Σελίδες

Σάββατο 24 Νοεμβρίου 2018

Κυριακή ΙΓ Λουκᾶ. Ὁ Ἱερός Χρυσόστομος για τόν πλούσιο νεανίσκο πού ἐπιθυμοῦσε νά κληρονομήσει τήν αἰώνια ζωή (Μέρος Πρῶτο)

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ΛΟΥΚΑ : Κατά Λουκάν Ευαγγέλιο, κεφ. ιη΄, χωρία 18 έως 27

Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΛΟΥΣΙΟ ΝΕΑΝΙΣΚΟ
ΠΟΥ ΕΠΙΘΥΜΟΥΣΕ ΝΑ ΚΛΗΡΟΝΟΜΗΣΕΙ ΤΗΝ ΑΙΩΝΙΑ ΖΩΗ

[ ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ]

«Κα δο ες προσελθν επεν ατ· διδάσκαλε γαθέ, τί γαθν ποιήσω να χω ζων αώνιον;(:Και ιδού Τον πλησίασε κάποιος και Του είπε: ‘’Διδάσκαλε αγαθέ, τι καλό να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή;’’)»[Ματθ.19,16]
Ορισμένοι κατηγορούν τον νέο αυτόν ως ύπουλο και πονηρό με τη σκέψη ότι πλησίασε τον Ιησού με σκοπό να Τον πειράξει· εγώ όμως δε θα μπορούσα να αρνηθώ ότι ήταν φιλάργυρος και δούλος των χρημάτων, επειδή και ο Χριστός τον ήλεγξε ως άνθρωπο αυτού του είδους, ύπουλο όμως δε θα μπορούσα να τον ονομάσω με κανένα τρόπο, και διότι δεν είναι ασφαλές το να επιχειρεί κανείς να κρίνει τα άγνωστα πράγματα και ιδίως όταν πρόκειται για κατηγορίες, και για τον πρόσθετο λόγο ότι ο ευαγγελιστής Μάρκος έχει αναιρέσει αυτήν την υποψία· καθόσον λέγει ότι «Κα κπορευομένου ατο ες δν προσδραμν ες κα γονυπετήσας ατν πηρώτα ατόν(:Κι ενώ έβγαινε ο Ιησούς από το σπίτι στο δρόμο, έτρεξε κοντά Του ένας άνθρωπος και αφού γονάτισε μπροστά Του, Τον Του έθετε ερωτήσεις)»[Μαρκ.10,17] και ότι « δ ησος μβλέψας ατ γάπησεν ατν(:ο Ιησούς τότε τον κοίταξε με πολλή αγάπη και ενδιαφέρον και τον συμπάθησε)»[Μαρκ.10,21].
Είναι, ωστόσο, μεγάλη και τυραννική η δύναμη των χρημάτων και αυτό γίνεται φανερό και από την περίπτωση αυτή· διότι και αν ακόμη είμαστε ως προς τα άλλα ενάρετοι, αυτή τα καταστρέφει όλα τα άλλα. Δικαίως λοιπόν και ο απόστολος Παύλος την ονόμασε ρίζα όλων γενικώς των κακών[βλ. Α΄Τιμ.6,9-10: «ο δ βουλμενοι πλουτεν μππτουσιν ες πειρασμν κα παγδα κα πιθυμας πολλς νοτους κα βλαβερς, ατινες βυθζουσι τος νθρπους ες λεθρον κα πλειαν. ζα γρ πντων τν κακν στιν φιλαργυρα, ς τινες ρεγμενοι πεπλανθησαν π τς πστεως κα αυτος περιπειραν δναις πολλας(:Όσοι έχουν προσκόλληση στο χρήμα και θέλουν να γίνουν πλούσιοι, πέφτουν σε πειρασμό και παγίδα και σε πολλές επιθυμίες ανόητες και βλαβερές, οι οποίες βυθίζουν τους ανθρώπους στην καταστροφή και στην απώλεια. Πέφτουν σε πειρασμό και καταστρεπτική παγίδα διότι ρίζα όλων των κακών είναι η φιλαργυρία. Μερικοί μάλιστα λόγω της φιλαργυρίας τους κυριεύτηκαν από σφοδρή και ακόρεστη επιθυμία για το χρήμα και γι' αυτό αποπλανήθηκαν από την πίστη και έμπηξαν γύρω από τον εαυτό τους σαν καρφιά πολλούς πόνους και αγωνίες)»].

Για ποιο λόγο λοιπόν ο Χριστός έδωσε τέτοιου είδους απάντηση, λέγοντας ότι «κανείς δεν είναι αγαθός»; Επειδή το νεαρό εκείνο αρχοντόπουλο Τον πλησίασε σαν να ήταν κάποιος απλός άνθρωπος και ένας από τους πολλούς και δάσκαλος των Ιουδαίων· για τούτο λοιπόν και ως άνθρωπος συζητεί μαζί του. Καθόσον σε πολλές περιπτώσεις δίνει απάντηση στις σκέψεις εκείνων που Τον πλησιάζουν, όπως όταν λέγει: «μες προσκυνομεν οδαμεν(:εμείς οι Ιουδαίοι προσκυνούμε εκείνο που γνωρίζουμε περισσότερο από κάθε άλλον[Ιω.4,22] και «Ἐὰν γ μαρτυρ περ μαυτο, μαρτυρία μου οκ στιν ληθής(:ίσως μου πείτε: εμείς δεν πιστεύουμε σε αυτά που λες για τον εαυτό σου, διότι στηρίζονται στη δική σου εγωιστική μαρτυρία. Πράγματι. Εάν εγώ ο ίδιος από μόνος μου έδινα μαρτυρία για τον εαυτό μου, η μαρτυρία μου θα μπορούσε να μην είναι αξιόπιστη)»[Ιω.5,31].
Όταν λοιπόν λέγει ότι «κανείς δεν είναι αγαθός», δεν το λέγει αυτό με σκοπό να αποκλείσει τον εαυτό Του από το ότι είναι αγαθός, μη σκεφθείς κάτι τέτοιο· διότι δεν είπε, «για ποιον λόγο με ονομάζεις αγαθό; Δεν είμαι αγαθός», αλλά ότι «κανείς δεν είναι αγαθός»· δηλαδή κανείς από τους ανθρώπους. Αλλά και αυτό ακόμη όταν το λέγει, δεν το λέγει για να αποκλείσει τους ανθρώπους από την αγαθότητα, αλλά το λέγει εν συγκρίσει προς την αγαθότητα του Θεού. Για τον λόγο αυτό και πρόσθεσε· «ε μ ες Θεός (:παρά μόνο ένας,ο Θεός. Και δεν είπε «παρά μόνο ο Πατήρ μου» για να μάθεις ότι δεν φανέρωσε τον εαυτό Του στον νεανίσκο.
Κατά τον ίδιο τρόπο και προηγουμένως αποκαλούσε τους ανθρώπους «πονηρούς», λέγοντας: «ε ον μες, πονηρο ντες, οδατε δόματα γαθ διδόναι τος τέκνοις μν, πόσ μλλον πατρ μν ν τος ορανος δώσει γαθ τος ατοσιν ατόν;(:Εάν όμως εσείς, ενώ είστε ατελείς και διεφθαρμένοι από το προπατορικό αμάρτημα, γνωρίζετε να δίδετε ωφέλιμα πράγματα στα τέκνα σας, πόσο περισσότερο ο ουράνιος Πατέρας σας, που είναι γεμάτος αγαθότητα, θα δώσει καλά και ωφέλιμα σε εκείνους που το ζητούν;)»[Ματθ.7,11]. Καθόσον και στην περίπτωση εκείνη τους ονόμασε «πονηρούς», θεωρώντας όχι όλη την ανθρώπινη φύση πονηρή (διότι το «εσείς» δεν σημαίνει όλοι εσείς οι άνθρωποι),αλλά τους ονόμασε έτσι συγκρίνοντας την αγαθότητα των ανθρώπων προς την αγαθότητα του Θεού· για τούτον τον λόγο και πρόσθεσε: «πόσο περισσότερο ο ουράνιος Πατέρας σας, που είναι γεμάτος αγαθότητα, θα δώσει καλά και ωφέλιμα σε εκείνους που το ζητούν;»
Αλλά θα μπορούσε να αναρωτηθεί κάποιος: «ποια ανάγκη υπήρχε ή ποια ωφέλεια, ώστε να δώσει αυτήν την απάντηση;». Ανεβάζει τον πλούσιο αυτό νέο πνευματικά ολίγον κατ΄ολίγον και τον διδάσκει να απαλλαγεί εξ ολοκλήρου από την κολακεία, αποσπώντας τον από τα επίγεια πράγματα και προσηλώνοντάς τον στον Θεό, και τον πείθει να ζητεί τα ουράνια αγαθά και να γνωρίσει Αυτόν που πράγματι είναι αγαθός και ρίζα και πηγή όλων των αγαθών και σε Αυτόν να αποδίδει τις τιμές. Διότι και όταν λέγει «μες δ μ κληθτε αββί· ες γρ μν στιν διδάσκαλος, Χριστός· πάντες δ μες δελφοί στε(: εσείς όμως να μη δεχθείτε να σας ονομάσουν οι άνθρωποι ‘’ραββί’’, δηλαδή ‘’διδάσκαλε’’· διότι ένας είναι ο Διδάσκαλός σας, ο Χριστός· όλοι εσείς είστε αδελφοί)»[Ματθ.23,8], το λέγει εν συγκρίσει προς τον εαυτό Του και για να γνωρίσουν οι άνθρωποι ποια είναι η πρώτη αρχή όλων γενικώς των όντων. Ούτε βέβαια ήταν μικρή η προθυμία που έδειξε ο νεανίσκος τότε, καθόσον κατελήφθη από τέτοια έντονη επιθυμία για τα πνευματικά αγαθά, τη στιγμή μάλιστα που άλλοι μεν πείραζαν τον Κύριο, άλλοι Τον πλησίασαν μόνο για να θεραπεύσει τις ασθένειές τους ή τις ασθένειες των συγγενών τους ή των ξένων, αυτός όμως και Τον πλησίασε με κάθε ειλικρίνεια και συζητούσε με πραγματικό ενδιαφέρον για την αιώνια ζωή. Διότι ήταν μεν η ψυχή του εύφορη και πλούσια, αλλά όμως το πλήθος των ακανθών κατέπνιγε τον σπόρο.
Πρόσεχε λοιπόν πώς ήταν την στιγμή εκείνη προετοιμασμένος για την υπακοή των προσταγμάτων. Διότι λέγει: «τ ποισας ζων αἰώνιον κληρονομσω;(:Τι να κάνω για να κληρονομήσω την αιώνια ζωή;)»[Λουκ.18,18] .Έτσι ήταν προετοιμασμένος προς εφαρμογή των όσων θα του έλεγε. Εάν όμως Τον πλησίασε με σκοπό να τον πειράξει, θα μας το έλεγε οπωσδήποτε ο ευαγγελιστής και αυτό, πράγμα που το κάνει και στις άλλες περιπτώσεις, όπως δηλαδή στην περίπτωση του Φαρισαίου εκείνου νομοδιδάσκαλου που προσπαθούσε να παγιδεύσει τον Ιησού με τις ερωτήσεις που Του υπέβαλλε [βλ.Ματθ.22,34-36:«Ο δ Φαρισαοι κούσαντες τι φίμωσε τος Σαδδουκαίους, συνήχθησαν π τ ατό, κα πηρώτησεν ες ξ ατν, νομικός, πειράζων ατν κα λέγων· διδάσκαλε, ποία ντολ μεγάλη ν τ νόμ;(:οι Φαρισαίοι όταν άκουσαν οι ο Ιησούς αποστόμωσε τους Σαδδουκαίους, μαζεύτηκαν στο ίδιο μέρος όπου ήταν κι εκείνος μαζί με τους Σαδδουκαίους και ένας από αυτούς, νομοδιδάσκαλος, Τον ρώτησε δοκιμάζοντάς Τον, για να δει ποια απόκριση θα έδινε και του είπε: ‘’Διδάσκαλε, ποια είναι η πιο μεγάλη εντολή στον νόμο;)»].
Εάν όμως υποθέσουμε ότι και ο ευαγγελιστής το αποσιώπησε, ο Χριστός δε θα ήταν δυνατόν να Τον αφήσει απαρατήρητο, αλλά θα Τον ήλεγχε κατά τρόπο φανερό ή και θα έκανε κάποιον υπαινιγμό, ώστε να μη σχηματισθεί η εντύπωση ότι πλανήθηκε και διέφυγε την προσοχή του και ζημιωθεί έτσι περισσότερο. Εάν επίσης Τον είχε πλησιάσει με σκοπό να Τον πειράξει, δε θα έφευγε λυπημένος για όσα άκουσε. Διότι αυτό κανείς ποτέ από τους Φαρισαίους δεν το έπαθε, αλλά εξαγριώνονταν όταν τους έκλεινε τα στόματα. Όμως δε συνέβη αυτό στον νέο, αλλά φεύγει καταλυπημένος, πράγμα που αποτελεί όχι μικρή απόδειξη ότι δεν Τον πλησίασε με πονηρή διάθεση, αλλά με εξασθενημένη, και επιθυμεί μεν την αιώνια ζωή, αλλ΄όμως είναι κατακυριευμένος από άλλο φοβερότατο πάθος.
Όταν λοιπόν ο Χριστός του είπε: «εἰ θέλεις εἰς τὴν ζωὴν εἰσελθεῖν, τήρησον τὰς ἐντολάς(:εάν θέλεις να εισέλθεις στην αιώνια και μακάρια ζωή, τήρησε σε όλη τη ζωή σου τις εντολές)», ο νέος ρωτάει «Ποίας;(:ποιες εντολές;)» όχι με σκοπό να Τον πειράξει, μη γένοιτο, αλλά επειδή νόμιζε ότι άλλες είναι εκείνες οι εντολές, εκτός από τις εντολές του νόμου, που θα του χάριζαν την αιώνια ζωή, πράγμα που χαρακτηρίζει τον άνθρωπο που είναι κυριευμένος από σφοδρή επιθυμία. Έπειτα, επειδή ο Ιησούς του είπε να φυλάττει τις εντολές του νόμου, απαντά: «διδάσκαλε τατα πάντα φυλαξάμην κ νεότητός μου(: Διδάσκαλε, όλα αυτά τα τήρησα από τα παιδικά μου χρόνια)»[Μαρκ.1,20]. Και δεν σταμάτησε μέχρι εδώ, αλλά πάλι ερωτά· «τί ἔτι ὑστερῶ; (:Τι άλλο μου λείπει ακόμη;)»[Ματθ.19,20], πράγμα που αποδείκνυε και αυτό την μεγάλη επιθυμία του. Αλλά και δεν ήταν μικρό πράγμα το ότι νόμιζε ότι υστερεί σε κάτι, και το ότι θεωρούσε ανεπαρκείς τις εντολές του Νόμου για να επιτύχει αυτά που επιθυμούσε.
Τι κάνει λοιπόν ο Χριστός; Επειδή επρόκειτο να δώσει κάποια μεγάλη εντολή, προσθέτει τα έπαθλα και λέγει: «Εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς τοῖς πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανοῖς, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι (:εάν θέλεις να είσαι τέλειος, πήγαινε, πούλησε τα υπάρχοντά σου και μοίρασέ τα στους φτωχούς και θα έχεις θησαυρό στους ουρανούς· και τότε έλα και ακολούθησέ με)»[Ματθ.19.21].
Είδες πόσα βραβεία και πόσους στεφάνους ορίζει γι΄ αυτόν τον αγώνα; Εάν όμως τον πείραζε, δε θα του έλεγε αυτά. Τώρα όμως και το λέγει, και για να τον προσελκύσει, του φανερώνει ότι είναι πολύ μεγάλος ο μισθός, και αφήνει το παν στην διάθεσή του, επικαλύπτοντας με όλα όσα λέγει την εντύπωση ότι είναι βαριά η παραίνεση. Για το λόγο αυτόν και πριν πει το αγώνισμα και τον κόπο, του φανερώνει το βραβείο, λέγοντας: «εάν θέλεις να είσαι τέλειος», και τότε του λέγει, «πούλησε τα υπάρχοντά σου και μοίρασέ τα στους πτωχούς» και αμέσως πάλι αναφέρει τα βραβεία: «και θα έχεις θησαυρό στους ουρανούς· και τότε έλα και ακολούθησέ με». Καθόσον το να ακολουθεί Αυτόν, ήταν πολύ μεγάλη ανταμοιβή.
«Και θα έχεις θησαυρό στους ουρανούς». Επειδή δηλαδή ο λόγος ήταν για τα χρήματα και τον συμβούλευε να απαλλαχθεί από όλα, για να δείξει ότι δεν του αφαιρεί αυτά που έχει, αλλά ότι του προσθέτει και άλλα σε αυτά που έχει, του έδωσε περισσότερα από αυτά που του είπε να δώσει· και όχι μόνο περισσότερα, αλλά και τόσο σπουδαιότερα, όσον είναι ο ουρανός από τη γη και ακόμη περισσότερο. Θησαυρό δε ονόμασε τη μεγαλοδωρία της ανταμοιβής, με σκοπό να δείξει τη μονιμότητα και την ασφάλειά της, όπως δηλαδή ήταν δυνατόν να οδηγήσει τον νέο στη γνώση, χρησιμοποιώντας ανθρώπινα παραδείγματα. Επομένως, δεν αρκεί να περιφρονεί κανείς τα χρήματα, αλλά πρέπει να δώσει τροφή στους πτωχούς και πριν από όλα, να ακολουθεί τον Χριστό, δηλαδή να πράττει όλες τις εντολές του και να είναι έτοιμος ακόμη και για σφαγή χάριν Αυτού και για καθημερινό θάνατο. Διότι, «ε τις θέλει πίσω μου ρχεσθαι, παρνησάσθω αυτν κα ράτω τν σταυρν ατο καθ᾿ μέραν κα κολουθείτω μοι(: εάν κάποιος θέλει να με ακολουθήσει, να απαρνηθεί τον εαυτό του, να λάβει τον σταυρό του και ας με ακολουθεί)»[Λουκά 9,23]. Ώστε είναι πολύ πιο ανώτερη η εντολή αυτή το να θυσιάζει κανείς τη ζωή του από το να περιφρονήσει τα χρήματα, και δεν είναι μικρή η συμβολή της απαλλαγής από τα χρήματα στην εφαρμογή της εντολής αυτής.
«κούσας δὲ ὁ νεανίσκος τὸν λόγον ἀπῆλθεν λυπούμενος(:Αφού όμως άκουσε ο νεανίσκος αυτά, έφυγε λυπημένος)». Και στη συνέχεια για να δείξει ο ευαγγελιστής ότι δεν ήταν αυτό που έπαθε κάτι το φυσικό, λέγει: «ἦν γὰρ ἔχων κτήματα πολλά (:διότι είχε πολλά χρήματα)». Δεν είναι δηλαδή κυριευμένοι από το ίδιο πάθος αυτοί που έχουν ολίγα και αυτοί που έχουν πάρα πολύ μεγάλη περιουσία· διότι τότε γίνεται πιο τυραννικός ο πόθος τους για τα χρήματα. Συμβαίνει δηλαδή αυτό που δε θα πάψω να το λέγω, ότι η προσθήκη των εκάστοτε αποκτωμένων χρημάτων ανάπτει κατά πολύ περισσότερο την φλόγα και κάνει πιο πτωχούς αυτούς που τα αποκτούν, καθόσον εμβάλλει σε αυτούς μεγαλύτερη επιθυμία γι αυτά και τους κάνει να αισθάνονται πολύ περισσότερο την πτώχεια τους. Και πρόσεχε λοιπόν και στην περίπτωση αυτή ποια δύναμη παρουσίασε το πάθος αυτό. Διότι εκείνον που ήλθε προς τον Κύριο με χαρά και προθυμία, επειδή ο Χριστός τον προέτρεψε να απαρνηθεί τα χρήματα, τόσο πολύ τον εξουθένωσε και κατέβαλε τις δυνάμεις του, ώστε δεν τον άφησε ούτε καν να απαντήσει σε όσα του είπε, αλλά έφυγε σιωπηλός, σκυθρωπός και καταλυπημένος.
Τι λέγει λοιπόν ο Χριστός; «Πλούσιος δυσκόλως εἰσελεύσεται εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν(: δύσκολα θα εισέλθουν οι πλούσιοι στη Βασιλεία των ουρανών)», κατηγορώντας όχι τα χρήματα, αλλά αυτούς που είναι δούλοι σε αυτά. Εάν όμως θα εισέλθει δύσκολα ο πλούσιος στη Βασιλεία των ουρανών, πολύ πιο δύσκολα θα εισέλθει ο πλεονέκτης. Διότι εάν αποτελεί εμπόδιο για την Βασιλεία των Ουρανών το να μη δίδει κανείς, σκέψου πόση φωτιά επισωρεύει το να παίρνει και τα πράγματα των άλλων. Αλλά με ποιο σκοπό έλεγε στους μαθητές Του ότι δύσκολα θα εισέλθει ο πλούσιος στη βασιλεία των ουρανών, εφόσον ήσαν φτωχοί και δεν είχαν τίποτε; Με σκοπό να τους διδάξει να μην ντρέπονται την φτώχεια και απολογούμενος κατά κάποιο τρόπο προς αυτούς για το ότι δε θα τους επέτρεπε να έχουν τίποτε.
Αφού λοιπόν τους είπε ότι είναι δύσκολο, εν συνεχεία τονίζει ότι είναι και αδύνατο, και όχι απλώς αδύνατο, αλλά αδύνατο σε υπερβολικό βαθμό, πράγμα που το φανέρωσε με το παράδειγμα της καμήλου και της βελόνης. Διότι λέγει: «εὐκοπώτερόν ἐστιν κάμηλον διὰ τρυπήματος ῥαφίδος διελθεῖν ἢ πλούσιον εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ (:ευκολότερο είναι να περάσει μία καμήλα από την τρύπα που ανοίγει η βελόνα, παρά ο πλούσιος να μπει στη βασιλεία του Θεού)». Αποδεικνύεται λοιπόν εξ αυτού ότι δε θα είναι τυχαία η αμοιβή εκείνων που είναι πλούσιοι και μπορούν να ζουν με ευσέβεια. Για τον λόγο αυτό και είπε ότι αυτό είναι έργο του Θεού, το να δείξει δηλαδή, ότι χρειάζεται πολλή χάρη από μέρους του Θεού εκείνος που πρόκειται να το κατορθώσει αυτό. Επειδή λοιπόν ταράχθηκαν οι μαθητές του είπε: «Παρὰ ἀνθρώποις τοῦτο ἀδύνατόν ἐστιν, παρὰ δὲ Θεῷ πάντα δυνατά ἐστιν(:Στους ανθρώπους αυτό είναι αδύνατο, στο Θεό όμως όλα είναι δυνατά»[Ματθ. 19,26].
Και για ποιο λόγο οι μαθητές ταράσσονται, κατά τη στιγμή που ήσαν φτωχοί οι ίδιοι και μάλιστα πάρα πολύ φτωχοί; Για ποια αιτία λοιπόν ανησυχούν; Επειδή πονούσαν για τη σωτηρία των άλλων και έτρεφαν μεγάλη στοργή προς όλους και θεωρούσαν τους εαυτούς τους ως διδασκάλους τους. Για τον λόγο αυτόν λοιπόν έτρεμαν και είχαν κυριευτεί από φόβο για ολόκληρη την οικουμένη, εξαιτίας αυτής της αποφάσεως, και συνεπώς είχαν ανάγκη από πολλή παρηγοριά. Για τον λόγο αυτόν, αφού πρώτα τους κοίταξε, είπε: «Αυτά που είναι αδύνατα για τους ανθρώπους είναι δυνατά για τον Θεό». Αφού λοιπόν με το ήμερο και πράο βλέμμα Του παρηγόρησε τη γεμάτη από ταραχή σκέψη τους και διέλυσε την αγωνία τους(διότι αυτό το έκανε φανερό ο ευαγγελιστής με τη λέξη «ἐμβλέψας»), στη συνέχεια τους καθησυχάζει και με τα λόγια του, αφού παρουσίασε τη δύναμη του Θεού, και έτσι τους γέμισε με θάρρος. Αλλά εάν θέλεις να μάθεις και τον τρόπο και πώς θα μπορούσε το αδύνατο να γίνει δυνατό, άκου. Διότι δεν είπε με τον σκοπό αυτόν τους λόγους «αυτά που είναι αδύνατα για τους ανθρώπους είναι δυνατά για τον Θεό», για να μην απελπιστείς δηλαδή και να παραιτηθείς με τη σκέψη ότι είναι αδύνατα, αλλά τα είπε με σκοπό ώστε αφού κατανοήσεις το μέγεθος του κατορθώματος, να σπεύσεις με ευκολία στον αγώνα και επικαλούμενος και τη βοήθεια του Θεού στους καλούς αυτούς αγώνες σου, να επιτύχεις την αιώνια ζωή. [συνεχίζεται]
ΠΗΓΕΣ:
  • https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf
  • Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 11Α, Υπόμνημα στον Ευαγγελιστή Ματθαίο, ομιλία ΞΓ΄, σελίδες 209-221.
  • Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 67, σελ. 195- 207(ή: 94 -100 του PDF)
  • Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην απλή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
  • Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
πηγή:ἠλεκτρονικό ταχυδρομεῖο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου