Σελίδες

Τετάρτη 12 Οκτωβρίου 2016

«Ἡ προσευχή μέ τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ»

Πρωτ. Στεφάνου Ἀναγνωστόπουλου

Στό βιβλίο “Ἔκφρασις μοναχικῆς ἐμπειρίας”, στήν Α΄ καί τήν Β΄ ἐπιστολή του, ὁ ὅσιος Γέροντας Ἰωσήφ ὁ Ἡσυχαστής γράφει ὅτι:

«Ἡ πράξις τῆς Νοερᾶς προσευχῆς εἶναι νά βιάσης τόν ἑαυτόν σου νά λέγης συνεχῶς τήν εὐχήν μέ τό στόμα, ἀδιαλείπτως. Εἰς τήν ἀρχήν γρήγορα, νά μήν προφθάνη ὁ νοῦς νά σχηματίζη λογισμόν μετεωρισμοῦ. Νά προσέχης μόνον στά λόγια: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με».

Ὅταν αὐτό πολυχρονίση, τό συνηθίζει ὁ νοῦς καί τό λέγει. Καί γλυκαίνεσαι, ὡσάν νά ἔχεις μέλι στό στόμα σου καί θέλεις ὅλο νά τό λέγης. (Ὁ πολυκαιρισμός τῆς προφορικῆς εὐχῆς συντελεῖ στό νά τήν συνηθίση εὔκολα νά τήν λέγη καί ὁ νοῦς μέ τόν ἐνδιάθετο λόγο). Ἄν τυχόν τήν ἀφήνης, τήν ξεχνᾶς ἤ κάποια ἔντονη ἀπασχόλησι σέ τραβάει, στενοχωρεῖσαι πολύ.


Ὅταν λοιπόν τό συνηθίση ὁ νοῦς καί χορτάση –τό μάθη καλά– τότε τό στέλνει εἰς τήν καρδίαν. ( Θά μποροῦσα νά συμπληρώσω ταπεινά: εἶναι σάν νά σπρώχνη ὁ νοῦς τίς λέξεις τῆς εὐχῆς στό βάθος τῆς καρδιᾶς). Ἐπειδή ὅμως ὁ νοῦς εἶναι ὁ τροφοδότης τῆς ψυχῆς, ὅ,τι καλόν ἤ πονηρόν ἰδῆ ἤ ἀκούση, ἡ δουλειά του εἶναι νά τό κατεβάση εἰς τήν καρδίαν, ὅπου εἶναι τό κέντρον τῆς πνευματικῆς καί σωματικῆς δυνάμεως τοῦ ἀνθρώπου, ὁ θρόνος τοῦ νοῦ.
Αὐτός πού εὔχεται, ὅταν κρατάη τόν νοῦν του καί δέν φαντάζεται ἀπολύτως τίποτε (εἶναι δηλαδή ὁ νοῦς του ἀμετεώριστος, ἀσχημάτιστος, ἀνείδεος καί ἀφάνταστος) καί προσέχη μόνον στά λόγια τῆς εὐχῆς, τότε καί μέ τήν βοήθεια τῆς ἀναπνοῆς καί τήν ἐδικήν του θέλησιν καί βίαν κατεβάζει τόν νοῦν εἰς τήν καρδίαν καί τόν κρατεῖ μέσα, δίκην κλεισούρας, καί μέ ρυθμό λέγει: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με».
Στήν συνέχεια, ὁ ὅσιος Γέροντας Ἰωσήφ μᾶς δίνει κάποιες ὁδηγίες σχετικές μέ τήν ἀναπνοή:
«Εἰς τήν ἀρχήν μερικές φορές νά λέγη κάποιος τήν εὐχήν καί νά παίρνη μίαν ἀναπνοήν. Κατόπιν, ὅταν συνηθίση νά στέκη ὁ νοῦς εἰς τήν καρδίαν, λέγει εἰς κάθε ἀναπνοήν μίαν εὐχήν. «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ»: ἐμβαίνει ἡ ἀναπνοή, «ἐλέησόν με»: βγαίνει. (Μπορεῖ δέ νά τροποποιηθῆ καί ὡς ἑξῆς: σέ μιά εἰσπνοή νά λέγεται ὁλόκληρη ἡ Εὐχή «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με» καί στήν ἐκπνοή πάλι ὁλόκληρη ἡ Εὐχή).
Κι αὐτό γίνεται μέχρις ὅτου ἐπισκιάση καί ἀρχίση νά ἐνεργῆ ἡ θεία Χάρις μέσα εἰς τήν ψυχήν. Μετά πλέον εἶναι θεωρία. (Γνωρίζουμε τότε πράγματα, πού δέν μπορεῖ νά τά συλλάβη τό μυαλό μας!).
Παντοῦ λέγεται ἡ Εὐχή, τονίζει ὁ ὅσιος Γέροντας. Καί καθήμενος καί στό κρεβάτι καί περπατῶντας καί τρώγοντας καί ἐργαζόμενος καί πάντοτε. «Ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε, ἐν παντί εὐχαριστεῖτε»1, ὅπως προτρέπει ὁ θεῖος Παῦλος.
Ὄχι ὅμως μόνον ὅταν πλαγιάζης, νά προσεύχεσαι. Θέλει ἀγῶνα, ὄρθιος-καθήμενος. Ὅταν κουράζεσαι, κάθεσαι. Καί πάλιν ὄρθιος, νά μή σέ πιάνη ὁ ὕπνος. Ἀλλά καί μέχρι πού νά σέ πάρη ὁ ὕπνος, μπορεῖς νά λές τήν Εὐχή. Μερικοί ἐγείρονται καί τή νύχτα καί κάνουν λίγη ὥρα εὐχή. Ὅσο μπορεῖ ὁ καθένας. Καί κατόπιν ξανακοιμοῦνται.
Αὐτά λέγονται “πράξις”. Ἔτσι δεικνύεις τήν προαίρεσίν σου εἰς τόν Θεόν. Τό πᾶν ὅμως ἔγκειται εἰς Αὐτόν, ἐάν θά σοῦ δώση, τί θά σοῦ δώση, πότε θά σοῦ τό δώση. Ὁ Θεός εἶναι ἡ ἀρχή καί τό τέλος. Ἡ Χάρις Του τά ἐνεργεῖ ὅλα. Αὐτή εἶναι ἡ κινητήριος δύναμις.
Τό δέ πῶς γίνεται, πῶς ἐνεργεῖται ἡ ἀγάπη, εἶναι νά φυλάξης τάς ἐντολάς. Δέν εἶναι μόνον ἀρκετόν νά ἐγείρεσαι κατά τήν διάρκεια τῆς νυκτός καί νά προσεύχεσαι. Ἀλλά, ὅταν βλέπης τόν ἀσθενῆ, νά τόν συμπαθῆς, τόν ὀρφανό, νά τόν προστατεύης, τόν πάσχοντα, νά τόν ἐλεῆς. Ἀγαπῶντας τόν πλησίον, σέ ἀγαπᾶ ὁ Θεός καί τότε καί σύ Τόν ἀγαπᾶς, ἀπό τήν ἀγάπη, πού σοῦ ἔδωσε Ἐκεῖνος. Ἐκεῖνος πρῶτον ἀγαπᾶ καί ἐκχέει τήν Χάριν Του κι ἡμεῖς τά ἴδια ἐκ τῶν ἰδίων, «τά Σά ἐκ τῶν Σῶν», ἀποδίδομεν.
Ἐάν λοιπόν ζητῆς νά Τόν εὕρης μόνον διά τῆς Εὐχῆς (καί νά γίνης μύστης τῆς Νηπτικῆς θεολογίας καί ἀληθινός θεολόγος, κατά τό «εἰ ἀληθῶς προσεύχῃ, θεολόγος εἶ»), μή βγάλης πνοήν χωρίς τήν Εὐχή...».
Καί συνεχίζει ὁ ἅγιος Γέροντας Ἰωσήφ: Πρόσεχε μόνον νά μήν δέχεσαι φαντασίες. (Γι᾿ αὐτό λέμε ὅτι ὁ νοῦς πρέπει νά μείνη ἀφάνταστος καί τό μυαλό μας σκέτο καί ἄδειο. Στήν ἀρχή βέβαια θά ὑπάρχει ἕνα σκοτάδι. Ἔ, μέσα σ᾿  αὐτό τό σκοτάδι τοῦ νοός ἐμεῖς θά λέμε τήν Εὐχή!). Διότι τό θεῖον εἶναι ἀνείδεον, ἀφάνταστον, ἀχρωμάτιστον. Εἶναι ὑπερτέλειον. Δέν δέχεται συλλογισμούς. Ἐνεργεῖ ὡς αὔρα λεπτή ἐν ταῖς διανοίαις ἡμῶν καί τῇ καρδίᾳ ἡμῶν.
Πότε ἔρχεται ἡ κατάνυξις; ἡ κατάνυξις ἔρχεται, ὅταν σκέπτεσαι πόσον ἐλύπησες τόν Θεόν. (Νά, ἡ καλλιέργεια τῆς διαρκοῦς μετανοίας ἐπί καθημερινῆς βάσεως. Ἡ χαρμολύπη θά φέρη τήν κατάνυξι, ἡ κατάνυξις τά δάκρυα καί τά δάκρυα τόν κλαυθμό καί τήν ἀληθινή μετάνοια.).
Ὅπου Ἐκεῖνος, ὁ Θεός, εἶναι τόσον Καλός, τόσο Γλυκύς, τόσον ἐλεήμων, Ἀγαθός, ὅλος γεμάτος ἀγάπη. Ὅπου ἐσταυρώθη καί ὅλα τά ἔπαθεν δι᾿  ἡμᾶς. Αὐτά καί ἄλλα ὅπου ἔπαθεν ὁ Κύριος, ὅταν μελετᾶς, σοῦ φέρνουν κατάνυξιν, δάκρυα, κλαυθμό, ἀκόμη δέ καί θρῆνο».
Κάποιος ἀσκητής, ὀνόματι Ἰωσήφ, βρῆκε τόν φημισμένο Ἀββᾶ Λώτ καί τοῦ εἶπε ἐξομολογούμενος τά ἑξῆς:
  • Διαβάζω πρωί, μεσημέρι, βράδυ πιστά τίς ἀκολουθίες μου. Νηστεύω ἀνά ἕξ-ἕξ. (Αὐτοῦ τοῦ εἴδους ἡ νηστεία σημαίνει ἕξι ἡμέρες ἀσιτία καί ἕξι ἡμέρες ξηροφαγία καί μόνον Σαββατοκύριακο λάδι). Μελετῶ καί γνωρίζω ὁλόκληρη τήν Ἁγία Γραφή ἀπό μνήμης. Προσπαθῶ νά διατηρῶ καθαρότητα στούς λογισμούς μου. Ἡ σάρκα μου δέν μέ προβληματίζει. Ἐνθυμοῦμαι κάθε ἡμέρα τό πρόσκαιρο τῆς ζωῆς. Στήν ὑπακοή μου φροντίζω νά μήν λυπήσω τόν Θεό. Κι ὅμως! Κάτι μοῦ λείπει!...
Ὁ Ἀββᾶς Λώτ τόν ἄκουσε πολύ προσεκτικά καί ὕστερα γονάτισε καί ὕψωσε τά χέρια του σέ προσευχή σιωπηλή καί μετά δακρύων.

Σέ λίγο ὁ πατήρ Ἰωσήφ βλέπει ἔκθαμβος καί ἐκστατικός πώς τά δάχτυλα τοῦ Ἀββᾶ Λώτ, ὅπως ἦσαν ὑψωμένα, ἔγιναν δέκα ἀναμμένες ὁλόφωτες λαμπάδες!

Ὅταν τελείωσε ἐκείνη ἡ οὐράνια προσευχή, γύρισε ὁ Ἀββᾶς Λώτ στόν πατέρα Ἰωσήφ καί εἶπε:
  • Αὐτό σῦ λέιπει! Ἡ ὁλόθερμη Νοερά προσευχή καί τά καθημερινά καυτά δάκρυα τῆς μετανοίας. Στό χέρι σου εἶναι μέσα σέ λίγες ἡμέρες νά γίνης ὁλόκληρος μία φλόγα ὁλοφώτεινη. Μιά ἀκατάφλεκτος θεία βάτος, ἕνα ὑπερουράνιο θεϊκό πῦρ2.
Αὐτή εἶναι ἡ χαριτωμένη Εὐχούλα, πού μέ τήν βοήθειά της καθώς καί τήν βοήθεια τῶν ἄλλων σωστικῶν μέσων τῆς Ἐκκλησίας, θά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό τά πάθη καί τίς ἀδυναμίες μας (γιατί συγχρόνως θά ἀγωνιζώμεθα σκληρά ἐναντίον τους) καί θά ζήσουμε τήν θεία μακαριότητα μέ δάκρυα καί κλαυθμούς μετανοίας καί κατανύξεως καί ἔτσι θά ἀποκτήσουμε τήν βεβαιωμένη ἐλπίδα τῆς σωτηρίας μας.


συνεχίζεται......

Τέλος καί τῇ Τρισηλίῳ Θεότητι
κράτος, αἶνος καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.



Ἀπό τό βιβλίο: “Η ΕΥΧΗ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ
Ἐκδόσεις:Γ. Γκέλμπεσης
Πρωτ. Στεφάνου Ἀναγνωστόπουλου
 Εὐχαριστοῦμε θερμά τόν Πρωτ. Στέφανο Ἀναγνωστόπουλο γιά τήν ἄδεια δημοσίευσης ἀποσπασμάτων ἀπό τά βιβλία που ἐκδίδει. Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης

1Α΄ Θεσ. Ε΄ : 17-18.
2Χαμπάκη Θεοδώρας Ἡγουμένης, Γεροντικό, Θεσσαλινίκη 1989, σελ. 192.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου