Σελίδες

Τρίτη 5 Απριλίου 2016

Ἡ Φιλοκαλία καί ἡ προσευχή μέ τό κομποσχοίνι.Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης

Ἀκοῦστε ἐδῶ τήν ὁμιλία:ἩΦιλοκαλία καί ἡ προσευχή μέ τό κομποσχοίνι.


Νά συνεχίσουμε σήμερα, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ καί τήν εὐχή τοῦ Γέροντα, γιά αὐτό τό σπουδαῖο θέμα, τῆς εἰσαγωγῆς στή Φιλοκαλία παίρνοντας ἀφορμή ἀπό τήν εἰσαγωγή πού ἔχει ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης στό ὁμώνυμό του ἔργο.

- Τί εἶναι Φιλοκαλία;

Ὅπως λέει ἡ λέξη εἶναι ἡ φιλία τοῦ καλοῦ. Εἶναι ἕνα βιβλίο, πού ἔχει τήν ὑψηλότατη διδασκαλία τῶν Πατέρων καί σύμφωνα μέ τόν ἅγιο Νικόδημο εἶναι τό «ταμεῖο τῆς νήψεως». Μιά ἀποθήκη, ἕνα θησαυροφυλάκιο, πού μᾶς διδάσκει γιά τή νήψη. Μᾶς διδάσκει γιά τήν ἐγρήγορση τήν πνευματική. Εἶναι ἀκόμα λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος «φυλακτήριο τοῦ νοῦ». Εἶναι ἕνα βιβλίο πού μᾶς διδάσκει πῶς κανείς μπορεῖ νά φυλάττει τόν νοῦ του, ὥστε νά μήν ἁμαρτάνει. Γιατί κανείς εὔκολα ἀποφεύγει τήν ἁμαρτία μέ τό σῶμα, ἀλλά πολύ δύσκολα τήν ἀποφεύγει μέ τόν νοῦ. Δηλαδή ὁ νοῦς πολύ εὔκολα ἁμαρτάνει. Πολύ εὔκολα ξεφεύγει καί κάνει ἀπρεπεῖς φαντασίες, ἀπρεπεῖς σκέψεις καί συγκαταθέσεις κάνει πολλές φορές ὁ ἄνθρωπος, μέ ἀφορμή αὐτές τίς πλάνες, τίς πλανεμένες, ἄς ποῦμε, κινήσεις τοῦ νοῦ.

Μᾶς μαθαίνει ἡ Φιλοκαλία ἀκόμα τή νοερά προσευχή. Γι’ αὐτό λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος εἶναι «μυστικό σχολεῖο τῆς νοερᾶς προσευχῆς». Ἡ νοερά προσευχή εἶναι κατεξοχήν ἐργασία, ἡ ὁποία περιφρουρεῖ τόν νοῦ. Ὅταν κανείς ἔχει στόν νοῦ του τή μνήμη τοῦ Χριστοῦ μ’ αὐτή τή νοερά προσευχή, δέν ἁμαρτάνει. Δέν ἁμαρτάνει οὔτε μέ τόν νοῦ. Μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ δέν ἁμαρτάνουμε. «Οὐ δύναται ἁμαρτάνειν» (Ἰωαν.Α΄ 3,9) ὁ ἄνθρωπος πού εἶναι μέ τόν Θεό. Δέν μπορεῖ πλέον νά ἁμαρτήσει ὁ ἄνθρωπος, τοῦ ὁποίου ὁ νοῦς εἶναι ἑνωμένος μέ τόν Θεό, μέ τή νοερά προσευχή. Γι‘ αὐτό εἶναι ἕνα ἔργο ἀναγκαιότατο. Ἀναγκαιότατο ὄχι μόνο γιά τούς μοναχούς, ἀλλά καί γιά ὅλους τούς χριστιανούς.

«Εἶναι» ἀκόμα, λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, ἡ Φιλοκαλία «μιά ἐξαίρετη ὑποτύπωση τῆς πρακτικῆς ἀγωγῆς». Πῶς δηλαδή κανείς θά ἀσκήσει τήν πράξη. Ὅπως, ἴσως, θά ξέρετε ὑπάρχουν δύο πράγματα: ὑπάρχουν οἱ πράξεις καί ἡ θεωρία. Προηγεῖται ἡ πράξη στήν πνευματική ζωή καί ἀκολουθεῖ ἡ θεωρία τοῦ Θεοῦ.

Πῶς θά κάνουμε τήν πράξη; Πῶς θά κάνουμε τήν ὑπακοή; Πῶς θά κάνουμε τή νηστεία; Πῶς θά κάνουμε τήν ἀγρυπνία; Πῶς θά περνᾶμε τήν ἡμέρα μας; Ὅλα αὐτά μᾶς τά διδάσκει αὐτό τό βιβλίο τῆς Φιλοκαλίας. Ἀκόμα εἶναι «ἕνας ἀπλανής ὁδηγός τῆς πνευματικῆς θεωρίας». Ὅταν κανείς ἀσκήσει τήν πράξη, προχωράει στή θεωρία, ἀλλά κι ἐκεῖ χρειάζεται ὁδηγός. Ἐπίσης βοηθάει πάρα πολύ αὐτό τό βιβλίο τῆς Φιλοκαλίας σ’ αὐτή τήν πνευματική φάση.

Ἀκόμα «εἶναι» λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος ἡ Φιλοκαλία, «ὁ Πατερικός παράδεισος». Σάν νά βρίσκεσαι σέ πνευματικό κῆπο, ὅπου οἱ ἅγιοι Πατέρες μᾶς χαρίζουν τούς πνευματικούς ὥριμους καρπούς, πού εἶναι καρποί τῆς ἐμπειρίας τους, οἱ ὁποῖοι ἔχουν καταγραφεῖ σ’ αὐτό τό βιβλίο. Εἶναι ἀκόμα ἡ «χρυσή ἀλυσίδα τῶν ἀρετῶν, εἶναι ἡ συνεχῆς ἐνασχόληση μέ τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ, εἶναι ἡ σάλπιγγα πού ἐπαναφέρει τή Χάρη καί τό μυριοπόθητο ὄργανο τῆς θεώσεως». Ὅλα αὐτά εἶναι ἡ Φιλοκαλία καί κυρίως, προπάντων, ὅλα αὐτά εἶναι ἡ νοερά προσευχή, ἡ ὁποία εἶναι καί ὁ κύριος ἄξονας τοῦ βιβλίου αὐτοῦ τῆς Φιλοκαλίας.

Γι’ αὐτό καί λέει ὁ Γέροντας Θεόκλητος ὁ Διονυσιάτης ὅτι «ὅλοι αὐτοί οἱ χαρακτηρισμοί ἀναφέρονται κυρίως στή νοερά προσευχή». Ὅπως φαίνεται ἀπό ὅλο τό Προοίμιο τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου, σκοπός τῶν ἐκδοτῶν τῆς Φιλοκαλίας (τοῦ Ἁγίου Μακαρίου ἐπισκόπου Κορίνθου καί τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου) ἦταν ἡ προβολή αὐτῆς τῆς προσευχῆς, πράγμα πού πιστοποιεῖται, ὄχι μόνον ἀπό τά ἄλλα ἔργα τοῦ ἁγίου Νικοδήμου -στά ὁποῖα ἐπίσης συχνά-πυκνά ἀναφέρει γιά τή νοερά προσευχή, ὅπως στόν ‘Ἀόρατο Πόλεμο’ ἤ τό ‘Συμβουλευτικό Ἐγχειρίδιο’, ἀλλά πιστοποιεῖται (τό γεγονός ὅτι θέλανε αὐτοί οἱ ἅγιοι νά προβάλουν στόν λάο τόν κατατρεγμένο, τόν ὑπόδουλο στήν Τουρκοκρατία) καί ἀπό τήν ἀδιάλειπτη νοερά προσευχή, πού ἀσκοῦσαν οἱ δύο αὐτοί Ὅσιοι σέ ὅλη τους τή ζωή». Δηλαδή δέν κάνανε ἁπλῶς μία ἐκδοτική προσπάθεια, μία θεωρητική ἐνασχόληση, ἀλλά καί στήν πράξη αὐτά πού ἔλεγαν στό λαό, τά ἐφάρμοζαν καί οἱ ἴδιοι.

- Ποιά εἶναι ἡ ἱστορία τῆς «Φιλοκαλίας;

Ὅπως προκύπτει ἀπό τό βίο τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, ὕστερα ἀπό δύο χρόνια παραμονῆς στή Μονή τοῦ ἁγίου Διονυσίου, ὁ Ἅγιος Νικόδημος ἀναχώρησε τό 1777 γιά τίς Καρυές τοῦ Ἁγίου Ὅρους, ὅπου συναντήθηκε μέ τόν Ἅγιο Μακάριο ἐπίσκοπο Κορίνθου, ὁ ὁποῖος εἶχε τότε ἐκθρονιστεῖ ἀπό τούς Τούρκους, εἶχε χάσει τή Μητρόπολή του, διότι ἡ οἰκογένειά του εἶχε συμμετάσχει στην ἐξέγερση τοῦ 1770, τά λεγόμενα Ὀρλωφικά. Ἡ οἰκογένειά του ἦταν ἡ περίφημη οίκογένεια τῶν Νοταράδων. Ἐκεῖ λοιπόν πού συναντήθηκαν οἱ δύο Ὅσιοι, ὁ ἅγιος Μακάριος τοῦ παρέδωσε τά χειρόγραφα ἀπό ἀνθολογίες καί πατερικά κείμενα (μοναστικά, ἀσκητικά, ἡσυχαστικά, θεολογικά) γιά νά τά ἐπεξεργαστεῖ καί νά τά ἐκδώσει.

Τά κείμενα τά εἶχε ἀντιγράψει προφανῶς ἀπό χειρόγραφους κώδικες ἀπό Μοναστήρια τοῦ Ἁγίου Ὅρους καί ἴσως κάποια ἀπό αὐτά νά τά διάλεξε, νά μήν τά ἐξέδωσε ὅλα ἤ νά πρόσθεσε κι ἄλλα ὁ ἅγιος Νικόδημος. Ἔτσι προέκυψε αὐτό τό ὑπέροχο βιβλίο τῆς Φιλοκαλίας, ἀφοῦ διόρθωσε ὅλα αὐτά τά κείμενα φιλολογικά, τά παρέβαλλε κριτικά μέ ἄλλους κώδικες, παρέθεσε παρατηρήσεις στά παρασέλιδα κι ἔγραψε καί τό Προοίμιο καί τίς σύντομες βιογραφίες τῶν συγγραφέων. Ἄν πάρετε τό βιβλίο –καί σᾶς συμβουλεύω νά τήν ἔχετε τή Φιλοκαλία- θά δεῖτε ὅταν ἀρχίζει ἕνας καινούριος Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, ἕνας καινούριος συγγραφέας στήν πορεία τοῦ ἔργου, προηγεῖται ὁ βίος του. Αὐτό τόν βίο, τόν ἔχει γράψει ὁ ἅγιος Νικόδημος. Ὅλο αὐτό τό ἔργο ἦταν ἕτοιμο μέσα σέ δύο χρόνια καί τό παρέδωσε στόν ἅγιο Μακάριο γιά νά τό ἐκδώσει.

Ὁ ἅγιος Μακάριος κατέφυγε σ’ ἕναν πρίγκιπα τῆς Μολδοβλαχίας, πού λεγόταν Ἰωάννης Μαυρογορδάτος, τόν ὁποῖο συνάντησε στήν Σμύρνη καί ὁ ὁποῖος ἀνέλαβε τήν ἐκδόση τοῦ ἔργου.

Στά κείμενα αὐτά, πού, ὅπως εἴπαμε, στό σύνολό τους ἐκφράζουν τήν ἀγάπη γιά τό καλό, μέ πνευματική ἔννοια, τό ὁποῖο καλό ταυτίζεται μέ τό ἀγαθό, σ’ αὐτά τά κείμενα δόθηκε ὁ τίτλος «Φιλοκαλία», μέ τήν ἐπεξηγηματική δήλωση, ὅτι ἡ φιλία αὐτή τοῦ καλοῦ, σέ αὐτά τά ὑψηλά πνευματικά ἐπίπεδα, ἀνήκει στούς «Ἱερούς Νηπτικούς», δηλαδή στούς ἀσκητικούς ἐκείνους ἁγίους Πατέρες, πού ἔφτασαν στή θεία κατάσταση τῆς ἀδιάλειπτης νήψης καί ἐγρήγορσης τοῦ θεωθέντος νοῦ τους.

Αὐτοί οἱ ἅγιοι νηπτικοί, πού θεώθηκε ὁ νοῦς τους λόγω τῆς ἀδιάλειπτης προσοχῆς καί προσευχῆς, ἀγάπησαν ἀληθινά τό καλό καί μᾶς ἄφησαν αὐτά τά ἔργα, πού ὅλα μαζί ἀποτέλεσαν καί ἀποτελοῦν καί σήμερα τό γνωστό ἔργο τῆς Φιλοκαλίας. Σέ ἕναν τόμο μεγάλου σχήματος ἡ Φιλοκαλία εἶδε τό φῶς τῆς δημοσιότητος στή Βενετία τό 1782, μέσα στά χρόνια τῆς σκλαβιᾶς. Ἔγινε αὐτό τό πολύ μεγάλο καί σπουδαῖο ἔργο καί φώτισε πραγματικά τήν Ὀρθοδοξία καί τή φωτίζει μέχρι σήμερα καί θά τή φωτίζει γιά πάντα. Αὐτό τό ἔργο εἶναι κλασσικό καί πολύ βοηθητικό στόν ἀγώνα γιά τήν πνευματική ζωή.

Ἕνα ἐρώτημα εἶναι:

- Ἄραγε ἡ Φιλοκαλία εἶναι ἕνα βιβλίο πού διδάσκει μόνο τή νοερά προσευχή;

Ὄχι, δέν διδάσκει μόνο γιά τή νοερά προσευχή, ἀλλά ὅπως λέει ὁ Γέροντας Θεόκλητος ὁ Διονυσιάτης, «ἔχει τό σύνολο τῆς πνευματικῆς ἐμπειρίας τῶν ἁγίων Πατέρων, σέ ὅλες τίς διαστάσεις τῶν κινήσεων τοῦ νοῦ καί τῆς καρδιᾶς». Μᾶς μιλάει γιά ὅλη τήν πνευματική ζωή καί μάλιστα γιά τήν ἐσωτερική πνευματική ζωή καί γιά τίς κινήσεις τοῦ νοῦ καί τῆς καρδιᾶς σέ ὅλες τίς διαστάσεις. «Καί ἀντιφεγγίζει τίς ἀστραπές καί τίς ἐλλάμψεις τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἐπάνω στίς καθαρές ψυχές τῶν Ἁγίων, ὡς «καρπός τοῦ Πνεύματος», ὅπως τά ἀπηχήματα τῶν πολέμων μέ τούς ἀόρατους δαίμονες, τά ψεκτά πάθη καί τίς γοητεῖες τοῦ κόσμου».

Οἱ ἅγιοι μᾶς μιλᾶνε καί γιά τίς δυσκολίες τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα, γιά τούς πειρασμούς πού κάνουν οἱ δαίμονες καί γιά τίς γοητεῖες τοῦ κόσμου, οἱ ὁποῖες ἐπίσης μᾶς πειράζουν, μᾶς βάζουν σέ πειρασμό.

Πανηγυρίζει ὁ Ἅγιος Νικόδημος στό προοίμιο, στήν εἰσαγωγή γιατί βρέθηκε ἄνθρωπος πού θὰ χρηματοδοτήσει τήν πρώτη ἔκδοση τῆς Φιλοκαλίας. Γιατί, ναί μέν, ὑπῆρχε τό ἔργο, ἀλλά χρειάζονταν καί χρήματα. «Νά, ὅμως», λέει,«ὁ σέ ὅλα καλός κἀγαθός, ὁ πραγματικά φίλος τοῦ Χριστοῦ, κύριος Ἰωάννης Μαυρογορδάτος· σέ κανένα ἀπολύτως δέν παραχωρεῖ τά πρωτεῖα, ὅσα ἀναφέρονται στήν ἐλευθεριότητα, στή φιλοπτωχία, στή φιλοξενία καί στήν ὑπόλοιπη χορεία τῶν ἀρετῶν». Τοῦ κάνει ἕνα ἐγκώμιο, πού τοῦ ἀξίζει τοῦ ἀνθρώπου. «Πυρπολεῖται πάντοτε ἀπό τόν ἔνθεο ζῆλο νά ὠφελήσει τό κοινό. Αὐτός λοιπόν, αὐτὀς ἐμπνευσμένος ἀπό τή χάρη τοῦ Χριστοῦ, ποῦ θέλει νά σωθοῦν καί νά θεωθοῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, μεταβάλλει τό θρῆνο μας σέ χαρά βγάζοντάς μας ἀπό τό ἀδιέξοδο. Ἐκθέτει μπροστά στό κοινό τό μέσο τῆς θεώσεως». Τό βιβλίο αὐτό τό θεωρεῖ μέσο τῆς θέωσης. Και ὄντως, γιατί κανείς, ἐάν δέν ἔχει γνώση, δέν ἔχει καί πράξη. Πρέπει νά γνωρίζεις τί πρέπει νά κάνεις, γιά νά τό κάνεις. Αὐτό τό βιβλίο μᾶς δίνει αὐτή τή γνώση πού χρειάζεται γιά νά προχωρήσει κανείς στή θέωση, πού εἶναι ὁ σκοπός τῆς ζωῆς μας. Γι ‘ αὐτό καί χαίρεται πάρα πολύ ὁ ἅγιος «...μέ ὅλη του τήν ψυχή καί, γιά νά πῶ ἔτσι, βοηθᾶ μέ χέρια καί πόδια καί συνεργεῖ μέ κάθε τρόπο, στό σημεῖο τοῦτο, στό προαιώνιο -ὅπως εἰπώθηκε- σχέδιο τοῦ Θεοῦ. Αὐτό εἶναι δόξα καί μεγαλεῖο».

Θά πεῖς τόσο σημαντικό; Ναί, εἶναι τόσο σημαντικό. Βλέπετε πῶς καί ἡ παραμικρή συμβολή στήν ἱεραποστολή στό ἔργο τοῦ Θεοῦ, πόσο ἔπαινο ἔχει ἀπό τούς Ἁγίους καί πολύ περισσότερο ἀπό τόν Θεό. Γι’ αὐτό, ἄς μήν ἀμελοῦμε κι ἐμεῖς. Ἄς κάνουμε, ὅ,τι μπορεῖ ὁ καθένας, ὥστε νά διαδίδεται ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ.

Τά πολύτιμα κείμενα τῆς Φιλοκαλίας «αὐτά πού κοίτονταν στή γωνιά, ἐν κρυπτῷ καί παραβύστω», ὅπως λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, «περιφρονημένα καί σκοροφαγωμένα, παραριγμένα καί σκορπισμένα ἐδῶ κι ἐκεῖ, αὐτά πού μᾶς χειραγωγοῦν συστηματικά στήν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς, στή νήψη τοῦ νοῦ, στήν ἀνάκληση τῆς μέσα μας χάρης» ἐφαρμόζοντάς τα κανείς, ἀνακαλύπτει πάλι μέσα του τήν κρυμμένη Χάρη πού πῆρε μέ τό Βάπτισμα καί ὁδηγεῖται στή θέωση. Ὅλα αὐτά τά κείμενα λοιπόν ὑπάρχουν σήμερα στή διάθεση τῶν εὐλαβῶν χριστιανῶν, χάρις στόν Ἅγιο Νικόδημο καί τόν Ἅγιο Μακάριο Κορίνθου καί τούς χρωστᾶμε πάρα πολύ μεγάλη εὐγνωμοσύνη.

Μία ἄλλη ἀπορία καί κάπως καί ἔνσταση ἀπό μερικούς εἶναι ἡ ἀκόλουθη:

- Ἐπιτρέπεται ἡ διδασκαλία τοῦ βιβλίου τῆς Φιλοκαλίας σέ ὅλους;

Ἡ Φιλοκαλία εἶναι ἕνα βιβλίο γιά ὅλους ἤ μήπως εἶναι μόνο γιά τούς μοναχούς καί γιά κάποιους «φανατικούς» φιλομόναχους πιστούς; Ἡ νοερά προσευχή, τήν ὁποία ἔχει σάν κύριο ἄξονά της ἡ Φιλοκαλία, μήπως εἶναι ἐπικίνδυνη γιά τούς πολλούς καί δέν πρέπει νά διδάσκεται σ’ αὐτούς, παρά μόνο στούς μοναχούς; Τί ἀπαντοῦν οἱ Ἅγιοι Πατέρες;

Οἱ ἅγιοι Πατέρες ὁμόφωνα μᾶς διδάσκουν, ὅτι ἡ Φιλοκαλία, πού τό κύριο θέμα της εἶναι ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή, ἀφορᾶ σέ ὅλους τούς χριστιανούς, μικρούς καί μεγάλους, μοναχούς καί λαϊκούς. Εἶναι ἐσφαλμένη ἡ ἀντίληψη πού λέει ὅτι εἶναι μόνο γιά τούς μοναχούς.

Λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης: «Τώρα πού ἔχουμε φτάσει σ' αὐτό τό σημεῖο τοῦ λόγου, θά παρατηρήσει ἴσως κάποιος, λέγοντας ὅτι δέν εἶναι θεμιτό νά κοινοποιοῦμε στίς ἀκοές τῶν πολλῶν μερικά μυστικά τοῦ βιβλίου, ἐπειδή θά ἦταν παράξενα ἀκούσματα γι’ αὐτούς· γιατί, λέει, παραμονεύει καί κάποιος κίνδυνος ἀπ' αὐτά». Ὑπῆρχε τότε αὐτή ἡ ἀντίληψη ‘Μή διαβάζετε ‘Φιλοκαλία’, εἶναι μόνο γιά τούς μοναχούς, γιατί μπορεῖ καί νά κινδυνεύετε νά ζημιωθεῖτε.

Λέει ὁ Ἅγιος τώρα: «Τοῦ ἀπαντοῦμε μέ λίγα λόγια: οὔτε ἐμεῖς, ἀγαπητέ φίλε, δέν ἀναλάβαμε αὐτό τό ἐγχείρημα ἀκολουθώντας δικές μας σκέψεις, ἀλλά περισσότερο τό παράδειγμα ἄλλων». Μή νομίζεις, λέει, ὅτι ἐκδώσαμε αὐτό τό ἔργο ἀπό ἕναν ἐγωισμό ἤ ἀπό ἕνα δικό μας πεῖσμα. Ἀλλά ἀκολουθήσαμε τίς ὁδηγίες τῶν ἁγίων Πατέρων καί προπάντων τῆς Ἁγίας Γραφῆς, «ἡ ὁποία δίνει ἐντολή σ' ὅλους τούς εὐσεβεῖς –χωρίς νά κάνει διαχωρισμό καί διάκριση- νά προσεύχονται χωρίς διάλειμμα (ἀδιάλειπτα) καί νά ἔχουν μπροστά τους τόν Κύριο». Μᾶς τό λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος «ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Α΄Θεσ. 5,17), δέν τό γράφει σέ κάποιους μοναχούς, ἀλλά στούς Θεσσαλονικεῖς. Δέν ὑπῆρχαν τήν ἐποχή ἐκείνη μοναστήρια μέ τήν ἔννοια πού τά ξέρουμε σήμερα, ἀλλά τότε ὅλοι οἱ χριστιανοί ἦταν σάν ἕνα μοναστήρι, γιατί ζοῦσαν ὅλοι σάν μοναχοί. Τούς προτρέπει λοιπόν νά προσεύχονται ἀδιάλειπτα. Ὄχι μόνο ὁ ἀπόστολος Παῦλος, γιατί μερικοί θά λέγανε ὅτι ὁ ἀπόστολος Παῦλος τό λέει, ἀλλά τό εἶπε καί ὁ Χριστός. Εἶπε μιά ὁλόκληρη παραβολή τοῦ ἄδικου κριτοῦ καί τῆς χήρας, τήν ὁποία ἀκριβῶς εἶπε –τό ἐξηγεῖ ὁ Εὐαγγελιστής- γιά νά προσευχόμαστε συνεχῶς καί νά μήν ἀποκάμνουμε στήν προσευχή. Γιά νά μᾶς διδάξει ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ὅτι πρέπει συνεχῶς νά Τόν μνημονεύουμε, νά Τόν θυμόμαστε καί νά Τόν ἀγαπᾶμε, ὅπως λέει ἡ πρώτη ἐντολή «ἐξ ὅλης τῆς διανοίας» (Λουκ. 10,27) μέ ὅλη μας τή σκέψη. Ὅλη ἡ καρδιά μας νά εἶναι στραμμένη σ’ Αὐτόν.

Ἐπίσης ὁ Μέγας Βασίλειος λέει ὅτι εἶναι «ἀσέβεια νά λέμε ὅτι περιέχεται κάτι ἀπαγορευμένο ἤ ἀδύνατο στά παραγγέλματα τοῦ Πνεύματος». Γιατί λένε μερικοί ‘Πῶς εἶναι δυνατόν νά προσεύχεσαι ἀδειάλειπτα; Εἶναι ἀδύνατο’. Αὐτό, ἄν τό πεῖ κανείς, εἶναι ἀσέβεια γιατί εἶναι σάν νά λέει ὅτι ὁ Χριστός μᾶς ζητάει ἀδύνατα πράγματα. Ἀλλά τότε βλασφημοῦμε. Εἶναι σάν νά λέμε ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἕνας βασανιστής μας, ἕνας σαδιστής, ὁ ὁποῖος μᾶς βάζει ἀθλήματα πάνω ἀπό τά μέτρα μας. Γιά νά μᾶς τό ζητάει ὁ Χριστός, σημαίνει ὅτι εἶναι στά μέτρα μας καί μποροῦμε νά τό κάνουμε. Ὄχι μόνο μποροῦμε, ἀλλά εἶναι καί τό φυσιολογικό, ὅπως εἶναι φυσιολογικό ν’ ἀναπνέει κανείς. Δέν χρειάζεται κάθε στιγμή νά σκέφτεσαι ὅτι πρέπει ν’ ἀναπνέεις. Τό θεωρεῖς φυσιολογικό ν’ ἀναπνέεις. Ἔτσι καί ἡ ψυχή εἶναι φυσιολογικό ν’ ἀναπνέει καί ἡ ἀναπνοή τῆς ψυχῆς εἶναι ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή.

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος –γιά νά ποῦμε ἕναν μόνο ἀπό τούς Πατέρες-δίνει σ' ὅλο τό λαό πού ποιμαίνει τήν ὑποθήκη «μνημονευτέον τοῦ Θεοῦ μᾶλλον ἤ ἀναπνευστέον». Δηλαδή περισσότερο νά θυμόμαστε τόν Θεό, παρά νά ἀναπνέουμε. Ἡ ἰατρική μᾶς λέει ὅτι ἀναπνέουμε περίπου 16 φορές τό λεπτό. Θά πρέπει περισσότερες φορές δηλαδή νά θυμόμαστε τόν Θεό στή διάρκεια τοῦ λεπτοῦ.

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος γράφει τρεῖς ὁλόκληρους λόγους γιά τήν ἀδιάλειπτη καί νοερά προσευχή, ὁ ὁποῖος ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος θεωρεῖται κατεξοχήν ‘κοινωνικός’ Πατέρας, πού ἀπευθύνεται σ’ ὅλο τόν λαό, σ’ ὅλη τήν κοινωνία καί δέν εἶναι ἀσκητικός μέ τήν αὐστηρή ἔννοια τοῦ ὅρου. Εἶναι ἀσκητής, μέγας ἀσκητής, ἀλλά εἶναι μέσα στήν πόλη καί μιλάει σ’ ὅλο τόν λαό καί παρακινεῖ ὅλο τόν λαό σέ ἀδιάλειπτη προσευχή καί μάλιστα λέει «μήν τό ἀφήνετε αὐτό τό ἔργο». Γιατί ἔβλεπε ὅτι στήν ἐποχή του οἱ χριστιανοί εἶχαν ἀρχίσει νά ἐκκοσμικεύονται καί νά χάνουν αὐτή τήν ἀδιάλειπτη ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία ὑπῆρχε ἀπό τήν πρώτη στιγμή καί διδάχθηκε ἀπό τόν Χριστό μας καί τούς ἁγίους Ἀποστόλους. Τήν ἔκαναν ὅλοι τήν ἀδιάλειπτη νοερά προσευχή. Ὅταν ὅμως ἐπικράτησε ὁ Χριστιανισμός μέ τόν Μέγα Κωνσταντίνο καί ἔγινε καί ἐπίσημη θρησκεία μέ τόν Μέγα Θεοδόσιο, ἄρχισαν σταδιακά οἱ Χριστιανοί νά ἐκκοσμικεύονται, νά χαλαρώνουν καί νά ἀφήνουν τήν ἀσκητική ζωή καί τήν ἀδιάλειπτη προσευχή. Ὁπότε τούς φωνάζει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος «Μή σταματᾶτε, βοᾶτε ἀπό πρωί ἕως ἑσπέρας καί εἰ δυνατόν καί ὅλην τή νύκτα τό Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με». Ποῦ εἶναι αὐτοί πού λένε ὅτι αὐτή ἡ προσευχή εἶναι ἐφεύρημα τῶν νεοτέρων, τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ κ.λ.π. Ὄχι, ἀπό τήν πρώτη στιγμή ὑπάρχει αὐτή ἡ προσευχή μέσα στήν Ἐκκλησία. Σέ ἄπειρα σημεῖα τῶν λόγων του, ὁ ἱερός Χρυσόστομος προτρέπει ὅλους μαζί στή συνεχή, στήν ἀδιάλειπτη προσευχή.

Ἕνας ἄλλος ἅγιος Πατέρας, «ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης γυρίζοντας σέ διάφορες πόλεις, δίδασκε τήν ἴδια σωτήρια ἐργασία». Ἔκανε περιοδεία στόν τότε γνωστό κόσμο καί ὡς κήρυγμα, ὡς περιεχόμενο τοῦ κηρύγματος εἶχε τήν ἀδιάλειπτη νοερά προσευχή. Μάλιστα εἶχε πάει καί στό Ἅγιο Ὄρος καί ἐκεῖ δέν βρῆκε ἀνθρώπους νά κάνουν νοερά προσευχή, παρά μόνο ἐλάχιστους. Ἕνας ἀπ’ αὐτούς ἦταν ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Καυσοκαλύβης, μέ τόν ὁποῖο εἶχε μιά ὑπέροχη συζήτηση, ἡ ὁποία εἶναι καταγραμμένη στό βίο τοῦ ἁγίου Μαξίμου καί κανείς ἀξίζει νά τήν ἀναζητήσει. Ὑπάρχει καί στή Φιλοκαλία, αὐτή ἡ συζήτηση περί Θείας Χάρης, σημείων Χάριτος καί σημείων πλάνης.

Ἀλλά καί ὁ ἴδιος ὁ Θεός ἔδωσε μαρτυρία ὅτι αὐτή τήν ἐργασία πρέπει νά τήν κάνουν ὅλοι κι ὄχι μόνο οἱ μοναχοί. Ποῦ τήν ἔδωσε αὐτή τή μαρτυρία; Πότε τήν ἔδωσε; Ὅταν ἔστειλε τόν ἄγγελό του κάνοντας ἕνα μεγάλο θαῦμα στόν μοναχό Ἰωβ, ὁ ὁποῖος ἦταν κοντά στόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ καί ὁ ὁποῖος μοναχός ἦταν καλός, ἀλλά δέν μποροῦσε νά δεχτεῖ αὐτό πού ἔλεγε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ὅτι θά πρέπει ὅλοι οἱ χριστιανοί καί τά μικρά παιδιά καί οἱ γέροντες καί αὐτοί πού εἶναι ἐργαζόμενοι σέ διάφορα ἐπαγγέλματα καί οἱ ἔγγαμοι καί οἱ ἄγαμοι, ὅλοι θά πρέπει νά ἀσκοῦν αὐτή τήν ἀδιάλειπτη προσευχή. Ὁ Ἰωβ ἀντιδροῦσε σ’ αὐτό καί ἔλεγε ‘δέν εἶναι δυνατόν Γέροντα νά τό κάνουν αὐτό οἱ ἄνθρωποι πού εἶναι μέσα στόν κόσμο καί ἔχουν ὑποχρεώσεις καί ἔχουν συζύγους καί ἔχουν παιδιά καί ἔχουν τόσες βιοτικές μέριμνες. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς δέν ἦταν ἄνθρωπος πού τσακωνότανε, πού ἀγαποῦσε νά ἐρίζει καί τόν ἄφησε. Γύρισε στό κελί του ὁ Ἰώβ κι ἐκεῖ τόν περίμενε ὁ ἅγιος ἄγγελος, σταλμένος ἀπό τόν Θεό, ὁ ὁποῖος κατά κάποιον τρόπο τόν ἐπέπληξε. Τοῦ λέει ‘δέν ἔχεις δίκαιο. Ὁ Ἐπίσκοπος, ὁ Γρηγόριος ἔχει δίκαιο καί μήν ἀντιλέγεις, νά πείθεσαι σ’ αὐτά πού λέει’. Γύρισε ὁ Ἰώβ κι ἔβαλε μετάνοια στόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ καί τοῦ λέει ‘ἔχεις δίκαιο, τό πληροφορήθηκα ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό’.

Θά λέγαμε, ἔγινε κι αὐτό κατ’ οἰκονομία -ὅπως κατ’ οἰκονομία ἔγινε καί ἡ ἀπιστία τοῦ Θωμᾶ- γιά νά πεισθοῦμε κι ἐμεῖς ὅτι ὁ Θεός τό θέλει καί δέν εἶναι διδασκαλία ἀνθρώπινη, τό νά κάνουμε ὅλοι οἱ χριστιανοί αὐτή τήν ἀδιάλειπτη προσευχή. Ὅμως βλέπουμε καί στήν πράξη τῆς Ἐκκλησίας πώς πολλοί ἄνθρωποι τοῦ κόσμου αὐτοῦ ἔκαναν τή νοερά προσευχή στήν πράξη, σάν ἀπάντηση σ’ αὐτούς πού τό θεωροῦν ἀδύνατο. Πῶς δέν εἶναι δυνατόν; Ἀπό τή στιγμή πού ἔχουμε ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι ἦταν μέσα στά ἀνάκτορα, μέ πάρα πολλές μέριμνες καί ὑποθέσεις κρατικές κι ὅμως εἶχαν ὡς άδιάλειπτο ἔργο τή μελέτη αὐτή τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ. Αὐτοί μέ τή ζωή τους πλέον ἀποστομώνουνε τούς ἄλλους πού λένε ὅτι δέν εἶναι δυνατόν μέσα στόν κόσμο νά κάνεις αὐτή τήν ἀδιάλειπτη ἐργασία τῆς προσευχῆς.

- Μήπως, ὅπως κάποιοι ἰσχυρίζονται, ὑπάρχει ὁ κίνδυνος τῆς πλάνης γι’ αὐτούς πού ἀσκοῦν τήν ἀδιάλειπτη προσευχή;

Κινδυνεύουνε νά πέσουνε δηλαδή σέ μιά κατάσταση δαιμονική; Γιατί ἡ πλάνη εἶναι μιά δαιμονική κατάσταση. Καί νά χάσουμε ἔτσι τή Χάρη τοῦ Θεοῦ; Ἡ ἀπάντηση εἶναι ὅτι ἡ πλάνη πάντα καιροφυλακτεῖ. Ὄχι μόνο σ’ αὐτόν πού κάνει ἀδιάλειπτη προσευχή, ἀλλά καί σ’ αὐτόν πού δέν τήν κάνει. Καιροφυλακτεῖ καί σ’ αὐτούς πού ἔχουν ὑπερηφάνεια. Ὅποιος ἔχει ὑπερηφάνεια, αὐτός κινδυνεύει ἀπό πλάνη. Ἄν καί τή νοερά προσευχή τήν κάνεις μέ ὑπερηφάνεια, μέ κενοδοξία, τήν κάνεις μέ ἀνθρωπαρέσκεια, γιά νά φανεῖς στούς ἀνθρώπους ἤ γιά νά φανεῖς καλός καί σωστός στόν ἑαυτό σου, μέ αὐταρέσκεια δηλαδή, πάλι κινδυνεύεις νά πλανηθεῖς. Γι’ αὐτό βεβαίως χρειάζεται μαζί μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή νά ἀσκεῖς καί τίς ὑπόλοιπες ἀρετές καί νά ἔχεις ὁπωσδήποτε πνευματικό ὁδηγό, πνευματικό πατέρα. Νά μήν παίρνεις ἕνα βιβλίο μόνο καί νά λές ‘ἐγώ θά ἐφαρμόσω αὐτά πού λέει τό βιβλίο’. Τότε βέβαια κινδυνεύεις νά πλανηθεῖς, γιατί ἔχεις ὑπερηφάνεια. Ὁ ταπεινός φαίνεται ἀπό τήν ὑπακοή. Ἔχει ὁπωσδήποτε πνευματικό ὁδηγό καί τόν συμβουλεύεται σέ κάθε στιγμή τῆς ζωῆς του.

Ἡ πλάνη λοιπόν, στήν ὁποία ἔπεσαν κάποιοι, δέν ὀφείλεται στή νοερά προσευχή, στήν ἐργασία τῆς νοερᾶς προσευχῆς, ἀλλά, ὅπως λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, στή μοχθηρία καί στήν ἁμαρτία τους. Στό κακό περιεχόμενο δηλαδή τῆς καρδιᾶς τους, στή βρώμικη καρδιά τους, πού δέν φρόντισαν νά τήν καθαρίσουν, δέν φρόντισαν νά κάνουν τό ἀνθρώπινο κομμάτι τουλάχιστον, ὥστε νά κάνει κι ὁ Θεός τό ὑπόλοιπο καί ἐνῶ ἦταν ἔτσι βρώμικοι γεμάτοι ἐγωισμό καί ὑπερηφάνεια, ἔκαναν αὐτή τήν ἐργασία μέ κακό λογισμό, μέ διεστραμμένο λογισμό γιά νά ἱκανοποιήσουν τόν ἐγωισμό τους. Λέει, λοιπόν ὁ ἅγιος, ὅτι δέν συνυπῆρχε μαζί μέ τήν προσπάθεια γιά τήν προσευχή, ἡ προσπάθεια γιά τή σωστή ζωή καί τήν ὁλοκληρωμένη μετάνοια, γι’ αὐτό καί πέσανε στήν πλάνη. Χρησιμοποίησαν τήν εὐχή κενόδοξα, σάν ἐργαλεῖο, σάν μιά μηχανή, μιά ἐφεύρεση πού θά τούς ἀνέβαζε στόν Θεό. Σάν ἕνα κόλπο, θά λέγαμε, χωρίς νά φροντίσουν γιά τήν κάθαρση ἀπό τά πάθη μέ τήν τήρηση ὅλων τῶν ἐντολῶν.

Ἡ νοερά προσευχή δέν εἶναι τό ἅπαν τῆς πνευματικῆς ἐργασίας. Πρέπει νά συνυπάρχει μέ τήν ἐκκοπή τῶν παθῶν, μέ τήν προσπάθεια νά κόβεις τά πάθη σου, νά ἀντιστέκεσαι στόν κακό ἑαυτό σου καί νά τηρεῖς τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀπαλλαγή ἀπό τήν οἴηση καί τήν ἀνθρωπαρέσκεια ἐξασφαλίζει τόν ἄνθρωπο ἀπό τόν κίνδυνο τῆς δαιμονικῆς πλάνης. Λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος «ἄν μερικοί κάποτε ξέφυγαν λίγο ἀπό αὐτούς πού ἀσκοῦσαν τή νοερά προσευχή, τί τό παράξενο; Αὐτό τό ἔπαθαν τίς πιό πολλές φορές ἀπό οἴηση κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Σιναΐτη», ὁ ὁποῖος εἴπαμε ἦταν σπουδαῖος δάσκαλος τῆς νοερᾶς ἀδιάλειπτης προσευχῆς. «Ἐγὠ νομίζω», λέει, «ὅτι τό βασικό καί κύριο αἴτιο τῆς παρεκκλίσεως αὐτῆς εἶναι τό ὅτι δέν στοίχισαν ἀκριβῶς σέ ὅλα τά σημεῖα μέ τή διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων γιά τήν ἐργασία αὐτή καί ὄχι ὅτι φταίει ἡ ἐργασία αὐτή, γιά ὄνομα τοῦ Θεοῦ». Ἀλλά αὐτοί πού τήν ἀσκοῦσαν δέν τήν ἔκαναν σωστά. Δέν ἀκολουθοῦσαν τίς ὁδηγίες τῶν Ἁγίων Πατέρων, ἀλλά ἀκολουθοῦσαν τόν λογισμό τους.

«Εἶναι ἁγία ἡ ἐργασία αὐτή καί διαμέσου αὐτῆς ἔχουμε μεγαλύτερη ἀνάγκη ν’ ἀπαλλαγοῦμε ἀπ’ ὅλη τήν πλάνη. Και μποροῦμε νά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό τήν πλάνη μέ αὐτή τήν ἐργασία ἐπειδή κι ἡ ἐντολή τοῦ Θεοῦ μέσα στόν νόμο πού ὁδηγεῖ στή ζωή λέει ὁ Παῦλος ‘βρέθηκε νά κοστίζει γιά μερικούς τόν θάνατο’(Ρωμ. 7, 11-12)». Ἀλλά δέν φταίει ἡ ἐντολή. Δέν ἔγινε ἐξαιτίας τῆς ἐντολῆς αὐτό, ἀλλά «ἔγινε λόγω» τῆς δικῆς μας μοχθηρίας καί «τῆς μοχθηρίας ἐκείνων πού τήν ἔπραξαν κάτω ἀπό τήν κυριαρχία τῆς ἁμαρτίας», γιατί ἡ ἐντολή εἶναι πάντοτε ἁγία καί δίκαιη καί ἀληθινή. «Τί πρέπει νά γίνει γι' αὐτό; Νά καταδικάσουμε τή θεία ἐντολή γιά τήν ἁμαρτία μερικῶν» πού δέν ἔκαναν σωστά, δέν τήρησαν σωστά τήν ἐντολή; «Καί νά παραμελήσουμε μιά τέτοια σωτηριώδη ἐργασία ἐξαιτίας τῆς παρεκκλίσεως μερικῶν; Μέ κανένα τρόπο. Οὔτε τή μία, οὔτε τήν ἄλλη. Ἀλλά μᾶλλον ἔχοντας θάρρος σ' Ἐκεῖνον πού εἶπε: ‘’Ἐγώ εἶμαι ἡ ὁδός καί ἡ ἀλήθεια’’ (Ἰω. 14,6), μέ κάθε ταπεινοφροσύνη καί διάθεση πένθους, ἄς ἐπιχειρήσουμε τό ἔργο. Γιατί μέ ὅποιον εἶναι ἀπαλλαγμένος ἀπό τήν οἴηση καί τήν ἀνθρωπαρέσκεια, ἀκόμα κι ἄν ὁλόκληρη ἡ στρατιά τῶν δαιμόνων συγκρουστεῖ μαζί του, μήτε νά τόν πλησιάσει δέν θά μπορέσει, σύμφωνα μέ τή διδασκαλία τῶν Πατέρων». Ὅλοι οἱ δαίμονες νά μαζευτοῦν, ἕναν ταπεινό ἄνθρωπο, πού ἔχει ἀπαλλαχτεῖ ἀπό τήν οἴηση, τήν ἰδέα ὅτι εἶναι κάτι δηλαδή καί ἀπό τήν ἀνθρωπαρέσκεια, δέν μποροῦν νά τόν νικήσουν. Ἀντίθετα νικᾶνε πάρα πολύ εὔκολα ἕναν ἄνθρωπο, πού ἔχει ἰδέα ὅτι εἶναι κάτι, ὅτι εἶναι καλός κι ὅτι τά κάνει ὅλα καλά. Αὐτόν πολύ εὔκολα τόν νικοῦν οἱ δαίμονες.

Σύμφωνα λοιπόν μέ ὅλα αὐτά πού εἴπαμε μέχρι τώρα ὅλοι εἴμαστε καλεσμένοι ἀπό τόν Θεό καί ἀπό τούς Ἁγίους στήν πνευματική αὐτή ἐργασία καί στά ἐπακολουθήματα αὐτῆς τῆς ἐργασίας τά ὁποῖα εἶναι προπάντων ἡ πνευματική χαρά, ἡ πνευματική τρυφή, τήν ὁποία χαρίζει ὁ Χριστός μας. Μᾶς τό εἶπε ὅτι «εἶναι καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἡ ἀγάπη, ἡ χαρά, ἡ εἰρήνη..(Γαλ. 5,22)», ὅλα αὐτά τά ὁποῖα γεμίζουν μέ μακαριότητα τόν ἄνθρωπο. Κι ὅλα αὐτά τά πετυχαίνουμε ἐφαρμόζοντας ἐκεῖνα πού εἶναι θησαυρισμένα στό βιβλίο τῆς Φιλοκαλίας. Λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος γεμάτος ἐνθουσιασμό τό βιβλίο αὐτό «προβάλλει τήν ἀψεγάδιαστη ἐργασία», τήν ἐργασία πού δέν ἔχει κανένα ψεγάδι.

«Θά ἦταν λοιπόν ἐξαιρετικά ἐπίκαιρο νά χρησιμοποιήσουμε τήν πρόσκληση ἐκείνη τῆς Σοφίας (Παροιμ. 9,1-6) καί νά συγκαλέσουμε μέ ὑψηλόφωνο κήρυγμα στό πνευματικό τραπέζι τοῦ βιβλίου αὐτοῦ τούς πάντες, ὅσοι δέν μισοῦν τά θεῖα δεῖπνα, οὔτε προβάλλουν ὡς προφάσεις τά χωράφια καί τά βόδια καί τίς γυναῖκες κατά τούς εὐαγγελικούς καλεσμένους (Λουκ. 14,18-20)». Ἀναφέρεται στήν παραβολή τοῦ μεγάλου δείπνου, ὅπου ἐνῶ ὁ Θεός μᾶς καλεῖ στό δεῖπνο Του, ἄλλοι λένε ὅτι ἀγόρασα χωράφι, ἄλλοι ὅτι ἀγόρασα βόδια καί ἄλλοι ὅτι παντρεύτηκα. Ὅλα αὐτά ὅμως εἶναι ἀνόητες προφάσεις.

«Ἐλᾶτε λοιπόν, ἐμπρός ἐλᾶτε, φᾶτε τό ψωμί τῆς γνώσεως καί τῆς σοφίας καί πιεῖτε τό κρασί πού εὐφραίνει νοητά τήν καρδιά καί ἀπομακρύνει ἀπό ὅλα τά αἰσθητά καί νοητά ἐξαιτίας τῆς θεώσεως πού προκαλεῖ αὐτή ἡ ἔκσταση καί μεθύστε ἀπό μέθη πραγματικά νηφάλια». Μιά μέθη, ἡ ὁποία δέν σοῦ θολώνει τόν νοῦ, εἶναι πνευματική μέθη, ἡ ὁποία κρατάει σέ ἐγρήγορση τόν ἄνθρωπο, σέ νήψη καί συγχρόνως δίνει κι αὐτή τή μεγάλη μακαριότητα τοῦ Θεοῦ. Τήν ἄπειρη μακαριότητα. «Ἐλᾶτε ὅλοι ὅσοι εἶστε μέτοχοι στήν ὀρθόδοξη κλήση», λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος, «μαζί λαϊκοί καί μοναχοί, ὅσοι ἐπιδιώκετε νά βρεῖτε τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ πού εἶναι μέσα σας» καί ὅλοι πρέπει νά ζητᾶμε τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ‘’ἐντός ὑμῶν ἐστιν’’ (Λουκ. 17,21). Ὅπως μᾶς εἶπε ὁ Κύριος «ζητεῖτε δέ πρῶτον τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Ματθ. 6,33) καί ὁ τρόπος, ὅπως εἴπαμε, εἶναι ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή. Ἔτσι κανείς ἀναζητάει τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί πετυχαίνει νά γίνει ἡ καρδιά του βασίλειο τοῦ Θεοῦ, νά βασιλεύει δηλαδή ὁ Θεός ἐκεῖ καί κανένας ἄλλος ἀλλόφυλος καί θά βρεῖτε «καί τόν θησαυρό τόν κρυμμένο στόν ἀγρό τῆς καρδιᾶς σας (Ματθ. 13,44). Κι αὐτός εἶναι ὁ γλυκύς Ἰησοῦς Χριστός».

«Ἔτσι ἐλεύθεροι ἀπό τήν αἰχμαλωσία τοῦ κόσμου τούτου καί τήν περιπλάνηση τοῦ νοῦ σας καί μέ καθαρμένη ἀπό τά πάθη τήν καρδιά, μέ τήν ἀδιάκοπη φοβερή ἐπίκληση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τίς ἄλλες συνεργούς ἀρετές, πού διδάσκει τό βιβλίο αὐτό, θά ἑνωθεῖτε μεταξύ σας κι ἔτσι ἑνωμένοι θά ἑνωθεῖτε ὅλοι μαζί μέ τόν Θεό, κατά τήν παράκληση τοῦ Κυρίου μας πρός τόν Πατέρα πού ἔλεγε: ‘’ἵνα ὦσιν ἕν καθώς ἡμεῖς’’ (Ἰω. 17,11)». Αὐτή εἶναι ἡ παράκληση πού ἔκανε ὁ Χριστός στόν Θεό Πατέρα. Γινόμαστε ἕνα μεταξύ μας, ὅταν ἀποκτοῦμε τό ἴδιο πνεῦμα, τό Ἅγιο Πνεῦμα καί αὐτό γίνεται ὅταν κανείς προσεύχεται ἀδιάλειπτα. Ἐνεργοποιεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα, πού ὑπάρχει μέσα μας ἀπό τή στιγμή πού βαφτιστήκαμε καί ἐφόσον ὅλοι ἔχουμε ἐνεργό αὐτό τό Ἅγιο Πνεῦμα, ζοῦμε ὁ ἕνας γιά τόν ἄλλον, ὁ ἕνας μέσα στόν ἄλλον καί ὅλοι μέσα στόν Θεό καί ὁ Θεός μέσα μας. Και τότε πραγματοποιεῖται αὐτός ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ ‘’νά εἶναι ὅλοι ἕνα’’.

«Καί ἔτσι ἑνωμένοι μαζί Του καί ὁλότελα ἀλλαγμένοι ἀπό τήν κατοχή καί τήν ἔκσταση πού δημιουργεῖ ὁ θεῖος ἔρωτας, θεωνόμαστε πλούσια μέ αἴσθηση νοερή καί μέ ἀσφαλή πληρότητα γνώσεως καί ἐπανερχόμαστε στόν πρῶτο σκοπό τοῦ Θεοῦ», πού εἶναι ἡ θέωσή μας.

Ἄν θέλετε μία ἐπιπλέον μαρτυρία συγχρόνου Ἁγίου, θά σᾶς προσκομίσω τή μαρτυρία, πού ἔχει δώσει ὁ ἅγιος Ἰουστίνος Πόποβιτς. Ὡς ἀπάντηση σέ μερικούς πού ἰσχυρίζονται ὅτι ὁ ἀσκητισμός, ἡ νοερά προσευχή καί ὅλα αὐτά εἶναι γιά μοναχούς καί ὄχι γιά λαϊκούς. Ἀκοῦστε τί λέει ἕνας σύγχρονος ἅγιος, ὁ ὁποῖος ἔζησε κι αὐτός μέσα στόν κόσμο, τόν παλμό τοῦ κόσμου. «Οἱ ἀσκητές» λέει «εἶναι οἱ μοναδικοί ἱεραπόστολοι τῆς Ὀρθοδοξίας καί ὁ ἀσκητισμός εἶναι ἡ μόνη ἱεραποστολική σχολή μέσα στήν Ὀρθοδοξία». Προσέξτε τώρα: «Ἡ ὀρθοδοξία εἶναι ἄσκηση καί ζωή, γι' αὐτό καί μονάχα διά τῆς ἀσκήσεως καί τῆς ζωῆς ἐπιτελεῖται τό κήρυγμα καί ἡ ἱεραποστολή. Ἡ ἀνάπτυξη τῆς ἀσκητικότητας -προσωπικά καί καθολικά- αὐτή πρέπει νά γίνει ἡ ἐσωτερική ἀποστολή τῆς Ἐκκλησίας μας μέσα στόν λαό». Ἡ Ἐκκλησία δηλαδή αὐτό θά πρέπει νά διδάσκει στόν λαό: τήν ἄσκηση, τήν ἀσκητική ζωή. Δέν λέει στούς μοναχούς. Στόν λαό λέει. Ἐδῶ εἶναι ἀκόμα πιό ξεκάθαρα αὐτά πού λέει: «Οἱ ἐνορίες πρέπει νά μεταβληθοῦν σέ ἀσκητικά κέντρα», θά πρέπει νά λειτουργοῦν δηλαδή σάν μικρά μοναστηράκια, «ἀλλά αὐτό μπορεῖ νά τό ἐπιτύχει μονάχα ἕνας ἐφημέριος - ἀσκητής». Ἄν ὁ ἐφημέριος δέν εἶναι ἀσκητής, πῶς θά ἐμπνεύσει τό ποίμνιο;

«Πρέπει νά ἐνισχύσουμε τήν προσευχή καί τή νηστεία». Νά πού μιλάει κι ἐδῶ γιά προσευχή. Οὐσιαστικά ὁ ἅγιος Ἰουστίνος ἐννοεῖ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή. «Νά ἀναπτύξουμε τήν ἐκκλησιαστική εὐταξία, ἡ ὁποία εἶναι ἀπό τά κύρια μέσα τῆς Ὀρθοδοξίας, [μέσο] μέ τό ὁποῖο ἐκείνη ἐπιδρᾶ ἀναγεννητικά στόν ἄνθρωπο. Ὅλα αὐτά ὅμως ἀπαιτοῦν ὡς προϋπόθεση: οἱ ἱερεῖς καί οἱ μοναχοί μας νά γίνουν οἱ ἴδιοι ἀσκητές». Αὐτά θά πεῖτε εἶναι γιά τούς ἱερεῖς. Σύμφωνοι, ἀλλά καί οἱ ἱερεῖς μας ἀπό σᾶς θά βγοῦνε. Ἄν λοιπόν καί οἱ οἰκογένειες γίνουν ἀσκητικές καί λειτουργοῦν σάν μικρά μοναστηράκια, θά βγάζουν καί ἱερεῖς ἀσκητές ἤ μοναχούς ἀσκητές κι ἔτσι θά ἀλλάξουμε ὅλοι. Μήν τά φορτώνουμε ὁ ἕνας στόν ἄλλον, ἀλλά ὁ καθένας νά κοιτάξει τί μπορεῖ νά κάνει ὁ ἴδιος γιά νά ἐφαρμόσουμε αὐτούς τούς λόγους καί τίς προτροπές τῶν Ἁγίων μας.

Ὅλοι βέβαια ξέρετε ὅτι τή νοερά προσευχή τήν κάνουμε μέ κομποσχοίνι. Ἤθελα νά πῶ καί δυό λόγια γι’ αὐτό. Ἁπλά λόγια εἶναι. Ἴσως μερικοί κάποια νά τά ξέρετε, ἀλλά ἴσως καί κάποια νά μήν τά ξέρετε. Τί εἶναι τό κομποσχοίνι; Εἶναι κάτι πού βοηθάει στή νοερά προσευχή, ἀλλά μπορεῖς νά τήν κάνεις καί χωρίς κομποσχοίνι, δέν εἶναι ἀπαραίτητο. Εἶναι ὁπωσδήποτε μία εὐλογία ἀπό ἕναν ἅγιο τόπο. Συνήθως τά φτιάχνουνε στό Ἅγιο Ὄρος καί κανείς τά παίρνει σάν εὐλογία καί τά φορᾶνε στά χέρια τους. Ἀλλά πάρα πολλοί δέν ξέρουν γιατί τά φορᾶνε ἤ ξέρουν ὅτι τά ἔχουν ἔτσι γιά εὐλογία, ἀλλά δέν ξέρουν πῶς λειτουργεῖ καί γιά ποιό λόγο καί ποιό ρόλο ἐξυπηρετεῖ τό κομποσχοίνι.

Καταρχήν τό κομποσχοίνι εἶναι μαῦρο. Κυκλοφοροῦν κι ἄλλα χρώματα, ἀλλά τό σωστό εἶναι μαῦρο. Γιατί νά εἶναι μαῦρο; Γιατί τό μαῦρο εἶναι τό χρῶμα τοῦ πένθους καί τῆς λύπης καί μᾶς θυμίζει ὅτι θά πρέπει κι ἐμεῖς νά εἴμαστε μετανοοῦντες, νά πενθοῦμε γιά τίς ἁμαρτίες μας καί νά ἔχουμε μία νηφαλιότητα καί μία σοβαρότητα στή ζωή μας. Ἔχουμε διδαχθεῖ ὅτι ἡ προσευχὴ τῆς μετανοίας, εἰδικά ἡ προσευχή τοῦ Ἰησοῦ, μᾶς φέρνει αὐτό πού οἱ Πατέρες ὀνομάζουν «χαρμολύπη», χαρά μαζί καί λύπη. Νιώθουμε λύπη γιά τίς ἁμαρτίες καί τίς ἀδυναμίες καί τίς πτώσεις μας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, τῶν συνανθρώπων μας καί τοῦ ἑαυτοῦ μας, ὅμως ἡ λύπη αὐτή γίνεται πηγή χαρᾶς καί ἀναπαύσεως ἐν Χριστῷ, ὁ ὁποῖος ἐκχέει τό ἔλεός Του καί τή συγχώρηση σέ ὅλους ὅσοι ἐπικαλοῦνται τό ὄνομά Του. Τό -κανονικό- κομποσχοίνι εἶναι πλεγμένο ἀπό μαλλί γιατί κυκλοφοροῦν καί νάυλον. Τό σωστό εἶναι ἀπό μαλλί. Ἔχει σημασία κι αὐτό γιατί δηλώνει ὅτι ἔχει ληφθεῖ ἀπό πρόβατο, γεγονός πού μᾶς θυμίζει ὅτι κι ἐμεῖς εἴμαστε τά λογικά πρόβατα τοῦ Καλοῦ Ποιμένος, τοῦ Χριστοῦ.Θυμίζει ἀκόμη τόν «Ἀμνόν τοῦ Θεοῦ, τόν αἴροντα τάς ἁμαρτίας τοῦ Κόσμου» (Ἰωάν. 1,29).

Ἐπίσης καί ὁ Σταυρός τοῦ κομποσκοινιοῦ -συνήθως ἔχουν καί σταυρό- μᾶς μιλάει γι’ αὐτή τή θυσία καί τή νίκη τῆς ζωῆς πάνω στό θάτνατο, γιά τήν αὐτοθυσία καί τήν ἐκκοπή τοῦ ἐγωισμοῦ καί τοῦ ἰδίου θελήματος, πού εἶναι αὐτό πού μᾶς πονάει πιό πολύ ἀπ’ ὅλα. Ὁ Χριστός λέει «νά ἀπαρνηθεῖς τόν ἑαυτό σου καί νά σηκώσεις τόν σταυρό σου» (Μαρκ. 8,34) καί μερικοί ρωτοῦν ‘πάτερ ποιός εἶναι ὁ σταυρός μου’; Ὁ σταυρός σου εἶναι νά κόψεις τό θέλημά σου. Ἐκεῖ εἶναι πού χωλένουμε ὅλοι καί δέν θέλουμε νά κάνουμε ὑπακοή, θέλουμε ὁ καθένας νά κάνει τό δικό του. Ἐνῶ θά πρέπει νά ἔχουμε ὅλοι ἀπό ἕναν πνευματικό ὁδηγό καί νά κάνουμε ὑπακοή. Αὐτόν τόν σταυρό, αὐτή τήν ἐκκοπή τοῦ θελήματος μᾶς θυμίζει ὁ σταυρός τοῦ κομποσκοινιοῦ.

Καί ἡ φούντα; Αὐτή πρέπει νά τή χρησιμοποιεῖς, γιά νά σκουπίζεις τά δάκρυα ἀπό τά μάτια σου ἤ ἄν δέν ἔχεις δάκρυα, νά σοῦ θυμίζει νά πενθεῖς, γιατί δέν ἔχεις δάκρυα. Νά λές ‘Θεέ μου συγχώρεσέ με, πού δέν ἔχω δάκρυα. Σέ ἐπικαλοῦμαι χωρίς δάκρυα’. Ἐπίσης μᾶς θυμίζουν τίς μικρές φοῦντες πού στόλιζαν τά ἱερά ἄμφια ἀπό τόν καιρό τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἀκόμα. Αὐτό πάλι μᾶς διδάσκει ὅτι κάνοντας τό κομποσκοίνι, λέγοντας τή νοερά προσευχή, εἴμαστε μέσα στήν Ἱερά Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία ξεκινάει ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη, ἐκεῖ ἔχει τίς ρίζες της.

Ἴσως μία ἀπό τίς πιό πρώιμες μορφές κάποιου μέσου βοηθητικοῦ τῆς προσευχῆς ἦταν ἡ συγκέντρωση μικρῶν λιθαριῶν ἢ σπόρων καί ἡ μετακίνησή τους ἀπό ἕνα σημεῖο ἢ δοχεῖο σέ ἕνα ἄλλο κατά τή διάρκεια τοῦ «κανόνα» τῆς προσευχῆς ἤ τοῦ «κανόνα» τῶν μικρῶν ἤ μεγάλων μετανοιῶν. Ὁ χριστιανός εἶχε ἕνα δοχεῖο μέ πετραδάκια ἤ μέ σπόρους καί κάθε φορά πού ἔκανε μία εὐχή, ἔβαζε ἕνα πετραδάκι μέσα στό δοχεῖο πού ἦταν ἄδειο κι ἔτσι μετροῦσε τίς προσευχές ἤ τίς μετάνοιες καί ἔκανε τόν «κανόνα» του. Ἀναφέρεται ἀκόμη ἡ ἱστορία ἑνός μοναχοῦ πού σκέφθηκε νά κάνει ἁπλούς κόμπους σέ ἕνα σχοινί καί νά τό χρησιμοποιεῖ στόν καθημερινό «κανόνα» τῆς προσευχῆς του. Ὁ διάβολος ὅμως ἔλυνε τούς κόμπους ἀπό τό σχοινί καί ματαίωνε τίς προσπάθειες τοῦ φτωχοῦ μοναχοῦ. Ἐμφανίστηκε τότε ἕνας Ἄγγελος καί δίδαξε στόν μοναχό ἕναν εἰδικό κόμπο -ὅσοι κάνετε κομποσχοίνια ξέρετε- ὅπως εἶναι τώρα διαμορφωμένος στά κομποσκοίνια, ἀποτελούμενο ἀπό ἀλλεπάλληλους Σταυρούς. Κάθε κόμπος ἔχει ἐννιά Σταυρούς μέσα. Αὐτούς τούς κόμπους ὁ διάβολος δέν μποροῦσε νά τούς λύσει λόγω τῆς παρουσίας τῶν Σταυρῶν. Ὅπου ὑπάρχει Σταυρός, ὁ διάβολος ἐξαφανίζεται.

Κομποσχοίνια ὑπάρχουν σέ μεγάλη ποικιλία σχημάτων καί μεγεθῶν. Τά περισσότερα ἔχουν ἕναν Σταυρό πλεγμένο ἀνάμεσα στούς κόμπους ἤ στήν ἄκρη τους, ὁ ὁποῖος σημειώνει τό τέλος, καθώς ἐπίσης καί ἕνα εἶδος σημαδιοῦ μετά ἀπό κάθε δέκα, εἰκοσιπέντε ἤ πενήντα κόμπους ἤ χάνδρες. Ὑπάρχουν πολλά εἴδη κομποσχοινιῶν. Μερικά εἶναι πλεγμένα ἀπό μαλλί ἤ μετάξι ἤ κάποιο ἄλλο πιό πολυτελές ἤ πιό ἁπλό ὑλικό. Ἄλλα εἶναι κατασκευασμένα μέ χάνδρες ἤ μέ τό ἀποξηραμένο λουλούδι ἑνός φυτοῦ, πού λέγεται ‘δάκρυ τῆς Παναγίας’.

Τό κομποσχοίνι εἶναι ἕνα ἀπό τά ἀντικείμενα πού δίδονται σέ ἕναν Ὀρθόδοξο μοναχό κατά τήν τελετή τῆς κουρᾶς του. Τοῦ δίνεται σάν τό πνευματικό του ξίφος μέ τό ὁποῖο ὡς στρατιώτης τοῦ Χριστοῦ πρέπει νά πολεμήσει κατά τοῦ νοητοῦ ἐχθροῦ μας, τοῦ διαβόλου. Τό ξίφος αὐτό τό χρησιμοποιεῖ ἐπικαλούμενος τό ὄνομα τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ἱκετεύοντας γιά τό ἔλεός Του μέ τήν προσευχή: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με τόν ἁμαρτωλόν». Ἡ προσευχή αὐτή μπορεῖ νά λεχθεῖ σέ συντομότερη μορφή: Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με, ἤ σέ ἐκτενέστερη: Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ καί Λόγε τοῦ Θεοῦ, διά πρεσβειῶν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου καί πάντων τῶν Ἁγίων, ἐλέησόν με τόν ἁμαρτωλόν.

Μέ τή βοήθεια τοῦ κομποσχοινιοῦ μποροῦν νά γίνουν καί ἄλλες σύντομες προσευχές, ὅπως ἡ προσευχή τοῦ τελώνη: ‘ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ’ (Λουκ. 18,13), ἡ προσευχή στή Θεοτόκο: «Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς», ἤ ἄλλες σύντομες προσευχές στόν φύλακα Ἄγγελο, σέ μεμονωμένους Ἁγίους ἤ στούς Ἁγίους Πάντες. Ἡ συνηθισμένη μορφή μίας τέτοιας προσευχῆς εἶναι: Ἅγιε Ἄγγελε ἤ Ἅγιε (δεῖνα) πρέσβευε ὑπέρ ἐμοῦ. Μετατρέποντας τίς λέξεις τῶν συντόμων αὐτῶν προσευχῶν σέ «ἐλέησον ἡμᾶς» ἤ «πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν» ἤ συμπεριλαμβάνοντας τό ὄνομα ἤ τά ὀνόματα ἀνθρώπων, γιά τούς ὁποίους θέλουμε νά προσευχηθοῦμε, μποροῦμε ἐπιπλέον νά χρησιμοποιοῦμε τό κομποσχοίνι γιά προσευχές ὑπέρ τῶν ἄλλων. Τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά προσευχή ὑπέρ τῶν κεκοιμημένων: Ἀνάπαυσον, Κύριε, τήv ψυχήν τοῦ δούλου σου ἤ Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἀνάπαυσον τόν δοῦλο σου ἤ τούς δούλους σου. Αὐτό τό λές 33 φορές, 50 φορές, 100 φορές, ὅσες θέλεις.

Ὅταν οἱ μοναχοί καί οἱ λαϊκοί κρατοῦν τό κομποσχοίνι στά χέρια τους, αὐτό ἀποτελεῖ ὑπενθύμιση τῆς ὑποχρεώσεώς τους νά προσεύχονται χωρίς διακοπή, σύμφωνα μέ τήν ἐντολή τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: ‘ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε’ (Α´ Θεσ. 5,17). Ὁ καθένας μπορεῖ νά κρατᾶ ἕνα κομποσχοίνι στήν τσέπη ἤ σέ κάποιο διακριτικό μέρος -νά μήν κάνει ἐπίδειξη δηλαδή- ὅπου μπορεῖ εὔκολα νά τό χρησιμοποιήσει ἀπαρατήρητος, σέ περιπτώσεις πού εἶναι προτιμότερο νά προσευχηθεῖ μυστικά, χωρίς νά ἑλκύσει τή προσοχή τῶν ἄλλων. Τό κομποσχοίνι μπορεῖ ἐπίσης νά τοποθετηθεῖ ἐπάνω ἀπό τό προσκέφαλο τοῦ κρεβατιοῦ μας, στό αὐτοκίνητο, μαζί μ᾽ ἕνα μικρό Σταυρό ἤ εἰκόνισμα ἤ σέ ἄλλα κατάλληλα σημεῖα ὡς ὑπενθύμιση προσευχῆς καί ὡς εὐλογία καί μία ἅγια παρουσία στή ζωή μας.

Ἄς δοῦμε τώρα τόν πρωταρχικό σκοπό, γιά τόν ὁποῖο κατασκευάστηκε τό κομποσχοίνι. Ὁ κύριος σκοπός τοῦ κομποσχοινιοῦ εἶναι νά μᾶς βοηθᾶ κατά τήν προσευχή μας πρός τόν Θεό καί τούς Ἁγίους Του. Ἐκτός ἀπό τό νά μᾶς χρησιμεύει σάν μία εὐλογία, πῶς μπορεῖ αὐτό τό μικρό κομποσχοίνι νά μᾶς βοηθήσει νά προσευχόμαστε; Μποροῦμε βέβαια, ὅπως εἴπαμε, νά προσευχηθοῦμε καί χωρίς αὐτό, ἀλλά ἄς δοῦμε μερικούς τρόπους μέ τούς ὁποίους μᾶς βοηθᾶ τό κομποσχοίνι.

Ὅταν ὁ νοῦς μᾶς εἶναι σκορπισμένος ἤ εἴμαστε ταραγμένοι ἤ μέ διασπασμένη τήν προσοχή, τότε εἶναι δύσκολο νά συγκεντρωθοῦμε στήν προσευχή. Αὐτό συμβαίνει κυρίως, ὅταν προσπαθοῦμε νά τηροῦμε κάποιον καθημερινό κανόνα προσευχῆς. Μερικές ἡμέρες πάει καλά τό πράγμα, ἀλλά ἴσως τίς περισσότερες φορές, οἱ προσπάθειές μας φαίνονται σχεδόν μάταιες.

Εἴμαστε ὄντα τῆς συνήθειας, δηλαδή εἴμαστε ὑπάρξεις πού ζοῦμε μέ συνήθειες. Ἄν ἀποκτήσει κανείς μιά συνήθεια δύσκολα τή χάνει καί ὑπάρχουν καλές συνήθειες, τίς ὁποῖες τίς ἐπιδιώκουμε καί ὑπάρχουν κακές συνήθειες, τίς ὁποῖες θέλουμε νά τίς ἀποβάλλουμε. Εἶναι λοιπόν πολύ καλό ὁ ἄνθρωπος νά ἔχει ἕνα κομποσχοίνι στό χέρι καί νά συνηθίσει νά κάνει προσευχή μέ κομποσχοίνι. Στήν ἰατρική αὐτό τό λέμε ἐξαρτημένο ἀντανακλαστικό. Δηλαδή συνδέεται ὁ νοῦς μέ τό αἴσθημα τῆς ἀφῆς καί μέ τό κομποσχοίνι καί ἀπό τή στιγμή πού θά πιάσεις στά χέρια σου τό κομποσχοίνι, ὁ νοῦς σου πηγαίνει στήν προσευχή, στό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησέ με». Δημιουργεῖται δηλαδή μιά καλή συνήθεια, ἕνα ἐξαρτημένο ἀντανακλαστικό πού βοηθάει στήν προσευχή.

Ἡ βραδινή ὥρα -ὄχι πολύ ἀργά- πρίν κοιμηθοῦμε εἶναι καλή, ἐπειδή εἶναι σημαντικό νά τελειώνουμε τήν ἡμέρα μέ προσευχή. Τό πρωί, ξυπνώντας, εἶναι ἐπίσης καλό νά ξεκινᾶμε τή νέα ἡμέρα μέ προσευχή. Μπορεῖ ἀκόμη κανείς νά βρεῖ ἄλλες ὧρες τῆς ἡμέρας πού νά μπορεῖ νά ἡσυχάζει καί νά συγκεντρώνεται. Παραδείγματος χάριν, μετά τό μεσημεριανό φαγητό, πού ὑπάρχει συνήθως καί κάποια ἡσυχία γιά ἀνάπαυση, μπορεῖς νά τήν ἀξιοποιήσεις γιά νά κάνεις προσευχή. Ἡ προσπάθειά μας εἶναι νά καθιερώσουμε τήν προσευχή ὡς ἕναν κανόνα στή ζωή μας, ὄχι ὡς μία ἐξαίρεση. Δηλαδή τό κύριο ἔργο στή ζωή μας νά εἶναι ἡ προσευχή καί ὄχι τό πάρεργο. Ἐμεῖς ἔχουμε σάν κύριο ἔργο ἄλλα πράγματα κι ἄν περισσέψει καί κανένα πεντάλεπτο στό εἰκοσιτετράωρο, τό δίνουμε στόν Θεό. Πολλές φορές δίνουμε τό μπούχτισμά μας, ὅπως ἔλεγε ἕνας Ἁγιορείτης, στόν Θεό, κατασκοτωμένοι τό βράδυ, νυσταγμένοι, λέμε πέντε λόγια προσευχῆς, νά ποῦμε ὅτι τό κάναμε κι αὐτό. Δέν θά πρέπει νά λειτουργοῦμε ὅμως ἔτσι. Πρέπει, ἀντίθετα, νά καθιερώσουμε σάν κύριο ἔργο τήν προσευχή.

Γι’ αὐτό ἐπιδιώκουμε, νά βροῦμε κάποια ὥρα πού καθημερινά θά μποροῦμε νά ἔχουμε λίγη ἡσυχία, ὥστε νά συγκεντρωθοῦμε καί νά στρέψουμε τά μάτια τῆς ψυχῆς μας στόν Θεό. Ὡς μέρος αὐτοῦ τοῦ κανόνα ἴσως θελήσουμε νά διαβάσουμε μερικές προσευχές ἀπό κάποιο προσευχητάριο ἤ νά προσευχηθοῦμε καί νά βροῦμε ψυχική γαλήνη μέ ἄλλους τρόπους, ὅπως μέ τό διάβασμα πατερικῶν βιβλίων ἤ μέ τήν ἀνασκόπηση ἀκόμα τῶν γεγονότων τῆς ἡμέρας. Ὄχι ἁπλῶς νά τά θυμηθοῦμε, ἀλλά νά γίνει μία αὐτοεξέταση, ἕνας αὐτοέλεγχος καί μία μετάνοια γιά τά λάθη τῆς ἡμέρας. Αὐτό ἐπίσης βοηθάει στό νά ἔρθει ὁ ἄνθρωπος σέ κατάνυξη, σέ συντριβή καί νά μπορέσει ἔτσι νά μετανοήσει καί νά ἐκφράσει τή μετάνοιά του μέ τήν εὐχή, τό ‘Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ με’. Ὁ πιό ἀποτελεσματικός ὅμως τρόπος γιά νά ὠφεληθεῖ κανείς ἀπό τόν κανόνα τῆς προσευχῆς εἶναι νά λέει τακτικά σέ καθορισμένο ἀριθμό τήν εὐχή τοῦ Ἰησοῦ (Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με).

Ἔλεγε ὁ ἅγιος Πορφύριος ὅτι εἶναι ὡραῖο νά ἔχουμε ἕνα πρόγραμμα καί ἀνά μία ὥρα νά χτυπάει ἡ καμπάνα στό μοναστήρι, νά σταματάει ὅ,τι κάνει ὁ καθένας καί νά λέει τήν εὐχή. Αὐτή ἡ συχνή ἐπανάληψη ἀνά τακτά χρονικά διαστήματα βοηθάει στό νά συνηθίσει ὁ νοῦς νά προσεύχεται.

Ὁ ἀριθμός αὐτός δέ χρειάζεται νά εἶναι μεγάλος καί ἴσως χρειαστοῦν μόνο δεκαπέντε περίπου λεπτά. Αὐτό ὅμως θά εἶναι τό τμῆμα τῆς ἡμέρας μας πού ἀνήκει στόν Θεό, οἱ λίγοι κόκκοι ἁλάτι πού θά νοστιμίσουν ὅλη τήν πνευματική μας ζωή. Πολλοί γιατροί σήμερα συνιστοῦν αὐτή τήν πρακτική χάριν τῆς σωματικῆς ὑγείας, ἰδιαίτερα γιά νά ξεπεράσει κανείς τό ἄγχος. Ἔχουμε ἔτσι καί ἀνθρώπους, πού δέν εἶναι ὀρθόδοξοι καί σοῦ λένε νά κάνεις προσευχή γιατί διώχνει τό ἄγχος. Πολύ περισσότερο ἀποτελεσματική εἶναι ἡ προσευχή σ’ ἕναν ἄνθρωπο βαπτισμένο ὀρθόδοξο. Ὁ,τιδήποτε σᾶς ἀγχώνει, ἔλεγε ὁ Γέροντας Πορφύριος, νά τό κάνετε προσευχή κι ἀμέσως φεύγει τό ἄγχος. Γιατί ἀκριβῶς τό ἄγχος εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ὀλιγοπιστίας, εἶναι ἀποτέλεσμα τοῦ ὅτι ξεχάσαμε τόν Θεό, ξεχάσαμε τήν προσευχή καί προσπαθοῦμε μόνοι μας νά ἀντιμετωπίσουμε τίς δυσκολίες καί τά κύματα τῆς ζωῆς. Τότε φυσικά βλέπεις ὅτι δέν μπορεῖς καί γεμίζεις μέ ἄγχος καί ἀγωνία. Ἄν ὅμως στρέψεις τό βλέμμα σου στόν Χριστό, περπατᾶς πάνω στά κύματα, ὅπως περπάτησε ὁ ἀπόστολος Πέτρος κι ἔτσι σώζεσαι.

Ἄς βρίσκουμε διάφορα μικρά χρονικά διαστήματα λοιπόν καθ᾽ ὅλη τή διάρκεια τῆς ἡμέρας καί ἄς τά γεμίζουμε μέ τούς πολύτιμους θησαυρούς τῆς προσευχῆς, τούς ὁποίους κανείς δέ μπορεῖ νά κλέψει καί πού ἀποταμιεύονται γιά λογαριασμό μας στόν Οὐρανό. Ἔστω ἕνα ‘Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με’ νά πεῖς, ἔχει μεγάλη ἀξία. Ἰδίως ἐσεῖς πού δέν ἔχετε συνηθίσει αὐτό τό ἔργο, ὅπως οἱ μοναχοί, νομίζω ὅτι ὁ Θεός σᾶς τό λογαριάζει πάρα πολύ. Κι ἕνα ‘Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με’ νά πεῖ κανείς, ἀξίζει πολύ περισσότερο ἀπό μισή ὥρα πού κάνει ἕνας μοναχός.

Ἔλεγε ὁ π. Ἐφραίμ ὁ Κατουνακιώτης, πολύ σπουδαῖος Γέροντας, διακριτικός, προορατικός, μέ συνεχή προσευχή, στούς ἀνθρώπους πού εἶναι στόν κόσμο νά βροῦνε ἔστω μισή ὥρα τό εἰκοσιτετράωρο καί νά κάνουν αὐτή τήν ἐργασία, τό Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με, ἔτσι ἱκετευτικά, παρακλητικά σάν νά ἔχεις τόν Χριστό δίπλα σου. Και αὐτή ἡ μισή ὥρα ἀξίζει, ὅσο δέν ἀξίζουν οἱ δικές μας πολλές ὧρες πού κάνουμε κομποσχοίνι στό Ἅγιο Ὄρος. Γιατί ἀκριβῶς γίνεται σέ δύσκολες συνθῆκες, πού ὅλοι τίς γνωρίζετε ἐδῶ στόν κόσμο.

Ἂν θέλεις νά τηρεῖς κάποιο σταθερό ἀριθμό προσευχῶν, ὡς μέρος τοῦ καθημερινοῦ κανόνος, θά βοηθηθεῖς πολύ ἀπό τό κομποσχοίνι γιατί μπορεῖς νά μετρᾶς καί νά ἔχεις αὐτόν τόν σταθερό ἀριθμό μέ ἀσφάλεια. Μέ αὐτό μπορεῖς νά προφέρεις ἕναν καθορισμένο ἀριθμό προσευχῶν καί νά συγκεντρώνεσαι στά λόγια τῆς προσευχῆς, καθώς τήν προφέρεις.

Πῶς τό κάνεις τώρα; Ἀφοῦ συγκεντρώσεις τούς λογισμούς σου, πάρε τό κομποσχοίνι στό ἀριστερό σου χέρι καί κράτησέ το ἐλαφρά μεταξύ τοῦ ἀντίχειρα καί τοῦ δείκτη. Ἔπειτα κάνοντας ἥσυχα τόν Σταυρό σου ψιθύρισε τήν εὐχή τοῦ Ἰησοῦ, ‘Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με’. Καθώς οἱ λογισμοί σου θά συγκεντρώνονται ὅλο καί περισσότερο, ἴσως νά μή χρειάζεται νά συνεχίζεις νά σταυροκοπιέσαι ἤ νά λέγεις τήν προσευχή δυνατά. Θά δεῖς κάποια στιγμή ὅτι θά θέλεις νά τή λές μέ τόν νοῦ σου καί ὄχι δυνατά. Ὅταν ὅμως δυσκολεύεσαι νά συγκεντρωθεῖς, χρησιμοποίησε τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ καί τό ψιθύρισμα ὡς μέσα πού σέ βοηθοῦν νά κρατᾶς τόν νοῦ σου στήν προσευχή.

Εἶναι καλό νά στέκεσαι ὄρθιος μέ τό κεφάλι σκυμμένο σέ στάση ταπεινή. Ὁρισμένοι θέλουν νά ὑψώνουν τά χέρια τούς πότε-πότε, ζητώντας ἔλεος. Κι αὐτό ἐπιτρέπεται. Ἄλλοι ὅμως βρίσκουν πιό βοηθητικό τό νά κάθονται ἤ νά γονατίζουν μέ τό κεφάλι σκυμμένο, γιά νά μπορέσουν νά συγκεντρωθοῦν. Αὐτό ὅμως ἔχει τό μειονέκτημα ὅτι μπορεῖς νά νυστάξεις, ἔτσι ὅπως εἴμαστε ὅλοι κουρασμένοι. Πολλά ἐξαρτῶνται ἀπό τό ἴδιο τό ἄτομο, ἀπό τήν ὑγεία του καί τήν ἀνατροφή του. Βέβαια ἕνας πού δέν μπορεῖ, ἔχει λόγους ὑγείας, θά καθίσει. Τό πιό σημαντικό εἶναι νά μένεις ἀκίνητος καί νά συγκεντρώνεσαι στά λόγια τῆς προσευχῆς, καθώς τήν ἐπαναλαμβάνεις. Πάλι ἡ ἰατρική μᾶς λέει ὅτι, ὅταν κινεῖσαι, διεγείρεις τόν ἐγκέφαλο γιατί πᾶνε νευρικά ἐρεθίσματα στόν ἐγκέφαλο καί ὁπωσδήποτε αὐτά τόν ἀπασχολοῦν. Ὅταν εἶσαι ἀκίνητος συγκεντρώνεται ὅλη ἡ ἐνέργεια στήν προσευχή σου.

Πρέπει ἐπίσης ὁπωσδήποτε νά ἀποκρούσει κανείς τόν πειρασμό τῆς βιασύνης. Στόν κόσμο σήμερα ὅλοι βιάζονται. Στήν προσευχή δέν πρέπει νά βιάζεσαι. Ἄν βιάζεσαι καί δέν ἔχεις εἰρήνη, δέν μπορεῖς νά κάνεις σωστή προσευχή. Γιά τόν λόγο αὐτό μερικοί ἀντί γιά κομποσχοίνι χρησιμοποιοῦν ἕνα ρολόι σάν ἐξωτερικό μετρητή τῆς διάρκειας τῆς προσευχῆς τους ρυθμίζοντας ἀνάλογα τό ξυπνητήρι ἤ τό κινητό πού ἔχουμε σήμερα. Μπορεῖς νά τό βάλεις νά χτυπήσει σέ δέκα λεπτά καί τελείως ἀπερίσκεπτα αὐτά τά δέκα λεπτά νά τά ἀφιερώσεις στόν Χριστό, χωρίς νά σκέφτεσαι τίποτα ἄλλο, παρά αὐτές τίς λέξεις ‘Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με’. Θἀ διαπιστώσετε ὅτι δέν εἶναι εὔκολο καί στήν ἀρχή κανείς μπορεῖ νά δυσκολευτεῖ πάρα πολύ καί νά παλέψει καί τά δέκα λεπτά γιά νά τό πεῖ μιά φορά σωστά. Νά εἶναι δηλαδή ὁ νοῦς του στίς πέντε αὐτές λέξεις.

Τό κομποσχοίνι εἶναι ἐπίσης ἕνας βολικός τρόπος νά μετρᾶ κανείς τίς μικρές ἤ μεγάλες «μετάνοιες» πού κάνει στόν κανόνα του. Τό νά κάνουμε τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ καί μετά νά σκύβουμε καί νά ἀκουμποῦμε τό ἔδαφος μέ τά δάκτυλα ἤ νά γονατίζουμε καί νά ἀκουμποῦμε τό μέτωπο στό ἔδαφος ἀποτελεῖ ἀρχαῖο τρόπο προσευχῆς στόν Θεό καί τούς Ἁγίους Του. Ὅ ἴδιος ὁ Χριστός μας στή Γεθσημανή ἔκανε μεγάλες μετάνοιες, ὅταν λέει τό Εὐαγγέλιο ὅτι ἔπεφτε μέ τό πρόσωπο κάτω στή γῆ. Τό ἴδιο ἔκανε καί ἡ Παναγία μας. Μᾶς λέει ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὅτι ἔκανε ἐδαφιαῖες μετάνοιες. Ἑπομένως καί ἐμεῖς πρέπει νά κάνουμε καί δέν εἶναι -ὅπως λένε κάποιοι- μόνο γιά τούς καλογήρους. Εἶναι γιά ὅλους μας, ἀφοῦ τό ἔκανε ἡ Παναγία, τό ἔκανε ὁ Χριστός μας.

Ἡ σωματική κίνηση τῆς μικρῆς ἤ τῆς μεγάλης «μετάνοιας» μπορεῖ νά συντελέσει στή θέρμη τῆς προσευχῆς καί νά δώσει ἐξωτερική ἔκφραση στήν ἱκεσία μας καθώς ταπεινωνόμαστε μπροστά στόν Θεό. Μικρή, εἴπαμε, εἶναι ὅταν ἀκουμπάει ἁπλῶς τό χέρι στό ἐδαφος καί μεγάλη μετάνοια αὐτή πού κάνουμε καί ἀκουμπάει τό μέτωπο στό δάπεδο. Εἶναι ἀκόμη ἕνας τρόπος ἐφαρμογῆς τῆς Ἀποστολικῆς ἐντολῆς νά δοξάζουμε τόν Θεό καί μέ τίς ψυχές καί μέ τά σώματά μας, «δοξάσατε δή τόν Θεόν ἐν τῶ σώματι ὑμῶν καί ἐν τῶ πνεύματι ὑμῶν» (Α΄Κορ. 6, 20).

Μερικοί χρησιμοποιοῦν τό κομποσχοίνι ὅταν ἀποσύρονται, γιά νά κοιμηθοῦν κι αὐτό εἶναι πολύ καλό, τό νά κοιμᾶται κανείς μέ τήν εὐχή καί ὅταν ξυπνάει νά εἶναι στά χέρια του τό κομποσχοίνι, ὁπότε ἔχει καί τήν εἰδοποίηση, τήν ὑπενθύμιση νά ξεκινήσει τήν ἡμέρα του μέ προσευχή.

Ἄς σταματήσουμε ἐδῶ καί ἄς βάλουμε σέ πράξη αὐτά πού εἴπαμε, πάντα μέ τήν εὐλογία καί τήν καθοδήγηση τοῦ πνευματικοῦ μας γιά νά ἀξιωθοῦμε ὅλα αὐτά τά ὑπέροχα, γιά τά ὁποῖα μιλήσαμε καί νά μποῦμε καί στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἀμήν.



ἘΡΩΤΗΣΕΙΣ



-Ἐρ: Μποροῦμε νά κάνουμε μετάνοιες τό Σάββατο καί στήν Ἀνάσταση;

-Ἀπ: Οἱ ἅγιοι Πατέρες μᾶς λένε, θά σᾶς πεῖ καί ὁ πνευματικός σας ὅτι τό Σάββατο τό βράδυ δέν κάνουμε μετάνοιες, διότι ἡ Κυριακή εἶναι Ἀναστάσιμη ἡμέρα καί ὑπάρχουν καί κανόνες πού τό ἀπαγορεύουν αὐτό. Ἐπίσης ὑπάρχει καί ἡ παράδοση, νά μήν κάνουμε καί τήν Παρασκευή τό βράδυ, γιατί τό Σάββατο εἶναι κι αὐτό μιά Ἀναστάσιμη ἡμέρα. Κυριακή βράδυ κάνουμε γιατί εἶναι γιά τή Δευτέρα. Ἡ ἡμέρα ἀρχίζει ἀπό τόν Ἑσπερινό.

-Ἐρ: Θά μᾶς φέρουν ἀρχικά τή φοροκάρτα καί στή συνέχεια τήν κάρτα τοῦ πολίτη. Ὑπάρχει πολύς προσωπικός πόνος καί γενικός ὑποθέτω γιά τά γεγονότα αὐτά. Ἡ γνώμη μου εἶναι ὅτι ἡ Ἐκκλησία θά ἔπρεπε νά μᾶς καλέσει ὅλους σέ μετάνοια καί προσευχή.

-Ἀπ: Ἔτσι εἶναι. Ὁ καθένας ὅπου μπορεῖ νά μιλήσει, ἀκόμα καί στόν Ἐπίσκοπό του νά πεῖ γιά προσευχή, γιατί ὄντως αὐτό χρειάζεται. «Ἐλασσονοῦσι ἔθνη ἁμαρτίαι» (Παρ. 14,34). Τά ἔθνη τά λιγοστεύουν οἱ ἁμαρτίες, οὔτε το ΔΝΤ, οὔτε κάτι ἄλλο. Μπορεῖ νά εἶναι οἱ κακοί χειρισμοί τῆς κυβέρνησης, ἀλλά πίσω ἀπό ὅλα εἶναι οἱ ἁμαρτίες μας. Θά πρέπει ὅλο τό ἔθνος νά μετανοήσει κι ὄχι μερικοί. Νά γίνει, θά ἔλεγα πανεθνικό προσκλητήριο μετανοίας. Ὅπως ἔλεγε ἕνας Γέροντας νά βάλουμε τούς Ἐπισκόπους μας καί τούς ἱερεῖς μας νά κάνουμε ἀγρυπνίες στίς πλατεῖες καί νά καλοῦμε καί ἐκείνους πού εἶναι ἀδιάφοροι νά συμμετάσχουν. Πρέπει νά κλάψουμε μπροστά στόν Θεό, γιά νά γίνει ἴλεως ὁ Θεός στίς ἁμαρτίες μας, διότι αὐτά πληρώνουμε τώρα. Ὄχι ὅτι ὁ Θεός μᾶς τιμωρεῖ. Ὁ Θεός δέν τιμωρεῖ. Οἱ ἴδιες οἱ ἁμαρτίες μας μᾶς τιμωροῦνε, ἡ κακία μας καί ἡ ἀμετανοησία μας. Τό κακό ἀπό μόνο του καταστρέφεται. Τώρα ἔφτασε ὁ κόμπος στό χτένι.

Ὅλοι τό βλέπετε ὅτι δέν πάει ἄλλο, ἔχουμε ξεπεράσει κάθε ὅριο ἁμαρτίας. Ἔχουμε φτάσει οἱ Ἕλληνες νά εἴμαστε παγκόσμιοι πρωταθλητές στήν ἁμαρτία. Οἱ στατιστικές λένε ὅτι εἴμαστε πρῶτοι στίς ἐκτρώσεις, στά ναρκωτικά, στά διαζύγια, στά τροχαῖα, στή διαφθορά, κ.λ.π. Γνωστός ὁ κατάλογος! Ποῦ ὀφείλεται αὐτό; Εἴμαστε βαπτισμένοι. Θά ἔπρεπε νά εἴμαστε ὑπόδειγμα ἀρετῆς καί καλοσύνης στήν ἀνθρωπότητα. Ὀφείλεται στό γεγονός ὅτι ἔχουμε θάψει τό Ἅγιο Βάπτισμα καί ἔχουμε ἀπενεργοποιήσει τή Χάρη, γιατί τήν ἔχουμε μπαζώσει πολύ καλά κάτω ἀπό τόνους ἁμαρτιῶν καί παθῶν. Θά πρέπει νά φύγουν ὅλα, ἀφοῦ μετανοήσουμε καί νά ξαναβροῦμε αὐτή τήν κρυμμένη Χάρη, πού εἴπαμε τή βρίσκουμε μέ τήν ἀδιάλειπτη προσευχή. Θά πρέπει λοιπόν νά μετανοήσουμε καί νά ἐπικαλούμαστε τόν Θεό ἀδιάλειπτα. Τότε σίγουρα θά ἀλλάξουν τά πράγματα καί θά πᾶνε πρός τό καλύτερο πρός αὐτό πού ἀρέσει στόν Θεό καί ἀρέσει καί σέ μᾶς.

Δυστυχῶς ὅμως εἴμαστε πολύ διεστραμμένοι. Ἀφῆστε τούς ἔξω, γιά μᾶς λέω τούς χριστιανούς, πού ὑποτίθεται ὅτι εἴμαστε χριστιανοί. Ἔρχονται ἄνθρωποι, πού μόνο δέν μέ δέρνουνε, ἐπειδή λέω στά παιδιά νά μήν κάνουνε προγαμιαῖες σχέσεις. Ἀκόμα καί ἐδῶ μέσα ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού θά τά βάλουν μαζί μου, ἐπειδή λέω αὐτά τά πράγματα. Δέν εἶμαι ἄνθρωπος του 21ου αἰῶνος! Καταλάβατε; Ἐκεῖ ἔχουμε φτάσει.. Αὐτό πού ὁ Θεός λέει ὅτι εἶναι θανάσιμη ἁμαρτία, ἐμεῖς λέμε δέν γίνεται νά μήν τό κάνει ὁ νέος σήμερα, τόσους πειρασμούς πού ἔχει! Γι’ αὐτό μετά δρέπουμε τούς καρπούς τῶν ἔργων μας. Ἐφόσον μόνο αὐτή ἡ ἁμαρτία λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες κάνει τρομερή ζημιά στήν ψυχή. Σέ σημεῖο πού ἡ ψυχή θέλει 3 -11 χρόνια γιά νά ἐπανέλθει ἀπό τή στιγμή πού θά μετανοήσει, ὄχι νά συνεχίσει νά ἁμαρτάνει. Σκεφτεῖτε τώρα τίς ὑπόλοιπες ἁμαρτίες: τήν κατάκριση, τήν ἱεροκατάκριση, πού γίνεται κατά κόρον στήν πατρίδα μας..

Βρέθηκαν κάποιοι ἐπιτήδειοι -νά μήν πῶ χειρότερο χαρακτηρισμό- νά βρίσουν τόν μοναχισμό καί μάλιστα τόν ἁγιορείτικο μοναχισμό καί τό κορυφαῖο μοναστήρι τοῦ Βατοπαιδίου καί σπεύσαμε ὅλοι οἱ Ἑλληνες νά συμπράξουμε καί νά συμφωνήσουμε. Καί τώρα μετά ἀπό τρία χρόνια πού ἀνατρέπονται ὅλα, ἔχουμε σιγή ἰχθύος. Ἐνῶ θά ἔπρεπε νά κλαῖμε ὅλοι σάν ἔθνος καί νά πᾶμε νά ζητήσουμε συγνώμη ἀπό τούς Πατέρες ἐκεῖ, γιατί ἡ ἱεροκατάκριση εἶναι φοβερή ἁμαρτία. Μέ τήν παραμικρή ὅμως ἀφορμή ἀκοῦς ‘οἱ παπάδες, οἱ δεσποτάδες’, ὅλοι βρίζουνε αὐτούς, οἱ ὁποῖοι εἶναι οἱ ἀντιπρόσωποι τοῦ Θεοῦ στή γῆ. Δέν λέω ὅτι εἶναι ὅλοι τέλειοι καί ἅγιοι. Ὄχι. Ἀλλά δέν ἐπιτρέπεται νά γίνεται αὐτό. Λέει ὁ ἅγιος Λουκᾶς ὁ ἐπίσκοπος Κριμαίας, καλύτερα νά κατακρίνεις ὅλη τήν ἀνθρωπότητα παρά ἕναν ἱερέα. Εἶναι τόσο βαρύ. Εἶπα δύο ἁμαρτίες ἐνδεικτικά, ἀλλά εἶναι καί πολλές ἄλλες. Καί μόνο αὐτά μέσα τους ἔχουν τή θλίψη κι ὅλα αὐτά πού περνᾶμε σήμερα. Γι’ αὐτό νά μετανοοῦμε.

Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου