Σελίδες

Πέμπτη 6 Μαρτίου 2014

O “ΘΕΟΣ” TOY KAZANTZAKH KAI TOY NIΤΣΕ-3 («Βούληση γιὰ κυριαρχία τῆς δύναμης τοῦ Ἀπόλυτου Κακοῦ, ἡ ὁποία βλέπει τὴν ἀνθρωπόμαζα σὰν “κρέας”»)


Ὁ «Θεὸς» τοῦ Καζαντζάκη καὶ τοῦ Νίτσε [Γ´]
Ἡ Συμβολή του στὴν Ἑδραίωση τῆς Παγκοσμιοποίησης 
καὶ γιατί ὁ «Νέος Τραγικὸς Πολιτισμὸς θὰ  ἀναπηδήσει ἀπὸ τὴν Γερμανία»

Δάφνη Βαρβιτσιώτη, Ἱστορικὸς

Β´ Μέρος: O “ΘΕΟΣ” TOY KAZANTZAKH KAI TOY NIΤΣΕ-2 («Ὁ Νέος Τραγικὸς Πολιτισμὸς θὰ ἀναπηδήσει ἀπὸ τὴν Γερμανία»)

.                 Τὸ Ἀπόλυτο Κακό, Μόνη Πηγὴ Ζωῆς: Ὁ Καζαντζάκης, δηλαδή, δὲν ἐπιλύει τὸ πρόβλημα τῆς λύτρωσης τῆς ἀνθρωπότητας ἀπὸ τὴν φρίκη τῆς ζωῆς, διότι θεωρεῖ τὸ Ἀπόλυτο Κακὸ ὡς τὴν μόνη πηγὴ ζωῆς, δημιουργίας καὶ ἐνέργειας καὶ ὡς τὴν μόνη κινητήριο δύναμη τῆς ἀνθρωπότητας: «Ἂν κόψεις ὅλα τὰ ἐλαττώματα ἀπὸ μία ψυχή, αὐτὴ παραμορφώνεται καὶ μαραίνεται. Γιατί χάνει μερικές, ἴσως τὶς πιὸ βαθιές, ρίζες της ποὺ τῆς φέρνουν θροφὴ ἀπὸ τὰ χώματα. Καὶ τῆς δίνουν δύναμη νὰ βαστάει καὶ ν’ ἀντέχει στὸ ἀποκρουστικὸ θέαμα τῆς καθημερινῆς φθορᾶς καὶ τοῦ καθημερινοῦ θανάτου, (…) «μονάχα οἱ ξεθυμασμένοι –καὶ πρὸ πάντων οἱ ἐντελῶς ξεθυμασμένοι, οἱ νεκροὶ– εἶναι λυτρωμένοι ἀπὸ κάθε κακία». (Κατ’ αὐτόν, δηλαδή, οἱ Ἅγιοί μας ἦσαν ζωντανοὶ-νεκροί.)
.                 Ἀφουγκραζόμενος τὸ Δικό του «Αἷμα»: τὴν παρουσία τῆς βούλησης γιὰ κυριαρχία τῆς ἄλογης, κακόβουλης καὶ ἀνθρωποκτόνου αὐτῆς -ἀόρατης, ἀλλὰ ὑπαρκτῆς- ὀντότητας ὁ Καζαντζάκης ἐντοπίζει παντοῦ καὶ στὰ πάντα. Π.χ., τὴν βλέπει νὰ ἐκφράζεται στὴν γοτθικὴ θρησκευτικὴ ἀρχιτεκτονικὴ ὡς «κάτι παράφορο κι ὁρμητικό, μία ἔνθεη ἀλλοφροσύνη ποὺ συνεπαίρνει ξάφνου τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν κάνει νὰ ἐξορμάει στὴν γαλάζιαν ἐρημιὰ καὶ νὰ ζητάει νὰ αἰχμαλωτίσει τὸν μεγάλο ἀνθρωποφάγο κεραυνὸ ποὺ ὀνομάζουμε “Θεό”». Ἀκόμα καὶ στὶς «τίγρες» βλέπει «τὸ πιὸ ἀποκαλυπτικό, τὸ πιὸ ἀντιπροσωπευτικὸ δημιούργημα τῆς ζωῆς. Εἶναι ἡ καθαρὴ οὐσία τῆς φοβερῆς δημιουργικῆς κίνησης, ἡ γυμνή, ἀχόρταγη, πονηρή, ἀνήλεη δύναμη, λυγερὴ πολὺ κι ὅλο ὕπουλη ἐπικίντυνη χάρη –ἀπαράλλαχτη σὰν τὸ Πνέμα. Ἂν τὸ Πνεῦμα ἦταν ὁρατό, ἔτσι σὰν τὸν τίγρη θὰ περπατοῦσε, καὶ θά ᾽τρωγε τὴν ἴδια τροφή: κοτρώνια κρέας. Κι ἔτσι, μὲ τὸ ἴδιο κίτρινο μάτι, πιτσιλισμένο αἷμα, θὰ κοίταζε τοὺς ἀνθρώπους. Ὄχι σὰν ὀχτρός, οὔτε σὰ φίλος· σὰν κρέας».
.                 Τὴν βούληση γιὰ κυριαρχία τῆς δύναμης τοῦ Ἀπόλυτου Κακοῦ –ἡ ὁποία βλέπει τὴν ἀνθρωπόμαζα σὰν «κρέας», δηλαδή, σὰν ἀπρόσωπη καὶ ἀναλώσιμη ὀργανικὴ ὕλη– ὁ Καζαντζάκης ἐντοπίζει καὶ μέσα του. Ἐξ ἄλλου, ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖον τὴν περιγράφει, μαρτυράει ἔντονη ἐμπειρία τῆς ἐπενέργειάς της ἐντός του.
.                 Μεταγγίζοντας τὸ «Αἷμα» του: Αὐτὴν ἐνσταλάζει καὶ στοὺς ἀνυποψίαστους ἢ ἀποίμαντους ἢ ἄθεους ἀναγνῶστες του, διὰ τῆς ὑποβολῆς. Ἡ πιὸ συνήθης πρακτική του εἶναι ἡ χρήση τοῦ πρώτου πληθυντικοῦ προσώπου, διὰ τοῦ ὁποίου τοὺς συμπαρασύρει στὴν δίνη τῆς δικῆς του ἐμπειρίας, καὶ στὴν ἕνωσή τους μὲ τὸν δικό του «θεό». Ὅσοι παρασύρονται χωρὶς νὰ τὸ συνειδητοποιοῦν, γίνονται μοιρολάτρες καὶ ὑποταγμένοι. Ὅμως, ὅσοι βρίσκουν, στὴν «Δύναμη» αὐτή, τὸ ἄλλοθι γιὰ τὴν ἀγριότητα τῆς δικῆς τους βούλησης γιὰ κυριαρχία, αὐτοὶ ἀποκτοῦν τὴν αὐτοσυνειδησία τῶν «ἐκλεχτῶν», στοὺς ὁποίους ὅλα ἐπιτρέπονται, καὶ μεταλλάσσονται σὲ συνειδητοὺς Θύτες (ὅπως οἱ παγκοσμιοποιητὲς καὶ οἱ ἀρωγοί τους)
.                 Ἡ Φωνὴ τοῦ Δαίμονα: Ἐπὶ παραδείγματι, μὲ ἀφορμὴ τὶς σαιξπηρικὲς τραγωδίες –καὶ ἐνῶ μαίνεται ὁ πόλεμος στὴν Εὐρώπη– ὁ Καζαντζάκης ὑποβάλλει στοὺς δυτικοὺς ἀναγνῶστες του ὅτι, ὅλοι ἀντιλαμβανόμαστε, «μέσα μας», τὴν ὕπαρξη μίας «ἄλλης φωνῆς»: «Μέσα μας μία φωνή, ὁ “ἄνθρωπος”, εἶναι φυσικὸ νὰ πονάει τοὺς ἀνθρώπους καὶ ν’ ἀποτροπιάζεται τὸ αἷμα· μὰ μέσα μας ὑπάρχει καὶ μία ἄλλη φωνή, ποὺ δὲ νοιάζεται γιὰ τὴν ἀσφάλεια, τὴν καλοπέραση καὶ τὴν εὐτυχία τοῦ ἀνθρώπου καὶ ξέρει πώς, χωρὶς τὸν Πατέρα Πόλεμο, θὰ βούρκιαζε, στεκάμενο νερό, ἡ ζωή. Ἡ ἀπάνθρωπη αὐτὴ φωνὴ μέσα στὸν ἄνθρωπο δὲν εἶναι δική μας· εἶναι κάποιου δαίμονα ποὺ ἐνεδρεύει στὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου, ἀπάνθρωπη καὶ ὑπεράνθρωπη. Ἢ καλύτερα: Περάνθρωπη, ποὺ φωνάζει, καὶ μάχεται γιὰ σκοποὺς πέρα ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο. Κι ἡ φωνὴ αὐτὴ “ἐλπίζει” πὼς ὁ πόλεμος δὲ θὰ πάψει ποτέ».
.                 Βέβαια, αὐτοὶ οἱ «σκοποὶ πέρα ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο» θὰ μποροῦσαν νὰ παραπέμπουν στὶς νομοτελειακὲς «διαδοχικὲς φάσεις τῆς γενικῆς μεταβολῆς τῶν ὄντων» τοῦ Γὶν-Γιάνγκ. Ὅμως, τόσο ὁ ἀνθρωποκτόνος «δαίμονας ποὺ ἐνεδρεύει μέσα στὴν ψυχή μας», ὅσο καὶ ἡ ἀνηλεὴς πηγὴ ἐκπορεύσεώς του καὶ τὰ παρελκόμενά της, παραπέμπουν σαφῶς ἀλλοῦ, γεγονὸς ποὺ ὁ Καζαντζάκης ὄχι ἁπλῶς γνωρίζει –καὶ ὄχι μόνον ἀναγνωρίζει ἐντός του–, ἀλλὰ μεταλαμπαδεύει καὶ σὲ ἐμᾶς, μεταλλάσσοντάς μας, ἄλλους μὲν σὲ θύτες, ἄλλους δὲ σὲ θύματα.
.                 Ἡ «Δύναμη ποὺ Σκοτώνει» καὶ ἡ Ἀριστοκρατία της: Ἄλλο παράδειγμα ἀθέατης μύησής μας στὸν δικό του «θεὸ» εἶναι τὸ ἑξῆς: μὲ τὸ ἐπιχείρημα ὅτι, ὁ θάνατος τοῦ ἥρωα τῆς σαιξπηρικῆς τραγωδίας ἀφήνει πίσω του μία «μυστηριώδη οὐσία», ἡ ὁποία δίνει στὸν ἥρωα «ἀκατάλυτη ζωή», ὁ Καζαντζάκης μᾶς ὑποβάλλει ὅτι: «Γι’ αὐτὸ νιώθουμε ἀνεξήγητη ἀνακούφιση στὸ τέλος τῆς τραγωδίας. Μίαν παράξενη συμφιλίωση μὲ τὴν Δύναμη ποὺ σκοτώνει. Συμφιλίωση μονάχα; Μπορεῖ, θαρρῶ, κι εὐγνωμοσύνη». «Γιατί ἡ Δύναμη αὐτὴ πρώτη φορὰ μᾶς δίνει τὴν εὐκαιρία νὰ μαντέψουμε, βλέποντας τὸν ἥρωα νὰ συντρίβεται ὄρθιος κάτω ἀπὸ τὸ βάρος ἀλάκερου τοῦ Σύμπαντου, πὼς ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου πρέπει νά’ ναι κάτι φοβερό, καὶ μέσα στὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου μία ἄλλη δύναμη, πολὺ πιὸ φοβερὴ ἀκόμα, ὅλο ποιότητα, ποὺ καταφρονάει, καὶ πέρα ἀπὸ τὸ θάνατο, τὴν τυφλὴ ὅλο χτηνωδία ποσότητα».
.                 Μὲ πρόσχημα, δηλαδή, τὶς σαιξπηρικὲς τραγωδίες, ὁ Καζαντζάκης μᾶς μυεῖ στὸν πυρήνα τῆς –ἀπογυμνωμένης ἀπὸ μυθολογικὲς ἀλληγορίες– δικῆς του «ἀλήθειας», ἡ ὁποία εἶναι ὅτι: ὅποιος θέλει νὰ ἀνήκει –ἢ αἰσθάνεται ὅτι ἀνήκει– στὴν μεταφυσικὴ ἀριστοκρατία τῶν Ἀδίστακτων, ἀποδέχεται ὅτι, οἱ ποιοτικές, «ζωντανὲς» καὶ δυνατὲς ψυχὲς καταφρονοῦν τὴν ζωὴ τῆς «τυφλῆς ὅλο χτηνωδία ποσότητας», πού, γι’ αὐτές, εἶναι ἁπλὸ «κρέας». Ἀποκαλεῖ, μάλιστα, τὰ ἔργα τοῦ Σαίξπηρ τὴν «Βίβλο τοῦ ἐλεύτερου ἀνθρώπου», διότι ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖον ὁ ἴδιος τὰ ἑρμηνεύει, τὸν συμφιλιώνει μὲ τὴν δική του βούληση κυριαρχίας καὶ μὲ τὰ δικά του ἀνθρωποκτόνα ἔνστικτα, καὶ ἔτσι τὸν ἀπελευθερώνει ἀπὸ κάθε τύψη καὶ ἐνοχή. Ἐξ οὗ καὶ ἡ εὐγνωμοσύνη του πρὸς «τὴν Δύναμη ποὺ σκοτώνει».
.                 Τὸ Δίκαιο Ἀνήκει στὴν Δύναμη: Σημειωτέον ὅτι, τὴν ἴδια στιγμὴ ποὺ οἱ δυνάμεις τοῦ ναζισμοῦ ἐφορμοῦσαν κατὰ τῆς ὑπόλοιπης Εὐρώπης, ὁ Καζαντζάκης –πού, ὅπως ὁ Νίτσε, ἀπεχθανόταν τὸν δυτικὸ πολιτισμὸ καὶ πίστευε ὅτι, «Ὁ νέος τραγικὸς πολιτισμὸς θ’ ἀναπηδήσει ἀπὸ τὴ Γερμανία»– ἔγραφε μὲ ἀγαλλίαση: «Ξεσκίσθηκαν οἱ μάσκες, γκρεμίστηκε ἡ πίστη, ἄνοιξαν οἱ καταπαχτὲς ποὺ κρατοῦσαν καταχωμένες τὶς μέσα μας ἀπάνθρωπες δυνάμεις». «Βρισκόμαστε πιά, μπαίνουμε πιά, στὴν ἀρχή. Δὲν εἶναι πιὰ παρακμὴ ἡ ἐποχή μας, ὅπως σοῦ ἀρέσει νὰ πιστεύεις, γιὰ νὰ δικαιολογήσεις τὴν ὕπαρξή σου· εἶναι ἀκμὴ ἀπὸ τεράστιες δυνάμες, βάρβαρες μπορεῖ, μὰ ἔτσι ἀρχινοῦν πάντα οἱ πολιτισμοί». Πρὸς ἐπίρρωση δὲ αὐτοῦ, προσέθετε: «Ὁ Τσιγκισχάνος φοροῦσε ἕνα σιδερένιο δακτυλίδι κι ἀπάνω ἦταν χαραγμένες δύο λέξες: “Ραστὶ-Ρουστί”, Δύναμη, Δίκιο. Ἡ ἐποχή μας φόρεσε τὸ σιδερένιο τοῦτο δαχτυλίδι». Μὲ γνώμονα, δηλαδή, ὅτι τὸ δίκαιο ἀνήκει στὴν δύναμη –ὅπως ἐπιτάσσουν καὶ τὰ ἀμφιλεγόμενης προέλευσης «Πρωτόκολλα τῶν Σοφῶν τῆς Σιών»– ὁ Καζαντζάκης ἔβλεπε τὶς δυνάμεις τοῦ Τρίτου Ράιχ, ὄχι ὡς ἁπλοὺς φορεῖς τῆς ἀμέσως ἑπόμενης ἀπὸ τὶς «διαδοχικὲς φάσεις τῆς γενικῆς μεταβολῆς τῶν ὄντων» τοῦ Γὶν-Γιάνγκ, ἀλλὰ ὡς φορεῖς τῆς βούλησης γιὰ κυριαρχία τῆς ἀνηλεοῦς «Δύναμης ποὺ σκοτώνει». Καί, τὶς θαύμαζε ἀκριβῶς γι’ αὐτό. Τὸν θαυμασμὸ δὲ αὐτὸν ἐπιβάλλει στοὺς ἀνυποψίαστους ἀναγνῶστες του διὰ τοῦ πνευματικοῦ ἐκβιασμοῦ –δηλαδή, περιφρονώντας ὡς “κατώτερο” ὅποιον διαφωνεῖ.

 https://christianvivliografia.wordpress.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου