Σελίδες

Δευτέρα 25 Σεπτεμβρίου 2017

«Περί προσευχῆς» Πατερική Θεολογία, 24ο Μέρος, Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης

Ἀκοῦστε τήν ὁμιλία ἐδῶ:«Περί προσευχῆς»

Πρίν μποῦμε στό θέμα μας, ἤθελα νά σᾶς πῶ σύντομα τήν ἑρμηνεία αὐτοῦ τοῦ χωρίου πού ἀκούσαμε τό πρωί στό Εὐαγγέλιο, τό ὁποῖο μπορεῖ νά ἐγείρει κάποιους λογισμούς. Λέει γιά τήν Παναγία «οὐκ ἐγίνωσκεν αὐτήν ἕως οὗ ἔτεκε τόν υἱόν αὐτῆς τόν πρωτότοκον» (Ματθ. 1,25) καί ἴσως πάει ὁ λογισμός σέ κάποιους ὅτι μέχρι τότε δέν εἶχαν σαρκικές σχέσεις καί μετά εἶχαν. «Οὐκ ἐγίνωσκεν αὐτήν», δέν τήν εἶχε γνωρίσει ὀ Ἰωσήφ, «ἕως οὗ ἔτεκε τόν υἱόν αὐτῆς τόν πρωτότοκον». Τί σημαίνει αὐτό; Οἱ αἱρετικοί Προτεστάντες τό κατανοοῦν ἔτσι, ὅτι δηλαδή μετά ἡ Παναγία εἶχε σχέσεις μέ τόν Ἰωσήφ. Ὁπότε δέν εἶναι καί Ἀειπάρθενος. Ἔτσι οἱ Προτεστάντες ὑποτιμοῦν τήν Παναγία, τήν βρίζουν, ὅτι δέν εἶναι Παρθένος, ὅτι δέν εἶναι Ἀειπάρθενος. Οἱ Παπικοί -ὑποτίθεται- τήν ἐξυψώνουν μέ τήν «ἄσπιλη σύλληψη», πού λένε ὅτι ἡ σύλληψή της δέν ἤτανε μέ φυσικό τρόπο, μέ φυσιολογικό τρόπο, ἀλλά ὅτι ἦταν ὑπερφυσική, τό ὁποῖο εἶναι κι αὐτό αἵρεση, εἶναι λάθος. Προσπαθώντας τάχα νά τήν ἐξυψώσουν, τί κάνουν; Τήν ὑποτιμοῦν. Γιατί, ἄν εἶναι ἡ σύλληψή της ἄσπιλη, δέν ἔχει καί προπατορικό ἁμάρτημα, ἑπομένως δέν ἔχει καί αὐτή τήν ροπή πού ἔχουμε ὅλοι πρός τήν ἁμαρτία. Ἄρα, δέν ἔκανε καί κόπο ἡ Παναγία, γιά νά ἔχει αὐτή τήν ἀρετή πού εἶχε... Οὐσιαστικά, λοιπόν, τήν ὑποτιμοῦν οἱ Παπικοί, οἱ λεγόμενοι Ρωμαιοκαθολικοί, μέ τό νά λένε ὅτι ἦταν ἄσπιλη ἡ σύλληψή της. Οἱ δέ Προτεστάντες λένε ὅτι δέν ὑπάρχει τό Ἀειπάρθενο στήν Θεοτόκο.
Ποιά εἶναι τώρα ἡ σωστή ἑρμηνεία τοῦ «οὐκ ἐγίνωσκεν αὐτήν ἕως οὗ ἔτεκε τόν υἱόν αὐτῆς τόν πρωτότοκον»;
Μᾶς λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυστόστομος ὅτι τό «ἕως» δέν σημαίνει ὅτι μέχρι τότε δέν εἶχαν, ἀλλά ἀπό ἐκεῖ καί μετά εἶχαν. Αὐτό τό χρησιμοποιεῖ ἡ Ἁγία Γραφή σέ πολλές περιπτώσεις. Ἄς ποῦμε λέει γιά τόν κόρακα ὁ ὁποῖος ἔφυγε ἀπό τήν κιβωτό τοῦ Νώε καί πῆγε νά δεῖ τί γίνεται μέ τό νερό ὅτι «δέν ἐπέστρεψε ἕως ὅτου ἔπαψε τό νερό» (Γεν. 8,7). Αὐτό τί σημαίνει ὅτι μετά ἐπέστρεψε; Ὄχι, βέβαια. Καί σέ πολλές ἄλλες περιπτώσεις ἡ Ἁγία Γραφή χρησιμοποιεῖ αὐτό τό «ἕως», ὄχι μέ τήν ἔννοια ὅτι μετά ἀλλάζουν τά πράγματα. Ἄς ποῦμε εἶπε ὁ Κύριος «θά εἶμαι μαζί σας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Ματθ. 28,20). Τί σημαίνει ὅτι μετά τήν Δευτέρα Παρουσία δέν θά εἶναι μαζί μας; Ὄχι βέβαια, καί μετά τήν Δευτέρα Παρουσία πάλι μαζί μας θά εἶναι.
Ἑπομένως, αὐτό τό «ἕως» δέν σημαίνει ὅτι μετά εἴχανε σχέσεις. Ἡ Ἁγία Γραφή μᾶς τό λέει ὅτι δέν εἶχαν σχέσεις μέχρι νά γεννηθεῖ ὁ Χριστός καί αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ σύλληψη καί ἡ γέννηση τοῦ Κυρίου εἶναι ὑπερφυσική, εἶναι ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἀλλά αὐτό δέν σημαίνει ὅτι μετά εἶχαν. Νομίζω τό καταλαβαίνουμε... Ἄλλωστε τό χρησιμοποιοῦμε κι ἐμεῖς. Λέει ἡ μητέρα στά παιδιά: καθίστε ἥσυχοι ἕως ὅτου νά γυρίσω. Δηλαδή μόλις γυρίσω νά κάνετε φασαρία; Ὄχι. Καί μετά τό ἴδιο. Δέν σημαίνει τό «ἕως» ὅτι μετά ἀλλάζει τό πράγμα καί γίνεται τό ἀντίθετο.
Τό ἄλλο πάλι πού λέει «τόν υἱόν αὐτῆς τόν πρωτότοκον», τί σημαίνει; Ὁ πρωτότοκος δέν σημαίνει ὅτι ὑπῆρχε καί δευτερότοκος καί τριτότοκος. Τό πρωτότοκος δέν σημαίνει δηλαδή τό πρῶτο παιδί. Ἀλλά ἡ ἔννοια πού ἔχει τό πρωτότοκος εἶναι αὐτός πού διανοίγει μήτρα. Ἦταν, δηλαδή, τό παιδί αὐτό τό πρωτογενές, πού γεννιόταν πρῶτο. Αὐτό δέν σημαίνει ὅτι ὑπῆρχε καί δεύτερο καί τρίτο. Τό παιδί αὐτό, τό ὁποῖο γεννοῦσε πρῶτο ἡ γυναίκα, θά ἔπρεπε, ἄν ἦταν ἀρσενικό (ἄρρεν), νά ἀφιερωθεῖ στόν Θεό. Αὐτή τήν ἔννοια ἔχει τό πρωτότοκος, ὄχι ὅτι ἡ Παναγία εἶχε κι ἄλλα παιδιά. Νομίζω εἶναι κατανοητό.
Τώρα, πάλι σέ σχέση μ’ αὐτό τό θέμα, ὑπάρχει μία αἱρετική ἀπεικόνιση, ἡ ὁποία δυστυχῶς κυκλοφορεῖ πολύ στούς Ὀρθοδόξους, οἱ ὁποῖοι εἶναι λίγο ἐπιφανειακά θά ἔλεγα σχετιζόμενοι μέ τήν Ἐκκλησία, σχετικά μέ τήν ἀπεικόνιση τῆς «Ἁγίας Οἰκογένειας», πού ἔχει τήν Παναγία καί τόν Ἅγιο Ἰωσήφ νά τήν ἔχει σχεδόν ἀγκαλιασμένη, μέ τό χέρι πάνω στόν ὦμο της. Αὐτή ἡ εἰκόνα κυκλοφορεῖ καί τήν εἶχα δεῖ νά πωλεῖται καί σέ μοναστήρι. Ἀπό ὅ,τι ἔμαθα πολλοί ἄνθρωποι τήν ἀγοράζουν. Δέν ξέρω γιατί… ἴσως τούς ἀρέσει πού ἐκφράζει τήν οἰκογένεια. Κατ’ ἀρχάς καί ἡ ἔκφραση «Ἁγία Οἰκογένεια» δέν εἶναι σωστή, γιατί δέν ἦταν οἰκογένεια. Ὁ Ἅγιος Ἰωσήφ δέν ἦταν σύζυγος τῆς Παναγίας. Ἀλλά, δυστυχῶς, ἐκεῖ ποντάρουν οἱ ἄθεοι καί οἱ Προτεστάντες, πού φτιάχνουν καί ταινίες. Πρόσφατα μάλιστα σέ μία ταινία πρόβαλλαν αὐτό τό πράγμα, ὅτι εἶχαν σχέσεις, ὅτι ἦταν κανονικό ζευγάρι. Βέβαια ἀπό τούς αἱρετικούς ὅλα νά τά περιμένεις… Ἀλλά νά τά ἔχουμε κι ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι… καί νά τά υἱοθετοῦμε, αὐτό πιά εἶναι μεγάλη πλάνη καί ἀνοησία. Λοιπόν, αὐτή ἡ εἰκόνα τί ὑπονοεῖ; Ὅτι εἶχαν σαρκικές σχέσεις. Καταργεῖ τό Ἀειπάρθενο τῆς Θεοτόκου, τό ὁποῖο φυσικά εἶναι αἵρεση, εἶναι βλασφημία στήν Παναγία. Γι’ αὐτό, δέν ἐπιτρέπεται νά ἔχουμε τέτοια εἰκόνα στό σπίτι μας καί ὅπου τήν βλέπετε νά τούς τό λέτε. Αὐτή ἡ εἰκόνα θά πρέπει νά καίγεται, ἄν ὑπάρχει σέ κάποιο σπίτι. Δέν εἶναι σωστή, εἶναι αἱρετική. Αὐτά μέ ἀφορμή τό σημερινό εὐαγγέλιο.
Τώρα θά ἤθελα νά συνεχίσουμε μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ τήν Πατερική Θεολογία, ὅπου ἔχει ἕνα ὠραιότατο κεφάλαιο «Περί προσευχῆς» καί λέει ὁ π. Ἰωάννης: «Ἐάν παρευρεθεῖτε ποτέ σέ συνάξεις Παπικῶν ἤ Προτεσταντῶν, ἐπικρατεῖ ἡ συνήθεια νά κάνουν αὐτοσχέδιες προσευχές». Δυστυχῶς καί ἐδῶ συνηθίζεται αὐτό. Ὅσοι πηγαίνατε σέ Ὀργανώσεις ἤ σέ κύκλους Ἁγίας Γραφῆς κ.λ.π. θά τό εἴχατε συναντήσει. Αὐτό θέλει προσοχή, γιατί δέν μποροῦν ὅλοι νά προσευχηθοῦν μέ αὐτοσχέδιο τρόπο. Γι’ αὐτό ἡ Ἐκκλησία μας μᾶς ἔχει δώσει τίς καθιερωμένες προσευχές, πού εἶναι ἀσφαλεῖς. Γιατί, δυστυχῶς, δέν εἶναι ὅλοι στό ἐπίπεδο αὐτό πού νά μποροῦν νά κάνουν αὐτοσχέδια προσευχή. «Αὐτή ἡ παράδοση -τῶν αὐτοσχέδιων προσευχῶν- προέρχεται κυρίως ἀπό τήν Προτεσταντική ἐπανάσταση, τότε πού διάβαζαν πολύ προσεκτικά τήν Παλαιά καί Καινή Διαθήκη. Διάβαζαν δηλαδή τότε στό Εὐαγγέλιο ὅτι ἔρχεται τό Πνεῦμα τό Ἅγιο καί προσεύχεται μέσα στόν ἄνθρωπο». Τό λέει αὐτό ἡ Ἁγία Γραφή. Ἀλλά τό Ἅγιο Πνεῦμα δέν ἔρχεται ἔτσι τυχαῖα, οὔτε ἔρχεται σέ ὅλους... Ἔρχεται ὑπό προϋποθέσεις, ὅταν ὑπάρχει κάθαρση καί ὁ ἄνθρωπος ἔχει χαλιναγωγήσει τουλάχιστον τά πάθη του, ἔχει φτάσει στόν φωτισμό καί ἔχει ὁλοκληρώσει καί τόν φωτισμό. Ὁπότε ἐκεῖ, αἰσθάνεται καί ἀκούει τό Ἅγιο Πνεῦμα νά προσεύχεται μέσα του. Ἀλλά, κατά τούς Προτεστάντες, ὅλοι ἔχουν τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσα τους καί ἑπομένως, ὅλοι ἔχουν φτάσει στόν φωτισμό καί μποροῦν νά ἑρμηνεύσουν καί τήν Ἁγία Γραφή. Γι’ αὐτό ἔχουν σχεδόν 23.000 παραφυάδες καί καθένας λέει διαφορετικά πράγματα. Ἀλλά κατ’ αὐτούς σέ ὅλους μιλάει τό ἴδιο Ἅγιο Πνεῦμα... Ἄν εἶναι δυνατόν! Καί νά λέει 23.000 διαφορετικά πράγματα τό Ἅγιο Πνεῦμα… Ἀπό αὐτό μόνο καταλαβαίνει κανείς τήν πλάνη.
Πιστεύουν λοιπόν αὐτοί ὅτι «ὁ ἄνθρωπος ὑποκινεῖται στό νά προσεύχεται ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, τό ὁποῖο ἔρχεται μέσα του. Κατ’ αὐτούς λοιπόν ἀπόδειξη ὅτι κάποιος ἔχει ἐπάνω του Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι τό ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτός προσεύχεται». Ἀφοῦ κάποιος προσεύχεται, σημαίνει ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα τόν κίνησε γιά νά προσευχηθεῖ καί μιλάει μέσα του. «Ἐπειδή λοιπόν στούς Προτεστάντες κατά τήν ἐποχή τῆς Μεταρρυθμίσεώς τους ὑπῆρχε αὐτή ἡ ἑρμηνεία, διετηρήθη μέχρι σήμερα σ’ αὐτούς. Πιστεύουν δηλαδή ὅτι ὁ ἄνθρωπος, ὅταν θέλει νά προσευχηθεῖ, ἔρχεται ὑποχρεωτικά τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, τό Ὁποῖο τόν ὑποκινεῖ καί τόν ἐμπνέει νά προσεύχεται σωστά», πού εἴπαμε εἶναι πλάνη, γιατί ἔρχεται τό Ἅγιο Πνεῦμα, ὅταν ὑπάρχει καθαρότητα. Δέν ἔρχεται ἀπροϋπόθετα.
Στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση ὅμως δέν ἰσχύει αὐτό. Τί ἰσχύει; Ὅσες φορές «ἡ Γραφή ὁμιλεῖ περί προσευχομένου Ἁγίου Πνεύματος μέσα στόν ἄνθρωπο, ὅταν δηλαδή λέγει ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα προσεύχεται μέσα στόν Προφήτη ἤ μέσα στόν Ἀπόστολο, δέν ὁμιλεῖ περί λογικῆς προσευχῆς, ἀλλά περί νοερᾶς. Αὐτή δηλαδή ἡ λατρεία, δέν εἶναι λογική λατρεία, ἀλλά νοερά». Γίνεται δηλαδή μέ τήν καρδιά, τήν ὁποία κινεῖ ἡ θεία Χάρις, καί ὄχι μέ τήν λογική. Ἡ προσευχή αὐτή πού κάναμε ἐμεῖς προηγουμένως μέσα στήν Ἐκκλησία, ἦταν λογική προσευχή, ἦταν μέ τόν λόγο, δηλαδή μέ τό στόμα, μέ τήν ψαλμωδία καί μέ τήν διάνοια. Παρακολουθούσαμε, σκεφτόμαστε, διαβάζαμε, ψέλναμε καί προσευχόμαστε. Αὐτή λέγεται λογική λατρεία. Ὑπάρχει καί ἡ ἄλλη λατρεία ἡ νοερά, ἡ ὁποία γίνεται μέ τήν καρδιά, ὄχι μέ τόν λόγο, δέν ἀκούγεται. Αὐτή ἡ λατρεία εἶναι πού τελεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχει τίς προϋποθέσεις, ἔχει καθαρίσει τήν καρδιά του μέ τήν μετάνοια, μέ τήν ἐξομολόγηση, ὁπότε ἔρχεται τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσα του καί, ἐφόσον ὁ ἄνθρωπος ἔχει προχωρήσει στήν νοερά προσευχή, προσεύχεται πλέον Αὐτό μέσα στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου.
«Ἔτσι ὑπάρχει μέν ἡ λογική λατρεία, πού γίνεται μέ τήν λογική τοῦ ἀνθρώπου, τήν ὁποία προσφέρουμε στόν Θεό, ὅταν διαβάζουμε ἤ ψάλλουμε τίς ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Θεία Λειτουργία π.χ. εἶναι λογική λατρεία, ὅπως λογικές λατρεῖες εἶναι ὅλες οἱ τυπωμένες σέ κείμενα ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας». Ἔχουμε λ.χ. τήν ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ, εἶναι λογική λατρεία. Ἡ ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου. Ἡ ἀκολουθία τῶν Ὡρῶν, πρώτη ὥρα, τρίτη ὥρα, ἕκτη ὥρα, ἐνάτη ὥρα. Τήν ἀκολουθία τοῦ Μεσονυκτικοῦ. Ἡ νεκρώσιμος ἀκολουθία. Ἡ ἀκολουθία τοῦ Γάμου, ὅλα αὐτά πού ἔχουμε στήν Ἐκκλησία εἶναι λογική λατρεία.
Ἡ καρδιακή προσευχή εἶναι ἡ πιό δυνατή προσευχή καί τέτοια προσευχή ἔκανε ὁ Προφήτης Μωυσῆ ς, ὅταν βρέθηκε μαζί μέ τούς Ἑβραίους μεταξύ Ἐρυθρᾶς θαλάσσης καί Αἰγυπτίων καί δέν ἤξερε τί νά κάνει. Καί τοῦ εἶπε ὁ Θεός: «τί βοᾷς πρός με;» (Ἔξοδ. 14,15). Δέν μιλοῦσε καθόλου μέ τό στόμα (!) ἀλλά ἡ καρδιά του προσευχόταν καί ἀκουγόταν αὐτή ἡ προσευχή του σάν βοή. Αὐτή λοιπόν ἡ προσευχή ἡ καρδιακή εἶναι ποιοτικά ἀνώτερη καί ἐκεῖ πρέπει νά στοχεύουμε. Νά προσπαθήσουμε νά προσευχόμαστε μέ τήν καρδιά μας, ὄχι μόνο μέ τήν διάνοια ἤ μέ τό στόμα, λογικά, γιατί τότε, ξέρουμε πολύ καλά, πόσο εὔκολα χάνουμε τήν προσευχή. Ἄν ὅμως μιλάει ἡ καρδιά, δέν τό χάνεις εὔκολα.
«Ἡ νοερά λατρεία πού εἶναι ποιοτικά ἀνώτερης μορφῆς λατρεία, δέν εἶναι λατρεία πού προσφέρεται στόν Θεό ἀπό τόν ἄνθρωπο, μέ πρωτοβουλία τοῦ ἀνθρώπου». Προσέξτε! Γίνεται μέ πρωτοβουλία τοῦ Θεοῦ. Αὐτή εἶναι ἡ παρακίνηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Πῶς συμβαίνει αὐτό; Νά ἔρχεται τό Ἅγιο Πνεῦμα νά προσεύχεται μέσα στόν ἄνθρωπο; «Διότι σέ κάποιο στάδιο τῆς πνευματικῆς ἀναπτύξεως τοῦ ἀνθρώπου ἦλθε τό Πνεῦμα τό Ἅγιο στόν ἄνθρωπο αὐτόν, στήν καρδιά του, καί μετέφερε τήν λατρεία τοῦ Θεοῦ ἀπό τόν ἐγκέφαλο στόν χῶρο τῆς καρδιᾶς» καί ἀπό λογική λατρεία, διανοητική, ἔγινε καρδιακή, ἔγινε νοερά. «Ὁπότε στόν ἄνθρωπο αὐτόν γίνεται πλέον ἡ λατρεία τοῦ Θεοῦ νοερῶς στόν χῶρο τῆς καρδιᾶς» καί τότε -προσέξτε- μιλᾶμε γιά ναό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶναι ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γιατί πλέον ἔχει κάνει τήν καρδιά του θυσιαστήριο, Ἁγία Τράπεζα καί ἐκεῖ ὁ ἴδιος ὁ Θεός προσεύχεται, ὅπως καί στήν λογική λατρεία, πού πᾶμε στήν Ἐκκλησία, στόν ναό καί προσφέρουμε στόν Θεό τόν Θεό, τόν Υἱόν Του. «Ἡ διάνοια παρακολουθεῖ τήν νοερά προσευχή», τήν προσευχή δηλαδή πού κάνει τό Ἅγιο Πνεῦμα στήν καρδιά, «ἀλλά δέν συμμετέχει μέ λογικά σχήματα. Ἁπλῶς ἀφουγκράζεται τήν προσευχή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα στήν καρδιά. Αὐτή εἶναι ἡ εὐχή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου».
«Ὅταν τό Ἅγιο Πνεῦμα προσεύχεται νοερά μέσα στόν ἄνθρωπο, τότε ἐκεῖνος ὁ ἄνθρωπος τήν περίοδο ἐκείνη γίνεται ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί μάλιστα ὁ χῶρος τῆς καρδιᾶς του γίνεται τό θυσιαστήριο -ἡ Ἁγία Τράπεζα δηλαδή- αὐτοῦ τοῦ ναοῦ». Αὐτός εἶναι ὁ προορισμός μας. Ἐκεῖ πρέπει νά στοχεύουμε, νά κάνουμε τό σῶμα μας καί τήν ψυχή μας ναό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καί, λένε οἱ Ἅγιοι, αὐτός εἶναι ὁ πιό πολύτιμος ναός. Ὄχι τά ντουβάρια πού φτιάχνουμε... κι αὐτά χρειάζονται. Τό πιό σημαντικό, ὅμως, εἶναι νά κάνεις ναό τήν ὕπαρξή σου, τόν ἑαυτό σου. Τότε ἀρέσεις στόν Θεό. Νά κάνεις θυσιαστήριο, Ἁγία Τράπεζα, τήν καρδιά σου. Λένε πολύ ὡραῖα οἱ ἅγιοι Πατέρες, ὅπως πάνω στήν Ἁγία Τράπεζα δέν μπορεῖς νά βάλεις ὁτιδήποτε - μόνο τό Εὐαγγέλιο ὑπάρχει πάνω στήν Ἁγία Τράπεζα - ἔτσι καί στήν καρδιά σου, πού πρέπει νά εἶναι ἡ Ἁγία Τράπεζα τῆς νοερᾶς λατρείας, δέν πρέπει νά ὑπάρχει τίποτα, παρά μόνο ὁ Χριστός, γιατί τό Εὐαγγέλιο εἶναι ὁ Χριστός. Πού σημαίνει ὅτι δέν πρέπει στήν καρδιά σου νά ἔχεις κανέναν ἄλλο λογισμό.
«Ὅταν», λοιπόν, «τό Ἅγιο Πνεῦμα προσεύχεται νοερά μέσα στόν ἄνθρωπο, τότε ὁ ἄνθρωπος γίνεται ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ὁ χῶρος τῆς καρδιᾶς του γίνεται τό θυσιαστήριο αὐτοῦ τοῦ ναοῦ. Καί τό αἰσθάνεται αὐτό ὁ ἄνθρωπος». Δέν γίνεται ἀνεπιγνώστως. «Ὁ ἄνθρωπος τότε γίνεται ἀκροατής τῆς εὐχῆς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τότε ἡ καρδιά τοῦ ἀνθρώπου γίνεται παπάς καί ψάλτης καί ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος βιώνει τῆς ἐσωτερική - μυστική ἱερωσύνη, γίνεται μέλος τοῦ Βασιλείου Ἱερατεύματος». Γίνεται, δηλαδή, καί αὐτός ὁ ἄνθρωπος ἱερέας. Οἱ Προτεστάντες, πού λέγαμε προηγουμένως, λένε ὅλοι εἴμαστε ἱερεῖς. Πῶς εἶστε ὅλοι ἱερεῖς; Πρέπει νά φτάσεις σ’ αὐτή τήν κατάσταση. Καί τότε νά εἶσαι ἱερέας μέ τήν γενική ἱερωσύνη, τήν μυστική ἱερωσύνη, τήν ἐσωτερική ἱερωσύνη. Ὄχι μέ τήν εἰδική ἱερωσύνη, νά μπορεῖ νά πηγαίνεις μετά νά κάνεις Θεία Λειτουργία. Ὄχι μέ αὐτή τήν ἔννοια. Ἀλλά μέ τήν ἔννοια ὅτι ἔχεις μέσα σου ἐνεργό τό Ἅγιο Πνεῦμα, τό Ὁποῖο συνεχῶς προσφέρει θυσία στόν Θεό. «Τότε γίνεται ἐνεργεία μέλος τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή τῆς Ἐκκλησίας, διότι τό ἴδιο τό Ἅγιο Πνεῦμα τόν εἰσήγαγε στό μυστικό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, στήν ὄντως Ἐκκλησία».
Τώρα, «τό Χρίσμα, τό ὁποῖο ἐδέχετο ὁ Χριστιανός στήν ἀρχαία Ἐκκλησία, ἦταν ἀκριβῶς ἡ ἐπιβεβαίωση, ἡ σφραγίδα ὅτι ὁ Χριστιανός ἐκεῖνος εἶχε γίνει μέλος τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ». Γι’ αὐτό εἴχαμε πεῖ κι ἄλλη φορά ὅτι δέν γινόταν τό Χρίσμα μαζί μέ τό ἅγιο Βάφτισμα. Γινόταν τό Βάφτισμα τό Μεγάλο Σάββατο καί τό Χρίσμα τήν Πεντηκοστή. Καί περίμεναν οἱ χριστιανοί ὅτι αὐτοί οἱ νεοφώτιστοι θά ἔφταναν σέ πενήντα μέρες σ’ αὐτή τήν κατάσταση, δηλαδή νά ἔχει ἔρθει ἐν τῶ μεταξύ τό Ἅγιο Πνεῦμα στήν καρδιά τους καί νά προσεύχεται νοερά. Ὁπότε ἔπαιρναν τό Χρίσμα ὡς ἐπιβεβαίωση αὐτοῦ τοῦ γεγονότος, ὅτι εἶχαν γίνει ναοί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
«Ὅταν ὁ ἄνθρωπος, στόν ὁποῖο ἐνεργεῖται ἡ προσευχή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα στήν καρδιά, θελήσει νά προσευχηθεῖ λογικά», ὄχι καρδιακά, λογικά, μέ τήν διάνοια καί τό στόμα, «μπορεῖ νά τό κάνει αὐτό καί νά προσεύχεται μέ ἄλλους στίχους ἀπό ἐκείνους πού ἀκούει μυστικά μέσα στήν καρδιά του». Μπορεῖ ἡ καρδιά του νά λέει ̔Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ μεʾ καί μέ τό στόμα νά κάνει τήν λογική λατρεία, τήν Θεία Λειτουργία ἄν εἶναι ἱερέας ἤ ἄν εἶναι ψάλτης νά ξελειτουργεῖ τόν παπά. «Μπορεῖ ὅμως ἐπίσης νά ἀφεθεῖ καί νά ἐπαναλαμβάνει ἤ νά ἀπαγγέλλει ἐκεῖνα πού ἀκούει νά λέγονται μέσα στήν καρδιά του», νά συμπροσεύχεται δηλαδή μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα.
Στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση, ἕνας πού βρίσκεται σέ αὐτήν τήν πνευματική κατάσταση τῆς νοερῆς προσευχῆς, «δέν κάνει αὐτοσχέδιες προσευχές, ἀλλά προσεύχεται λογικά χρησιμοποιώντας τίς προσευχές τῶν ἀκολουθιῶν τῆς Ἐκκλησίας. Διότι ἡ αὐτοσχέδια προσευχή πνευματικά εἶναι πάρα πολύ ἐπικίνδυνη γιά ὅσους δέν ἔχουν τίς ἀνάλογες πνευματικές προϋποθέσεις». Λόγου χάρη ὁ Φαρισαῖος τοῦ Εὐαγγελίου ἔκανε αὐτοσχέδια προσευχή... Ἀλλά τί προσευχή ἦταν αὐτή; Εἰς ἁμαρτίαν. «Δέν εἶμαι σάν τούς ἄλλους ἀνθρώπους, κάνω αὐτό καί αὐτό..». Δυστυχῶς, ἔρχονται μερικοί ἄνθρωποι καί στήν ἐξομολόγηση καί μοῦ λένε: πάτερ, ἐγώ εἶμαι πολύ καλός, ἔχω κάνει τόσα πράγματα στήν Ἐκκλησία, εἶμαι μέ ὅλους ἀγαπημένος... καί ἀντί νά λέει τίς ἁμαρτίες του, ἐκθειάζει τόν ἑαυτό του. Ἔ, στάσου, λέω, δέν ἔχεις τίποτα νά πεῖς; Γιατί, μετά, κανονικά δέν πρέπει νά τοῦ διαβάσω εὐχή... πρέπει νά μοῦ διαβάσει αὐτός εὐχή, τόσο καλός καί ἅγιος πού εἶναι! Στήν ἐξομολόγηση πᾶμε νά ποῦμε τίς ἁμαρτίες μας.
Ἡ αὐτοσχέδια προσευχή δηλαδή, δέν εἶναι εὔκολο πράγμα, πρέπει ὁ ἄνθρωπος νά ἔχει ταπείνωση, νά ἔχει τίς προϋποθέσεις γιά νά τήν κάνει. «Ἐκεῖνος πού ξέρει πῶς νά προσεύχεται σωστά εἶναι ὁ Παράκλητος, δηλαδή τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, ὁ Ὁποῖος διδάσκει τόν ἄνθρωπο πῶς νά προσεύχεται σωστά, καθώς ἐπίσης καί ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει διδαχτεῖ ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα πῶς νά προσεύχεται σωστά». Βλέπετε; Πρέπει τό Ἅγιο Πνεῦμα νά μᾶς διδάξει πῶς νά προσευχόμαστε καί ἐπειδή ἀκόμα δέν εἴμαστε στήν κατάσταση νά ἔχουμε ἐνεργό τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσα μας, τί κάνουμε; Ὑπακοή στήν Ἐκκλησία. Παίρνουμε τίς προσευχές πού ἔχει παραδώσει ἡ Ἐκκλησία: τό Βασιλεῦ οὐράνιε, τό Πάτερ ἡμῶν, τό Πιστεύω. Στά μωρά φτιάχνουν καί ποιηματάκια καί κάτι τέτοια.. ἀλλά καί αὐτά, θά ἔλεγα, νά τά ἀποφεύγουμε. Καλύτερα τό μωρό νά μάθει νά λέει τό Κύριε ἐλέησον, πού εἶναι εὔκολο, παρά αὐτά πού εἶναι πολύ παιδαριώδη καί καμιά φορά δέν εἶναι μέσα στό ὀρθόδοξο πνεῦμα.
«Αὐτή ἡ κατάσταση γιά τήν ὁποία ὁμιλεῖ ὁ Χριστός, ὅταν λέγει ὅτι θά ἔλθει τό Πνεῦμα τό Ἅγιον νά κατοικήσει μέσα σας καί μαζί μέ τό Πνεῦμα τό Ἅγιο θά ἔλθω καί ἐγώ μαζί μέ τόν Πατέρα μου καί θά κατοικήσουμε μέσα σας - τό λέγει καθαρά αὐτό ὁ Χριστός, καί μᾶς λέγει καί πῶς θά γίνει αὐτό καί ἐπίσης μᾶς λέγει «αἰτεῖτε καί δοθήσεται ὑμῖν» καί μιλάει γιά προσευχή καί μιλάει γιά ἀγάπη, ὅλα αὐτά ἄν τά συνδυάσει κανείς, τί συμπέρασμα βγάζει; Ὅτι μιλάει ὁ Χριστός γιά μία κατάσταση, κατά τήν ὁποία, ὅταν ἔλθει ὁ Χριστός καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιο καί κατοικήσει μέσα στόν ἄνθρωπο, ὁ ἄνθρωπος αὐτός θά τό ξέρει ὅτι γίνονται αὐτά μέσα του; Ἤ μήπως, ὅταν γίνουν αὐτά σέ ἕναν ἄνθρωπο, ὁ ἄνθρωπος αὐτός δέν θά τό ξέρει, δέν θά τό καταλάβει; Δηλαδή τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, ὅταν ἔρχεται μέσα στόν ἄνθρωπο, ἔρχεται ἀπαρατήρητα ἤ μετά παρατηρήσεως (ἐσωτερικῆς); Ἤ μήπως θά ἔλθει, ἐπειδή τό εἶπε κάποιος Δεσπότης ἤ κάποιος παπάς;», λέει λίγο εἰρωνικά... Φυσικά θά ἔρθει καί θά τό καταλάβει ὁ ἄνθρωπος. Τό καταλαβαίνει πολύ καλά ὁ ἄνθρωπος. «Θυμᾶμαι, ὅταν ἤμουν νεοχειροτονημένος παπάς, ἔλεγα καί ἐγώ ἐκεῖνο πού λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὅτι «ἡμεῖς ἐσμέν ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Ἡ ἀκριβής διατύπωση εἶναι «Οὐκ οἴδατε ὅτι ναός Θεοῦ ἐστε καί τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ οἰκεῖ ἐν ὑμῖν; εἴ τις τόν ναόν τοῦ Θεοῦ φθείρει, φθερεῖ τοῦτον ὁ Θεός· ὁ γάρ ναός τοῦ Θεοῦ ἅγιός ἐστιν, οἵτινές ἐστε ὑμεῖς» (Α’ Κορ. 3,16-17). Ἔτσι, λέει, ἔλεγα καί ἐγώ «..καί ἄν φθείρετε τόν ναόν τοῦτον… κλπ. καί συζητούσαμε καί λέγαμε καί λέγαμε κάνοντας ἠθικολογία ἐπάνω σ’ αὐτά πού ἔλεγε ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ἀλλά ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἀπευθυνόμενος στήν ἐνορία τῆς Κορίνθου -γιατί στούς Κορινθίους τά γράφει αὐτά- στό σημεῖο πού ἔλεγε ὅτι ἡμεῖς ἐσμέν ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡμεῖς ἐσμέν μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, καί ἔχετε τό Πνεῦμα τό Ἅγιο μέσα σας κλπ., ἄν διαβάσετε ὅλα αὐτά προσεκτικά, θά δεῖτε ὅτι ἀναφέρεται σέ τί εἶδος πιστῶν;». Ἀναφέρεται στούς πολύ προχωρημένους, σ’ αὐτούς πού εἶχαν μέσα τους ἐνεργό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Δέν ἀναφέρεται σέ ὅλους. «Διότι λέγει: «θέλω πάντας ὑμᾶς λαλεῖν γλώσσαις» (Α’ Κορ. 14,5). Αὐτό τό λαλεῖν γλώσσαις, δέν εἶναι αὐτό πού λένε οἱ Προτεστάντες, δηλαδή ἡ γλωσσολαλιά. Αὐτοί, ὅταν ἔχουν αὐτό τό πράγμα, τήν λεγόμενη γλωσσολαλιά, δέν μιλᾶνε ξένες γλῶσσες, μιλᾶνε τά δαιμόνια. Ἀλλά τί ἐννοεῖ; «Τά διάφορα εἴδη τῆς νοερᾶς προσευχῆς». Αὐτές εἶναι οἱ γλῶσσες, ὅταν γράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γιά τούς λαλοῦντας γλώσσας, αὐτοί πού εἶχαν φτάσει σέ τέτοια κατάσταση δηλαδή καί εἶχαν γίνει ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γι’ αὐτό τούς λέει «εἶστε ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» κ.λ.π.
«Λένε οἱ παπάδες ἀπό τόν ἄμβωνα: ξέρετε, ἀγαπητοί μου Χριστιανοί, δέν πρέπει νά στεναχωριέστε… Νά, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέγει ὅτι τό Πνεῦμα τό Ἅγιο εἶναι, μέσα μας καί μᾶς καθοδηγεῖ καί ξέρει τό Πνεῦμα τί ἀνάγκες ἔχουμε καί πῶς νά προσευχηθεῖ… κλπ. Δηλαδή κάνουν μία ὁμιλία, μιλᾶνε γιά κάποια προσευχή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα στόν ἄνθρωπο, τήν ὁποία ὁ ἄνθρωπος δέν αἰσθάνεται οὔτε ξέρει ὅτι ἐνεργεῖται μέσα του οὔτε τήν διακρίνει μέσα του, τήν ὁποία δηλαδή δέν ἀκούει ὁ ἄνθρωπος νά τελεῖται ἐσωτερικά, μέσα του». Ὑπάρχει τέτοιο πράγμα; Δέν ὑπάρχει. Ἄν ὄντως εἶναι τό Ἅγιο Πνεῦμα μέσα στόν ἄνθρωπο, τό καταλαβαίνει ὁ ἄνθρωπος. «Ἐκείνη ἡ προσευχή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γιά τήν ὁποία μιλάει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, εἶναι αἰσθητή ἤ ὄχι;». Δέν μιλάει «ἀόριστα γιά κάποια προσευχή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γιά ἀόριστη συμμετοχή στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ ἀλλά μᾶς δίνει συγκεκριμένα βιωματικά στοιχεῖα γιά τό πῶς συμβαίνει αὐτό. Δηλαδή ὑπάρχει νοερά αἴσθηση, αἰσθητή ἐσωτερική ἀντίληψη γιά τά ὁποῖα μιλάει ἔτσι ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Διαβάζοντας τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, βλέπουμε τό ἑξῆς: Ὅτι ἀποκλείεται κάποιος νά εἶναι ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί νά μή τό καταλαβαίνει, νά μήν ἔχει δηλαδή αἴσθηση ὁ ἴδιος ὅτι εἶναι ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Διότι «τό Πνεῦμα -τό Ἅγιο Πνεῦμα δηλαδή- συμμαρτυρεῖ τῷ πνεύματι ἡμῶν ὅτι ἐσμέν τέκνα Θεοῦ» (Ρωμ. 8,16)». Ὅταν ὁ ἄνθρωπος φτάσει στήν ἐνεργό νοερά προσευχή, τότε γίνεται τέκνο Θεοῦ. Ἐμεῖς δηλαδή πού βαφτιστήκαμε εἴμαστε τέκνα Θεοῦ; Εἴμαστε δυνάμει. Πήραμε τήν ἐξουσία τέκνα Θεοῦ γενέσθαι, νά γίνουμε τέκνα Θεοῦ. Πήραμε τήν δυνατότητα τῆς υἱοθεσίας. Ἀλλά γινόμαστε πραγματικά τέκνα Θεοῦ, ὅταν ἐργαστοῦμε καί φτάσουμε σ’ αὐτή τήν κατάσταση τῆς νοερᾶς προσευχῆς. «Τό Πνεῦμα πῶς συμμαρτυρεῖ «τῷ πνεύματι ἡμῶν»; Δέν εἶναι αὐτό ἡ νοερά προσευχή; Διότι, ἄν δέν εἶναι αὐτό ἡ νοερά προσευχή, τότε τί εἶναι; Εἶναι καμιά φαντασία κανενός φαντασμένου ἀνθρώπου;». Ὄχι, βέβαια.
«Λοιπόν μέ τήν φράση «τό Πνεῦμα συμμαρτυρεῖ τῷ πνεύματι ἡμῶν ὅτι ἐσμέν τέκνα Θεοῦ», δέν ἐννοεῖται τίποτε ἄλλο, παρά ἡ νοερά προσευχή. Καί αὐτή ἡ νοερά αἴσθησις, αὐτή ἡ κατάσταση, αὐτή ἡ ἐμπειρία τοῦ Χριστιανοῦ, ὅταν ἐνεργεῖται ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, αὐτή ἡ εἶναι ἡ Πατερική παράδοση ἀπό γενεά σέ γενεά. Βάσει αὐτῆς ἕνας πνευματικός πατέρας ξέρει πότε τό πνευματικό του παιδί ἔχει φθάσει ἀπό τήν κάθαρση στό φωτισμό. Μπορεῖ ἕνας πνευματικός πατέρας νά τό ξέρει αὐτό ἤ ὄχι; Καί πῶς τό ξέρει αὐτό; Πῶς δηλαδή ξέρει, ἄν τό πνευματικό του παιδί ἔφθασε στήν κατάσταση φωτισμοῦ; Ἀπό αὐτά πού εἴπαμε». Τό ἴδιο τό πνευματικό του παιδί θά τοῦ πεῖ ὅτι ἀκούω μέσα μου τό Ἅγιο Πνεῦμα πού προσεύχεται. «Ἔτσι, ὅταν μιλᾶμε γιά ἐμπειρική Θεολογία, μιλᾶμε γιά ἐμπειρική εὐσέβεια». Ἔχω γνωρίσει τέτοιους ἀνθρώπους, πού μοῦ λένε ὅτι ἀκοῦνε μέσα τους τήν προσευχή πού κάνει τό Ἅγιο Πνεῦμα. Δέν εἶναι λοιπόν τῆς φαντασίας τῶν Πατέρων ἤ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου αὐτά, γιατί ἐπιβεβαιώνονται καθημερινά στούς πιστούς. «Ὅταν μιλᾶμε γιά ἐμπειρική Θεολογία μιλᾶμε γιά ἐμπειρική εὐσέβεια (ὄχι γιά εὐσεβισμό). Ἡ Θεολογία εἶναι ἐμπειρική εὐσέβεια. Δέν εἶναι λόγια, ἀλλά εἶναι κάτι τό πολύ συγκεκριμένο».

Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου