Σελίδες

Τετάρτη 17 Οκτωβρίου 2018

«Πῶς νά προσευχόμαστε»


Αποτέλεσμα εικόνας για συμεών ο νέος θεολόγος


Βασισμένα σέ κείμενα
τοῦ ὁσίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου

Τρεῖς εἶναι οἱ τρόποι τῆς προσευχῆς, μέ τούς ὁποίους ἡ ψυχή ἤ ὑψώνεται ἤ γκρεμίζεται. Ὑψώνεται, ὅταν τούς μεταχειρίζεται ὅπως πρέπει καί στόν κατάλληλο καιρό. Γκρεμίζεται, ὅταν τούς κατέχει παράκαιρα καί ἀνόητα. Πρίν ἀναφερθοῦμε ὅμως ἀναλυτικά σ᾿ αὐτούς τούς τρόπους, πρέπει νά ποῦμε, πῶς ἡ προσευχή πρέπει νά εἶναι σφιχτοδεμένη μέ τήν προσοχή – αὐτή πού οἱ Πατέρες ὀνομάζουν νήψη – , ὅπως δεμένο καί ἀχώριστο εἶναι τό σῶμα μέ τήν ψυχή, ἄλλο τόσο καί ἡ προσευχή δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει χωρίς τήν προσοχή. Γιά νά ἔχει καρπό καί ἀποτέλεσμα ἡ προσευχή, πρέπει νά πηγαίνει μπροστά τῆς ἡ προσοχή. Αὐτή θά καταδιώκει τούς νοητούς ἐχθρούς καί θ᾿ ἀντιστέκεται στήν ἁμαρτία καί στούς κακούς λογισμούς, πού πολιορκοῦν τήν ψυχή. Τήν προσοχή θ᾿ ἀκολουθεῖ ἡ προσευχή, ἡ ὁποία θά θανατώνει ἀμέσως καί θ᾿ ἀφανίζει ὅλους τούς πονηρούς λογισμούς, πού ἐξουδετέρωσε πρωτύτερα ἡ προσοχή. Γιατί μόνη της ἡ προσοχή δέν μπορεῖ νά σκοτώσει τούς ἐχθρούς. Τούς σταματάει μονάχα, κι ἔπειτα ἔρχεται ἡ προσευχή καί τούς ἐξολοθρεύει.
Σ᾿ αὐτό τόν ἀγώνα τῆς προσοχῆς καί τῆς προσευχῆς κρέμεται ἡ ζωή καί ὁ θάνατος τῆς ψυχῆς. Ὅταν μέ τήν προσοχή φυλᾶμε καθαρή τήν προσευχή, τότε προοδεύουμε στήν ἀρετή. Ὅταν ὅμως δέν προσέχουμε καί μολύνουμε τήν προσευχή, τότε προχωρᾶμε στήν κακία.
Ἐπειδή λοιπόν, ὅπως εἴπαμε καί στήν ἀρχή, τρεῖς εἶναι οἱ τρόποι τῆς προσευχῆς, πρέπει νά ποῦμε καί τά ἰδιώματα τοῦ κάθε τρόπου, γιά νά βοηθηθεῖ καλύτερα ὅποιος θέλει νά ἐργαστεῖ πνευματικά καί νά σωθεῖ.
Τά χαρακτηριστικά σημεῖα τοῦ πρώτου τρόπου τῆς προσευχῆς εἶναι τά ἑξῆς:
Αὐτός πού θέλει νά προσευχηθεῖ, σηκώνει τά χέρια καί τά μάτια του στόν οὐρανό, καί φέρνει στό νοῦ του ὅλα τά θεϊκά νοήματα καί τά οὐράνια κάλλη καί τίς στρατιές τῶν ἀγγέλων καί τίς χορεῖες τῶν ἁγίων καί, μέ δυό λόγια, ὅλα ὅσα ἄκουσε ἤ διάβασε στίς ἅγιες Γραφές. Ὅλ᾿ αὐτά τά συλλογίζεται τήν ὥρα τῆς προσευχῆς καί παρακινεῖ τήν ψυχή του σέ θεῖο πόθο. Καί μερικές φορές χύνει καί δάκρυα ἀπό τά μάτια του.
Μ᾿ αὐτόν ὅμως τόν τρόπο, σιγά-σιγά ὑπερηφανεύεται ἡ καρδιά του καί, χωρίς νά τό καταλαβαίνει, τοῦ φαίνεται πώς αὐτά πού τοῦ συμβαίνουν εἶναι τῆς χάριτος, πού στέλνει ὁ Θεός γιά νά τόν παρηγορήσει. Καί εὔχεται νά βρίσκεται πάντα σέ τέτοια κατάσταση.

Αὐτά εἶναι σημάδια πλάνης. Γιατί τό καλό δέν εἶναι καλό, ὅταν δέν γίνεται μέ τρόπο καλό. Ὁ ἄνθρωπος πού ἀκολουθεῖ αὐτό τόν τρόπο προσευχῆς, κινδυνεύει νά πλανηθεῖ. Κι ἄν δέν πάθει κάτι τέτοιο, ὅμως δέν πρόκειται ποτέ ν᾿ ἀποκτήσει τίς ἀρετές ἤ νά φτάσει στήν ἀπάθεια. Ἔτσι πλανήθηκαν κι ἐκεῖνοι πού βλέπουν μέ τά ὑλικά μάτια φῶς κι ὀσφραίνονται εὐωδίες κι ἀκοῦνε φωνές κι ἄλλα παρόμοια. Καί ἄλλοι ἀπ᾿ αὐτούς δαιμονίστηκαν καί γυρίζουν σάν τρελλοί ἀπό τόπο σέ τόπο. Ἄλλοι πίστεψαν στό διάβολο, πού εἶχε μετασχηματισθεῖ σέ ἄγγελο φωτός, καί τόν δέχθηκαν καί πλανήθηκαν κι ἔμειναν σ᾿ ὅλη τους τή ζωή ἀδιόρθωτοι, χωρίς νά δέχονται καμία συμβουλή ἀπό ἀνθρώπους. Ἀλλοι πάλι μπλέχτηκαν τόσο πολύ στίς παγίδες τοῦ σατανᾶ, πού ἔφτασαν στό τραγικό σημεῖο νά σκοτωθοῦν μόνοι τους, νά κρεμαστοῦν ἤ νά γκρεμιστοῦν.
Ἀλλά ποιός μπορεῖ νά διηγηθεῖ ὅλες τίς μορφές ἀπάτης τοῦ διβόλου; Ἀπ᾿ ὅσα πάντως εἴπαμε, κάθε συνετός ἄνθρωπος καταλαβαίνει τί ζημιά μπορεῖ νά προκληθεῖ στήν ψυχή του ἀπό τόν πρῶτο αὐτό τρόπο τῆς προσευχῆς. Κι ἄν κάποιος, ἀπό κείνους πού προσεύχονται ἔτσι, τύχει νά μήν πέσει σέ πλάνη καί νά μή φτάσει στό φοβερό κατάντημα πού ἀναφέραμε, αὐτό ὀφείλεται στούς ἀδελφούς του, πού τόν στηρίζουν. Στή ζωή του ὅμως δέν προκόβει πνευματικά.
Ὁ δεύτερος τρόπος τῆς προσευχῆς εἶναι ὁ ἑξῆς:
Αὐτός πού θέλει νά προσευχηθεῖ, συγκεντρώνει τό νοῦ του μέσα στόν ἑαυτό του, τόν ἀπομακρύνει ἀπ᾿ ὅλα τά αἰσθητά, φυλάει τίς αἰσθήσεις του καί μαζεύει τούς λογισμούς του. Ὅμως, χωρίς νά τό καταλαβαίνει, πορεύεται μάταια. Καί τή μιά στιγμή ἐξετάζει τούς λογισμούς του, τήν ἄλλη προσέχει στά λόγια τῆς προσευχῆς. Τή μιά ὥρα ὁ νοῦς του γυρίζει σέ σκέψεις πονηρές, καί τήν ἄλλη ὥρα, μέ κόπο πολύ καί βία, ἔρχεται στόν ἑαυτό του, τόν κυριευμένο καί νικημένο ἀπό κάποιο πάθος.
Ἔχοντας αὐτό τόν πόλεμο ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά εἰρηνέψει ποτέ, νά ἐργαστεῖ τίς ἀρετές καί νά πάρει τό στεφάνι τῆς νίκης. Γιατί μοιάζει μ᾿ ἐκεῖνον πού κάνει πόλεμο μέσα στή νύχτα: Ἀκούει τίς φωνές τῶν ἐχθρῶν, πληγώνεται ἀπ᾿ αὐτούς, ἀλλά δέν μπορεῖ νά δεῖ καθαρά ποιοί εἶναι, ἀπό ποῦ ήρθαν καί πῶς τόν πληγώνουν, ἐπειδή τό σκοτάδι τοῦ νοῦ του τοῦ προξενεῖ τέτοια ζημιά, πού εἶναι ἀδύνατο νά γλυτώσει ἀπό τούς ἐχθρούς του, τούς δαίμονες. Αὐτοί τελικά θά τόν συντρίψουν. Καί πολλές φορές, ἀπό τήν ὑπερηφάνειά του, καταφρονεῖ τούς ἄλλους καί τούς κατηγορεῖ σάν ἀπρόσεκτους, ἐπαινώντας τόν ἑαυτό του καί πιστεύοντας πώς εἶναι ἄξιος νά γίνει ποιμένας καί νά ὁδηγεῖ, τυφλός αὐτός, ἄλλους τυφλούς.
Νά ποιός εἶναι ὁ δεύτερος τρόπος προσευχῆς. Καί ἄς ξέρει καθένας πού θέλει τή σωτηρία του, τί κακό μπορεῖ νά προξενήσει στήν ψυχή του. Εἶναι πάντως καλύτερος ἀπό τόν πρῶτο τρόπο τόσο, ὅσο ἡ νύχτα μέ πανσέληνο ἀπό τή νύχτα χωρίς ἄστρα καί φεγγάρι.
Τόν τρίτο τρόπο προσευχῆς ἴσως δέν τόν φαντάζεστε. Ἡ ἀρχή του δέν εἶναι νά κοιτάζει κανείς στόν οὐρανό καί νά σηκώνει τά χέρια του ψηλά καί νά ζητάει βοήθεια ἀπό τόν οὐρανό, ὅπως στόν πρῶτο τρόπο, μήτε πάλι νά φυλάει τίς αἰσθήσεις του καί νά συνάγει τούς λογισμούς του καί νά μή βλέπει τούς ἐχθρούς του, ὅπως στό δεύτερο τρόπο.
Ἄν θέλουμε νά κανουμε ἀρχή αὐτῆς τῆς καλῆς καί τερπνῆς καί φωτογεννήτρας προσευχῆς, πρέπει νά ξεκινήσουμε ἀπό κάπου ἀλλοῦ:
Πρέπει νά φυλᾶμε τή συνείδησή μας καθαρή, πρῶτα ἀπέναντι στόν Θεό, ἔπειτα ἀπέναντι στόν πνευματικό μας πατέρα, καί τελευταῖα ἀπέναντι στούς ἀνθρώπους καί τά πράγματα τοῦ κόσμου.
Ἀπέναντι στό Θεό θά φυλᾶμε τή συνείδησή μας καθαρή, μέ τό νά ζοῦμε καί νά πολιτευόμαστε ὅπως Τοῦ ἀρέσει καί ὅπως Τόν ἀναπαύει.
Ἀπέναντι στόν πνευματικό μας πατέρα, μέ τό νά ὑπακοῦμε σέ ὅσα μᾶς λέει, σύμφωνα μέ τό σκοπό του, χωρίς νά προσθέτουμε ἤ νά παραλείπουμε κάτι.
Ἀπέναντι στούς ἄλλους ἀνθρώπους, μέ τό νά μήν τούς κάνουμε ποτέ ὅσα δέν θέλουμε νά κάνουν ἐκεῖνοι σέ μᾶς.
Ἀπέναντι στά πράγματα τοῦ κόσμου πάλι – στά φαγητά, τά ποτά, τά ροῦχα κ.τ.ὅ. - μέ τό νά φυλαγόμαστε σέ κάθε περίπτωση ἀπό τή μή ὀρθή χρήση τους.
Γενικά, ὅλα πρέπει νά τά κάνουμε, σά νά εἴμαστε μπροστά στό Θεό, χωρίς νά μᾶς ἐλέγχει σέ κάτι ἡ συνείδησή μας.
Ἀφοῦ λοιπόν προετοιμάσουμε ἔτσι τό ἔδαφός τῆς ψυχῆς μας, ἄς δοῦμε πῶς θά τό καλλιεργήσουμε μέ τήν προσευχή:
Ὁ νοῦς μας πρέπει νά φυλάει τήν καρδιά πού προσεύχεται καί νά περιστρέφεται πάντοτε μέσα σ᾿ αὐτή, καί ἀπό κεῖ, ἀπό τό βάθος τῆς καρδιᾶς, νά ἀναπέμπει τίς προσευχές στό Θεό. Καί ἀφοῦ ὁ νοῦς γευθεῖ ἐκεῖ μέσα ὅτι εἶναι «χρηστός ὁ Κύριος»,δέν θά θελήσει πιά νά βγεῖ ἀπό τήν καρδιά. Τότε θά λέει σάν τόν ἀπόστολο Πέτρο:«Καλόν ἐστιν ἡμᾶς ώδε εἶναι». Καί προσέχοντας συνεχῶς τό χῶρο τῆς καρδιᾶς, χτυπάει καί διώχνει τούς λογισμούς πού σπέρνει ὁ ἐχθρός.
Σ᾿ ἐκείνους ὅμως πού ἔχουν ἄγνοια, τό σωτήριο αὐτό ἔργο φαίνεται πολύ δύσκολο καί σκληρό. Καί πραγματικά, εἶναι ἐπίπονο κι ἐξαντλητικό ὄχι μόνο γιά τούς ἀμύητους, μά καί γιά κείνους πού τό δοκίμασαν χωρίς πλάνη, δέν δέχθηκαν ὅμως κάι δέν βύθισαν τήν ἡδονή του στό βάθος τῆς καρδιᾶς. Ὅσοι γεύθηκαν καί ρούφηξαν μέ τήν καρδιά τους τήν ἡδονή πού ἔχει, αὐτοί μποροῦν νά ἀναφωνοῦν μαζί μέ τόν Παῦλο: «Τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ;...».
Οἱ ἅγιοι Πατέρες, ἀκουγοντας τόν Κύριο πού λέει, πώς ἀπό τήν καρδιά βγαίνουν αὐτά πού μολύνουν τόν ἄνθρωπο – πονηροί λογισμοί, φόνοι, πορνεῖες, μοιχεῖες, κλεψιές, ψευδομαρτυρίες, βλασφημίες – καί πώς πρέπει νά καθαρίσουμε πρῶτα τό ἐσωτερικό τοῦ ποτηριοῦ γιά νά γίνει καί τό ἀπέξω καθαρό, ἄφησαν κάθε ἄλλο τρόπο ἐργασίας τῶν ἀρετῶν, καί ἀγωνίστηκαν γι᾿ αὐτή τή φύλαξη τῆς καρδιᾶς, ξέροντας καλά πώς μαζί μ᾿ αὐτή θά μπορέσουν ἄκοπα ν᾿ ἀσκήσουν καί κάθε ἄλλη πνευματική ἐργασία, ἐνῶ χωρίς αύτή δέν μπορεῖ νά παραμείνει καμιά ἀρετή. Αὐτό τό ἔργο μερικοί Πατέρες τό ὀνόμασαν καρδιακή ἡσυχία, ἄλλοι προσοχή, ἄλλοι φύλαξη τῆς καρδιᾶς, ἄλλοι νήψη, ἄλλοι ἔρευνα τῶν λογισμῶν καί φύλαξη τοῦ νοῦ. Ὅλοι ὅμως μ᾿ αὐτή καλλιέργησαν τή γῆ τῆς καρδιᾶς τους καί μ᾿ αὐτήν ἀξιώθηκαν νά λάβουν τά θεῖα χαρίσματα. Γιά τό μεγάλο αὐτό θέμα τῆς φυλακῆς τῆς καρδιᾶς ἔγραψαν πολλοί ὅσιοι Πατέρες, ὅπως ὁ ἀσκητής Μάρκος, ὁ Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, ὁ Ἡσύχιος, ὁ Σιναΐτης Φιλόθεος, ὁ Ἡσαΐας, ὁ Βαρσανούφιος καί ἄλλοι.
Μέ δυό λογια, ὅποιος δέν φυλάει τό νοῦ του, αὐτός δέν μπορεῖ νά φτάσει στήν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς καί δέν θ᾿ ἀξιωθεῖ νά δεῖ τό Θεό. Ὁ Χριστός τό βεβαίωσε ρητά: «Μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ ὅτι αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται». Γι᾿ αὐτό περισσότερο ἀπ᾿ ὅλα πρέπει νά ἐπιμεληθεῖς τή φυλακή τοῦ νοῦ, τή νήψη. Χωρίς αὐτήν, καμιά ἀρετή δέν ἀποκτιέται.
Ἄς ἔρθουμε τώρα καί σ᾿ αὐτό καθεαυτό τόν τρόπο τῆς προσευχῆς.
Γιά ν᾿ ἀρχίσεις σωστά, πρέπει νά ἐξασφαλίσεις τρεῖς ἀπαραίτητες πνευματικές προϋποθέσεις:
Πρῶτα, ἀμεριμνία γιά κάθε πράγμα καί θέμα, εἴτε παράλογο εἴτε εὔλογο·
ἔπειτα, συνείδηση καθαρή, δηλαδή νά μή σέ κατηγορεῖ ἡ συνείδησή σου γιά ὁτιδήποτε·
καί τέλος, «ἀπροσπάθεια», δηλαδή νά μήν κλίνεις καί νά μήν ἔχεις προσκόλληση σέ κανένα πράγμα τοῦ κόσμου τούτου, οὔτε κι αὐτοῦ τοῦ σώματός σου.
Ἔπειτα κάθησε σ᾿ ἕνα ἥσυχο καί μοναχικό μέρος, κλεῖσε τήν πόρτα, μάζεψε τό νοῦ σου ἀπό κάθε μάταιο πράγμα καί ἐρεύνησε νοητά στά ἔγκατα σου νά βρεῖς τόν τόπο τῆς καρδιᾶς, ὅπου ἀπό τή φύση τους συνδιατρίβουν ὅλες οἱ ψυχικές δυνάμεις. Στήν ἀρχή θά συναντήσεις σκοτάδι κι ἀμετακίνητη σκληρότητα. Ἄν ὅμως ἐπιμείνεις κι ἐργαστεῖς αὐτό τό ἔργο σταθερά κι ἀνυποχώρητα, θά βρεῖς ἀτέλειωτη εὐφροσύνη. Γιατί ὅταν ὁ νοῦς βρεῖ τόν τόπο τῆς καρδιᾶς, βλέπει παρευθύς ἐκεῖ μέσα ἐκεῖνα πού δέν ἤξερε ποτέ του. Καί τότε γεμίζει φῶς καί διάκριση. Τότε, ἀπ᾿ ὅπου κι ἄν ἐμφανιστεῖ κανένας λογισμός, πρίν ἀκόμα σχηματιστεῖ ἤ εἰδωλοποιηθεῖ, τόν διώχνει καί τόν ἀφανίζει μέ τήν ἐπίκληση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τότε, σηκώνοντας τό φυσικό θυμό ἐνάντίον τῶν δαιμόνων, ρίχνεται καταπάνω τους καί τούς κυνηγάει καί τούς χτυπάει καίρια. Τά ὑπόλοιπα θά τά μάθεις μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ μόνος σου, μέ τή φύλαξη τοῦ νοῦ σου, καί κρατώντας στήν καρδιά τόν Ἰησοῦ.
Νομίζω ὅμως πώς θά ρωτήσετε, γιατί ὁ πρῶτος καί ὁ δεύτερος τρόπος προσοχῆς καί προσευχῆς εἶναι ἐπικίνδυνοι. Ἁπλούστατα, ἐπειδή δέν τούς χρησιμοποιοῦμε μέ τή σειρά πού πρέπει. Ὅταν χρησιμοποιηθοῦν στή σειρά τους καί στόν καιρό τους, ὁδηγοῦν τόν ἄνθρωπο στήν ποθούμενη τελείωση. Ὁ ὅσιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης φέρνει, σχετικά μ᾿ αὐτό τό θέμα, τό παράδειγμα τῆς σκάλας. Καί λέει: «Ἄλλοι περιορίζουν τά πάθη. Ἄλλοι ἀσχολοῦνται μέ τήν ψαλμωδία. Ἄλλοι καταγίνονται μέ τή νοερά προσευχή. Καί ἄλλοι ἐνατενίζουν στή θεωρία. Στό πρόβλημα αὐτό ἄς χρησιμοποιηθεῖ τό παράδειγμα τῆς σκάλας». Ὅσοι δηλαδή θέλουν ν᾿ ἀνέβουν μιά σκάλα, δέν ἀρχίζουν ἀπό πάνω πρός τά κάτω, ἀλλ᾿ ἀπό κάτω πρός τά πάνω. Κι ἀνεβαίνουν τό πρῶτο σκαλί, ἔπειτα τό ἑπόμενο, μετά τά παραπάνω. Μέ τόν ἴδιο τρόπο, κλιμακωτά, ἀνεβαίνει κανείς καί στόν οὐρανό. Ἄν λοιπόν θέλουμε νά«καταντήσωμεν εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ»,ἄς ἀκολουθήσουμε τήν κλιμακωτή αὐτή αὔξηση, ὥστε μέ τίς διάφορες πνευματικές ἡλικίες νά φτάσουμε διαδοχικά στά μέτρα τοῦ παιδιοῦ, μετά τοῦ ὥριμου ἄνδρα καί μετά τοῦ πρεσβύτη.
Πρώτη ἡλικία τῆς πνευματικῆς ζωῆς εἶναι ὁ περιορισμός τῶν παθῶν. Αὐτό εἶναι ἔργο τῶν ἀρχάριων.
Δεύτερη πνευματική ἡλικία εἶναι ἡ ἐνασχόληση μέ τήν ψαλμωδία. Γιατί μετά τόν κατευνασμό καί τή μείωση τῶν παθῶν, ἡ ψαλμωδία προξενεῖ γλυκύτητα στή γλώσσα καί εἶναι θεάρεστη, ἀφοῦ δέν μπορεῖ νά ὐμνεῖται ὁ Θεός «ἐπι γῆς ἀλλοτρίας», δηλαδή σέ ἐμπαθή καρδιά. Αὐτό εἶναι τό σημάδι ἐκείνων πού προκόβουν.
Τρίτη πνευματική ἡλικία εἶναι ἡ ἐπιμονή στήν προσευχή. Αὐτό εἶναι σημάδι ἐκείνων πού ἥδη ἔχουν προκόψη.
Τέταρτη, τέλος, πνευματική ἡλικία εἶναι ἡ ἀταλάντευτη ἐνατένιση τῆς θεωρίας. Αὐτό εἶναι σημάδι τῶν τελείων.
Ἔτσι ἔχουν λοιπόν τά πράγματα κι ἔτσι θεσπίστηκαν ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Δέν εἶναι δυνατό νά τελειωθεῖ κανεῖς πνευματικά, ἄν δέν ἀρχίσει ἀπό τήν πρώτη βαθμίδα καί δέν περάσει σωστά κι ἀπό τίς ἄλλες τρεῖς.
Ἡ ἀρχή γιά τήν πνευματική ἀναγέννηση εἶναι ἡ μείωση τῶν παθῶν, δηλαδή ἡ φύλαξη τῆς καρδιᾶς. Γιατί χωρίς φύλαξη τῆς καρδιᾶς, δέν μποροῦν νά μειωθοῦν τά πάθη. Ἀκολουθεῖ ἡ ψαλμωδία, γιατί, ἀφοῦ κατευνασθοῦν καί λιγοστέψουν τά πάθη μέ τήν ἐναντίωση σ᾿ αὐτά τῆς καρδιᾶς, ἡ ἐπιθυμία τῆς συμφιλιώσεως μέ τό Θεό φλογίζει τό νοῦ. Καί ἀπ᾿ αὐτό δυναμώνοντας ὁ νοῦς, χτυπάει καί διώχνει τούς λογισμούς, πού περιτριγρίζουν τήν ἐπιφάνεια τῆς καρδιᾶς, κι ἔπειτα πάλι ἀσχολεῖται μέ τό δεύτερο τρόπο προσοχῆς καί προσευχῆς. Καί τότε γίνεται ἡ ἀντεπίθεση τῶν πονηρῶν πνευμάτων, καί τά πνεύματα τῶν παθῶν ἀναταράζουν σφοδρά τήν ἄβυσσο τῆς καρδιᾶς. Ὅμως, μέ τήν ἐπίκληση τοῦ Κυρίου, ἀφανίζονται καί λιώνουν σάν τό κερί. Καί πάλι,ἀφοῦ διωχθοῦν ἀπό κεῖ, ἀναταράζουν μέσω τῶν αἰσθήσεων τήν ἐπιφάνεια τοῦ νοῦ. Καί γιά τοῦτο γρήγορα γαληνεύει ὁ νοῦς, εἶναι ὅμως ἀδύνατο νά γλυτώσει τελείως ἀπ᾿ αὐτά καί νά μήν τά πολεμάει. Τοῦτο ἔχει δοθεῖ μόνο σ᾿ ὅποιον ἔφτασε στή βαθμίδα τοῦ τελείου, πού παραμένει συνεχῶς στήν προσοχή τῆς καρδιᾶς.
Ἀπ᾿ αὐτά ὁ προσεκτικός ὑψώνεται σιγά-σιγά στή σύνεση τοῦ πρεσβύτη, δηλαδή στήν ἄνοδο τῆς θεωρίας, πράγμα πού εἶναι τῶν τελείων.
Ὅποιος λοιπόν μεταχειρίζεται τό καθένα ἀπ᾿ αὐτά ὀρθά καί στόν καιρό του, αὐτός μπορεῖ, μετά τήν ἀποβολή τῶν παθῶν ἀπό τήν καρδιά του, καί στήν ψαλμωδία νά ἐπιδοθεῖ καί ν᾿ ἀντιπολεμήσει τούς λογισμούς πού ξεσηκώνονται μέσω τῶν αἰσθήσεων καί ταράζουν τήν ἐπιφάνεια τοῦ νοῦ, καί στόν οὐρανό νά ὑψώνει τά αἰσθητά μαζί μέ τά νοητά μάτια ὅταν χρειαστεῖ, καί νά προσεύχεται ἀληθινά καί καθαρά. Αὐτό πάντως νά τό κάνει σπάνια, γιά τό φόβο τῶν δαιμόνων πού ἐνεδρεύουν στόν ἀέρα. Γιατί τοῦτο μόνο ζητάει ὁ Θεός ἀπό μᾶς: Νά εἶναι καθαρμένη ἡ καρδιά μας μέ τή φύλαξη. Κι ἄν ἡ ρίζα εἶναι ἁγία, καθώς λέει ὁ ἀπόστολος, φανερό εἶναι πώς καί οἱ κλάδοι εἶναι ἅγιοι καί ὁ καρπός. Χωρίς ὅμως τόν τρόπο πού εἴπαμε, ὅποιος σηκώνει τά μάτια καί τό νοῦ στόν οὐρανό καί θέλει νά φαντάζεται κάποια νοητά, αὐτός σχηματίζει μέσα του εἴδωλα καί ὄχι τήν ἀλήθεια. Γιατί μέ τό νά εἶναι ἀκάθαρτη ἡ καρδιά του, δέν εὐδοκιμεῖ οὔτε ὁ πρῶτος οὔτε ὁ δεύτερος τρόπος προσοχῆς καί προσευχῆς. Θέλουμε νά χτίσουμε ἕνα σπίτι; Δέν βάζουμε πρῶτα τή σκεπή κι ὕστερα τό θεμέλιο. Τοῦτο εἶναι ἀδύνατο. Πρῶτα βάζουμε τό θεμέλιο κι ὕστερα χτίζουμε τό σπίτι καί μετά βάζουμε τή σκεπή. Ἔτσι πρέπει νά κάνουμε καί σ᾿ αὐτά πού λέμε. Πρῶτα νά βάλουμε πνευματικό θεμέλιο, δηλαδή νά φυλάξουμε τήν καρδιά καί νά λιγοστέψουμε τά πάθη. Ὕστερα νά χτίσουμε τούς τοίχους τοῦ πνευματικοῦ σπιτιοῦ, δηλαδή ν᾿ ἀποκρούομε μέ τό δεύτερο τρόπο προσοχῆς καί προσευχῆς τή θύελλα τῶν πονηρῶν πνευμάτων, πού ξεσηκώνουν οἱ ἐξωτερικές αἰσθήσεις, καί νά ξεφεύγουμε τό γρηγορότερο ἀπ᾿ αὐτό τόν πόλεμο. Καί τότε νά βάζουμε καί τή σκεπή μέ τήν τέλεια στροφή πρός τό Θεό, δηλαδή μέ τόν πρῶτο τρόπο, ὁπότε ὁλοκληρώνουμε τό πνευματικό μας σπίτι μέ τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ.
Συνεχίζεται...
Τέλος καί τῇ Τρισηλίῳ Θεότητι
κράτος, αἶνος καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας ΄
τῶν αἰώνων. Ἀμήν.





ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου