Συνεχίζουμε, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, τήν θ΄ ὑπόθεση ἀπό τόν Εὐεργετινό, ἡ ὁποία ἔχει τόν ἑξῆς τίτλο: «Ἀπόδειξις περί τοῦ ποῦ πηγαίνουν οἱ ψυχές τῶν ἀποθνησκόντων καί πῶς εἶναι μετά τόν χωρισμό τους ἀπό τό σῶμα»1. Θά δοῦμε ἱστορίες πού πράγματι εἶναι συγκλονιστικές, μαρτυρίες τῶν ἁγίων μέσα ἀπό τούς βίους τους, περί τοῦ ποῦ πηγαίνουν οἱ ψυχές, πῶς φαίνονται κατά τήν ὥρα τῆς ἐξόδου ἀπό τό σῶμα καί ποῦ καταλήγουν.
Ἀρχίζουμε μέ τόν βίο τοῦ Ἁγίου Παύλου τοῦ Θηβαίου, ὁ ὁποῖος ἦταν ἀπό τούς πρώτους ἀναχωρητές πού πῆγε πρός συνάντησή του ὁ Μέγας Ἀντώνιος. «Ὁ Μέγας Ἀντώνιος γυρίζοντας πίσω πρός τόν Ἅγιο Παῦλο τόν Θηβαῖο, ὅταν τοῦ μετέφερε καί τή στολή τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου, σύμφωνα μέ τήν διαταγή πού εἶχε πάρει ἀπό τόν ἴδιο, καθώς προχωροῦσε στήν ἔρημο καί πλησίαζε στό σπήλαιο, βλέπει, ἐνῶ ἦταν ἡ τρίτη ὥρα (9 π.μ.) τῆς ἡμέρας, μέ τά μάτια τῆς ψυχῆς, μέ τά ὁποῖα βλέπουν μόνο οἱ ἄξιοι, τάγματα Ἀγγέλων, ὁμάδες Ἀποστόλων, χορούς Προφητῶν, φάλαγγες Μαρτύρων καί στό μέσον ὅλης αὐτῆς τῆς ἱερᾶς παρατάξεως τήν ψυχή τοῦ Παύλου, ὑπερβάλλουσα σέ λαμπρότητα», πού εἶχε πολύ μεγάλη λαμπρότητα, «καί αὐτή τήν λευκότητα τῆς χιόνος». Μάλιστα πιό λευκή καί ἀπό τό χιόνι ἦταν ἡ ψυχή τοῦ Παύλου καί αὐτό συνέβη διότι ἡ ψυχή τοῦ Ἁγίου ἦταν κατοικητήριο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τῆς Θείας Χάριτος. Συνέβαινε ἀκριβῶς αὐτό πού βλέπουμε καί στή Μεταμόρφωση τοῦ Κυρίου, πού καί τό Σῶμα τοῦ Κυρίου ἐξέπεμπε τό ἄκτιστο Φῶς. Ἔτσι κι ἐδῶ, ἠ ψυχή τοῦ Ἁγίου Παύλου, ἐπειδή εἶχε ἑνωθεῖ μέ τόν Θεό, ἦταν ὁλόφωτη. Μάλιστα βλέπουμε ὅτι κάνει καί τήν ἴδια παρομοίωση. Ὅπως στή Μεταμόρφωση λέει ὁ Εὐαγγελιστής ὅτι τά ἱμάτιά Του ἔγιναν λευκά σάν χιόνι2, ἔτσι κι ἐδῶ λέει σέ σχέση μέ τή λευκότητα τοῦ χιονιοῦ ἡ λευκότητα τῆς ψυχῆς τοῦ Παύλου ἦταν ἀνώτερη. Τήν βλέπει, λοιπόν, «νά λάμπει καί νά ἀνέρχεται μέ πολλή εὐφροσύνη στούς οὐρανούς»3. Καί εἶναι πολύ ἀξιοσημείωτη ἡ δορυφορία, οἱ δορυφόροι τῆς ψυχῆς, πού εἶναι, ὅπως λέει ἐδῶ, τάγματα Ἀγγέλων, ὁμάδες Ἀποστόλων, χοροί Προφητῶν καί φάλαγγες Μαρτύρων. Μία πολύ μεγάλη χορεία, θά λέγαμε, ἀπό τήν θριαμβεύουσα Ἐκκλησία. Ὅλοι αὐτοί ἦρθαν γιά νά παραλάβουν τήν ψυχή τοῦ Ἁγίου Παύλου. Βλέπουμε, δηλαδή, πόση παρρησία ἔχει στόν Θεό ἕνας Ἅγιος καί μάλιστα ἕνας ἀναχωρητής, ὅπως ὁ Ἅγιος Παῦλος, ὁ ὁποῖος ἔζησε στήν ἀφάνεια πολλές δεκαετίες. Δέν τόν γνώριζε κανείς, παρά μόνο στά τελευταῖα του τόν συνάντησε, ἔπειτα ἀπό ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ, ὁ Μέγας Ἀντώνιος.
«Στόν βίο τοῦ Ἁγίου Παχωμίου». Δεύτερο περιστατικό. «Κάποτε ὁ Μέγας Παχώμιος πληροφορήθηκε, ὅτι κάποιος ἀδελφός, πού διέμενε σ’ ἕνα ἀπό τά πολλά Μοναστήρια πού ἵδρυσε, στήν Μονή τῶν Χηνοβοσκιῶν ὅπως λεγόταν, ἀσθένησε καί ὑπέφερε. Βρισκόμενος κάτω ἀπό τό κράτος τῆς ἀσθένειας ζήτησε νά ἀπολαύσει τήν εὐλογία, πού ὡς Γέροντας διένειμε στούς Μοναχούς του ὁ Μέγας Παχώμιος». Ζήτησε λοιπόν κι αὐτός ὁ Μοναχός τήν εὐλογία τοῦ Γέροντός του. «Μόλις πληροφορήθηκε τήν ἐπιθυμία τοῦ ἀσθενοῦντος ἀδελφοῦ ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ἀμέσως ξεκίνησε γιά νά τόν ἐπισκεφθεῖ. Ὅταν ὅμως ἀπεῖχε δύο ἤ τρία σημεῖα ἀπό τόν τόπο πού διέμενε ὁ ἀσθενής ἀδελφός, ἄκουσε στόν ἀέρα, μία φωνή ἱερᾶ, πού συνοδευόταν ἀπό θαυμαστή ψαλμωδία.