Σελίδες

Κυριακή 19 Ιουνίου 2016

«Ἡ προσευχή μέ τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ» μέρος θ΄


Πρωτ. Στεφάνου Ἀναγνωστόπουλου

Ἀπό τήν ἐποχή τῶν Ἀποστόλων, τῶν Ἀποστολικῶν Πατέρων, τῶν Μαρτύρων καί τῶν Ὁμολογητῶν, ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου καί τῶν μεγάλων Ἀσκητῶν Πατέρων καί τῶν θεοφόρων Ἱεραρχῶν καί Ὁσίων μέχρι τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Νοερά προσευχή ὡς μέσο καθάρσεως καί ἁγιασμοῦ πέρασε ἀπό πολλά στάδια. Τελικά πῆρε τήν μορφή τῶν πέντε λέξεων: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με».

Μέσα σ᾿ αὐτές τίς λεξοῦλες ὑπάρχουν καί
τά τρία εἴδη τῆς προσευχῆς, πού εἶναι:

  • Δοξολογία,
  • Εὐχαριστία
  • καί Αἴτησις-παράκλησι.
Εὐχή, τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με», χωρίζεται σέ δύο μέρη: στό δογματικό καί στό ἱκετευτικό.
  • Τό δογματικό μέρος περιλαμβάνει τίς τρεῖς πρῶτες λέξεις: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ», πού εἶναι ἀναγνώρισις τῆς Θεότητος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
  • Τό ἱκετευτικό μέρος περιλαμβάνει τίς ἄλλες δύο λέξεις: «ἐλέησόν με», πού εἶναι παράκλησις καί ἱκεσία γιά τήν σωτηρία μας.
Δηλαδή ὁμολογία πίστεως στόν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ Χριστό συνδέεται ταυτόχρονα μέ τήν ὁμολογία τῆς ἀδυναμίας μας νά σωθοῦμε μόνοι μας. Οὔτε τά ἔργα, αὐτά καθ᾿ ἑαυτά, μᾶς σώζουν οὔτε οἱ πολλές μας ἐλεημοσύνες, ἀλλά τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Τά ἔργα μας εἶναι ἁπλή ἀπόδειξις τῆς πίστεώς μας πρός τόν Θεόν, συνιστοῦν ὅμως καί τό καλό παράδειγμα πρός μίμησι ἀπό τόν πλησίον.
Τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ θέλουμε νά ἐλκύσουμε, γι᾿ αὐτό καί τό φωνάζουμε, γι᾿ αὐτό καί τό προκαλοῦμε. Ὄχι μόνο γιά μᾶς προσωπικά ἀλλά καί γιά τόν σύντροφό μας, γιά τά παιδιά μας, γιά τά ἐγγόνια μας, γιά τά ἀδέλφια μας, γιά τούς συγγενεῖς μας, γιά τούς φίλους μας, γιά τούς ἐχθρούς μας, ἀλλά καί γιά τούς ἐτεροδόξους καί ἀλλοθρήσκους καί ἀκόμη περισσότερο γιά τούς θεομάχους καί ἐχθρούς τῆς πίστεώς μας... Γιά ὅλον τόν κόσμο. Ὅλοι νά σωθοῦν, ὅλοι νά δοῦν τό φῶς τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, τήν ἀλήθεια, πού εἶναι μόνη ἀσφαλής ὁδός, πού μᾶς ὁδηγεῖ στόν παράδεισο.
Ἐπάνω στό δογματικό καί ἱκετευτικό μέρος τῆς Εὐχῆς στηρίζεται ὅλος ἀγῶνας μας γιά σωτηρία. Πρῶτα πιστεύουμε στόν Θεόν, ὅτι δηλαδή Ἰησοῦ Χριστός εἶναι τέλειος Θεός καί τέλειος ἄνθρωπος, πού γεννήθηκε ἀπό τήν Παναγία μας ἐκ Πνεύματος Ἁγίου, καί δεύτερον συναισθανόμεθα τήν ἁμαρτωλότητά μας. Ἔτσι μέ τήν Εὐχή συνοψίζεται ὁλόκληρη διδασκαλία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας.
Λέγοντας παντοῦ καί πάντοτε τήν μικρή αὐτή Εὐχούλα, τήν τόσο κεχαριτωμένη, ζοῦμε τό πνεῦμα τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως, ζοῦμε μέσα στό πνεῦμα τῆς ζωῆς τῶν Ἁγίων καί διαποτιζόμεθα ἀπό τό ρεῦμα τῆς μακαριότητος, τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
«Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με». Μαζί μέ τήν μετάνοια καί τήν συντριβή πρέπει νά ἔχουμε ὁπωσδήποτε τήν συναίσθησι ὅτι Εὐχή λέγεται στόν πανταχοῦ παρόντα Θεόν, τοῦ Ὁποίου Θρόνος βρίσκεται μέσα στήν καρδιά μας.
Πυρῆνας δέ τῆς προσευχῆς στό Ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ, εἶναι σωστικός λόγος: «Καί καλέσεις τό ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν. αὐτός γάρ ΣΩΣΕΙ τόν λαόν αὐτοῦ ἀπό τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν»1.
Ἔτσι, μέσα στήν Εὐχή συμπυκνώνεται ὁλόκληρη ζωή τῆς ἁγίας Γραφῆς, καί τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καί τῆς Καινῆς. Καί αὐτή εἶναι πού μᾶς πληροφορεῖ ὅτι «οὐδείς δύναται εἰπεῖν Κύριον Ἰησοῦν εἰ μή ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ»2.
Γιά νά κάνουμε, ὡστόσο, μιά καλή ἀρχή στήν προφορική Εὐχή, πρέπει νά μάθουμε νά σκύβουμε τό κεφάλι καί νά ταπεινούμεθα. Καί πλοῦτος τοῦ ταπεινοῦ φρονήματος θά αὐξηθῆ ἀπό τήν αἴσθησι τῆς θείας εὐφροσύνης διά μέσου τῆς Εὐχῆς, ὅταν αὐτή θά εἶναι ἀδολέσχημα τῶν χειλέων καί τοῦ ἐνδιάθετου λόγου.
Τήν ταπείνωσι τήν βιώνουμε μέ τήν ὀδύνη τοῦ σταυροῦ, πού μᾶς τόν φορτώνουν οἱ πολυποίκιλοι πειρασμοί τῆς ζωῆς.
  • Σέ συκοφαντοῦν; Νά ταπεινώνεσαι μέ πολλή προφορική Εὐχή.
  • Σέ ἀδικοῦν; Ταπεινώσου μέ τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με».
  • Σέ περιφρονοῦν; Νά, ἡ εὐκαιρία γιά ταπείνωσι μαζί μέ τήν Εὐχή.
  • Σ᾿ ἐγκαταλείπουν στίς ἀνάγκες σου καί ἀδιαφοροῦν γιά τήν σωματική ἀσθενική ἀσθένειά σου; Πέσε στά γόνατα μέ ταπείνωσι καί συντριβή ἐκλιπαρώντας προφορικά καί μέ ὀδύνη τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με».
  • Ἦρθαν κατατρεγμοί, διωγμοί καί θλίψεις στήν ζωή; Σήκωσε τά χέρια σου καί φώναζε μέχρι ν᾿ ἀνοίξουν οἱ οὐρανοί τῆς θείας εὐσπλαγχνίας: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με».
Στό βιβλίο “Βίοι Ἀθωνιτῶν...” Γερόντων, ἡσυχαστῶν, ἀσκητῶν καί κοινοβιατῶν, ὁ πατήρ Παρθένιος ἀναφέρει τήν συνάντησι πού εἶχε μέ τόν Γέροντα Ἰωάννη στήν ἱερά Μονή Νεάμτς τῆς Μολδαβίας καί τόν διάλογο πού ἀκολούθησε:
«Ἔπεσα, λέγει ὁ πατήρ Παρθένιος, στά πόδια τοῦ πατρός Ἰωάννου καί μέ δάκρυα τόν ρώτησα:
  • Πάτερ ἅγιε, συγχώρεσέ με τόν ἁμαρτωλο καί πές μου γιά τά μυστικά τῆς ἡσυχίας σου. Τί καρπούς σοῦ ἔφερε καί μέ ποιά δῶρα σέ βράβευσε ὁ Κύριος;
  • Γιατί μέ ρωτᾶς παιδί μου, εἶπε γεμάτος δάκρυα πατήρ Ἰωάννης, γιά κάτι πού εἶναι ὑπεράνω τῶν δυνάμεών μου; Μή ρωτᾶς γι᾿ αὐτό! Πήγαινε μέ τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ στό Ἅγιον Ὄρος καί προσπάθησε νά πετύχης τήν κάθαρσι τῶν παθῶν σου μέ τήν ἀδιάλειπτη Νοερά προσευχή. Ὅταν καρδιά σου πληγωθῆἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ τότε θά γνωρίσης πόσο ὡραῖο καί γλυκύτατο εἶναι νά εἶσαι μέ τόν Θεό!
Κι᾿ ἐγώ ἔκλαιγα παρακαλώντας νά μοῦ μιλήση τοὐλάχιστον λίγο, ὁπότε μέ δάκρυα μοῦ εἶπε:
  • Ἄκουσε μέ τόν ἁμαρτωλό. Θά σοῦ ἀποκαλύψω μέρος τοῦ θησαυροῦ μου. Νά μήν τόν κρύψης ἀλλά ὅταν ἔρθη ὁ καιρός νά τόν δώσης καί σέ ἄλλους.
Μέ τήν ἄφιξί μου στήν Μονή Νεάμτς, ὅταν ἄκουσα ἀπό τόν ὅσιο Γέροντα Παΐσιο (τόν Μέγα, 1722-1794) περί τῆς Νοερᾶς προσευχῆς ἄρχισα νά τόν ἐρωτῶ πῶς πρέπει νά τήν ἀρχίσω καί πῶς νά τήν ἐνεργοποιήσω. Ἐφαρμόζοντάς την στήν πρᾶξι μοῦ φάνηκε τόσο γλυκειά καί τόση ἦτο θεία της εὐφροσύνη ὥστε τήν ἀγάπησα περισσότερο ἀπο καθετί στόν κόσμο. Γι᾿ αὐτό ἀπομακρυνόμουν ἀπό τήν ἀδελφότητα· ἀγαποῦσα τήν σιωπή καί συχνά κατέφευγα στήνἔρημομέ τήν εὐλογία πάντοτε τοῦ ἡγουμένου. Ἔτσι ἀπέφευγα τίς ἀνθρώπινες προστριβές, τίς ἀντιζηλίες, τήν πολυλογία καί τήν κατάκρισι. Γι᾿ αὐτό πῆγα δύο φορές στό Ἅγιον Ὄρος, ἐξαντλώντας τόν ἑαυτό μου στήν ὑπακοή, στούς κόπους, στήν νηστεία, στίς μετάνοιες καί στήν ὁλονύκτια ὀρθοστασία γιά νά ἀποκτήσω τήν ἀδιάλειπτη Νοερά προσευχή, ὅπως τήν ἐδιδάχθηκα. Ἔτσι συχνά κλεινόμουν στό κελλί μου δαπανώντας ὅλες τίς σωματικές μου δυνάμεις στήν νοερά αὐτή ἐργασία. Μέ τό πέρασμα τῶν ἐτῶν ἄρχισε σιγά-σιγά Εὐχή «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με» νά ἐνεργῆ μόνη της στό βάθος τῆς καρδιᾶς μου καί νά μέ πλημμυρίζη ἀπό ἀνέκφραστη χαρά καί θεία μακαριότητα. Τόσο ἀπερίγραπτη ἦτο γλυκύτητα τῆς Εὐχῆς πού δέν μέ ἄφηνε νά κοιμηθῶ. Ἄρχισαν νά φανερώνωνται τότε καί οἱ πλούσιοι καρποί της. Πράγματι, παιδί μου, «ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἐντός ἡμῶν ἐστι»3. Γεννήθηκαν μέσα μου ἀνέκφραστη ἀγάπη πρός ὅλους καί δάκρυα· ἄν θέλω μπορῶ νά κλαίω ἀσταμάτητα. Ἔτσι μοῦ ἔγιναν γλυκά τά θεῖα βιβλία καί ἰδιαιτέρως τό Εὐαγγέλιο καί τό Ψαλτήρι, ὥστε νά μήν μπορῶ νά χορτάσω τήν γλυκύτητα· κάθε λέξις μέ ὁδηγεῖ σέ θαυμασμό καί μέ κάνει νά κλαίω ἀδιάκοπα. Θεέ μου «τά ἄδηλα καί τά κρύφια τῆς σοφίας Σου ἐδήλωσας μοι»4.
Κάθε βράδυ σηκώνομαι γιά νά κάνω τόν κανόνα μου καί νά διαβάσω τό Ψαλτήρι. Τό γλυκύτατο ὅμως Ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ ἡχεῖ γλυκόφθογγα μέσα στήν καρδιά μου καί εὐθύς ἀμέσως νοῦς μου ἀρπάζεται σέ θεωρία καί ἔκστασι. Δέν γνωρίζω ποῦ εὑρίσκομαι· εἶμαι στό σῶμα ἐκτός σώματος δέν ξεύρω· μόνο Θεός τό γνωρίζει. Ὅταν συνέρχωμαι ἤδη χαράζει! Ἀλλ᾿ «ἐδόθη μοι σκόλοψ τῇ σαρκί, ἄγγελος σατάν, ἵνα μέ κολαφίζῃ, ἵνα μή ὑπεραίρωμαι»5.
Πολλούς πειρασμούς καί προσβολές ὑπέφερα ἀπό τόν διάβολο ἀλλά καί ἀπό σωματικές ἀσθένειες.
  • Καί τώρα συγχώρεσέ με, πού μίλησα τόσο πολύ. Πᾶμε στό μοναστήρι· θά διανυκτερεύσω κι᾿ ἐγώ ἐκεῖ καί αὔριο θά σέ ξεπροβοδίσω».
Ὁ ἅγιος αὐτός Γέροντας συμβούλευε ὅλους καί τούς ἐδίδασκε ὑπομονή, ὑπακοή, νηστεία, ταπείνωσι, ἀγάπη καί τήν ἀδιάλειπτη προσευχή στό Ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ γιά νά διατηρεῑται ζῶσα στόν νοῦ καί στήν καρδιά ἡ θέα τοῦ Θεοῦ! δηλαδή ἡ νοερά χαρισματική Λατρεία!!!
Τέσσερα χρόνια μετά τήν συζήτησι αὐτή, τό 1843, πατήρ Ἰωάννης ἐκοιμήθη ὁσιακῶς6.

συνεχίζεται......


Τέλος καί τῇ Τρισηλίῳ Θεότητι
κράτος, αἶνος καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.


Ἀπό τό βιβλίο: Η ΕΥΧΗ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ
Ἐκδόσεις:Γ. Γκέλμπεσης
Πρωτ. Στεφάνου Ἀναγνωστόπουλου

Εὐχαριστοῦμε θερμά τόν Πρωτ. Στέφανο Ἀναγνωστόπουλο γιά τήν ἄδεια δημοσίευσης ἀποσπασμάτων ἀπό τά βιβλία πού ἐκδίδει.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης

1Ματθ. Α΄: 21.
2Α΄ Κορ. ιβ΄: 3.
3Λουκ. Ιζ΄ : 21.
4Ψαλμ. 50 : 8.
5Β΄ Κορ. ιβ΄: 7.
6Ἱερομ. Ἀντωνίου, (διασκευή ἀπό τό βιβλίο) “Βίοι Ἀθωνιτῶν τοῦ ΙΘ΄αἰῶνος”, ἔκδ. Ἱ. Μετοχίου Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου, Ὀρμύλια 1994, τ. Α΄, σελ. 126-129.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου