Σελίδες

Σάββατο 2 Νοεμβρίου 2019

Κυριακή Ε Λουκᾶ:«Εἰς τόν πτωχόν Λάζαρον καί τόν πλούσιον» .Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος.Μέρος Δεύτερο


ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ΛΟΥΚΑ [: Λουκ. 16,19 - 31]

Επιλεγμένα αποσπάσματα από την ομιλία β΄ του Ιερού Χρυσοστόμου 

«Εἰς τόν πτωχόν Λάζαρον καί τόν πλούσιον» 

[ ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ ]

[…] «Ἐγένετο δὲ ἀποθανεῖν τὸν πτωχὸν(:Κάποτε λοιπόν πέθανε ο φτωχός)», λέγει, «καὶ ἀπενεχθῆναι αὐτὸν ὑπὸ τῶν ἀγγέλων εἰς τὸν κόλπον Ἀβραάμ (:και οι άγγελοι του Θεού τον μετέφεραν στην αγκαλιά του Αβραάμ, για να βρει ανάπαυση εκεί μέσα στον παράδεισο)» [Λουκά 16,22]. Γίνεται φανερό λοιπόν από την εξεταζόμενη παραβολή ότι οι ψυχές όταν βγουν από το σώμα, δεν μένουν πια εδώ, αλλά αμέσως μεταφέρονται. Και όχι μόνο οι ψυχές των δικαίων, αλλά και οι ψυχές των αμαρτωλών μεταφέρονται εκεί· και αυτό πάλι γίνεται φανερό από έναν άλλον άφρονα πλούσιο, μιας άλλης παραβολής. Επειδή δηλαδή απέδωσαν πλούσια σοδειά τα χωράφια του, είπε μέσα του: «τοῦτο ποιήσω· καθελῶ μου τὰς ἀποθήκας καὶ μείζονας οἰκοδομήσω, καὶ συνάξω ἐκεῖ πάντα τὰ γενήματά μου καὶ τὰ ἀγαθά μου(:Αυτό θα κάνω: θα γκρεμίσω τις αποθήκες μου και θα κτίσω μεγαλύτερες και πιο ευρύχωρες. Και θα μαζέψω εκεί όλη τη σοδειά μου και τα αγαθά μου)»[Λουκά,12,18]. Τίποτα δεν είναι χειρότερο από μια τέτοια γνώμη. Πράγματι γκρέμισε τις αποθήκες του· διότι αποθήκες ασφαλισμένες δεν είναι οι τοίχοι, αλλά τα στομάχια των φτωχών· ενώ ο πλούσιος άφησε εκείνες τις αποθήκες και φρόντιζε για τους τοίχους.

Τι λοιπόν του λέγει ο Θεός; «ἄφρον, ταύτῃ τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ· ἃ δὲ ἡτοίμασας τίνι ἔσται;(:Άμυαλε και ανόητε άνθρωπε, που στήριξες την ευτυχία σου μόνο στις απολαύσεις της κοιλιάς και νόμισε ότι η μακροζωία σου εξαρτιόταν από τα πλούτη σου και όχι από μένα· τη νύχτα αυτή, που εδώ και πολύ καιρό ονειρευόσουν ως νύχτα ευτυχίας και νόμιζες ότι θα άρχιζε από εδώ και πέρα η αναπαυτική και απολαυστική ζωή σου, οι φοβεροί δαίμονες απαιτούν να πάρουν την ψυχή σου. Σε λίγο θα πεθάνεις. Αυτά λοιπόν που ετοίμασες και αποθήκευσες σε ποιον θα ανήκουν και σε ποιους κληρονόμους θα περιέλθουν;)»[Λουκ.12,20]. 

Και πρόσεχε ότι στην περίπτωση του Λαζάρου λέγει ότι μεταφέρθηκε από τους αγγέλους, ενώ στην περίπτωση του άφρονος πλουσίου λέγει «απαιτούν» και τον ένα τον πήραν σαν αιχμάλωτο, ενώ τον άλλο τον περιστοίχιζαν σαν νικητή. Τον Λάζαρο άγγελοι τον μεταφέρουν, ενώ την ψυχή του άφρονος πλουσίου την απαιτούσαν κάποιες φοβερές δυνάμεις, ίσως σταλμένες γι΄αυτόν τον σκοπό· διότι δεν αναχωρεί προς εκείνην τη ζωή μόνη της η ψυχή, επειδή δεν είναι δυνατό· διότι εάν όταν μεταβαίνουμε από πόλη σε πόλη, έχουμε ανάγκη από οδηγό, πολύ περισσότερο η ψυχή όταν αποσπαστεί από το σώμα και μεταφέρεται προς τη μέλλουσα ζωή, έχει ανάγκη από οδηγούς. 

Γι΄αυτό πολλές φορές ανεβαίνει προς τα επάνω και προχωρεί πάλι προς το βάθος και φοβάται και φρίττει, όταν πρόκειται να αποχωρισθεί από το σώμα· διότι πάντα μας κεντρίζει η συνείδηση για τις αμαρτίες μας, πολύ περισσότερο όμως κατά την ώρα εκείνη, όταν πρόκειται να μεταφερθούμε από εδώ εκεί για να λογοδοτήσουμε στο φοβερό δικαστήριο. Για τον λόγο αυτό πρέπει συνεχώς να ετοιμαζόμαστε από εδώ, για την έξοδό μας προς τα εκεί· διότι τι θα συμβεί εάν αποφασίσει ο Κύριος να μας καλέσει απόψε; Τι αν αύριο; Είναι άγνωστο το μέλλον, γι’ αυτό πρέπει να αγωνιζόμαστε διαρκώς και να είμαστε έτοιμοι για το ταξίδι εκείνο, όπως ακριβώς ο Λάζαρος αυτός διαρκώς υπέμενε και καρτερούσε· γι΄αυτό και με τόση τιμή τον οδηγούσαν.

Όμως πέθανε και ο πλούσιος και τάφηκε, σαν να ήταν καταχωνιασμένη η ψυχή του μέσα στο σώμα του, όπως σε μνήμα, και περιέφερε σαν τάφο μαζί της τη σάρκα· διότι δεμένος σαν με κάποια αλυσίδα με τη μέθη και τη γαστριμαργία, έτσι είχε κάνει άπρακτη και νεκρή την ψυχή. Μην προσπεράσεις, αγαπητέ, έτσι απλώς το «ἐτάφη», αλλά σκέψου εδώ, σε παρακαλώ, τα τραπέζια τα επαργυρωμένα, τα κρεβάτια, τους τάπητες, τα σκεπάσματα, όλα τα άλλα του σπιτιού, τα μύρα, τα αρώματα, το άφθονο καθαρό κρασί, τις ποικιλίες των φαγητών, τα καρυκεύματα, τους μαγείρους, τους κόλακες, τους σωματοφύλακες, τους υπηρέτες, όλη την άλλη πολυτέλεια κατασβησμένη και καταμαραμένη. Όλα στάχτη, όλα τέφρα και σκόνη, θρήνοι και οδυρμοί, χωρίς να μπορεί κανείς να βοηθήσει, ούτε να επαναφέρει την ψυχή που έφυγε. Τότε φάνηκε η δύναμη του χρυσού και της πολλής περιουσίας.

Πράγματι μέσα από την τόση μεγάλη περιποίηση αναχωρούσε γυμνός και μόνος, χωρίς να μπορεί να μεταφέρει μαζί του τίποτε από τον τόσο πλούτο, αλλά έφευγε έρημος και απροστάτευτος. Κανείς από όσους τον υπηρέτησαν, κανείς απ’ όσους τον βοήθησαν δεν ήταν παρών, για να τον γλυτώσουν από την κόλαση και την τιμωρία, αλλά αφού αποσπάσθηκε από όλους εκείνους, τον μετέφεραν μόνο για να υπομείνει τις αφόρητες τιμωρίες. Αλήθεια, «πᾶσα σάρξ χόρτος, καὶ πᾶσα δόξα ἀνθρώπου ὡς ἄνθος χόρτου· ἐξηράνθη ὁ χόρτος, καὶ τὸ ἄνθος ἐξέπεσε, τὸ δὲ ῥῆμα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν μένει εἰς τὸν αἰῶνα(: κάθε άνθρωπος είναι σαν το χόρτο και κάθε δόξα του ανθρώπου σαν το άνθος του χόρτου. Ξεράθηκε το χόρτο και το άνθος του έπεσε· ο λόγος όμως του Κυρίου θα μένει στον αιώνα)»[Ησαΐας 40,6-8].Ήλθε ο θάνατος και όλα εκείνα τα έσβησε· και παίρνοντάς τον σαν αιχμάλωτο, έτσι τον οδήγησε σκυμμένο κάτω, γεμάτο ντροπή, χωρίς παρρησία, να τρέμει, να φοβάται, σαν να απήλαυσε όλη εκείνη την τρυφή στα όνειρά του· και μετά ο πλούσιος γινόταν ικέτης του φτωχού, και είχε ανάγκη από το τραπέζι εκείνου, που άλλοτε πεινούσε και ήταν μπροστά στα στόματα των σκυλιών· και τα πράγματα άλλαξαν και έμαθαν όλοι, ποιος ήταν ο πλούσιος και ποιος ήταν ο φτωχός και ότι ο Λάζαρος ήταν πιο πλούσιος απ’ όλους, ενώ αυτός πιο φτωχός απ΄ όλους. 

[…] Πολλές φορές κάποιος από τους εδώ πλουσίους βρέθηκε εκεί να είναι φτωχότερος όλων, όπως ακριβώς και αυτός ο πλούσιος· διότι, όταν τον κατέλαβε το βράδυ, δηλαδή ο θάνατος, και βγήκε από το θέατρο της παρούσας ζωής, και έβγαλε το προσωπείο και φάνηκε εκεί ότι είναι φτωχότερος όλων, και τόσο φτωχός, ώστε να μην έχει ούτε μια σταγόνα νερό, αλλά γι’ αυτήν να παρακαλεί επίμονα, χωρίς να εκπληρώνεται ούτε αυτή η αίτησή του. Ποια φτώχεια θα ήταν χειρότερη απ’ αυτήν; Και άκουε πώς· διότι λέγει: «καὶ αὐτὸς φωνήσας εἶπε· πάτερ Ἀβραάμ, ἐλέησόν με καὶ πέμψον Λάζαρον ἵνα βάψῃ τὸ ἄκρον τοῦ δακτύλου αὐτοῦ ὕδατος καὶ καταψύξῃ τὴν γλῶσσάν μου, ὅτι ὀδυνῶμαι ἐν τῇ φλογὶ ταύτῃ(:Αυτός λοιπόν που στη γη τα είχε όλα και δεν παρακαλούσε κανένα να τον βοηθήσει, φώναξε τώρα και είπε: ‘’Πατέρα μου Αβραάμ, σπλαχνίσου με. Λυπήσου με και στείλε τον Λάζαρο να βρέξει με νερό την άκρη του δακτύλου του και να δροσίσει τη γλώσσα μου, διότι βασανίζομαι και υποφέρω μέσα σε αυτή τη φωτιά’’)»[Λουκ. 16,24]. Βλέπεις πόση είναι η θλίψη του; Όταν ήταν κοντά του, τον προσπερνούσε, και τώρα που είναι μακριά του τον καλεί· αυτόν που πολλές φορές, μπαίνοντας και βγαίνοντας δεν τον έβλεπε, αυτό τώρα που είναι μακριά, τον βλέπει με πολύ πόθο.

Και για ποιο λόγο τον βλέπει; Ίσως πολλές φορές είπε αυτός ο πλούσιος: «Τι μου χρειάζεται η ευλάβεια και η αρετή; Όλα για μένα είναι σαν να τρέχουν από πηγές· απολαμβάνω μεγάλη αφθονία αγαθών, πολλή ευτυχία, δεν υποφέρω καμιά δυστυχία· για ποιο λόγο να ασκήσω την αρετή; Αυτός ο φτωχός που ζει με δικαιοσύνη και ευσέβεια υποφέρει μύρια βάσανα». Αυτά βέβαια πολλοί πολλές φορές και τώρα τα λένε. Για να ξεριζωθούν λοιπόν αυτές οι κακές σκέψεις, του δείχνει ότι και για την κακία υπάρχει τιμωρία, και τιμή και στέφανος για τους κόπους υπέρ της ευσεβείας. Και δεν τον είδε μόνο γι’ αυτό, αλλά για να πάθει και ο πλούσιος τώρα, σε μεγαλύτερο βαθμό, εκείνο ακριβώς που έπαθε και ο φτωχός·διότι, όπως ακριβώς σε εκείνον έκανε φοβερότερη την τιμωρία τώρα, το να βρίσκεται στην κόλαση και να βλέπει την ευτυχία του Λαζάρου, ώστε να έχει πιο αφόρητη την τιμωρία, όχι μόνο εξαιτίας του είδους των βασάνων, αλλά και εξαιτίας της τιμής που αξιώθηκε εκείνος.

Και όπως, όταν έδιωξε ο Θεός τον Αδάμ από τον παράδεισο, του παρήγγειλε να κατοικεί απέναντι από τον παράδεισο, για να του ανανεώνει τη λύπη η αδιάκοπη θέα και να του δίνει με μεγαλύτερη ακρίβεια την αίσθηση των αγαθών που έχασε, έτσι λοιπόν κι αυτόν τον έβαλε να κατοικεί απέναντι από τον Λάζαρο, για να δει από ποια αγαθά στέρησε τον εαυτό του. «Σου έστειλα», λέγει, «μπροστά στην πόρτα σου τον φτωχό Λάζαρο, για να σου γίνει διδάσκαλος της αρετής και αφορμή για φιλανθρωπία· περιφρόνησες το κέρδος, δεν θέλησες να χρησιμοποιήσεις όπως έπρεπε την αφορμή αυτή της σωτηρίας· θα σου χρησιμεύσει λοιπόν τώρα ως αφορμή μεγαλύτερης κολάσεως και τιμωρίας».

Απ ’αυτά μαθαίνουμε ότι όλοι όσοι από εμάς περιφρονούνται και αδικούνται, τότε, κατά την ημέρα της Κρίσεως, θα σταθούν μπροστά μας. Αν και βέβαια ο Λάζαρος δεν αδικήθηκε από τον πλούσιο· διότι ο πλούσιος δεν έκλεψε ακριβώς τα χρήματα του Λαζάρου, αλλά δεν του έδωσε από τα δικά του. Και εάν, επειδή δεν του έδωσε από τα δικά τους, έχει κατήγορο αυτόν που δεν ελέησε, αυτός που άρπαξε και τα ξένα, ποιας συγνώμης θα τύχει, όταν οι αδικημένοι από παντού θα τον περιστοιχίζουν; Διότι εκεί δεν χρειάζονται μάρτυρες, ούτε κατήγοροι, ούτε αποδείξεις, ούτε τεκμήρια· αλλά αυτά τα ίδια τα πράγματα, όπως ακριβώς εμείς τα ετοιμάσαμε, φαίνονται μπροστά στα μάτια μας. «Διότι να», λέγει, «ο άνθρωπος και τα έργα του». Και αυτό δηλαδή είναι αρπαγή, το να μη δίνεις στον άλλον από τα δικά σου.

Και ίσως σας φαίνεται παράξενο αυτό που λέγω, αλλά μην εκπλήττεσθε· διότι θα σας φέρω μαρτυρία από τις θείες Γραφές που λέγει ότι το όχι μόνο το να αρπάξεις τα ξένα, αλλά και το να μη δίνεις στους άλλους από τα δικά σου και αυτό είναι αρπαγή και πλεονεξία και αποστέρηση. Ποια λοιπόν είναι αυτή; Κατηγορώντας τους Ιουδαίους ο Θεός λέγει μέσω του προφήτη: «καὶ εἰσηνέγκατε πάντα τὰ ἐκφόρια εἰς τοὺς θησαυρούς, καὶ ἔσται ἡ διαρπαγὴ αὐτοῦ ἐν τῷ οἴκῳ αὐτοῦ(:και σεις βάλατε όλα τα προϊόντα της γης σας μέσα στις αποθήκες σας. Έτσι λοιπόν κάνατε αρπαγή των δεκάτων και απαρχών, που βρίσκονται τώρα στο σπίτι σας και τα στερήσατε από τους φτωχούς στους οποίους οφείλατε να τα δώσετε)»[Μαλ.3,10]. «Επειδή», λέγει, «τις συνηθισμένες προσφορές δεν τις δώσατε, αρπάξατε αυτό που ανήκε στον φτωχό». Και αυτό το λέγει, για να δείξει στους πλουσίους ότι έχουν αυτά που ανήκουν στους φτωχούς, είτε πατρική κληρονομιά δεχτούν, είτε από οπουδήποτε συγκεντρώσουν τα χρήματα. Και πάλι αλλού λέγει: «Τέκνον, τὴν ζωὴν τοῦ πτωχοῦ μὴ ἀποστερήσῃς καὶ μὴ παρελκύσῃς ὀφθαλμοὺς ἐπιδεεῖς(:Παιδί μου, μη στερήσεις τον πτωχό από όσα του χρειάζονται για τη ζωή του και μην αναβάλεις την βοήθειά σου σε μάτια τα οποία σε κοιτάζουν ικετευτικώς)»[Σοφ. Σειρ.4,1]· και αυτός που στερεί, τα ξένα στερεί· διότι αποστέρηση λέγεται το ότι πήραμε τα ξένα πράγματα και τα κρατούμε.

Και με αυτό λοιπόν διδασκόμαστε ότι όταν δεν ελεούμε θα τιμωρηθούμε εξίσου με τους καταχραστές· διότι τα χρήματα είναι του Κυρίου από οπουδήποτε και αν τα συλλέξουμε και αν τα δώσουμε στους φτωχούς θα έχουμε μεγάλο κέρδος. Και γι' αυτό επέτρεψε ο Θεός να έχεις εσύ περισσότερα, για να τα ξοδέψεις όχι στην πορνεία και στη μέθη και στην πολυφαγία και στην πολυτέλεια των ενδυμάτων και στην άλλη βλακεία, αλλά για να τα μοιράσεις σε αυτούς που τα έχουν ανάγκη· διότι, όπως ένας που παραλαμβάνει βασιλικά χρήματα, αν αφήσει εκείνους στους οποίους έχει εντολή να τα μοιράσει και τα ξοδέψει σε δική του ανοησία, θα λογοδοτήσει και θα θανατωθεί, έτσι λοιπόν και ο πλούσιος είναι σαν ένας που εισπράττει τα λεφτά που πρέπει να μοιραστούν στους φτωχούς και έχει πάρει εντολή να τα μοιράσει στους φτωχούς συνδούλους του. Αν λοιπόν ξοδέψει κάτι περισσότερο για τον εαυτό του από ό,τι χρειάζεται, θα υποστεί εκεί φοβερότατες τιμωρίες·διότι δεν είναι δικά του τα δικά του, αλλά των συνδούλων του.

Ας τα διαχειριζόμαστε λοιπόν αυτά σαν ξένα, για να γίνουν δικά μας. Και πώς θα τα διαχειριστούμε, σαν ξένα; Όταν δεν τα ξοδεύουμε σε περιττές ανάγκες, ούτε μόνο στις δικές μας, αλλά όταν τα διαμοιράζουμε στα χέρια των φτωχών· και αν είσαι πλούσιος και ξοδεύεις κάτι περισσότερο από το αναγκαίο, θα λογοδοτήσεις για τα χρήματα που σου έχει εμπιστευθεί. Αυτό συμβαίνει και στα μεγάλα σπίτια. Πολλοί δηλαδή τα ταμεία τους τα εμπιστεύτηκαν στους υπηρέτες τους· αλλά όμως οι διαχειριστές εκείνοι φυλάσσουν αυτά που τους έχουν δώσει και δεν καταχρώνται αυτά που τους εμπιστεύθηκαν, αλλά τα διανέμουν σε εκείνους που ο οικοδεσπότης θα διατάξει και όταν διατάξει. Αυτό και εσύ να κάνεις·διότι πήρες πιο πολλά από τους άλλους και τα έλαβες, όχι για να τα ξοδέψεις μόνος σου, αλλά να γίνεις και στους άλλους καλός διαχειριστής.

Αξίζει όμως κι εκείνο να ερευνήσουμε: γιατί άραγε δεν είδε τον Λάζαρο κοντά σε κανέναν άλλον δίκαιο, αλλά τον είδε μέσα στην αγκαλιά του Αβραάμ; Ήταν φιλόξενος ο Αβραάμ· για να γίνει λοιπόν και αυτός κατήγορος αυτού για την αφιλοξενία του, τον βλέπει μαζί με εκείνον·διότι εκείνος και τους περαστικούς έψαχνε να βρει και τους οδηγούσε στο σπίτι του, ενώ αυτός αδιαφορούσε και γι’ αυτόν που βρισκόταν μέσα, και ενώ είχε τόσο θησαυρό και αφορμή για σωτηρία, τον προσπερνούσε αδιάφορα κάθε ημέρα, και δεν χρησιμοποίησε όσο μπορούσε την προστασία του φτωχού. Όμως ο πατριάρχης δεν ήταν τέτοιος, αλλά τελείως διαφορετικός· καθόταν μπροστά στις θύρες και προσκαλούσε για φιλοξενία στο σπίτι του όλους τους κουρασμένους διαβάτες, και όπως κάποιος αλιέας, ρίχνοντας δίχτυ στη θάλασσα, ανασύρει συνήθως ψάρι, όμως ανασύρει πολλές φορές και χρυσό και μαργαριτάρια, έτσι λοιπόν κι αυτός, αλιεύοντας ανθρώπους, κατόρθωσε να αλιεύσει κάποτε και αγγέλους, και το αξιοθαύμαστο είναι αυτό, ότι χωρίς να το γνωρίζει το έκανε αυτό.

Διότι εάν το γνώριζε και τους υποδεχόταν με τόση καλοσύνη, δεν θα έκανε τίποτε μεγάλο και αξιοθαύμαστο, ενώ ο έπαινος όλος του αξίζει, επειδή, ενώ αγνοούσε ποιοι ήταν οι διερχόμενοι, και νομίζοντας ότι ήταν απλώς άνθρωποι οδοιπόροι, με τόσο μεγάλη προθυμία τούς κάλεσε μέσα στο σπίτι του [βλ. Γεν.18,2-5: «Ὤφθη δὲ αὐτῷ ὁ Θεὸς πρὸς τῇ δρυΐ τῇ Μαμβρῇ, καθημένου αὐτοῦ ἐπὶ τῆς θύρας τῆς σκηνῆς αὐτοῦ μεσημβρίας.ἀναβλέψας δέ τοῖς ὀφθαλμοῖς αὐτοῦ εἶδε, καὶ ἰδοὺ τρεῖς ἄνδρες εἱστήκεισαν ἐπάνω αὐτοῦ· καὶ ἰδὼν προσέδραμεν εἰς συνάντησιν αὐτοῖς ἀπὸ τῆς θύρας τῆς σκηνῆς αὐτοῦ καὶ προσεκύνησεν ἐπὶ τὴν γῆν. καὶ εἶπε· κύριε, εἰ ἄρα εὗρον χάριν ἐναντίον σου, μὴ παρέλθῃς τὸν παῖδά σου· ληφθήτω δὴ ὕδωρ, καὶ νιψάτωσαν τοὺς πόδας ὑμῶν, καὶ καταψύξατε ὑπὸ τὸ δένδρον· καὶ λήψομαι ἄρτον, καὶ φάγεσθε, καὶ μετὰ τοῦτο παρελεύσεσθε εἰς τὴν ὁδὸν ὑμῶν, οὗ ἕνεκεν ἐξεκλίνατε πρὸς τὸν παῖδα ὑμῶν. καὶ εἶπαν· οὕτω ποίησον, καθὼς εἴρηκας(:Φανερώθηκε λοιπόν ο Θεός στον Αβραάμ, που ήταν κοντά στη δρυ Μαμβρή και καθόταν στη θύρα της σκηνής του κατά τον Νότο. Σήκωσε τα μάτια του ο Αβραάμ και είδε ξαφνικά τρεις άνδρες όρθιους απέναντι του. Αμέσως έτρεξε προς συνάντησή τους από τη θύρα της σκηνής του, προσκύνησε αυτούς έως το έδαφος και είπε: “Κύριε, εάν τυχόν βρήκα χάρη ενώπιόν σου, σε παρακαλώ μην καταφρονήσεις τον δούλο σου· ας μου επιτραπεί, λοιπόν, να φέρω νερό και οι δούλοι μου να νίψουν τα πόδια σας, και να δροσιστείτε κάτω από το δένδρο. Εγώ λοιπόν θα ετοιμάσω και θα σας φέρω φαγητό, για να φάτε, και έπειτα θα συνεχίσετε τον δρόμο σας, από τον οποίο παρεκλίνατε έως εμένα, τον δούλο σας, για να μου κάνετε την τιμή να σας περιποιηθώ”. Εκείνοι λοιπόν είπαν: “κάνε όπως είπες”)»].

Γι' αυτό λοιπόν νιώθοντας έκπληξη και ο Παύλος συμβουλεύει και λέει: «Ἡ φιλαδελφία μενέτω, τῆς φιλοξενίας μὴ ἐπιλανθάνεσθε· διά ταύτης γὰρ ἔλαθόν τινες ξενίσαντες ἀγγέλους(:Μόνιμη και σταθερή ας μένει στις καρδιές σας η αγάπη προς τους αδελφούς Χριστιανούς. Μη λησμονείτε ποτέ να ασκείτε την φιλοξενία· διότι χάρη στη φιλόξενη διάθεσή τους μερικοί, όπως ο Αβραάμ και ο Λωτ, αξιώθηκαν, χωρίς και οι ίδιοι να το καταλάβουν, να φιλοξενήσουν αγγέλους)»[ Εβρ.13,2]. Και σωστά είπε «χωρίς να το ξέρουν»· διότι εάν το γνώριζε και τους υποδεχόταν με τόση καλοσύνη, δεν θα έκανε τίποτε μεγάλο και αξιοθαύμαστο· ενώ ο έπαινος όλος του αξίζει, επειδή, ενώ αγνοούσε ποιοι ήταν οι διερχόμενοι και νομίζοντας ότι ήταν απλώς άνθρωποι οδοιπόροι, με τόση μεγάλη προθυμία τους κάλεσε μέσα στο σπίτι του.

Και εσύ λοιπόν, εάν υποδεχτείς κάποιον επίσημο και λαμπρό και δείξεις μεγάλη προθυμία, δεν έκανες τίποτε αξιοθαύμαστο· διότι το αξίωμα του φιλοξενούμενου εξαναγκάζει πολλές φορές και τον αφιλόξενο να δείχνει κάθε καλή διάθεση. Το πιο υπέροχο όμως είναι όταν και τους τυχόντες και τους περιφρονημένους και τους ευτελείς τούς δεχόμαστε με πολλή καλοσύνη. Γι΄ αυτό και ο Χριστός, υποδεχόμενος αυτούς που ενεργούν έτσι, έλεγε: «ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε(: αληθινά σας λέγω, καθετί που κάνατε για να εξυπηρετήσετε έναν από τους αδελφούς μου, που φαίνονται άσημοι και ελάχιστοι μέσα στην κοινωνία, το κάνατε σε εμένα)»[Ματθ.25,40]. Και πάλι: «οὕτως οὐκ ἔστι θέλημα ἔμπροσθεν τοῦ πατρὸς ὑμῶν τοῦ ἐν οὐρανοῖς ἵνα ἀπόληται εἷς τῶν μικρῶν τούτων(: όπως ο καλός ποιμένας δεν θέλει να χάσει ούτε ένα πρόβατο, έτσι δεν είναι θέλημα του Πατρός σας που βρίσκεται στους ουρανούς να χαθεί ένας από τους μικρούς τούτους. Λοιπόν προσέχετε μήπως τυχόν καταφρονήσετε κανένα από τους άσημους και απλοϊκούς πιστούς)»[Ματθ.18,14]. 

Και πάλι: «ὃς δ᾿ ἂν σκανδαλίσῃ ἕνα τῶν μικρῶν τούτων τῶν πιστευόντων εἰς ἐμέ, συμφέρει αὐτῷ ἵνα κρεμασθῇ μύλος ὀνικὸς εἰς τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ καταποντισθῇ ἐν τῷ πελάγει τῆς θαλάσσης(: Όποιος όμως σκανδαλίσει και παρασύρει στην αμαρτία έναν από τους μικρούς και απλοϊκούς αυτούς, που πιστεύουν σε εμένα, είναι προτιμότερο γι΄αυτόν να κρεμαστεί στον τράχηλό του μυλόπετρα από εκείνες που γυρίζει ο όνος στον μύλο και να καταποντιστεί στην ανοικτή θάλασσα)» [Ματθ.18,6]. Και παντού πολύς λόγος γίνεται από τον Χριστό για τους μικρούς και τους ελαχίστους.

Αυτό λοιπόν γνωρίζοντας και ο Αβραάμ, δεν εξέταζε τους διερχομένους ποιοι ήταν και από πού έρχονταν, όπως ακριβώς εμείς τώρα· αλλά τους δεχόταν όλους χωρίς διάκριση· διότι αυτός που δείχνει φιλική διάθεση δεν πρέπει να ζητά να δίνουν λόγο για τη ζωή τους, αλλά μόνο να διορθώνει τη φτώχεια και να καλύπτει την ανάγκη. Έναν λόγο συνηγορίας έχει ο φτωχός, τη φτώχεια και το ότι βρίσκεται σε ανάγκη· τίποτε λοιπόν περισσότερο μην του ζητάς, αλλά κι αν ακόμη είναι ο πιο καλός από όλους και του λείπει η αναγκαία τροφή, ας τον απαλλάξουμε από την πείνα. Αυτό και ο Χριστός παρήγγειλε να κάνουμε λέγοντας· «γένησθε υἱοὶ τοῦ πατρὸς ὑμῶν τοῦ ἐν οὐρανοῖς, ὅτι τὸν ἥλιον αὐτοῦ ἀνατέλλει ἐπὶ πονηροὺς καὶ ἀγαθοὺς καὶ βρέχει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους(:Για να μοιάσετε έτσι και να γίνετε παιδιά του Πατέρα σας που είναι στους ουρανούς· διότι και Αυτός τον ήλιο, που είναι δικός Του, τον ανατέλλει χωρίς διακρίσεις σε πονηρούς και καλούς, και βρέχει τη βροχή Του σε δικαίους και αδίκους)»[Ματθ.5,45]. Είναι λιμάνι για όσους βρίσκονται σε ανάγκη ο ελεήμονας· και το λιμάνι δέχεται όλους τους ναυαγούς και τους απαλλάσσει από τους κινδύνους· και είτε είναι κακοί, είτε είναι αγαθοί, είτε είναι οτιδήποτε άλλο αυτοί που κινδυνεύουν, τους δέχεται όλους μέσα στην αγκαλιά Του.

[Συνεχίζεται] 



ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,

επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος





ΠΗΓΕΣ :

· https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/de-lazaro-et-divite.pdf

· Αγ. Ιερού Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, σειρά Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας (ΕΠΕ),Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς», εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 25, σελίδες 444-473 [κατ΄επιλογήν από την ομιλία β΄ του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου «Εἰς τόν πτωχόν Λάζαρον καί τόν πλούσιον»].

· Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 14, σελ. 27- 65 (ή: 10 - 30 του PDF) [https://drive.google.com/file/d/0ByZQkrKg4yKLdl8tVUxkWVZyZXc/view και]


· Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.

· Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.

· Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.

· Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.

· Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.

· Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016


· http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm























Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου