Σελίδες

Παρασκευή 3 Αυγούστου 2018

Ὁ Ὅσιος Βασίλειος Μόσχας ὁ διά Χριστόν Σαλός (+2 Αὐγούστου)


Ο τάφος του Οσίου Βασιλείου στον ναό του στην Κόκκινη Πλατεία
Γεννήθηκε στη Μόσχα επί βασιλείας τού Ίβάν Γ' από φτωχούς και τίμιους ευσεβείς γονείς. Από τα πρώτα του χρόνια φάνηκε ότι θα γινόταν άγιος άνθρωπος. Αρνιόταν να θηλάσει από τον αριστερό μαστό της μητέρας του και ποτέ δεν θήλαζε Τετάρτες και Παρασκευές.Όταν μεγά­λωσε, ό πατέρας του τον έστειλε ως μαθητευόμενο σ' έναν υποδηματοποιό. Εκεί ό μικρός Βασίλειος δούλευε και εξυπηρετούσε το αφεντικό του μέχρι κάποια μέρα που κάποιος πελάτης τους παράγγειλε ένα ζευγάρι μπότες, που τις ήθελε ιδιαίτερα δυνατές.

Ό νεαρός Βασίλειος χαμογέ­λασε, για να ρωτηθεί σχετικά από το αφεντικό του μετά που έφυγε ό πελάτης. Του απάντησε ότι ό άνθρωπος αυτός δεν θα προφτάσει να φορέσει τις μπότες του, γιατί θα πεθά­νει. Και πράγματι, την επαύριον πέθανε.

Το γεγονός αύτό είχε παίξει τεράστια σημασία για τον άγιο και το υπόλοιπο της σταδιοδρομίας του. Διότι, εάν ό άνθρωπος εκείνος γνώ­ριζε την ώρα του θανάτου του, θα μεριμνούσε για την ψυχή του και όχι με το να καταπιάνεται με ευτελή πράγματα, όπως να παραγγέλνει δυνατές μπότες.

Αφήνει λοιπόν τον παπουτσή και αρχίζει να γυρίζει γυμνός και προπάντων ανυπόδητος στους δρόμους της Μόσχας και να προειδοποιεί τους πάντες για την πρόσκαιρη αυτήν ζωή. Ελεούσε τους ζητιάνους, τους σακάτες και όλων των ειδών τους δυστυχισμένους και εμπερίστατους.
Συχνά επισκεπτόταν τις ειδικές φυλακές για αποτοξί­νωση αλκοολικών και στήριζε τους τροφίμους ψυχολογι­κά. Η μεγάλη του άσκηση και αγιότητα καλυπτόταν από τη γύμνια, τις μωρίες και το δυνατό του γέλιο που έμεινε παροιμιώδες.


Το 1547 μ.Χ., χρονιά της στέψης του Ίβάν του Τρομερού, στις 23 Ιουνίου ο Βασίλειος πήγε στο μοναστήρι που είναι αφιερωμένο στην Εύρεση της Τίμιας Κάρας του Ιωάννη του Βαπτιστή και άρχισε να κλαίει γοερά και να προσεύ­χεται. Οι άνθρωποι, γνωρίζοντας ότι ό σαλός δεν έκαμνε τίποτα χωρίς λόγο, αναρωτήθηκαν τι να σήμαινε άραγε αυτό. Την απάντηση την πήραν την επομένη, όταν μια πυρκαγιά τερα­στίων διαστάσεων ξέσπασε στον εν λόγω ναό κι απλώθηκε σ' όλη την πόλη. Τα πάντα κάηκαν. Οι φλόγες στο πέρα­σμα τους άφησαν μόνο χόβολη κι ερείπια.

Κάποτε, ενώ ένα περσικό πλοίο κινδύνευε στην Κα­σπία Θάλασσα, ένας ναύτης Ρώσος ορθόδοξος αναφωνεί, καλώντας τον Βασίλειο σε βοήθεια. Τότε ό γυμνός σαλός εμφανίζεται περπατώντας πάνω στα κύματα, μπαίνει στο πλοίο, αρπάζει το τιμόνι, το οδηγεί σε ασφαλισμένα νερά κι ακολούθως εξαφανίζεται. Μετά από καιρό οι Πέρ­σες έμποροι έρχονται στη Μόσχα για κάτι δουλειές και αναγνωρίζουν τον τρελό σωτήρα τους, ο οποίος, θέλοντας να τους αποφύγει, άρχισε να κάνει διάφορες μωρίες.

Οι Πέρσες ενημέρωσαν τον Τσάρο για το γεγονός και εκείνος κάλεσε τον Βασίλειο στο παλάτι σε κάποια δεξίωση του. Εκεί ο Ιβάν θυμώνει βλέποντάς τον να χύνει τρεις φορές από το παράθυρο το ποτήρι με κρασί που του πρόσφεραν. «Μη θυμώνεις, Τσάρε», του λέει, «Μία μεγάλη πυρκαγιά μόλις ξέσπασε στο Νόβγκοροντ και προσπαθώ να τη σβή­σω». Ό Τσάρος στέλνει αμέσως απεσταλμένους, οι όποιοι επιβεβαιώνουν το γεγονός. "Οχι μόνο αυτό, αλλά οι κά­τοικοι του Νόβγκοροντ μαρτυρούν ότι τις φλόγες έσβηνε κάποιος γυμνός μ' ένα ποτήρι στο χέρι. Όταν αργότερα ήρθαν στη Μόσχα αναγνώρισαν τον Βασίλειο.
Έτσι, σιγά-σιγά οι σχέσεις τού σαλού με τον ηγεμόνα έγιναν πολύ καλές. Ο τελευταίος μάλιστα δίνει αρκετό χρυσάφι στον Βασίλειο, για να το μοιράσει στους φτωχούς που γύριζαν στους δρόμους της Μόσχας. Ό άγιος αντ' αυτού το δί­νει όλο σ' έναν πλούσιο έμπορο. Όταν ρωτήθηκε σχετικά, απάντησε ότι ο καλοντυμένος έντιμος έμπορος προτιμούσε να κρύβει τη φτώχια του και να πεθαίνει της πείνας παρά να ζητιανεύει.

Άλλοτε, τον ρωτά πάλι ο Τσάρος πού ήταν μετά τη Θεία Λειτουργία και δεν τον είδε, για να του απαντήσει με πονηρό υφός ότι αυτός τον είδε, και εκεί που ήταν και εκεί που δεν ήταν. «Μα ήμουνα στον ναό». «Όχι, Τσάρε, δεν λες την αλήθεια. Σέ είδα να περιφέρεσαι στον λόφο των σπουργιτιών, εκεί όπου έχεις σκοπό να κτίσεις ένα παλά­τι». Και ό βασιλιάς χαμογελώντας του αποκρίνεται: «Είναι αλήθεια. Έχεις δίκιο. Ήμουνα εκεί».

Κάποτε άρχισε να πετροβολά, μέχρι πλήρους κατασ­τροφής, μια εικόνα της Παναγίας πού περιφερόταν στους δρόμους στα πλαίσια μιας λιτανείας. Το πλήθος εξαγριωμένο όρμησε κατά πάνω του, μέχρι που με έκπληξη ανακάλυψαν ότι κάτω από την εικόνα υπήρχε καμου­φλαρισμένη η ζωγραφιά του σατανά. Άλλοτε πετροβολούσε τους ναούς, στο κατώφλι των οποίων έβλεπε δαίμονες που προσπαθούσαν ν' αποτρέψουν τους πιστούς από το να μπουν στη Θεία Λειτουργία, κι άλλοτε φιλούσε τα σκα­λοπάτια κακόφημων τόπων, διότι σ' αυτά στεκόντουσαν άγγελοι που απέτρεπαν τον κόσμο να μπει σ' αυτά για σωματική και μόνο τέρψη.
Ο Ναός του Αγίου Βασιλείου του δια Χριστόν Σαλού στην Κόκκινη Πλατεία

Λίγο πριν πεθάνει σε ηλικία 88 χρονών, το 1552 μ.Χ., τον επισκέπτεται όλη ή βασιλική οικογένεια, όπου ο σαλός προφητεύει στο μικρότερο παιδί, τον Θεόδωρο, οτι αυτός θα κληρονομήσει την αυτοκρατορική περιουσία. Ο Ίβάν και η Τσαρίνα Αναστασία κλαίνε από χαρά γιατί γνώ­ρισαν έναν άγιο άνθρωπο και από λύπη γιατί τον χάνουν. Στή νεκρική πομπή το φέρετρο με τη σωρό του Βασίλει­ου κουβαλούν στους ώμους τους ο ίδιος ο Τσάρος με τους πρίγκηπες και όλη η Μόσχα έλαβε μέρος στη νεκρώσιμη ακολουθία και την ταφή. Αργότερα ανεγέρθηκε ναός με εντολή του βασιλιά στον τάφο τού αγίου. Ο μεγαλοπρεπής αυτός ναός, που είναι αφιερωμένος στον άγιο Βασίλειο τον δια Χριστόν Σαλό, κοσμεί μέχρι σήμερα την Κόκκινη Πλατεία και θεωρείται το κατεξοχήν αξιοθέατο της Μό­σχας. Αξιομνημόνευτο είναι το γεγονός ότι η αθεϊστική κομμουνιστική κυβέρνηση της Σοβιετικής Ένωσης σ' όλα τα χρόνια της, όχι μόνο δεν πείραξε τον ναό, όπως σε άλλες περιπτώσεις, αλλά τον σεβόταν.
Ο τάφος του Οσίου Βασιλείου στον ναό του στην Κόκκινη Πλατεία

Ο άγιος μνημονεύεται επίσης στον βίο του οσίου Νικόδημου της Λίμνης Κόζα (+3 Ιουλίου). Προτού ο όσιος Νικό­δημος γίνει μοναχός και ακόμα ονομαζόταν Νικήτας, προ­σπάθησαν μια φορά να τον δηλητηριάσουν. Δεν κατάφεραν να τον θανατώσουν, άλλα του προκάλεσαν μεγάλο κακό στο στομάχι και είχε αφόρητους πόνους και δεν μπορούσε να εργαστεί. Τότε αποφάσισε να φύγει από τη Μόσχα για αλλού, μέχρι να βρει κάποιον γιατρό που θα τον θεράπευε. Φεύγοντας, συνάντησε τον άγιο Βασίλειο, ο οποίος τριγύριζε ρακένδυτος στους δρόμους. Του ζήτησε να του εξηγήσει τι συνέβαινε και, όταν πληροφορήθηκε, ο Βασίλειος τού είπε: «Παιδί μου Νικήτα, έλα στις έξι η ώρα στον μητροπολιτικό ναό. Εκεί θα με βρεις και θα σου δώσω κάτι να πιεις. Και οι προσευχές τής Υπεραγίας Θεοτόκου θα σε βοηθήσουν να θεραπευτείς». Πράγματι, πήγε ο Νικήτας τη συγκεκριμένη ώρα στον ναό και ο Βασίλειος τού έδωσε ένα δοχείο και τον πρόσταξε να το πιει, αφού πρώτα κάνει το σημείο τού Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού. Αμέσως έγινε καλά.
Πηγή: το βιβλίο του Ίκαρου Πετρίδη "Εμπαίζοντες...Υμεις μωροί δια Χριστόν"



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου