ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ
ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ´ ΛΟΥΚΑ
(Ἁγίων Προπατόρων)
Ἡ παραβολὴ τοῦ Μεγάλου Δείπνου
(Λουκ. ιδ´ 16-24)
(ΔΕΚΑΤΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΚΥΡΙΑΚΗ
ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ)
ἀπὸ τὸ βιβλίο «Ὁμιλίες Ε´- Κυριακοδρόμιο Β´»,
Ἀθῆναι 2013,
μετάφρ. Π. Μπότση, σελ. 63 ἑξ.
Γ´
. «Ἀκούσας δὲ ὁ βασιλεὺς
ἐκεῖνος ὠργίσθη, καὶ πέμψας τὰ στρατεύματα αὐτοῦ ἀπώλεσε τοὺς φονεῖς
ἐκείνους καὶ τὴν πόλιν αὐτῶν ἐνέπρησε» (Ματθ. κβ´ 7). Βασιλιὰς εἶναι ὁ
Θεός. Ἡ ὀργή Του εἶναι ἡ ἐσχάτη ἐξάντληση τῆς ὑπομονῆς Του, ἡ ὥρα ποὺ ἡ
εὐσπλαχνία Του μετατρέπεται σὲ δικαιοσύνη. Στρατεύματα εἶναι ὁ ρωμαϊκὸς
στρατός, φονεῖς εἶναι οἱ Ἰουδαῖοι καὶ πόλις αὐτῶν εἶναι ἡ Ἱερουσαλήμ. Ἡ
ὑπομονὴ τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀμέτρητη, ἀνεξάντλητη. Δὲν τιμώρησε ἀμέσως τοὺς
Ἰουδαίους μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, περίμενε ἄλλα σαράντα
χρόνια. Ὅπως ὁ Κύριος εἶχε ἀναλάβει νὰ κάνει νηστεία γιὰ σαράντα μέρες,
ἔτσι ὁ Δημιουργός τῆς ἀνθρωπότητας μετὰ τὸ Γολγοθᾶ ἔκανε νηστεία
ὑπομονῆς γιὰ σαράντα χρόνια. Δὲν βιαζόταν νὰ τιμωρήσει τὰ ἐγκλήματα ποὺ
διέπραξαν οἱ ἄνθρωποι ἐναντίον Του, γιὰ νὰ μὴν ποῦν ἔπειτα: «Δές, ὁ Θεὸς
εἶναι ἐκδικητικός. Ἂς ἐκδικηθοῦμε κι ἐμεῖς λοιπόν». Ὄχι. Ὁ Θεὸς μόνο
μετὰ ἀπὸ σαράντα χρόνια ἐπέτρεψε νὰ τιμωρηθεῖ τὸ ἔθνος τῶν Ἰουδαίων γιὰ
τὰ ἐγκλήματα ποὺ ἔκαναν οἱ ἄρχοντές του ἐναντίον τῶν δούλων Του.
. Ἀπ’ αὐτὸ πρέπει νὰ διδαχτοῦμε πὼς δὲν πρέπει νὰ ζητᾶμε ἐκδίκηση γιὰ ἀδικίες ποὺ ἔγιναν προσωπικὰ σ’ ἐμᾶς. Πρέπει νὰ προσπαθοῦμε ὅσο γίνεται περισσότερο νὰ διορθώνουμε τοὺς ἀδίκους.
Γιατί ὁ Θεὸς ὀνομάζει στρατεύματά Του τὸ ρωμαϊκὸ στρατό; Ἐπειδὴ
χρησιμοποίησε τὸν στρατὸ αὐτόν, γιὰ νὰ τιμωρήσει τὸν ἀχάριστο περιούσιο
λαό Του. Ὅπως παλιότερα εἶχε χρησιμοποιήσει τὰ εἰδωλολατρικὰ στρατεύματα
τῆς Ἀσσυρίας, τῆς Αἰγύπτου καὶ τῆς Βαβυλώνας, γιὰ νὰ τιμωρήσει καὶ νὰ
προειδοποιήσει τοὺς Ἰσραηλίτες, ἔτσι καὶ τώρα χρησιμοποίησε τὰ
στρατεύματα τῆς Ρώμης γιὰ νὰ τιμωρήσει τὸ ἀχάριστο αὐτὸ ἔθνος. Οἱ
Ρωμαῖοι αὐτοκράτορες Βεσπασιανὸς καὶ Τίτος, ὁ ἕνας μετὰ τὸν ἄλλον,
κυριάρχησαν στὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ τὴν κατέκαψαν, σκότωσαν πολλοὺς
Ἰουδαίους καὶ σκόρπισαν τοὺς ὑπολοίπους στὰ τέσσερα σημεῖα τοῦ γνωστοῦ
τότε κόσμου. Αὐτὸ ποὺ προφήτεψε ὁ Κύριος μὲ τὴν παραβολὴ τοῦ Γάμου τοῦ
Υἱοῦ τοῦ Βασιλιᾶ, ἐκπληρώθηκε στὸ ἀκέραιο. Ἂς δοῦμε τώρα τί κάνει ὁ
βασιλιὰς μετὰ τὴν τιμωρία καὶ τὸν διωγμὸ τῶν Ἰουδαίων:
. «Τότε λέγει τοῖς δούλοις αὐτοῦ· ὁ μὲν γάμος ἕτοιμός ἐστιν,
οἱ δὲ κεκλημένοι οὐκ ἦσαν ἄξιοι· πορεύεσθε οὖν ἐπὶ τὰς διεξόδους τῶν
ὁδῶν, καὶ ὅσους ἐὰν εὕρητε καλέσατε εἰς τοὺς γάμους» (Ματθ. κβ´ 8, 9). Ὁ
γάμος ἕτοιμός ἐστιν, εἶπε ὁ Θεὸς στοὺς καινούργιους δούλους Του. Ἀπὸ
τὴν πλευρά μου, λέει ὁ Θεός, εἶναι ὅλα ἕτοιμα. Οἱ πρῶτοι καλεσμένοι ὅμως
δὲν ἦταν ἄξιοι καὶ γι’ αὐτὸ δὲν μποροῦσαν νὰ ἔρθουν. Κοίταξαν μὰ δὲν
εἶδαν, γι’ αὐτὸ καὶ δὲν χάρηκαν. Ἀφουγκράστηκαν μὰ δὲν ἄκουσαν, γι’ αὐτὸ
καὶ δὲν ἀνταποκρίθηκαν. Ἀγάπησαν περισσότερο τὰ εἴδωλα τὰ σωματικά, τὸν
μαμμωνᾶ, τὰ πλούτη, γι’ αὐτὸ καὶ ἀρνήθηκαν τὴν πρόσκληση. Ἦταν δεμένοι
μὲ τὶς ἁλυσίδες τῆς δουλείας στὰ κατώτερα, στὰ ὑποδεέστερα, γι’ αὐτὸ καὶ
σήκωσαν τὰ χέρια τοὺς ἐναντίον τοῦ Ὑψίστου.
. Τώρα, λοιπόν, πορεύεσθε ἐπὶ τὰς διεξόδους τῶν ὁδῶν καὶ
καλέστε ὅποιον βρεῖτε μπροστά σας. Ὁ Ἰσραὴλ εἶναι σὰν ἕνα περιφραγμένο
ἀμπέλι. Ἀποδείχτηκε ἄκαρπο ὅμως. Γι’ αὐτὸ βγεῖτε ἀπὸ τὸν ἀμπελώνα αὐτόν,
πηγαίνετε στὰ ἀπερίφραχτα ἀμπέλια τῶν εἰδωλολατρῶν καὶ καλέστε τους
ὅλους. Ὁ Ἰσραὴλ μοιάζει μὲ ἕνα κλειστὸ ἐνυδρεῖο, φίδια ὅμως ἔχουν ἀφήσει
ἐκεῖ τ’ αὐγά τους. Πηγαίνετε λοιπὸν στὰ ἀνοιχτὰ καὶ ρίξτε τὰ δίχτυα στὴ
θάλασσα ὅλης τῆς ἀνθρωπότητας. Ὁ Ἰσραὴλ δείχνει νὰ εἶναι ἕνα φυτώριο,
βαλμένο μέσα στὸν ἀγρὸ τοῦ Θεοῦ, ἀπ’ ὅπου θὰ μεταφυτεύονταν εὐγενῆ
φροῦτα στὸν ἀγρὸ ὅλης τῆς ἀνθρωπότητας. Τὸ φυτώριο ὅμως ἔμεινε ἄγονο.
Πηγαίνετε λοιπὸν στὸν ἀνοιχτὸ ἀγρὸ τῆς γῆς καὶ φυτέψτε εὐγενεῖς καρπούς.
. Αὐτὸ εἶναι τὸ νόημα τῶν λόγων ποὺ εἶπε μετὰ ὁ Χριστός:
«Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη» (Ματθ. κη´ 19). Ἐπὶ τὰς
διεξόδους τῶν ὁδῶν, ἐννοοῦσε τὸν εἰδωλολατρικὸ κόσμο, ἐκεῖ ποὺ οἱ δρόμοι
τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ εἶναι ἀνηφορικοὶ καὶ δύσβατοι. Τὰ δρομάκια
ἔχουν ἀγκάθια κι οἱ μεγάλοι δρόμοι ἔχουν κροκάλες γλιστερές. Οἱ σπόροι
τοῦ Θεοῦ ἐκεῖ εἶναι ἐκτεθειμένοι σὲ κάθε κίνδυνο. Ὁ Θεὸς κοίταζε αὐτὸν
τὸν μεγάλο καὶ πυκνοκατοικημένο κόσμο μὲ τὴν ἴδια πατρικὴ ἀγάπη καὶ
μέριμνα ὅπως καὶ τὸν Ἰσραήλ. Τὸν φρόντιζε κι αὐτόν, ἀλλὰ μὲ διαφορετικὸ
τρόπο. Τὸν Ἰσραὴλ τὸν καθοδηγοῦσε μὲ ἀποκαλύψεις, μὲ προφῆτες καὶ
σημεῖα. Τὰ ἄλλα ἔθνη τὰ καθοδηγοῦσε μὲ τὸ νὰ τοὺς χαρίζει ἐσωτερικὴ
δύναμη συνείδησης καὶ ἀντίληψης. Ἦταν πολλοὶ ἐκεῖνοι ποὺ σώθηκαν ἀπὸ
τοὺς Ἰσραηλίτες, ὅσοι ἦταν πιστοὶ καὶ ὑπάκουοι. Ἦταν πολλοὶ ὅμως καὶ
ἀνάμεσα στοὺς εἰδωλολατρικοὺς λαούς – ὅσοι ζοῦσαν σύμφωνα μὲ τὴ
συνείδηση καὶ τὴν ἀντίληψή τους. Τώρα, ποὺ ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ἦρθε στὴ γῆ
καὶ τὸν ἀπέρριψε τὸ προηγούμενο ἔθνος, ὁ Θεὸς ἄνοιξε διάπλατα σὲ ὅλους
τὸν ἕνα καὶ μοναδικὸ δρόμο.
. «Καὶ ἐξελθόντες οἱ δοῦλοι
ἐκεῖνοι εἰς τὰς ὁδοὺς συνήγαγον πάντας ὅσους εὗρον, πονηρούς τε καὶ
ἀγαθούς· καὶ ἐπλήσθη ὁ γάμος ἀνακειμένων» (Ματθ. κβ´ 10). Αὐτὴ εἶναι ἡ
Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ στὴ γῆ. Αὐτὴ εἶναι ἡ νέα Διαθήκη ποὺ κάνει ὁ Θεὸς μὲ
τὸν ἄνθρωπο στὸ ὄνομα τοῦ Υἱοῦ Του, τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Μαζεύει (ἡ
Ἐκκλησία) ὅλα τὰ παιδιὰ τοῦ Θεοῦ κάτω ἀπὸ τὶς φτεροῦγες της, ἀπὸ
Ἀνατολὴ καὶ Δύση, ἀπὸ Βορρᾶ καὶ Νότο, ἀπ’ ὅλους τοὺς λαοὺς καὶ τὰ ἔθνη
τῆς γῆς, ἀπ’ ὅλες τὶς γλῶσσες καὶ τὶς τάξεις ἀνθρώπων. Αὐτὸς εἶναι ὁ
νέος περιούσιος λαὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ νέος Ἰσραήλ, ἡ καινούργια γενιὰ τοῦ
δικαίου Ἀβραάμ. Ὁ παλαιὸς Ἰσραὴλ ἀπίστησε, ἀφοῦ ἔπαιξε τὸν ρόλο του ὡς
περιούσιος λαὸς στὴν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας. Τώρα ὁ Θεὸς δημιούργησε
ἕνα καινούργιο κανάλι γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων: τὸν νέο Ἰσραήλ. Γιὰ
νὰ ἐξηγήσουν τὴν στροφή τους ἀπὸ τὸν Ἰουδαϊκὸ λαὸ στοὺς εἰδωλολάτρες, οἱ
ἀπόστολοι Παῦλος καὶ Βαρνάβας εἶπαν στοὺς πρώτους: «Ὑμῖν ἦν ἀναγκαῖον
πρῶτον λαληθῆναι τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ· ἐπειδὴ δὲ ἀπωθεῖσθε αὐτὸν καὶ οὐκ
ἀξίους κρίνετε ἑαυτοὺς τῆς αἰωνίου ζωῆς, ἰδοὺ στρεφόμεθα εἰς τὰ ἔθνη»
(Πράξ. ιγ´ 46). Ἔτσι ἔγινε ἡ καινούργια ἐπιλογὴ μιᾶς νέας ἀνθρωπότητας,
μία νέα ἱστορία, νέα σωτηρία μὲ τοὺς ἀποστόλους καὶ τοὺς διαδόχους τους,
καθὼς ἡ παλιὰ ἐπιλογὴ ξεκίνησε καὶ πραγματοποιήθηκε μὲ τοὺς πατριάρχες,
τὸν Μωυσῆ καὶ τοὺς προφῆτες.
. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ γέμισε μὲ καλοὺς καὶ κακούς, ἀφοῦ ὅλοι
κλήθηκαν. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης εἶχε χωρίσει τὸν κόσμο σὲ
Ἰουδαίους καὶ μὴ Ἰουδαίους. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Καινῆς Διαθήκης χωρίζει σὲ
καλοὺς καὶ κακούς. Ὅλοι κλήθηκαν, καλοὶ καὶ κακοί. Δὲν σώζονται ὅλοι
ὅμως ἐκεῖνοι ποὺ ἁπλὰ γίνονται μέλη τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὸ βάπτισμα. Ὁ
Πολυεύσπλαχνος Κύριος φανερώνει τὴν ὑπομονή Του στὴν Ἐκκλησία τῆς Καινῆς
Διαθήκης, ὅπως ἔκανε καὶ στὴν παλιὰ Ἐκκλησία. Ὁ σοφὸς οἰκοδεσπότης λέει
στοὺς ὑπηρέτες του νὰ μὴν ξεριζώσουν τὰ ζιζάνια τοῦ σίτου ἀμέσως, ἀλλὰ
νὰ τ’ ἀφήσουν νὰ ὡριμάσουν καὶ τὰ δύο καὶ νὰ εἶναι ἕτοιμα γιὰ τὸ
θερισμό. Μέσα στὰ μεγάλα δίχτυα τοῦ Χριστοῦ μπαίνουν καλὰ καὶ κακὰ ψάρια
κι ὅλα τ’ ἀδειάζουν στὴν παραλία. Τότε μόνο ξεχωρίζουν τὰ καλὰ ψάρια
ἀπὸ τὰ κακά. Ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς προσθέτει τὰ ἑξῆς στὴν ἐντολὴ τοῦ
βασιλιᾶ: «Ἔξελθε ταχέως εἰς τὰς πλατείας καὶ ρύμας τῆς πόλεως, καὶ τοὺς
πτωχοὺς καὶ ἀναπήρους καὶ τυφλοὺς καὶ χωλοὺς εἰσάγαγε ὧδε» (Λουκ. ιδ´
21).
. Οἱ Ἰουδαῖοι θὰ σκέφτηκαν ὅτι ἔτσι ὁ Χριστὸς ἔκανε μία σωστὴ
περιγραφὴ ὅλων τῶν ἐθνῶν τῆς γῆς, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν ἑαυτό τους. Στὴν
πραγματικότητα ἔτσι ἦταν ὅλοι οἱ λαοὶ καὶ τὰ ἔθνη στὴ γῆ, ὡσότου
γνώρισαν τὸν Χριστὸ καὶ κάθησαν στὴν πλούσια τράπεζα ποὺ τοὺς παρέθεσε
μὲ ὅλα τ’ ἀγαθὰ ποὺ χορηγοῦσε κι ἐξακολουθεῖ νὰ χορηγεῖ στὸν κόσμο.
Χωρὶς τὸ Χριστὸ εἴμαστε ὅλοι φτωχοί, ἀνάπηροι, χωλοὶ καὶ τυφλοί. Μόνο ὁ
Χριστὸς μπορεῖ νὰ μᾶς κάνει πλούσιους μὲ τ’ ἀληθινὰ πλούτη Του. Μόνο
Ἐκεῖνος μπορεῖ νὰ μᾶς θεραπεύσει ἀπ’ ὅλες τὶς ἀρρώστιες μας, νὰ μᾶς
στρέψει πρὸς τὰ ἀγαθὰ ἔργα καὶ νὰ ὁδηγήσει τὰ πόδια μας στὸ δρόμο τῆς
ἀλήθειας καὶ τῆς δικαιοσύνης. Μόνο Ἐκεῖνος μπορεῖ ν’ ἀνοίξει τὰ μάτια
τῆς ψυχῆς μας καὶ νὰ μᾶς δώσει τὸ φῶς γιὰ νὰ δοῦμε τὸν αἰώνιο προορισμό
μας, ποὺ εἶναι γεμάτος ἀπὸ γαμήλια δῶρα, ἀπὸ κάθε χαρὰ κι εὐφροσύνη.
. «Εἰσελθὼν δὲ ὁ βασιλεὺς
θεάσασθαι τοὺς ἀνακειμένους εἶδεν ἐκεῖ ἄνθρωπον οὐκ ἐνδεδυμένον ἔνδυμα
γάμου, καὶ λέγει αὐτῷ· ἑταῖρε, πῶς εἰσῆλθες ὧδε μὴ ἔχων ἔνδυμα γάμου; ὁ
δὲ ἐφιμώθη» (Ματθ. κβ´ 11, 12). Ποιό εἶναι αὐτὸ τὸ ἔνδυμα γάμου; Τὸ
ἔνδυμα τοῦ γάμου τῆς ψυχῆς εἶναι πρῶτ’ ἀπ’ ὅλα ἡ ἁγνότητα. Γράφει στοὺς
πιστοὺς ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Ἡρμοσάμην ὑμᾶς ἑνὶ ἀνδρί, παρθένον ἁγνὴν
παραστῆσαι τῷ Χριστῷ» (Β´ Κορ. ια´ 2). Ἡ παρθενικὴ ἁγνότητα καὶ
καθαρότητα εἶναι τὸ πρῶτο καὶ βασικὸ ἔνδυμα τῆς ψυχῆς. ἘΝ συνεχείᾳ ὁ
ἴδιος ἀπόστολος λέει καὶ σὲ ἄλλους πιστοὺς ποιὸ ἔνδυμα πρέπει νὰ φορᾶνε:
«Ἐνδύσασθε οὖν, ὡς ἐκλεκτοὶ τοῦ Θεοῦ ἅγιοι καὶ ἠγαπημένοι, σπλάγχνα
οἰκτιρμοῦ, χρηστότητα, ταπεινοφροσύνην, πραότητα, μακροθυμίαν… ἐπὶ πᾶσι
δὲ τούτοις τὴν ἀγάπην, ἥτις ἐστὶ σύνδεσμος τῆς τελειότητος» (Κολ. γ´ 12,
14). Αὐτὸ εἶναι τὸ ἔνδυμα τῆς ψυχῆς, ὅταν συνάπτει γάμο μὲ τὸν ἀθάνατο
Χριστό.
. Τὴ μεγαλύτερη δυνατὴ τελειότητα ἁγνείας τῆς ψυχῆς, ἀπ’ ὅλες
τὶς ἐπίγειες ὑπάρξεις, τὴν ἔδειξε ἡ πάναγνη καὶ παναγία Παρθένος Μητέρα
τοῦ Θεοῦ, Ἐκείνη ποὺ ἔδωσε σάρκα ἀπὸ τὴ σάρκα της στὸν Κύριο καὶ Σωτήρα
μας. Κανένας ἀπὸ μᾶς δὲν μπορεῖ νὰ ἔχει τὸν Χριστὸ στὴν καρδιά του, ἂν ἡ
καρδιὰ αὐτὴ δὲν εἶναι ἐντελῶς καθαρή, ἂν δὲν εἶναι ἀμέριστα καὶ
ὁλοκληρωτικὰ δοσμένη στὸν Χριστό. Σὰν ἁγνὴ παρθένος ἔχει μία μόνο ἀγάπη:
τὴν ἀγάπη της γιὰ τὸν Κύριο. Αὐτὸ εἶναι τὸ ἔνδυμα τοῦ γάμου της,
φτιαγμένο ἀπὸ ὕφασμα καὶ χρυσό. Ἡ ἁγνότητα κι ἡ ἀγάπη κυοφοροῦν καὶ
πολλὲς ἄλλες ἀρετές, εἴτε τὶς ἀναφέρει ὁ ἀπόστολος εἴτε ὄχι, ποὺ
καρποφοροῦν πλούσια καλὰ ἔργα. Τὰ καλὰ ἔργα εἶναι τὰ στολίδια καὶ τὰ
διαμάντια ποὺ στολίζουν τὸ ἱμάτιο τῆς ἁγνότητας καὶ τὸ χρυσοποίκιλτο
ἔνδυμα τῆς ἀγάπης.
. Ὁ ὅσιος Μακάριος γράφει στὴν 15η Ὁμιλία του: «Μὲ τὸ ἔνδυμα
γάμου κατανοοῦμε τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἐκεῖνος ποὺ δὲν εἶναι
ἄξιος νὰ φορέσει τὸ ἔνδυμα αὐτό, δὲν μπορεῖ νὰ συμμετάσχει στὴ γαμήλια
τελετὴ καὶ στὸ συμπόσιο».
. Ὅταν ὁ βασιλιὰς πῆγε καὶ εἶδε τοὺς καλεσμένους, εἶδε κι ἕναν
ποὺ δὲν φοροῦσε αὐτὸ τὸ ἔνδυμα γάμου. Ἑταῖρε, τοῦ εἶπε. Γιατί τὸν
ὀνόμασε «ἑταῖρο», φίλο Του; Πρῶτον, γιὰ νὰ δείξει πόσο ἐκτιμᾶ τὴν ἀξία
τοῦ ἀνθρώπου. Δεύτερον, ἐπειδὴ Ἐκεῖνος, ὁ Θεός, εἶναι πραγματικὰ φίλος
κάθε ἀνθρώπου, χωρὶς διάκριση, ἐκτὸς ἂν ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς εἶναι ἀνάξιος
κι ἀπορρίπτει τὴ φιλία Του. «Ὑμεῖς φίλοι μού ἐστε, ἐὰν ποιῆτε ὅσα ἐγὼ
ἐντέλλομαι ὑμῖν» (Ἰωάν. ιε´ 14), εἶχε πεῖ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος στοὺς
ἀποστόλους. Ἀλήθεια, πόση συγκατάβαση καὶ πόση μεγαλοκαρδία δείχνει ὁ
Θεὸς στοὺς ἀνθρώπους! Ὁ παντοδύναμος Δημιουργὸς καὶ Κύριος τῶν πάντων,
ὀνομάζει φίλους Του τοὺς ἀδύναμους ἀνθρώπους! Μὲ τὴν προϋπόθεση βέβαια
πὼς ἐκτελοῦν τὶς ἐντολές Του.
. Ὁ φιλοξενούμενος αὐτὸς ὅμως δὲν φοροῦσε ἔνδυμα γάμου. Δὲν
ἔκανε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, διαφορετικὰ θὰ εἶχε βρεῖ τέτοιο ἔνδυμα γιὰ νὰ
φορέσει. Γιατί λοιπὸν ὁ Θεὸς τὸν ὀνομάζει φίλο Του; Ἐπειδὴ εἶναι
βαφτισμένος κι ἔτσι συγκαταλέγεται μὲ τοὺς πιστούς, λογαριάζεται ἕνας
ἀπὸ τοὺς φίλους τοῦ Θεοῦ. Καλώντας τὸν φίλο, ὁ Θεὸς τὸν ἐπιτιμᾶ, ἐπειδὴ
δὲν ἔμεινε πιστὸς στὴ φιλία του. Αὐτὸς δὲν ἔμεινε πιστὸς στὴ φιλία του
μὲ τὸν Θεό, ὄχι ὁ Θεὸς ἀπέναντί του. Ὁ δὲ ἐφιμώθη.
. Τί θὰ μποροῦσε ν’ ἀπαντήσει; Πῶς δὲν μποροῦσε ν’ ἀγοράσει
τέτοιο ἔνδυμα; Ἢ πῶς δὲν μποροῦσε ν’ ἀγοράσει ὕφασμα γιὰ νὰ τὸ κόψει καὶ
νὰ τὸ ράψει στὰ μέτρα του; Ὅλα θὰ ἦταν μάταια. Ὁ Θεὸς εἶχε προμηθεύσει
ὅλους τοὺς καλεσμένους μ’ ἕνα ἕτοιμο ἔνδυμα. Μόνο ἡ καλὴ θέληση τοῦ
ἔλειπε, γιὰ νὰ βγάλει τὰ παλιὰ καὶ βρώμικα ροῦχα του τῆς ἁμαρτίας καὶ νὰ
φορέσει τὸ καινούργιο ἔνδυμα τῆς σωτηρίας, τὸ χρυσοποίκιλτο γαμήλιο
ἔνδυμα. Δὲν τὸ ἔκανε αὐτὸ ὅμως καὶ τώρα ἔμεινε σιωπηλός, δὲν εἶχε τίποτα
νὰ πεῖ.
. «Τότε εἶπεν ὁ βασιλεὺς τοῖς διακόνοις· δήσαντες αὐτοῦ πόδας
καὶ χείρας ἄρατε αὐτὸν καὶ ἐκβάλετε εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον ἐκεῖ ἔσται
ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων» (Ματθ. κβ´ 13). Τὰ χέρια του τὰ
εἶχε κιόλας δέσει μὲ τὶς ἁμαρτίες του, ὅπως καὶ τὰ πόδια του, μὲ τὸ νὰ
βαδίζει τὸν δρόμο τῆς ἀνομίας καὶ τῆς ἀδικίας. Ἀπὸ τὴν παροῦσα ζωὴ εἶχε
κιόλας διαλέξει τὸ σκοτάδι ἀπὸ τὸ φῶς, τὸν βρυγμὸ καὶ τὸν τρυγμὸ τῶν
ὀδόντων, ἀντὶ τῆς αἰώνιας ζωῆς. Εἶχε καταδικάσει τὸν ἑαυτό του στὴν
ἀπώλεια. Στὸν Θεὸ δὲν ἀπέμενε παρὰ ν’ ἀπαγγείλει τὴ δίκαιη κρίση Του. Ὁ
ἄθεος «σειραῖς τῶν ἑαυτοῦ ἁμαρτιῶν σφίγγεται» (Παρ. ε´ 22), μᾶς λέει ἡ
Ἁγία Γραφή. Ὅπως ἦταν δεμένος καὶ συρόταν ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες του ὁ
ἁμαρτωλὸς αὐτός, ἔτσι θὰ εἶναι δεμένος καὶ στὸν ἄλλο κόσμο. Στὴν ἄλλη
ζωὴ δὲν ὑπάρχει μετάνοια. Τὸ δέσιμο τῶν χεριῶν καὶ τῶν ποδιῶν αὐτὸ
δείχνει: πὼς δὲν ὑπάρχει μετάνοια, πὼς δὲν ὑπάρχει καμιὰ δυνατότητα νὰ
κάνει κάτι ὁ ἄνθρωπος, γιὰ νὰ κερδίσει τὴ σωτηρία του καὶ τὴν εἴσοδό του
στὴν οὐράνια βασιλεία.
. Ὁ Κύριος τελείωσε τὴν ὑπέροχη καὶ προφητικὴ παραβολή Του μὲ
τ’ ἀκόλουθα λόγια: «Πολλοὶ γὰρ εἰσι κλητοί, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοὶ» (Ματθ.
κβ´ 14). Τὰ λόγια αὐτὰ ἰσχύουν τόσο γιὰ τοὺς Ἰουδαίους, ὅσο καὶ γιὰ τοὺς
χριστιανούς. Ἀνάμεσα στοὺς Ἰουδαίους ἦταν λίγοι οἱ ἐκλεκτοί, ὅπως λίγοι
ὑπάρχουν κι ἀνάμεσα στοὺς χριστιανούς. Ὅλοι ἐμεῖς οἱ βαφτισμένοι
εἴμαστε καλεσμένοι στὸ τραπέζι τοῦ Βασιλέως, μόνο ὁ Θεὸς γνωρίζει ὅμως
ποιοὶ εἶναι οἱ ἐκλεκτοί. Ἀλίμονο σ’ ἐκείνους ἀπὸ μᾶς ποὺ θ’ ἀκούσουν τὸν
Ὕψιστο Βασιλιὰ νὰ τοῦ λέει ἐνώπιον τῶν ἀγγέλων καὶ τῶν ἁγίων: ἑταῖρε,
πῶς εἰσῆλθες ὧδε μὴ ἔχων ἔνδυμα γάμου; Τί ντροπή, τί ἀνώφελη ντροπή! Τί
ἀπώλεια, τί ἀναπότρεπτη ἀπώλεια! Εἶναι ἀλήθεια πὼς ὁ Θεὸς μᾶς ἀπευθύνει
τὰ λόγια αὐτὰ καὶ τώρα, κάθε φορὰ ποὺ πλησιάζουμε στὸ ἱερὸ γιὰ νὰ
κοινωνήσουμε, νὰ ἑνωθοῦμε πνευματικὰ μὲ τὸν Νυμφίο Χριστό. Ἑταῖρε, πῶς
εἰσῆλθες ὧδε μὴ ἔχων ἔνδυμα γάμου; Ἂς τεντώσουμε τ’ αὐτιὰ καὶ τὴ
συνείδησή μας, ὅταν πλησιάζουμε τὸ ἅγιο ποτήριο καὶ θ’ ἀκούσουμε σίγουρα
τὰ λόγια αὐτά, αὐτὴν τὴν ἐπίπληξη. Εὔχομαι τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Θεοῦ νὰ
μὴν ἐπιφέρουν τὸν κλαυθμὸ καὶ τὸ βρυγμὸ τῶν ὀδόντων, στὸ σκότος ποὺ θ’
ἀκολουθήσει τὰ τελευταῖα λόγια Του.
* * *
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου