Πρωτ.
Στεφάνου
Ἀναγνωστόπουλου
Ρώτησαν
κάποτε ἕναν ἁγιασμένο Γέροντα, νά πῆ
μέ δύο ἤ τρεῖς σύντομες προτάσεις,
τρεῖς κανόνες πνευματικῆς ἀσκητικῆς
Ὀρθοδόξου ζωῆς, ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ.
Κανόνες σωτηρίας καί βαθμίδες, πού θά
μπορέσουν μέ ἀσφάλεια νά βάλουν τήν
ψυχή στά χέρια τοῦ Παναγίου Θεοῦ.
Κι
ἐκεῖνος εἶπε:
- Πρῶτος κανόνας: Προσευχή!!!
- Δεύτερος κανόνας: Προσευχή!!!
- Τρίτος κανόνας: Προσευχή!!!
Ἐάν
αὐτούς τούς κανόνες τούς θεωρήσουμε
ὑπό μορφή βαθμίδων, θά ποῦμε ὅτι:
- Ὁ πρῶτος κανόνας ἀναφέρεται στήν προφορική Εὐχή.
- Ὁ δεύτερος κανόνας συνδέεται μέ τήν προσοχή τοῦ νοῦ πρός τόν
ἐνδιάθετο
λόγο πού λέγει τήν Εὐχή καί πού στήν
συνέχεια ὁ ἴδιος ὁ νοῦς τήν παίρνει
καί τήν κλείνει μέσα σου. Ἄν φανταστοῦμε
ἕνα χταπόδι, πού ἁρπάζει τό θῦμα του
καί τό κρατᾶ στά πλοκάμια του, ἔτσι, μέ
τέτοια πνευματικά πλοκάμια ὁ νοῦς,
φράπ!... ἁρπάζει τό Ὄνομα τοῦ Κυρίου
Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τό ἐγκλωβίζει μέσα
του καί τότε πλέον λέγεται ἡ Εὐχή ἀπό
τόν νοῦ ἀβίαστα. Ἄλλοτε ἀργά, καθαρά,
ἥσυχα, ἤρεμα, χωρίς βία καί πίεση. Καί
ἄλλοτε γρήγορα, μέ πολλή βία καί μέ
συγκεντρωμένη τήν προσοχή στό Ὄνομα
τοῦ Ἰησοῦ, ὥστε νά προκαλῆται ἀκόμη
καί πονοκέφαλος.
Διαφέρουμε
σ᾿ αὐτό ἀπό τίς μεθόδους πού
χρησιμοποιοῦν οἱ ἀνατολικές θρησκεῖες
καί ὅλες οἱ παραφυάδες τῶν Ἰνδουϊστῶν,
τῶν βουδιστῶν καί τῶν διαφόρων
γκουρού. Διότι αὐτοί ἐπιδιώκουν
χαλάρωσι, ἐνῶ ἐμεῖς ἐπιδιώκουμε βία
καί πόνο. Γιατί μέ πόνο πρέπει νά ζητᾶμε
τό ἔλεος τοῦ ἁγίου Θεοῦ, ἀφοῦ εἴμεθα
ἁμαρτωλοί...
Ὅσο
λοιπόν ἀρχίζουμε καί συνηθίζουμε νά
λέμε τήν Εὐχή ἀπό μέσα μας, δηλαδή μέ
τόν ἐνδιάθετο λόγο, διαπιστώνουμε ὅτι
παίρνει τήν Εὐχή ὁ νοῦς, γίνεται ἕνα
μαζί της, δηλαδή μέ τίς πέντε λέξεις
«Κύριε
Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με...» καί
τήν λέγει νοερά καί ἀβίαστα.
Οἱ
πέντε λέξεις αὐτές ἀργότερα γίνονται
τρεῖς, δύο, μία... καί ὅλος ὁ νοῦς γίνεται
«Ἰησοῦ»,
γίνεται Φῶς, καί τότε κατέρχεται στήν
καρδιά διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ἡ
Εὐχή λέγεται ἀπό τήν καρδιά, πού κράζει
«ἀββᾶ
ὁ πατήρ»1
:
Εἶσαι ὁ Πατέρας μου, εἶσαι ὁ Θεός μου,
εἶσαι ὁ Σωτῆρας μου, εἶσαι ὁ Λυτρωτής
μου, εἶσαι ὁ Πλάστης μου!...
Τότε
λέγεται ἡ Εὐχή ὅπως ἀναπαύεται ἡ
ψυχή. Πότε ἀργα-ἀργά, πότε σύντομα, πότε
πολύ γρήγορα. Οἱ ἀναπνοές μας ἀργές
καί ἤρεμες. Εἰσπνέουμε ἀργά: «Κύριε
Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με»
καί ἐκπνέουμε σιγά -σιγά: «Κύριε
Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με».
- Ὁ Τρίτος κανόνας ἔχει σχέσι μέ αὐτήν τήν τελειωτική καί ἁγιαστική
προσευχή,
πού λέγεται ΑΠΟ
τήν καρδιά καί ὀνομάζεται Καρδιακή.
Καί
ὅταν ὑπάρχη αὐτενέργεια τῆς Εὐχῆς,
οἱ τυχόν λογισμοί εἶναι ἀκίνδυνοι. (
Τελεία παῦσι λογισμῶν καί καρδιακή
ἡσυχία ἔχουμε ὅταν ὁ νοῦς διά τοῦ
Ἁγίου Πνεύματος ἔλθη εἰς θεωρίαν).
Βέβαια,
ἡ Εὐχούλα λέγεται καί ΜΕ
ὅλη μας τήν καρδιά, δυνάμει τοῦ θείου
ἔρωτος καί τῆς θείας ἀγάπης, πού
ὁλόκληρη τήν πυρπολεῖ, κατά τό «ἀγαπήσεις
Κύριον τόν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας
σου καί ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καί ἐξ
ὅλης τῆς διανοίας σου καί ἐξ ὅλης τῆς
ἰσχύος σου»2.
Ἀλλά αὐτό διαφέρει ἀπό τό νά λέγεται
ἡ Εὐχή ΑΠΟ τήν καρδιά,
γιατί τότε τήν λέγει, τρόπον τινά, ἡ
ἴδια ἡ καρδιά, διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Εἶναι ἕνα μεγάλο μυστήριο αὐτό, ἀλλά
ἀληθινό! Ἀκούγεται δηλαδή νά λέγεται
ἡ Εὐχή ἀπό τό μέρος τῆς καρδιᾶς, ἐνῶ
ἐμεῖς δέν τήν λέμε οὔτε μέ τόν νοῦ
οὔτε μέ τό στόμα, οὔτε ψιθυριστά οὔτε
φωναχτά. Ἔχει –ἄς ποῦμε– φωνή, καί
λαλεῖ τόν γλυκόφθογγο λόγο τῆς ἀγάπης:
«Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ,
ἐλέησόν με», σάν
ἀνταπόκρισι τοῦ Θεοῦ στήν δική μας ἐξ
ὅλης ψυχῆς καί καρδίας ἀγάπης πρός
Αὐτόν. Πῶς γίνεται αὐτό; Γίνεται!...
Διότι ἕδρα τοῦ Θεοῦ καί ἕδρα τῆς θείας
Χάριτος, μετά τό ἅγιο Βάπτισμα καί τό
ἅγιο Χρῖσμα, εἶναι ἡ καρδιά.
Κατά
τήν διάρκεια δέ τῆς καρδιακῆς Εὐχῆς,
ἡ καρδιά παθαίνει ἕνα “ἄνοιγμα”
καί ἐκείνη τήν στιγμή θέλει νά βάλη, ἄν
εἶναι δυνατόν, μέσα σ᾿ αὐτό τό ἄνοιγμα,
σ᾿ αὐτή τήν ἀγκαλιά, ὅλους τούς
ἀνθρώπους, μηδενός ἐξαιρουμένου, γιά
νά γευθοῦν τήν χαρά πού γεύεται ἐκείνη.
Γιατί ἡ καρδιά μας, πού ἔχει πλέον
ἀνοιχθῆ ὁλόκληρη σάν κρίνος, εἶναι
στήν διάθεσι τοῦ Παναγίου Πνεύματος.
Καί τότε ἀπ᾿ αὐτήν βγαίνει ἡ εὐωδία,
βγαίνει ἡ δόξα, βγαίνει τό ἄκτιστο Φῶς,
βγαίνει ἡ πλήρης καθαρότης, βγαίνει ἡ
αἴσθησις τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν,
βγαίνει ἡ αἴσθησις τοῦ αἰωνίου Πάσχα.
Βγαίνουν πολλά! Καί ὁ ἄνθρωπος βιώνει,
καταλαβαίνει αὐτό πού λέγει ἡ Ἁγία
Γραφή: «Ἐγώ καθεύδω
καί ἡ καρδία μου ἀγρυπνεῖ».
Κάποιος
Γέροντας δοκίμασε σέ κάποια αὐτενέργεια
τῆς Εὐχῆς νά φέρη ἐθελουσίως ἕναν
βρώμικο λογισμό στόν νοῦ. (Νά τόν φέρει
δηλαδή ἐπίτηδες).
- Νά φέρω, λέει, αὐτή τήν βρώμικη παράστασι.
(Τό
εἶπε μέ τό στόμα, χωρίς νά τήν
σχηματοποιήση). Ἀλλά παίρνοντας τήν
εἰκόνα γιά νά τή φέρη μέσα του, αὐτή
χτύπησε, ὅπως χτυπάει ἕνα ἀντικείμενο
πάνω σ᾿ ἕνα τύμπανο ἤ καλύτερα σ᾿
ἕνα ἀλεξίσφαιρο τζάμι, καί ἔκανε πίσω
κι᾿ ἔφυγε. Καί μάλιστα ἔφυγε
κατακαιόμενη.
Ἔτσι,
ὑπάρχει οὐσιώδης διαφορά μεταξύ τῶν
δύο προθέσεων μέ
καί ἀπό.
Ἄλλο λοιπόν ΜΕ τήν
καρδιά καί ἄλλο ΑΠΟ
τήν καρδιά.
Στήν
συνέχεια, αἰσθάνεται κανείς μέσα στήν
ψυχή του μιά θεία ἁπαλή φλόγα νά τόν
πυρπολῆ καί νά τόν χαροποιῆ. Εἶναι μία
κατάστασις πού ἔχει πάρα πολλή εὐφροσύνη,
ἡ ὁποία φθάνει, παρ᾿ ὅλο πού εἶναι
συνδεδεμένη καί μέ πόνο, σέ μία ἀνείπωτη,
ἀνέκφραστη, θεία μακαριότητα, ἡ ὁποία
μεταβιβαζόταν στό σῶμα. Σ᾿ ὅλο τό
σῶμα. Διότι,ἄν δέν μεταβιβαζόταν στό
σῶμα, δέν θά εἴχαμε ψυχοσωματικόν
ἄνθρωπο. Ὅπως, ὅταν κοπῶ κάπου καί
ματώσω καί πονάω, πονάει συγχρόνως καί
ἡ ψυχούλα μου καί στόν πόνο τοῦ σώματος
συμμετέχει καί ἡ ψυχή, ἔτσι καί στόν
πόνο τῆς ψυχῆς συμμετέχει καί τό σῶμα.
Τούς
τρεῖς αὐτούς κανόνες τῆς Εὐχῆς θά
μπορούσαμε νά τούς παραλληλίσουμε μέ
τίς βαθμίδες τῆς ἐκπαιδεύσεως, πού
παρουσιάζουν μιά προοδευτικότητα.
Ἡ
πρώτη βαθμίδα ἀναφέρεται στήν γνῶσι,
πού παίρνει ἕνας μαθητής, ὅταν βρίσκεται
στό Δημοτικό σχολεῖο.
Ἡ
δεύτερη, ὅταν βρίσκεται στό Γυμνάσιο-Λύκειο
καί
ἡ
τρίτη, ὅταν πλέον εἶναι φοιτητής κάποιας
πανεπιστημιακῆς σχολῆς.
Ἀλλά
καί στό Δημοτικό σχολεῖο ὑπάρχει μιά
προοδευτικότητα. Ἄλλα μαθαίνει τό παιδί
στήν Α΄ τάξι, ἄλλα στή Β΄... Τό ἴδιο
συμβαίνει καί στήν Α΄, Β΄, Γ΄ τάξι
Γυμνασίου καί Λυκείου. Τό αὐτό ὑπάρχει
καί στά φοιτητικά χρόνια, μέχρι νά πάρη
κάποιος τό πανεπιστημιακό του δίπλωμα,
ἀλλά καί πέραν αὐτοῦ, ἀφοῦ ὑπάρχει
μία συνεχής πρόοδος καί μάθησις ἑνός
ἐπιστήμονος, ὥστε νά “γηράσκη
ἀεί διδασκόμενος”.
Μέ ἄλλα λόγια, ἔχουμε διαρκῶς μιά
αὔξησι ὡς πρός τήν μάθησι καί τίς
γνώσεις. Ἔτσι καί στήν Εὐχή, κατ᾿
ἀναλογίαν βέβαια, ὑπάρχει συνεχῶς
πρόοδος· σύμφωνα μέ τόν χρόνο καί μέ
τόν τρόπο, μέ τόν ὁποῖο τήν καλλιεργοῦμε
μέσα μας.
Κάποτε
ὁ πατήρ Ζαχαρίας, ὑποτακτικός τοῦ Ἀββᾶ
Σιλουανοῦ πῆγε στό κελλί τοῦ Γέροντός
του γιά νά πάρη εὐλογία γιά κάποιο
διακόνημα.
Κτύπησε
τήν πόρτα κι᾿ ἐπειδή δέν ἔπαιρνε
ἀπάντησι, ἄνοιξε λίγο νά δῆ ἄν ἦτο
μέσα.
Εἶδε
τότε τόν ὅσιο Γέροντά του λουσμένο μέσα
σέ Φῶς καί σέ κατάστασι θεϊκῆς ἐκστάσεως
νά προσεύχεται μέ τά χέρια ὑψωμένα.
Ἔφηγε ἀθόρυβα χωρίς νά τόν ἐνοχλήση.
Ὅταν
τό μεσημέρι ξαναπῆγε στό κελλί, τόν
βρῆκε στήν ἴδια ὁλόλαμπρη στάσι. Τό
ἴδιο καί τό ἀπόγευμα. Τό βράδυ, ἀφοῦ
ἤδη εἶχαν περάσει δέκα ὧρες εἶδε τόν
Γέροντά του, καθισμένο σ᾿ ἕνα σκαμνάκι
μέ τά χέρια σταυρωμένα στό στῆθος,
ἀπορροφημένο ποιός ξέρει σέ τί οὐράνιες
σκέψεις!
- Τί σοῦ συνέβη σήμερα Ἀββᾶ; ρώτησε ὁ πατήρ Ζαχαρίας.
- Μιά μικρή ἀδιαθεσία, μήν ἀνησυχῆς, ἀπάντησε ὁ Ὅσιος.
Ὁ
ὑποτακτικός ὅμως ὕστερα ἀπ᾿ ὅσα
εἶδε μέ τά μάτια του ὄχι μόνο δέν
πείσθηκε, ἀλλά γονάτισε μπροστά στόν
Γέροντά του καί θερμοπαρακαλῶντας τον
εἶπε:
- Δέν θά σηκωθῶ ἀπό δῶ Ἀββᾶ καί πατέρα μου, ἄν δέν μοῦ φανερώσης ὅσα σήμερα σοῦ ἀποκάλυψε ὁ Θεός!!!
τότε
ἐκεῖνος ὡμολόγησε μέ πολλή ταπείνωσι
τό πῶς ὁ νοῦς του ἡρπάγη σέ θεωρία καί
“εἶδε” τήν δόξα τοῦ ἐν Τριάδι
Θεοῦ, ὅσο ἡ θεία Χάρις ηὐδόκησε νά τοῦ
ἀποκαλύψη!3
συνεχίζεται......
Τέλος
καί
τῇ
Τρισηλίῳ
Θεότητι
κράτος,
αἶνος
καί
δόξα
εἰς
τούς
αἰῶνας
τῶν
αἰώνων.
Ἀμήν.
Ἀπό
τό
βιβλίο:
“Η
ΕΥΧΗ
ΜΕΣΑ
ΣΤΟΝ
ΚΟΣΜΟ
“
Ἐκδόσεις:
“Γ.
Γκέλμπεσης”
Πρωτ.
Στεφάνου
Ἀναγνωστόπουλου
Εὐχαριστοῦμε θερμά τόν Πρωτ. Στέφανο Ἀναγνωστόπουλο γιά τήν ἄδεια δημοσίευσης ἀποσπασμάτων ἀπό τά βιβλία πού ἐκδίδει.
Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης
1Ρωμ.
Η΄: 15.
2Μάρκ.
Ιβ΄ : 30.
3Χαμπάκη
Θεωδόρα Ἡγουμένης, Γεροντικό, Θεσσαλονίκη
1966, σελ. 105.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου