Σελίδες

Παρασκευή 25 Μαρτίου 2016

ΜΑΘΕ ΓΙΑ ΤΗ “ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟ”: Στὰ θέματα τῆς Πίστεως πρέπει νὰ μιλᾶμε. Δὲν εἶναι ζήτημα κατακρίσεως ἢ ἀνυπακοῆς.

Τὴν Πεντηκοστὴ 2016 συγκαλεῖται στὸ Κολυμπάρι Χανίων “ἡ Ἁγία και Μεγάλη Σύνοδος”.  Ἤδη ἀνακοινώθηκαν τὰ θέματα  ποὺ θὰ συζητηθοῦν καὶ ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας διαλέγεται περὶ αὐτῶν. Μεγάλος λοιπόν εἶναι ὁ προβληματισμὸς μεταξὺ τῶν πιστῶν της Ἐκκλησίας γιὰ ὅλα τὰ παραπάνω. Ἔτσι ἄλλωστε καλλιεργεῖται ἡ “γρηγοροῦσα συνείδηση”  τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ ὁ λαὸς πρέπει νὰ μάθει καὶ νὰ μιλήσει. Ἀλλιῶς, πῶς ὁ κάθε ἐπιχώριος Ἐπίσκοπος θὰ μεταφέρει στή Σύνοδο τὸ φρόνημα τῆς Ἐκκλησίας του;

Ἀνακύπτει λοιπὸν στὶς συνειδήσεις πολλῶν τὸ ἐρώτημα γιὰ τὸ ποιὰ πρέπει νὰ εἶναι ἡ στάση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ κλήρου καὶ τοῦ λαοῦ, ἀπέναντι στὴ μέλλουσα νὰ συνέλθει “Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδο”. Πρέπει νὰ χαιρόμαστε ἢ νὰ ἀνησυχοῦμε γιὰ τὸ ὄντως μεγάλο καὶ ἱστορικὸ αὐτὸ ἐκκλησιαστικὸ γεγονός; Θὰ προκύψει ὠφέλεια ἢ βλάβη γιὰ τὴν Ἐκκλησία;
Τὸ “ΟΜΟΘΥΜΑΔΟΝ”, ἐπιθυμώντας νὰ βοηθήσει τὸν καλὸ αὐτὸν προβληματισμὸ τοῦ λαοῦ, ἀλλὰ καὶ νὰ πληροφορήσει τοὺς ἀπληροφόρητους πλὴν καλόπιστους, θὰ δημοσιεύσει μία σειρὰ ἄρθρων γιὰ διάφορα ζητήματα καὶ ἐρωτήματα ποὺ πολλοὺς προβληματίζουν. Τὰ κείμενα ποὺ θὰ παρατίθενται εἶναι ἀποδελτιωμένα καὶ ἁλιευμένα ἀπὸ τὴ σπουδαία καὶ σημαντικὴ ραδιοφωνικὴ συνέντευξη ποὺ ἔδωσε  ὁ ὀρθοδοξότατος  ὁμότιμος καθηγητὴς τῆς Δογματικῆς της Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ ΑΠΘ Δημήτριος Τσελεγγίδης. Πλήρη τὴ συνέντευξή του μπορεῖτε νὰ τὴν ἀκούσετε ἐδῶ καὶ νὰ τὴ διαβάσετε ἢ νὰ τὴν τυπώσετε ἀπομαγνητοφωνημένη ἐδῶ. Τέτοιο ὀρθόδοξο δογματικὸ λόγο μὲ ἁπλὴ καὶ καθαρὴ διατύπωση δὲν ξανακούσατε!

Στὰ θέματα τῆς Πίστεως πρέπει νὰ μιλᾶμε. Δὲν εἶναι ζήτημα κατακρίσεως ἢ ἀνυπακοῆς.

ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: Καί προ­σέξ­τε, ἐ­πει­δή ἔ­χω ἀ­κού­σει ἐκ­φρά­σεις -δέν ξέ­ρω σέ ποι­ά ἔ­κτα­ση κυ­κλο­φο­ροῦν, ἀλ­λά τό ἄ­κου­σα σέ πολ­λά μέ­ρη- νά μήν μι­λοῦν, λέ­νε, οἱ πι­στοί γιά αὐ­τά τά πράγ­μα­τα, γιά τά ὁ­ποῖ­α τώ­ρα μι­λοῦ­με ἐ­μεῖς, για­τί αὐ­τό ἀ­πο­τε­λεῖ κα­τά­κρι­ση. Σᾶς τό λέ­γω ὡς κα­θη­γη­τής τῆς Δογ­μα­τι­κῆς. Αὐ­τό εἶ­ναι ὑπο­χρέ­ω­σή μας καί δέν ἀ­πο­τε­λεῖ κα­τά­κρι­ση. Τό νά μι­λοῦ­με γιά ἐ­κεῖ­να, πού ἀ­φο­ροῦν τήν ἀ­λή­θεια τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, ἀ­νε­ξάρ­τη­τα ἄν ἔ­χουν ἄ­με­ση ἀ­να­φο­ρά, ἄν φω­το­γρα­φί­ζουν ἤ κα­το­νο­μά­ζουν πρό­σω­πα, αὐ­τό εἶ­ναι ὑ­πο­χρε­ω­σή μας. Λέ­ει ὁ ἱ­ε­ρός Χρυ­σό­στο­μος σέ σχό­λιό του στήν πρός Ἑ­βραί­ους Ἐ­πι­στο­λή: «πεί­θε­σθε τοῖς ἡ­γου­μέ­νοις ὑ­μῶν.­.. ὧν ἀ­να­θε­ω­ροῦν­τες τήν ἔκ­βα­σιν τῆς ἀ­να­στρο­φῆς μι­μεῖ­σθε τήν πί­στιν». Δη­λα­δή, δέν κά­νου­με ἄ­κρι­τα ὑ­πα­κο­ή, ἀλ­λά ἐ­ξε­τά­ζου­με μέ βά­ση αὐ­τήν τήν γρη­γο­ροῦ­σα συ­νεί­δη­ση, ἄν αὐ­τά πού λέ­γον­ται ἀ­πό πρό­σω­πα ἤ καί θε­σμό, ὁ­λό­κλη­ρη Σύ­νο­δο, συ­νά­δουν μ’ αὐ­τά, πού εἶ­πε ὁ Χρι­στός καί δι­α­χρο­νι­κῶς ὑ­πάρ­χουν στήν Ἐκ­κλη­σί­α διά τῶν Οἰ­κου­με­νι­κῶν Συ­νό­δων καί διά τῆς συμ­φω­νί­ας τῶν Πα­τέ­ρων.
Αὐ­τά ὅ­μως, πού μᾶς εἰ­ση­γοῦν­ται οἱ Ὀρ­θό­δο­ξοι οἰ­κου­με­νι­στές, καί τό λέ­γω αὐ­τό με­τά λό­γου γνώ­σε­ως, ὄ­χι μό­νο δέν συμ­φω­νοῦν, ἀλ­λά εἶ­ναι καί ἀν­τί­θε­τα, ὅ­πως οἱ συμ­προ­σευ­χές τους. Οἱ Οἰ­κου­με­νι­κές Σύ­νο­δοι ὁ­ρί­ζουν τήν κα­θαί­ρε­ση καί τόν ἀ­φο­ρι­σμό αὐ­τῶν, οἱ ὁ­ποῖ­οι τά κά­νουν. Δέν ἔ­χει ση­μα­σί­α, ποι­οί εἶ­ναι αὐ­τοί. Τό ἄν αὐ­τό τό πρᾶγ­μα δέν ἔ­χει γί­νει ἀ­κό­μη, εἶ­ναι θέ­μα τυ­πι­κό, ὅ­πως εἶ­πα καί γιά τήν ἁ­γι­ο­κα­τά­τα­ξη. Ἀν­τι­στοί­χως, ἰ­σχύ­ει καί ἐ­δῶ τό ἴ­διο πρᾶγ­μα.
Ἄ­ρα, ἡ κα­τά­κρι­ση ἀ­να­φέ­ρε­ται, λέ­γει ὁ ἱ­ε­ρός Χρυ­σό­στο­μος, στό βί­ο. Δέν θά ἀ­σχο­λεῖ­σαι μέ τόν βί­ο τῆς κα­θη­με­ρι­νό­τη­τας τοῦ ἄλ­λου, ἄν τυ­χόν αὐ­τός δέν εἶ­ναι κα­θα­ρός κ.τ.λ. Για­τί ἐ­κεῖ­νο εἶ­ναι κα­τά­κρι­ση. Κρι­τής εἶ­ναι μό­νον ὁ Θε­ός, ὁ ὁ­ποῖ­ος γνω­ρί­ζει κ.τ.λ. Δέν θά σφε­τε­ρι­στοῦ­με, δη­λα­δή, αὐ­τό τό δι­καί­ω­μα τό μο­να­δι­κό, πού ἔ­χει ὁ Χρι­στός. Γιά τά θέ­μα­τα τῆς πί­στε­ως ὅ­μως ὀ­φεί­λου­με νά μι­λή­σου­με. Καί μά­λι­στα μᾶς τό λέ­ει καί ὁ ἴ­διος ὁ Χρι­στός: «ὅ­στις ὁ­μο­λο­γή­σει ἐν ἐ­μοί»· ἄ­ρα, μέ ἐ­νερ­γό τήν πα­ρου­σί­α Του μέ­σα μας, δη­λα­δή ὁ Χρι­στός ὁ­μο­λο­γεῖ τό­τε. Δη­λα­δή, ἐ­άν δέν τό κά­νου­με, δέν ση­μαί­νει ὅ­τι εἴ­μα­στε εὐ­σε­βεῖς, ἐ­πει­δή δέν θέ­λου­με νά μι­λᾶ­με καί δέν θέ­λου­με νά ξέ­ρου­με καί δέν θέ­λου­με νά ἐ­νη­με­ρω­νό­μα­στε γιά αὐ­τά τά πράγ­μα­τα, ἀλ­λά θά κρι­θοῦ­με, για­τί δέν δί­νου­με τήν πρέ­που­σα ὁ­μο­λο­γί­α. Δέν ἔ­χει ση­μα­σί­α ἡ θέ­ση τῶν κρι­νο­μέ­νων αὐ­τῶν ἀν­θρώ­πων μέ­σα στήν Ἐκ­κλη­σί­α. Γιά φαν­τα­στεῖ­τε, μέ αὐ­τήν τήν συλ­λο­γι­στι­κή νά γι­νό­ταν τό ἴ­διο πρᾶγ­μα, ἐ­πει­δή ὁ Ἄ­ρει­ος ἦ­ταν κλη­ρι­κός, ἐ­πει­δή ὁ Νε­στό­ριος ἦ­ταν Πα­τριά­ρχης. Καί πά­ει λέ­γον­τας. Δέν κά­νου­με τί­πο­τε αὐ­θαί­ρε­το, εἶ­ναι νο­μι­μο­ποι­η­μέ­νο καί ἐ­πι­βε­βλη­μέ­νο ἀ­πό τόν ἴ­διο τόν Χρι­στό. Ὁ Ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος, στόν ὁ­ποῖ­ο πα­ρα­πέμ­πει καί ὁ ἅ­γιος Χρυ­σό­στο­μος, ἐ­πί­σης λέ­ει: «καί ἐ­γώ ὁ ἴ­διος ἄν ἔρ­θω καί σᾶς πῶ δι­α­φο­ρε­τι­κά ἀ­πό αὐ­τά πού σᾶς εἶ­πα, ἤ καί ἄγ­γε­λος ἐξ οὐ­ρα­νοῦ, ἀ­νά­θε­μα ἔ­στω». Αὐ­τός εἶ­ναι Βι­βλι­κός λό­γος. Δέν χω­ρά­ει σμί­κρυν­ση. Δέν χω­ρά­ει στρογ­γύ­λε­μα, οὔ­τε μπο­ροῦ­με νά τόν δοῦ­με σχε­τι­κῶς. Εἶ­ναι ἀ­πό­λυ­τος.
Ἔ­τσι λοι­πόν, αὐ­τά πού λέ­με, τά λέ­με με­τά λό­γου γνώ­σε­ως. Καί δέν εἶ­ναι φα­να­τι­σμός, αὐ­τό τό ὁ­ποῖ­ο λές, νά τό λές εὐ­θαρ­σῶς, ὅ­ταν συμ­βαί­νει νά εἶ­ναι ἡ πί­στη καί ἡ ζω­ή τῆς  Ἐκ­κλη­σί­ας, ἀρ­κεῖ νά τό λές τεκ­μη­ρι­ω­μέ­να. Ἀ­πε­ναν­τί­ας, φον­τα­μεν­τα­λι­σμός καί φα­να­τι­σμός εἶ­ναι ἡ ἰ­δε­ο­λη­ψί­α. Ὅ­ταν ἁ­πλῶς λές μιά ἰ­δε­ο­λο­γί­α, μιά ἄ­πο­ψη ἀ­τεκ­μη­ρί­ω­τα καί χρη­σι­μο­ποι­εῖς μά­λι­στα γιά τήν ἐ­πι­βο­λή της τήν βί­α. Ἐ­μεῖς, προ­φα­νῶς, δέν ἔ­χου­με καμ­μιά σχέ­ση μέ αὐ­τόν τόν τρό­πο. Εὐ­θαρ­σῶς, βέ­βαι­α, μπο­ρεῖ νά φω­νά­ζου­με κι­ό­λας, ἀλ­λά αὐ­τό δέν ἔ­χει καμ­μί­α σχέ­ση μέ ἐ­γω­ϊ­σμό. Για­τί δέν μι­λοῦ­με γιά μᾶς, μι­λοῦ­με γιά τόν Χρι­στό καί τήν Ἐκ­κλη­σί­α καί μι­λοῦ­με, ἄν θέ­λε­τε, καί γιά τήν ταυ­τό­τη­τά μας, ἡ ὁ­ποί­α εἶ­ναι ἐν Χρι­στῷ.
Δη­μο­σι­ο­γρά­φος: Εἶ­ναι ἱ­ε­ρή μας ὑ­πο­χρέ­ω­ση λοι­πόν αὐ­τό. Νά μι­λοῦ­με γιά θέ­μα­τα πί­στε­ως. Νά μήν σκύ­βου­με τό κε­φά­λι, οὔ­τε νά μποῦ­με σ’ αὐ­τό τό πνεῦ­μα τῶν τε­λευ­ταί­ων πολ­λῶν ἐ­τῶν στήν Ἑλ­λά­δα δυ­στυ­χῶς, τοῦ ὠ­χα­δελ­φι­σμοῦ, κι ἐ­γώ τώ­ρα θά πῶ, ἐ­γώ θά κά­νω, εἶ­μαι σέ θέ­ση ἐ­γώ νά ξέ­ρω; Μᾶς εἴ­πα­τε ὅ­μως ἕ­να πο­λύ ὡ­ραῖ­ο πα­ρά­δειγ­μα μέ τούς ἁ­γί­ους μας. Ὅ­τι πρῶ­τα ἡ συ­νεί­δη­ση τοῦ κό­σμου, τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, εἶ­ναι αὐ­τή πού πι­στο­ποι­εῖ τήν ἁ­γι­ό­τη­τα, καί ἔρ­χε­ται ἀρ­γό­τε­ρα καί ἡ πρά­ξη τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, ἄν ἔρ­θει τε­λι­κά, νά τήν κα­τα­χω­ρή­σει καί ἐ­πι­σή­μως. Εἶ­ναι ἀ­κρι­βῶς τό ἴ­διο θέ­μα.
Κα­θη­γη­τής: Ἔ­τσι θά ἔ­πρε­πε νά ἐ­νερ­γή­σει καί ἡ Ἁ­γί­α καί Με­γά­λη Σύ­νο­δος, ἄν θέ­λει νά εἶ­ναι Ἁ­γί­α καί Με­γά­λη.

http://omothimadon.gr/?p=34478#more-34478

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου