α)Εὐχαριστία
Ἡ εὐχαριστία γιά τή Θεία Λειτουργία πού ζήσαμε, διαφυλάττει τή Θεία Χάρη, πού δεχθήκαμε κατά τή διάρκειά Της.
«Ἐκεῖνο πού φέρνει τά χαρίσματα τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο», λέγει ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ, «εἶναι ἡ καρδιά πού κινεῖται πάντοτε σέ ἀκατάπαυστη εὐχαριστία»[1].
Καί πάλι:«... ἐκεῖνος πού πῆρε ἀπό τόν Θεό δῶρο καί παραμένει ἀχάριστος, ἑτοιμάζει τήν στέρηση τοῦ δώρου. (Αὐτό συμβαίνει) Διότι ἔκανε τόν ἑαυτό του ἀνάξιο τῆς δωρεᾶς τοῦ Θεοῦ, ὅπως λέει ὁ Μέγας Βασίλειος. Ἡ εὐχαριστία (εἶναι αὐτή πού) παρακαλεῖ τό Θεό γιά ἐμᾶς»[2]. Ὁ καλύτερος τρόπος γιά νά φυλάξουμε τίς δωρεές τοῦ Θεοῦ, διδάσκει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, εἶναι τό νά τίς θυμόμαστε καί νά εὐχαριστοῦμε συνεχῶς τόν Κύριο γι' αὐτές. «Καλά συνέβησαν; Εὐλόγησε τόν Θεό καί μένει τά καλά. Κακά συνέβησαν; Εὐλόγησε τόν Θεό καί λύονται τά κακά. Διότι καί ὁ Ἰώβ ὅταν ἦταν πλούσιος εὐχαριστοῦσε καί ὅταν ἔγινε φτωχός δοξολογοῦσε. Οὔτε τότε ἅρπαξε, οὔτε τότε ἐβλασφήμησε»[3].
Ἡ εὐχαριστία μετά τή Θεία Λειτουργία καί τή Θεία Κοινωνία μᾶς ταπεινώνει, μᾶς χαρίζει συντριβή καρδίας, ντροπή γιάτήν ἁμαρτωλή ἐμπαθῆ κατάστασή μας· μᾶς παρακινεῖ σέ ἐντονώτερο ἀγῶνα γιά τήν σωτηρία.
Ὁ εὐγνώμων πιστός ἀναφωνεῖ: «Ὤ! ὕψιστε βασιλεῦ τοῦ οὐρανοῦ, Θεέ μου, πῶς ἦλθες μέσα μου; τί σέ ἔφερε στήν καρδιά μου; Σέ μένα πού εἶμαι ἄθλιος, πτωχός, τυφλός καί γυμνός; Καί ὁ Κύριος τοῦ ἀπαντᾶ : «Ἡ ἀγάπη».
Τότε ὁ πιστός συνεχίζει : Ὤ! ἀγάπη ἄκτιστος, Ὤ! ἀγάπη γλυκειά! Τί θέλεις σύ ἀπό ἐμένα;» -«Δέν θέλω ἄλλο παρά ἀγάπη! Δέν θέλω νά ἀνάψει ἄλλο πῦρ στό θυσιαστήριο τῆς καρδιᾶς σου παρά τό πῦρ τῆς ἀγάπης μου. Διά νά κατακαύσει αὐτό τό πῦρ κάθε ἄλλη ἀγάπη καί κάθε ἴδιόν σου θέλημα καί νά μοῦ τό δώσει εἰς ὀσμήν εὐωδίας. Τοῦτο ἐζήτησα καί ζητῶ πάντοτε ἀπό λόγου σου, διότι ἐπιθυμῶ νά εἶμαι ὅλος ἰδικός σου καί σύ ὅλος ἰδικός μου. Πρᾶγμα τό ὁποῖο δέν θέλει γίνει ποτέ ἐάν δέν ὑποτάξεις τόν ἑαυτό σου, ἀλλά μένεις προσκολλημένος εἰς τήν ἀγάπην τοῦ ἑαυτοῦ σου, εἰς τήν ἰδίαν σου γνώμην καί εἰς κάθε ὄρεξιν καί φιλοτιμίαν σου. Σοῦ ζητῶ τό μίσος τοῦ ἑαυτοῦ σου διά νά σοῦ δώσω τήν ἀγάπην μου. Ζητῶ τήν καρδιάν σου διά νά ἑνωθεῖ μέ τήν ἰδικήν μου, ἥτις διά τοῦτο μοῦ ἠνοίχθη μέ τήν λόγχην ἐπάνω εἰς τόν σταυρόν. Ζητῶ ὅλον σέ διά νά εἶμαι καί ἐγώ ὅλος ἰδικός σου. Σύ βλέπεις ὅτι ἐγώ εἶμαι ἀσυγκρίτου τιμῆς καί ὅμως γίνομαι τόσης τιμῆς ὅσης εἶσαι ἐσύ. Ἀγόρασέ με λοιπόν. Ὤ! ψυχή μου ἀγαπημένη μέ τό νά δοθεῖς εἰς ἐμέ. Ἐγώ θέλω γλυκύτατόν μου τέκνον νά μήν θέλεις τίποτε, νά μήν ἀκούεις τίποτε, νά μήν βλέπεις τίποτε ἐκτός ἀπό ἐμέ καί ἀπό τό θέλημά μου. Διά νά θέλω καί ἐγώ κάθε πρᾶγμα εἰς σέ, νά ἀκούω εἰς σέ καί νά βλέπω εἰς σέ, εἰς τρόπον ὥστε τό ἰδικόν σου μηδέν περιερχόμενον εἰς τήν ἄβυσσον τῆς ἀπειρίας μου νά μεταβάλλεται εἰς ἐκείνην. Καί ἔτσι σύ θέλεις εἶσθαι εἰς ἐμέ ὅλος πληρέστατος εὐτυχέστατος καί μακάριος. Καί ἐγώ εἰς σέ ὅλος θεραπευμένος καί εὐχαριστημένος»[4].
Αὐτήν τήν προσευχή καλό εἶναι νά τήν λέμε μετά ἀπό κάθε Θεία Κοινωνία, σάν εὐχαριστία στόν Κύριο.
[1] Καλλίστου καί Ἰγνατίου Ξανθοπούλων, Φιλοκαλία, τόμ.Δ, σελ. 216-217, η.
[2] Πέτρου Δαμασκηνοῦ, Φιλοκαλία, τόμ. Γ, σελ. 94,10-29.
[3] Ἁγ.Ἰωάν. Χρυσσστόμου, Ὅτε ἦλθεν ἀπό τῆς ἐξορίας, ΕΠΕ 33,412.
[4] Ἁγ. Νικοδήμου Ἁγιορείτου: Ἀόρατος Πόλεμος, ἐκδόσεις Φῶς, Ἀθήνα 1957, σελ. 203-204.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου