«Πιστεύω
εἰς ἕναν Θεόν…….
Αὐτά
νά πιστεύουμε, λοιπόν μέσα στή θρησκεία
λέγει ὅτι αὐτός εἶναι ὁ ἱδρυτής τῆς
ὀρθοδόξου πίστεως καί ὅτι ὅλες οἱ
ἄλλες θρησκεῖες δέν εἶναι ὅσο εἶναι
αὐτή ἡ θρησκεία. Μία θρησκεία μόνο
εἶναι, ἡ ὀρθόδοξος χριστιανική θρησκεία
καί τό πνεῦμα αὐτό τό ὀρθόδοξον εἶναι
τό ἀληθές. Τά ἄλλα πνεύματα εἶναι
πνεύματα πλάνης καί οἱ διδασκαλίες
εἶναι μπερδεμένες. Ἐδῶ, ὁ Θεός τῆς
ὀρθοδόξου πίστεως εἶναι Θεός, πού ἄν
τό ποῦμε καί «ἀγάπη» ὅπως τό λέει ἡ
Γραφή πάλι τό ἴδιο εἶναι. Ὁ Θεός λέγεται
ἀγάπη, κι’ ὅποιος ἔχει ἀγάπη εἶναι
τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός λοιπόν, πολλοί λένε,
δέν εἶναι ἀγάπη ὁ Θεός,.. ἔτσι εἶναι
ὁ Θεός.
Μά εἶναι ἀγάπη ὁ Θεός, ἀλλά ὁ Θεός δέν εἶναι μόνο ἀγάπη, εἶναι καί δικαιοσύνη, εἶναι καί δίκαιος. Δέν μπορεῖ ἕναν κλέφτη λωποδύτη, πού ζεῖ εἰς βάρος τῶν ἄλλων νά τὄνε θρέφει σέ μία κατάσταση, θά μοῦ πεῖς μά ἐφόσον εἶναι ἀγάπη, ὅμως ἐκεῖ εἶναι ἡ θρησκεία μας καί ἔτσι πρέπει νά εἶναι γιά νά ὁμολογήσουμε τίς ἰδιότητες τοῦ Θείου πώς εἶναι. Αὐτές εἶναι οἱ ἰδιότητες τοῦ Θείου, ἀλλά ὅμως δέν τό ξέρομε, ὁ Θεός μπορεῖ νά τούς βάλει ὅλους στόν Παράδεισο καί ὅλων τῶν θρησκειῶν νά τούς βάλει ὅλους, αὐτό ὅμως τά χαρτιά μας δέν τό γράφουνε ἀλλά οὔτε καί πρέπει ἐμεῖς νά τό πιστεύουμε, ἔστω ἄν ὁ Θεός ὅλους μπορεῖ νά τούς πάρει ὡς παιδιά Του. Μέ ἀκούεις; Ἔτσι πιστεύομε. Μά θά πεῖς γιατί νά μήν τό ποῦμε ὅτι ὅλοι εἴμαστε παιδιά Του; Ὄχι δέν μποροῦμε ἐμεῖς νά τό ποῦμε αὐτό, ἔτσι πρέπει νά τό ἔχομε μέσα μας. Ἄλλο τί θά κάνει ὁ Θεός εἰς τή Δευτέρα Παρουσία. Ἐμεῖς δέν θά τό βάλομε ἀπό τώρα γιά νά τά ἔχομε ὅλα ἴσωμα. Πρέπει νά τό ἔχομε ἔτσι μέσα μας. Ἔτσι ἔρχεται. Μά θά πεῖς εἶναι ἀνθρώπινο, ἔ ἔτσι τό καταλαβαίνομε, ἔτσι μᾶς τό δίνει ἡ Γραφή νά τό καταλαβαίνομε ἔτσι. Τό πῶς θά εἶναι ὁ Θεός, δέν μᾶς λέει πῶς θά εἶναι, δέν το…, κανένας δέν μπορεῖ νά καταλάβει πῶς εἶναι ὁ Θεός. Λοιπόν, ἐγώ ἔτσι πιστεύω τά πράγματα. Ἐάν μέ μπερδέψετε ἐσεῖς, τί θά κάνω ἐγώ; Αὐτοί εἶναι θρῆσκοι. Λοιπόν θά ρωτήσουνε ἀπό δῶ ἀπό κεῖ, θά ποῦνε τί εἶναι αὐτά τά παιδιά, νά καί γι’ αὐτό τό σκοπό, ἐπειδή ἐγώ εἶμαι γέροντας, εἶμαι, πρέπει νά εἶμαι εἰλικρινῆς, ἔχω τόσο κόσμο, δέν ξέρεις, ὅλοι, ὅλος ὁ κόσμος ἐδῶ στό τηλέφωνό μου νά ἔρθεις, ἀπ’ ὅλα τά βασίλεια τοῦ κόσμου τηλεφωνοῦν. Τή νύχτα, ὅτι ὥρα νἆναι, ἀπ’ ὅλα τά βασίλεια, ἀπ’ τή Νοτιοαφρική, Κέηπτάουν, Γιοχάνεσμπουρκ, ε, Ἀμερική, Καναδᾶ, ξέρω κι’ ἐγώ, ἀπ’ ὅλον τόν κόσμο. Καί ν’ ἀκουστεῖ ὅτι εἶμαι κι’ ἐγώ, ἔχω ἐλεύθερο πνεῦμα, καί παραδέχομαι ὅλες τίς θρησκεῖες; Ὄχι δέν παραδέχομαι, ὅποιος νά μοῦ πεῖ, κι’ ἕνας ἄγγελος νά ἔρθει νά μοῦ πεῖ, ὄχι θά τοῦ πῶ, λές ψέμματα, δέν εἶσαι πνεῦμα ἀγαθόν, εἶσαι πονηρόν πνεῦμα καί λές αὐτά. Ἔτσι θά τοῦ πῶ ἐγώ τοῦ ἀγγέλου, δέν θά τόν πιστέψω. Λάβετε τά μέτρα σας, θέλετε νά ἔχομε φιλία; Πρέπει ἔτσι νά φυλάγεστε ἐπειδή ἔρχεστε σέ μένα. Ἄν δέν ἐρχόσασταν μπορούσατε νά κάνατε ὅτι θέλετε. Δέν τό θέλω βέβαια νά προπαγανδίζετε στόν ἕναν καί στόν ἄλλονε καί νά λέτε «οἱ θρησκεῖες ὅλες εἶναι μία, δέν ἔχουνε, τοῦ Θεοῦ εἶναι. Σέ ὅποια θέλεις πηγαίνεις. Καί ὅποιο Θεό θέλεις προσκυνάεις» Δέν, δέν τά θέλω αὐτά ἐγώ, δέν μπορῶ, εἶναι ἔτσι τό πνεῦμα μου. Ἐγώ ἔχω κάνει στήν ἔρημο, ἔχω ἀγωνιστεῖ, ἔχω νηστεῖες, κακουχίες, ἀγρυπνίες, γυμνότητα, μέ παλιόρουχα μέ, καί ὅλα αὐτά γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί ζοῦσα μέσα σέ ἁγίους ἀνθρώπους, ἀλλά ὀρθοδόξους χριστιανούς, κατάλαβες; Δέν μπορῶ. Ἐγώ ἔχω καταλάβει τήν ὀρθοδοξία, ἔτσι εἶναι. Καί διάβολος ὑπάρχει καί ὅλα ὅπως τά γράφει ἡ Γραφή ὑπάρχουνε καί διάβολος καί κόλασις καί ὅλα. Ὅμως τί ὡραῖα πού τά τοποθετεῖ καί πῶς ἱκανοποιεῖται καί τό, αὐτό τό αἴσθημα τῆς δικαιοσύνης πού λέμε, «ἰδιότης τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ». Νά πεῖς ὅτι πιστεύομε στό διάβολο, λέμε ὅτι ὑπάρχει διάβολος, καί ὄντως ὑπάρχει, εἶναι τό ἀντίθετο πνεῦμα. Λοιπόν καί πιά εἶναι ἡ θρησκεία μας; Ἔρχεται, μέ ἀκοῦς; Ἔρχεται καί ὅταν διαβάσεις τή Γραφή, καί λέγει ὅτι, παιδιά μου προσέχτε πρέπει νά φροντίσομε νά προσκολληθοῦμε στό Χριστό καί νά γίνομε ἅγιοι καί νά μποῦμε μέσα στήν ἐκκλησία Του καί ὅλοι μέσα στήν ἐκκλησία Του νά γίνομε ἕνα σῶμα, ὅλοι δηλαδή οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί, καί ὅταν αὐτό κατορθώσομε, τότε γιά μᾶς πού κατορθώσαμε νά μποῦμε στήν Ἐκκλησία, δέν ὑπάρχει γιά μᾶς οὔτε θάνατος, οὔτε κόλασις, οὔτε διάβολος. Τό λέει μέσα τό Εὐαγγέλιο, τό ἔχει δεῖ; Δέν τό βρίσκουνε. Ὑπάρχει ἀλλά πρέπει νά ἔχεις τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ γιά νά τό καταλάβεις. Καί ἔρχεται λοιπόν καί σέ πηγαίνει, πιστεύεις ἀκριβῶς ὅπως εἶναι, ὅτι δέν ὑπάρχει θάνατος. Δέν σοῦ ἀρέσει αὐτή ἡ θρησκεία; Καταλαβαίνομε καί βλέπομε, ἀλλά λέμε εἶναι ἄπιστοι δέν πιστεύουνε στόν ἀληθινό Θεό, καταλάβατε; Ὁ ἄνθρωπος ἔχει φτιάξει πολλούς θεούς καί οἱ θεοί εἶναι πάρα πολλοί, ἀκόμη καί αὐτοί οἱ ἄσωτοι, οἱ ἄθεοι, αὐτοί πιστεύουνε στό Θεό, ὄχι στόν ἀληθινό, πιστεύουνε εἰς τή σάρκα, εἰς τά πάθη, εἰς τό αὐτό, στήν ὕλη. Ὅλοι κάτι, παρόλο πού λένε ὅτι δέν ὑπάρχει Θεός, ὅλοι ὅμως κάτι λατρεύουνε «ὅ τίς…… τοῦτε καί δεδούλωτε». Ἔχει νά πεῖ, σ’ αὐτό πού λατρεύει κανείς, σ’ αὐτό δουλεύει. Δηλαδή, εἶσαι πόρνος, εἶσαι ἄνθρωπος τῆς σαρκός, ἔ, δουλεύεις γιά τή σάρκα γιά τήν ὕλη, κατάλαβες; ἔ, εἶναι σύστημα ὁλόκληρο, πρέπει νά τό μελετήσεις καί μή μέ ἐπιπολαιότητα λές λόγια πού δέν εἶναι. Δέν μποροῦμε νά ποῦμε τί λέει ὁ ἕνας καί ὁ ἄλλος, δέν μποροῦμε, πρέπει νά δοῦμε ποῦ εἶναι ἡ ἀλήθεια καί ἀλήθεια εἶναι στήν ὀρθοδοξία. Ἐγώ τήν ἔχω ζήσει καί τήν ξέρω μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ. Κι’ ἔχω ζήσει μέσα σέ ἁγίους ἀνθρώπους, οἱ ὁποίοι πέφτουνε στό πνεῦμα αὐτό τῆς ἀληθείας. Ὑπάρχουνε πολλά φῶτα πού βλέπει κανείς καί ἐντυπωσιάζεται, μά ἕνα εἶναι τό φῶς τό ἀληθινό. Πρέπει νά τά σκεφθοῦμε αὐτά. Κι’ ἄν πεῖς μά πλανᾶσαι, μωρέ σέ τέτοια πλάνη μακάρι νά πάει ὅλος ὁ κόσμος καί νά φαντάζονται καί νά σκέφτονται τό Θεό, ὅπως τόν σκέφτομαι ἐγώ, ἄλλο πού δέν ἔχω γίνει ἀκόμα ὅπως πρέπει, ὅμως ἀγωνίζομαι καί θέλω. Λοιπόν, ἔτσι, γι’ αὐτό λάβετε τά μέτρα σας. Ὑπάρχει καί ἄλλο πνεῦμα πού λέγεται πονηρό, πού θά φροντίσει καί θά πεῖ, θά τόν κάνω αὐτόν τόν γέρο, θά τόν ἐξευτελίσω, ὄχι, ὅλος ὁ κόσμος τρέχουν ἐκεῖ πέρα καί γίνονται καλά καί μαθαίνουνε τοῦτο καί κεῖνο. Εἶναι, ὑπάρχει κακό πνεῦμα. Μπορεῖ αὐτό αὔριο νά καταργηθεῖ, θά καταργηθεῖ μία μέρα πού θά τελειώσουνε τά πάντα καί θά πᾶμε σέ μία νέα κτίση, ὅπως πιστεύει δηλαδή ἡ θρησκεία μας. Ἄμα θέλετε νά τά ποῦμε. Ὀλίγα, ὀλίγα νά τά μελετήσετε, νά τά σκεφτεῖτε καί θά δεῖτε ὅτι ἀξίζει νά λατρέψει κανείς τόν μόνον ἀληθινόν Θεόν τόν Κύριον ὑμῶν Ἰησοῦν Χριστόν. Δέν μπορεῖ καθένας νά λέγει, εἶμαι ἀπεσταλμένος τοῦ Θεοῦ, ἐγώ φέρνω μία νέα ἀλήθεια πού ταιριάζει σήμερα στόν κόσμο. Οἱ ἀλήθειες τοῦ Θεοῦ, ὅπως τίς ἔχει πεῖ ἀπό τήν ἀρχή, αὐτές εἶναι, δέν ὑπάρχουνε ἄλλες ἀλήθειες, νέες, ἐπειδή ὁ κόσμος προόδεψε καί ἡ ἐπιστήμη καί οἱ ἄνθρωποι πήγανε στά ἄστρα, κατάλαβες; Ἄν πάει κανείς στά ἄστρα κι’ἐκεῖ πάνω ὑπάρχουνε ἄνθρωποι καί τούς δοῦμε, δέν θά χαλάσει ἐμένα ἡ σκέψη μου. Θά πῶ, κι’ ἐκεῖ πάνω εἶναι ὁ Χριστός, κι’ ἐκεῖ εἶναι ὁ Θεός, ἔχει πάει καί ἐκεῖ. Ἔχεις ἀκούσει πού λέμε ὁ Βασιλεύς τῶν οὐρανῶν; Ὁ Βασιλεύς τῶν οὐρανῶν εἶναι τό Ἅγιο Πνεῦμα. Κι’ ἐμεῖς μέσα στήν ἐκκλησία μας ἔτσι ἀρχίζουμε τίς τελετές καί τίς θυσίες λέμε, πῶς τό λέμε «Βασιλεῦ οὐράνιε, Παράκλητε, τό Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁ Πανταχοῦ Παρών καί τά πάντα πληρῶν, ὁ θησαυρός τῶν ἀγαθῶν καί ζωῆς χορηγός, ἐλθέ καί σκήνωσον ἐν ἡμῖν καί καθάρισον ἡμᾶς ἀπό πάσης κηλῖδος ..» βρέ πᾶτε μές στήν ὀρθοδοξία ρέ παιδιά, καλά εἶστε, σᾶς ἀγαπάω. Θά πεῖς «γιατί μᾶς μαζεύεις ἀπό κεῖ;» Νά τὄφερε πάλι ἡ εὐχή Σάν νά σᾶς στέλνει ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ νά ἔρθετε κοντά μου. Ὅμως ἐσεῖς κλωτσᾶτε. Ὁ Σαημπάμπα, ὁ τάδε, ὁ τάδε, ὅλοι εἶναι καλοί καί ὁ Μωάμεθ καλός καί τοῦτος καλός καί κεῖνος καλός, κατάλαβες; Μά θά πεῖς, ἀντιμαχόμαστε, ποιός μάχεται βρέ; ἡ θρησκεία μας κανέναν δέν μάχεται. Δέν βλέπεις πού ἐμεῖς, πού τόσο πολύ ἔτσι, οὔτε πᾶμε νά ψηφίσουμε, οὔτε ἔχουμε κόμματα, προσευχόμαστε γιά ὅλους, γιατί νά μήν πλησιάσετε στήν ἐκκλησία; Δέν βλέπεις ἐκεῖ πέρα, πῆρε καί κάποια ἐκεῖ κυρία καί διάβασε τό ψαλτῆρι πού λέει, «πρόσθες αὐτοῖς κακά Κύριε, πρόσθες αὐτοῖς κακά τοῖς ἐνδόξοις τῆς γῆς», μοῦ λέει, τί εἶναι αὐτά, μπορεῖ νά τά πεῖ αὐτά ὁ Θεός; Τῆς λέω βρέ, αὐτό τό ψαλτῆρι ἔχει γραφτεῖ σέ ἄλλη γλώσσα καί ἡ νοοτροπία πού αὐτοί τή μετέφρασαν ἔτσι εἶναι, Θεέ μου κάντους ὅλους καλούς, διαπεδαγώγησέ τους, φέρ’ τους στό δρόμο Σου, μόνο τό Εὐαγγέλιο εἶναι τόσο καθαρό καί ὡραῖο, τά ἄλλα εἶναι ἔτσι δύσκολα, πρέπει νά ἔχεις πνεῦμα Θεοῦ νά τά ἐξηγήσεις. Τά πῆρε αὐτή, τά παίρνεις ἐσύ, σοῦ λέει κόλαση, διάολος, αὐτά ἄ πά πά! Τί λές πού θά πιστέψω ἐγώ στό διάβολο; Τί εἶναι αὐτά τά πράγματα, αὐτά εἶναι γελοῖα. Κι’ ὅμως ρωτᾶς ἐμένανε καί σοῦ λέω, ὑπάρχει διάβολος, μά θά πεῖς τώρα μᾶς εἶπες ὅτι δέν ὑπάρχει, μά πρέπει ἐμεῖς νά πᾶμε ἐκεῖ, σ’ αὐτό τό σημεῖο μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί θά καταργηθεῖ γιά μᾶς ὁ διάβολος, καί ὁ θάνατος καί ἡ κόλασις καί μποροῦμε νά ζοῦμε ἔπειτα μέσα εἰς τή χαρά τοῦ Θεοῦ καί ποτέ νά μή σκεπτόμαστε τό θάνατο. Καί νά ἔρθεις στό τέλος τῆς ζωῆς σου καί νά..εἶναι τό πόδι σου μέσα στό λάκκο κι’ ἐσύ μπορεῖς νά φυτεύεις συκιές, καρυδιές, κυπαρίσσια, νά φτιάνεις περβόλια γιά τούς συνανθρώπους σου, νά φτιάνεις ἐκκλησίες καί νά εἶναι τό ἕνα ποδάρι μές στό λάκκο, γιατί τά κάνεις αὐτά; Ἀπό τήν ἀγάπη. Πιστεύεις ὅτι δέν ὑπάρχει θάνατος καί θέλεις καί οἱ συνανθρώποι σου πού θά ἔρθουνε πάλι ἐδῶ νά βροῦνε κάτι, νά γίνουνε καλοί, νά μή γίνουνε κλέφτες, μήν κλέβει ὁ ἕνας τόν ἄλλον καί γι’ αὐτό φυτεύεις καί τά φροῦτα καί τά καρύδια καί τά σῦκα, γι’ αὐτό φτιάνεις καί ἐκκλησία καί ὅλα, ἀπό ἀγάπη. Δέν εἶναι νά πᾶς στόν Τοῦρκο νά τόνε σκοτώσεις γιατί εἶναι Τοῦρκος ἔ, ἐκεῖνο εἶναι ἀνθρώπινο τό φέρνει ἡ ἀνάγκη. Μά θά πεῖς, γιατί νά γίνεται πόλεμος; Ἄμα κάνομε αὐτό τά πρᾶγμα κι’ ἔχομε μία θρησκεία δέν θά μαλώνομε, δέν θά κάνομε πολέμους θά λείψουν ὅλα. Ἔ τί λές βρέ, μά ἔτσι δέν εἶναι. Τί νά τήν κάνεις αὐτή, ἐμεῖς ἐδῶ οἱ ἕλληνες ἔχομε μία θρησκεία, εἴμαστε χριστιανοί, ἄν ὑπάρχει ἀπό κανένας ξένος, εἶναι λίγοι. Ὅμως βλέπεις σήμερα πώς ἀλληλοτρωγόμαστε κι’ ἔχομε χίλια κόμματα κι’ ἀπό μᾶς τούς ἕλληνες τούς ὀρθοδόξους χριστιανούς γίνανε καί ἄθεοι καί ξέρω κι’ ἐγώ. Μόνο ἡ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ ἑνώνει καί ὅλοι πρέπει νά προσευχόμαστε νά ἔρθουνε σ’ αὐτή τή θρησκεία, ἔτσι θά γίνει ἡ ἕνωσις, ὄχι μέ τό νά πιστέψεις ὅτι ὅλοι εἴμαστε τό ἴδιο κι’ ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι τό ἴδιο, δέν εἶναι τό ἴδιο, ἡ ἀγάπη ἡ ἀληθινή, εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Μήν νομίζεις οἱ γονεῖς πού ἀγαποῦν τά παιδιά….. βρέ ἄς τούς κραδασμούς τοῦ Σάημπάμπα, βρέ ἄς τα αὐτά, αὐτά δέ εἶναι αὐτά ἔτσι, εἶναι διαφορετικά, ὅπως τά λέει ἐδῶ πέρα, αὐτή εἶναι ἡ ἀλήθεια, δέν εἶναι ἔτσι κόρη μου, λάβετε τά μέτρα σας καί μίλησε καί στά παιδιά. Δέν ξέρω πρέπει νά γίνομε χριστιανοί, ἄς τὄνε τόν Μπάμπα, μπορεῖ κι’ αὐτόνε νά τόν φωτίσει ὁ Θεός νά γίνει χριστιανός καί τότε νά πάρει τό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ νά κηρύξει τό χριστιανισμό, ξέρεις πόσοι τήν ἔχουνε πάθει ἔτσι; Ἄμα εἶναι πνεῦμα ἀγαθόν ὁ Θεός θά, θά ὅλα, εἶναι ὁ Πανταχοῦ Παρών, εἶναι ὁ Νοῦς ὁ Ὑπέρτατος πού τά πάντα γνωρίζει,…δέν μιλάει ὁ Θεός γνωρίζει καί κανονίζει ἀλλά δέ φαίνεται διότι ὅταν ἐμφαζίζεται κοιτάζει νά σώσει τό ἕναν καί τόν ἄλλονε τότε ὁ ἴδιος φεύγει ἀπ’ τό δρόμο πού ἔχει χαράξει. Τό χάραγμα εἶναι αὐτό, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐλεύθερος νά διαλέξει τό ἕνα ἤ τό ἄλλο. Ἐν τῇ ἐλευθερίᾳ του, καί αὐτή τήν ἐλευθέρα βούληση εἶναι πού ὁ Θεός σέβεται. Σέβεται τόν ἄνθρωπο δέν μπορεῖ νά τοῦ πεῖ ἔ ε πού πᾶς ἔλα δῶ. Καί σύ θά πεῖς ὅτι ἕνας πού κάνει ἕνα φόνο καί βασανίζει ἕναν ἄλλον εἶναι τοῦ Θεοῦ ἄνθρωπος; Μπορεῖ νά εἶναι τοῦ Θεοῦ ἄνθρωπος, ἀλλά τό πνεῦμα πού τόν κατέχει καί κάνει αὐτό τό κακό εἶναι τοῦ διαβόλου. Δέν εἶναι τό ἀγαθό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Ἐλάτε ἐδῶ νά τά ποῦμε, ἐγώ εἶμαι ἀγράμματος, τί νομίζετε δέν ἔχω πάει σέ σχολεῖα, ἔχω μεγαλώσει μέσα στήν ἔρημο κι’ ἔχω κάνει ὑπακοή σέ δύο γέροντες σεβαστούς, δέν μπορῶ νά μιλήσω, εἶμαι γέρος 90 χρονῶν καί κουράζομαι. Καμμιά φορά ὅταν ξυπνήσω, νά τώρα, ἔχω ξυπνήσει ἀπό κάποιο ὕπνο, ἐπειδή εἴμουν ἄγρυπνος τή νύχτα καί ἔχω λίγο κουράγιο καί μιλάω. Διάβασε βρέ τό Εὐαγγέλιο, διάβασ’ το πολλές φορές, ὄχι νά πεῖς τό διάβασα, τό Εὐαγγέλιο ἔχει θησαυρούς καί λύει ὅλα τά προβλήματα, εἶναι φιλοσοφία, ὄντως φιλοσοφία, εἶναι φιλοσοφία ἐξ’ ἀποκαλύψεως φιλοσομία, εἶναι ἡ Ἀνωτάτη Φιλοσοφία. Ἄσε ὁ κόσμος τώρα πολύ προσπαθεῖ ν’ ἀνοιχτεῖ πρός τήν ὕλη, νά περιφρονήσει τό πνεῦμα, νά περιφρονήσει τίς ἀξίες. Ὅλες αὐτές τίς ἀξίες, σιγά σιγά μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ τίς ἔφτιαξε ὁ ἄνθρωπος. Τήν οἰκογένεια, ὄχι τίς ἔφτιαξε ὁ ἄνθρωπος μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Τήν οἰκογένεια καί ὅλα αὐτά τά καλά καί ὡραῖα. Ἄμα τά περιφρονήσομε ἡ γῆ, ἐδῶ, ἡ ζωή μας γίνεται χάος, γίνεται κόλασις, μέ νάρκωτικά, μέ αὐτό, πασχίζει ὁ ἄνθρωπος, νά κοιτάζει τήν ἡδονή, θέλει νά ἱκανοποιεῖται ἔτσι. Δέν βλέπεις τά παιδιά πού αὐτοκτονοῦν, πού τρελαίνονται, δέν πᾶς στά ψυχιατρεῖα νά δεῖς παιδάκια 15, 16, 20 χρονῶν 25, 30 πού βασανίζονται; Θά μοῦ πεῖς, νά, γιατί δέν τά βλέπει αὐτά ὁ Θεός; Μά αὐτά εἶναι, τά βλέπει ὁ Θεός ἀλλά αὐτός δέν μπορεῖ νά ἐπέμβει, μπορεῖ ὅμως μέ τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ, νά ἔρθει, ὥστε οἱ ἄνθρωποι νά ἀποκτήσουν μία ἐπίγνωση, νά ἰδοῦνε τό χάος ὁλόφωτο μπροστά, ὁλοζώντανο μπροστά τους, νά ποῦνε ἔεε πέφτομε στό χάος, χανόμαστε, ὅλοι πίσω, ὄλοι πίσω, γυρίστε πίσω, πλανεφτήκαμε καί νά ἔρθουνε πάλι στό δρόμο τοῦ Θεοῦ καί να λάμψει ἡ ὀρθόδοξος πίστις. Αὐτό ἐμεῖς ἐπιδιώκομε καί ἔτσι θέλομε τά πράγματα σιγά-σιγά νά γίνουνε μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός ἐργάζεται μυστικά. Δέν θέλει νά ἐπηρρεάσει τοῦ ἀνθρώπου τήν ἐλευθερία. Τά φέρνει ἔτσι καί σιγά, σιγά, σιγά πάει ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖ πού πρέπει. Νά αὐτά εἶναι τῆς στιγμῆς πράγματα πού σοῦ λέω. Ναι, ἀλλά πρέπει νά, μπορεῖ νά, καί μένα νά μοῦ δώσει τή δύναμη ὁ Θεός νά σᾶς τά πῶ καμμιά φορά. Δέν γίνεται τίποτα μέ κεῖνα, κεῖνα ἔχουνε ταχυδακτυλουργίες καί τά τοιαῦτα. Κι’ αὐτές οἱ ὑλοποιήσεις καί ὅλα. Μές στή θρησκεῖα μας ἐμεῖς τά ἔχουμε ὅλα, κατάλαβες; Καί ὑλοποιήσεις καί ὅλα μές στούς Ἁγίους μας, ἀλλά οἱ ὑλοποιήσεις εἶναι δυό εἰδῶν, εἶναι ἡ κακιά καί ἡ καλή, κατάλαβες; Μπορεῖ ἕνας νά κάνει προσευχή πού οἱ ἄλλοι δέν ἔχουνε λάδι καί βασανίζονται γιατί τούς ἔχει λείψει τό λάδι, νά ν’ ἀνοίξει τά χέρια του καί νά γεμίσουν τά κιούπια μέ λάδι. Ἔ, μπορεῖ καί ἕνας γκουρού νά κάνει κάτι ἄλλο, μιά ἄλλη ὑλοποίηση, ἀλλά δέν εἶναι ἡ ἴδια, δέν εἶναι τοῦ ἀγαθοῦ πνεύματος. Γιατί ὅπως εἴπαμε ὑπάρχει καί τό κακό. Καί τό κακό ἔχει τή δύναμη νά δώσει στόν ἄνθρωπο πού τό πιστεύει τό κακό, πού ζεῖ τό κακό, ἔχει τή δύναμη νά τοῦ δώσει νά τό κάνει. Γι’ αὐτό ὑπάρχουν καί διάφοροι μάγοι, γκουροῦδες, φακίρηδες καί ξέρω κι’ ἐγώ. Εἶναι τοῦ κακοῦ πνεύματος. Πάρε μελέτησε, ἐνῶ λέει, ὅτι ὅλα ἴσωμα εἶναι, ὅλα τό ἴδιο εἶναι, ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη, γιά διάβασε τό Εὐαγγέλιο, μάθε το καλά καί ὅπου ἔχεις ἀπορίες, ἔλα νά στό πῶ ἐγώ ὁ ἀγράμματος, ὁ ταπεινός. Δέν λέω ἐγώ ὅτι εἶμαι χριστιανός, δέν λέω ὅτι εἶμαι ὀρθόδοξος, ἐπιθυμῶ, θέλω, ἀγωνίζομαι, προσπαθῶ μά δέν ἔχω γίνει χριστιανός ὀρθόδοξος. Ἔτσι εἶναι, τό αἴσθημά μου κι’ εἶναι ἀληθινό.
Μά εἶναι ἀγάπη ὁ Θεός, ἀλλά ὁ Θεός δέν εἶναι μόνο ἀγάπη, εἶναι καί δικαιοσύνη, εἶναι καί δίκαιος. Δέν μπορεῖ ἕναν κλέφτη λωποδύτη, πού ζεῖ εἰς βάρος τῶν ἄλλων νά τὄνε θρέφει σέ μία κατάσταση, θά μοῦ πεῖς μά ἐφόσον εἶναι ἀγάπη, ὅμως ἐκεῖ εἶναι ἡ θρησκεία μας καί ἔτσι πρέπει νά εἶναι γιά νά ὁμολογήσουμε τίς ἰδιότητες τοῦ Θείου πώς εἶναι. Αὐτές εἶναι οἱ ἰδιότητες τοῦ Θείου, ἀλλά ὅμως δέν τό ξέρομε, ὁ Θεός μπορεῖ νά τούς βάλει ὅλους στόν Παράδεισο καί ὅλων τῶν θρησκειῶν νά τούς βάλει ὅλους, αὐτό ὅμως τά χαρτιά μας δέν τό γράφουνε ἀλλά οὔτε καί πρέπει ἐμεῖς νά τό πιστεύουμε, ἔστω ἄν ὁ Θεός ὅλους μπορεῖ νά τούς πάρει ὡς παιδιά Του. Μέ ἀκούεις; Ἔτσι πιστεύομε. Μά θά πεῖς γιατί νά μήν τό ποῦμε ὅτι ὅλοι εἴμαστε παιδιά Του; Ὄχι δέν μποροῦμε ἐμεῖς νά τό ποῦμε αὐτό, ἔτσι πρέπει νά τό ἔχομε μέσα μας. Ἄλλο τί θά κάνει ὁ Θεός εἰς τή Δευτέρα Παρουσία. Ἐμεῖς δέν θά τό βάλομε ἀπό τώρα γιά νά τά ἔχομε ὅλα ἴσωμα. Πρέπει νά τό ἔχομε ἔτσι μέσα μας. Ἔτσι ἔρχεται. Μά θά πεῖς εἶναι ἀνθρώπινο, ἔ ἔτσι τό καταλαβαίνομε, ἔτσι μᾶς τό δίνει ἡ Γραφή νά τό καταλαβαίνομε ἔτσι. Τό πῶς θά εἶναι ὁ Θεός, δέν μᾶς λέει πῶς θά εἶναι, δέν το…, κανένας δέν μπορεῖ νά καταλάβει πῶς εἶναι ὁ Θεός. Λοιπόν, ἐγώ ἔτσι πιστεύω τά πράγματα. Ἐάν μέ μπερδέψετε ἐσεῖς, τί θά κάνω ἐγώ; Αὐτοί εἶναι θρῆσκοι. Λοιπόν θά ρωτήσουνε ἀπό δῶ ἀπό κεῖ, θά ποῦνε τί εἶναι αὐτά τά παιδιά, νά καί γι’ αὐτό τό σκοπό, ἐπειδή ἐγώ εἶμαι γέροντας, εἶμαι, πρέπει νά εἶμαι εἰλικρινῆς, ἔχω τόσο κόσμο, δέν ξέρεις, ὅλοι, ὅλος ὁ κόσμος ἐδῶ στό τηλέφωνό μου νά ἔρθεις, ἀπ’ ὅλα τά βασίλεια τοῦ κόσμου τηλεφωνοῦν. Τή νύχτα, ὅτι ὥρα νἆναι, ἀπ’ ὅλα τά βασίλεια, ἀπ’ τή Νοτιοαφρική, Κέηπτάουν, Γιοχάνεσμπουρκ, ε, Ἀμερική, Καναδᾶ, ξέρω κι’ ἐγώ, ἀπ’ ὅλον τόν κόσμο. Καί ν’ ἀκουστεῖ ὅτι εἶμαι κι’ ἐγώ, ἔχω ἐλεύθερο πνεῦμα, καί παραδέχομαι ὅλες τίς θρησκεῖες; Ὄχι δέν παραδέχομαι, ὅποιος νά μοῦ πεῖ, κι’ ἕνας ἄγγελος νά ἔρθει νά μοῦ πεῖ, ὄχι θά τοῦ πῶ, λές ψέμματα, δέν εἶσαι πνεῦμα ἀγαθόν, εἶσαι πονηρόν πνεῦμα καί λές αὐτά. Ἔτσι θά τοῦ πῶ ἐγώ τοῦ ἀγγέλου, δέν θά τόν πιστέψω. Λάβετε τά μέτρα σας, θέλετε νά ἔχομε φιλία; Πρέπει ἔτσι νά φυλάγεστε ἐπειδή ἔρχεστε σέ μένα. Ἄν δέν ἐρχόσασταν μπορούσατε νά κάνατε ὅτι θέλετε. Δέν τό θέλω βέβαια νά προπαγανδίζετε στόν ἕναν καί στόν ἄλλονε καί νά λέτε «οἱ θρησκεῖες ὅλες εἶναι μία, δέν ἔχουνε, τοῦ Θεοῦ εἶναι. Σέ ὅποια θέλεις πηγαίνεις. Καί ὅποιο Θεό θέλεις προσκυνάεις» Δέν, δέν τά θέλω αὐτά ἐγώ, δέν μπορῶ, εἶναι ἔτσι τό πνεῦμα μου. Ἐγώ ἔχω κάνει στήν ἔρημο, ἔχω ἀγωνιστεῖ, ἔχω νηστεῖες, κακουχίες, ἀγρυπνίες, γυμνότητα, μέ παλιόρουχα μέ, καί ὅλα αὐτά γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί ζοῦσα μέσα σέ ἁγίους ἀνθρώπους, ἀλλά ὀρθοδόξους χριστιανούς, κατάλαβες; Δέν μπορῶ. Ἐγώ ἔχω καταλάβει τήν ὀρθοδοξία, ἔτσι εἶναι. Καί διάβολος ὑπάρχει καί ὅλα ὅπως τά γράφει ἡ Γραφή ὑπάρχουνε καί διάβολος καί κόλασις καί ὅλα. Ὅμως τί ὡραῖα πού τά τοποθετεῖ καί πῶς ἱκανοποιεῖται καί τό, αὐτό τό αἴσθημα τῆς δικαιοσύνης πού λέμε, «ἰδιότης τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ». Νά πεῖς ὅτι πιστεύομε στό διάβολο, λέμε ὅτι ὑπάρχει διάβολος, καί ὄντως ὑπάρχει, εἶναι τό ἀντίθετο πνεῦμα. Λοιπόν καί πιά εἶναι ἡ θρησκεία μας; Ἔρχεται, μέ ἀκοῦς; Ἔρχεται καί ὅταν διαβάσεις τή Γραφή, καί λέγει ὅτι, παιδιά μου προσέχτε πρέπει νά φροντίσομε νά προσκολληθοῦμε στό Χριστό καί νά γίνομε ἅγιοι καί νά μποῦμε μέσα στήν ἐκκλησία Του καί ὅλοι μέσα στήν ἐκκλησία Του νά γίνομε ἕνα σῶμα, ὅλοι δηλαδή οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί, καί ὅταν αὐτό κατορθώσομε, τότε γιά μᾶς πού κατορθώσαμε νά μποῦμε στήν Ἐκκλησία, δέν ὑπάρχει γιά μᾶς οὔτε θάνατος, οὔτε κόλασις, οὔτε διάβολος. Τό λέει μέσα τό Εὐαγγέλιο, τό ἔχει δεῖ; Δέν τό βρίσκουνε. Ὑπάρχει ἀλλά πρέπει νά ἔχεις τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ γιά νά τό καταλάβεις. Καί ἔρχεται λοιπόν καί σέ πηγαίνει, πιστεύεις ἀκριβῶς ὅπως εἶναι, ὅτι δέν ὑπάρχει θάνατος. Δέν σοῦ ἀρέσει αὐτή ἡ θρησκεία; Καταλαβαίνομε καί βλέπομε, ἀλλά λέμε εἶναι ἄπιστοι δέν πιστεύουνε στόν ἀληθινό Θεό, καταλάβατε; Ὁ ἄνθρωπος ἔχει φτιάξει πολλούς θεούς καί οἱ θεοί εἶναι πάρα πολλοί, ἀκόμη καί αὐτοί οἱ ἄσωτοι, οἱ ἄθεοι, αὐτοί πιστεύουνε στό Θεό, ὄχι στόν ἀληθινό, πιστεύουνε εἰς τή σάρκα, εἰς τά πάθη, εἰς τό αὐτό, στήν ὕλη. Ὅλοι κάτι, παρόλο πού λένε ὅτι δέν ὑπάρχει Θεός, ὅλοι ὅμως κάτι λατρεύουνε «ὅ τίς…… τοῦτε καί δεδούλωτε». Ἔχει νά πεῖ, σ’ αὐτό πού λατρεύει κανείς, σ’ αὐτό δουλεύει. Δηλαδή, εἶσαι πόρνος, εἶσαι ἄνθρωπος τῆς σαρκός, ἔ, δουλεύεις γιά τή σάρκα γιά τήν ὕλη, κατάλαβες; ἔ, εἶναι σύστημα ὁλόκληρο, πρέπει νά τό μελετήσεις καί μή μέ ἐπιπολαιότητα λές λόγια πού δέν εἶναι. Δέν μποροῦμε νά ποῦμε τί λέει ὁ ἕνας καί ὁ ἄλλος, δέν μποροῦμε, πρέπει νά δοῦμε ποῦ εἶναι ἡ ἀλήθεια καί ἀλήθεια εἶναι στήν ὀρθοδοξία. Ἐγώ τήν ἔχω ζήσει καί τήν ξέρω μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ. Κι’ ἔχω ζήσει μέσα σέ ἁγίους ἀνθρώπους, οἱ ὁποίοι πέφτουνε στό πνεῦμα αὐτό τῆς ἀληθείας. Ὑπάρχουνε πολλά φῶτα πού βλέπει κανείς καί ἐντυπωσιάζεται, μά ἕνα εἶναι τό φῶς τό ἀληθινό. Πρέπει νά τά σκεφθοῦμε αὐτά. Κι’ ἄν πεῖς μά πλανᾶσαι, μωρέ σέ τέτοια πλάνη μακάρι νά πάει ὅλος ὁ κόσμος καί νά φαντάζονται καί νά σκέφτονται τό Θεό, ὅπως τόν σκέφτομαι ἐγώ, ἄλλο πού δέν ἔχω γίνει ἀκόμα ὅπως πρέπει, ὅμως ἀγωνίζομαι καί θέλω. Λοιπόν, ἔτσι, γι’ αὐτό λάβετε τά μέτρα σας. Ὑπάρχει καί ἄλλο πνεῦμα πού λέγεται πονηρό, πού θά φροντίσει καί θά πεῖ, θά τόν κάνω αὐτόν τόν γέρο, θά τόν ἐξευτελίσω, ὄχι, ὅλος ὁ κόσμος τρέχουν ἐκεῖ πέρα καί γίνονται καλά καί μαθαίνουνε τοῦτο καί κεῖνο. Εἶναι, ὑπάρχει κακό πνεῦμα. Μπορεῖ αὐτό αὔριο νά καταργηθεῖ, θά καταργηθεῖ μία μέρα πού θά τελειώσουνε τά πάντα καί θά πᾶμε σέ μία νέα κτίση, ὅπως πιστεύει δηλαδή ἡ θρησκεία μας. Ἄμα θέλετε νά τά ποῦμε. Ὀλίγα, ὀλίγα νά τά μελετήσετε, νά τά σκεφτεῖτε καί θά δεῖτε ὅτι ἀξίζει νά λατρέψει κανείς τόν μόνον ἀληθινόν Θεόν τόν Κύριον ὑμῶν Ἰησοῦν Χριστόν. Δέν μπορεῖ καθένας νά λέγει, εἶμαι ἀπεσταλμένος τοῦ Θεοῦ, ἐγώ φέρνω μία νέα ἀλήθεια πού ταιριάζει σήμερα στόν κόσμο. Οἱ ἀλήθειες τοῦ Θεοῦ, ὅπως τίς ἔχει πεῖ ἀπό τήν ἀρχή, αὐτές εἶναι, δέν ὑπάρχουνε ἄλλες ἀλήθειες, νέες, ἐπειδή ὁ κόσμος προόδεψε καί ἡ ἐπιστήμη καί οἱ ἄνθρωποι πήγανε στά ἄστρα, κατάλαβες; Ἄν πάει κανείς στά ἄστρα κι’ἐκεῖ πάνω ὑπάρχουνε ἄνθρωποι καί τούς δοῦμε, δέν θά χαλάσει ἐμένα ἡ σκέψη μου. Θά πῶ, κι’ ἐκεῖ πάνω εἶναι ὁ Χριστός, κι’ ἐκεῖ εἶναι ὁ Θεός, ἔχει πάει καί ἐκεῖ. Ἔχεις ἀκούσει πού λέμε ὁ Βασιλεύς τῶν οὐρανῶν; Ὁ Βασιλεύς τῶν οὐρανῶν εἶναι τό Ἅγιο Πνεῦμα. Κι’ ἐμεῖς μέσα στήν ἐκκλησία μας ἔτσι ἀρχίζουμε τίς τελετές καί τίς θυσίες λέμε, πῶς τό λέμε «Βασιλεῦ οὐράνιε, Παράκλητε, τό Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁ Πανταχοῦ Παρών καί τά πάντα πληρῶν, ὁ θησαυρός τῶν ἀγαθῶν καί ζωῆς χορηγός, ἐλθέ καί σκήνωσον ἐν ἡμῖν καί καθάρισον ἡμᾶς ἀπό πάσης κηλῖδος ..» βρέ πᾶτε μές στήν ὀρθοδοξία ρέ παιδιά, καλά εἶστε, σᾶς ἀγαπάω. Θά πεῖς «γιατί μᾶς μαζεύεις ἀπό κεῖ;» Νά τὄφερε πάλι ἡ εὐχή Σάν νά σᾶς στέλνει ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ νά ἔρθετε κοντά μου. Ὅμως ἐσεῖς κλωτσᾶτε. Ὁ Σαημπάμπα, ὁ τάδε, ὁ τάδε, ὅλοι εἶναι καλοί καί ὁ Μωάμεθ καλός καί τοῦτος καλός καί κεῖνος καλός, κατάλαβες; Μά θά πεῖς, ἀντιμαχόμαστε, ποιός μάχεται βρέ; ἡ θρησκεία μας κανέναν δέν μάχεται. Δέν βλέπεις πού ἐμεῖς, πού τόσο πολύ ἔτσι, οὔτε πᾶμε νά ψηφίσουμε, οὔτε ἔχουμε κόμματα, προσευχόμαστε γιά ὅλους, γιατί νά μήν πλησιάσετε στήν ἐκκλησία; Δέν βλέπεις ἐκεῖ πέρα, πῆρε καί κάποια ἐκεῖ κυρία καί διάβασε τό ψαλτῆρι πού λέει, «πρόσθες αὐτοῖς κακά Κύριε, πρόσθες αὐτοῖς κακά τοῖς ἐνδόξοις τῆς γῆς», μοῦ λέει, τί εἶναι αὐτά, μπορεῖ νά τά πεῖ αὐτά ὁ Θεός; Τῆς λέω βρέ, αὐτό τό ψαλτῆρι ἔχει γραφτεῖ σέ ἄλλη γλώσσα καί ἡ νοοτροπία πού αὐτοί τή μετέφρασαν ἔτσι εἶναι, Θεέ μου κάντους ὅλους καλούς, διαπεδαγώγησέ τους, φέρ’ τους στό δρόμο Σου, μόνο τό Εὐαγγέλιο εἶναι τόσο καθαρό καί ὡραῖο, τά ἄλλα εἶναι ἔτσι δύσκολα, πρέπει νά ἔχεις πνεῦμα Θεοῦ νά τά ἐξηγήσεις. Τά πῆρε αὐτή, τά παίρνεις ἐσύ, σοῦ λέει κόλαση, διάολος, αὐτά ἄ πά πά! Τί λές πού θά πιστέψω ἐγώ στό διάβολο; Τί εἶναι αὐτά τά πράγματα, αὐτά εἶναι γελοῖα. Κι’ ὅμως ρωτᾶς ἐμένανε καί σοῦ λέω, ὑπάρχει διάβολος, μά θά πεῖς τώρα μᾶς εἶπες ὅτι δέν ὑπάρχει, μά πρέπει ἐμεῖς νά πᾶμε ἐκεῖ, σ’ αὐτό τό σημεῖο μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί θά καταργηθεῖ γιά μᾶς ὁ διάβολος, καί ὁ θάνατος καί ἡ κόλασις καί μποροῦμε νά ζοῦμε ἔπειτα μέσα εἰς τή χαρά τοῦ Θεοῦ καί ποτέ νά μή σκεπτόμαστε τό θάνατο. Καί νά ἔρθεις στό τέλος τῆς ζωῆς σου καί νά..εἶναι τό πόδι σου μέσα στό λάκκο κι’ ἐσύ μπορεῖς νά φυτεύεις συκιές, καρυδιές, κυπαρίσσια, νά φτιάνεις περβόλια γιά τούς συνανθρώπους σου, νά φτιάνεις ἐκκλησίες καί νά εἶναι τό ἕνα ποδάρι μές στό λάκκο, γιατί τά κάνεις αὐτά; Ἀπό τήν ἀγάπη. Πιστεύεις ὅτι δέν ὑπάρχει θάνατος καί θέλεις καί οἱ συνανθρώποι σου πού θά ἔρθουνε πάλι ἐδῶ νά βροῦνε κάτι, νά γίνουνε καλοί, νά μή γίνουνε κλέφτες, μήν κλέβει ὁ ἕνας τόν ἄλλον καί γι’ αὐτό φυτεύεις καί τά φροῦτα καί τά καρύδια καί τά σῦκα, γι’ αὐτό φτιάνεις καί ἐκκλησία καί ὅλα, ἀπό ἀγάπη. Δέν εἶναι νά πᾶς στόν Τοῦρκο νά τόνε σκοτώσεις γιατί εἶναι Τοῦρκος ἔ, ἐκεῖνο εἶναι ἀνθρώπινο τό φέρνει ἡ ἀνάγκη. Μά θά πεῖς, γιατί νά γίνεται πόλεμος; Ἄμα κάνομε αὐτό τά πρᾶγμα κι’ ἔχομε μία θρησκεία δέν θά μαλώνομε, δέν θά κάνομε πολέμους θά λείψουν ὅλα. Ἔ τί λές βρέ, μά ἔτσι δέν εἶναι. Τί νά τήν κάνεις αὐτή, ἐμεῖς ἐδῶ οἱ ἕλληνες ἔχομε μία θρησκεία, εἴμαστε χριστιανοί, ἄν ὑπάρχει ἀπό κανένας ξένος, εἶναι λίγοι. Ὅμως βλέπεις σήμερα πώς ἀλληλοτρωγόμαστε κι’ ἔχομε χίλια κόμματα κι’ ἀπό μᾶς τούς ἕλληνες τούς ὀρθοδόξους χριστιανούς γίνανε καί ἄθεοι καί ξέρω κι’ ἐγώ. Μόνο ἡ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ ἑνώνει καί ὅλοι πρέπει νά προσευχόμαστε νά ἔρθουνε σ’ αὐτή τή θρησκεία, ἔτσι θά γίνει ἡ ἕνωσις, ὄχι μέ τό νά πιστέψεις ὅτι ὅλοι εἴμαστε τό ἴδιο κι’ ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι τό ἴδιο, δέν εἶναι τό ἴδιο, ἡ ἀγάπη ἡ ἀληθινή, εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Μήν νομίζεις οἱ γονεῖς πού ἀγαποῦν τά παιδιά….. βρέ ἄς τούς κραδασμούς τοῦ Σάημπάμπα, βρέ ἄς τα αὐτά, αὐτά δέ εἶναι αὐτά ἔτσι, εἶναι διαφορετικά, ὅπως τά λέει ἐδῶ πέρα, αὐτή εἶναι ἡ ἀλήθεια, δέν εἶναι ἔτσι κόρη μου, λάβετε τά μέτρα σας καί μίλησε καί στά παιδιά. Δέν ξέρω πρέπει νά γίνομε χριστιανοί, ἄς τὄνε τόν Μπάμπα, μπορεῖ κι’ αὐτόνε νά τόν φωτίσει ὁ Θεός νά γίνει χριστιανός καί τότε νά πάρει τό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ νά κηρύξει τό χριστιανισμό, ξέρεις πόσοι τήν ἔχουνε πάθει ἔτσι; Ἄμα εἶναι πνεῦμα ἀγαθόν ὁ Θεός θά, θά ὅλα, εἶναι ὁ Πανταχοῦ Παρών, εἶναι ὁ Νοῦς ὁ Ὑπέρτατος πού τά πάντα γνωρίζει,…δέν μιλάει ὁ Θεός γνωρίζει καί κανονίζει ἀλλά δέ φαίνεται διότι ὅταν ἐμφαζίζεται κοιτάζει νά σώσει τό ἕναν καί τόν ἄλλονε τότε ὁ ἴδιος φεύγει ἀπ’ τό δρόμο πού ἔχει χαράξει. Τό χάραγμα εἶναι αὐτό, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐλεύθερος νά διαλέξει τό ἕνα ἤ τό ἄλλο. Ἐν τῇ ἐλευθερίᾳ του, καί αὐτή τήν ἐλευθέρα βούληση εἶναι πού ὁ Θεός σέβεται. Σέβεται τόν ἄνθρωπο δέν μπορεῖ νά τοῦ πεῖ ἔ ε πού πᾶς ἔλα δῶ. Καί σύ θά πεῖς ὅτι ἕνας πού κάνει ἕνα φόνο καί βασανίζει ἕναν ἄλλον εἶναι τοῦ Θεοῦ ἄνθρωπος; Μπορεῖ νά εἶναι τοῦ Θεοῦ ἄνθρωπος, ἀλλά τό πνεῦμα πού τόν κατέχει καί κάνει αὐτό τό κακό εἶναι τοῦ διαβόλου. Δέν εἶναι τό ἀγαθό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Ἐλάτε ἐδῶ νά τά ποῦμε, ἐγώ εἶμαι ἀγράμματος, τί νομίζετε δέν ἔχω πάει σέ σχολεῖα, ἔχω μεγαλώσει μέσα στήν ἔρημο κι’ ἔχω κάνει ὑπακοή σέ δύο γέροντες σεβαστούς, δέν μπορῶ νά μιλήσω, εἶμαι γέρος 90 χρονῶν καί κουράζομαι. Καμμιά φορά ὅταν ξυπνήσω, νά τώρα, ἔχω ξυπνήσει ἀπό κάποιο ὕπνο, ἐπειδή εἴμουν ἄγρυπνος τή νύχτα καί ἔχω λίγο κουράγιο καί μιλάω. Διάβασε βρέ τό Εὐαγγέλιο, διάβασ’ το πολλές φορές, ὄχι νά πεῖς τό διάβασα, τό Εὐαγγέλιο ἔχει θησαυρούς καί λύει ὅλα τά προβλήματα, εἶναι φιλοσοφία, ὄντως φιλοσοφία, εἶναι φιλοσοφία ἐξ’ ἀποκαλύψεως φιλοσομία, εἶναι ἡ Ἀνωτάτη Φιλοσοφία. Ἄσε ὁ κόσμος τώρα πολύ προσπαθεῖ ν’ ἀνοιχτεῖ πρός τήν ὕλη, νά περιφρονήσει τό πνεῦμα, νά περιφρονήσει τίς ἀξίες. Ὅλες αὐτές τίς ἀξίες, σιγά σιγά μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ τίς ἔφτιαξε ὁ ἄνθρωπος. Τήν οἰκογένεια, ὄχι τίς ἔφτιαξε ὁ ἄνθρωπος μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Τήν οἰκογένεια καί ὅλα αὐτά τά καλά καί ὡραῖα. Ἄμα τά περιφρονήσομε ἡ γῆ, ἐδῶ, ἡ ζωή μας γίνεται χάος, γίνεται κόλασις, μέ νάρκωτικά, μέ αὐτό, πασχίζει ὁ ἄνθρωπος, νά κοιτάζει τήν ἡδονή, θέλει νά ἱκανοποιεῖται ἔτσι. Δέν βλέπεις τά παιδιά πού αὐτοκτονοῦν, πού τρελαίνονται, δέν πᾶς στά ψυχιατρεῖα νά δεῖς παιδάκια 15, 16, 20 χρονῶν 25, 30 πού βασανίζονται; Θά μοῦ πεῖς, νά, γιατί δέν τά βλέπει αὐτά ὁ Θεός; Μά αὐτά εἶναι, τά βλέπει ὁ Θεός ἀλλά αὐτός δέν μπορεῖ νά ἐπέμβει, μπορεῖ ὅμως μέ τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ, νά ἔρθει, ὥστε οἱ ἄνθρωποι νά ἀποκτήσουν μία ἐπίγνωση, νά ἰδοῦνε τό χάος ὁλόφωτο μπροστά, ὁλοζώντανο μπροστά τους, νά ποῦνε ἔεε πέφτομε στό χάος, χανόμαστε, ὅλοι πίσω, ὄλοι πίσω, γυρίστε πίσω, πλανεφτήκαμε καί νά ἔρθουνε πάλι στό δρόμο τοῦ Θεοῦ καί να λάμψει ἡ ὀρθόδοξος πίστις. Αὐτό ἐμεῖς ἐπιδιώκομε καί ἔτσι θέλομε τά πράγματα σιγά-σιγά νά γίνουνε μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός ἐργάζεται μυστικά. Δέν θέλει νά ἐπηρρεάσει τοῦ ἀνθρώπου τήν ἐλευθερία. Τά φέρνει ἔτσι καί σιγά, σιγά, σιγά πάει ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖ πού πρέπει. Νά αὐτά εἶναι τῆς στιγμῆς πράγματα πού σοῦ λέω. Ναι, ἀλλά πρέπει νά, μπορεῖ νά, καί μένα νά μοῦ δώσει τή δύναμη ὁ Θεός νά σᾶς τά πῶ καμμιά φορά. Δέν γίνεται τίποτα μέ κεῖνα, κεῖνα ἔχουνε ταχυδακτυλουργίες καί τά τοιαῦτα. Κι’ αὐτές οἱ ὑλοποιήσεις καί ὅλα. Μές στή θρησκεῖα μας ἐμεῖς τά ἔχουμε ὅλα, κατάλαβες; Καί ὑλοποιήσεις καί ὅλα μές στούς Ἁγίους μας, ἀλλά οἱ ὑλοποιήσεις εἶναι δυό εἰδῶν, εἶναι ἡ κακιά καί ἡ καλή, κατάλαβες; Μπορεῖ ἕνας νά κάνει προσευχή πού οἱ ἄλλοι δέν ἔχουνε λάδι καί βασανίζονται γιατί τούς ἔχει λείψει τό λάδι, νά ν’ ἀνοίξει τά χέρια του καί νά γεμίσουν τά κιούπια μέ λάδι. Ἔ, μπορεῖ καί ἕνας γκουρού νά κάνει κάτι ἄλλο, μιά ἄλλη ὑλοποίηση, ἀλλά δέν εἶναι ἡ ἴδια, δέν εἶναι τοῦ ἀγαθοῦ πνεύματος. Γιατί ὅπως εἴπαμε ὑπάρχει καί τό κακό. Καί τό κακό ἔχει τή δύναμη νά δώσει στόν ἄνθρωπο πού τό πιστεύει τό κακό, πού ζεῖ τό κακό, ἔχει τή δύναμη νά τοῦ δώσει νά τό κάνει. Γι’ αὐτό ὑπάρχουν καί διάφοροι μάγοι, γκουροῦδες, φακίρηδες καί ξέρω κι’ ἐγώ. Εἶναι τοῦ κακοῦ πνεύματος. Πάρε μελέτησε, ἐνῶ λέει, ὅτι ὅλα ἴσωμα εἶναι, ὅλα τό ἴδιο εἶναι, ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη, γιά διάβασε τό Εὐαγγέλιο, μάθε το καλά καί ὅπου ἔχεις ἀπορίες, ἔλα νά στό πῶ ἐγώ ὁ ἀγράμματος, ὁ ταπεινός. Δέν λέω ἐγώ ὅτι εἶμαι χριστιανός, δέν λέω ὅτι εἶμαι ὀρθόδοξος, ἐπιθυμῶ, θέλω, ἀγωνίζομαι, προσπαθῶ μά δέν ἔχω γίνει χριστιανός ὀρθόδοξος. Ἔτσι εἶναι, τό αἴσθημά μου κι’ εἶναι ἀληθινό.
Μέ
παρεξηγεῖς σ’ αὐτά πού λέω; Λέω τίς
ἀλήθειες, ἐγώ τίς πιστεύω ἔτσι, ἔτσι.
Καί ἕνας ἄγγελος ναρθεῖ νά μοῦ πεῖ
τί λές βρέ γέρο, δέν εἶναι ἔτσι, ὅλες
οἱ θρησκεῖες εἶναι τοῦ Θεοῦ καί ὅλοι
οἱ γκουρούδες καί οἱ γιόγκιδες καί οἱ
φακίρηδες καί οἱ μάγοι εἶναι τοῦ Θεοῦ.
Ναι τοῦ Θεοῦ εἶναι ὡς ἄνθρωποι ἀλλά
τά ἔργα τους εἶναι τοῦ διαβόλου.
Συγχώρα με πού σοῦ μιλάω ἔτσι. Παιδιά,
καλά παιδιά, καί εἶστε καλά παιδιά καί
ἥσυχα παιδιά, ἀλλά τί νά τό κάνω; Διότι
ὅποιος εἶναι καλός καί ἤσυχος εἶναι
καί στήν ἀλήθεια; Πολλές φορές ἄνθρωποι
πού τούς βλέπομε νά εἶναι ἥσυχοι, καί
ὅμως δέν εἶναι ἔτσι. Πρέπει νἄρθετε
νά τά ποῦμε αὐτά. Δέν μπορῶ τώρα, τί νά
σοῦ πῶ, πρέπει νά διακόψομε. Ξέρεις
πόσο λυπᾶμαι; Ἄν ἤξερες πόσο σᾶς
ἀγαπάω! Πολύ, πάρα πολύ! Θά μοῦ πεῖς,
γιατί δέν εὔχεσαι στό Θεό νά μᾶς φωτίσει.
Εὔχομαι, ἀλλά δέν εἶμαι τόσο δυνατός
ἐγώ καί ἐσεῖς ἵσως νά ἐπιμένετε σέ
αὐτό καί ἵσως ὁ Θεός δέν ξέρω τί σᾶς
φυλάει. Ὅμως ἐδῶ εἶναι ἡ ἀλήθεια,
πρέπει νά τήν μάθετε, πρέπει νά διαβάσετε
καλά καί ἄμα σᾶς πεῖ τό πνεῦμα, δέ,
ψεύτικη θρησκεία εἶναι αὐτή, τότε νά
τήν ἀφήσετε νά πᾶτε μέ τόν Σάη..Τί λέει
ὁ Σάη.. ὁ νέος ἀπεσταλμένος τοῦ Θεοῦ
πού φέρνει τή νέα ἀλήθεια πού αὐτή
ταιριάζει τώρα στόν κόσμο, νά ἔχομε
ἐλευθερία, ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη, δέν
ὑπάρχει κόπος πουθενά. Μά ἐγώ ξέρω μέ
τή χάρη τοῦ Θεοῦ τώρα κι’ ἄν ὁ Σάη
εἶναι ἔτσι, ὁ ἄλλος εἶναι ἔτσι.
Κατάλαβες; Τέλος πάντων. Καί ἔχομε
μασώνους ἔχομε διάφορα πράγματα πού
τά πιστεύουνε ὅλα καί πηγαίνουνε μέ τά
σατανᾶ καί κάνουνε σατανικές ἐπικλήσεις
καί μυστηριώδη πράγματα, διότι ὑπάρχουνε,
ὑπάρχει σατανᾶς καί ὑπάρχουνε μυστηριώδη
πράγματα, κακά δηλαδή, πρέπει νά τηρήσετε
σιωπή καί ἐλᾶτε καί ὁ Θεός πῶς θά τά
φέρει, ἡ ἀγάπη μου τό εἶπε αὐτό ἔτσι,
ἐνώ κανονικά δέν πρέπει.. θά πεῖ ὁ ἄλλος
τί τούς θέλεις αὐτούς; Κατάλαβες; Ἐν
πάσει περιπτώσει σέ ἀφήνω καί εὔχομαι
ὁ Θεός νά μᾶς φωτίσει ὅλους νά τόν
γνωρίσομε καί νά τόν ἀγαπήσομε, ἔτσι
εὔχομαι. Ἄντε καλημέρα, συγχώρα με, ἔ,
ἄν σέ στενοχώρησα.»
Πηγή: Τό βιβλίο: «Θαυμαστά γεγονότα καί συμβουλές τοῦ Γέροντος Πορφυρίου, Ἐκδόσεις, Ἡ Μεταμόρφωσις τοῦ Σωτῆρος, Μήλεσι 2006
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου