Σελίδες

Τρίτη 23 Σεπτεμβρίου 2014

Ποιό εἶναι τό θεμέλιο τῆς ἑνότητας στίς διαπροσωπικές σχέσεις καί στήν Ἐκκλησία.

«Η απλότητα πριν από όλα και η αφέλεια, η αγάπη του ενός προς τον άλλο, η χαρά και η ταπείνωση» διδάσκει ὁ Ἅγιος Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος  «ας τεθούν με κάθε τρόπο σαν θεμέλιο στην αδελφότητα, για να μην υπερηφανευόμαστε και γογγύζομε ο ένας κατά του άλλου και έτσι κάνομε ανώφελο τον κόπο μας. Εκείνος που αδιάλειπτα επιμένει με καρτερία στις προσευχές να μην υπερηφανεύεται εις βάρος εκείνου που δεν μπορεί να κάνει το ίδιο, και εκείνος που είναι δοσμένος στη διακονία να μη γογγύζει εναντίον εκείνου που σχολάζει στην προσευχή.
Αν συμπεριφέρονται οι αδελφοί μεταξύ τους με τέτοια απλότητα και καλή διάθεση, θα πηγαίνει το περίσσευμα όσων προσεύχονται στο υστέρημα όσων διακονούν, και το περίσσευμα όσων διακονούν στο υστέρημα όσων προσεύχονται, ώστε να επέρχεται ισότητα, σύμφωνα με το ρητό: «Όποιος μάζεψε πολύ, δεν του περίσσεψε, κι όποιος μάζεψε λίγο, δεν του έλειψε»(Β΄ Κορ. 8, 14-15).
Σχόλιο: Τό θεμέλιο τῆς ἑνότητας στίς διαπροσωπικές σχέσεις ὅσο καί στήν Ἐκκλησία εἶναι ἡ ἀφέλεια, ἡ ἀγάπη, ἡ χαρά καί ἡ ταπείνωση.

Ἡ ὑπερηφάνια καί ὁ γογγυσμός διασποῦν τήν ἀδελφοσύνη καί τήν ἑνότητα διότι χωρίζουν τούς ἀνθρώπους ἀπό τόν Χριστό καί ἑπομένως τούς στεροῦν τήν Θεία Χάρη.
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος δέν ἔχει ἐνεργό τήν Θεία Χάρη, τήν Θεία Δόξα, δέν μπορεῖ νά γίνει «ἕνα» ἐν Χριστῷ μέ κανέναν ἄνθρωπο· οὔτε ὁ σύζυγος μέ τήν σύζυγο, οὔτε ὁ μονάζων μέ τόν συμμοναστή του, οὔτε ὁ φίλος μέ τόν φίλο, οὔτε ὁ ἐνορίτης μέ τόν συνενορίτη του, οὔτε ὁ ἀδελφός μέ τόν ἀδελφό του, οὔτε ὁ γονέας μέ τό παιδί του, οὔτε ὁ συγγενής κατά σάρκα ἤ ἐξ ἀγχιστείας μέ τόν συγγενή του.
Ὁ Κύριος μᾶς τό δίδαξε σαφέστατα μέ τήν ἀρχιερατική Του προσευχή παρακαλώντας τόν Θεό Πατέρα γιά τήν ἑνότητα τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καί ὅσων θά πιστεύσουν στό κήρυγμά τους: «τὴν δόξαν ἣν δέδωκάς μοι δέδωκα αὐτοῖς, ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς ἕν ἐσμὲν»[1].  Δηλαδή: «Τήν Δόξα πού μοῦ ἔδωσες καί ὡς ἄνθρωπο, τήν ἔδωσα σ’ αὐτούς, γιά νά εἶναι ἕνα καθώς ἐμεῖς εἴμαστε ἕνα».
Ὁ Κύριος δίδει στούς Ἁγίους Ἀποστόλους Του τήν δόξα πού ἔλαβε καί ὡς ἄνθρωπος, χριστός Κυρίου (χρισμένος ἀπό τόν Κύριο-Θεό Πατέρα Του). Τήν δίδει γιά νά γίνουν «ἕνα», ὅπως εἶναι ἕνα ὁ Θεός Πατέρας μέ τόν Υἱό καί Λόγο καί μέ τό Ἅγιον Πνεῦμα. Δηλαδή ἡ κοινή ἤ μᾶλλον ταυτή Θεία Ἐνέργεια, πού ἔχουν τά Τρία Θεῖα Πρόσωπα, ἡ Ὁποία ὀνομάζεται Θεία Δόξα, αὐτή δίδεται διά τοῦ Κυρίου Ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ στούς Ἁγίους Ἀποστόλους καί σέ ὅλους τούς πιστούς μυστηριακῶς ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ καί διά τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ ἄκτιστη Θεία Δόξα στήν ὁποία μετέχουν οἱ πιστοί ἑκούσια καί ἀγαπητικά τηρώντας τίς Θεῖες Ἐντολές καί ζώντας ἀσκητικά καί μυστηριακά ἐντός τῆς Μίας, Ἁγίας, Ὀρθόδοξης καί Καθολικῆς Ἐκκλησίας αὐτή καί μόνον αὐτή τούς καθιστᾶ «ἕν». Ἔτσι ἐκπληρώνεται ὁ ἐκπεφρασμένος στήν Ἀρχιερατική Του προσευχή, πόθος τοῦ Κυρίου μας.
  Ἔχοντας ἐνεργό οἱ πιστοί τήν Θεία Δόξα, ἡ Ὁποία στήν Ἁγία Γραφή ὀνομάζεται καί Ἅγιο Πνεῦμα, ἔχουν καί τά θεμέλια τῆς ἀδελφοσύνης καί τῆς ἑνότητας, ὅπως τά καθορίζει ὁ Ἅγιος Μακάριος.  Τά ἔχουν διότι ἔχουν τόν καρπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού εἶναι ἀγάπη, χαρά, μακροθυμία, ταπείνωση, ἀφελότητα καί ἁπλότητα καί ὅλα τά ἄλλα, τά ὁποῖα ἀπαριθμεῖ ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος στήν πρός Γαλάτας Ἐπιστολή Του λέγοντας: «ὁ καρπὸς τοῦ Πνεύματός ἐστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις, πρᾳότης, ἐγκράτεια»[2].
Ἡ ἑνότητα στήν οἰκογένεια, στό μοναστήρι, στήν ἐνορία, στήν τοπική Ἐκκλησία, στήν Ἁγία μας Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία ἐπιτυγχάνεται μόνο ὅταν τά μέλη των μετέχουν στό Ἅγιο Πνεῦμα δηλαδή στήν ἄκτιστη θεοποιό Θεία Χάρη-Δόξα-Ἐνέργεια. Αὐτή δίδεται διά τοῦ Χριστοῦ μας σέ ὅσους πιστεύουν καί ζοῦν ὀρθά ἐντός τοῦ μυστηριακοῦ Του σώματος, τῆς Ἐκκλησίας.
 Ἡ καταπολέμηση τῆς ὑπερηφάνιας καί τοῦ γογγυσμοῦ εἶναι ἀναγκαία προϋπόθεση γιά τήν μετοχή στήν Θεία Δόξα, ἀφοῦ ὁ Θεός καί ἑπομένως καί ἡ Θεία Του Δόξα καί Ἐνέργεια  ἀντιτάσσεται στούς ὑπερήφανους καί καταδικάζει τούς γογγυστές. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ μᾶς διδάσκει ἀπερίφραστα ὅτι «ὁ Θεός ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται»[3] ἐνῶ γιά τούς γογγυστάς πάλι λέγει διά τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου: «μὴ στενάζετε κατ' ἀλλήλων, ἀδελφοί, ἵνα μὴ κριθῆτε»[4], δηλαδή μήν γογγύζετε ὁ ἕνας ἐναντίον τοῦ ἄλλου γιά νά μήν κατακριθῆτε στήν αἰώνια κόλαση. Ἑπομένως ἡ ὑπερηφάνεια καί ὁ γογγυσμός, ἡ καταλαλιά, ἡ γκρίνια κατά τοῦ πλησίον, μᾶς στεροῦν τήν Θεία Δόξα, τήν Θεία Χάρη καί ἑπομένως μᾶς στεροῦν τήν δυνατότητα τῆς ἐν Χριστῷ ἑνοποίησης καί ἀγάπης.
Ὁ Θεός, πού εἶναι ἀγάπη βδελύσσεται τόσο τήν ὑπερηφάνια, ὅσο καί τόν γογγυσμό. Νά πῶς μᾶς τό διδάσκει ὁ Ἅγιος Εὐαγγελιστής Λουκᾶς: «Τό ἐν ἀνθρώποις ὑψηλόν βδέλυγμα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ»[5].  Τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά τόν γογγυσμό ἀφοῦ προϋπόθεσή του εἶναι τό πάθος τῆς κατάκρισης, ρίζα δέ τῆς κατάκρισης εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια, «τό ἐν ἀνθρώποις ὑψηλόν».
Ὁ μακαριστός Γέρων Παΐσιος θέλοντας νά τονίσει τήν ἀπενεργοποίηση τῆς Θείας Δόξας πού συμβαίνει στόν γογγύζοντα, σ’ αὐτόν πού γκρινιάζει, ἔλεγε ὅτι «ὅσο γκρινιάζεις τόσο ρημάζεις».
Εἴθε μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ νά καταπολεμοῦμε τήν ὑπερηφάνια, τήν πικρή ρίζα της πού εἶναι ἡ οἴηση, τήν μεγάλη ἰδέα γιά τόν ἑαυτό μας, καθώς καί τόν γογγυσμό ἔτσι ὥστε νά μήν γινόμαστε βδελυκτοί ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.
Ἄς προσπαθοῦμε νά ἐξασφαλίζουμε πάντα τά θεμέλια τῆς ἑνότητας καί τῆς ἐν Χριστῷ ἀδελφοσύνης πού εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ χαρά, ἡ ἀφελότητα, ἡ ἁπλότητα καί ἡ ταπείνωση. Αὐτά ἐξασφαλίζονται μόνο διά τῆς μετοχῆς στήν ἄκτιστη θεοποιό Θεία Χάρη καί Δόξα, ἡ ὁποία δίδεται σ’ αὐτούς πού πιστεύουν καί ζοῦν ὀρθόδοξα. Δίνεται πλούσια σ’ αὐτούς πού διάγουν ἐν μετανοία , ζοῦν ἀσκητική ζωή καί μετέχουν τακτικά, ἀκολουθώντας τίς ὁδηγίες τοῦ Πνευματικοῦ των Πατρός, στά ἁγιαστικά Θεῖα Μυστήρια ἐν τῇ Μίᾳ Ἁγίᾳ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ.
ΤΩ ΔΕ  ΤΡΙΑΔΙΚῼ ΘΕῼ ΔΟΞΑ ΠΑΝΤΟΤΕ ΝΥΝ ΚΑΙ ΑΕΙ ΚΑΙ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΑΙΩΝΑΣ ΑΜΗΝ!
Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης
http://Hristospanagia3. Blogspot.com


[1] Ἰω. 17, 22.
[2] Γαλ. 5, 22.
[3] Ἰακ. 4, 6.
[4] Ἰακ. 1, 9.
[5] Λκ. 6, 15.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου