ΣΤΙΣ
15 Ιουνίου του 1893 και στο χωριό Μπορόκ της επαρχίας Γιαροσλάβλ γεννήθηκε ο ιερομάρτυς Σέργιος. Ήταν γιός του Ιερέα π. Ιωάννου Σμυρνώφ. Τελείωσε την Παιδαγωγική
Σχολή Ριμπίνσκι και διορίστηκε δάσκαλος στο χωριό του.
Δύο
χρόνια αργότερα, αποφασίζοντας ν’ αφιερώσει τη ζωή του στη διακονία τού Θεού και
του λαού Του, γράφτηκε στο Εκκλησιαστικό Σεμινάριο του Γιαροσλάβλ.
Σε
ηλικία είκοσι έξι ετών, αφού είχε ήδη αποφοιτήσει από το Σεμινάριο, νυμφεύθηκε μια
ευσεβή νεαρή χωρική, την Ελπίδα, και αμέσως μετά χειροτονήθηκε πρεσβύτερος.
Διορίστηκε εφημέριος σε μια φτωχή ενορία, στο χωριό Σανίκοβο, σαράντα
χιλιόμετρα μακριά από το δικό του χωριό. Ο ναός δεν διέθετε οίκημα για τον
ιερέα. Ο π. Σέργιος μέ τη βοήθεια του πεθερού του Ματθαίου αγόρασε ένα μικρό
σπίτι, όπου έμεινε για δεκαπέντε περίπου χρόνια. Στο διάστημα αυτό απέκτησε τέσσερα
παιδιά. Αποδείχθηκε λαμπρός ποιμένας και διακρίθηκε για την απέραντη φιλοπτωχία
του. Συχνά έμενε νηστικός, δίνοντας σε κάποιον πεινασμένο ακόμα και το τελευταίο
κομμάτι ψωμί πού του είχε απομείνει, αφού πρώτα είχε μοιράσει στούς φτωχούς τά
λίγα τρόφιμά του.
Το
1935 οι σοβιετικές αρχές του επέβαλαν βαρύ φόρο, τον οποίο, λόγω της φτώχειας
του, δεν μπορούσε να πληρώσει. Γι' αυτό του πήραν το σπίτι και τον πέταξαν στον
δρόμο μέ την οικογένεια του. Άρχισαν να περιπλανιούνται από το ένα σπίτι στο
άλλο, καθώς οι χωρικοί, πού τούς παρείχαν στέγη, δεν τούς κρατούσαν για πολύν
καιρό, από φόβο μήπως περιπέσουν στη δυσμένεια των αρχών.
Κάποια
μέρα ένας ενορίτης πρόσφερε στον πάμφτωχο π. Σέργιο τρία κιλά σίκαλη, κι εκείνος
δανείστηκε ένα γουδί για να την κοπανίσει. Ένας άθεος χωρικός, πού το έμαθε,
έσπευσε να καταγγείλει στις αρχές πώς ο Ιερέας του χωριού παράγει και εμπορεύεται
κρυφά αλεύρι από σίκαλη! Έτσι, ο π. Σέργιος συνελήφθη και καταδικάστηκε σε
εγκλεισμό ενός έτους σε Σωφρονιστικό Στρατόπεδο Εργασίας .
'Όσο
ήταν στη φυλακή, το Σανίκοβο εκκενώθηκε από τούς κατοίκους του, οι οποίοι
μεταφέρθηκαν από τά όργανα τού κράτους σε άλλα χωριά της περιφέρειας. Στη θέση
τού χωριού υψώθηκε μια τεράστια δεξαμενή νερού. Έτσι, όταν τον Αύγουστο τού
1936 απολύθηκε από το στρατόπεδο, ο π. Σέργιος έφυγε για το Τβέρ. Ο ιεράρχης
της επαρχίας Θαδδαίος τον διόρισε εφημέριο στον Ναό της Υψώσεως του Τίμιου
Σταυρού του χωριού Τέμπλισι, όπου τον Απρίλιο του 1937 ήρθε και η οικογένειά
του. Εκεί, σ’ ένα σπιτάκι πού τούς παραχώρησε η ενορία, έστησαν και πάλι το πενιχρό
τους νοικοκυριό, ελπίζοντας να ζήσουν στο έξης ειρηνικά. Δυστυχώς, όμως, η
γαλήνη και η ηρεμία δεν κράτησαν παρά μόνο έξι μήνες.
Στις
μαζικές συλλήψεις, στις όποιες προέβη το καθεστώς την περίοδο εκείνη,
συμπεριλήφθηκε και ο π. Σέργιος. Συνελήφθη στις 11 Οκτωβρίου του 1937 και
οδηγήθηκε στις φυλακές πού υπήρχαν στο Κεβερίτσι, κεφαλοχώρι της περιφέρειας.
Κατά
την εξονυχιστική έρευνα, πού διενεργήθηκε την ίδια μέρα στο σπίτι του, αφαιρέθηκαν
όλα τά προσωπικά του είδη, ακόμα κι ένα παλιό, τριμμένο ζωστικό.
Την
επομένη η πρεσβυτέρα μέ τη μεγαλύτερη κόρη της, τη Μαρία, πνιγμένες στον πόνο
πήγαν εσπευσμένα στο Κεβερίτσι. Πλησιάζοντας στη φυλακή, διέκριναν τον π.
Σέργιο να στέκεται πίσω από τά κάγκελα ενός παραθύρου. ’Έτρεξαν προς τά εκεί
κλαίγοντας.
- Ελπίδα, κουράγιο! ενθάρρυνε την
πρεσβυτέρα ο π. Σέργιος. Μην κλαις! Τά παιδιά κρέμονται από σένα. Πρέπει να σταθείς
όρθια και να τά αναθρέψεις όπως θέλει ο Θεός. Δεν θα μάς αφήσει η χάρη Του...
'Ύστερα
στράφηκε στην κόρη του.
- Μαρία, τη συμβούλεψε, ν’ ακούς τη μητέρα
σου και να τη βοηθάς.
Οι
δύστυχες γυναίκες δεν μπορούσαν να σταματήσουν το κλάμα.
Σύντομα έγιναν αντιληπτές από έναν φρουρό, πού τις πλησίασε. Αρπάζοντας τη
Μαρία από τον γιακά, την πέταξε μακριά από το παράθυρο, γρυλίζοντας απειλητικά:
- Φύγετε αμέσως από ’δώ, αλλιώς θα πάτε κι εσείς
εκεί μέσα!
Τσακισμένες
από τη θλίψη γύρισαν στο Τέμπλισι, όπου τις περίμενε καινούργια συμφορά: Το
σπίτι τους είχε δημευθεί και σφραγιστεί από τις αρχές. Έτσι, όλη η οικογένεια
βρέθηκε στον δρόμο. Ο Θεός, ωστόσο, τούς έδειξε το έλεός Του. Ο διευθυντής ενός
κοντινού εργοστασίου λινών υφασμάτων, μολονότι κομμουνιστής, λυπήθηκε την
οικογένεια του φυλακισμένου ιερέα. Προσέλαβε, λοιπόν, την πρεσβυτέρα Ελπίδα ως
μαγείρισσα στο εργοστάσιο και της παραχώρησε ένα μεγάλο δωμάτιο, όπου εγκαταστάθηκαν η ίδια και τά τέσσερα παιδιά της.
Στο
μεταξύ ο προϊστάμενος της τοπικής ΝιΚαΒεΝτε διέταξε να οδηγηθεί στο γραφείο του ο π. Σέργιος. Όταν του τον έφεραν, του είπε χωρίς περιστροφές:
- Αρνηθείτε την ιεροσύνη σας! ’Αν το κάνετε,
όχι μόνο θα σάς αποφυλακίσουμε, αλλά και θα σάς δώσουμε δουλειά. Θα διοριστείτε
δάσκαλος στο Τέμπλισι.
Ο π. Σέργιος αρνήθηκε μέ τον πιο κατηγορηματικό τρόπο:
- Αυτό δεν θα το κάνω ποτέ. Ποτέ! Είμαι
ιερέας, γιός ιερέα και δισέγγονος ιερέα. Θα παραμείνω ιερέας!
Μία
εβδομάδα αργότερα τον μετέφεραν στις φυλακές της πόλης Μπέζετσκ, όπου άρχισαν να
τον ανακρίνουν.
Κατά
τις ανακρίσεις ο π. Σέργιος δεν λιποψύχησε. Έχοντας ακλόνητη πεποίθηση στον Κύριο,
δεν υπέγραψε καμιά ομολογία ενοχής, συμβάλλοντας έτσι στη δυσφήμηση της Εκκλησίας,
ούτε απαρνήθηκε την πίστη του, προκειμένου να σώσει τη ζωή του και ν’ αποκτήσει
επίγεια αγαθά.
Στις
20 Οκτωβρίου του 1937 συντάχθηκε το ενοχοποιητικό ανακριτικό πόρισμα και
στάλθηκε στην τρόικα της ΝιΚαΒεΝτε, η οποία την 1η Νοεμβρίου τον καταδίκασε σε
θάνατο μέ τουφεκισμό. Δύο ημέρες αργότερα ο π. Σέργιος Σμυρνώφ εκτελέστηκε, και η άγια του ψυχή, κοσμημένη με το στεφάνι του μαρτυρίου, ανήλθε στα ουράνια
σκηνώματα.
http://apantaortodoxias.blogspot.gr/2016/04/1893-1937.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου