Σελίδες

Κυριακή 2 Ιουνίου 2013

Ἡ ἀπαλλαγή ἀπό τήν κενοδοξία.

Ἡ πρᾶξις πού ἀποβλέπει μόνο στή δόξα τοῦ Θεοῦ ἀπαλλάσσει εὔκολα τόν ἄνθρωπο, μέ τήν χάρι τοῦ Θεοῦ, ἀπό τήν κενοδοξία.Ἡ ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ διασφαλίζει τόν ἄνθρωπο ἀπό αὐτήν.
Ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής μᾶς διδάσκει ὅτι ὁ πιστός πού γνώρισε ἐμπειρικά τόν Θεό δέν κινδυνεύει ἀπό τό ζημιογόνο πνευματικά πάθος τῆς κενοδοξίας. «Ὁ τῆς θείας καταξιωθείς γνώσεως καί τόν ταύτης φωτισμόν διά τῆς ἀγάπης κτησάμενος, οὐ ῥιπισθήσεταί ποτέ ὑπό τοῦ τῆς κενοδοξίας πνεύματος»1. Ὁ χριστιανός πού καταξιώθηκε τῆς θείας γνώσεως, δηλαδή τῆς μετοχῆς τοῦ ἀκτίστου, τῆς ἐμπειρίας τοῦ Θεοῦ, αὐτός διασφαλίζεται καί δέν κινδυνεύει ἀπό τήν κενοδοξία. Ἀντίθετα ὅποιος δέν ἔχει μετοχή στή ζωή καί τά ἀγαθά τοῦ ἄκτιστου Θεοῦ εὔκολα γίνεται ὑποχείριό της. «Ὁ δέ ταύτης μήπω καταξιωθείς, εὐχερῶς ὑπ' αὐτῆς φέρεται»2.
Ἐν τούτοις ὁ ἄνθρωπος, πού ἀκόμη δέν ἔφθασε στό σημεῖο νά ἔχει ἐμπειρία τοῦ ἀκτίστου Θεοῦ, ἄν ὅ,τι πράττει, τό πράττει ἀποβλέποντας στόν Θεό καί τήν δόξα Του, αὐτός μέ τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ θά ἀπαλλαχθῇ εὔκολα ἀπό τήν κενοδοξία καί θά τοῦ ἀνοιχθῇ ὁ δρόμος γιά τήν ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ. «Ἐάν οὖν ὁ τοιοῦτος ἐν πᾶσι τοῖς ὑπ' αὐτοῦ πραττομένοις πρός τόν Θεόν ἀποβλέψῃ, ὡς δι' αὐτόν πάντα ποιῶν, ῥᾳδίως, σύν Θεῷ, ἐκφεύξεται αὐτήν»3.
Ἡ κενοδοξία εἶναι στροφή τοῦ ἀνθρώπου πρός τόν ἑαυτόν του. Εἶναι προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου γιά αὐτοδοξασμό, αὐτοϊκανοποίησι, αὐτο-χαρά, αὐτοθέωσι. Εἶναι κίνησι ἀντίστροφη ἀπό τήν κατά φύσι κίνησι τοῦ ἀνθρώπου, πού εἶναι ἡ ἀγαπητική κίνησι του πρός τόν Θεόν. Ὁ ἄνθρωπος κινεῖται ἀντίθετα μέ τίς προδιαγραφές τοῦ εἶναι του, ἀντίθετα μέ τό «κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσι», πού ἔχει λάβει ἀπό τόν Θεό. Ὁ κενόδοξος κινεῖται ἀντίθετα μέ τό πρότυπό του πού εἶναι ὁ Πανάγιος Τριαδικός Θεός. Ἡ κενοδοξία στερεῖ ἀπό τόν ἄνθρωπο τήν κοινωνία μέ τήν κεφαλή τοῦ θεανθρώπινου σώματος τῆς Ἐκκλησίας, πού εἶναι ὁ Χριστός. Τό φοβερό αὐτό πάθος ἀποτρέπει τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν ἐκζήτησι τῆς θείας δόξας καί τόν στρέφει σέ μία μάταιη προσπάθεια αὐτοδοξασμοῦ ἤ δοξασμοῦ ἀπό τά ἄλλα κτιστά ὄντα (ἀνθρώπους, δαίμονες, ἔργα τῶν χειρῶν του). Μήπως καί ἡ ἐνασχόλησι μέ τήν μαγεία πολλῶν ἀνθρώπων δέν εἶναι μία προσπάθεια δοξασμοῦ μέσῳ τῶν δαιμόνων καί τῶν ἐνεργειῶν τους;
Ἡ κενοδοξία ἀπομονώνει τόν ἄνθρωπο, τόν φυλακίζει μέσα στόν ἑαυτό του, τόν φυλακίζει μέσα στήν κτίσι. Ἡ κενοδοξία στερεῖ ἀπό τόν ἄνθρωπο τήν δυνατότητα νά κινηθῇ πρός τόν Δημιουργό διά τῆς πίστεως. Ὁ Κύριος τό εἶπε στούς Φαρισαίους: «Πῶς δύνασθε πιστεύειν δόξαν παρά ἀλλήλων λαμβάνοντες;». Δηλαδή: «Πῶς εἶναι δυνατόν νά πιστεύσετε, δηλαδή νά ἀναζητήσετε Ἐμένα καί τήν ἄκτιστη δόξα Μου, ἀφοῦ ἔχετε γεμίσει μέ τήν ψεύτικη δόξα πού δίνετε ὁ ἕνας στόν ἄλλο;». Τό «γέμισμα» μέ τήν μάταιη κοσμική δόξα εἶναι πολύ προσωρινό καί πολύ ψεύτικο. Πολύ γρήγορα ὁ ἄνθρωπος νιώθει τό ὑπαρξιακό κενό του. Αὐτό τό κενό δέν εἶναι δυνατόν νά γεμίσει παρά μόνο μέ τήν ἄκτιστη θεία δόξα, τήν μόνη πραγματική καί αἰωνίως παραμένουσα δόξα γιά τήν ὁποία εἴμαστε δημιουργημένοι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι.
Ἐκεῖνος πού ἔχει ἐμπειρία τοῦ ἀκτίστου, τοῦ Θεοῦ, τῆς Θείας Χάρης, δέν κινδυνεύει ἀπό τήν κενοδοξία. Αὐτό συμβαίνει διότι ἔχει γευτεῖ καί κατανοεῖ ἐμπειρικά τήν τεράστια διαφορά πού ὑπάρχει μεταξύ τῆς ἄκτιστης θείας δόξας καί τῆς κενῆς περιεχομένου ἀνθρώπινης-δαιμονικῆς-κτιστῆς δόξας. Ἡ διαφορά εἶναι ἄπειρη: Ὅσο διαφέρει τό κτιστό ἀπό τό ἄκτιστο. «Ὁ γευσάμενος τῶν ἄνω, εὐχερῶς τῶν κάτω καταφρονεῖ» θά μᾶς πῇ καί ὁ Ὅσιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακας. Αὐτός πού γεύτηκε τά οὐράνια-θεϊκά-ἄκτιστα ἀγαθά μέ πολλή εὐκολία καταφρονεῖ τά ἐπίγεια-ἀνθρώπινα-κτιστά ὑποκατάστατα.
Ἐκεῖνος, πού δέν ἔχει ἀκόμη ἐμπειρία τοῦ ἀκτίστου Θεοῦ καί τῶν ἐνεργειῶν Του ἄς προσπαθεῖ, μᾶς συμβουλεύει ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, νά κάνει ὅ,τι κάνει ἀποβλέποντας στόν Θεό καί τήν δόξα Του. Ἄς τά πράττει ὅλα γιά τόν Χριστό καί ὄχι γιά τήν δική του προβολή καί δόξα. Αὐτός μέ τήν βοήθει τοῦ Θεοῦ εὔκολα θά ξεφύγει ἀπό τήν μεγάλη παγίδα τῆς κενοδοξίας.
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης
ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ Τῼ ΘΕῼ ΔΟΞΑ!
1 Ἁγίων Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου & Μακαρίου Κορίνθου, Φιλοκαλία τῶν Ἱερῶν Νηπτικῶν,Ἐπιμέλεια ἀδελφῶν Ἱεροῦ Κοινοβίου Μονῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Μπούρα – Λεοντάρι Ἀρκαδίας, Τόμος Γ΄, Ἔκδοσις Α΄ 2012 (στό ἑξῆς Φιλοκαλία Γ’), Ἁγ. Μαξίμου, Α΄ ἑκατοντάς τῶν περί ἀγάπης κεφαλαίων, μστ΄, σελ. 29.
2 Ὅ. π.
3 Ὅ. π.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου