Ο ΟΣΙΟΣ ΑΡΣΕΝΙΟΣ Ο ΒΑΡΝΑΚΟΒΙΤΗΣ
Μεγαλυνάριον τοῦ Ὁσίου Ἀρσενίου.
Χαίροις Βαρνακόβης Θεῖος φρουρός
καί τῶν μοναζόντων ὁ Προστάτης καί βοηθός·
χαίροις γόνος μέγας τῶν Καρυῶν τῶν πάλαι,
Ἀρσένιε τρισμάκαρ, Χριστοῦ διάκονε.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ
Η΄
ΠΡΟΣ
ΤΗΝ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ
Ὁ
λευκασμένος Γέροντας τῆς Βαρνάκοβας,
ὁ ἅγιος ἀσκητής καί κοινοβιάρχης
Ἀρσένιος, καθώς ἦταν φορτωμένος ἁγιωσύνη
μέσα στήν τελευταία δεκαετία τῆς ζωῆς
του, ἡ ὁποία ἦταν καί ἡ πρώτη τοῦ
δωδεκάτου αἰῶνα, ἑτοίμαζε τά φτερά
τῆς ψυχῆς του γιά τό πέταγμα πρός τήν
αἰωνιότητα· πρός τόν Ἠγαπημένο Κύριό
του, τό Σωτῆρα Χριστό, πού γιά τήν ἀγάπη
Του ἔζησε αὐτή τήν ὄμορφη, ἀλλά καί
ἡρωϊκή μέσα στήν αὐταπάρνησή της, ζωή.
Πάντα
ποθοῦσε τή μεγάλη συνάντηση μέ τό Θεό
του. Τά τελευταῖα ὅμως χρόνια ἡ νοσταλγία
ἦταν τόση, πού συχνά – πυκνά γέμιζαν
δάκρυα τά γλυκοφώτιστα μά κουρασμένα
πλέον ἀπό τίς ἀγρύπνιες καί τή μελέτη
στό λιγοστό φῶς τῶν λυχναριῶν μάτια
του.
- Γιατί κλαῖς, Γέροντα; ρωτοῦσαν οἱ πνευματικοί του γυιοί μέ εὐλαβική στοργή, συγκινημένοι ἀπό τό θέαμα τῶν σιωπηλῶν δακρύων του.
Ἐκεῖνος,
χωρίς νά ἀπαντήση, τούς χαμογελοῦσε
καί τότε ἦταν σάν τίς σπάνιες ἡμέρες
πού συνυπάρχουν τό χαρούμενο φῶς τοῦ
ἥλιου καί ἡ βροχή!
Οἱ
ὑποτακτικοί του δέν ἐπέμεναν. Μέ τά
ἐκλεπτυσμένα αἰσθητήρια τῆς ἀγάπης
πού ἔτρεφαν γιά τόν ἔμψυχο αὐτό θησαυρό
τους, καταλάβαιναν καί σιωποῦσαν, ἄν
καί κάποια σκιά μελαγχολίας περνοῦσε
ἀπό τά μάτια τους. Καί ἀπό τοῦ Τιμόθεου
πιό πολύ, γιατί ἦταν περισσότερο δεμένος
μαζί του.
Μεγαλυνάριον τοῦ Ὁσίου Ἀρσενίου.
Χαίροις Βαρνακόβης Θεῖος φρουρός
καί τῶν μοναζόντων ὁ Προστάτης καί βοηθός·
χαίροις γόνος μέγας τῶν Καρυῶν τῶν πάλαι,
Ἀρσένιε τρισμάκαρ, Χριστοῦ διάκονε.
Τά
τελευταῖα χρόνια συχνά τόν ἔχαναν γιά
ἕνα ὁλόκληρο πρωϊνό, ἤ ἕνα ὁλόκληρο
ἀπόγευμα. Ἀπομακρυνόταν μές στό δάσος
καί ἐκεῖ ζοῦσε ὧρες χαριτωμένες μέ
τόν Κύριό Του, διά τῆς προσευχῆς.
Μάρτυρες ἦσαν μόνο τά δένδρα καί τά
πουλιά τοῦ δάσους καί μερικές φορές
καί τά ζαρκάδια πού ἀφθονοῦσαν στά
δάσος καί μερικές φορές καί τά ζαρκάδια
πού ἀφθονοῦσαν στά δάσος τῆς Παναγιᾶς.
Κάποτε ἔτυχε καί τόν εἶδε– χωρίς νά
πάρη εἴδηση ὁ Ἅγιος – ἕνας ἀπό τούς
Μοναχούς του, πού εἶχε τό διακόνημα τοῦ
ξυλοκόπου. Δέν τόλμησε ὅμως νά τόν
ἐνοχλήση καί ἀπομακρύνθηκε, ὅσο πιό
ἀθόρυβα μποροῦσε.
Μερικά
χρόνια πρίν, μποροῦσε καί τούς ξέφευγε
καβάλα ἐπάνω στό ἀγαπημένο του γαϊδουράκι
καί πήγαινε γιά μία ἤ γιά περισσότερες
ἡμέρες ἐπάνω στή σπηλιά του, ἀκολουθώντας
τό μονοπάτι πού τοῦ εἶχαν ἀνοίξει μέ
τά ἴδια τους τά χέρια οἱ Μοναχοί του.
Ἐκεῖ ἀνανέωνε τίς δυνάμεις του μέσα
στή σιωπή καί στή θεωρία τοῦ Θεοῦ καί
μετά κατέβαινε γιά νά συνεχίση τόν ἀγῶνα
του.
Τώρα
ὅμως οἱ σωματικές του δυνάμεις δέ
βοηθοῦσαν. Δακρυσμένος κοιτοῦσε πρός
τά ἐκεῖ, κατά τήν κορυφή τοῦ πρός δυσμάς
βουνοῦ καί ἐπισκεπτόταν νοερά τόν
εὐλογημένο τόπο.
Τό
δάσος τώρα, προσιτό καί φιλικό, ἐξυπηρετοῦσε
τίς ὑψηλές πνευματικές ἀνάγκες τοῦ
πνευματέμφορου Γέροντα. Κάποια δένδρα
αἰωνόβια, κουφαλιασμένα ἀπ᾿ τά χρόνια,
ἔχοντας μέσα στόν τεράστιο κορμό τους
εὐρύχωρες κουφάλες, ἀποτελοῦσαν τά
φιλόξενα καταφύγια γιά τόν Ὅσιο, στίς
“κατά μόνας” ἐξορμήσεις του. Ἔπαιρνε
τό γαϊδουράκι του ἀπό τά χαλινάρια, ἴσα
γιά συντροφιά, μιά καί εἶχε τά προσόντα
πού ἐκεῖνος ἤθελε· ἦταν σιωπηλό καί
καρτερικό.
Προφασιζόταν
πώς πήγαινε στό δάσος γιά νά φέρη
προσανάματα! Ὅλοι βέβαια γνώριζαν πώς
τά προσανάματα ἦσαν πνευματικῆς φύσεως.
Ἦσαν οἱ θερμές προσευχές του, πού
ὑποδαύλιζαν τή φλόγα τῆς Θείας ἀγάπης
στίς ψυχές τῶν πνευματικῶν του τέκνων.
Τόν
τελευταῖο καιρό ἀρκετές φορές ἔμενε
στό πόδι του ὁ Τιμόθεος. Τόν ἀντικαταστοῦσε
σέ μερικά ἀπό τά καθήκοντά του, χωρίς
βέβαια νά μπορῆ νά καλύψη τό κενό τῆς
ἀπουσίας του. Ἤθελε ὅμως νά τόν
ἀπελευθερώνη, γιά νά μπορῆ ἐκεῖνος
ν᾿ ἀναπαύεται περισσότερο, ἰδίως
ψυχικά. Ἐπεδίωκαν ὅλοι νά τόν ἀναπαύουν
καί σωματικά, ἀλλά ἐκεῖ ὁ Γέροντας
Ἀρσένιος, παρ᾿ ὅλη τήν ἀγαθότητα καί
πραότητά του, ἀντιστεκόταν σταθερά
ψευτομαλώνοντάς τους. Τούς ἔλεγε λόγου
χάριν – κι ἐκεῖνοι ἔπρεπε νά δείχνουν
πώς πείθονται – πώς τό στρῶμα τό γεμᾶτο
ἀπό προβατόμαλλο πού τοῦ ἔφεραν στό
κελλί του, τόν βασάνιζε, ἐνῶ τό
ξυλοκρέββατό του τόν ἀνέπαυε θαυμάσια!
Ἤ πώς οἱ προβιές μέ τίς ὅποῖες τοῦ
ἔφτειαξαν μία χοντροκαμωμένη καλογερική
κάπα γιά τό καταχείμωνο, τόν... βάραινε
πολύ!
Ἔτσι,
ἐνῶ οἱ πνευματικοί του γυιοί καμώνονταν
πώς τόν πίστευαν, παρακολουθοῦσαν μέ
σιωπηλό θαυμασμό, ἀλλά ὄχι καί χωρίς
πόνο, τήν ἀθόρυβη πάλη του μέ τίς
δυσκολίες καί τούς πόνους τῶν γηρατειῶν.
Σ᾿
αὐτή τήν πορεία πρός τό τέλος τῆς
ἐπίγειας ζωῆς του, συμπορευόταν
ἐσωτερικά καί ἀκατάπαυστα μέ τό Θεό
του, τήν Παναγία Μητέρα Του καί ὅλους
τούς Ἁγίους, πού τούς ἔνοιωθε φίλους
καί ἀδελφούς. Εἶχε ἀκόμη ψυχική αἴσθηση,
ὅπως ὅλοι οἱ φτασμένοι στήν ἁγιότητα
ἄνθρώποι, τῆς παρουσίας, προστασίας
καί συντροφικότητος τῶν ἁγίων Ἀγγέλων.
Αὐτά ὅλα ἀποτελοῦσαν τή μυστική δύναμη
τῆς ψυχῆς του, πού τόν βοηθοῦσε νά ζῆ
εἰρηνικά καί καρτερικά, σχεδόν χαρούμενα,
μέ μιά χαριτωμένη εὐψυχία τά ἁγιασμένα
γηρατειά του.
Μόνο
σέ δυό – τρεῖς ἀπό τούς ἐναρετώτερους
καί παλαιότερους, πού εἶχαν τά πρωτεῖα
τοῦ σεβασμοῦ καί τῆς ἀφοσιώσεως στό
ἱερό πρόσωπό του, ἄφηνε νά “ἰδοῦν”
κάτι ἀπό τόν ἀγῶνα καί τόν πόνο του.
Γιατί ἐκτός ἀπό τό γῆρας, οἱ πειρασμοί
ἦσαν πιό ἔντονοι πρός τό τέλος. Ἦσαν
οἱ ἰσχυροί πειρασμοί τῶν τελείων. Ἀπό
ἀνθρώπους; Ἀπό τόν πονηρό, πού φρύαττε
βλέποντας νά τοῦ ξεφεύγη σταθερά πρός
τόν θρίαμβο τ᾿ Οὐρανοῦ; Ἀπό τούς
δυνατούς τοῦ τότε κόσμου; Ὁ Θεός γνωρίζει
καί ὁ ἴδιος.
Ὅταν
μπῆκε τό 1111, ἔμοιαζε μέ “κατάκαρπη
ἐλαία” πού γέρνουν τά κλωνιά της ἀπ᾿
τόν πολύ καρπό! Ἡ ἑτοιμασία του γιά τήν
αἰωνιότητα ἔγινε ἀκόμη πιό ἔντονη.
Συγκεντρώθηκε ἀκόμη πιό πολύ στόν ἑαυτό
του, πύκνωσε τίς προσευχές καί ἡ ἀγάπη
του γιά τούς μαθητάς του ἀλλά καί γιά
τόν κόσμο ὑπερχείλισε!
Δέ
χρειαζόταν νά πῆ πιά πολλά λόγια σ᾿
αὐτούς πού κατέφευγαν κοντά του. Καί
μιά σύντομη συμβουλή, καί μιά παρήγορη
φράση, εἶχε τόση ἀγαπητική δύναμη καί
Χάρι, πού ἄγγιζε ἀμέσως τίς ψυχές καί
τίς ἐνίσχυε.
Ὁ
Χειμῶνας τοῦ 1111 ὑπῆρξε δύσκολος γιά
τό Γέροντα τῆς Βαρνάκοβας. Πάλευκος
μέσα στά ἁγιασμένα γηρατειά του, ἀέρινος
καί ἐξαϋλωμένος πλέον, μιά πού “κατηνάλωσε”
τό σῶμα του μέσα στό ἄϋλο πῦρ τῆς Θείας
ἀγάπης πού τόν κατέφλεγε μιά ζωή
ὁλόκληρη, ἔδινε τήν τελική μάχη τῆς
ὑπομονῆς καί τῆς καρτερίας. Τό
δυσκολώτερο ἀλλά οὐσιωδέστερο ἀνθρώπινο
ἐπίτευγμα. Τότε πλέον ἔβλεπε συχνά τόν
Οὐρανό νά τοῦ ἀνοίγη θύρα ὁλόφωτη καί
νά τόν προσκαλῆ.
Τό
θρόϊσμα τοῦ δάσους τῆς Βαρνάκοβας, δέν
ἔφθανε πιά στ᾿ αὐτιά του. Τώρα στήν
ἀκοή του ἔφθαναν οἱ παναρμόνιοι ὗμνοι
τῶν Ἀγγέλων καί τῶν σεσωσμένων ἀπό
τά οὐράνια σκηνώματα τοῦ Κυρίου.
Οἱ
Μοναχοί του, ἀλλά καί οἱ εὐσεβεῖς
κάτοικοι τῆς περιοχῆς, δέν ἔφευγαν
κοντά ἀπ᾿ τ᾿ ἁγιασμένο κλινάρι του.
Προσπαθοῦσαν νά χορτάσουν τήν παρουσία
του, γιατί τό ἔβλεπαν καί τό ἔνοιωθαν
πώς πλησίαζε ὁ καιρός πού θά τούς ἔφευγε
. Ὁ πατέρας, ὁ Δάσκαλος, ὁ παρηγορητής,
ὁ μεσίτης πρός τόν Θεό μέ τήν παρρησία
πού διέθετε.
Ὁ
Ἅγιος μέ πρόσωπο φωτεινό καί ἱλαρό,
συγκεντρώνοντας τίς τελευταῖες δυνάμεις
του, τούς μιλοῦσε γιά τίς ὀμορφιές καί
τή χαρά τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ μέ
τέτοιο τρόπο, πού ἔδειχνε πώς τήν
προγευόταν.
Τελικά
ἔφθασε ἡ μεγάλη ἡμέρα γιά τόν ἅγιο
Γέροντα τῆς Βαρνάκοβας...
Μέ
τήν προσευχή στά χείλη μέσα σ᾿ ἕνα
ἀποκορύφωμα ταπεινοφροσύνης, ζητώντας
συγχώρεση ἀπό ὅλους καί δίνοντας εὐχές
σέ ὅλους, μέσα σέ μιά καί μόνη εὐλογημένη
στιγμή, πέρασε ἡ θεωμένη ψυχή του στήν
αἰωνιότητα, συνοδευομένη – ὅπως ὅλες
οἱ ἅγιες ψυχές – ἀπό ἁγίους καί
φαιδρούς Ἀγγέλους.
Τά
οὐράνια ἄνοιξαν καί φωτεινός, ἄϋλος
δρόμος πρός ἀνατολάς, συνέδεσε τά
ἐπίγεια σκηνώματα τοῦ Κυρίου μέ τά
Οὐράνια. Αὐτόν τόν δρόμο πέρασε πετώντας
ἡ ἁγία ψυχούλα τοῦ Ὁσίου Ἀρσενίου
τοῦ Βαρνακοβίτου, ὅπως συμβαίνει καί
σέ ὅλους τούς δικαίους.
Πολλοί
Ἅγιοι ἄνθρωποι πού ἔτυχαν αὐτῆς τῆς
ἀποκαλύψεως, πιστοποιοῦν τό γεγονός
πώς ὁ θάνατος τῶν Ἁγίων τοῦ Θεοῦ εἶναι
ἕνας Οὐράνιος θρίαμβος.
Ἡ
Βαρνάκοβα τό 1111 ἔστειλε στή χαρά τοῦ
Οὐρανοῦ τόν πρῶτο Ἅγιό της!
Μέσα
σέ μιά ἀτμόσφαιρα χαρμολύπης, ὅπου ὁ
φυσικός ἀνθρώπινος πόνος τοῦ ἀποχωρισμοῦ
– ἔστω καί προσκαίρου – ἀναμειγνυόταν
μέ ἀναστάσιμη χαρά, ἔγινε ὁ ἐνταφιασμός
τοῦ ἁγίου μέσα στό Μοναστῆρι του. Εἴτε
στό πίσω μέρος τοῦ Ἱεροῦ, εἴτε κάτω
ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς Θεομήτορος. Ποῦ
ἀκριβῶς ἦταν ὁ τάφος του, δέν εἶναι
γνωστόν. Πάντως δέν εἶναι δυνατόν νά
μήν ἐνταφιάστηκε ὁ Ἱδρυτής τῆς Μονῆς
μέ τήν ἁγία ζωή σέ τιμητική θέση1.
Καί τιμητική θέση πάντα ἦταν ἤ πίσω
ἀπό τό Ἱερό τῆς Ἐκκλησίας, ἤ κάτω ἀπ᾿
αὐτήν.
Ἡ
καταξίωσή του ὡς ἁγίου στή συνείδηση
τῶν Πιστῶν καί γενικότερα τῆς Ἐκκλησίας
φάνηκε γρήγορα, ἄν καί προϋπῆρχε, ἐνῶ
ἀκόμη ζοῦσε.
Στό
ἔγγραφο τῆς Μονῆς τοῦ 1212 παρατηροῦμε
ὅτι πρίν ἀκόμη περάσει ἕνας αἰῶνας
ἀπό τήν Κοίμησή του, σέ μετόχι τῆς Μονῆς
κοντά στή θάλασσα εἶχε ἀνεγερθεῖ Ναός
πρός τιμήν του.
Ἡ
σπηλιά του μετετράπη ἀπό τούς μοναχούς
σέ παρεκκλῆσι, ἀμέσως μετά τήν κοίμησή
του. Ἐκεῖ, Μοναχοί καί λαϊκοί ἄναβαν
τό κεράκι τους καί προσεύχονταν ζητώντας
τήν εὐλογία του καί τίς μεσιτεῖες του,
ὅπως γίνεται καί μέχρι σήμερα.
Τό
βουνό πού ἀσκήτεψε, πῆρε τ᾿ ὄνομά του·
Ἀκόμη μία περιοχή ἐπάνω ἀπ᾿ τό χωρίο
“Δροσᾶτο” ὀνομάζεται “τοῦ Ἀρσένη”.
Μία ἄλλη τοποθεσία τῆς Καρυᾶς, ὅπου
ὑπάρχουν κοντά σ᾿ ἕναν βράχο καί ἴχνη
κάποιου κτίσματος, ἔχει τήν ὀνομασία
“τό Ἀρσενάκι”. Ἡ παράδοση ἀναφέρει
ὅτι κάπου ἐκεῖ εἶχε κτίσει ὁ Ἅγιος
τό πρῶτο του ἀσκητικό κελλάκι, ἀλλά
ἐπειδή ἦταν κοντά σέ κατοικημένες
περιοχές καί τόν ἐνοχλοῦσαν μέ
ἐπισκέψεις, γιατί ἦταν πέρασμα, ἀνέβηκε
στή σπηλιά τοῦ βουνοῦ.
Μεγάλη
τιμή γιά τή Μονή καί γενικώτερα γιά ἕναν
τόπο νά βγάλη ἕναν Ἅγιο, ἕναν γνήσιο
φίλο τοῦ Χριστοῦ! Τιμή ἀλλά καί εὐθύνη,
διότι τό Φῶς τοῦ Χριστοῦ ἔλαμψε
ἰδιαίτερα ἐκεῖ καί φώτισε τό δρόμο
τῆς σωτηρίας. Ἡ ἰδιαίτερη εὐλογία
εἶναι δεδομένη· δέ μένει παρά ἡ
ἀνταπόκριση. Δέ μένει παρά ἡ μίμηση
τοῦ Ἁγίου καί τῆς ὡραίας ζωῆς του, ἡ
ὁποία δέν ἦταν τίποτε ἄλλο παρά μία
ἡρωϊκή ἰσόβια προσπάθεια εὐαρεστήσεως
τοῦ Παναγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ διά τῆς
ἐργασίας τῶν ἁγίων ἐντολῶν Του.
Θαύματα
τοῦ Ἁγίου
1).
Πέρασαν σχεδόν ἐννέα αἰῶνες ἀπό τότε
πού “κοιμήθηκε” ὁ Ὅσιος, κι ὅμως ἡ
μνήμη του καί ἡ δόξα του εἶναι ἀναλλοίωτη
ἀπ᾿ τό χρόνο, γιατί εἶναι δόξα πού τή
χάρισε ὁ Θεός2.
Ὁ
ἅγιος Ἀρσένιος καί μετά τήν ὁσιακή
κοίμησή του, πολλές φορές θαυματούργησε,
φανερώνοντας τή Χάρι πού ἔχει πάρει
ἀπό τόν Κύριο καί τήν παρρησία πού ἔχει
ἐνώπιόν Του.
Ἐντυπωσιακή
εἶναι ἡ θαυματουργική νεκρανάσταση
πού ἔχει κάνει στόν κ. Γεώργιο Θεοχαρόπουλο,
ὁ ὁποῖος τό διηγεῖται ὁ ἴδιος, ὅπως
τό ἄκουγε ἀπό τή μητέρα του.
Ὅταν
ἦταν σέ ἡλικία ἑνάμισυ ἔτους, πρίν
τόν πόλεμο τοῦ 1940, στίς Καρυές, στό
χωριουδάκι τοῦ Ὁσίου, ὅπου ἔμενε μέ
τήν οἰκογένειά του, συνέβη τό ἐξῆς: ὡς
γνωστόν ἐκεῖνα τά χρόνια ἡ ζωή ἦταν
πολύ δύσκολη, εἰδικά στά χωριά. Τά
περισσότερα ἦσαν χωρίς δρόμους, χωρίς
φῶς, χωρίς γιατρό γιά τήν ὥρα τῆς
ἀνάγκης. Ἐκεῖ λοιπόν, στό χωριουδάκι
τῶν Καρυῶν ἀρρώστησε ὁ μικρός Γεώργιος
τόσο πολύ πού πέθανε στά χέρια τῆς μάνας
του! Ὁλομόναχη ἐκείνη, χωρίς καμμία
ἀνθρώπινη βοήθεια, ἄφησε χάμω τό νεκρό
παιδί πού δέν ἀνέπνεε πλέον καί στρέφοντας
τά μάτια της πρός τήν Ἐκκλησίτσα τοῦ
ἁγίου Ἀρσενίου, προσευχήθηκε μέ δάκρυα
στά μάτια λέγοντας:
- Ἅγιε Ἀρσένιε, δέν ἔχω κανέναν ἄνθρωπο νά μέ βοηθήση. Εἶμαι μόνη μου, βοήθησέ με, σῶσε τό παιδί μου!
Ἀμέσως,
τήν ἴδια στιγμή, τό παιδί σηκώθηκε καί
περπάτησε!
Ταχύς
ἀντιλήπτωρ ὁ εὐσπλαγχνικός Ὅσιος!
-Ἡ
μητέρα μου μιλοῦσε συνέχεια γι᾿ αὐτό
τό μεγάλο θαῦμα τοῦ Ἁγίου, τονίζοντας
συγκινημένος ὁ συνταξιοῦχος πλέον κ.
Γεώργιος Θεοχαρόπουλος.
2).
Ἕνα ἰδιαίτερα συγκινητικό θαῦμα εἶναι
ἡ ἀνάβλεψις τυφλοῦ, ὅταν ἔβαλε ἁγίασμα
ἀπό τή σπηλιά τοῦ Ὁσίου στά τυφλά μάτια
του.
Πρόκειται
γιά τόν κ. Ἰωάννη Ἀνδρεόπουλο, πού μέ
πολλή συγκίνηση κι εὐγνωμοσύνη, ὁμολογεῖ
τό θαῦμα τοῦ Ἁγίου.
3).
Τό ἄλλο θαῦμα τὄχει διηγηθεῖ ὁ Βοσκός
τῆς περιοχῆς, ὁ ὁποῖος εἶπε πώς ὁ
Ἁγιος τόν ἐσωσε ἀπό βέβαιο θάνατο,
ἐμποδίζοντάς τον νά χρησιμοποιήση τό
κυνηγετικό του ὅπλο μέσα στό ὁποῖο
χωρίς νά τό θυμᾶται, εἶχε ἀφήσει πανιά
ὅταν τό καθάριζε. Ἄν τό χρησιμοποιοῦσε
πρίν ν᾿ ἀντιληφθῆ τό γεγονός, θά ἔσκαζε
τό ὅπλο μπροστά στό πρόσωπό του!
4).
Ἕνα ἐπαναλαμβανόμενο, τέλος, θαῦμα
κάθε χρόνο στήν ἑορτή του ( 8 Μαΐου) εἶναι
τό ἑξῆς:
Κατά
τή διάρκεια τῆς Θείας Λειτουργίας, ἡ
ὁποία τελεῖται μέσα στό σπήλαιο, στό
ἄκρον τῆς Ἁγίας Τράπεζης ἀπό τό βράχο
στάζει ἰαματικό ἁγίασμα. Μόλις τελειώσει
ἡ Θεία Λειτουργία, σταματάει καί ἡ ροή.
Αὐτό ἔχει γίνει ἀντιληπτό ἀπ᾿ ὅλους
τούς Προσκυνητές καί ἰδιαίτερα ἀπό
τούς ἱερεῖς.
Αὐτά
ἐνδεικτικά, γιατί δέν ἐξαντλεῖται
ποτέ μέ διηγήσεις ἡ δράσις ἑνός
καταξιωμένου Ἁγίου τοῦ Θεοῦ.
Οἱ
Ἅγιοι συνεχῶς “ ἐργάζονται “ μέ τή
Χάρι πού τούς ἔχει δοθεῖ ἀπό τό Σωτῆρα
Χριστό καί προστατεύουν, προφθάνουν νά
μή γίνει τό κακό, σκεπάζουν, ἐμπνέουν,
ἑνώνουν καί εἰρηνεύουν τ᾿ ἀγαπημένα
τους “τέκνα” πού τιμοῦν, σέβονται καί
εὐλαβοῦνται τόν Κύριο καί τούς ἁγίους
Του.
Ὁ
Ἅγιος Ἀρσένιος πάντα ποθοῦσε νά
“χάνεται” μέσα στό ὑπερκόσμιο κι
ἄκτιστό Φῶς τῆς δόξας τοῦ Χριστοῦ
καί τῆς Θεομήτορος. Ἔτσι καί σάν
καταξιωμένος ἅγιος εἶναι τοποθετημένος
καί συνδεδεμένος ἄρρηκτα μέ τή δόξα
τῆς Οὐράνιας Δέσποινας τῆς Βαρνάκοβας.
Τή δόξα τῆς ἁγιωσύνης του τήν ἔκανε ὁ
Μύστης τῆς Θείας Ἀγάπης ἀστέρι
γλυκόφεγγο στό ἀθάνατο στέμμα Της.
Εἴθε
οἱ Μητρικές πρεσβεῖες τῆς Θεοτόκου
καί οἱ ὁσιακές τοῦ Ἁγίου μας, ν᾿
ἀνοίξουν τή θύρα τοῦ Θείου ἐλέους καί
γιά ἐμᾶς. Ἀμήν!
Τέλος
καί εἰς τόν Τριαδικόν Θεόν δόξα τιμή
καί
προσκύνησις εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων
Ἀμήν!!!
Θεοτοκίον
Ἀπό πτώσεων Μῆτερ, ἁμαρτιῶν φύλαξον, πάντας τούς τιμῶντάς σε πόθῳ,
ὡς διεφύλαξας, κλεινόν Ἀρσένιον, ποτέ ἐξ ὕψους πεσόντα, καί
τῇ πέτρᾳ στήριξον, Χριστοῦ τούς δούλους σου.
1Ὁ
ἱστορικός Π. Καλονάρος ὑποστηρίζει
ὅτι κάτω ἀπό τό καθολικό ὑπάρχει τό
ὀστεοφυλάκιο τῶν Πατέρων τῆς Μονῆς.
2Ὁ
Ὅσιος λόγιος Μοναχός Νικόδημος Καβάσιλας
ὁ Βαρνακοβίτης, ἔγραψε περί τό 1600 τό
βίο καί τήν ἀκολουθία του, ἀλλά δυστυχῶς
ἐχάθησαν στήν πορεία τοῦ χρόνου.
Ἀπό
τό
βιβλίο:
“Ο
ΟΣΙΟΣ
ΑΡΣΕΝΙΟΣ
Ο
ΒΑΡΝΑΚΟΒΙΤΗΣ
ΙΔΡΥΤΗΣ ΤΗΣ Ι.ΜΟΝΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΒΑΡΝΑΚΟΒΑΣ
(1077Μ.Χ.)
ΙΔΡΥΤΗΣ ΤΗΣ Ι.ΜΟΝΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΒΑΡΝΑΚΟΒΑΣ
(1077Μ.Χ.)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου