώνει τον αγαπώμενο, όπως κάνει ο Νυμφίος για την Νύμφη, όχι με τρόπο απρόσωπο, αλλά εντελώς προ-σωπικό, έστω και αν πρόκειται για την πιο άσημη και πε-ριφρονημένη. Γι' αυτό το λόγο ο Θεός επέλεξε αυτόν και όχι άλλον τρόπο σωτηρίας του ανθρώπου.
ο εν κόλποις του Πατρός,
πώς εν αγκάλαις της μητρός;
Πάντως όπως Εκείνος ξέρει,
όπως ηθέλησε κι ευδόκησε.
Γιατί ενώ ήταν άσαρκος, σαρκώθηκε θεληματικά,
κι ο Ων έγινε για μας αυτό που δεν ήταν.
Χωρίς να ξεφύγει απ’ τη θεία φύση Του,
"μετέσχε του ημετέρου φυράματος"•
διπλούς εγεννήθης, Χριστέ,
"τον άνω κόσμον θέλων αναπληρώσαι"»
(Όρθρος Χριστουγέννων, πρβλ. Α' Τιμ. γ' 16).
Όπως λοιπόν Εκείνος ηθέλησε κι ευδόκησε, όπως Εκείνος ξέρει να εκφράζει την άπειρη αγάπη Του προς τον πεσμένο άνθρωπο· την αγάπη, που δεν ταπεινώνει, αλλά υψώνει τον αγαπώμενο, όπως κάνει ο Νυμφίος για την Νύμφη, όχι με τρόπο απρόσωπο, αλλά εντελώς προ-σωπικό, έστω και αν πρόκειται για την πιο άσημη και πε-ριφρονημένη. Γι' αυτό το λόγο ο Θεός επέλεξε αυτόν και όχι άλλον τρόπο σωτηρίας του ανθρώπου.
Κλείνοντας
το κεφάλαιο αυτό παρατηρούμε πως η ανόρθωση του ανθρώπου δεν ήταν
αποτέλεσμα εξαναγκασμού, αλλά καρπός αγάπης από μέρους του Θεού και
αποτέλεσμα αποδοχής από μέρους του ανθρώπου. Η έξωση του ανθρώπου από
τον παράδεισο και η εχθρική στάση της λοιπής δημιουργίας, δεν απέβλεπαν
στην τιμωρία του ανθρώπου, αλλά στη διαπαιδαγώγηση και στην επαναφορά
του στην κοινωνία με τον Θεό.
Ο
Θεός, από την πρώτη στιγμή, ανήγγειλε τη θεία Του επέμβαση με την
ενσάρκωση του Υιού και Λόγου Του, που επρόκειτο να συντρίψει την κεφαλή
του όφεως. Αυτός θα αποτελούσε το νέο γενάρχη και θα έσωζε την ίδια την
ανθρώπινη φύση, που υφίστατο τις συνέπειες της αυτονομίας του
ανθρώπου.
Γι'
αυτή την έλευση έπρεπε συστηματικά να προετοι-μασθεί η ανθρωπότητα και
να αποδεχθεί και πάλι τη σωτήρια ενέργεια του Θεού. Η εκλογή του λαού
του Ισ-ραήλ, το κήρυγμα των προφητών, που ως κέντρο είχε το πρόσωπο και
το έργο του αναμενόμενου Σωτήρα συνετέ-λεσαν σ' αυτή την προετοιμασία
της ανθρωπότητας. Η σωτηρία αυτή δεν συνίσταται στην υπόδειξη κάποιου
δρόμου και στην τήρηση κάποιων εντολών, αλλά στο ίδιο το γεγονός της
πρόσληψης του ανθρώπου από τον Θεό, στην κοινωνία του ανθρώπου με τον
Θεό στο ένα πρόσωπο του Ιησού Χριστού.
Οποιαδήποτε
αυτόνομη προσπάθεια του κτιστού ανθρώπου δεν θα μπορούσε να τον
οδηγήσει στο άκτιστο, στην ελευθερία δηλαδή από τη δουλεία της φθοράς
και του θανάτου. Ο Άκτιστος Θεός, στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού, ξεπερνά
την οντολογική άβυσσο ανάμεσα στο κτιστό και στο άκτιστο, όχι για να
ζήσει τη ζωή του κτιστού, αλλά για να ανυψώσει τον κτιστό άνθρωπο στο
επίπεδο της Θείας ζωής, πέρα από τη φθορά και το θάνατο.
Η
κοινωνία όμως αυτή του θνητού ανθρώπου με τον αιώνιο και αθάνατο Θεό
δεν αποτελεί σύγχυση η συμφυρμό της ανθρώπινης φύσης στη φύση του Θεού,
γιατί είναι κοινωνία «κατ' ενέργειαν» και όχι «κατ' ουσίαν». Έτσι ο
Θεός σώζει τον άνθρωπο χωρίς να τον καταργεί και προσδίδει στον άνθρωπο
ανυπολόγιστη αξία.
Η
πίστη στη θεανθρωπότητα του Χριστού γίνεται μοναδική ελπίδα για τον
άνθρωπο που αναζητάει βαθύτε-ρο νόημα στη ζωή και πέραν του τάφου. Ο
Χριστός είναι πλέον ο νέος γενάρχης της ανθρωπότητας. Ο καθένας που θα
ενταχθεί στο άγιο Σώμα Του, στην Εκκλησία, γίνεται σύσσωμος με Αυτόν.
Αυτή η ένταξη στο άγιο Σώμα Του σημαίνει για τον άνθρωπο σωτηρία, γιατί
το «εν Χριστώ ζην» σημαίνει ταυτόχρονα για τον άνθρωπο μετοχή στη ζωή
του Τριαδικού Θεού, αφού το Σώμα του Ιησού Χριστού είναι το ίδιο το Σώμα
του Υιού και Λόγου του Θεού.
Το
Σώμα που προσέλαβε ο Χριστός είναι το δικό μας σώμα, το κτιστό,
ευρισκόμενο κάτω από τις συνέπειες στις οποίες η αποστασία είχε οδηγήσει
τον άνθρωπο. Με αυτόν τον τρόπο ο άνθρωπος, που διαφορετικά δεν
μπορούσε να προσεγγίσει τη Θεότητα, μέσω της σάρκας του Χριστού
προσελήφθη από τον Θεό Λόγο και οδηγήθηκε στη θέωση. Έτσι ο «αχώρητος
Θεός» γίνεται «χωρητός».
Η
σωτηρία του ανθρώπου δεν είναι κάποια νομική διαδικασία, ή πληρωμή
κάποιου «χρέους» («ζωήν αντί ζωής»!), αλλά κατάβαση ή καλύτερα
συγκατάβαση του Θεού στα μέτρα και στην αδυναμία του ανθρώπου. Ο Χριστός
με τη σάρκωση Του προσέλαβε τον άνθρωπο, οδήγησε τη σάρκα Του στο
θάνατο, με αποτέλεσμα να συντρίψει το θάνατο, που δεν μπόρεσε να
κρατήσει τον αρ-χηγό της ζωής και να ανοίξει ο δρόμος για την ανάσταση
και την αθανασία. Έτσι ο άνθρωπος οδηγήθηκε σε ανά-πλαση, με αποτέλεσμα
να γίνει «ένθεος άνθρωπος».
Ο
δρόμος που διάλεξε ο Θεός να σώσει τον άνθρωπο είναι ο δρόμος της
αγάπης και της τιμής στον αγαπώμενο άνθρωπο. Όχι μόνο ο ίδιος ο Θεός
φρόντισε αυτό το ζήτημα, αλλά και ο ίδιος ανεζήτησε τον αποστάτη
άνθρωπο και τον ανύψωσε από την κατάσταση της ατιμίας στην ύ-ψιστη τιμή,
του πρόσφερε δηλαδή την κοινωνία Του και την αγάπη Του χωρίς να
συνθλίψει και να «βιάσει» την προσωπικότητα του ανθρώπου.
Μένει
τώρα η προαίρεση του ανθρώπου. Ο καθένας μπορεί να κάνει και πάλι τη
δική του επιλογή. Οι πιστοί γνωρίζουν πως δεν υπάρχει άλλος δρόμος, ούτε
άλλος τρόπος σωτηρίας· ούτε ο ίδιος ο άνθρωπος μπορεί να σώσει τον
εαυτό του, ούτε άλλος άνθρωπος ή κτίσμα μπορεί να προσφέρει τη σωτηρία.
Γι' αυτό πιστεύουμε πως η αί¬ρεση, που αρνείται την Τριαδική αλήθεια,
αποτελεί κίνδυνο για τη σωτηρία του ανθρώπου. Αν ο Χριστός δεν είναι
κατ' ουσίαν Υιός του Θεού, αλλά κτίσμα, δεν είναι δυνατόν να σώσει
κανένα, γιατί η ένωση με κάποιο κτίσμα δεν οδηγεί στη σωτηρία. Ο
Χριστός είναι Σωτήρας, επειδή είναι ο ένσαρκος Λόγος του Θεού, ενωμένος
«ασυγχύτως, αδιαιρέτως και αχωρίστως» με τον άνθρωπο στο ένα και
μοναδικό Του πρόσωπο.
http://www.impantokratoros.gr/EE161225.el.aspx
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου