Σελίδες

Παρασκευή 17 Ιουλίου 2015

Ἐμεῖς, χριστιανοί μου, ἀλλάξαμε πορεία.ΓΕΡΩΝ ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ ΛΑΖΑΡΗΣ.

Εμείς, χριστιανοί μου, αλλάξαμε πορεία
 
Σάς χαιρετίζει και η Γερόντισσά μας, η Παρθενία, από την κλίνη της ασθενείας της. Είναι θαύμα των θαυμάτων να βλέπετε μία παράλυτη γυναίκα να έχει τόση ανδρεία στην ψυχή της, να θεριεύει η υπομονή της και να υπομένει το μαρτύριο μέσα σ’ αυτή την πρόσκαιρη ζωή. Έχετε, λοιπόν, τας εύχάς και την ευχαριστία, πού αξιωθήκατε να έρθετε στο Μοναστηράκι αυτό να προσκυνήσετε την Παναγία, τη σκέπη του κόσμου.
Όταν λέμε «σκέπη του κόσμου», εννοούμε ότι η Παναγία κυριαρχεί εφ’ όλου του στερεώματος, παιδιά μου, εννοούμε ότι έχει τα Δευτερεία της Άγιας Τριάδος - του Υιού, του Πατέρα και του Πνεύματος. Τόσο μεγάλη εξουσία έδωσε ο Κύριος στη Μητέρα Του, την Παναγία. Και βλέπουμε ότι και σήμερα ακόμα, με αυτή την κατάσταση των σημερινών χριστιανών, σ’ αυτή τη λησμονιά, σ’ αυτό το ξέχασμα και σ’ αυτό το σκοτάδι πού βαδίζουμε σήμερα οι άνθρωποι, η Παναγία στέκεται ως στύλος λαμπρός. Λάμπει από το στερέωμα του Ουρανού και σκέπει και τα παιδιά Της, τούς χριστιανούς, αλλά, μπορώ να σάς πω, και όλους τούς ανθρώπους της γης.
Γιατί όλοι οι άνθρωποι της γης είναι πλάσματα του Θεού, άσχετο πού βρίσκονται μέσα στο σκοτάδι, γιατί δεν βρέθηκε άνθρωπος να τούς κατηχήσει, να τούς διδάξει την Αλήθεια, να ευρουν τον δρόμο τους προς τον Άνθρωπο πρώτα -προς τον Άνθρωπο, σάς το τονίζω- και μετά να προχωρήσουν προς την έρευνα και την κατάκτηση της θεότητας. Πού εκεί, εκεί, παιδιά μου, μάς καλεί όλους ο Κύριος, για την επουράνιο Βασιλεία Του, και μάς υπόσχεται πράγματα πού δεν μπορεί να τα φανταστεί ο άνθρωπος με τον νου του. Αιωνιότητα, ζωή αιώνια, αμετάβλητη και αμετάθετη, χαρά, ειρήνη ψυχική και αγαλλίαση [υπάρχουν] μέσα στο παλάτι του Βασιλιά. Αυτό το παλάτι είναι ο απέραντος Ουρανός, εκεί πού καταλήγει κάθε ψυχή, όταν φεύγει απ’ αυτόν τον κόσμο. Ναι, εκεί καταλήγει.
Ο Θεός ο ίδιος, πού ήρθε και Τον βλέπαμε κάθε μέρα, και μέσα στην εκκλησία Τον λατρεύουμε, ακούμε και καρπούμεθα από τα Μυστήρια της Εκκλησίας, Αυτός έγινε όμοιος με εμάς! Ένας Θεός να γίνει άνθρωπος! Να έχει όλες τις αδυναμίες τις ανθρώπινες εκτός από μία, την αμαρτία. Ό Θεός είναι αναμάρτητος και λάμπει σαν τον ήλιο -και πιο πολύ από τον ήλιο- και ή ζωή Του, πού πέρασε από τη γη, είναι σαν άστρο του ουρανού πού έλαμψε ως τη γη. Αυτός μάς παραγγέλλει και μάς λέει: «Παιδιά μου, γιατί ταράσσεσθε κάτω στη γη; Γιατί αγωνιάτε, γιατί απελπίζεσθε, γιατί συμφορές και θλίψεις και τρικυμίες μέσα στη ζωή;». Ενώ μας άφησε παραγγελίες σαν ήρθε: «Όσοι, παιδιά μου, θέλετε να λέγεστε χριστιανοί, θέλετε να με άκολουθήσετε, σάς υπόσχομαι και σάς χαρίζω όλα αυτά τα αγαθά, πού δεν αξίζει ό κόσμος ούτε στο ελάχιστο εκεί, στις Βασιλείας τα πράγματα».
Εμείς όμως, αδελφοί μου, τώρα στον έσχατο καιρό αρχίζουμε να αλλάζουμε πλώρη.
 Όχι εκεί, στην κατεύθυνση πού μάς καθοδηγεί, στη Βασιλεία και στην αποκατάσταση και την αιώνια ανάπαυση της ψυχής, αλλά γυρίσαμε τον εαυτό μας σε άλλη κατεύθυνση. Και Εκείνος μάς παραγγέλλει: «Να αγαπήσεις τον πλησίον σου σαν τον εαυτό σου! Να αγαπήσεις τον Κύριο, τον Πατέρα σου, τον Θεό σου, αλλά περισσότερο να αγαπήσεις τον πλησίον σου σαν τον εαυτό σου!». Εμείς, χριστιανοί μου, αλλάξαμε πορεία. Πρώτον, κοντεύουμε να χάσουμε την πίστη μας την αληθινή τόσων αιώνων. Είκοσι αιώνες λάμπει στο στερέωμα της γης η χριστιανική πίστη. Η χριστιανική πίστη αναμόρφωσε τον άνθρωπο από την κακία και την ειδωλολατρία και τον εξευγένισε και του έδωσε δυνάμεις αγαθές, για να βρει τον δρόμο του.
Χίλια χρόνια μαρτυρούσαν οι Προφήτες και φώναζαν: «"Έρχεται ό Μεσαίας, να σώσει τον άνθρωπο!». Και όταν ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, γεννήθηκε από τη Μεγάλη Παρθένο, την Παναγία. Αλλά εμείς, εις ανταπόδοση, ξέρετε πώς τον αποτίσαμε τον Ευεργέτη μας; Τον αποτίσαμε όξος και χολή και ξύλο και βρισιές και φτυσιές. Αυτή είναι από τη μεριά του ανθρώπου η ευχαριστία προς τον Πλάστη. Τον υποδεχτήκαμε, δηλαδή, με όλα τα σημεία της κακίας της ανθρωπινής φύσεως. Στο τέλος τον κρεμάσαμε και πάνω σ’ ένα ξύλο και αυτή ήτανε η ικανοποίησης του ανθρωπίνου γένους. «Ήρθες εδώ να μάς σώσεις, έ;», του έλεγαν και Τον έβριζαν τον Θεό μας!
Όμως το πρόγραμμα πού είχε ο Θεός εξετελέσθη μέχρι κεραίας, παιδιά μου. Και βλέπουμε ότι μέσα από τον τάφο, την τρίτη ημέρα, αναστήθηκε ο Κύριος. Πρωτάκουστο πράγμα, να αναστηθεί νεκρός. Ό ανασταίνων τούς νεκρούς αναστήθηκε την Τρίτη ήμερα! Και σήμερα βασιλεύει εις τούς αιώνας των αιώνων. Και ο θρόνος Του είναι εν τω Ουρανώ, δεν είναι εδώ, επί της γης.
Εμείς οι χριστιανοί, λοιπόν, έχουμε ένα χρέος, ν’ ακούσουμε την παραγγελία: «Αγαπήσατε τον Θεό!». Αλλά τον Θεό, επειδή δεν Τον βλέπουμε, είναι αόρατος και πανταχού παρών και καλύπτει όλο το στερέωμα, δεν μπορούμε να Τον δούμε με τα μάτια μας. Όμως τον διπλανό μας τον βλέπουμε. Και αυτός μπορεί να δεινοπαθεί. Μπορεί να βασανίζεται από αρρώστια, από πτώχεια, από αγαθά της γης να μην έχει μια δεκάρα, [για] να πάρει μια ασπιρίνη να [του] αφήσει τον πυρετό.
Οι περισσότεροι από εμάς εδώ έχουμε τον τρόπο μας• και το σπίτι μας και τη δουλειά μας και τα λεφτά μας και τα αγαθά μας. Και όμως, δεν θέλουμε ν’ ακούσουμε το «Να αγαπήσεις τον πλησίον σαν τον αδελφό σου» και να στραφούμε σ’ αυτόν πού είναι πλάι από το σπίτι μας, στα πτωχά παιδιά και πεινασμένα και άρρωστα.
 Δεν σε κατηγορεί κανείς για τα αγαθά σου. Τα αγαθά τα έδωσε ο Θεός για τον άνθρωπο. Αλλά πρέπει να έχεις αισθήματα ανθρώπινα και χριστιανικά. Και να σκέπτεσαι και τον πτωχό, γιατί και εκείνος, ό πτωχός, είναι παιδί του Θεού, όπως είσαι κι εσύ.
Μια μέρα, όταν θα φανούμε πρόσωπο με πρόσωπο ενώπιων του μεγάλου Κριτού, τί θ’ απολογηθούμε; θα πούμε ότι δεν ξέραμε, δεν είδαμε, δεν είχαμε; Αδικαιολόγητοι θα είμαστε. Εκείνοι πού άκουσαν είναι περισσότεροι από διακόσια εκατομμύρια 'Άγιοι στον Ουρανό, όλες τις ηλικίες: παιδιά μικρά, πιο μεγάλα, πιο μεγάλα, μέχρι την ηλικία τη δική μας. Όλη η γενεά αυτή παρέλυσε και έχουν αποκατασταθεί στον Ουρανό και βασιλεύουν με τον Βασιλέα. Εμείς τί ελπίζουμε, οι ταλαίπωροι, στη γη;
Δεν θέλουμε να αφήσουμε ένα μας ελάττωμα πού μάς βασανίζει. Τον φθόνο, επί παραδείγματι, την αδικία, το ψευδός, τη συκοφαντία και τόσα άλλα αισχρά πού εργαζόμαστε μέσα σ’ αυτή τη ζωή. Πλανηθήκαμε και γυρίσαμε τις πλάτες στον Ζωοδότη και δεν θέλουμε να Τον ακούσουμε, αλλά πράττει ο καθένας το θέλημα της καταστροφής, όχι το θέλημα της σωτηρίας της ψυχής μας. Και ακούμε εκείνον πού τα σερβίρει, τον αιώνιο αυτόν εχθρό μας, τον διάβολο. Αυτόν αγκαλιάσαμε και τον ακούμε και του κάνουμε τα θελήματα.
Αλλά μέχρι τελευταία πρέπει, αδελφοί μου, να συνέλθουμε και να επιστρέφουμε προς Κύριον τον Θεόν με τα μέσα, τα όποια μάς έδωσε η φιλανθρωπία του Θεού. Όταν έφυγε από τη γη, άφησε τούς Αποστόλους Του διαδόχους, άφησε τούς Άποστολικούς Πατέρας. Μέχρι σήμερα οι χριστιανοί έχουν άγκυρα και καταφεύγουν, άμα θέλουν, στους πνευματικούς Πατέρας.
 Εξομολογούνται και αποτινάζουν το φορτίο της αμαρτίας από τις πλάτες μας, πού το σέρνουμε άλλος πενήντα... Και εγώ είμαι πάνω από ογδόντα πέντε και δεν θέλω να συμμορφωθώ, για να έρθει η ώρα η κατάλληλη και να είμαι διορθωμένος, τακτοποιημένος ψυχικώς. Γιατί τότε θα είναι, παιδιά μου, ό Ουρανός ανοιχτός και καθένας από εμάς θα μπει στον Ουρανό, θα είναι ελεύθερος, χωρίς κανένα εμπόδιο, και θα συμβασιλεύει με τον Ιησού.
Προσέξατε, λοιπόν. Δεν υπάρχει άλλο Όνομα στον Ουρανό, ούτε στη γη ούτε στα καταχθόνια. Μην πλανηθούμε, σαν ακούμε: «Εδώ Χριστός, εκεί Χριστός, παραπέρα Χριστός». Ο Χριστός είναι μέσα στην καρδιά τού χριστιανού. Εκεί φτιάχνει το παλάτι Του ο Κύριος. Και είναι μέσα στην Εκκλησία και περιμένει να πληρωθεί ο χρόνος, για να ξαναέρθει στη γη, να αποδώσει στον καθέναν. ’Άς προσέξουμε, αδελφοί μου. Όσοι από εμάς βασανιζόμαστε από τα πάθη μας και από αδυναμίες, ας βάλουμε μία αρχή, μία προσπάθεια μικρή, και να ξεκινήσουμε ένα ξεκίνημα καινούριο ψυχικό, θα πούμε: «Από έδώ και σήμερα θα στραφούμε προς τον Χριστό με καλοσύνη, με Αγάπη, με φιλανθρωπία, με ελεημοσύνη προς τούς πτωχούς και με ελπίδα ζωής αιωνίου. Αμήν.
Τη Χάρη τού Θεού την πήρατε, όταν ξεκινήσατε ακόμα από την Αθήνα, πού ήρθατε. Μόλις μπήκατε στο πούλμαν, για να έρθετε, ο Θεός ευλόγησε. Και όπως ήρθατε, έτσι θα επιστρέψετε στα σπίτια σας. Αλλά, πάνω απ’ όλα, μη χάσουμε, παιδιά μου, την πίστη μας. Και εμείς ακόμα, πού ερχόμαστε και πηγαίνουμε στα Μοναστήρια, και εμείς, παιδιά μου, έχουμε τελεία άγνοια. Ποιος είναι ό Ιησούς; Ούτε το όνομά Του δεν ξέρουμε. Ποιά είναι η Παρθένος, τί αποστολή είχε στον κόσμο και τί σκοπό; Αγνοούμε. Μόνο πάμε στην εκκλησία, κάνουμε έναν σταυρό, ανάβουμε και ένα κερί, [κάνουμε] υποτυπώδη προσευχή. Και δεν εισακούεται [τότε] ή προσευχή μας, γιατί πρέπει να την κάνουμε προσεκτικά και με ζέση καρδιάς, ώστε να ανεβαίνει στον Ουρανό, να γαντζωνόμαστε από τα πόδια του Ιησού, παιδιά μου. Τότε η προσευχή σου έχει άμεσο αποτέλεσμα.
'Άμα λες Πάτερ ημών κ.λπ. χωρίς συγκέντρωση, η προσευχή σου διαλύθηκε στον αέρα και δεν εισακούεται. Πρέπει να προσέχουμε στις προσευχές μας. Ο νους μας και η καρδιά μας να είναι προσηλωμένα στον Κύριο. ’Αν θέλουμε να ζήσουμε. Γιατί, αν δεν θέλουμε, θα πεθάνουμε και θα χαθούμε άπαξ διά παντός.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΓΕΡΩΝ ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ ΛΑΖΑΡΗΣ. Ο ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΔΑΔΙΟΥ ΜΕΡΟΣ Β. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΚΡΙΤΑΣ
http://apantaortodoxias.blogspot.gr/2015/06/blog-post_279.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου