Μὲ
δάκρυα πικρὰ καὶ μετάνοια οἱ Πρωτόπλαστοι
ἀντιμετώπισαν τὸν πόνο καὶ τὴ λύπη
ἐξαιτίας τῆς πτώσεως καὶ τῆς ἐκπτώσεως
ἐκ τοῦ Παραδείσου κρατώντας τὴν ἐλπίδα
τῆς ἐπαγγελίας, δηλαδὴ τῆς ἐπικείμενης
συντριβῆς τοῦ ἀρχεκάκου δαίμονος ποὺ
τοὺς ξεγέλασε καὶ τῆς ἐν καιρῷ
ἀναγεννήσεως τοῦ πεπτωκότος ἀνθρώπου
διὰ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ὁ
μετὰ ἀπὸ αὐτοὺς Πατριάρχης Ἀβραὰμ
καὶ ἡ Σάρρα ἡ γυναίκα του ἐδέχθησαν
μὲ πίστη καὶ ὑπομονὴ τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ
ποὺ τοὺς καλοῦσε νὰ ἀπομακρυνθοῦν
ἐκ τῆς συγγενείας των καὶ νὰ ὁδηγηθοῦν
μετανάστες σὲ ξένη γῆ, τὴν ὁποία τοὺς
ὑπέδειξε ὁ Τριαδικὸς Θεός, τὸν ὁποῖον
Θεὸν ἀξιώθηκαν νὰ φιλοξενήσουν ἐξαιτίας
τῆς ὑπακοῆς. Ἐκεῖ ἄκουσε ὁ Ἀβραὰμ
ὅτι ἐκ τοῦ σπέρματός του καὶ τῆς
ὀσφύος αὐτοῦ ἐνευλογηθήσονται πᾶσαι
αἱ φυλαὶ τῆς γῆς[1]
καὶ ἔλαβε πολύτιμο δῶρο τὸν Ἰσαάκ.
Ἐπίσης, γνωρίζουμε, ὅτι δάκρυα
ἔρρεαν ἡμέραν καὶ νύκτα ἀπὸ τὰ μάτια
τοῦ Προφητάνακτος Δαυΐδ, καὶ τοιουτοτρόπως
ἀντιμετώπιζε τὸν πόνο καὶ τὴ λύπη ποὺ
εἶχαν καταλάβει τὴν ψυχή του, ἐξαιτίας
τῆς διπλῆς ἁμαρτίας στὴν ὁποία εἶχε
ὑποπέσει: «Ἐκοπίασα ἐν τῷ στεναγμῷ
μου, λούσω καθ’ ἑκάστην νύκτα τὴν
κλίνην μου, ἐν δάκρυσί μου τὴν στρωμνήν
μου βρέξω.»
(Ψαλμ. στ΄). Μεγάλη ἡ μετάνοια!!!
Ὁ Δαυΐδ ἔλαβε τὴν εὐλογία ἀπὸ τὸν
Θεό, νὰ ὀνομάζεται ὁ Χριστὸς κατὰ τὴν
ἀνθρωπίνη φύση Υἱὸς Δαυΐδ.[2]
Ἀλλὰ
τί νὰ συνεχίσω; Δὲν θὰ ἔφθανε ὁ χρόνος,
τὸ χαρτὶ καὶ τὸ μολύβι νὰ διηγηθοῦμε
ὅσα πλεῖστα παραδείγματα μετανοίας
ἀναφέρονται στὴν Παλαιὰ Διαθήκη καὶ
ἀφοροῦν ὅλους ἐκείνους ποὺ ἀγωνίστηκαν
ἀπὸ τὸν πρῶτο Ἀδὰμ ἕως τὸν Τίμιο
Πρόδρομο, οἱ ὁποῖοι στὸν πόνο, στὶς
θλίψεις καὶ στὶς ἀνάγκες τῆς μεταπτωτικῆς
καρδίας καὶ τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου(παλιανθρώπου)
διαχρονικὰ ἀναφωνοῦσαν: «Θλίψεις καὶ
ἀνάγκαι εὕροσάν με, αἱ ἐντολαί σου
μελέτη μου.[3]»,
«ὡς γλυκέα τῷ λάρυγγί μου τὰ λόγιά
σου, ὑπὲρ μέλι τῷ στόματί μου[4]»,
«ἐμνήσθην τοῦ Θεοῦ καὶ εὐφράνθην...[5]»,
«διὰ τοῦτο ἠγάπησα τὰς ἐντολάς σου
ὑπὲρ χρυσίον καὶ τοπάζιον[6]»,
«ἐν θλίψει ἐπλάτυνάς με[7]»,
καὶ πολλὰ ἄλλα
παρόμοια.
Καὶ
βέβαια, τί ἔτι χρεία ἔχομεν περαιτέρω
μαρτύρων! Ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος, ποὺ στὸ
Θεανδρικὸ πρόσωπό Του ἐκπληρώθηκαν
ὅλες οἱ προφητεῖες τῆς Παλαιᾶς
Διαθήκης, ἀπεκάλυψε τὴν ἐν Χριστῷ
ὑπομονὴ ἕως τέλους· «...ὁ δὲ ὑπομείνας
εἰς τέλος οὗτος σωθήσεται[8]»·
ὄχι μόνο μὲ λόγια «...ἐν τῷ κόσμῳ
θλῖψιν ἕξετε· ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ
νενίκηκα τὸν κόσμον[9]»
ἀλλὰ καὶ μὲ πράξεις· μὲ τὴν ἀπόλυτη
δηλαδὴ ὑπακοή Του στὸν Πατέρα, φθάνοντας
ὡς τὸν σταυρικὸ θάνατο. «...Πάτερ μου,
εἰ οὐ δύναται τοῦτο τὸ ποτήριον
παρελθεῖν ἀπ’ ἐμοῦ ἐὰν μὴ αὐτὸ
πίω, γενηθήτω τὸ θέλημά σου.[10]»,
δηλ. «Πάτερ μου, ἐὰν δὲν εἶναι δυνατὸν
τὸ ποτήριον αὐτὸ νὰ παρέλθῃ ἀπὸ ἐμέ,
καὶ δὲν μπορῇ νὰ γίνῃ διαφορετικὰ
παρὰ νὰ πίω τὸ ποτήριον, ἂς γίνῃ τὸ
θέλημά σου.» (Μετάφρασις Παν. Τρεμπέλα).
Ἔτσι,
ἡ ἀπάντησή Του στὴν παράκληση τοῦ
Ἀποστόλου Παύλου ποὺ πονοῦσε, ἦταν:
«...ἀρκεῖ σοι ἡ χάρις μου· ἡ γὰρ δύναμίς
μου ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται...[11]».
Ἐπιπλέον,
στὰ μαρτύρια τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, τῶν
Ἁγίων Μαρτύρων, ἀλλὰ καὶ στὰ φοβερὰ
ἀσκητικὰ γυμνάσματα Ἀσκητῶν Ὀρθοδόξων
Πατέρων μας, Αὐτοπροσώπως, ἐπαρουσιάζετο
ὁ Ἰησοῦς καὶ τοὺς ἐνεθάρρυνε νὰ
ὑπομείνουν εἰς τέλος τὰ μαρτύρια καὶ
τὶς θλίψεις γιὰ νὰ ἀπολαύσουν ἐν
δικαιοσύνῃ τὸν ἀμαράντινον τῆς δόξης
στέφανον (π.χ. Ἅγιος Πολύκαρπος Ἐπίσκοπος
Σμύρνης, Ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος).
Στὸ πνεῦμα αὐτὸ καὶ οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι,
ἀκολουθοῦντες κατὰ πόδας τὸν Κύριο,
μᾶς τονίζουν: «καὶ αὐτὸ τοῦτο δὲ
σπουδὴν πᾶσαν παρεισενέγκαντες
ἐπιχορηγήσατε ἐν τῇ πίστει ὑμῶν τὴν
ἀρετήν, ἐν δὲ τῇ ἀρετῇ τὴν γνῶσιν,
ἐν δὲ τῇ γνώσει τὴν ἐγκράτειαν, ἐν
δὲ τῇ ἐγκρατείᾳ τὴν ὑπομονήν, ἐν
δὲ τῇ ὑπομονῇ τὴν εὐσέβειαν, ἐν δὲ
τῇ εὐσεβείᾳ τὴν φιλαδελφίαν, ἐν δὲ
τῇ φιλαδελφίᾳ τὴν ἀγάπην. ταῦτα γὰρ
ὑμῖν ὑπάρχοντα καὶ πλεονάζοντα οὐκ
ἀργοὺς οὐδὲ ἀκάρπους καθίστησιν
εἰς τὴν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ
ἐπίγνωσιν· ᾧ γὰρ μὴ πάρεστι ταῦτα,
τυφλός ἐστι, μυωπάζων, λήθην λαβὼν
τοῦ καθαρισμοῦ τῶν πάλαι αὐτοῦ
ἁμαρτιῶν.»(Β΄Πέτρ.α΄,5-9). «Πᾶσαν χαρὰν
ἡγήσασθε, ἀδελφοί μου, ὅταν πειρασμοῖς
περιπέσητε ποικίλοις, γινώσκοντες
ὅτι τὸ δοκίμιον ὑμῶν τῆς πίστεως
κατεργάζεται ὑπομονήν· ἡ δὲ ὑπομονὴ
ἔργον τέλειον ἐχέτω, ἵνα ἦτε τέλειοι
καὶ ὁλόκληροι, ἐν μηδενὶ λειπόμενοι.»(
Ἰακ.α΄,2-4).
Ὑπάρχει,
λοιπόν, αἰώνια ἡ μαρτυρία ὅτι μόνον
μέσα στὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση, τὴν
Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, μὲ φιλότιμο,
διεξάγεται ὁ πνευματικὸς ἀγώνας εἰς
τέλος, μὲ πολλὲς πτώσεις καὶ ἀνατάσεις.
Δέν
ἀπομακρυνόμαστε ποτὲ ὅμως ἔξω καὶ
πέρα τῆς ἐμπειρίας τῶν Ἁγίων στὸν
ἀγώνα μας ἑναντίον τοῦ σατανᾶ καὶ
τῶν τεχνασμάτων του,
τὰ ὁποῖα πολλάκις προξενοῦν πόνο,
θλίψη, σκοτάδι καὶ ἀγωνία στὶς ψυχὲς
τῶν ἀνθρώπων. Ὁ ἀρχέκακος μὲ αὐτὸν
τὸν τρόπο προσπαθεῖ νὰ ἀποθαρρύνει
τοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ τοὺς ἀπομακρύνει
ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη ἀσκητικὴ πρακτική.
Τὰ
ὅπλα καὶ τὰ πνευματικὰ φάρμακα ποὺ
συστήνουν οἱ Ἅγιοι, βγαλμένα ἀπὸ τὴν
δική τους βιωτή, εἶναι ἡ μυστηριακὴ
ζωή, ὁ ἁγιασμός, ἡ εἰλικρινὴς καὶ ἐκ
βάθους ἐξομολόγηση σὲ Ὀρθόδοξο
πνευματικό, ἡ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς,
οἱ βίοι τῶν Ἁγίων, ἡ ἐντρύφηση στοὺς
ὀρθόδοξους κανόνες τῶν λειτουργικῶν
βιβλίων καὶ σὲ ὅλα τὰ ἀποφθέγματα
τῶν Ἁγίων Πατέρων, καθὼς καὶ ἡ μὲ
ταπείνωση νηστεία, ἀγρυπνία, προσευχὴ
ποὺ ἀποτελοῦν οὐράνια χαρίσματα. Μὲ
αὐτὰ τὰ πνευματικὰ φάρμακα καὶ τὴ
συνεχὴ ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ
Ἰησοῦ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν
με», «Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ φώτισόν μου
τὸ σκότος» καὶ πάντοτε διὰ τῆς Ἀκτίστου
Χάριτος, σταδιακὰ ἀνεβαὶνουμε τὴν
κλίμακα τῆς κάθαρσης, τοῦ φωτισμοῦ
καὶ τῆς θέωσης καθ’ὅσον λίγο ὡς πολὺ
κατανοοῦμε τὸν λόγο τοῦ Κυρίου μας
ὅτι «ἐν τῇ οἰκίᾳ - Βασιλείᾳ - τοῦ
πατρός μου μοναὶ πολλαί εἰσιν[12]».
Τότε ἡ ψυχή μας καὶ ἡ καρδιά μας,
χαίρονται, ἀγαλλιοῦν καὶ ἀναπαύονται.
Καὶ
σήμερα;!!! Τί ἀκοῦμε, σήμερα; Θεέ
μου!!! Τί ἄλλο θὰ δοῦμε; Μᾶς συστήνουν
μὲ ὅλα τὰ μέσα ψυχολόγους καὶ
ψυχοθεραπευτές, βελονιστὲς καί
ὁμοιοπαθητικούς, ρεφλεξολόγους καί
οὐροθεραπευτὲς καθὼς καὶ ἄλλα
παρεμφερῆ τεχνάσματα, ξένα πρὸς τὴν
κλασσικὴ ἰατρική, μὲ σκευάσματα δῆθεν
θεραπευτικά, τὰ ὁποῖα ἑτοιμάζονται
μὲ ἐπίκληση δαιμόνων καὶ εἰδωλολατρικῶν
τελετῶν, ἀντίθετα βέβαια τῆς Ὀρθοδόξου
παραδόσεως. Προπαγανδίζοντας, προσπαθοῦν
νὰ μᾶς πείσουν ὅτι δῆθεν θὰ ἐπιτύχουμε
τὴν εἰρήνη τῆς ψυχῆς μας, τὴν ἠρεμία
τῆς καρδιᾶς μας, ἀξιοπρεπὴ διαβίωση
χωρὶς πόνο καὶ ἄγχος, φθάνουν ἀκόμη
νὰ ὁμιλοῦν καὶ γιὰ δῆθεν ἀξιοπρεπῆ
θάνατο. Μὲ κάθε τρόπο καὶ κάθε μέσο
βουτηγμένοι στὴν πλάνη τους συστήνουν
τὴ φυγοπονία, τὸν ὠχαδελφισμὸ καὶ τὴ
χαλαρότητα, καθὼς καὶ ἄλλα τοιαῦτα,
τὰ ὁποῖα δὲν ἔχουν καμμία σχέση μὲ
τὴν ἀληθινὴ μετάνοια καὶ τὴν ἐμπειρία
τῶν Ἁγίων. Τελικὸς στόχος τους εἶναι
«νὰ περνᾶμε καλά», «χαλαρὰ» καὶ ἡ μία
σαρκικὴ ἁμαρτία νὰ διαδέχεται τὴν
ἄλλη στὸν κατήφορο χωρὶς τέλος. Δηλαδή,
παίρνουν θέση καὶ στάση καθ’ὅλα
ἀντίθετη πρὸς τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας
ποὺ διαχρονικὰ ὑπερτονίζουν οἱ
Ἅγιοί μας μὲ τὴ ζωή τους καὶ τὸ λόγο
τους μέσα στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, μέσα
στὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση.
Δυστυχῶς
πρὸς στιγμήν, οἱ Νεοεποχῖτες ἔχουν
καταφέρει νὰ μυήσουν στὴν πλάνη τους
ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς πολλοὺς λαϊκούς,
καὶ Ὀρθόδοξους κληρικούς, ποὺ προβάλλουν
τὴν ψυχολογία, τὴν παιδοψυχολογία καὶ
τὴν ψυχοθεραπευτικὴ ὡς δῆθεν βοηθητικὰ
καὶ θεραπευτικὰ φάρμακα τῆς ψυχῆς
καὶ μὲ πλάγιο τρόπο ἁλωνίζουν τὰ
Ὀρθόδοξα σχολεῖα τῆς πατρίδος μας,
τὶς Ὀρθόδοξες οἰκογένειες, τὴν
Ὀρθόδοξη νεότητα, τὸ γῆρας, ὥστε ἔχουνε
φθάσει στὸ φοβερὸ σημεῖο πίσω ἀπὸ
κάθε ἀτύχημα καὶ δυστύχημα, ὅταν
συμβαίνει, νὰ τρὲχουν πρῶτοι γιὰ νὰ
στηρίξουν δῆθεν κάθε πονεμένο,
ἀποκλείοντας ἔτσι ἔντεχνα καὶ σὲ
αὐτὲς τὶς περιπτώσεις τὴν βοήθεια
τῶν Ὀρθοδόξων κληρικῶν ποὺ παραμένουν
πιστοὶ στὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση καὶ
πρακτικὴ βοηθείας τῶν πονεμένων διὰ
τῶν ἀχράντων Μυστηρίων.
Θὰ λέγαμε, λοιπόν, μετὰ
βεβαιότητος ὅτι ἡ Νέα ἐποχή, αὐτὸ τὸ
ἀπαίσιο πολυκέφαλο τέρας, μὲ τὴν
ψυχολογία καὶ τὴν παραψυχολογία ἔχει
σὰν τελικὸ σκοπὸ καὶ στόχο νὰ ἰσοπεδώσει
κάθε τί αὐθεντικὸ καὶ Ὀρθόδοξο, νὰ
ξεγελάσει κάθε ἄνθρωπο εἰ δυνατὸν καὶ
τοὺς ἐκλεκτούς. Ἔτσι ὥστε μὲ τὰ
ψυχοφάρμακα, τὴ φυγοπονία καὶ φυγομαχία,
τὴν δειλία καὶ τὴν ἀπελπισία, νὰ
ὁδηγηθεῖ ἡ ἀνθρωπότητα εἰς τὴν
ἀποτυχία τῆς ὑπαρξιακῆς της προοπτικῆς
ποὺ εἶναι ἡ ἐν Χριστῷ σωτηρία. Σημαία
τους εἶναι τὸ σύνθημα: «Προσπαθῆστε
νὰ ἀδιαφορεῖτε ὡς πρὸς τὴν ἁμαρτία,
μάθετε νὰ αὐτοθεραπεύεσθε καὶ νὰ
αὐτοσυγχωρεῖστε, καλλιεργῆστε ὅλα
τὰ σαρκικά σας πάθη καὶ ὅσο μπορεῖτε
θεραπεύετε ὁ ἕνας τὰ πάθη τοῦ ἄλλου».
Σοφιστεῖες, δηλαδή, καὶ τεχνάσματα,
ποὺ ὄχι μόνο δὲν ἀπαλλάσσουν τὸν
ἄνθρωπο ποὺ τυχὸν θὰ τοὺς πιστέψει,
ἀλλὰ τοὐναντίον τόν βυθίζουν ἔτι
περαιτέρω στὴν ἀπελπισία, στὸ ἄγχος,
στὴν ἀγωνία, σὲ ἕνα φαῦλο κύκλο, ποὺ
περιστρέφεται γύρω ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία
τῶν ὀφθαλμῶν, τὴν ἐπιθυμία τῆς σαρκὸς
καὶ τὴν ἀλαζονεία τοῦ βίου, ἕως τὴν
τελικὴ πτώση καὶ αὐτοκαταστροφή.
Σὲ
ἀντίθεση πάντοτε, ὅπως προαναφέραμε,
μὲ τὴν Ὀρθόδοξη ἐμπειρία τῶν Ἁγίων
ποὺ εἶναι ἡ ὑπομονή, ἡ ἀνδρεία,
τὸ ἀνδρικὸ φρόνημα, ἡ παράκλησις, τὰ
δάκρυα τῆς μετανοίας, ἡ δοξολογία καὶ
ἡ ψαλμωδία, ἡ καθαρὰ ἐξομολόγησις.
Τὰ ἀριστουργηματικὰ θεόπνευστα
τροπάρια ποὺ καὶ ὁ πιὸ ἀδαὴς
συνειδητοποιεῖ ὅτι δὲν μπορεῖ νὰ
εἶναι ἀνθρώπινα κατασκευάσματα,
ἀποτελοῦν τὴν ἄμεση βοήθεια στὴν
πεπτωκυΐα φύση μας, τὴν ὁποία ἡ ἁμαρτία
κατέστησε θνητή. Εἶναι τὰ πνευματικὰ
φάρμακα ποὺ δίνουν τὴν δυνατότητα,
αὐτὴ ἡ θνητή μας φύση νὰ ἐπανέλθει
ἀναστημένη στὴν προπτωτικὴ παραδείσια
κατάστασή της, ἔνθα οὐκ ἔστι πόνος, οὐ
λύπη, οὐ στεναγμός, ἀλλὰ ζωὴ ἀτελεύτητος.Τί
νὰ προσθέσει καὶ τί νὰ ἀφαιρέσει
κανεὶς ἀπὸ τὰ παρακάτω ἐνδεικτικὰ
τροπάρια;
«Ψυχή
μου, ψυχή μου, ἀνάστα, τί καθεύδεις; τὸ
τέλος ἐγγίζει, καὶ μέλλεις θορυβεῖσθαι·
ἀνάνηψον οὖν, ἵνα φείσηταί σου Χριστὸς
ὁ Θεός, ὁ πανταχοῦ παρών, καὶ τὰ πάντα
πληρῶν.»(Κοντάκιον Μεγάλου Κανόνος).
«Δέξαι
μου τὰς πηγάς τῶν δακρύων, ὁ νεφέλαις
διεξάγων τῆς θαλάσσης τὸ ὕδωρ· κάμφθητί
μοι πρὸς τοὺς στεναγμοὺς τῆς καρδίας,
ὁ κλίνας τοὺς οὐρανοὺς τῇ ἀφάτῳ σου
κενώσει...» (Τροπάριον τῆς
Κασσιανῆς).
Ἀψευδεῖς
μάρτυρες τῶν εὐεργεσιῶν ποὺ προέρχονται
ἀπὸ τὸν πόνο καὶ τὶς θλίψεις ποὺ ὁ
Θεὸς ἐπιτρέπει καὶ παραχωρεῖ, κρίμασιν
οἷς οἶδεν ὁ Κύριος, σύμφωνα μὲ τὴν
Ὀρθόδοξη θεώρηση, εἶναι καὶ οἱ σύγχρονοί
μας Ἅγιοι, Ἅγιος Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης
καὶ Ἅγιος Γέροντας Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης,
τῶν ὁποίων τὰ κείμενα, γιὰ τὶς
περιπτώσεις αὐτὲς τοῦ πόνου καὶ τῶν
θλίψεων καὶ τὴν εἰς βάθος κατανόησή
τους, εἶναι ἀπαράμιλλα καὶ ταυτίζονται
ἀπόλυτα μὲ τὰ προλεγόμενα τῶν Ἁγίων
Ἀποστόλων καὶ τῶν Ἁγίων Πατέρων, ποὺ
ξεκάθαρα εἶναι ἀντίθετα ἀπὸ ὅλη αὐτὴ
τὴν ψυχοσαβούρα τῆς Νέας Ἐποχῆς.
Παραθέτουμε
ἕνα χαρακτηριστικὸ ἀπόσπασμα ἐπιστολῆς
τοῦ Ἁγίου Γέροντος Παϊσίου τοῦ
Ἁγιορείτου:
«Αὐτοὶ
ποὺ δὲν εἶναι καλὰ πνευματικά, εἶναι
μερικοὶ Ἱερωμένοι ποὺ σπουδάζουν
ψυχολογία, γιὰ νὰ βοηθήσουν τὶς ψυχὲς
(μὲ ἀνθρώπινες τέχνες). Καὶ τὸ παράξενο
εἶναι ποὺ οἱ δάσκαλοί τους οἱ ψυχολόγοι
δὲν πιστεύουν στὸν Θεὸ καὶ δὲν
παραδέχονται οὔτε ψυχὴ ἢ τὴν παραδέχονται
μὲ ἕνα δικό τους τρόπο (σχεδὸν ὅλοι).
Ἀπὸ αὐτὴν τὴν πράξη τους οἱ κληρικοὶ
αὐτοὶ φανερώνουν ὅτι πνευματικὰ εἶναι
ἄρρωστοι καὶ ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ
Ἁγιοπατερικὲς ἐξετάσεις, καί, ἀφοῦ
θεραπευθοῦν, τότε θὰ διακρίνουν καὶ
μόνοι τους τὸ ἄρρωστο αὐτὸ πνεῦμα
καὶ θὰ γνωρίσουν παράλληλα καὶ τὴ
θεία Χάρη, γιὰ νὰ χρησιμοποιοῦν στὸ
ἑξῆς γιά τὶς ψυχὲς ποὺ πάσχουν τὴν
θεία ἐνέργεια καὶ ὄχι τὶς ἀνθρώπινες
τέχνες...
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος βοηθηθεῖ
νὰ πιστέψει στὸ Θεὸ καὶ στὴ μέλλουσα
ζωή, τὴν αἰώνιο – συλλάβει δηλαδὴ τὸ
βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς – καὶ μετανοήσει,
ἀλλάξει ζωή, ἔρχεται ἀμέσως ἡ θεία
παρηγοριὰ μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία
ἀλλοιώνει τὸν ἄνθρωπο, διώχνοντας καὶ
ὅλα τὰ κληρονομικά του. Ἔτσι ἔγινε
σὲ πολλοὺς ἀνθρώπους πού μετανόησαν,
ἀγωνίστηκαν μὲ φιλότιμο ταπεινά,
χαριτώθηκαν, ἔγιναν καὶ Ἅγιοι καὶ
τοὺς προσκυνᾶμε τώρα μὲ εὐλάβεια καὶ
ζητᾶμε καὶ τὶς πρεσβεῖες τους, ἐνῶ
πρὶν εἶχαν πολλὰ πάθη καὶ κληρονομικά.
Ἐπὶ παραδείγματι, ὁ Ὅσιος Μωυσῆς ὁ
Αἰθίωψ, ἐνῶ πρὶν ἦταν ὁ πιὸ αἱμοβόρος
ληστής, μὲ κληρονομικὴ κακία, μόλις
πίστεψε στὸν Θεό, μετανόησε, ἀσκήθηκε,
ἔφυγαν ὅλα τὰ πάθη, τὸν ἐπισκέφθηκε
ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ καὶ ἀξιώθηκε νὰ
λάβει ἀκόμα καὶ τὸ προφητικὸ χάρισμα.
Πέρασε δὲ στὴν εὐαισθησία ἀκόμα καὶ
τὸ Μέγα Ἀρσένιο, ὁ ὁποῖος ἦταν ἀπὸ
τὴ μεγαλύτερη ἀρχοντικὴ οἰκογένεια
τῆς Ρώμης, μὲ κληρονομικὲς ἀρετὲς
καὶ ἐπιστημονικὴ μεγάλη μόρφωση.
Ἑπομένως,
τὸ πᾶν εἶναι ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ. Τὴν
ψυχὴ μπορεῖ νὰ τὴν βοηθήσει μόνο ἕνας
χαριτωμένος Πνευματικός, μὲ πίστη, ποὺ
ἀγαπάει τὴν ψυχὴ καὶ τὴν πονάει, γιατί
γνωρίζει τὴ μεγάλη της ἀξία. Τὴν βοηθᾶ
στὴ μετάνοια, τὴν ξαλαφρώνει μὲ τὴν
ἐξομολόγηση, τὴν ἐλευθερώνει ἀπὸ τὸ
ἄγχος καὶ τὴν ὁδηγεῖ στὸν Παράδεισο
ἢ πετάει τὸ λογισμὸ μὲ τὸν ὁποῖο
βασανίζει τὴν εὐαίσθητη ψυχὴ ὁ πονηρός,
καὶ θεραπεύεται. Δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη
ἀρρώστια στὸν κόσμο ἀπὸ τὸ λογισμό,
ὅταν δηλαδὴ πείσει ὁ διάβολος τὸν
ἄνθρωπο μὲ λογισμοὺς ὅτι δὲν εἶναι
καλά. Ὅπως δὲν ὑπάρχει καὶ ἀνώτερος
γιατρὸς σ’ αὐτὲς τὶς περιπτώσεις ἀπὸ
τὸν ἔμπειρο Πνευματικό, ποὺ ἐμπνέει
ἐμπιστοσύνη μὲ τὴν ἁγιότητά του καὶ
πετάει αὐτοὺς τοὺς λογισμοὺς ἀπὸ τὰ
εὐαίσθητα πλάσματα τοῦ Θεοῦ καὶ
θεραπεύει ψυχὲς καὶ σώματα δίχως
φάρμακα, μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, καὶ τὶς
ἐξασφαλίζει καὶ τὸν Παράδεισο».(Γέροντος
Παϊσίου, «Ἐπιστολές», α΄ ἔκδοση, 1994,
σελ. 102-103. Πρόκειται γιὰ κείμενα ποὺ ὁ
ἴδιος ὁ γέροντας ἔγραψε μὲ τὸ χέρι
του).
Ἐν
συνεχείᾳ, παραθέτουμε λόγους τοῦ
Ἁγίου Γέροντος Πορφυρίου τοῦ
Καυσοκαλυβίτου: «Ξέρεις,
καθὼς σκεπτόμουν μία φορὰ μοῦ γεννήθηκε
ἡ ἀπορία. Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρχουν
ψυχίατροι, ποὺ δὲν πιστεύουν στὴν
ψυχή; Ἔτσι σηκώθηκα καὶ πῆγα μερικὲς
φορὲς στὸ Πανεπιστήμιο καὶ παρακολούθησα
μαθήματα ψυχιατρικῆς. Ἔ, κάτι προσπαθοῦν
νὰ κάνουν, ὰλλὰ τί νὰ κάνουν; Οἱ
ψυχίατροι καὶ οἱ ψυχολόγοι μοιάζουν
μὲ τὸν τυφλό, ποὺ μὲ τὴν ἁφὴ προσπαθεῖ
νὰ καταλάβη τὰ πράγματα, ποὺ βρίσκονται
γύρω του. Ἡ ψυχὴ εἶναι πολὺ βαθιὰ καὶ
μόνο ὁ Θεὸς τὴν γνωρίζει… Τὴν ψυχιατρικὴ
δὲν τὴ θέλω, ὅμως τοὺς ψυχίατρους τοὺς
ἀγαπῶ»(Κ. Γιαννιτσιώτη. Κοντὰ στὸν
Γέροντα Πορφύριο σελ. 198).
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ:
Ὁ
λόγος τοῦ Χριστοῦ μας Ἰησοῦ εἶναι
ἀψευδὴς καὶ αἰώνιος. Λέγει: «...μετανοεῖτε
καὶ πιστεύετε ἐν τῷ Εὐαγγελίῳ» (Μάρκ.
α΄,15). Τὸ τονίζει αὐτὸ ὁ Κύριος, ἐπειδὴ
μόνο ὁ λόγος Του ὡς Θεϊκὸς καὶ
Πνευματοφόρος εἶναι ἐκεῖνος ποὺ
τελικὰ λυτρώνει ὁλοκληρωτικὰ καὶ
ἀμετάκλητα ἀπὸ ὁποιονδήποτε πόνο,
στεναγμό, λύπη καὶ σκότος τὸν πιστὸ
καὶ ὑπάκουο στὶς ἐντολές Του καὶ τὸ
θέλημά Του. Ἔτσι, διὰ τοῦ Μεσσίου καὶ
Βασιλέως Ἰησοῦ, ἀποδυναμώνεται κάθε
τέχνασμα τῆς νεοεποχίτικης ψυχολογίας
καὶ ψυχοθεραπευτικῆς, διότι μόνο μέσα
ἀπὸ τὴν Σταύρωση περνᾶμε στὴν
Ἀνάσταση.
Χριστὸς ἀνέστη, χαρά μου! Σ’Αὐτόν,
τὸν Κύριον, ἀνήκουν ἡ Δόξα καὶ τὸ
Κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν.
[1]
«Καὶ εἶπε Κύριος τῷ Ἄβραμ· ἔξελθε
ἐκ τῆς γῆς σου καὶ ἐκ τῆς συγγενείας
σου... καὶ ἐνευλογηθήσονται ἐν σοὶ
πᾶσαι αἱ φυλαὶ τῆς γῆς.» (Γεν.ιβ΄,
1-3)
[2]
«Μνημόνευε Ἰησοῦν Χριστὸν..., ἐκ
σπέρματος Δαυΐδ, κατὰ τὸ εὐαγγέλιόν
μου»(Τιμ.Β΄,β΄,8)
[3]
(Μεσονυκτικὸν τὸ καθ’ἡμέραν)
[4]
(Μεσονυκτικὸν τὸ καθ’ἡμέραν)
[5]
(Ψαλμ.οστ΄,4)
[6]
(Μεσονυκτικὸν τὸ καθ’ἡμέραν)
[7]
(Ψαλμ.δ΄,2)
[8]
(Ματθ. κδ΄,13-14)
[9]
(Ἰωάν.ιστ΄,33)
[10]
(Ματθ. κστ΄,42)
[11]
(Β΄ Κορ. ιβ΄,9).
[12]
(Ίωάν.,ιδ΄,2)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου