Σελίδες

Σάββατο 11 Ιανουαρίου 2014

Γράφει, ἀλλά περιμένει τή μεγάλη του ὥρα.Πεθαίνουν τ’ ἀδέρφια του. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

Γράφει, ἀλλά περιμένει τή μεγάλη του ὥρα 
Πεθαίνουν τ’ ἀδέρφια του
Ὁ πληγωμένος Ἀετός. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος

Ἀπό τό 364 μέχρι τό 370, πού ὁ Βασίλειος ἔγινε μητροπολίτης Καισαρείας, ὁ Γρηγόριος ἀνέπτυξε δράση ἐξαιρετική. Πέρασε ἡμέρες δύσκολες καί εὐχάριστες μαζύ. Ἀπογοητεύσεις καί πνευματικές ἱκανοποιήσεις. Ἐργαζόταν κι ἔγραφε γιά τούς λίγους ναζιανζηνούς. 
Πάντα ὅμως εἶχε στό νοῦ του ὁλόκληρη τήν Ἐκκλησία. Τά κείμενά του γράφονταν γιά τήν οἰκουμένη ὁλόκληρη. Καί γιά τήν ἱστορία ὁλόκληρη. Δέν εἶχε τήν ἔπαρση πού δίνει στό συγγραφέα ἡ μεγαλωσύνη τοῦ κειμένου του. Ἤθελε ὅμως καί περίμενε τά κείμενά του νά διαβαστοῦν ἀπό εὐρύτερο κοινό. 
Καί αὐτό ἔγινε στό μεγαλύτερο δυνατό βαθμό. Οἱ Λόγοι του εἶναι ποσοτικά λιγότεροι ἀπό τά κείμενα ὁποιουδήποτε ἄλλου σπουδαίου πατέρα καί διδασκάλου τῆς Ἐκκλησίας. Καί ὅμως οἱ Λόγοι αὐτοί διαβάστηκαν περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλο θεολογικό κείμενο. Καί ὄχι μόνο αὐτό. 
Κανένας μεταγενέστερος θεολόγος δέν διανοεῖται ν’ ἀσχοληθεῖ σοβαρά μέ τριαδολογία ἤ χριστολογία, χωρίς νά μελετήσει προσεκτικά τά κείμενα τοῦ Γρηγορίου καί νά τά υἱοθετήσει.
Παράλληλα ταξίδεψε πολύ σέ μικρές καί μεγάλες πόλεις, γιά νά ἐνισχύσει τούς ὀρθοδόξους. Κρατοῦσε ἀλληλογραφία μέ πολλά ἐκκλησιαστικά πρόσωπα καί μέ ἀνώτερους κρατικούς ὑπαλλήλους.
Οἱ τελευταῖοι μποροῦσε νά ἦταν κι ἐθνικοί, ὅπως ὁ Κανδιδιανός.
Ἀπό αὐτούς ζητοῦσε νά βοηθήσουν ἀνθρώπους τῆς Ἐκκλησίας ἤ τήν ἴδια τήν Ἐκκλησία.
Προπαντός ταξίδευε συχνά στήν Καισάρεια. Ἐκεῖ παραστεκότανε στό Βασίλειο, πού εἶχε βάλει σ’ ἐνέργεια πολύπλευρο ἔργο. Καί ὁ Βασίλειος αἰσθανόταν ἰδιαίτερη ἀνακούφιση μόλις τόν ἔβλεπε. 
Περνοῦσαν ἡμέρες καί νύχτες πνευματικῆς εὐφροσύνης. Αὐστηροί ἀσκητές καί οἱ δύο, τρώγανε συνήθως μόνο χόρτα. Κοιμόντουσαν ἐλάχιστα καί τήν ὑπόλοιπη νύχτα προσεύχονταν καί συζητοῦσαν τά θεολογικά προβλήματα, πού ὅλο καί φούντωναν. Ὁ Βασίλειος μιλοῦσε περισσότερο.
Ἄλλωστε εἶχε ἤδη δώσει τό μεγάλο του θεολογικό στίγμα. Εἶχε γράψει τό 364, στό ἀσκητήριο, τό περίφημο ἔργο του «Κατά Εὐνομίου».  Σ’ αὐτό στηρίχτηκε ἡ θεολογία τῶν Καππαδοκῶν καί τῆς Ἐκκλησίας ὁλόκληρης.
Ὁ Βασίλειος, πιό ἀποφαστιστικός, ἐκφραζότανε κι ἐνεργοῦσε πρῶτος. Λές καί ἤξερε ὅτι θά πέθαινε καί πρῶτος, ἔντεκα χρόνια πρίν ἀπό τό Γρηγόριο, στίς τελευταῖες ἡμέρες τοῦ 378.
Σέ ἡλικία 49 περίπου ἐτῶν. Ὁ Γρηγόριος εἶχε μέσα του μιά ἀνασταλτικότητα. Ἤξερε νά περιμένει, ὅταν ἐπρόκειτο νά δράσει. Δέ βιαζότανε καθόλου νά κάνει θεολογία. Ἡ μεγάλη του ὥρα θά ἐρχότανε ἀργότερα. Ξέσπαγε ὅμως μέ ποιήματα. Σ’ αὐτά φανέρωνε ὅλα τά σκιρτήματα τῆς εὐγενικῆς καί πολύβαθης ψυχῆς του. Τό ἴδιο ἀλλά σέ μικρότερο βαθμο, ἔκανε καί μέ τίς ἐπιστολές του.

Πεθαίνουν τ’ ἀδέρφια του
Ἡ χρονιά τοῦ 368 πότισε μέ πολλή δοκιμασία τόν Γρηγόριο. Ἕνεκα τοῦ Καισαρίου. Ὁ ἀγαπημένος του ἀδερφός εἶχε ἀπό τό 364 γυρίσει στήν Κωνσταντινούπολη.  Τιμές, δόξες, χρήματα κι ἀξιώματα του προσφέρθηκαν ἄφθονα.
Μέσα τους καί τό ἀγκάθι. Ὅλ’ αὐτά γίνανε μέ αὐτοκράτορα τόν Οὐάλη, ἕναν φοβερό διώκτη τῶν ὀρθοδόξων.  Τέλος πάντων, τά πράγματα πορεύονταν.
Τό 368, ἄγνωστο πῶς, ὁ Καισάριος εἶχε τήν εὐθύνη τοῦ δημοσίου ταμείου στή Νίκαια τῆς Βιθυνίας.  Τότε, καταστρεπτικός σεισμός ἀφάνισε τήν πόλη καί δέ θαφτήκανε λίγοι στά ἐρείπιά της. Σ’ αὐτούς πού σώθηκαν καί ὁ Καισάριος.
Μέρος τῶν ἀγαθῶν του χάθηκε.  Ἔμεινε ὅμως ἀκόμη στή κατοχή του τεράστια περιουσία. Ὑποστατικά, δοῦλοι, ἔπιπλα, χρήματα, κτήματα.... Κι ἐνῶ γλίτωσε ἀπό τό σεισμό, ἀρρώστησε βαριά.  Στή διάρκεια τῆς ἀρρώστιας μοίρασε ἀρκετά χρήματα καί ἀκίνητα σέ φτωχούς καί δούλους του.  Παράγγειλε στό Γρηγόριο πῶς τέλειωσες ὁριστικά τίς κοσμικές ἀσχολήσεις του. Θά τ’ ἄφηνε ὅλα. Θά γύριζε στή Ναζιανζό κι ἐπιτέλους θ’ ἀφιερωνότανε στή διακονία τῆς Ἐκκλησίας.
Ὁ Θεός ὄμως εἶχε ἀλλῶς ἀποφασίσει.
Ὁ Καισάριος πέθανε. Οἱ γονεῖς καί ὁ Γρηγόριος τόν θρήνησαν. Τόν ἔθαψαν στόν τάφο, πού εἶχε ἀνοιχτεῖ γιά τούς γονεῖς.
Ὁ Γρηγόριος τοῦ ’γραψε στίχους πολλούς.  Τοῦ ἐκφώνησε κι ἐπιτάφιο λόγο, γεμάτο ἀγάπη, θλίψη ἀλλά καί ὑπερηφάνεια γιά τόν μικρότερο καί πολυδοξασμένο ἀδερφό. Ἔτσι ὁ Καισάριος ἀπό τ’ ἀνάκτορα καί τήν ἐξουσία, στό χῶμα μέ φτωχικό σάβανο πού κι αὐτό θά λιώσει!
Ἡ θλίψη καί ἡ δοκιμασία ὅμως τοῦ Γρηγορίου δέν τέλειωσαν ἐδῶ.  Πήρανε τόν ἀνήφορο, διότι τώρα ἔπρεπε νά φροντίσει καί τά πολλά περιουσιακά στοιχεῖα τοῦ Καισάριου, πού πέθανε ἀνύπαντρος.  Δοῦλοι, γείτονες καί ἅρπαγες, πέσανε σέ χτήματα, ζῶα, ἔπιπλα καί ἀκριβό ρουχισμό. Ὁ Γρηγόριος ἔβλεπε καί δέν πίστευε στά μάτια του.
Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί πρωτύτερα τόν σέβονταν καί τόν τιμοῦσαν. Τώρα τόν κοιτάζανε μέ ἄγριο μάτι.  Τόν ποδοπατούσανε νά περάσουν  Νά κλέψουν ν’ ἀπαιτήσουν, νά καταστρέψουν.  Μία σύγκρουση χωρίς προηγούμενο.  Καί ἦταν ὑποχρεωμένος νά ἐπιβάλει τάξη καί δίκαιο ὁ πιό ἀκτάλληλος γιά τέτοια ἄνθρωπος, ὁ Γρηγόριος.
Πῆγε στή Νίκαια.  Κι ἀντί νά συμμαζέψει τήν κατάσταση, μάζεψε πικρία, προσβολές κι ἀπογοητεύσεις.  Σέ τέτοιες στιγμές ἐπιθύμησε βαθύτερα τό μεγαλεῖο τοῦ ἀναχωρητῆ.  Καταριότανε τίς κοσμικές φροντίδες.  Ζητοῦσε εὐκαιρία νά μείνει μόνος μέ τό Θεό.  Νά εἶναι πάντα μέ τό Θεό ἡ ψυχή του.  Νόμιζε ὅτι δέ θά ξαναβρεῖ ποτέ τή γαλήνη... Ἤλπιζε ὅμως ὅτι ὅταν οἱ γέροι γονεῖς κλείσουν τά μάτια, ἐκεῖνος θά φύγει νά μονάσει. Ἀλλά...
Τέλοσπάντων, ἔκανε ὅ,τι ἔκανε στή Νίκαια καί γύρισε στή Ναζιανζό, νά παρηγορηθεῖ στό ἀγαπημένο οἰκεῖο περιβάλλον του. Ἀλλά δέν πέρασαν ἕνα ἤ δύο χρόνια κι ἐφασε νέος θάνατος. Ἡ ἀδελφή του Γοργονία.
Τή θρήνησε, τήν ἔκλαψε.  Τῆς ἀφιέρωσε πολλούς στίχους κι ἕνα ἐπιτάφιο Λόγο. Ἡ Γοργονία λίγο μεγαλύτερή του στά χρόνια, ζοῦσε μέ παιδιά κι ἐγγόνια στή Λυκαονία, μᾶλλον στό Ἰκόνιο, παντρεμένη μέ τόν Ἀλυπιανό. Ἤτανε πλούσια, εὐγενική καί βοηθοῦσε τούς πτωχούς καί τούς ναούς.  Νήστευε, προσευχότανε πολύ, εἶχε δάκρυα μετανοίας.  Μέ λίγα λόγια ἤτανε πρότυπο χριστιανικῆς γυναίκας, πού πέθανε προσφέροντας ψαλμικούς στίχους.
Ὁ πληγωμένος Ἀετός (Γρηγόριος ὁ Θεολόγος)
(ἀφηγηματικὴ Βιογραφία)
 σελ.80-83
Στυλιανοῦ Γ. Παπαδοπούλου Καθηγητή Πανεπιστημίου
Ἔκδοση Δ΄
Ἀποστολική διακονία
17 Νοεμβρίου 2013

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου